Φωτογραφίες από την Αντιφασιστική πορεία στη Χαλκίδα, απολογισμός και άλλες σκέψεις

new 2new 3new 4new1

 

Όταν το ένα άκρο είναι ο ρατσισμός, ο φασισμός, η ξενοφοβία,το μίσος, η απάθεια, το δολοφονικό ένστικτο, η κτηνωδία, ναί ΕΜΕΙΣ είμαστε το άλλο άκρο!!!

Η αντιφασιστική πορεία που διοργανώσαμε την  Παρασκευή 20/9 ήταν μια αχτίδα χαράς μέσα στους ζοφερούς καιρούς που ζούμε. Αν και οργανώθηκε την τελευταία στιγμή, μάζεψε κόσμο (γύρω στα 250 άτομα), είχε παλμό, υπήρχε θετική ανταπόκριση όσων συναντήσαμε στο δρόμο. Οι κριτικές επίσης ήταν εποικοδομητικές και στην ουσία ανοίγουν τη συζήτηση. Τα συνθήματα που ακούστηκαν ήταν:

Καμία μα καμία ανοχή η σιωπή είναι συνενοχή, όχι άλλη ανοχή διαλύστε τώρα τη χρυσή αυγή, ούτε στη Χαλκίδα ούτε πουθενά τσακίστε τους φασίστες σε κάθε γειτονιά, μπάτσοι tv νεοναζί όλα τα καθάρματα δουλεύουνε μαζί, χτυπάνε το λαό χτυπάνε τους εργάτες και στη χρυσή αυγή κάνουνε τις πλάτες, δεν έχουμε καμιά αμφιβολία η χρυσή αυγή είναι συμμορία, όταν χρυσαυγίτες σκοτώσουν τα παιδιά σας τότε θα βγείτε απ’ τα κλουβιά σας, στο δρόμο στο δρόμο να σπάσουμε τον τρόμο, η αλληλεγγύη το όπλο των λαών πόλεμό στον πόλεμο των εθνικιστών, πογκρόμ στους μετανάστες και τρομοκρατία η χρυσή αυγή είναι συμμορία, και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει μπάτσοι χρυσαυγίτες δολοφόνοι…..

Η πορεία είχε διπλό στόχο: κατά πρώτο λόγο τους φασίστες  και κατά δεύτερο την κατάληψη της Περιφέρειας ως κάτι ελπιδοφόρο μέσα στην πόλη.  Απόφασίσαμε δηλαδή ότι η κατάληψη της Περιφέρειας από σωματεία της πόλης πρέπει να υποστηριχτεί μέσα στη συγκυρία του αντιφασιστικού αγώνα γιατί είναι εστία αντίστασης και στην καπιταλιστική εξαθλίωση αλλά και στον φασισμό, όπως υποστήριξαν πολλοί εργαζόμενοι. Γι’ αυτό η πορεία κατέληξε  στην κατάληψη  όπου διαβάστηκε το κείμενό μας. Κατόπιν πέρασε από τις φυλακές και την κατάληψη του 1ου Λυκείου από τους μαθητές και επέστρεψε στη Γέφυρα.

Για εμάς η  καλύτερη απάντηση στους φασίστες είναι η ανένδοτη στάση απέναντί τους και η  κλιμάκωση των αγώνων. Γι’ αυτό τονίζουμε τις έννοιες της αλληλεγγύης και της αυτοδιαχείρισης.  Γιατί  η αυτοδιαχείριση (όπως επίσης η άμεση δημοκρατία, η αυτονομία) είναι η ριζοσπαστική πρόταση που αναδύεται αυθόρμητα παγκοσμίως ενάντια στην καπιταλιστική εξαθλίωση. Είναι όμως και η κατεξοχήν αντιφασιστική και αντιεθνικιστική πρόταση, ο κατεξοχήν εχθρός της ολιγαρχικής ή ολοκληρωτικής άποψης γιατί βασίζεται στην απουσία ιεραρχιών, την ισότητα, την αλληλεγγύη, τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Οπότε πρέπει ως αντιφασίστες να αρχίσουμε να μιλάμε και για αυτά. Ίσως μια αποτυχία του αντιφασισμού να είναι και η προσκόλλησή του στο σκέτο και στείρο αντί. Δεν  αρνούμαστε την αναγκαιότητά του  όμως πρέπει να πάμε  παραπέρα. Γι’ αυτά όμως θα μιλήσουμε άλλη φορά.

