Ομοφοβία: γιατί μας αφορά

Μπάρμπαρα Σμιθ – Ομοφοβία: γιατί να το κάνουμε θέμα; (1983)1

Το 1977, η Κομπαχί Ρίβερ Κολέκτιβ, μια Βοστωνέζικη οργάνωση μαύρων φεμινιστριών της οποίας ήμουν μέλος, έγραψε τα εξής:
Η πλέον γενική δήλωση της πολιτικής μας στην παρούσα στιγμή θα ήταν το ότι είμαστε ενεργά αφοσιωμένες στην πάλη ενάντια στην φυλετική, έμφυλη, ετεροφυλοφιλική και ταξική καταπίεση και ότι θεωρούμε υποχρέωσή μας την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης ανάλυσης και πρακτικής που να βασίζεται στο γεγονός ότι τα μεγάλα συστήματα καταπίεσης είναι συνδεόμενα… Συχνά δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε τη φυλετική καταπίεση από την ταξική ή την έμφυλη, επειδή στη ζωή αυτές συνήθως βιώνονται ταυτόχρονα.2
Παρά τη λογική και τη διαύγεια της ανάλυσης μιας ομάδας γυναικών του Τρίτου Κόσμου σχετικά με την ταυτόχρονη βίωση διαφορετικών μορφών καταπίεσης, άνθρωποι όλων των χρωμάτων, συμπεριλαμβανομένων και προοδευτικών, φαίνονται να διστάζουν να κατανοήσουν αυτές τις βασικές αλήθειες· ειδικά όταν πρόκειται να κάνουν την ενεργή αντίσταση στην ομοφοβία κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Η ομοφοβία είναι συνήθως η μορφή καταπίεσης που θα αναφερθεί τελευταία, αυτή που θα λάβει σοβαρή αντιμετώπιση τελευταία, αυτή που θα εξαλειφθεί τελευταία. Ωστόσο πρόκειται για μια μορφή καταπίεσης εξαιρετικά σοβαρής και ενίοτε μοιραίας.
Για παράδειγμα, το βράδυ της 29ης Σεπτέμβρη του 1982, 20 με 30 αστυνομικοί της Νέας Υόρκης μπουκάρανε χωρίς προειδοποίηση στο Μπλουζ, ένα μπαρ στην Τάιμς Σκουέρ. Παρενοχλήσανε και δείρανε σοβαρά τους πελάτες, βανδαλίσανε τον χώρο, αδειάσανε το ταμείο και φύγανε χωρίς να κάνουν ούτε μία σύλληψη. Τι προκάλεσε μια τόσο κτηνώδη συμπεριφορά; Η απάντηση είναι απλή. Οι αστυνομικοί εμπνεύστηκαν από τρία αγαπημένα αξιώματα της κοινωνίας, τον ρατσισμό, τον ταξισμό και την ομοφοβία: η πελατεία του μπαρ αποτελείται από μαύρους/ες ομοφυλόφιλους/ες που ανήκουν στην εργατική τάξη. Όσο σπάγανε κεφάλια, οι αστυνομικοί ουρλιάζανε ρατσιστικά και ομοφοβικά επίθετα οικεία σε κάθε σχολιαρόπαιδο. Το μίσος των επιτιθέμενων τόσο για τις αδερφές όσο και για τους έγχρωμους, αντί να τους καταστήσει εξαίρεση, τους ενέταξε στην καρδιά της κυρίαρχης τάσης. Κι αν οι πράξεις τους ήταν πιο ακραίες από αυτές των περισσοτέρων, η συμπεριφορά τους σίγουρα δεν ήταν.
Το μπαρ Μπλουζ τυχαίνει να βρίσκεται ακριβώς απέναντι απ’ τα γραφεία των Νιού Γιορκ Τάιμς. Το λευκό, μεσοαστό, προφανώς ετεροφυλόφιλο προσωπικό της μεγαλύτερης εφημερίδας του έθνους συχνά-πυκνά τηλεφωνεί στην αστυνομία με παράπονα για το μπαρ. Όπως ήταν αναμενόμενο, καμία απ’ τις ημερήσιες εφημερίδες της Νέας Υόρκης, ούτε οι Τάιμς, δεν έκανε τον κόπο να αναφέρει το περιστατικό. Ένας συνασπισμός λευκών και προερχόμενων από τον Τρίτο Κόσμο λεσβιών και γκέι οργάνωσε μια μεγάλη διαμαρτυρία λίγο μετά την επίθεση. Τόσο οι μετριοπαθείς όσο και οι μαχητικές αντιρατσιστικές οργανώσεις έλαμψαν δια της απουσίας τους κι ακόμα να καταδικάσουν δημόσια ένα επαληθευμένο περιστατικό αστυνομικής βίας. Ο λόγος, δίχως άλλο, είναι ότι οι μαύροι που εμπλέκονταν δεν ήταν στρέιτ.
Διαπλέκοντας τους «-ισμούς»
Αυτό που συνέβη στο Μπλουζ απεικονίζει τέλεια τον τρόπο με τον οποίο οι μεγάλοι «ισμοί», ανάμεσα στους οποίους και η ομοφοβία, είναι στενά και βίαια συνδεδεμένοι. Σαν μαύρη γυναίκα, λεσβία, φεμινίστρια και ακτιβίστρια δεν μου είναι δύσκολο να δω πώς συνδέονται τα συστήματα καταπίεσης, κυρίως επειδή επηρεάζουν τη ζωή μου τόσο συχνά. Στα 1970 και 1980 οι πολιτικοποιημένες έγχρωμες λεσβίες ήταν οι πλέον οξυδερκείς αναφορικά με την ανάγκη κατανόησης των δεσμών μεταξύ των μορφών καταπίεσης. Επίσης, εναντιώθηκαν τη δόμηση ιεραρχιών και αμφισβήτησαν την εύκολη λύση του να επιλέγεις μια «κύρια μορφή καταπίεσης» και να υποβιβάζεις τις αντιφάσεις που προκαλούνται όποτε η φυλή, το φύλο, η τάξη και η σεξουαλική ταυτότητα αλληλεπιδρούν. Είναι ειρωνικό το ότι για τις δυνάμεις της δεξιάς το μίσος για τις λεσβίες και τους γκέι και το μίσος για τα έγχρωμα άτομα, τους Εβραίους και τις γυναίκες είναι αλληλένδετα.Εκείνοι συνδέουν τις μορφές καταπίεσης με τον πιο αρνητικό τρόπο και τα πιο φρικτά αποτελέσματα, ενώ οι υποτιθέμενοι προοδευτικοί, οι οποίοι αντιτίθενται στην καταπίεση σε όλα τα άλλα επίπεδα αρνούνται να αναγνωρίσουν την κοινωνικά αποδεκτή κακομεταχείριση των λεσβιών και των γκέι ανδρών σαν σημαντικό πρόβλημα. Η σιωπηλή τους αντίδραση είναι η εξής: «Ομοφοβία: γιατί να το κάνουμε θέμα;»
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους κάποια, κατά τ’ άλλα ευαίσθητα, άτομα διστάζουν να αντιμετωπίσουν την ομοφοβία τους και αυτή των άλλων. Ένας κύριος λόγος είναι το ότι οι άνθρωποι γενικά απειλούνται από θέματα σεξουαλικότητας· για κάποιους η ύπαρξη και μόνο των ομοφυλόφιλων θέτει τη δική τους σεξουαλικότητα/ετεροφυλοφιλία υπό αμφισβήτηση. Σε αντίθεση με άλλες καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες, οι ομοφυλόφιλοι/ες δεν αποτελούν μια ομάδα της οποίας η ταυτότητα είναι ξεκάθαρη από γεννησιμιού τους. Μέσα από την αυτοαποκάλυψη μπορεί κάποιος/α να αποκτήσει αυτή την ταυτότητα σε οποιαδήποτε φάση της ζωής του/της. Ένας τρόπος για να προστατέψει κάποιος/α τα ετεροφυλοφιλικά του/της πειστήρια και προνόμια είναι το να ταπεινώνει λεσβίες και γκέι όπου κι αν τους βρίσκει, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα όσο το δυνατό πιο μεγάλο χάσμα ανάμεσα στο «εμείς» και το «εκείνοι».
Υπάρχουν αρκετές παρανοήσεις και συμπεριφορές τις οποίες βρίσκω εξαιρετικά καταστροφικές εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο απομονώνουν τις ανησυχίες των λεσβιών και των γκέι:
  1. Η καταπίεση των λεσβιών και των γκέι δεν είναι τόσο σοβαρή όσο άλλες μορφές καταπίεσης. Δεν είναι ζήτημα πολιτικό αλλά ιδιωτικό. Οι ολέθριες συνέπειες που έχει στη ζωή κάποιου/ας το να χάσει δουλειά, παιδιά, φίλους και οικογένεια, το ηθικό τίμημα του να ζει σε διαρκές καθεστώς φόβου μην τον/την πάρουν χαμπάρι τα λάθος άτομα (κάτι που διαπνέει τις ζωές όλων των λεσβιών και όλων των γκέι, ανεξάρτητα απ’ το αν έχουν αυτοαποκαλυφθεί ή αν παραμένουν στη ντουλάπα), καθώς και η σωματική βία που υφίστανται οι γκέι και τις λεσβίες, ή ακόμα και οι θάνατοί τους στα χέρια ομοφοβικών· όλα αυτά μπορούν, σύμφωνα τον παραπάνω μύθο, να αγνοηθούν τελείως.
  2. «Γκέι» πάει να πει λευκοί γκέι άντρες με παχυλά εισοδήματα, τελεία και παύλα. Το να αντιλαμβανόμαστε έτσι τα γκέι άτομα μας επιτρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι κάποιες από μας είναι γυναίκες και έγχρωμες και προερχόμενες απ’ την εργατική τάξη και φτωχές και ανάπηρες καιηλικιωμένες. Το στενόμυαλο σκεπτικό που θέλει τα γκέι άτομα να είναι λευκοί μεσοαστοί άντρες, δηλαδή ακριβώς αυτό που τα συστημικά μέσα θέλουν να πιστεύει ο κόσμος, υπονομεύει την συνειδητοποίηση της αλληλεπικάλυψης των ζητημάτων και των ταυτοτήτων. Παρ’ όλα αυτά, είναι απαραίτητο, όταν συνδέουμε την ομοφοβία με άλλες μορφές καταπίεσης, να μην πέφτουμε θύματα του διαστρεβλωμένου σκεπτικού που θέλει τον λόγο για τον οποίο παίρνουμε την ομοφοβία στα σοβαρά να είναι το ότι επηρεάζει κάποιες κοινωνικές ομάδες οι οποίες καταπιέζονται «πραγματικά», π.χ. έγχρωμοι/ες, γυναίκες, άτομα με αναπηρίες. Η ομοφοβία είναι από μόνη της μια πραγματική μορφή καταπίεσης και σ’ ένα ετεροσεξιστικό σύστημα όλοι οι μη-ετεροφυλόφιλοι θεωρούνται «διεστραμμένοι» και καταπιέζονται.
  3. Η ομοφυλοφιλία είναι πρόβλημα, ή ακόμα και αρρώστια, των λευκών. Αυτή η αντίληψη είναι αρκετά διαδεδομένη στα έγχρωμα άτομα. Άνθρωποι που αντιτίθενται μαχητικά στον ρατσισμό σε όλες του τις εκφάνσεις ακόμα αντιμετωπίζουν τη γυναικεία και αντρική ομοφυλοφιλία με γελάκια ή, ακόμα χειρότερα, με περιφρόνηση. Οι έγχρωμοι/ες ομοφοβικοί/ες δεν καταπιέζουν μόνο τους/τις λευκούς/ές, αλλά και μέλη των ίδιων των ομάδων τους – τουλάχιστο ένα δέκα τοις εκατό των ομάδων τους.
  4. Οι εκφράσεις της ομοφοβίας είναι θεμιτές και αποδεκτές σε περιβάλλοντα όπου άλλες μορφές φραστικής μισαλλοδοξίας θα απαγορεύονταν. Ταπεινωτικά σχόλια και αστεία για «λεσβίες» και «πούστηδες» εκφέρονται δίχως την παραμικρή κατάκριση σε κύκλους όπου αστεία για «αράπηδες» και «κιτρινιάριδες», για παράδειγμα, θα προκαλούσαν την άμεση επίπληξη ή ακόμα και τον αποκλεισμό του αστειευόμενου. Ένα βράδυ μπροστά στην τηλεόραση είναι ενδεικτικό του πόσο αποδεκτές είναι οι δημόσιες εκφράσεις της ομοφοβίας.
    Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν και να αλλάξουν νοοτροπίες και συμπεριφορές που είναι τόσο βαθιά ριζωμένες; Σίγουρα ο γκέι και λεσβιακός/φεμινιστικός ακτιβισμός έχει, απ’ τα τέλη του 60, σημαντικές κατακτήσεις τόσο στη δημόσια σφαίρα όσο και στην συνειδητοποίηση των ατόμων. Αυτά τα κινήματα έχουν παίξει έναν σημαντικό εκπαιδευτικό ρόλο, αλλά σχεδόν καθόλου δεν έχουν επηρεάσει το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Προγράμματα που να επικεντρώνονται με θετικό τρόπο σε θέματα έμφυλης ταυτότητας, σεξουαλικότητας και σεξισμού είναι ακόμα σπάνια, ειδικά στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ωστόσο, τα σχολεία είναι πραγματικά καζάνια ομοφοβίας, κάτι που καταμαρτυρείται τόσο από τα γκραφίτι στις τουαλέτες και τα ταπεινωτικά σχόλια που ακούγονται στον προαύλιο, όσο κι απ’ την ετεροσεξιστική προσέγγιση των περισσότερων κειμένων και την απόλυση δασκάλων αποκλειστικά και μόνο επειδή δεν είναι ετεροφυλόφιλοι/ες.
Στο παρόν πολιτικό κλίμα τα σχολεία βρίσκονται διαρκώς υπό εχθρικά διακείμενη εξονυχιστική εξέταση από καλά οργανωμένες συντηρητικές δυνάμεις. Χρειάζεται πολύ κουράγιο για να κλονίσει κάποιος τις αρνητικές στάσεις των παιδιών σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι ομοφυλόφιλος/η, γυναίκα, από τον Τρίτο Κόσμο, κλπ. Αλλά αυτές οι στάσεις πρέπει να κλονιστούν αν είναι να σταματήσει κάποτε η αυτονόητη ομοφοβία που διαποτίζει την κοινωνία. Έχω συνειδητοποιήσει τόσο από τη διδασκαλία μου στο σχολείο όσο και από τις επαφές μου με το ευρύ κοινό, ότι η σύνδεση διαφορετικών μορφών καταπίεσης αποτελεί την τέλεια εισαγωγή σε θέματα λεσβιακής και γκέι ταυτότητας και ομοφοβίας, μιας και δίνει στον κόσμο ένα πλαίσιο αναφοράς. Ιδιαίτερα όταν έχουν ήδη γίνει προσπάθειες στο σχολείο να διδαχτούν τα παιδιά τι πάει να πει ρατσισμός και σεξισμός. Είναι ανακριβές και στρατηγικά λάθος να παρουσιάζεται όλο το υλικό για τους ομοφυλόφιλους σαν να ήταν όλοι λευκοί άντρες. Ευτυχώς έχουμε στη διάθεσή μας υλικό, που ολοένα αυξάνεται, γραμμένο κυρίως από φεμινίστριες του Τρίτου Κόσμου, και το οποίο προσφέρει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη διασταύρωση διαφορετικών ταυτοτήτων και θεμάτων.
Ίσως κάποιοι/ες αναγνώστες/αναγνώστριες ακόμα να αναρωτιούνται: «Ομοφοβία: γιατί να το κάνουμε θέμα;» Ένας λόγος είναι το ότι ένα δέκα τοις εκατό των μαθητών σας θα γίνουν ή ήδη είναι λεσβίες και γκέι. Το ίδιο κι ένα δέκα τοις εκατό των συναδέλφων σας. Η ομοφοβία μπορεί να είναι η τελευταία απ’ τις μορφές καταπίεσης που θα εξαλειφθεί· αλλά θα εξαλειφθεί. Και θα εξαλειφθεί πολύ πιο γρήγορα αν άνθρωποι που αντιτίθενται σε κάθε μορφή υποταγής συνασπιστούν για να τα καταφέρουν.
1 Barbara Smith. 1983. Homophobia: why bring it up? Interracial Books for Children Bulletin 7–8. Μεταφρασμένο από την ανατύπωση στο: Abelove, H, MA Barale, D Halperin (επ.). 1993. The Lesbian and Gay Studies Reader. Λονδίνο και ΝέαΥόρκη: Routledge, σελ. 99-102
2 The Combahee River Collective. 1982. A Black Feminist Statement. Στο All the Women are White, all the Blacks are Men, But Some of Us are Brave: Black Women’s studies, επ. GT Hull, P Bell Scott, B Smith. Νέα Υόρκη: The Feminist Press, σελ. 13, 16.

