Το πρόσημο του φύλου επισκιάζει τόσο απόλυτα την ταυτότητα της γυναίκας ώστε ανά πάσα στιγμή οφείλει να επιβεβαιώνει τον εαυτό της ως γυναίκα και να κάνει εμφανή στους άλλους τα αποτελέσματα αυτής της επιβολής που ενσωματώνεται και ως αυτοδέσμευση. Η διαδικασία αυτή κλέβει φυσικά από την ίδια κάθε στιγμή της ατομικότητάς της.
Γράφει ο Roland Barthes στις Μυθολογίες: «Διαβάζουμε τα βιογραφικά στο περιοδικό Εlle: “H Jacqueline Lenoir: ένα μυθιστόρημα, δύο παιδιά”. Τι σημαίνει αυτό; Ο συγγραφέας είναι καλλιτέχνης. Του αναγνωρίζεται το δικαίωμα να ζει κάπως μποέμικα. Προσοχή όμως! Οι γυναίκες δεν πρέπει να πιστεύουν πως μπορούν να επωφελούνται από την σύμβαση αυτή χωρίς πρώτα να είναι υποταγμένες στον αιώνιο νόμο της θηλυκότητας. Οι γυναίκες ήρθαν στον κόσμο για να κάνουν παιδιά. Μπορούν να γράφουν όσο θέλουν, φτάνει η βιβλική τους μοίρα να μη διαταράσσεται από το δικαίωμα που τους παραχωρείται. Απευθυνόμενο στις γυναίκες το περιοδικό Εlle λέει: είστε αντάξιες των ανδρών. Απευθυνόμενο στους άνδρες: η γυναίκα σας θα παραμείνει πάντα γυναίκα».
Για τον άνδρα οποιαδήποτε συνθήκη απέναντι στην οποία οφείλει να ανταποκριθεί δεν είναι παρά προσθετική στην ατομικότητά του, η οποία είναι κεκτημένη και αυτονόητη. Το αυτονόητο δικαίωμα του άνδρα στον αυτοπροσδιορισμό και τον καταναγκαστικό ετεροπροσδιορισμό της γυναίκας περιγράφει ο John Berger στο Η εικόνα και το βλέμμα:
«Η κοινωνική παρουσία μιας γυναίκας είναι διαφορετικού είδους από εκείνη ενός άντρα. Η παρουσία ενός άνδρα εξαρτάται από την υπόσχεση δύναμης που ενσωματώνει. Αν η υπόσχεση είναι μεγάλη και πειστική, η παρουσία του εντυπωσιάζει. Αν είναι μικρή ή ελάχιστα πειστική, θεωρείται πως έχει ασήμαντη παρουσία. Η υποσχεμένη δύναμη μπορεί να είναι ηθική, σωματική, ιδιοσυγκρασιακή, οικονομική, κοινωνική, σεξουαλική – αλλά το αντικείμενό της είναι πάντα εξωτερικό ως προς τον άνδρα. Η παρουσία ενός άνδρα υποβάλλει το τι είναι ικανός να κάνει σε σένα ή για σένα. Η παρουσία του μπορεί να είναι φτιαχτή, με την έννοια ότι προσποιείται πως είναι ικανός για ό,τι δεν είναι. Αλλά η προσποίηση είναι πάντα για μια δύναμη που αυτός ασκεί πάνω στους άλλους.
Αντίθετα, η παρουσία μιας γυναίκας εκφράζει τη στάση της απέναντι στον εαυτό της και προσδιορίζει το τι μπορούν ή δεν μπορούν να της κάνουν. Η παρουσία της εκδηλώνεται στις χειρονομίες, τη φωνή, τις γνώμες, τις εκφράσεις, το ντύσιμό της, στα πράγματα που έχει επιλέξει να την περιβάλλουν, στο γούστο της – δεν υπάρχει πράγματι τίποτε απ’ όσα μπορεί να κάνει που να μη συμβάλλει στην παρουσία της. Η παρουσία μιας γυναίκας είναι τόσο σύμφωνη με το πρόσωπό της ώστε οι άνδρες τείνουν να την αντιλαμβάνονται σαν κάτι σχεδόν υλικό που αναδίνεται από αυτήν.