Αυτό  που μας καίει τώρα είναι η ντροπή που νιώθουμε μέσα στην πόλη που ζούμε. Η ντροπή του να λεγόμαστε χαλκιδέοι. Να ζούμε μέσα σε μια πόλη η οποία είναι συνένοχη επειδή γνώριζε και έκανε πως δεν έβλεπε. Κι ακόμη χειρότερα, για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία, μια πόλη που κατάφερε να έχει και βουλευτή ναζιστή.

Όλοι γνώριζαν την ανοχή των μπάτσων στο μαγαζάκι που είχαν ανοίξει οι φασίστες στην απέναντι γωνία. Όλη η πόλη τους έβλεπε με κράνη, ρόπαλα και ασπίδες να ‘’φυλάνε’’ την τρώγλη τους. Όλη η πόλη τους έβλεπε να κυκλοφορούν με την εμετική τους στολή στους δρόμους. Πόσοι δεν πήραν φοβισμένοι τη σκατοφυλλάδα τους αντί να τους την πετάξουν στα μούτρα; Πόσοι δεν μας είπαν ότι υπερβάλλουμε; Πόσοι δεν έκαναν ΤΙΠΟΤΑ άλλο από το να φλυαρούν πίνοντας καφέ ‘’κατά’’ των φασιστών κι όταν εμφανιζόταν κανένα παιδοβούβαλο ….μόκο; (Κι όμως το γελοίο της υπόθεσης είναι ότι οι φασίστες ήταν και είναι περισσότερο φοβισμένοι. Τους το αποδείξαμε εξάλλου κάποιοι κατάμουτρα μέσα στην πόλη). Πόσοι δεν ήξεραν για τους εκβιασμούς σε επιχειρηματίες  και τη σχέση των χρυσαυγιτών με τον υπόκοσμο; Πόσοι δεν είπαν δε με νοιάζει για τους μετανάστες, να πάνε σπίτι τους.

ΠΟΣΟΙ  ΛΟΙΠΟΝ ΔΕΝ ΚΑΝΑΜΕ ΤΙΠΟΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΑΣ;  ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΟΙ, ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ.

Για τα τελευταία γεγονότα, σχετικά με το αστυνομικό κομμάτι θεωρούμε ότι  ενώ από τη μία αφορά αναδιευθετήσεις στο εσωτερικό της εξουσίας από την άλλη είναι αλήθεια ότι οι χρυσαυγίτες  όποτε εμείς καλούσαμε σε πορεία γέμιζαν τους δρόμους γύρω από το λημέρι τους με φουσκωτούς με κράνη, ρόπαλα και ασπίδες, έβγαζαν φωτογραφίες επιδεικτικά τον κόσμο που πέρναγε μπροστά τους (είτε πεζός είτε με το αυτοκίνητο), τραμπούκιζαν και πουλάγανε τσαμπουκά κι όλα αυτά πάντα υπό την παρουσία της αστυνομίας. Όπως τότε μετά την πορεία μας στην οποία είχαν έρθει αρκετοί πακιστανοί και ινδοί, που τους έδερναν και τους κυνηγούσαν καθώς τους πετύχαιναν να επιστρέφουν στα σπίτια τους. Η αστυνομία παρούσα μεν κοιτούσε τ’ άστρα δε. Βέβαια η κοινή δράση αστυνομίας/φασιστών  δεν σταμάτησε έξω από τα γραφεία τους. Όταν εισέβαλαν στο Βασιλικό και έσπασαν μαγαζιά μεταναστών, το έκαναν υπό την παρουσία της κοιμωμένης αστυνομίας όπως κατήγγειλαν κατόπιν ενώσεις μεταναστών. Βέβαια κανένας εισαγγελέας δεν άκουσε τίποτα και δεν διέταξε την παραμικρή έρευνα και όλοι συνεχίσαμε τον ύπνο μας. Και κάθε μέρα όλο και κάτι ακούγαμε, όλο και κάποιο τομάρι έλεγε καλά τους κάνουνε ή το ανεκδιήγητο, άλλα τομάρια να τολμάνε να λένε δημόσια εγώ είμαι χουντικός και η αγέλη να απαιτεί απλά και μόνο να αντιμετωπιστούν δημοκρατικά. Και τίποτα άλλο … ούτε κιχ. Και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, στην απόλυτη ντροπή, γιατί οι νεκροί είναι πολλοί και  αυτό το ποτάμι δεν γυρνάει πίσω. Είναι  τραγωδία με όλη την αρχαιοελληνική σημασία του όρου.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον όταν δεν υπάρχει πραγματική συνειδητοποίηση, έστω και την τελευταία στιγμή, υπάρχει έλλειψη αιδούς, τσίπας. Οι όψιμοι αντιφασίστες της δεξιάς αλλά και της αριστεράς (παρακολουθήσαμε ήδη την παρωδία μιας αντιφασιστικής εκδήλωσης στην πόλη), εκείνοι που ενώ το μακελειό συνέβαινε γύρω τους και ενώ το ήξεραν δεν έκαναν απολύτως μα απολύτως τίποτα, σήκωσαν δήθεν αντιφασιστικές παντιέρες μετά την τελευταία δολοφονία. Ευαισθητοποιήθηκαν….Δήθεν λέμε εμείς, είναι πολιτικάντηδες, θα έπρεπε πραγματικά να ντρέπονται με τη στάση τους γιατί είναι συνυπεύθυνοι. Κάνουν απλά σα να ξύπνησαν τώρα για να κρύψουν ότι όλο αυτό τον καιρό κοιμούνταν. Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι η αλλαγή τους ταυτίζεται με την αλλαγή τροπαρίου των καναλιών. Τα Μέσα Μαζικής Εξαθλίωσης αφού προέβαλαν με κάθε τρόπο τους χρυσαυγίτες κι αφού από καιρό τα ίδια έχουν μεταβληθεί σε άκρως ρατσιστικούς, εθνικιστικούς, φασιστικούς, αντισημιτικούς προμαχώνες, πέφτουν τώρα από τα σύννεφα. Αηδία! Είναι συνένοχοι γιατί προέβαλαν ανοικτά τη συμμορία του Μιχαλολιάκου και την προωθούσαν με τον γλοιωδέστερο τρόπο. Ο ‘’αντιφασιστικός’’ τους αγώνας είναι ευκαιριακός, υποκριτικός, έτσι ενεργούν χρόνια τώρα, χωρίς αιδώ, σα να μην τους βλέπουμε. Μάλλον επειδή συνεχίζουμε να τους βλέπουμε.