ΑΣ ΕΠΑΝΑΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ

της Μαριάννας Χούσου 
Σε καιρούς κρίσης σαν την δική μας, μακροχρόνιας, κοινωνικής, ανθρωπολογικής και οικονομικής, τα γεγονότα, μέσα από τον διαθλαστικό καθρέφτη του θεάματος, γίνονται “δράμα”, εικόνα, “ποστ” για να καταλήξουν σε σύντομο, ακόμη και για τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα, χρονικό διάστημα στο σωρό της υπερπληροφόρησης. Η βία κατά των γυναικών, δεν είναι καινούριο φαινόμενο, έχει ιστορία χρόνων. Δεν είναι επίσης ασύνηθες φαινόμενο. Αντίθετα οι στατιστικές είναι αμείλικτες, ακόμη και για τον “πολιτισμένο” δυτικό μας κόσμο. Η ελληνική κοινωνία, κλειστή και συντηρητική, στην πλειοψηφία της αδιάφορη για τα ζητήματα του φεμινισμού, του σεξισμού και της ομοφοβίας, συνήθισε να αποδέχεται αυτού του τύπου την βία ως “φυσική”, και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων να την αποσιωπά και να την αποκρύπτει.
Η πλειοψηφία των πολιτών, αδύναμη να σκεφτεί και να εμβαθύνει, αρκετά τρομαγμένη για να αμφισβητήσει, συνηθίζει την βία, από όπου και αν προέρχεται. Έτσι, με εξαίρεση ορισμένες και μόνο περιπτώσεις, των οποίων οι ιδιαιτερότητές τους και ίσως η αγριότητα τους προκάλεσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, στην πλειοψηφία τους αγνοούνται ή περνάνε στα ψιλά της ενημέρωσης. Άλλωστε, και όταν δημοσιοποιούνται, η συζήτηση ποτέ ή σε ελάχιστες περιπτώσεις δεν στρέφεται γύρω από το γεγονός καθεαυτό και την κουλτούρα η οποία το συντηρεί και το αναπαράγει. Στόχος σε καμία περίπτωση δεν είναι να αναλυθεί το φαινόμενο, αλλά να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες της τηλεθέασης, η οποία διαπνεόμενη από τον πατριαρχικό λόγο θα συγκινήσει, θα τρομάξει και εν τέλει θα εξαγνίσει. Πολλές φορές μάλιστα, και αυτό το είδαμε πρόσφατα, η υπεράσπιση ή η κακοποίηση του γυναικείου σώματος, γίνεται με όρους “ανδρικής τιμής”, με την έννοια ότι ο άνδρας οφείλει ως άνδρας να υπερασπίζεται το σώμα της αδερφής/συζύγου/ερωμένης όταν νιώθει ότι κάποιος άλλος “άνδρας” το απειλεί. Η γυναίκα, ως μη κάτοχος του σώματός της (το οποίο δεν μπορεί να υπερασπιστεί και το οποίο ούτως ή άλλως προορίζεται για την ικανοποίηση του άνδρα) είναι το θύμα.
Όσον αφορά την πολιτική αντιμετώπιση των περιπτώσεων, (πέρα από τον χυδαίο λαϊκισμό των ρατσιστικών/ομοφοβικών/μισάνθρωπων ομάδων τις οποίες δεν αξίζει καν να αναφέρουμε), ακόμη και στον ονομαζόμενο προοδευτικό χώρο, αυτού του τύπου τα ζητήματα, πάντα αντιμετωπίζονται ως δευτερεύοντα, και κινητοποιήσεις όπως αυτή ενάντια στην διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών ή ενάντια στις επιθέσεις στα lgbt άτομα βρίσκουν λίγους υποστηρικτές.
Όμως οι ελληνίδες και οι μετανάστριες γυναίκες αυτού του τόπου ξέρουν πολύ καλά ποια είναι η έκταση και η ένταση αυτών των φαινομένων. Τα σεξιστικά σχόλια, η σεξουαλική παρενόχληση στο δρόμο, στην δουλειά, στο σπίτι είναι κομμάτι της καθημερινότητας τους, ενώ ο φόβος διαπερνά πολλές από τις κινήσεις τους. Η βία, μέσα και έξω από το σπίτι είναι για τις περισσότερες από αυτές οικεία και όλες έχουν μια ιστορία να διηγηθούν. Η νύχτα είναι για τις γυναίκες ακόμη απρόσιτη και φαντάζει απειλητική. Ωστόσο αυτή, η κοινή γνώση, δεν έχει μετουσιωθεί σε κοινή δράση, περά από λίγες περιπτώσεις.. Η απουσία πιθανότατα ενός ισχυρού και οργανωμένου φεμινιστικού κινήματος ως εμπειρία και η αδυναμία κατανόησης του ότι η συλλογική και οργανωμένη δράση μπορεί να καταπολεμήσει την βία κατά των γυναικών, δεν δίνουν περιθώρια για κάτι τέτοιο.
Μία από αυτές τις πρωτοβουλίες, και με το σύνθημα Σπάμε την Σιωπή, η πρωτοβουλία ενάντια στην ομοφοβία Ξάνθης, κάλεσε σε πορεία και εκδήλωση το Σάββατο 9 Μάρτη. Την πορεία στήριξαν και συμμετείχαν γυναικείες οργανώσεις και πολιτικές συλλογικότητες από όλη την Ελλάδα πραγματοποιώντας στην Ξάνθη μια μεγάλη, για τα δεδομένα της πόλης διαδήλωση. H διαδήλωση, στην οποία συμμετείχαν έως και 1000 άτομα, και η κατάμεστη αίθουσα του πολυτεχνείου στην συζήτηση το απόγευμα, κατάφεραν, έστω και για λίγο, να σπάσουν την γενικευμένη “μη ορατότητα” της βίας κατά των γυναικών. Η τοπική κοινωνία, όπως και κάθε άλλη κοινωνία, θεώρησε πιθανότατα ότι έκανε το χρέος της, αφού δαιμονοποίησε και “απέβαλλε” το τέρας. Έγινε όμως γνωστό και ακούστηκε δυνατά, ότι η κουλτούρα του βιασμού και γενικότερα της βίας κατά των γυναικών, είναι βαθιά ριζωμένη στις μικρές και πιο μεγάλες πόλεις μας, και δεν “ξορκίζεται” με γιουχαΐσματα. Χρειάζεται ένας βαθύτερος, ριζικός μετασχηματισμός, ο οποίος θα αποβάλλει πατριαρχικές, ομοφοβικές μισογύνικες και ρατσιστικές λογικές και θα μας δώσει πίσω τις νύχτες μας.
Αναδημοσίευση από: http://efimeridadrasi.blogspot.gr/2013/03/9.html

Η επιστήμη του κοινωνικού κανιβαλισμού και η τέχνη της εξαπάτησης

la società dello spettacolo

 

Της Γιώτας Ιωαννίδου

 

Η μεθοδολογία που ακολουθείται σήμερα με την διαπόμπευση των εκπαιδευτικών, ώστε η ‘’κοινή γνώμη’’ (κάτι σαν ‘’κοινή γυνή’’ ακούγεται αυτό) να υποδεχτεί τον εξανδραποδισμό τους ως πράξη δικαιοσύνης, αποτελεί  πιστή εφαρμογή των υποδείξεων πολιτικής του ΟΟΣΑ.  Η συναίνεση στην αντι-εκπαιδευτική πολιτική, αφενός θα σημάνει τη διάλυση της παιδείας, αφετέρου θα σηματοδοτεί τη νίκη της πολιτικής της εξαπάτησης, την απόδειξη ότι όταν το δάχτυλο έδειχνε το φεγγάρι, ο ηλίθιος κοίταζε το δάχτυλο…

Το 1996, ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) δημοσίευσε στο 13ο τεύχος του επίσημου περιοδικού του, ένα άρθρο του Κρίστιαν Μόρισον με τίτλο «Οι δυνατότητες πραγματοποίησης των διαρθρωτικών αναπροσαρμογών».Επρόκειτο για την έκθεση του Κέντρου Ανάπτυξης του ΟΟΣΑ με θέμα τα προβλήματα και τους τρόπους πολιτικής χειραγώγησης των πληθυσμών ώστε να μπορεί μια κυβέρνηση να περνά αυστηρά μέτρα λιτότητας και τις διαρθρωτικές αλλαγές,  σαν αυτά που επέβαλε κατά τη δεκαετία του 1980 η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού σε μια σειρά από «αναπτυσσόμενες» χώρες και χώρες του Τρίτου Κόσμου. Ας ρίξουμε μια διαγώνια ματιά στο αποκαλυπτικό αυτό κείμενο.
Γκαιμπελικό άρθρο πρώτο

[…] όπου τέθηκε θέμα διαρθρωτικών αλλαγών, οι διεθνείς οργανισμοί [ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, κ.λπ.] απαίτησαν δραστική μείωση των βασικών δημόσιων δαπανών. Αυτό έκανε αντιδημοφιλείς τις κυβερνήσεις, οι οποίες, σε περίπτωση ταραχών, κατέφυγαν στην καταστολή πολλαπλασιάζοντας το πολιτικό κόστος. […] Η εφαρμογή προγραμμάτων διαρθρωτικών αλλαγών σε δεκάδες χώρες κατά τη δεκαετία του 1980 έδειξε, ότι είχαμε παραμελήσει την πολιτική διάσταση του ζητήματος. Πιεζόμενες από απεργίες, διαδηλώσεις, ακόμα κι εξεγέρσεις, πολλές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να διακόψουν ή να περικόψουν σημαντικά τα προγράμματα αυτά. Έτσι αναγκαστήκαμε να αναγνωρίσουμε, ότι η οικονομική επιτυχία της διαρθρωτικής αναπροσαρμογής εξαρτάται από τη δυνατότητα πολιτικής πραγματοποίησής της. […]

 

Μετάφραση

Χωρίς επεξεργασμένο πολιτικό σερβίρισμα, η κοινωνία δεν μπορεί να καταπιεί εύκολα την πολιτική εξανδραποδισμού της

Πως αλήθεια όμως αυτό μπορεί να επιτευχθεί;

Γκαιμπελικό άρθρο δεύτερο

[…]οι περικοπές στα λειτουργικά έξοδα του κράτους πλήττουν τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά οι κυβερνήσεις μπορούν να πάρουν την κοινή γνώμη με το μέρος τους αν κινηθούν ευέλικτα παρουσιάζοντας, με τη βοήθεια του Τύπου, αυτά τα μέτρα σαν μέτρα ισονομίας με το επιχείρημα, ότι εφόσον ζητούνται θυσίες από όλο το λαό, οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν γίνεται ν’ αποτελούν εξαίρεση. […]

Μετάφραση

Η διάλυση των κοινωνικών δαπανών, που είναι η πρώτη προτεραιότητα,  θα πλήξει αναπόφευκτα τους δημόσιους υπάλληλους, οι οποίοι για να μη μπορούν να αντιδράσουν, θα πρέπει να διασυρθούν στα μάτια της κοινωνίας, με τη βοήθεια φυσικά του (ελεγχόμενου) Τύπου. Σας θυμίζει τίποτα;

Αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν έχουν  όλοι τον ίδιο ρόλο. Ας δούμε την ειδική σημασία που δίνει ο δάσκαλος της επιστημονικής εξαπάτησης στους εκπαιδευτικούς.

Γκαιμπελικό άρθρο τρίτο

[…]Ειδικά οι απεργίες των εκπαιδευτικών, αν και καθαυτές δεν αποτελούν πρόβλημα για τις κυβερνήσεις, γίνονται έμμεσα επικίνδυνες επειδή απελευθερώνουν μια ανεξέλεγκτη μάζα μαθητικής και φοιτητικής νεολαίας, η οποία μπορεί να κατέβει σε διαδηλώσεις και σε αυτή την περίπτωση η καταστολή μπορεί εύκολα να έχει δραματικές συνέπειες. […]

Μετάφραση

Ο εκπαιδευτικός έχει μια ειδική σχέση με τη νεολαία. Μπορεί από παιδονόμος όπως τον θέλουν οι κρατούντες, να μετατραπεί σε δάσκαλο της αξιοπρέπειας και της αντίστασης για αυτό πρέπει να πειθαρχηθεί.

Μα πως είναι δυνατό όμως  η κοινωνία να δεχτεί τη διάλυση της παιδείας; Ας δούμε τη μέθοδο.

Γκαιμπελικό άρθρο τέταρτο

[…]Μια από τις βασικές περικοπές αφορά στα λειτουργικά έξοδα των σχολείων και των πανεπιστημίων. Είναι πολύ προτιμότερη επιλογή από μια δραστική μείωση του αριθμού των μαθητών και των σπουδαστών. Οι οικογένειες θα αντιδράσουν βίαια στο ενδεχόμενο να αποκλειστούν τα παιδιά τους από την εκπαίδευση. Δεν θα αντιδράσουν όμως σε μια σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Έτσι σιγά-σιγά θα δεχτούν να πληρώνουν κάποιο ποσόν για να σπουδάζουν τα παιδιά, ή να περικοπεί κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητα. […]

Μετάφραση

Η ουσία της επιδίωξης είναι η υποβάθμιση της εκπαίδευσης. Αυτό είναι πολύ συγκεκριμένο σήμερα στην Ελλάδα:  Κύμα συγχωνεύσεων σχολείων, οικονομικός στραγγαλισμός μέσω περικοπής λειτουργικών δαπανών, τορπίλη σε μουσικά και αθλητικά σχολεία όπως και στην ειδική αγωγή, κατάργηση πρόσθετης και ενισχυτικής, κόψιμο σε βιβλιοθήκες, εκδρομές, αθλητικούς αγώνες, επιχορηγήσεων σε προγράμματα, αδιαφορία για τις μετακινήσεις των μαθητών, μηδενισμός διορισμών, κενά μέχρι τέλους της σχολικής χρονιάς, αύξηση των μαθητών ανά τμήμα και άλλα. Αυτά λοιπόν θα περνάνε, αλλά η κυβέρνηση θα φωνασκεί υπέρ των μαθητών ή των εξετάσεων τους, χαϊδεύοντας την άγνοια που καλλιεργεί στους υπηκόους.

Τώρα είναι όλα πιο καθαρά.

Η μεθοδολογία που ακολουθείται σήμερα με την διαπόμπευση των εκπαιδευτικών, ώστε η ‘’κοινή γνώμη’’ (κάτι σαν ‘’κοινή γυνή’’ ακούγεται αυτό πλέον) να υποδεχτεί τον εξανδραποδισμό τους ως πράξη δικαιοσύνης, αποτελεί  πιστή εφαρμογή αυτών των υποδείξεων πολιτικής.

Ο ίδιος ο επικεφαλής του ΟΟΣΑ Angel Gurría («Σύμβουλος» της κυβέρνησης μαζί με την ΕΕ και το ΔΝΤ), σε κοινή συνέντευξη Τύπου με υπουργούς της τότε κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, παρουσίασε την «Έκθεση» του Οργανισμού για την «ελληνική οικονομία», ενώ στα χέρια της τότε υπουργού Παιδείας κ. Άννας Διαμαντοπούλου κατατέθηκε προς «αξιοποίηση» επιμέρους Έκθεση του ΟΟΣΑ που αφορούσε στην Ελληνική Εκπαίδευση. Το κείμενο πρότεινε ένα σχολείο στηριγμένο στο νέο δημόσιο μάνατζμεντ, με κλείσιμο των μικρών μη αποδοτικών μονάδων, γενικευμένη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των μηχανισμών, εισαγωγή της ‘’αξιολόγησης’’ των εκπαιδευτικών  και ισχυροποίηση της  παρέμβασης της αγοράς.

Είναι αυτό το κείμενο, στο οποίο αναφέρονται σήμερα σε πλήρη σύμπνοια όλα τα καθεστωτικά ΜΜΕ για να αποδείξουν ότι οι έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν λιγότερο από όλους στην Ευρώπη (μήπως το ίδιο δεν έλεγαν και για όλους τους εργαζόμενους στην Ελλάδα αρχικά;).

Με το ίδιο ιερό κείμενο και την περίφημη αναλογία εκπαιδευτικών / μαθητών –τη μικρότερη σε Ευρώπη και χώρες του ΟΟΣΑ-  προσπαθούσαν να πείσουν πέρσι για την επιστημονική αναγκαιότητα των συγχωνεύσεων, όπως βάφτισαν το κλείσιμο των σχολείων. Τι κι αν από τον Γενάρη του 2012, δόθηκε στη δημοσιότητα η μελέτη του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ, «Μελέτη στοιχείων για την Εκπαίδευση και τους Εκπαιδευτικούς στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και σε άλλες χώρες», που αποδεικνύει ότι ορισμένα στοιχεία δεν ισχύουν ή εξηγεί τις αποκλίσεις άλλων.

Η ιστορία εξελίσσεται σαν αυτή με τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Πληρώθηκαν ένα σωρό λεφτά, για να μετρηθεί ο ήδη γνωστός αριθμός τους. Αποκαλύφθηκε μέσω της επίσημης απογραφής, ότι δεν άγγιζαν ούτε τις 650.000 από  το ενάμιση ή και δύο  εκατομμύρια που διαδιδόταν πλατιά από τα επίσημα χείλη.  Απλά τα ΜΜΕ δεν το είδαν.

Για να δούμε λοιπόν τα στοιχεία του ΟΟΣΑ ξανά.

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ, το 2011-12 η αναλογία μαθητών ανά καθηγητή ήταν 1:8,2 στα Γυμνάσια και 1:9,5 στα Λύκεια ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ των 21 ήταν 1:11,7 και 1:12,5 αντίστοιχα (στοιχεία ΟΟΣΑ). Η μικρή αυτή απόκλιση συμβαίνει στη χώρα μας λόγω γεωγραφικών ιδιομορφιών (νησιά, ορεινά, δυσπρόσιτα), της ύπαρξης των τμημάτων κατεύθυνσης σε Β και Γ τάξεις των Γεν. Λυκείων και της λειτουργίας των ειδικοτήτων στα τεχνικά Λύκεια. Η απάλειψη αυτής της απόκλισης σημαίνει ότι θα κλείσουν σχολεία σε χωριά και κωμοπόλεις (πράγμα που συνέβη και με το πρώτο κύμα των 1000 συγχωνεύσεων – καταργήσεων)και με τις περικοπές των δωρεάν μεταφορών, πολλά παιδιά θα διωχθούν από τη δημόσια εκπαίδευση. Στα λύκεια θα αδυνατούν να δημιουργηθούν τμήματα κατεύθυνσης με μεγάλο αριθμό μαθητών (ήδη από πέρσι το όριο έγινε 15 μαθητές και σε εξαιρετικές συνθήκες 10), οπότε οι μαθητές είτε θα πρέπει να πηγαίνουν σε σχολείο διπλανής περιοχής που θα υπάρχει τμήμα κατεύθυνσης της επιλογής τους ή να αλλάζουν κατεύθυνση. Αντίστοιχη θα είναι η κατάσταση στις ειδικότητες των τεχνικών λυκείων, όπου η μη ύπαρξη μαθητών θα σημάνει την κατάργηση της ειδικότητας και την μεταφορά όσων την επιλέξουν σε άλλο σχολείο της Περιφέρειας.