Το να έχεις γεννηθεί γυναίκα, ισοδυναμούσε με το να έχεις γεννηθεί σε έναν προσδιορισμένο και περιορισμένο χώρο, κάτω από τη φύλαξη των ανδρών. Η κοινωνική παρουσία των γυναικών αναπτύχθηκε σαν αποτέλεσμα της αφέλειάς τους να ζουν κάτω από μια τέτοια κηδεμονία μέσα σε έναν τόσο περιορισμένο χώρο. Αλλά τούτο ακριβώς ήταν που κόστισε στο γυναικείο εγώ το διχασμό του. Μια γυναίκα πρέπει συνεχώς να παρατηρεί τον εαυτό της. Συντροφεύεται σχεδόν συνεχώς από την εικόνα του ίδιου της του εαυτού. Από την πρώτη παιδική ηλικία την έχουν διδάξει και πείσει να επιθεωρεί συνεχώς τον εαυτό της.
Κι έτσι φτάνει να θεωρεί τον επιθεωρητή και τον επιθεωρούμενο μέσα της σαν δυο συστατικά αλλά και πάντα ξεχωριστά στοιχεία της ταυτότητάς της ως γυναίκας. Πρέπει να εξετάζει καθετί που είναι και καθετί που κάνει, γιατί το πώς εμφανίζεται στους άλλους, και τελικά το πώς εμφανίζεται στους άνδρες, έχει κρίσιμη σημασία γι’ αυτό που κατά κανόνα θεωρείται σαν επιτυχία στη ζωή της. Η δική της αίσθηση του να είναι ο εαυτός της υποκαθίσταται από μια αίσθηση ότι εκτιμάται ο εαυτός της από κάποιον άλλο.
Οι άνδρες εξετάζουν τις γυναίκες πριν εκδηλώσουν τη συμπεριφορά τους προς αυτές. Επομένως το πώς μια γυναίκα εμφανίζεται σ’ έναν άνδρα καθορίζει ενδεχομένως και το πώς αυτός θα της συμπεριφερθεί. Για να αποκτήσουν κάποιον έλεγχο πάνω σ’ αυτή τη διαδικασία, οι γυναίκες πρέπει να τη συγκρατούν και να την εσωτερικεύουν. Το μέρος εκείνο του εγώ μιας γυναίκας που είναι ο επιθεωρητής μεταχειρίζεται το άλλο μέρος που είναι ο επιθεωρούμενος με τέτοιο τρόπο ώστε να δείχνει στους άλλους πώς ολόκληρος ο εαυτός της θα ήθελε να του συμπεριφέρεται. Και αυτή η παραδειγματική μεταχείριση του εαυτού της από τον εαυτό της είναι που συνιστά την παρουσία της. Κάθε γυναικεία παρουσία ρυθμίζει το τι είναι και τι δεν είναι «επιτρεπτό» μέσα στην παρουσία της. Κάθε πράξη της –οποιοδήποτε άμεσο σκοπό ή κίνητρο κι αν έχει– διαβάζεται επίσης σαν μια ένδειξη του πώς θα ήθελε να της συμπεριφερθούν. Αν μια γυναίκα κάνει κάποιο καλό αστείο, αυτό είναι ένα παράδειγμα του πώς η ίδια αντιμετωπίζει τον αστειευόμενο εαυτό της και, κατ’ αναλογία, του πώς θα ήθελε να την αντιμετωπίσουν οι άλλοι σαν αστειευόμενη γυναίκα. Μόνο ένας άνδρας μπορεί να κάνει ένα καλό αστείο για χάρη του ίδιου του αστείου.
Θα μπορούσε κανείς να απλοποιήσει όλα αυτά λέγοντας: Οι άνδρες δρουν και οι γυναίκες εμφανίζονται. Οι άνδρες κοιτάζουν τις γυναίκες. Οι γυναίκες παρατηρούν τον εαυτό τους όταν τις κοιτάζουν. Αυτό καθορίζει όχι μόνο τις περισσότερες σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών, αλλά και τη σχέση των γυναικών με τους εαυτούς τους. Ο επιθεωρητής της γυναίκας μέσα στο εγώ της είναι αρσενικός: ο επιθεωρούμενος θηλυκός. Έτσι η γυναίκα μετατρέπει τον εαυτό της σε αντικείμενο, και πιο ιδιαίτερα σε αντικείμενο θέασης: σε θέαμα».
Αναδημοσίευση από: http://ek-fyles.blogspot.gr/2007/11/blog-post_9984.html