Κυρίως όμως πρέπει να ξεσκεπαστεί  η εμετική προβιά του ‘’δημοκρατικού’’ κράτους που μας κυβερνά.  Το Κράτος έθρεψε τους φασίστες και συγκεκριμένα το κράτος της δεξιάς που κυβερνάει. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα είναι πολιτική δολοφονία της δεξιάς και είναι επανάληψη αυτού που έκανε πάντα η δεξιά σε αυτόν τον τόπο όταν στριμωχνόταν στον τοίχο: δολοφονίες. Τα φασιστόμουτρα  που κυβερνούν, σαν το Σαμαρά, τον Δένδια, τον Πλεύρη, τον Βορίδη, τον Γεωργιάδη είναι η καλύτερη απόδειξη της υποκρισίας τους. Όλοι τους, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σχετίζονται με τα χουντικά και ναζιστικά αποβράσματα. Γι’ αυτό δεν πρέπει να έχουμε καμία εμπιστοσύνη σε αυτούς και όσους τους συναναστρέφονται.

Πρέπει να αναλάβουμε συλλογικά δράση. Η δράση όμως απαιτεί οργάνωση. Γι’ αυτό επιμένουμε στην έννοια της αυτοδιαχείρισης/αυτοδιεύθυνσης και της αλληλεγγύης μεταξύ μας. Δεν θα επεκταθούμε όμως άλλο επί του παρόντος.

Νομίζουμε ότι αυτό που πρέπει να κάνουμε στην παρούσα φάση  σε σχέση με τους φασίστες στην πόλη, είναι ένας γενικός ξεσηκωμός εναντίον της χρυσής αυγής που θα βάζει έστω και τώρα, έστω μετά από τόσες και τόσες δολοφονίες ένα όριο στον κοινωνικό πάτο που έχουμε φτάσει και θα λέει (αλλά και θα προσπαθεί να το κάνει πράξη) :

ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ  –  Π Ο Τ Ε   Ξ Α Ν Α  –  ΝΑ ΚΛΕΙΣΟΥΝ ΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ   ΓΙΑ  Π Α Ν Τ Α!