Όσον αφορά στο μέγεθος των σχολικών τάξεων, ο μέσος όρος των μαθητών στην Ελλάδα σε γυμνάσια και λύκεια είναι 22, πάνω δηλαδή από το μέσο όρο της ΕΕ των 21, που είναι 21,9. Ωστόσο, εδώ δεν φαίνεται να υπάρχει η ευαισθησία της προσέγγισης του μέσου όρου της ΕΕ, από την κυβέρνηση μιας και ο στόχος είναι οι 30 μαθητές στην τάξη.

Οι εκπαιδευτικοί διαθέτουν συνολικό εργασιακό ωράριο, ένα μέρος του οποίου είναι οι ώρες διδασκαλίας στην τάξη (διδακτικό). Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δικτύου Ευρυδίκη «Αριθμοί κλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη 2009», ο μέσος όρος του διδακτικού ωραρίου για τους καθηγητές της ΕΕ των 25, ήταν 18,4 για το Λύκειο και 19,1 για το Γυμνάσιο, ενώ ο μέσος όρος για την Ελλάδα ήταν 18,5.

Σύμφωνα με πρόσφατη (2012) μελέτη της UNESCO κάθε ώρα διδακτικού έργου ενός καθηγητή αντιστοιχεί σε 4 ώρες εργασίας γραφείου! Για αυτό η τάση στις χώρες της Ευρώπης ήταν η μείωση του διδακτικού ωραρίου τα τελευταία χρόνια, εκτός από την Βουλγαρία και τη Ρουμανία.

Πέραν τούτου, ο μέσος όρος για την Ελλάδα των 18,5 διδακτικών ωρών προκύπτει με το δεδομένο των 16 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας –που το υπουργείο παιδείας έδωσε σαν ωράριο όλων των καθηγητών –ενώ οι καθηγητές δουλεύουν με 21 ώρες πλήρες ωράριο που γίνεται 16 ώρες μετά από 20 και πλέον χρόνια εργασίας.

Παρόλα αυτά, η Καθημερινή της Κυριακής 4/5/13 επιμένει ότι οι έλληνες καθηγητές διδάσκουν μόνο 415 ώρες ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 704 ώρες για το γυμνάσιο και 658 ώρες για το λύκειο και για τις χώρες της ΕΕ/21 660 και 629 αντίστοιχα. Δεν προβληματίζεται βέβαια καθόλου, πώς στον ίδιο πίνακα φαίνεται οι έλληνες καθηγητές  να εργάζονται 1176 ώρες κατ έτος έναντι 1171 στο γυμνάσιο και 1114 στο λύκειο των χωρών του ΟΟΣΑ και 1057 και 1049 αντίστοιχα της ΕΕ/21. Γιατί η αξία μιας μελέτης, κατά ορισμένα ΜΜΕ, είναι μόνο η παροχή στοιχείων επιβεβαίωσης της  κυβερνητικής πολιτικής. Η απάντηση βρίσκεται στο εργασιακό ωράριο, που στην Ελλάδα είναι 30 ώρες έναντι 27,5 ωρών του μέσου ευρωπαίου στις 27 χώρες της ΕΕ.

Οι καθηγητές δεν διδάσκουν μόνο. Παρακολουθούν την πορεία των μαθητών τμημάτων που είναι υπεύθυνοι, επικοινωνούν με τους γονείς, εκτελούν διοικητικά καθήκοντα, συμπληρώνουν στατιστικά κλπ, διορθώνουν γραπτά, περνούν βαθμολογίες, προετοιμάζουν εκπαιδευτικά προγράμματα, γιορτές, εκδρομές, θεατρικά κλπ, ασχολούνται με σεμινάρια και εργαστήρια, προετοιμάζουν σημειώσεις και σχέδια, ειδικές παρεμβάσεις, συνεδριάζουν και συζητούν ότι προβλήματα ανακύπτουν κλπ κι όσα από αυτά δεν μπορούν να τα κάνουν εντός της σχολικής μονάδας (γιατί δουλεύουν όλοι μαζί σε μια αίθουσα με κολλητά γραφεία και χωρίς υπολογιστή ή άλλα μέσα) τα κάνουν στο σπίτι τους.

Οι έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν περίπου 39 εβδομάδες το χρόνο έναντι 38,6 των ΕΕ/27. Ενώ όμως δουλεύουν περισσότερο, διδάσκουν μόνο 31 εβδομάδες, καθότι  4-5 εβδομάδες το χρόνο,  είναι οι εξετάσεις, πράγμα που δε συμβαίνει σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα, ενώ ο υπόλοιπος χρόνος αντιστοιχεί σε διοικητική απασχόληση.

Η Ελλάδα είναι το βασίλειο της εξεταστικής λαιμητόμου, με διαφωνία των εκπαιδευτικών και μάλιστα αυτός ο ανορθολογισμός θα ενταθεί αν περάσουν τα μέτρα της κυβέρνησης.

Είναι απίστευτη αυτή η στρέβλωση και δεν μπορεί να μένει εκτός συζήτησης.

Η διδασκαλία στην τάξη μειώνεται, αλλά οι ώρες των εξετάσεων αυξάνονται.

Το σχολείο απαξιώνεται, αλλά το φροντιστήριο προετοιμασίας για τις εξετάσεις,  αποθεώνεται ως θεσμός!

Συμπερασματικά οι έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν περισσότερο από τους ευρωπαίους και οι ώρες διδασκαλίας τους (χωρίς τις εξετάσεις) είναι περισσότερες από 573,5 κατά μέσο όρο (31 εβδομάδες χ 18,5).

Επιπλέον στις χώρες της ΕΕ, υπάρχουν βοηθοί διδασκόντων, σε αναλογία  6,5 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 0,4 μόνο στα εργαστήρια της ΤΕΕ

Υπάρχει διοικητικό προσωπικό σε αναλογία 10,9 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 1,4

Υπάρχει επιστημονικό προσωπικό για τη στήριξη του σχολείου (κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι κλπ) σε αναλογία 7,8 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 0.

Υπάρχει βοηθητικό προσωπικό σε αναλογία 12,7 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 0,3

Και επιπλέον σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, για το 2009 ο μέσος όρος για τις χώρες του ΟΟΣΑ των ετήσιων μεικτών αποδοχών του αρχικού μισθού των καθηγητών ήταν 29.472και ο αντίστοιχος μέσος όρος για τις χώρες της Ε.Ε. ήταν 29.459.

Ο μέσος όρος για τις χώρες του ΟΟΣΑ των ετήσιων μεικτών αποδοχών του τελικού μισθού των καθηγητών ήταν 47.740 και ο αντίστοιχος μέσος όρος για τις χώρες της Ε.Ε./21 ήταν 47.374.

Αντίθετα, για τους Έλληνες καθηγητές ο αρχικός μισθός ήταν 24.541 και ο τελικός 36.230. Έτσι η Ελλάδα κατατάσσεται στις τελευταίες χώρες (ακολουθούν μόνο Σλοβενία και Σλοβακία).

Συνολικά ο μισθός του έλληνα καθηγητή Λυκείου είναι το 54% του Φιλανδού (με 11-17 ώρες διδασκαλίας), το 58% του Ισπανού (με 17- 19 ώρες διδασκαλίας) και το 39% του Γερμανού (με 17-20 ώρες διδασκαλίας).

Ας διαλέξουμε λοιπόν.

Η συναίνεση στην αντι-εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης, αφενός θα σημάνει τη διάλυση της παιδείας, αφετέρου θα σηματοδοτεί τη νίκη της πολιτικής της εξαπάτησης, την απόδειξη ότι όταν το δάχτυλο έδειχνε το φεγγάρι, ο ηλίθιος κοίταζε το δάχτυλο.

 

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://eleftheriakos.gr/node/565

Βιασμοί γυναικών, χαλαρά, δεν τρέχει τίποτα…

stupromontalto

 

…εδώ οι άντρες πλένουνε τα πιάτα

15χρονη στην Ηλεία βιάστηκε από τον φίλο της και τον κολλητό του φίλου της σε αποθήκη καφετέριας που διατηρεί ο δεύτερος. Έτρεξε τίποτα;

31χρονος βίαζε γυναίκες στα βόρεια προάστια, έτρεξε τίποτα;

63χρονος στην Καβάλα βίαζε την 9χρονη εγγονή του, έτρεξε τίποτα;

Με τους ξυλοδαρμούς και τις δολοφονίες γυναικών τον τελευταίο μήνα, έτρεξε τίποτα;

Τρέχει γενικώς τίποτα;

Όχι, τρέχει το απολύτως τίποτα. Γιατί τούτη η κοινωνία, η ελληνική κοινωνία, είναι αρκετά εξοικειωμένη με τους βιασμούς των θυγατέρων της. Τις τσάκισε κατά χιλιάδες στην πορνεία. Τις παράτησε στο έλεος των νταβατζήδων. Τις έριξε βορά σε αδηφάγους πορνοπελάτες. Τις έκανε εσώκλειστες δούλες στα νοικοκυριά. Τις αντάμειψε με μίσος και οργή γιατί σήκωσαν κεφάλι στον σύζυγο ή τον εραστή. Τις εκδικήθηκε γιατί έγιναν ανεξάρτητες από την τσέπη του αντρός και του πατρός. Τις έκανε ομαδικό διεγερτικό σε βιντεάκια- τσόντες, γιατί στην τελική “όλες πουτάνες είναι”.

Υπερασπίζεται σθεναρά τους βιαστές της τούτη η κοινωνία. Όπως τότε στην Αμάρυνθο. Αθώωσε πανηγυρικά τα καθίκια που βίασαν ομαδικά τη συμμαθήτριά τους. Εκδίωξε τη μάγισσα από το κωλοχώρι τους. Την εκδικήθηκε φορτώνοντάς της κατηγορίες περί συκοφαντίας, ώστε να μάθουν μια και καλή τα υπόλοιπα “αλλογενή” κοριτσόπουλα ότι ο τόπος δε σηκώνει τις καταγγελίες τους.

Προστατεύει με θαλπωρή τους βιαστές της τούτη η κοινωνία. Επικροτούσε τους νταήδες υπαλλήλους όταν την έπεφταν στις καθαρίστριες των εργολαβικών εταιρειών, ενώ άφησε τα καθάρματα που οργάνωσαν την επίθεση στην Κούνεβα να κυκλοφορούν ελεύθερα. Διαπόμπευσε πουτάνες ως “υγειονομική βόμβα”, δημοσίευσε τις φωτογραφίες τους, τις έσυρε στα δικαστήρια και τις φυλακές. Τράβηξε μόνο, λιγουλάκι, το αυτάκι στους πελάτες για να μάθουν να φοράνε προφυλακτικό.

Βέβαια, ετούτη η κοινωνία επιδεικνύει τεράστια εγρήγορση στους αλλόθρησκους βιαστές. Τον Αύγουστο στην Πάρο μας άφησε κληρονομιά έναν δολοφονημένο από φασίστες μετανάστη στην Ομόνοια. Και τον Δεκέμβρη στην Ξάνθη μας άφησε την υπόμνηση (για το μέλλον…) ότι το πογκρόμ στις μουσουλμανικές συνοικίες τις πόλης ήταν ήδη στα σκαριά από τον ελληνορθόδοξο όχλο μέχρις ότου μας προκύψει τελικά μανάβης.

Μην παραλείψουμε πως τούτη η κοινωνία έχει λόγο, έχει μιλιά, για τους βιασμούς που συμβαίνουν αλλού. Και να σου οι αναλύσεις για τους βιασμούς στην Ινδία. Και να σου τα άρθρα στον Τύπο για τα αίτια και τις κοινωνικές συνθήκες που ευνοούν τον βιασμό (εκεί, μην μπερδευόμαστε). Αλλά για τούτη την κοινωνία οι αλλόθρησκοι είναι πολιτιστικά καθυστερημένοι. Δεν είχαν εργατικό κίνημα, δεν είχαν γυναικείο κίνημα, δεν είχαν τμήμα σπουδών φύλου και ισότητας, δεν είχαν τεχνολογική πρόοδο, όπως οι μεγαλύτερες δημοκρατίες του κόσμου σαν την πάρτη μας! Και τώρα, που οι κοινωνίες μας έγιναν πολυεθνικές, γρηγορείτε απανταχού ορθόδοξα, καθολικά, προτεσταντικά αρσενικά αγγελούδια ενάντια στα αλλόθρησκα σεξουαλικά κτήνη!

Έτσι λοιπόν τα κανόνισε τούτη η κοινωνία. Αλλά ποια είναι στην τελική αυτή η κοινωνία; Και τι ακριβώς συνέβη στις γυναίκες της;

Η κοινωνία εν ελλάδι είναι η ιστορία της και οι τρόποι που δόμησε τις σχέσεις της και τις πρακτικές της. Και οι πρακτικές της σε ότι αφορά τη βία ενάντια στις γυναίκες έχουν το δικό τους ειδικό βάρος στη φυσιογνωμία της. Είναι η επί εικοσαετίας και βάλε λεηλασία χιλιάδων γυναικείων σωμάτων στη βιομηχανία του σεξ που έφτιαξε μια νέα αρσενική συμπεριφορά απέναντι σε όλες τις γυναίκες. Είναι οι 1.000.000 άντρες που επιδόθηκαν σε ασκήσεις σεξουαλικής κυριαρχίας πάνω σε γυναίκες που μετατράπηκαν με τη βία σε πόρνες. Είναι οι σύζυγοι, οι πατεράδες, οι αδελφοί, οι συνάδελφοι, οι συμφοιτητές που εκτόνωσαν τον τσαμπουκά και τόνωσαν την αλαζονεία τους μέσα στα μπουρδέλα και τα στριπτιτζάδικα. Είναι το δίκιο τους ως πελατών που ξέφυγε από τα όρια της πορνικής γεωγραφίας, ξεχύθηκε στην καθημερινότητα, από τους τόπους εργασίας μέχρι τις κρεβατοκάμαρες. Είναι αυτό που θα ‘πρεπε τόσα χρόνια να δούμε και κάναμε πως δε βλέπαμε: ότι το πώς οι άντρες βλέπουν και μεταχειρίζονται τις πουτάνες δείχνει το πώς βλέπουν και θέλουν να μεταχειρίζονται όλες τις γυναίκες.

Και συνεχίζουμε. Είναι οι μαφιόζικες επιχειρήσεις που γιγαντώθηκαν στην Ελλάδα υποστηριζόμενες από ένα πλήθος “πολιτών” που προηγουμένως δεν είχε σχέση με τέτοιου είδους δραστηριότητες. Είναι η μαφιοζοποίηση της κοινωνίας που είχε στον πυρήνα της και την υποβάθμιση της γυναικείας ύπαρξης, είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι πολλοί άντρες αλλά και πολλές γυναίκες συμμετείχαν, στήριξαν, καρπώθηκαν οικονομικά οφέλη από τους μαζικούς βιασμούς γυναικών στη βιομηχανία του σεξ και τη βιομηχανία των οικιακών βοηθών.

Είναι επιπλέον, η ευρύτατη αποδοχή της βίας μέσα στην οικογένεια. Είναι η ατιμωρησία που περιβάλλει στις περισσότερες περιπτώσεις τους πατεράδες, τους συζύγους, τους συγγενείς που απλώνουν τα ξερά τους στις γυναίκες, μια ατιμωρησία που θρέφεται από την τάση αποφυγής της “ντροπής” και των ανισορροπιών μέσα στην οικογενειακή εστία αλλά και από την περιφρόνηση και τον στιγματισμό που επιφυλάσσει ο κοινωνικός περίγυρος.

Είναι επίσης η καθημερινή και σε μαζική κλίμακα εκπαίδευση της αρσενικής σεξουαλικότητας μέσα από την ιντερνετική πορνογραφία η οποία αναπαράγει την εικόνα των γυναικών ως σεξουαλικών αντικειμένων.

Είναι ακόμη και το ότι ένα μεγάλο κομμάτι του αρσενικού πληθυσμού δεν έχει χωνέψει ότι οι γυναίκες μπορούν να μην τους υπηρετούν, μπορούν να τους ξεπερνούν. Ότι μπορούν να τα φέρουν βόλτα δίχως εκείνους, να φέρουν λεφτά στο σπίτι δίχως εκείνους, να μεγαλώνουν παιδιά δίχως εκείνους, να βγαίνουν έξω δίχως εκείνους, να τη βγάζουν γενικώς δίχως εκείνους, να είναι πιο πετυχημένες από εκείνους.

Ψάχνουμε και για άλλες εξηγήσεις; Υπάρχουν και είναι ακόμη βαθύτερες. Είναι το γεγονός ότι η βίαιη υποτίμηση και πορνοποίηση τεράστιων πληθυσμών γυναικών σε άλλα σημεία του πλανήτη αντιμετωπίστηκε και με ευθύνη διάφορων- ακαδημαϊκών και μη- φεμινιστικών κύκλων μέσα από τα κυάλια της πρωτοκοσμικής ανωτερότητας. Ως αποτέλεσμα ενός είδους “πολιτισμικής καθυστέρησης” των κοινωνιών της ανατολικής ευρώπης, της ασίας, της αφρικής. Αυτό το χονδροειδές ιδεολόγημα που στηρίζεται σε ιδέες ότι π.χ. γυναικεία κινήματα υπήρχαν μόνο στη Δύση ή μόνον εκεί ήταν αρκετά προχωρημένα., έχτισε την ακλόνητη πίστη ότι οι κοινωνίες μας έχουν οριστικά απαλλαγεί από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης με όρους δουλείας και οριστικά ξεμπερδέψει με την υποτέλεια των γυναικών. Με λίγα λόγια, το ουσιώδες, ότι η υποτίμηση των γυναικών σε άλλα μέρη του πλανήτη ήταν κομμάτι της επίθεσης του κεφαλαίου συνολικά στην εργατική τάξη και μάλιστα προϋπόθεση για την υποτίμησή της, καθώς οι γυναίκες σχετίζονται άμεσα με την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, κουκουλώθηκε κάτω από τις μεταμοντέρνες προφητείες ότι ο καπιταλισμός γενικώς στα μέρη μας τελείωσε.

Κι εκεί που ο καπιταλισμός στα μέρη μας ήταν στα πρόθυρα του θανάτου (έπρεπε να ξεσπάσει η κρίση για να μας υπενθυμίσει τη δύναμή του), κοντέψαμε να ξεχάσουμε ότι οι γυναίκες και εδώ και παντού στον πλανήτη αντιμετωπίζονται από το κεφάλαιο ως πηγή υπεραξίας. Ότι είναι η ίδια η λογική του κεφαλαίου που στις γυναίκες βλέπει εκείνη την ειδική πτυχή της εργατικής τους δύναμης, την ικανότητα να τεκνοποιούν και την ικανότητα να παρέχουν σεξουαλική απόλαυση (μια ικανότητα που ως εμπόρευμα πουλάει στις κοινωνίες μας), και από τις οποίες όσο δεν μπορεί να αυτονομηθεί τόσο με λύσσα παλεύει για να επιβάλλει τον έλεγχο, την πειθάρχηση, την υποτίμησή τους. Και ότι η βία του κεφαλαίου είναι το μαχαίρι που κόβει και το νήμα που ράβει τον καμβά στις σχέσεις των δύο φύλων. Κι όσο η υποτίμηση της εργατικής δύναμης θα καλπάζει στις μέρες μας, τόσο η βία κατά των γυναικών θα αυξάνεται. Κοντέψαμε με άλλα λόγια να ξεχάσουμε ότι η βία ενάντια στις γυναίκες είναι συστατικό και γενέθλιο στοιχείο του καπιταλισμού.

Εκεί όπου “οι άντρες δεν πλένουνε τα πιάτα”

Η εφημερίδα Αυγή θέλησε να μας διαφωτίσει για τα αίτια της σεξουαλικής βίας στην Ινδία. Αναδημοσίευσε άρθρο της Washington Post με θέμα “Γιατί η Ινδία αντιμετωπίζει πρόβλημα με τη σεξουαλική βία” όπου και παρατίθενται μια σειρά από σχετικούς παράγοντες. Μιας και οι συντάκτριες δεν μπήκαν στον κόπο να κάνουν κάποιο σχολιασμό ή συσχετισμό με τα εν ελλάδι αίτια, πράγμα που γεννάει υποψίες περί πρωτοκοσμικού ρατσισμού, είπαμε να επιστρατεύσουμε το εν λόγω άρθρο της 17/01/2013 ως όχημα για να κάνουμε τις απαραίτητες συγκρίσεις με τα του τόπου μας. Απαριθμεί λοιπόν το άρθρο τους εξής γενεσιουργούς παράγοντες της σεξουαλικής βίας στην Ινδία (με πλάγια ο δικός μας σχολιασμός):

1. Λίγες γυναίκες αστυνομικοί: Μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες επιλέγουν να καταγγείλουν μία σεξουαλική επίθεση αν γυναίκες αστυνομικοί είναι διαθέσιμες. Η Ινδία είχε ανέκαθεν πολύ χαμηλότερο ποσοστό γυναικών αστυνομικών αξιωματούχων σε σχέση με τις άλλες ασιατικές χώρες. Όταν τελικά οι γυναίκες υποβάλλουν καταγγελίες σε άνδρες αστυνομικούς, τις περισσότερες φορές υφίστανται εξευτελισμό.

Στην Ελλάδα, η αστυνομία ελέγχει το μεγαλύτερο ποσοστό των μπουρδέλων και εμπλέκεται στον έλεγχο και την κερδοφορία ενός τεράστιου μεριδίου της πορνικής αγοράς. Κατά συνέπεια, τα αστυνομικά τμήματα στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να είναι ο ιδανικότατος τόπος καταγγελίας βιασμών. Επίσης οι έλληνες μπάτσοι, πιθανόν εξαιτίας της αυξημένης ποσόστωσης γυναικών αστυνομικών, είναι κάπως πιο εκλεπτυσμένοι. Παρακάμπτουν τον εξευτελισμό ρωτώντας επίμονα τους συγγενείς μπας και η βιασθείσα είναι μυθομανής.

2. Κοινωνικός ρατσισμός σε βάρος των γυναικών- κατηγορούν το θύμα για προκλητική συμπεριφορά: Είναι κυρίαρχη η αντίληψη σύμφωνα με την οποία τα θύματα της σεξουαλικής βίας την προκάλεσαν μόνα τους. Το 1996, σε μία έρευνα, σχεδόν το 68% των ερωτηθέντων είπαν ότι το προκλητικό ντύσιμο είναι πρόσκληση για βιασμό.

Ενώ εδώ ε; Έγινε ποτέ αναφορά στο προκλητικό ντύσιμο; Ανακρίθηκε ποτέ καμιά γυναίκα για το τι φόραγε την ημέρα του βιασμού; Ρωτήθηκε ποτέ αν αντιστάθηκε μέχρι θανάτου στο βιαστή της; Ποτέ! Ποτέ! Ποτέ! Δε γίνονται τέτοια πράγματα εδώ! Οι εντιμότατοι δικαστές και οι εισαγγελείς μας ειδικά είναι προσεκτικοί σ’ αυτό.

3. Αποδοχή της ενδοοικογενειακής βίας: Μια έρευνα της UNICEF που έγινε το 2012 έδειξε ότι περίπου το 57% των αγοριών και το 53% των κοριτσιών στην Ινδία θεωρούν ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι δικαιολογημένη και “φυσιολογική”.

Έρευνα στην Ελλάδα που έγινε το 2010 έβγαλε ότι το 70% των γυναικών υπέστη ψυχολογική βία και το 23% σωματική επίθεση από τους ίδιους τους συζύγους τους. Υψηλό είναι και το ποσοστό των κοριτσιών αλλά και των αγοριών που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από κάποιον συγγενή τους (πατέρα, θείο, παππού). Κάποιοι μάλιστα μιλάνε και για πρωτεία της χώρας πανευρωπαϊκώς. Εντελώς αφύσικη η ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα, όπως καταλαβαίνετε.

4. Έλλειψη δημόσιας ασφάλειας: Οι γυναίκες γενικώς δεν προστατεύονται έξω από τα σπίτια τους. Ο ομαδικός βιασμός συνέβη σε ένα λεωφορείο και ακόμη και οι αρχές παραδέχονται ότι οι δημόσιοι χώροι μπορεί να είναι επικίνδυνοι για τις γυναίκες (…) Οι γυναίκες που πίνουν, καπνίζουν ή πηγαίνουν σε μπαρ αντιμετωπίζονται ευρέως ως ελευθερίων ηθών και τα φυλετικά συμβούλια στα χωριά κατηγορούν τις γυναίκες που μιλούν σε κινητά τηλέφωνα ή πηγαίνουν στην αγορά ότι ευθύνονται για την αύξηση των ποσοστών των σεξουαλικών επιθέσεων.

Στην Ελλάδα δεν έχουμε κανένα σχετικό πρόβλημα μιας και οι δημόσιοι χώροι έχουν τιγκάρει στους μπάτσους. Επίσης οι γυναίκες που και εδώ πίνουν, καπνίζουν και κάνουν γενικώς ελευθέρια πράγματα κινδυνεύουν μόνο όταν γυρίσουν πίσω στο σπίτι από τους άντρες τους (βλέπε πάλι σημείο 3). Τέλος, τα λεωφορεία είναι προς το παρόν ασφαλή για τις γυναίκες (το πολύ να πέφτει κανά χούφτωμα). Χώρια που στα λεωφορεία υπάρχει άλλος πιο προσφιλής στόχος: οι μετανάστες.

5. Στιγματίζοντας το θύμα: Όταν λεκτική παρενόχληση ή παρενόχληση με θωπείες συμβαίνει σε δημόσιους χώρους, οι περαστικοί συχνά κοιτούν από την άλλη πλευρά αντί να παρέμβουν για να αποφύγουν τη φασαρία, αλλά και γιατί τις περισσότερες φορές κατηγορούν το θύμα. Ο γιος του προέδρου της Ινδίας επίσης πρόσφατα απολογήθηκε γιατί αποκάλεσε τις γυναίκες που διαδήλωναν εναντίον των ομαδικών βιασμών στην Ινδία “προκλητικές και υπερβολικά βαμμένες” γυναίκες, οι οποίες συχνάζουν σε ντίσκο και διαδηλώσεις.

Ααα, εδώ η χώρα μας είναι πολύ πιο μπροστά. Στην Αμάρυνθο, όχι μόνο αδιαφόρησαν αλλά τράβηξαν και βίντεο τον βιασμό, για να υπάρχει και ντοκουμέντο, κι έπειτα το κυκλοφόρησαν στους ντόπιους που, προφανώς λόγω του αποτροπιασμού τους, φρόντισαν να το εξαφανίσουν πριν τη δίκη. Αξιοσημείωτη είναι και η στάση απέναντι στις “ελευθερίων ηθών” τουρίστριες που έρχονται στα νησιά, υπερβολικά βαμμένες και προκλητικές, τρελαίνουν τους κανακάρηδές μας που τι να κάνουν κι αυτοί, δεν μπορούν να συγκρατηθούν…Γι’ αυτό και παρεμβαίνουν μαμάδες, μπαμπάδες, συγγενείς και δικαστές για να πουν ότι όχι, δε συμβαίνουν βιασμοί, συμβαίνει ότι οι τουρίστριες παριστάνουν τις βιασμένες για να εισπράξουν ασφάλιστρο από τις χώρες τους.

6. Προτρέποντας τα θύματα σε συμβιβασμό: Σε μία πρόσφατη υπόθεση βιασμού, ένα 17χρονο κορίτσι, θύμα ομαδικού βιασμού, αυτοκτόνησε εξαιτίας της πίεσης που δέχτηκε από αστυνομικούς να αποσύρει τις καταγγελίες και να παντρευτεί έναν εκ των βιαστών της.

Στην Ελλάδα δε χρειάζεται να ωθήσουν τις γυναίκες να παντρευτούν τους βιαστές τους, αφού με τους βιαστές είναι ήδη παντρεμένες (βλ. σημείο 3). Ούτε και πιέσεις χρειάζεται να ασκηθούν για απόσυρση των καταγγελιών μιας και η πλειονότητα των υποθέσεων ούτε καν φτάνει στο σημείο αυτό.

7. Ένα αργοκίνητο δικαστικό σύστημα: Το δικαστικό σύστημα στην Ινδία είναι επώδυνα αργό, τις περισσότερες φορές εξαιτίας της αριθμητικής ανεπάρκειας των δικαστών.

Από επάρκεια δικαστών στην Ελλάδα πάμε καλά, όλα κι όλα. Δε θέλουμε άλλους! Τώρα για το αργοκίνητο του πράγματος, η παράδοση λέει ότι είναι οι βιαστές που επιδιώκουν αναβολές της δίκης και φυσικά τις πετυχαίνουν. Ε! Τι να σου κάνει μετά το δικαστικό σύστημα στην Ελλάδα; Γίνεται κι αυτό “τριτοκοσμικό”…

8. Λίγες καταδίκες: Για τους βιασμούς που τελικά καταγγέλλονται, οι καταδίκες στην Ινδία δεν ξεπερνούν το 26%.

Στην Ελλάδα οι στατιστικές για τους βιασμούς είναι “πολυτέλεια”. Ωστόσο κατόπιν πρόχειρης έρευνας π.χ. στη Βρετανία οι καταδίκες αγγίζουν το ποσοστό του 7,5%. Στην Ελλάδα δεδομένου ότι έχουμε ένα ποσοστό καταγγελθέντων βιασμών της τάξης του 6% μπορούμε να υποθέσουμε για τα ποσοστά που κινούνται οι καταδίκες. Μηδέν κόμμα πόσο το κόβετε να είναι;

9. Κοινωνικά υποτελής θέση των γυναικών: Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ίδια η υποτελής κοινωνική θέση των γυναικών στην Ινδία. Για τις φτωχές οικογένειες, η υποχρέωση να πληρώσουν το προικοσύμφωνο μπορεί να μετατρέψει τις κόρες σε βάρος.

Στη χώρα μας ως γνωστόν οι γάμοι γίνονται από αγνό έρωτα και μόνον. Οι δε κόρες των φτωχών οικογενειών δε σκέφτονταν τα προικοσύμφωνα γιατί μπορούσαν άνετα να κάνουν καριέρα ακόμη και στο Πανεπιστήμιο. Ήρθε όμως η τρόικα και τα ΄κανε όλα μαντάρα!

Βάψτα βουβά και μαύρα

protest rape India

Από τις συγκεντρώσεις- διαδηλώσεις στο Δελχί της Ινδίας ενάντια στους βιασμούς, Γενάρης 2013. Το πλακάτ γράφει: η κοινωνία εκπαιδεύει “να μη βιαστείς” αντί “να μη βιάζεις”.

Στην κοντινή μας Ξάνθη δεν είχαμε την τιμή να δούμε ανάλογες εικόνες. Ο όχλος που μαζεύτηκε μόνο και μόνο επειδή ο βιασμός της 34χρονης συνοδεύτηκε από δολοφονία, δεν σκέφτηκε να έχει έστω ένα παρόμοιο πλακάτ. Συγκεντρώθηκε ωστόσο έξω από τα δικαστήρια για να απειλήσει τον συντοπίτη δράστη που χρόνια τον ανεχόταν τόσο με το βεβαρυμένο παρελθόν του (απόπειρα βιασμού απ’ όπου τη σκαπούλαρε) όσο και με το μαγαζάκι του “μ’ ανέβεις στην κρίση”. Να μην παραλείψουμε επίσης ότι οι ξανθιώτες χρήστες του facebook κινητοποιήθηκαν άμεσα και εύστοχα ενάντια στον βιασμό, τραντάζοντας συθέμελα το ντόπιο πατριαρχικό οικοδόμημα: έβαψαν μαύρα τα προφίλ τους.

Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 33 του περιοδικού Antifa (3/2013). Θα το βρείτε σε βιβλιοπωλεία και περίπτερα των Εξαρχείων και σε αυτοδιαχειριζόμενους
κοινωνικούς χώρους. Για ταχυδρομική αποστολή του τρέχοντος ή παλαιότερων τευχών 
στείλτε mail στο antifascripta@yahoo.com

Αναδημοσίευση από: http://classwar.espiv.net/?p=3885

Μαρτυρία για την επίθεση των ναζιστών στο ΣΥΝΕΡΓΕΙΟ από αξιωματικό του Ε.Σ.

image-11Επιστολή από αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού για την φασιστική επίθεση στον κοινωνικό χώρο «Συνεργείο» της Ηλιούπολης – καταγγέλλει ότι οι χρυσαυγίτες επιτέθηκαν ακόμη και κατά δεκαπεντάχρονων παιδιών.

 

«Nιώθω την ανάγκη να μοιραστώ με όλους σας κάποια γεγονότα που διαδραματίστηκαν μπροστά στα μάτια μου την Tετάρτη 10 Iουλίου στην κεντρική πλατεία της Hλιούπολης. Πέρα από τα γεγονότα, θα ήθελα να σας πω και για τα αισθήματα που ένιωσα εκείνη τη στιγμή, αλλά και όλες τις επόμενες ημέρες μέχρι και σήμερα που γράφω αυτήν την επιστολή. Kαταρχήν να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαι ούτε ακροαριστερός, ούτε ακροδεξιός. Δεν μπαίνω ούτε στο καλούπι του δεξιού, ούτε του αριστερού. Γενικά δεν μπαίνω σε κανένα καλούπι και το κυριότερο: δεν με βάζει κανένας σε κανένα καλούπι. Ωστόσο θα ήθελα να αναφέρω το επάγγελμα μου, γιατί αυτό αποτελεί μία αρκετά σημαντική λεπτομέρεια στην υπόθεση. Eίμαι αξιωματικός του Eλληνικού Στρατού.

Aυτό που έζησα στην πλατεία της Hλιούπολης ήταν τραγικό και συνάμα τρομακτικό. Περίπου 30-40 μηχανάκια με δύο άτομα το καθένα (60-80 άτομα), φορώντας κράνη και μπλούζες της Xρυσής Aυγής, εξοπλισμένοι με καδρόνια και ξεφτιλίζοντας την ελληνική σημαία που κρατούσαν στα χέρια τους (είτε δεμένη στα καδρόνια τους), εμφανίστηκαν στην πλατεία και φώναζαν τα συνθήματά τους, πετώντας ταυτόχρονα διάφορα φυλλάδια. Eγώ έτυχε να πίνω τον καφέ μου με παρέα σε μία καφετέρια της πλατείας. Όταν τους είδα, είπα: “Eχει καταντήσει πόλεμος συμμοριών, οι μεν κοπανάνε τους δε και… τούμπαλιν”. Mέχρι εκείνη την ώρα δεν φανταζόμουν το τι θα ακολουθήσει και ήμουν σχετικά ήρεμος, ψύχραιμος και ατάραχος.