Την Πέμπτη καλούμε σε πορεία με αυτό το σύνθημα. Όσο περισσότεροι τόσο το καλύτερο………

ΟΥΛΑΛΟΥΜ

Για να μην ξεχνάμε… πού και πώς “εκκολάφθηκε το αυγό του φιδιού”: Φράουλες, αίμα, χρήμα και κοινωνικός εκφασισμός

της Μαρίας Γερογιάννη
  • Φαινόμενα φασιστικής και ρατσιστικής βίας κατά μεταναστών καταγράφονται στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1990.
  • Η δουλεία στη Νέα Μανωλάδα είναι μια παλιά ιστορία με πολύ χρήμα και την ανοχή μας τοπικής κοινωνίας που σωπαίνει συνένοχα.
Ο εκφασισμός κομματιών της κοινωνίας προηγείται της εκλογικής επέλασης της Χ.Α. καθώς εδώ και χρόνια, κυρίως στην επαρχία, είναι κοινό μυστικό η άγρια εκμετάλλευση και η άσκηση σωματικής και ψυχικής βίας στους μετανάστες που από τη δεκαετία του 1990 άρχισαν να φτάνουν στον «ελληνικό παράδεισο».


Από τότε, καταγράφηκαν περιστατικά δολοφονίας μεταναστών εργατών επειδή ζήτησαν τα δεδουλευμένα, όπως στην περίπτωση πατατοπαραγωγού στη Βόρειο Ελλάδα που εκτέλεσε εν ψυχρώ τον 20χρονο εργάτη γης από την Αλβανία που απασχολούσε όταν εκείνος ζήτησε να πληρωθεί. Δεκάδες οι εξαφανίσεις και οι ξυλοδαρμοί στις αγροτικές περιοχές από τότε έως σήμερα, ενώ στην καλύτερη περίπτωση οι μεγαλοαγρότες αφού απομυζούν τους μετανάστες, στη συνέχεια τους καταδίδουν στην αστυνομία για να απελαθούν και να γλυτώσουν τα μεροκάματα.