Tα μηχανάκια σταμάτησαν έξω από έναν χώρο (που ούτε καν ήξερα τι ήταν) στα 70-80 μέτρα μακριά μου. Ξαφνικά ξεκίνησαν να σπάνε τα πάντα σε αυτόν τον χώρο. Eκείνο όμως που με εξόργισε και με έβγαλε εκτός εαυτού ήταν όταν τρία παιδάκια (15 χρονών το πολύ) πέρασαν τρέχοντας μπροστά από την καφετέρια. Διαπίστωσα ότι αυτοί οι ψευτόμαγκες με τα κράνη και τα καδρόνια κυνηγούσαν αυτά τα πιτσιρίκια! Δεν άντεξα και προφανώς σηκώθηκα και έφυγα από την καφετέρια και έτρεξα αμέσως προς τα εκεί. Tότε διαπίστωσα ότι έξω από τον χώρο που κατέστρεψαν, είχαν ρίξει έναν μεσήλικα στο έδαφος και ένα ένα τα “πρόβατα” περνούσαν και έδειχναν τη μαγκιά τους και τον βαρούσαν, ενώ ήταν ήδη πεσμένος και μέσα στα αίματα. Πήγα λοιπόν να τον σώσω φωνάζοντας, να τον προστατεύσω από τα χειρότερα και μετά να τον ηρεμήσω καθώς είχε πάθει σοκ. Tα μηχανάκια συνέχισαν επιδεικτικά να κάνουν τον “γύρο του θριάμβου”, όταν ένα από αυτά ξανασταμάτησε και ο ψευτόμαγκας συνοδηγός με ρώτησε “Eσύ τι κοιτάς;”. «Eσένα» του απάντησα ορμώμενος από τον θυμό μου και την υπερένταση. Bέβαια αυτό παρ’ ολίγον θα προκαλούσε και τον δικό μου ξυλοδαρμό. Λογικά θα είχα την τιμή να είμαι ο πρώτος Eλληνας αξιωματικός του Στρατού που θα έτρωγε ξύλο από χρυσαυγίτες. H ειρωνεία θα ήταν ότι θα με ξάπλωνε η σημαία που υπηρετώ εδώ και 15 χρόνια ως Eλληνας αξιωματικός. Eυτυχώς για μένα (και τη μανούλα μου) εκείνη τη στιγμή ο “τσοπάνος” τους, έδωσε το σήμα της υποχώρησης και της εξόρμησης σε άλλη περιοχή. Kάπως έτσι τη γλίτωσα. Kαθαρά από θέμα τύχης και συγκυρίας.

Eυχαριστώ τους γονείς μου που με μεγάλωσαν με αυτές τις αρχές ώστε να σηκωθώ και να προσπαθήσω να σταματήσω αυτήν την ψευτομαγκιά, σε αντίθεση με όλους τους υπολοίπους που καθόντουσαν και κοιτούσαν, συνεχίζοντας να πίνουν τον «φραπέ του Nεοέλληνα”. Λογικό βέβαια αρκετοί να φοβήθηκαν και να προτίμησαν να μην εμπλακούν, αλλά αν εκείνη τη στιγμή σηκωνόμασταν όλοι από τις καφετέριες και τα φαγάδικα της πλατείας (δόξα τω Θεώ ήταν όλα γεμάτα), και απλά τους γιουχάραμε, δεν θα γινόταν αυτό το κακό. Aλλη λεπτομέρεια είναι ότι εγώ δεν είμαι καν δημότης Hλιούπολης, αλλά μένω λίγα χρόνια εκεί και σύντομα θα ξαναφύγω. Πώς ανέχτηκαν αυτούς τους ψευτόμαγκες στην περιοχή τους; Πώς ανέχτηκαν να κυνηγηθούν από αυτούς τους τραμπούκους τα δικά τους παιδιά;

Δεν με νοιάζει αν είναι χρυσαυγίτες, αναρχικοί, KNίτες, ONNEΔίτες, Aρειανοί, ΠAOKτσήδες, Oλυμπιακοί, αστυνομικοί κ.ο.κ. Δεν διαλέγω στρατόπεδο. Aυτές οι ψευτομαγκιές του τύπου “φοράω κράνος, παίρνω καδρόνια και μαχαίρια και 100 άτομα ορμάμε σε έναν (και μάλιστα 15χρονο ή 60χρονο)” είναι η κατάντια της ελληνικής κοινωνίας. Aυτή η λογική ότι θα επιβάλλω εγώ τον νόμο ή αυτό που θεωρώ εγώ σωστό, θα μας οδηγήσει σε πολύ δύσκολες καταστάσεις για όλους μας.

Ένα πράγμα, όμως, μου έδωσε κουράγιο και ελπίδα για το μέλλον αυτής της πατρίδας, χώρας, κοινωνίας (πείτε την ο καθένα σας όπως γουστάρει). Tην επόμενη ημέρα περιέγραψα τα γεγονότα περιληπτικά σε μια δημοσίευση που έκανα στο facebook. Δεν είναι μόνο τα σχόλια που έγιναν από τους φίλους μου (η συντριπτική πλειονότητα των οποίων καταδίκαζε τον τραμπουκισμό και ταυτόχρονα μου έδιναν συγχαρητήρια για την πράξη μου), αλλά και τα δεκάδες τηλεφωνήματα που δέχτηκα από γνωστούς και άγνωστους(!). Oι συγγενείς ανησύχησαν πρωτίστως για την υγεία μου και στη συνέχεια εξήραν τη στάση μου. Aυτοί, όμως, είναι υποκειμενικοί κριτές. Tο πρωτοφανές της υπόθεσης είναι ότι με θυμήθηκαν και μου έδωσαν συγχαρητήρια συνάδελφοι αξιωματικοί που είχαμε να μιλήσουμε μερικά χρόνια, συμμαθητές από το λύκειο με τους οποίους είχα να μιλήσω πάρα πολύ καιρό, παλιοί μου στρατιώτες, κάποιοι από τους καθηγητές που είχα σε σχολές και πανεπιστήμια και πολλοί πολλοί άλλοι. Mίλησα ακόμα και με άτομα που είχαν ψηφίσει Xρυσή Aυγή στις τελευταίες εκλογές, οι οποίοι άρχισαν να συνειδητοποιούν πόσο έχει ξεφύγει η κατάσταση και πόσο λάθος είναι όλο αυτό που γίνεται στις μέρες μας.

Oπλισμένος λοιπόν, όχι με κάποιο όπλο ή με κάποια τάση εκδίκησης, αλλά με όλα αυτά τα αισιόδοξα μηνύματα που δέχτηκα από τους δικούς μου ανθρώπους, ελπίζω πως όλοι μας θα συνειδητοποιήσουμε τη σοβαρότητα της κατάστασης που πάει να παγιωθεί και να γίνει μόδα, ώστε να κάνουμε κάτι πριν είναι πολύ αργά. Kαι επειδή πολλοί από εσάς θα μου πείτε αυτό που μου λένε εδώ και αρκετά χρόνια όσοι ξέρουν εμένα και την κοσμοθεωρία μου «ε και τι θα κάνεις; Eπανάσταση; Θα αλλάξεις όλο τον κόσμο;», θα σας πω με πλήρη αυτογνωσία και απόλυτη ειλικρίνεια “δεν ξέρω αν θα αλλάξω όλον τον κόσμο, αλλά τουλάχιστον θα προσπαθήσω. Δεν θα συμβιβαστώ”.

YΓ: Eσύ ψευτόμαγκα που με ρώτησες “Eσύ τι κοιτάς;” έχοντας στα χέρια σου ένα ματωμένο καδρόνι με την ελληνική σημαία πάνω, αφού δεν όρμηξες τώρα με τις «πλάτες» των υπολοίπων 80 ομο”ιδεα”τών σου (η θέση των εισαγωγικών δεν είναι τυχαία), φρόντισε να ξυπνήσεις, γιατί την επόμενη φορά θα πρέπει να έχεις άλλους 200 ώστε να είσαι σίγουρος ότι θα εκτελέσεις την αποστολή που σου αναθέτουν».

Αναδημοσίευση από: http://left.gr/news/martyria-gia-tin-epithesi-hrysaygiton-sto-synergeio-apo-axiomatiko-toy-ellinikoy-stratoy

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ

 

 ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΟΙ ΨΥΧΙΚΑ ΠΑΣΧΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΠΗΡΟΙ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ

ΠΡΟΠΟΜΠΟΣ ΤΗΣ ΑΤΕΛΕΙΩΤΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ ΑΠΟΛΥΣΕΩΝ ΔΕΚΑΔΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

 

Όπως ανακοινώθηκε εκ νέου, αυτή τη φορά με επίσημη δήλωση, στο ΔΣ της ΟΛΜΕ, του Υπουργού Oικονομικών Στουρνάρα, αυτού του ως ρομπότ εκφωνητή των επιταγών της τρόικας, «οι πρώτοι που θα δουν το δρόμο της εξόδου (στη Εκπαίδευση, αλλά, προφανώς, και σ΄ ολόκληρο τον Δημόσιο τομέα) θα είναι οι ψυχικά ασθενείς, οι χρόνια πάσχοντες και οι αναξιοπαθούντες».

Δεν είναι καθόλου τυχαίο, και είναι σημαντικό να επισημανθεί, ότι σε όλο αυτό το πογκρόμ των απολύσεων και την διάλυση του Δημόσιου που έχει ξεκινήσει, προστίθεται η άκρως ρατσιστική παράμετρος των ψυχικά πασχόντων και των αναπήρων ως των πρώτων που, συμβολικά, θα πεταχτούν στον Καιάδα. Σε μια προσπάθεια δραστηριοποίησης και λαϊκίστικης αξιοποίησης, σε μια λογική κοινωνικού αυτοματισμού, των πιο σκοτεινών ενστίκτων των πιο κατεστραμμένων και κονιορτοποιημένων από την κρίση κοινωνικών στρωμάτων κατά όλων αυτών των «περιττών», των «άχρηστων», που υποτίθεται ότι αποτελούσαν κομμάτι της «κακοδαιμονίας του δημόσιου» και «σπατάλη δημόσιου χρήματος» και που, «επιτέλους», ο «εξορθολογισμός» των δημόσιων δαπανών, στη λογική του πιο αποστειρωμένου νεοφιλελευθερισμού, τους εξαποστέλλει εκεί που θα έπρεπε να είναι από την αρχή, στον κοινωνικό αποκλεισμό και στον θάνατο.

Η μόνη, ίσως, διαφορά από προηγούμενες εποχές οργανωμένης εξόντωσης των ψυχικά πασχόντων (και ένα από τα στοιχεία που κάνουν αυτή την περίοδο πολύ χειρότερη από ό,τι γνωρίσαμε στο παρελθόν) είναι ότι, το «επόμενο στάδιο», της απόλυσης, δηλαδή, της μάζας των «κανονικών», γίνεται ταυτόχρονα με την απόλυση των «μη κανονικών».

Φυσικά, κανείς δεν μιλάει για την ανάγκη πολλών εκ των ανθρώπων με προβλήματα ψυχικής υγείας για εργασία ως ενός από τους βασικούς παράγοντες για την «καλή ψυχική υγεία» και την κοινωνική ενσωμάτωσή τους. Ούτε για το γεγονός ότι η απόλυση πολλών εξ΄ αυτών (σε μεγάλο βαθμό , ή και πλήρως, ενσωματωμένων στην λειτουργία της υπηρεσίας) εξαιτίας της «ψυχικής πάθησής» τους, θα σημάνει δραματική επιδείνωση της ψυχικής τους κατάστασης, ως απώλεια ρόλου και νοήματος εντός του κοινωνικού πλαισίου. Ούτε, επίσης, για το γεγονός ότι πολλοί «χρόνια πάσχοντες» είναι πολύ καλά ενσωματωμένοι στο πλαίσιο και συνεπείς στην εργασία που τους έχει ανατεθεί.

Ορισμένοι άλλοι κατηγοριοποιούνταν (στη πραγματικότητα, «κατασκευάζονταν» από το σύστημα) ως μη «παραγωγικοί» και ως «πρόβλημα» γιατί (όπως συνέβαινε και με τον ρόλο, την «απόδοση» και την «αποστολή» και των «κανονικών») ήταν η ανεπαρκής «οργάνωση της εργασίας» που δεν λάμβανε υπόψιν τις ιδιαιτερότητες του καθενός, καθώς σχεδόν ποτέ δεν λήφθηκε μέριμνα να τοποθετηθούν σε κατάλληλη θέση ανάλογα με το «όλον» των δεξιοτήτων τους (και με την αρμόζουσα εκάστοτε στήριξη), αλλά πιέζονταν να λειτουργούν υπό τους πιο ψυχοπιεστικούς και ακατάλληλους γι΄ αυτούς όρους.

Μια οργάνωση και κουλτούρα της εργασίας στην λογική της περιθωριοποίησης και του αποκλεισμού του (έστω και λίγο) «διαφορετικού», ή, απλώς, της ανοχής του, ως βάρος που το κουβαλάμε, αλλά όχι σε ουσιαστικό διάλογο μαζί του, μέσω της δημιουργίας «χώρου» (για επικοινωνία, κατανόηση και εργασιακό ρόλο) για όλους.

Κι΄ όμως, για πολλά χρόνια, οι διαδοχικές κυβερνήσεις των κομμάτων, που τώρα αποτελούν την συγκυβέρνηση, συνυπέγραφαν, με την ΕΕ, συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης» πολλών εκατομμυρίων, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό «μη κερδοσκοπικό» τομέα, όπου, στα «τεχνικά δελτία» των προγραμμάτων που υποβάλλονταν και που γίνονταν δεκτά, η εργασία θεωρούνταν (αλλά μόνο στα λόγια) αυτό που πραγματικά ήταν, ως εκ των ουκ άνευ παραγόντων για την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση και την κοινωνική επανένταξη. Οχι μόνο η εκπαίδευση/κατάρτιση και ανεύρεση εργασίας αλλά και η στήριξη στο χώρο εργασίας (όσων ήδη είχαν, για να βοηθηθούν να τη διατηρήσουν). Σήμερα, όλα αυτά, έστω και σαν λόγια, φαίνεται σαν ν΄ ανήκουν σε μια «προϊστορική εποχή».

Αν και ήδη από τότε ήταν φανερό ότι επρόκειτο πρωτίστως για μια συμπαιγνία, ένθεν κακείθεν, για την απλή απορρόφηση (και «εξαέρωση») κονδυλίων (με ελάχιστες εξαιρέσεις. που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα), χρειάστηκε να φτάσουμε στο ξέσπασμα της κρίσης και στο μνημόνιο για να δούμε και τους δυο συμβαλλόμενους αυτής της παρωδίας «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης», την ΕΕ, ως μέλος της τρόικας και την δικομματική κυβέρνηση, ως πιστό και υπάκουο εντολοδόχο, να βάζουν στο στόχαστρο αυτούς ακριβώς που υποτίθεται ότι «μοχθούσαν» να στηρίξουν ψυχοκοινωνικά και να επανεντάξουν, τους ψυχικά πάσχοντες.

Και είναι ο πιο εύκολος τρόπος για το σύστημα, τώρα που θέτει σε άμεση εφαρμογή τον στρατηγικό του στόχο της διάλυσης του Δημόσιου και της πλήρους ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, με τον περιορισμό του κράτους σ΄ έναν απλώς επιτελικό ρόλο, να εξατομικεύει την ευθύνη για την δομική δυσλειτουργία ενός ανέκαθεν πελατειακού και προσανατολισμένου στην εξυπηρέτηση των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων Δημόσιου τομέα: φταίνε τα άτομα, οι «κακοί» υπάλληλοι, αυτοί που δεν τηρούσαν το ωράριο, οι κάθε είδους «επίορκοι» και φυσικά, ποιοί άλλοι, οι πλέον οφθαλμοφανώς «άχρηστοι», οι άνθρωποι με προβλήματα ψυχικής υγείας……

Και αυτό δεν είναι το μόνο σημείο που ο βαθύς κρατικός ρατσισμός και οι φασιστικές αντιλήψεις και πρακτικές της («δικομματικής» αυτή την περίοδο) κυβέρνησης του μνημονίου έρχονται σε αγαστή συναντίληψη και συνέργια, κατά μήκος του ακροδεξιού τόξου, με την ναζιστική Χρυσή Αυγή. Το ίδιο αφορά και τον τομέα της Υγείας, με τον άκρως ρατσιστή και φασιστικών αντιλήψεων υπουργό Α. Γεωργιάδη κοκ.

Γιατί είναι, πλέον, σαφές ότι ο κοινωνικοοικονομικός πυρήνας του σύγχρονου ρατσισμού

και νεοναζισμού και των κρατικών αγκυρώσεών τους είναι αυτός ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, όχι ως λύση της κρίσης, αλλά ως επιβίωση του καπιταλισμού και των συμφερόντων των ολίγων εις βάρος ολόκληρης της κοινωνίας, μια επιβίωση που είναι αδύνατη χωρίς την κυριολεκτική εξόντωση των πιο αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων.

Πιστεύουμε ότι η χρησιμοποίηση των ψυχικά πασχόντων ως του πιο εύκολου στόχου και ως ένα ρατσιστικού χαρακτήρα σερβίρισμα του κοινωνικού εγκλήματος που επιτελείται αυτή τη στιγμή με την έναρξη της διαδικασίας δεκάδων χιλιάδων απολύσεων στο Δημόσιο (όπως αντίστοιχα γίνεται και στον ιδιωτικό τομέα), δεν είναι κάτι που αφορά απλώς αυτή την συγκυρία, αλλά το μέλλον, εντός του οποίου εισερχόμαστε με ταχείς ρυθμούς και το οποίο καθρεφτίζεται σε οδυνηρές εμπειρίες του παρελθόντος.

Είναι, και από αυτή την άποψη, σημαντικό, στα πλαίσια του αγώνα των συνδικάτων (ΟΛΜΕ, ΠΟΕ-ΟΤΑ, ΑΔΕΔΥ κλπ)και όλων των πολιτικών φορέων της αριστεράς, να τεθεί, ως αναπόσπαστο μέρος του αγώνα ενάντια στις απολύσεις (διαθεσιμότητες, κινητικότητες και λοιπές μετονομασίες των απολύσεων) και στην καταστροφή του Δημόσιου, η υπεράσπιση των δικαιωμάτων, και πρωτίστως αυτού της εργασίας, και των εργαζομένων με προβλήματα ψυχικής υγείας ή αναπηρίας στο Δημόσιο και οπουδήποτε.

Δεν πρέπει επ΄ ουδενί να επιτραπεί η χρησιμοποίηση της όποιας ψυχικής διαταραχής (και μάλιστα, τελείως μέσω του γραφειοκρατικού αυτοματισμού, χωρίς καμιάν αξιόπιστη επιστημονική διαδικασία από αρμόδιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας) ως δικαιολογία για εξοστρακισμό και, γιατί όχι (όπως ο κυβέρνηση επιδιώκει), και διχαστικών μέσα στις τάξεις των εργαζομένων καταστάσεων.

Αναδημοσίευση από: http://www.psyspirosi.gr/2009-03-13-13-12-12/725-2013-07-29-17-24-58.html

Σημειώσεις για τον φασισμό

url roma_14604484_20250

 

Tου Δημήτρη Κωτσάκη (1)

 

Το θέμα του φασισμού ήταν κεντρικό στις συζητήσεις της δεκαετίας του 1970. Ήταν η εποχή της δεύτερης παγκόσμιας κρίσης, μετά την κρίση της δεκαετίας του 1930, η οποία ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη του φασισμού. Αρχή της συζήτησης ήταν η ενότητα στη διαφορά του «παλιού» με τον «νέο» φασισμό. Χαρακτηριστικό ήταν το κείμενο του Αντρέ Γκλυκσμάν στο περιοδικό Μοντέρνοι Καιροί το 1972 με τίτλο «Φασισμοί: παλιός και νέος».[2] Οι σκέψεις που ακολουθούν, συμφωνούν εν πολλοίς με όσα λέγονται στο κείμενο αυτό για τον παλιό φασισμό. Αλλά διαφέρουν ουσια­στικά με όσα λέγονται για τον νέο. Η διαφορά ξεκινάει από την ιστορική θεώρηση του αναπτυσσόμενου μετά την κρίση της δεκαετίας του 1970 κράτους, όπως εκτίθε­ται στο βιβλίο 3 και 1 κείμενα,[3] ως υπερεθνικό ολιγαρχικό κράτος. Οι παρακάτω ση­μειώσεις παρουσιάζουν θέσεις σε βασικά σημεία της περί παλιού και νέου φασι­σμού σημερινής συζήτησης.

Φασισμός

Ας αρχίσουμε με τον όρο «φασισμός». Ο όρος προέρχεται από το ιταλικό fascio (δέ­σμη) που υπάρχει στον τίτλο της πολιτικής οργάνωσης Fascio d’ Azione Revoluzionaria (FAR), που ίδρυσε ο Μουσολίνι το 1914. Στα ελληνικά το fascio υπάρχει ως δεσμός στον τίτλο της παραστρατιωτικής οργάνωσης Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών (ΙΔΕΑ), που ιδρύθηκε το 1944 για την αντιμετώπιση του «κομμουνιστικού κινδύ­νου».

Σε ό,τι λέγεται εδώ, ως φασισμός εννοείται η ιδεολογική – πολιτική κατεύ­θυνση και η κρατική λειτουργία των δεσμών ολοκληρωτικής εξουσίας, όπως αναπτύσσονται σύμφωνα με τα ακόλουθα. Πρώτον, αρχή του φασισμού είναι ο πόλεμος, το πνεύμα του είναι ο μιλιτα­ρισμός. Η βάση της πολεμικής του συγκρότησης είναι το έθνος, αξίωμά του είναι ο εθνικισμός (ο λεγόμενος «πατριωτισμός»). Με δεδομένη την ιδεολογική ταυτότη­τα ιταλικού φουτουρισμού και φασισμού κατά τη γέννηση των δύο κινημάτων στις αρχές του 20 αιώνα στους χώρους του πολιτισμού και της πολιτικής αντίστοιχα, χαρακτηριστικό είναι το άρθρο 9 στο Φουτουριστικό Μανιφέστο που συνέταξε ο Μαρινέτι το 1909: «Θα υμνούμε τον πόλεμο —τη μόνη υγιεινή του κόσμου— τον μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό». Για να καταλήξει, βεβαίως, στο «θα περιφρονούμε τις γυναίκες».

Δεύτερον, στην εθνική βάση της πολεμικής του συγκρότησης, ο φασισμός συν­θέτει την οικονομική με την πολιτική εξουσία σύμφωνα με τις αρχές που ανέπτυξε ο Χίτλερ στον λόγο που εκφώνησε στη Λέσχη των Βιομηχάνων το 1923. Όπως τις α­ναφέρει ο Γκλυκσμάν στο κείμενο που προαναφέρθηκε, οι αρχές αυτές περιλαμβά­νουν: «την ανισότητα (“οι άνθρωποι έχουν διαφορετική απόδοση”), την ιεραρ­χία (“την απόλυτα αντιδημοκρατική αρχή της χωρίς όρους αυταρχικής εξουσίας πάνω στη βάση, και την απόλυτη υπευθυνότητα στην κορυφή”) και τον νόμο του αρχηγού (fuhrersprinzip)». Με τη σύνθεση οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, ο φασισμός μεταφέρει τον εγγενή στην κεφαλαιοκρατική κοινωνία οικονομικό δεσποτισμό στον ανατρεπτικό της αστικής δημοκρατίας πολιτικό δεσποτισμό.

Μορφές του φασισμού

Με την παραπάνω έννοια του όρου, θα διακρίνουμε εδώ δύο ιστορικές μορφές του φασισμού, οι οποίες διαφέρουν ουσιαστικά μεταξύ τους αλλά δεν αντιτίθενται, εί­ναι συμπληρωματικές όψεις του φασιστικού φαινόμενου.

Κρατικός φασισμός: Εδαφική κυριαρχία (πατρίδα)

  • Ο φασισμός ως κρατικός ολοκληρωτισμός.

Εθνικός φασισμός: Ενότητα αίματος (φυλή)

  • Ο φασισμός ως εθνικός ολοκληρωτισμός.

Η εθνική βάση του φασισμού που εδώ αναφέρεται ως «κρατικός φασισμός» είναι πολιτισμική. Στο ιδεολογικό πλαίσιο του κρατικού φασισμού, ο όρος «έθνος» πα­ραπέμπει στο κοινωνικό σώμα, η ταξική ιεραρχία του οποίου ασκεί την ιδεολογική και πολιτική εξουσία στον κοινωνικό χώρο του κράτους: της εδαφικής κυριαρχίας στη γεωγραφική περιοχή που αναφέρεται ως «πατρίδα». Το έθνος, σε αυτά τα συμφραζόμενα, δεν έχει φυλετική βάση. Συγκροτείται από την ιδεολογικά αναπαραγόμενη από το κράτος συλλογική μνήμη των πολιτών του, η ο-ποία συνδέει τη φερόμενη ιστορική καταγωγή του έθνους με τον προδιαγραφόμενο ιστορικό του προορισμό. Και όπου το συνδεόμενο με το «έθνος» κράτος δεν είναι υπαρκτό, όπως στις περιπτώσεις μιας διεκδικούμενης «εθνικής ανεξαρτησίας» ή «ένωσης», η ανα­παραγωγή της συλλογικής μνήμης που συγκροτεί το έθνος είναι έργο μιας θρησκευτικής-πολιτικής «εθνάρχουσας» συλλογικότητας, που διεκδικεί για τον εαυτό της θέση σε μια συγκεκριμένη εδαφική κυριαρχία.

Σε αντιδιαστολή με τον κρατικό φασισμό, η εθνική βάση του φασισμού που εδώ αναφέρεται ως «εθνικός φασισμός» είναι φυλετική. Ο όρος «έθνος», τώρα, παραπέμπει στην ενότητα αίματος των πολιτών του κράτους Το έθνος δεν συγκρο­τείται πολιτισμικά σε ένα κρατικό πλαίσιο, αλλά φυλετικά υπεράνω κρατικών πλαι­σίων. Η κατά τα παραπάνω πολιτισμική ενότητα του έθνους θεωρείται ως συνέπεια της φυλετικής του ενότητας. Υποδειγματική έκφραση του φυλετικού χαρακτήρα του εθνικού φασισμού είναι το 4 από τα 25 σημεία του προγράμματος του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος: «Μόνο μέλη του Έθνους μπορούν να είναι πολίτες του Κράτους. Μόνον αυτοί με γερμανικό αίμα, ανεξαρτήτως πεποιθή­σεων, μπορούν να είναι μέλη του Έθνους. Συνεπώς, κανείς Εβραίος δεν μπορεί να ανήκει στο Έθνος». Υποδειγματική εκδοχή της κρατικής ολοκλήρωσης του εθνικού φασισμού είναι το τρίτο Ράιχ. Υποδειγματική του πράξη, το ολοκαύτωμα.

Έχει ιδιαίτερη σημασία για την κατανόηση του φασισμού η διάκριση της κρατικής πολιτισμικής από την εθνική-φυλετική του μορφή και η ιστορική διαφορά του παλιού από τον νέο φασισμό στην κάθε μία από τις δύο αυτές μορφές του.

Η ιστορική διαφορά των κρατικών μορφών του φασισμού

Αρχίζουμε με τη διαφορά των δύο κρατικών μορφών του φασισμού, παλιού και νέ­ου, οριοθετώντας τις δύο ιστορικές εποχές με την παγκόσμια κρίση του 1970, την κρίση που ορίζει το πέρασμα από το εθνικό κράτος στο υπερεθνικό κράτος, όπως ειπώθηκε στην αρχή.

Παλιός φασισμός

  • Συμπληρωματικότητα αστικής δημοκρατίας και φασισμού στο εθνικό κράτος: ο φασισμός είναι εθνική αστική δικτατορία που αναδύεται από την εθνική αστι­κή δημοκρατία ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης.

Νέος φασισμός

  • Συμβολή του φασισμού στη συγκρότηση της ολιγαρχίας του πλούτου στο υπερε­θνικό κράτος: ο φασισμός είναι εγγενές πολιτικό, γραφειοκρατικό, αστυνο­μικό και στρατιωτικό στοιχείο του κράτους της υπερεθνικής αστικής ολιγαρχίας.

Η ουσία της διαφοράς των δύο κρατικών μορφών του φασισμού είναι ότι στον παλιό φασισμό, που αναπτύσσεται στο ιστορικό πλαίσιο του εθνικού κράτους, α­ντιστοιχούν δύο συμπληρωματικά —έχει ιδιαίτερη σημασία η συμπληρωματικότητά τους— πολιτεύματα: η διαπερατή από τον φασισμό αστική δημοκρατία, που αποτε­λεί το κανονικό πολίτευμα της αστικής κοινωνίας, και η συγκροτούμενη από τον φασισμό αστική δικτατορία, ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης προς αντιμετώπιση του ταξικού κινδύνου. Ενώ στον νέο φασισμό, που αναπτύσσεται στο ιστορικό πλαίσιο του υπερεθνικού κράτους, αντιστοιχεί ένα και μόνο πολίτευμα: η περιέχουσα φασι­στικά στοιχεία αστική ολιγαρχία.

Το κρίσιμο σημείο της διαφοράς των δύο φασισμών είναι ότι, κατά τον νέο φασισμό, η αστική ολιγαρχία περιέχει φασιστικά στοιχεία, δεν συγκροτεί­ται φασιστικά, δεν είναι καθεστώς κρατικού ολοκληρωτισμού, όπως συμβαίνει με την αστική δικτατορία του παλιού φασισμού. Το καθοριστικό εδώ είναι η ως προς τον φασισμό ομοιότητα των δύο αστικών πολιτευμάτων: του δημοκρατικού και του ολιγαρχικού. Ο φασισμός μετέχει και των δύο, είναι εγγενής στο αστικό πο­λίτευμα εν γένει. Καθώς, από τη μία πλευρά, η αστική δημοκρατία είναι διαπερατή από τον φασισμό, με την έννοια ότι ο φασισμός αναδύεται νόμιμα, με συνταγματι­κά κατοχυρωμένες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, από την αστική δημοκρατία ως καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Και, από την άλλη πλευρά, η αστική ολιγαρχία περιέ­χει φασιστικά στοιχεία, με την έννοια ότι η πολιτική, γραφειοκρατική, αστυνομική και στρατιωτική της συγκρότηση χρησιμοποιεί αναγκαστικά, σύμφωνα με τον ολι­γαρχικό της χαρακτήρα, δεσμούς ολοκληρωτικής εξουσίας.

Έχει ιδιαίτερη σημασία για τον νέο φασισμό ότι η εσωτερικότητα των στοιχεί­ων του είναι αρχή του ολιγαρχικού αστικού πολιτεύματος, καθώς και το ποιός είναι ο πολιτειακός χαρακτήρας της αρχής αυτής. Ο παλιός φασισμός ολοκληρώνεται ως εναλλακτική, συμπληρωματική μορφή του αστικού δημοκρατικού πολιτεύματος: καταλαμβάνει την κρατική εξουσία, έχοντας πρώτα συγκροτηθεί εκτός αυτής. Ενώ ο νέος φασισμός ενυπάρχει στοιχειακά στο αστικό ολιγαρχικό πολίτευμα: οι δεσμοί του αναπτύσσονται εντός της κρατικής εξουσίας, την οποία όμως δεν καταλαμβά­νουν. Η ολιγαρχία του πλούτου, ως υπερεθνικό κρατικό σύστημα, μπορεί για λό­γους ταχτικής να κάνει φασιστικές παραχωρήσεις στα εθνικά του υποσυστήματα, όπως συμμετρικά μπορεί να κάνει και δημοκρατικές παραχωρήσεις, αλλά δεν επι­τρέπει τη κατάλυση της ολιγαρχικής του εξουσίας από τα φασιστικά του στοιχεία ή τα δημοκρατικά του κατάλοιπα. Αυτή είναι θεμελιώδης αρχή του αναδυόμενου ολι­γαρχικού κρατικού συστήματος, που απορρέει από τον σύνθετο χαρακτήρα του: υπερεθνικό και αγοραίο. Και δεν έχουμε ακόμη τα στοιχεία για να συζητήσου­με σε πραγματική ιστορική βάση το ναπολεόντειο πέρασμα από την υπερεθνική α­στική ολιγαρχία στην υπερεθνική αστική μοναρχία, που θα κλείσει τον αριστο­τελικό πολιτειακό κύκλο: δημοκρατία – ολιγαρχία – μοναρχία.

Πρέπει εδώ να σημειωθεί μία συνέπεια της ιστορικής διαφοράς των κρατικών μορφών του φασισμού, παλιού και νέου. Στην αναδυόμενη πολιτεία της ολιγαρ­χίας του πλούτου, δεν αντιτίθενται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ο συμπληρωματικός προς αυτήν φαςιςμόσ. Τα καθεστώτα αυτά ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν της αστικής πολιτείας. Η πολιτική αντίθεση τώρα δεν είναι ανάμεσα στη φασιστική και τη δημοκρατική εθνική πολιτεία. Είναι ανάμεσα στην υπερεθνική πο­λιτεία της ολιγαρχίας του πλούτου και την εκτός της πολιτείας άμεση κοινωνική δημοκρατία. Η κοινωνική βάση αυτής της πολιτικής αντίθεσης είναι η αντίθεση ανάμεσα στην κεφαλαιοκρατική οικονομία και την, παράλληλα και ανατρεπτι­κά αναπτυσσόμενη, κοινωνική οικονομία. Ο νέος φασισμός, ως στοιχείο και όχι ως ολική μορφή του ολιγαρχικού πολιτεύματος, είναι οργανικός στον περιορισμό και την καταστολή της αναπτυσσόμενης ενότητας κοινωνικής οικονομίας και άμε­σης δημοκρατίας κατ’ αντίθεση προς την αναπτυσσόμενη κυρίαρχη ενότητα κεφα­λαιοκρατικής οικονομίας και ολιγαρχίας του πλούτου.

Η κατά τον Χίτλερ αρχή της σύνθεσης οικονομικού και πολιτικού δεσποτισμού, που αναφέρθηκε πριν, είναι χαρακτηριστική της οργανικότητας αυτής. Αν ο παλιός φασισμός πραγμάτωνε την αρχή της σύνθεσης των δεσποτισμών με τη φασιστική ανατροπή της αστικής δημοκρατίας, ο νέος φασισμός την πραγματώνει με την ενσωμάτωση στοιχείων του στην ολιγαρχία του πλούτου. Υπάρχει ακόμη μια συνέπεια της ιστορικής διαφοράς των κρατικών μορφών του φασισμού, παλιού και νέου, που πρέπει να σημειωθεί εδώ. Μια συνέπεια που συνδέεται με τη σχέση της κρατικής με την εθνική μορφή του φασισμού: κεντρική στον παλιό φασισμό είναι η εθνική του μορφή, ενώ στον νέο φασισμό κεντρική είναι η κρατική του μορφή. Ο νέος φα­σισμός είναι εθνικός στην κοινωνική του βάση και μόνο, δεν είναι εθνικός στην κρα­τική του κορυφή —δεν μπορεί να είναι, δεδομένου του υπερεθνικού χαρακτήρα του νέου κράτους. Και ο εθνικός φασισμός δεν είναι παρά κρατικό εργαλείο καταστολής του κοινωνικού κινήματος: ένα ιδεολογικό-πολιτικό μέσο πολεμικής κλιμάκωσης των εσωτερικών στον κοινωνικό χώρο του κινήματος εθνικών διαφορών. Παραβλέ­πεται συνήθως μια σημαντική συνέπεια της εργαλειακότητας αυτής. Το κράτος ενι­σχύει —εντός ορίων— τον εθνικό φασισμό, κρατώντας ίσες —όσο του είναι δυνα­τό— αποστάσεις από τις αντιτιθέμενες εθνικές του ενότητες. Αν δεν το κάνει αυτό, υπονομεύει τον στόχο του: την καταστροφική για το κοινωνικό κίνημα υποδαύλιση των εσωτερικών εθνικών του διαφορών.

Η ιστορική διαφορά των εθνικών μορφών του φασισμού

Η διαφορά των δύο εθνικών μορφών του φασισμού προκύπτει από την παραπάνω διαφορά των κρατικών του μορφών.

Παλιός φασισμός

  • Συγκρότηση των πολιτών του έθνους-κράτους σε έναν εθνικό δεσμό ολοκλη­ρωτικής εξουσίας. Κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και ανατροπή της αστικής δημοκρατίας, μέσω της εκχώρησης από το κοινοβούλιο της κρατικής εξουσίας στην ηγεσία του Εθνικού Δεσμού.

Νέος  φασισμός

  • Συγκρότηση πολιτικών, γραφειοκρατικών, αστυνομικών και στρατιωτικών ομά­δων σε κρατικούς δεσμούς ολοκληρωτικής εξουσίας καθοριστικούς για τη λειτουργία της ολιγαρχίας. Χρήση από το κράτος των αυτόνομα συγκροτούμενων εθνικών δεσμών ολοκληρωτικής εξουσίας. Η χρήση έχει ως σκοπό την κατα­στολή του αναπτυσσόμενου στο υπερεθνικό κράτος κοινωνικού κινήματος με την πολεμική κλιμάκωση των εσωτερικών σε αυτό εθνικών διαφορών.