Το φαινόμενο του κοινωνικού ρατσισμού και της φασιστικής νοοτροπίας υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια στη Νέα Μανωλάδα της Ηλείας που πάλι ήρθε στο προσκήνιο με αφορμή τον τραυματισμό 33 μεταναστών από τους μπράβους ενός μεγαλοτσιφλικά της περιοχής.
Ωστόσο, δεν είναι η πρώτη φορά που η συγκεκριμένη περιοχή βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας εξαιτίας της κακομεταχείρισης μεταναστών εργατών.
Το 2009 δύο κτηνοτρόφοι της περιοχής, ξυλοκόπησαν άγρια δύο μετανάστες από το Μπαγκλαντές και τους έσυραν στους δρόμους του χωριού με το τρίκυκλό τους. Τον περασμένο Αύγουστο εξάλλου, δύο ντόπιοι επιστάτες βασάνισαν άγρια έναν 22χρονο εργάτη γης από την Αίγυπτο και τον έσυραν 400 μέτρα χτυπημένο και με το κεφάλι σφηνωμένο στο παρμπρίζ αγροτικού αυτοκινήτου.
Η συνένοχη σιωπή της τοπικής κοινωνίας που ενισχύει ο φόβος απέναντι στη μαφία της φράουλας που λυμαίνεται την περιοχή, κρατά στο σκοτάδι δεκάδες άλλα περιστατικά βασανισμού και τρομοκρατίας με θύματα μετανάστες. Η μαφία της φράουλας λειτουργεί ανεξέλεγκτα και έχει φτάσει σε σημείο πριν λίγα χρόνια να τρομοκρατεί μέχρι και δημοσιογράφους που τόλμησαν να πάνε να διερευνήσουν τις συνθήκες εργασίας και διαμονής των μεταναστών.
Οι μεγαλοτσιφλικάδες, χρόνια τώρα, χρησιμοποιούν το δουλεμπόριο ανθρώπων προκειμένου να εξασφαλίσουν φτηνά εργατικά χέρια στα φραουλοχώραφα όπου απασχολούνται περισσότεροι από 5.000 μετανάστες από το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν, την Αίγυπτο, αλλά και Ρομά από βαλκανικές χώρες σε συνθήκες δουλείας.
Οι μετανάστες ζουν μέσα στα κτήματα των τσιφλικάδων και είναι στην απόλυτη κυριότητά τους. Στοιβάζονται σε παραπήγματα και παράγκες με πλαστικό αντί για τοίχο, όπου κοιμούνται ομαδικά σε ράντζα. Δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο και τρεχούμενο νερό και πλένονται με νερό από γεώτρηση, ενώ δουλεύουν από το χάραμα έως το βράδυ στα χωράφια.
Τα μεροκάματα στα σκλαβοπάζαρα της Μανωλάδας είναι σήμερα 20 ευρώ, ενώ ήταν 8-12 ευρώ έως πριν πέντε χρόνια. Τότε, οι βούλγαροι εργάτες γης που απασχολούνταν στις καλλιέργειες φράουλας, μην αντέχοντας άλλο, προχώρησαν σε απεργία. Προκειμένου να μην γίνει η συλλογή της σοδειάς οι τσιφλικάδες αναγκάστηκαν να δώσουν αύξηση, αλλά εκδικήθηκαν με μπαράζ ξυλοδαρμών και βασανισμών μεταναστών.
Το “αυγό του φιδιού” έχει σπάσει προ καιρού
Όπως συνήθως, οι μεγαλοκτηματίες δεν πλήρωσαν και τώρα τους 200 εργάτες από το Μπαγκλαντές που έκαναν συγκέντρωση ζητώντας δεδουλευμένα έξι μηνών. Την απάντηση την έδωσαν οι επιστάτες–μπράβοι ανοίγοντας πυρ εναντίον τους, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν ελαφρά 29 και βαριά τέσσερις μετανάστες.
Λίγες ημέρες μετά το συμβάν, επιστάτες άλλου παραγωγού μαχαιρώνουν δύο μετανάστες που επίσης ζήτησαν δεδουλευμένα μεροκάματα οκτώ μηνών.
Μπάτσοι, εισαγγελείς και δικαστές κάνουν το κορόιδο και διευκολύνουν τους φίλους τους έχοντες και κατέχοντες, ο δήμαρχος ειρωνεύεται υποκρινόμενος πως δεν ξέρει τι γίνεται τόσα χρόνια στο χωριό του, η κοινωνία σιωπά και η μαφία της φράουλας συνεχίζει ανενόχλητη να πλουτίζει και να τρομοκρατεί.
Ρεσιτάλ υποκρισίας δίνει η τρικομματική συμμορία της εξουσίας, με τον Δένδια να εξαντλεί τον ανθρωπισμό του επισκεπτόμενος την περιοχή, ενώ η αριστερά διαμαρτύρεται και καταγγέλλει αλλά όχι με ιδιαίτερο πάθος (ενδεικτική η περίπτωση βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ που ουσιαστικά προσπάθησε να παρουσιάσει το γεγονός ως μεμονωμένο φαινόμενο εκμετάλλευσης και ρατσισμού).
Η άγρια εκμετάλλευση που βιώνει το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας στην Ελλάδα της κρίσης, μετατρέπεται σε εφιάλτη για τους μετανάστες που υποχρεώνονται να επιβιώνουν σε συνθήκες δουλείας που προσομοιάζουν με αυτές που επικρατούσαν κάποτε στον αμερικάνικο νότο.
Αν η κοινωνία δεν μπει εμπόδιο στην έφοδο των υπανθρώπων που πλουτίζουν πατώντας πάνω στη ζωή και την αξιοπρέπεια ανθρώπων που έχουν ανάγκη, τότε το παιχνίδι χάθηκε για πάντα και για όλους γιατί σημαίνει ότι το αυγό του φιδιού που έχει σπάσει προ καιρού σκόρπισε για τα καλά το δηλητήριό του.
Από το 11ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας Δράση

Θεοχάρης Παπαδόπουλος, Παύλος Φύσσας

 

Ήταν ο Παύλος Φύσσας.

Θα μπορούσε να ήταν το παιδί σου

θα μπορούσε να ήταν ο αδελφός σου

θα μπορούσα να ήμουν εγώ

εγώ, που σου μιλώ αυτή την ώρα.

Θέλω να πω πολλά

κι η οργή μ’ εμποδίζει.

Μερικές φορές

η ποίηση γίνεται δράση.

Γιατί εκείνος που σκότωσε

θα ξανασκοτώσει

έναν ακόμα Παύλο Φύσσα,

που θα μπορούσε να είναι το παιδί σου,

που θα μπορούσε να είναι ο αδελφός σου,

που θα μπορούσε να είσαι εσύ,

εσύ, που με ακούς αυτή την ώρα.