Το κρίσιμο στην κατανόηση του νέου φασισμού είναι η σχέση των δύο μορφών του, της κρατικής και της εθνικής, και η ιδιαίτερη λειτουργία της εθνικής του μορ­φής στο σύγχρονο κράτος. Συγκεκριμένα: η οργανικότητα των στοιχείων του κρατι­κού φασισμού στη συγκρότηση του υπερεθνικού ολιγαρχικού κράτους, και η εργαλειακή χρήση από το κράτος αυτό των πολιτικών σχημάτων του εθνικού φασισμού, αυτόνομων ως προς το κράτος και αντιτιθέμενων στον υπερεθνικό του χαρακτήρα.

Τίθεται βέβαια το ερώτημα: Δεν αντιφάσκει η οργανικότητα των στοιχείων του κρατικού φασισμού στο σύγχρονο υπερεθνικό κράτος με την εθνική βάση του φασισμού γενικά, κρατικού ή εθνικού, όπως εκτέθηκε στην αρχή; Όχι, και εδώ φαίνεται η ιδιαίτερη σημασία που έχει για την κατανόηση του νέου φασισμού η διάκριση της κρατικής-πολιτισμικής από την φυλετική μορφή του έθνους για την οποία έγινε λόγος πριν. Στο έθνος με την κρατική-πολιτισμική του έννοια ανήκουν όσοι έχουν την κρατική υπηκοότητα και μετέχουν της κρατικά αναπαραγόμενης παιδείας. Η πολιτισμική εθνική ενότητα μπορεί να εμπεριέχει μια φυλετική πολλα­πλότητα. Χαρακτηριστικότερο των παραδειγμάτων είναι η εθνική ενότητα των Ηνω­μένων Πολιτειών. Αλλά η εθνική πολλαπλότητα του σύγχρονου υπερεθνικού κρά­τους δεν περιορίζεται στην φυλετική του πολλαπλότητα. Και ούτε αυτή, η φυλετική πολλαπλότητα, είναι το ουσιαστικό του χαρακτηριστικό. Ο υπερεθνικός χαρακτήρας του σύγχρονου κράτους, και συνεπώς η εθνική του πολλαπλότητα, αναφέρεται στις εθνικές ενότητες των κρατών από τα οποία αναδύεται. Το σύγχρονο κράτος είναι «υπερεθνικό» με την έννοια της υπέρβασης των «εθνικών» κρατών της προηγούμε­νης ιστορικής εποχής. Ο όρος «έθνος» εδώ περιορίζεται στις εθνικές ενότητες των έως τώρα εθνικών κρατών. Δεν έχει συγκροτηθεί ακόμα η ιστορική βάση της ανα­φοράς σε ένα υπερκείμενο έθνος, ένα «ευρωπαϊκό έθνος» για παράδειγμα, παρόλο που αναφερόμαστε στον αντίστοιχο πολιτισμό.

Και ποια είναι η εργαλειακή χρήση του εθνικού φασισμού από το σύγχρονο κράτος; Στη λογική της ανάλυση, η χρήση αυτή ακολουθεί μια σειρά πέντε βημά­των. Ας τα δούμε συνοπτικά. (1) Συγκεντρώνονται αλλοεθνείς μετανάστες στις εθνι­κές αγορές εργασίας σε θέσεις φτηνής εργατικής δύναμης. (2) Μέσω της συγκέ­ντρωσης αυτής, μειώνεται η αξία της εργατικής δύναμης και αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης. (3) Η τοπική αύξηση του πληθυσμού λόγω της μετανάστευσης οδη­γεί στην αύξηση της δομικής ανεργίας και, μέσω του ανταγωνισμού για τις θέσεις εργασίας, οδηγεί στη διατήρηση του υψηλού βαθμού εκμετάλλευσης. (4) Ο αντα­γωνισμός οδηγεί στην αποδυνάμωση έως διάλυση των ταξικών εργατικών ενώσεων και την ανάπτυξη εθνικών φασισμών. (5) Η ταξική σύγκρουση κεφάλαιου – εργασί­ας υποκαθίσταται από την φασιστικά διαμεσολαβημένη εθνική σύγκρουση εργασί­ας – εργασίας.

Κοινωνικό κίνημα

Στο καταληκτικό βήμα της παραπάνω ανάλυσης, αντιδιαστέλλεται η ταξική σύ­γκρουση με την εθνική σύγκρουση που την υποκαθιστά. Κεντρικό στην κατανόηση του νέου φασισμού είναι το νέο ταξικό κίνημα, εναντίον του οποίου στρέφεται η υποκατάσταση της ταξικής με την εθνική σύγκρουση, και η διαφορά του από το παλιό ταξικό κίνημα. Η διαφορά των δύο θεμελιώνεται στη διαφορά του βιο­μηχανικού εργάτη, του εργάτη της βιομηχανικής παραγωγής, από τον κοι­νωνικό εργάτη, τον εργάτη της βιοπολιτικής παραγωγής. Η διαφορά του πα­λιού από το νέο ταξικό κίνημα είναι η διαφορά του κινήματος της βιομηχανικής ερ­γασίας από το κίνημα της κοινωνικής εργασίας, στο οποίο αντιστοιχεί ο όρος κοι­νωνικό κίνημα σήμερα. Το νέο ταξικό κίνημα, εναντίον του οποίου στρέφεται ο νέος φασιστικός κοινωνικός πόλεμος, είναι το κοινωνικό κίνημα με την παραπάνω έννοια του όρου.

Ας μην αναπτυχθούν εδώ αναλυτικά οι έννοιες της βιοπολιτικής παραγωγής και του κοινωνικού εργάτη. Ας μείνουμε σε έναν συνοπτικό ορισμό, αναγκαίο δεδο­μένης της πολυσημίας των όρων. Σε ό,τι λέγεται εδώ, κεντρική στη βιοπολιτική πα­ραγωγή σε αντιδιαστολή με τη βιομηχανική παραγωγή είναι μια διττή ενότητα: η ενότητα της «υλικής» και της «πνευματικής» διάστασης της οικονομικής παραγωγής της κοινωνικής ζωής και, στη βάση αυτή, η ενότητα της οικονομικής παραγωγής της κοινωνικήςζωής με την ιδεολογική – πολιτική αναπαραγωγή του κοινωνι­κού συστήματος.[4] Στο βιοπολιτικό κεφάλαιο —το κεφάλαιο της βιοπολιτικής παρα­γωγής— θεμελιώνεται το πολίτευμα της ολιγαρχίας του πλούτου. Στον ταξικό αντί­ποδα του βιοπολιτικού κεφάλαιου βρίσκεται ο κοινωνικός εργάτης της βιοπολιτικής παραγωγής, σε αντιδιαστολή με τον βιομηχανικό εργάτη της βιομηχανικής παραγω­γής.

Καταλήγουμε με ένα κεντρικό στη διαφορά βιομηχανικής-βιοπολιτικής παρα­γωγής ζήτημα, ιδιαίτερα σημαντικό για την ταξική λειτουργία του νέου φασισμού. «Ηεξέγερση των εργοστασίων χαρακτηρίζει την νέα εποχή» έλεγε ο Γκλυκσμάν [5] εκφράζοντας μια κυρίαρχη θέση της δεκαετίας του 1970. Όχι η εξέγερση των εργοστασίων αλλά η εξέγερση των πόλεων λέμε εδώ, έχοντας ορίσει τη «νέα εποχή» —τη μετά τη δεκαετία του 1970 εποχή— ως εποχή της θεμελιωμένης στη βιοπολιτική παραγωγή υπερεθνικής ολιγαρχίας του πλούτου. Λέγοντας αυτό δεν χάνεται, δεν υποκαθίσταται, η εξέγερση των εργοστασίων αλλά αφαιρείται το σφάλμα της κεντρικότητας της στη σημερινή κοινωνική εξέγερση. Ο χώρος των ερ­γοστασίων παραμένει ως χώρος της ανατρεπτικής κοινωνικής δύναμης, αποκτώντας τη θέση που του αντιστοιχεί σήμερα στον κοινωνικό χώρο της πόλης. Ο μετασχημα­τιζόμενος βιομηχανικός εργάτης είναι μια κατηγορία του αναδυόμενου κοινωνικού εργάτη. Το θέμα είναι σημαντικό για την ταξική λειτουργία του νέου φασισμού, κα­θώς και στις δύο εποχές του, παλιά και νέα, ο φασισμός είναι μια καθοριστική ιδεο- λογική-πολιτική κατεύθυνση του κοινωνικού πολέμου —η συμπληρωματική της ο­λιγαρχίας, καθοριστική για την σύγχρονη ταξική κυριαρχία κατεύθυνση. Οι νέοι φα­σιστικοί δεσμοί έχουν ως πρώτο, άμεσο, στόχο την πόλη γενικά. Δεν αρχίζουν από το εργοστάσιο, όπως συνέβαινε με τους παλιούς φασιστικούς δεσμούς. Πρέπει να περιμένουμε ότι στους άμεσους στόχους του νέου φασισμού προτεραιότητα θα έ­χουν οι συλλογικότητες της κοινωνικής οικονομίας και της άμεσης δημοκρατίας. Η κατάληψη και η αυτοδιαχείριση ενός εργοστασίου ανήκει στις δυναμικές μορφές αυτών των συλλογικοτήτων.

Πολιτικές κατευθύνσεις του φασισμού

Μένουμε εδώ ως προς τη διάκριση της κρατικής από την εθνική μορφή του φασι­σμού και την κυριαρχία της κρατικής μορφής στον νέο φασισμό. Σε αυτή τη βάση θα δούμε, κλείνοντας, ορισμένες πολιτικές κατευθύνσεις του φασισμού. Οι κατευθύν­σεις είναι ενδεικτικές, δεν συνιστούν ανάλυση της φασιστικής πολιτικής. Μπορούν να ενταχθούν στις ακόλουθες κατηγορίες, κοινές για τους δύο φασισμούς παλιό και νέο. (1) Προσάρτηση των εξεγερμένων. (2) Καταστολή του κοινωνικού κινήματος. (3) Καταστολή της πρόθεσης κοινωνικού κινήματος.

  1. Προσάρτηση των εξεγερμένων

Μια ιδεολογική κίνηση προσάρτησης που ασκεί ο φασισμός στην εθνική του μορφή είναι, με τα λόγια του Ντιμιτρόφ το 1935, ότι «εκμεταλλεύεται το βαθύ μίσος των εργαζομένων ενάντια στη ληστρική αστική τάξη, ενάντια στις τράπεζες, τα τραστ και τους μεγιστάνες του πλούτου». Και αυτό το κάνει με «μια ραφιναρισμένη αντικαπι- ταλιστική δημαγωγία» πού «ρίχνει συνθήματα» όπως: «Στη Γερμανία το σύνθημα “Το κοινό συμφέρον πάνω από το ατομικό”. Στην Ιταλία “Το κράτος μας δεν είναι κράτος καπιταλιστικό είναι κράτος με σύστημα αυτοδιαχείρισης”. Στην Ιαπωνία “Για μιαν Ιαπωνία χωρίς εκμετάλλευση”. Στις Ενωμένες Πολιτείες “Για τη διανομή των περιουσιών” κλπ.».[6]Αλλά αυτά δεν είναι μόνο αποτέλεσμα αντικαπιταλιστικής δη­μαγωγίας. Κάθε εθνικός φασιστικός οργανισμός περιέχει νοσογόνα για τον βαθύτε­ρο κρατικό του χαρακτήρα αντικαπιταλιστικά κύτταρα στο πνεύμα των χιτλερικών Ταγμάτων Εφόδου, που τα περιμένει η θεραπευτική νύχτα των μεγάλων μαχαι­ριών την κρίσιμη για την κρατική ενσωμάτωσή του στιγμή. Τα κύτταρα αυτά συνδέ­ονται με την αυτόνομη από το κράτος συγκρότηση των εθνικών δεσμών ολοκληρω­τικής εξουσίας που είδαμε πριν, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες του υπερεθνι­κού χαρακτήρα του καπιταλιστικού κράτους. Και ας μη περιμένουμε, για να ανα­γνωρίσουμε την παρουσία τους, τη συγκλονιστική τους ανάπτυξη στο χιτλερικό πρότυπο των τριών εκατομμυρίων μελών, που συγκρούονταν πολεμικά με την αντι- καπιταλιστική αριστερά στους δρόμους των γερμανικών πόλεων. Είναι αυτά, ακρι­βώς, τα κύτταρα που κάνουν πειστική τη «ραφιναρισμένη αντικαπιταλιστική δημα­γωγία» για την οποία μιλούσε ο Ντιμιτρόφ.

Μια πολιτική κίνηση προσάρτησης των εξεγερμένων, με επίκεντρο τους ανέρ­γους, που ασκεί ο εθνικός φασισμός της κυρίαρχης σε ένα κράτος εθνότητας, ενερ­γοποιεί τα υγιή για τον φασιστικό οργανισμό καπιταλιστικά του κύτταρα. Είναι η υποκατάσταση των πραγματικών εχθρών των εξεγερμένων με πλασμα­τικούς. Το σχήμα είναι απλό: Το κεφάλαιο προσφέρει θέσεις εργασίας. Οι κοινωνι­κές κινητοποιήσεις υπονομεύουν την προσφορά των θέσεων στον εθνικό χώρο. Οι μετανάστες αφαιρούν από τα μέλη του έθνους τη δυνατότητα πρόσβασης στις υπάρχουσες θέσεις. Στην κίνηση αυτή, η προσάρτηση των εξεγερμένων δεν είναι ιδε­ολογική. Για την ακρίβεια, είναι ιδεολογική τόσο μόνο όσο απαιτεί ο συγκεκριμένος πολιτικός της χαρακτήρας και η πολεμική του ολοκλήρωση. Οι εξεγερμένοι, παραμένοντας εξεγερμένοι —αυτό είναι το καθοριστικό— αλλάζουν στρατόπεδο: στρα­τεύονται στον κρατικό πόλεμο κατά του κοινωνικού κινήματος.

  1. Καταστολή του κοινωνικού κινήματος

Η προσάρτηση των εξεγερμένων είναι το πρώτο βήμα της φασιστικής αντιμετώπι­σης του κοινωνικού κινήματος. Το επόμενο βήμα είναι η καταστολή των μη προσαρτημένων. Αρχίζουμε τις μορφές καταστολής του κοινωνικού κινήματος από τον πα­λιό φασισμό. Αναφερθήκαμε ήδη στα χιτλερικά τάγματα εφόδου. Ας δούμε την πρωτογενή, μουσολινική, εκδοχή τους με τα λόγια του Μαλαπάρτε, όπως τα ανα­φέρει το Γκλυκσμάν: «Από τη μια μέρα στην άλλη, συ-κεντρώσεις μελανοχιτώνων γίνονται σε κέντρα που είχαν υποδειχτεί σύμφωνα μ’ ένα σχέδιο κινητοποίησης. Χιλιάδες οπλισμένοι άντρες, μερικές φορές δεκαπέντε ως είκοσι χιλιάδες, ξεχύνο­νταν σε μια πόλη, σ’ επαρχίες, σε χωριά, μετακινούμενοι γρήγορα με τα φορτηγά τους, απ’ τη μια επαρχία στην άλλη. Μέσα σε λίγες ώρες η κατεχόμενη περιοχή βρί­σκονταν σε κατάσταση πολιορκίας. Ό, τι είχε μείνει από σοσιαλιστική ή κομμουνι­στική οργάνωση, εργατικά κέντρα, συνδικάτα, εργατικοί κύκλοι , εφημερίδες, συνε­ταιρισμοί, είχε διαλυθεί και τσακιστεί μεθοδικά … σε διάρκεια δύο – τριών ημερών τα γκλομπς δούλευαν σε έκταση εκατοντάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Στο τέλος του 1921 αυτή η ταχτική, εφαρμοσμένη συστηματικά σε μια όλο και πλατύτερη κλί­μακα, είχε τσακίσει την πολιτική και συνδικαλιστική οργάνωση του προλεταριάτου»

Η παρουσίαση της καταστολής του κοινωνικού κινήματος από τον παλιό φασι­σμό έχει εδώ διπλή σημασία. Πρώτα, την αναφορά στον εγγενώς πολεμικό και πλή­ρη χαρακτήρα της φασιστικής καταστολής —πολεμικό, με την στρατιωτική έννοια του όρου, και πλήρη, με την έννοια της εξόντωσης του κοινωνικού κινήματος συνο­λικά, όχι κάποιων εκφράσεών του. Και, στη συνέχεια, την έκθεση της διαφοράς του παλιού με τον νέο φασισμό στο κεντρικό αυτό, για την ύπαρξη του φασισμού, θέμα. Η διαφορά έχει αναπτυχθεί ήδη, ας την δούμε συνοπτικά. Ο νέος φασισμός ασκεί το θεμελιώδες ταξικό του καθήκον με δύο συμπληρωματικούς τρόπους: μέσα από τους δεσμούς (fasci) του κρατικού φασισμού που στοιχειοθετούν το σύγχρονο ολι­γαρχικό κράτος. Και με την χρήση των αυτόνομα αναπτυσσόμενων δεσμών του ε­θνικού φασισμού. Κεντρικό εδώ είναι το ότι ο νέος εθνικός φασισμός δεν καταλαμ­βάνει —δεν του επιτρέπεται να καταλάβει— την κρατική εξουσία. Συνεπώς, δεν του επιτρέπεται να εφαρμόσει πλήρως τις παραπάνω μορφές καταστολής, αυτές ακρι­βώς που οδηγούσαν στην κατάληψη της εξουσίας. Αλλά η χρήση του στην εξόντωση του κοινωνικού κινήματος του επιτρέπει —ουσιαστικά, του επιβάλλει— να τις ανα­πτύσσει οριακά. Και ποιο είναι αυτό το όριο; Είναι το όριο που απαιτεί η διαβόητη ρητορεία της «ταύτισης των άκρων»: ταύτιση της φασιστικής καταστολής του κοινωνικού κινήματος με την επαναστατική συγκρότηση του κινή­ματος . Θα δούμε αμέσως τη «συνωμοσιολογική» μέθοδο της ταύτισης, περνώντας στην καταστολή της πρόθεσης του κοινωνικού κινήματος.

  1. Καταστολή της πρόθεσης κοινωνικού κινήματος

Η καταστολή του αναπτυσσόμενου κοινωνικού κινήματος δεν αρκεί για την κρατική του αντιμετώπιση. Απαιτείται και η καταστολή της πρόθεσης κοινωνικού κινήματος. Η καταστολή αυτή επιτελείται με ορισμένες τεχνικές του φασισμού στην κρατική του μορφή, για την κατανόηση των οποίων είναι χρήσιμο να δούμε τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της δεκαετίας του 1970 —τη δεκαετία του περάσματος από τον παλιό στον νέο φασισμό. Η επιλογή έχει σημασία γιατί η κρατική μορφή του νέου φασισμού συγκροτήθηκε υποδειγματικά στα δύο λίκνα της αστικής δημοκρατίας, στη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις δεκαετίες 1950-60, στο πλαίσιο του πο­λέμου της Αλγερίας, από την πλευρά της Γαλλίας, και των πολέμων της Κορέας και του Βιετνάμ από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών. Και συγκροτήθηκε πολεμικά ως προς το κοινωνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στις δύο αυτές χώρες τη δεκαετία του 60. Θα δούμε τις τεχνικές αυτές όπως παρουσιάζονται στην κατάληξη του κει­μένου του Γκλυκσμάν. Με τη γλώσσα του κειμένου, οι τεχνικές είναι: «συνωμοσιο- λογία», «προβοκάτσια», «μεταρρυθμίσεις».

«Η ανακάλυψη των συνωμοσιών: ένα βράδυ, ο κ. Μαρσελέν στέκεται πε­ρήφανος μπροστά σ’ ένα σωρό από ξύλα που διαβεβαιώνει ότι μαζεύτηκαν μέσα απ’ τις σχολές του Πανεπιστήμιου. Πίσω απ’ αυτή την πυραμίδα των όπλων, καταγ­γέλλει κάποιον μυστηριώδη ξένο καθοδηγητή και αναγγέλλει την απαγόρευση της “Προλεταριακής Αριστεράς”. Ο Μάο Τσε Τουνγκ ξεσκεπάστηκε! Ο Σέρλοκ Μαρσελέν δεν είχε ήδη ανακαλύψει, πίσω από τον Μάη του ’68 τον δάκτυλο της Ανατολικής Γερμανίας; (…) Ο παλιός φασισμός είχε την “εβραιο-μαρξιστική” συνωμοσία του (…) σήμερα ο Μαρσελέν, χορωδία με τον Μπρέζνιεφ, αναγγέλλει τη “διεθνή συνωμοσί­α” του μαοϊσμού» Και, προφανώς, δεν θα μέναμε εκεί. Για να γυρίσου-με στα δικά μας, η τωρινή «συνωμοσία», όπως όλοι ξέρουμε, είναι η συνωμοσία της «τρομο­κρατίας».

«Οι προβοκάτσιες: Για παράδειγμα, καίμε το πανεπιστήμιο της ν^θηηθδ, διαβεβαιώνου-με ότι το έκαναν οι γκωσίστες (αριστεριστές) και τους κλείνουμε φυ­λακή. 100,200,300 μίνι Ράϊχσταγκ. (…) Για να σταματήσει μια ενέργεια με την οποία οι μάζες συμφωνούν ο προβοκάτορας της δίνει μια συνέχεια που οι μάζες καταδι­κάζουν αλλά που φαίνεται “λογική” (…) Οι προβοκάτσιες επεμβαίνουν για να στα­ματήσουν μια μαζική ενέργεια (η προβοκάτσια του Καρτιέ Λατέν απαντάει στην α­περγία της Ρενώ και στην υπόθεση Ζωμπέρ), χρησιμεύουν σαν εισαγωγή σε κυβερ­νητικά μέτρα (το “χτύπημα” στη Δουγκέρκη “αναγγέλλει” την απαγόρευση της Προ­λεταριακής Αριστεράς. Η προβοκάτσια προσπαθεί να διαιρέσει τις μάζες “εν θερμώ”. Η φιλοσοφία της είναι απλή (…) έξω από τις εγκατεστημένες ιεραρχίες δεν υ­πάρχει σωτηρία».

«Οι μεταρρυθμίσεις: αυτές επεμβαίνουν όταν, παρόλη τη φασαρία για συ­νωμοσία και τις προσπάθειες προβοκάτσιας, ένα μαζικό κίνημα κατορθώσει να σπάσει βίαια τη σιωπή και να κινητοποιήσει την κοινή γνώμη. Στόχος τους είναι να επιβάλουν τη σιωπή, να ξανασφίξουν τη μέγγενη των καταναγκασμών που δημι­ουργεί τη “σιωπηλή πλειοψηφία” και γι’ αυτό συνενώνουν τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. (…) Βασισμένος στην εμπειρία που είχε από τις αμερικάνικες φυλα­κές, ο Τζάκσον βεβαίωνε ότι αν έπρεπε να δώσει τον ορισμό του φασισμού με μια μόνο λέξη, θα διάλεγε τη λέξη μεταρρύθμιση. Κύρια, αυτές οι μεταρρυθμίσεις δε θυμίζουν το σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμισμό αλλά τις φασιστικές “συντεχνίες”. Δεν σχεδιάζουν τη δημιουργία μηχανισμών ταξικής συνεργασίας που θα διαιώνιζαν μι­αν απατηλή ειρήνη, αλλά, χτισμένες σε συνθήκες σύγκρουσης, πρόκειται για μηχα­νές πολέμου».

Έθνος-«φυλή», διαφορετικότητα-«ασθένεια»

Κλείνοντας τις σημειώσεις αυτές για τον φασισμό, θα ήταν χρήσιμο για την κατανό­ηση της φυλετικής του διάστασης με την ευρύτερη σημερινή της σημασία να στα­θούμε για λίγο σε μια από τις «μεταρρυθμίσεις».

Αρχίζουμε με μια παρατήρηση του Γκλυκσμάν, σε συνέχεια των όσων ήδη πα­ρατέθηκαν. «Όταν ο Σμέλκ (παλιός γενικός διευθυντής φυλακών) αναγγέλλει από το ραδιόφωνο ότι “80% των κρατουμένων είναι ψυχοπαθείς” νοιώθουμε να πλησιάζει η μεταρρύθμιση που θα μετατρέψει τις φυλακές σε άσυλα αλά Μπρέζνιεφ. Μέσα στη μεταρρυθμισμένη φυλακή “μοντέλο” του Φλερύ – Μεροζίς, τα ξυλοκοπήματα και το πειθαρχείο δεν εξαφανίστηκαν. Όμως ο ζουρλομανδύας (“ακινητοποίηση”) έχει ενισχυθεί από τις ενέσεις Βάλιουμ που γίνονται με το πρώτο δείγμα “εκνευρι­σμού”. “Η αρρώστια σου είναι οι διαφορετικές σου απόψεις”, γνωματεύουν οι Ρώ­σοι ψυχίατροι.». Τι σημαίνει ως προς ό,τι μας απασχολεί η τροπή της διαφορετικό­τητας σε «αρρώστια»; Δεν είναι δυνατή η ανάπτυξη του μεγάλου αυτού θέματος εδώ. Μία κρίσιμη παρατήρηση μόνο, για τη σύνδεση της φυλετικής εκδοχής της ε­θνικής ενότητας με την ιατρική εκδοχή της ατομικής διαφορετικότητας. Δηλαδή, για την αναγωγή του κοινωνικού-ψυχικού στο βιολογικό-φυσικό στην πληρότητά της: από την ανθρώπινη κοινωνία συνολικά στον άνθρωπο ατομικά.

Γυρνάμε στις αρχές: το 1883, όταν ο Γκάλτον (συγγενής του Δαρβίνου) άνοιγε μαζί με άλλους τον δρόμο για τον κοινωνικό δαρβινισμό και, σε αυτό το πνεύ­μα, εισηγήθηκε την ευγονική, που μετά πενήντα χρόνια ενέπνευσε στο τρίτο Ράιχ την κάθαρση της άριας φυλής. Και κάνουμε ένα άλμα στο σήμερα, που με διάφο­ρους τρόπους ρητούς και άρρητους αναβιώνει ο κοινωνικός δαρβινισμός. Τι θα μπορούσε να εννοεί ο Ουίλσον (βραβείο Pulitzer) με όσα μας λέει στο βιβλίο του «Για την ανθρώπινη φύση»; (10) Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, η «Ελπίδα», λέ­ει ότι «Με τον καιρό θα συσσωρευτεί αρκετή γνώση για τα γενετικά θεμέλια της κοινωνικής συμπεριφοράς» και ότι «θα υπάρξουν τεχνικές» με τις οποίες «μέσω της συμβατικής ευγονικής θα συντελεστεί μια αργή εξελικτική αλλαγή». Και τότε, συνεχίζει, «το ανθρώπινο είδος θα μπορέσει να αλλάξει την ίδια του την φύση». (11)  Μέχρι τότε, αλλά —υποθέτουμε— και μετά, ως προς τη γενετική δομή της μετα­βαλλόμενης «φύσης» του ανθρώπινου είδους, θα ισχύει ότι «Οι κοινωνίες μας βα­σίζονται στο σχέδιο των θηλαστικών». Και τι είναι το «σχέδιο των θηλαστικών» στην γενετική του δομή; Είναι ένα σχέδιο κατά το οποίο «το άτομο αγωνίζεται κατά πρώ­το λόγο για την προσωπική αναπαραγωγική του επιτυχία και κατά δεύτερο λόγο για αυτήν των πλησιέστερων συγγενών του». Όσο για τους άλλους, τους μη-συγγενείς κοινωνικούς του εταίρους, το σχέδιο προβλέπει μόνο μια «φειδωλή συνεργασία» έναν «συμβιβασμό για την απολαβή οφέλους». (12)  Και τα περί φιλίας, συνα­δελφικότητας και συντροφικότητας, που θεμελιώνουν το ήθος του κοινωνικού κινήματος; Αυτά —το γενετικά ορθό επιβάλλει να θεωρήσουμε ό­τι— αντιστοιχούν, με τα λόγια του Ουίλσον, σε «ένα νοήμον μυρμήγκι (υποθέτοντας προς στιγμή ότι τα μυρμήγκια και άλλα κοινωνικά έντομα κατάφεραν να εξελιχθούν σε όντα με υψηλή νοημοσύνη)». Γιατί; Επειδή το μυρμήγκι, ως κοινωνικό έντομο, σύμφωνα με τον Ουίλσον και πάλι, «μπορεί να θεωρήσει αυτή τη διευθέτηση (την «κατά συμβιβασμό» και μόνο «φειδωλή συνεργασία για την απολαβή οφέλους») βιολογικά βλαβερή και την ιδέα της ατομικής ελευθερίας εγγενώς κακή»(ό.π). Για να συνεννοούμαστε σήμερα, «ατομική ελευθερία» είναι η ελευθερία της ατομι­κής ιδιοκτησίας στην οποία θεμελιώνεται η ελευθερία της αγοράς: η ελευ­θερία που αντιστοιχεί στο γενετικό σχέδιο των θηλαστικών, σε αντιδιαστολή με τη συλλογικότητα και τα συναφή περί φιλίας κτλ που αντιστοιχούν στο γενετικό σχέδιο των κοινωνικών εντόμων. Αυτά λοιπόν ως προς την ανθρώπινη κοινωνία συ­νολικά.

Περνάμε τώρα στον άνθρωπο ατομικά. Το θέμα είναι η «ψυχοπάθεια» και η προς αντιμετώπισή της κλινική μεταρρύθμιση που είδαμε παραπάνω. Δεν είναι μόνο οι φυλακές που μεταρρυθμίστηκαν σε κλινικές. Κάθε κρίσιμος για τη υλο­ποίηση του «σχεδίου των θηλαστικών» κοινωνικός χώρος χρειάζεται σήμερα, σύμ­φωνα με την οπτική του βιολογικού αναγωγισμού, κλινική μεταρρύθμιση. Και πρώ­τα απ’ όλα τα σχολεία. Η συνταγογράφηση φαρμάκων για τη θεραπεία της δι­αφορετικότητας —την επιστροφή στην «κανονικότητα» των σχέσεων— δεν έχει πλέον όριο ηλικίας. Και ένα μικρό παιδί (που δεν έχει ακόμη χρονίσει), αν δεν συμ­μορφώνεται με την «κανονικότητα» των φυσικών και κοινωνικών του σχέσεων υφί- σταται πλέον φαρμακοθεραπεία. Μετά το αντιψυχιατρικό κίνημα της δεκαετίας του 60 (Laing, Cooper) που αποκάλυψε το ιδεολογικό κάλυμμα της φερόμενης ως «ια­τρικής» αντιμετώπισης της μη αποδεκτής διαφορετικότητας, η ψυχιατρική επιστρέ­φει θριαμβικά σήμερα σε εξουσιαστικούς πολιτισμικούς κύκλους.

Έχει ιδιαίτερη σημασία στο σημερινό πολιτισμικό πλαίσιο να τονιστεί η δυνα­μική της φυλετικής διάστασης του εθνικού φασισμού: ο βιολογικός αναγωγισμός της δεν έχει δεσμεύσεις, δεν έχει λόγο να περιορίζεται στο κοινωνικό σύνολο και στο σύστημα των κοινωνικών σχέσεων, εκτείνεται θεωρητικά σε κάθε άνθρωπο α­τομικά και στην κάθε προσωπική του σχέση. Το θεωρούμενο ότι μεταφέρεται με το «αίμα», είναι ένα βιολογικό σχέδιο, καθολικό για τη φυλή και ατομικό για το κάθε μέλος της. Εάν η δυναμική του νέου κρατικού-πολιτισμικού φασισμού συνδέεται με το εγγενές της κρατικής του υπόστασης, εθνικής και υπερεθνικής, η δυναμική του νέου εθνικού-φυλετικού φασισμού συνδέεται με την καθολικότητα του βιολογικού του αναγωγισμού. Ο εθνικός φασισμός σήμερα ολοκληρώνεται ως γενικά βιολογι­κός και όχι μόνο φυλετικός.

Θα πρέπει εδώ, κλείνοντας, να επαναλάβουμε αυτό που ειπώθηκε στην αρχή: οι δύο μορφές του νέου φασισμού, η κρατική και η βιολογική, διαφέ­ρουν μεταξύ τους αλλά δεν αντιτίθενται, είναι συμπληρωματικές όψεις του φασι­στικού φαινόμενου. Στο φασιστικό πνεύμα, το κράτος είναι ένας κοινωνικός οργα­νισμός κατ’ εικόνα του βιολογικού οργανισμού.

Θεσσαλονίκη Μάρτιος 2013

 

[1]  Δημοσιευμένο στο περιοδικό σημειώσεις της στέπας # 3 (Φασισμός και καθημερινή ζωή). Ιούνιος 2013. Θεσσαλονίκη: εκδόσεις των ξένων .

[2]  Αντρέ Γκλυκσμάν. 1976. Φασισμοί παλιός και Νέος. Μτφρ. Χριστίνα Σταματοπούλου. Αθήνα: Στο­χαστής.

[3]  Δημήτρης Κωτσάκης. 2012. 3 και 1 Κείμενα. Αθήνα: Εκδόσεις των συναδέλφων.

[4]  βλ. Κ.Τίσνταλ – Α.Μποτσόλα. 1984. Φουτουρισμός. Μτφρ. Δημοσθένης Κούρτοβικ. Αθήνα: Υπο­δομή. σ.227 4

[5]  Γκλυκσμάν ό.π σ.28

[6]  Για περισσότερα σε σχέση με τη βιοπολιτική παραγωγή βλ. 3 και 1 κείμενα ό.π σ. 45 – 55

[7]    ό.π. σ.73

[8]    Γκεόργκι Ντιμιτρόφ.1975. Ο Φασισμός Μτφρ. Δ.Χ.  Αθήνα: Πορεία. Παραθέματα από σ. 25

[9]  Γκλυκσμάν, ό.π. ζ.63

(10) Edward O. Wilson. 1998.  Για την Ανθρώπινη Φύση.Μτφρ. Αμαλία Ναθαναήλ. Αθήνα:Σύναλμα

(11) ό.π. σ. 222

(12) ό.π. σ.213

Αναδημοσίευση από: http://eleftheriakos.gr/node/597

 

24 μετανάστες νεκροί στο Αιγαίο

602-0-20121104_120224_1E20F469

Τουλάχιστον 24 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους νωρίς το πρωί όταν ένα πλοιάριο φορτωμένο με μετανάστες χωρίς χαρτιά που κατά πάσα πιθανότητα είχε ως τελικό προορισμό την Ελλάδα βυθίστηκε στα ανοιχτά των τουρκικών ακτών, όπως μετέδωσε το τουρκικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Dogan.
Γύρω στις 2 τα ξημερώματα η τουρκική ακτοφυλακή έλαβε σήμα έκτακτης ανάγκης από τον καπετάνιο του σκάφους ο οποίος ανέφερε ότι βυθιζόταν στα ανοιχτά του Εζίνε, στην επαρχία Τσανάκαλε. Σύμφωνα με τον καπετάνιο στο πλοιάριο επέβαιναν πάνω από 30 άτομα.
Σκάφη της ακτοφυλακής, ένα ελικόπτερο και ένα αεροσκάφος που έσπευσαν στην περιοχή εντόπισαν τα πτώματα 18 αρχικά και στη συνέχεια 24 ανθρώπων και κατάφεραν να ανασύρουν ζωντανούς από τη θάλασσα 12 μετανάστες χωρίς χαρτιά.
Σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές, το πλοιάριο πιθανότατα είχε ως τελικό προορισμό τη Λέσβο.


gommone_immigrati

 

Αναδημοσίευση από: http://clandestinanews.wordpress.com/