 

Αναδημοσίευση από: http://tokoskino.wordpress.com/2013/09/20/%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CF%87%CE%AC%CF%81%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%B4%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%8D%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CF%86%CF%8D%CF%83%CF%83%CE%B1%CF%82/

 

Αντιφασιστικη Πορεία στη Χαλκίδα

fyssas

Παύλος Φύσσας 34 ετών νεκρός από μαχαίρι χρυσαυγίτη

Πρέπει με λόγια και πράξεις να πούμε ΦΤΑΝΕΙ!

 

Μέσα στο περιβάλλον της λεηλατημένης μας ζωής πρέπει να θέσουμε ένα όριο αξιοπρέπειας και να πούμε ‘’όχι στους φασίστες και τους ναζιστές, έξω η χρυσή αυγή από την Χαλκίδα’’. Δεν είναι λύση το να πλακώνεις μετανάστες στο ξύλο και ούτε βέβαια να σκοτώνεις όποιον δεν σου αρέσει. Είναι ένδειξη απανθρωπιάς και μας στιγματίζει ως κοινωνία όσο συνεχίζουμε να παρακολουθούμε απαθείς. Η σιωπή είναι συνενοχή. Το κυνήγι και οι δολοφονικές επιδρομές εναντίον μεταναστών, προσφύγων, αλλοεθνών, ομοφυλοφίλων, ρομά, γυναικών, είναι η ντροπή της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούμε. Είναι ντροπή γιατί ενώ συμβαίνουν στη διπλανή πόρτα, δρόμο, χωριό, κάνουμε σα να μην συμβαίνει τίποτα. Σα να μη μας αφορά.

Η χρυσή αυγή, μια ομάδα περιθωριακών νεοναζί, όπου τα περισσότερα μέλη της έχουν καταδικαστικές αποφάσεις (και φυσικά στενές σχέσεις με τον υπόκοσμο) κατάφερε να επιβιώσει από την δεκαετία του ‘80 μέχρι σήμερα και να αποτελεί πια κοινοβουλευτικό κόμμα επειδή πάντα δρούσε με τις πλάτες των δικαστών, της αστυνομίας, των μέσων μαζικής προπαγάνδας και των φανατικών φονταμενταλιστών της ορθόδοξης εκκλησίας. Στη σημερινή συγκυρία η ύπαρξή της εξυπηρετεί τις βρώμικες δουλειές του Κράτους. Το Κράτος  συντηρεί μέσα στην κοινωνία τέτοιου είδους ιδέες και πεποιθήσεις προκειμένου να σπείρει τον φόβο, να καλλιεργήσει την αδράνεια αλλά και να ελέγξει τις αντιστάσεις.

Ως αντιφασίστες/στριες δεν έχουμε καμιά αυταπάτη ότι το φαινόμενο του ρατσισμού-φασισμού μπορεί να καταπολεμηθεί μέσα στα έδρανα της βουλής (μέχρι στιγμής εξάλλου όλοι εκεί μέσα έκαναν τα στραβά μάτια), γιατί ο φασισμός δεν περιορίζεται με νόμους, αφού προσπαθεί με τη βία και τον αυταρχισμό να γίνει ο ίδιος νόμος, στο δρόμο και παντού. Άρα ο αγώνας πρέπει να είναι πραγματικά πολύπλευρος: από τον μαχητικό αντιφασισμό (δηλαδή την ανένδοτη αντιμετώπιση τους στον δρόμο όπου τραμπουκίζουν και δολοφονούν)  και  τη διάδοση της ελευθεριακής κουλτούρας μέχρι την καθημερινή στάση του καθενός.

Απέναντι στον κοινωνικό κανιβαλισμό που προτείνουν ως δήθεν λύση για την κρίση οι φασίστες εμείς προτείνουμε την αλληλεγγύη των από τα κάτω.  Οι έννοιες και οι πρακτικές που μπορούν να μας ενώσουν είναι εκείνες της αλληλεγγύης και της αυτοδιαχείρισης σε κάθε τομέα και όπου αυτό είναι εφικτό. Να δημιουργήσουμε δηλαδή και να βοηθήσουμε να εξαπλωθούν αντιιεραρχικοί θεσμοί αυτοοργάνωσης παντού, έξω από την κρατική και κομματική κηδεμονία. Να αρχίσουμε να εγκαταλείπουμε τη λογική της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης σε άλλους των ευθυνών και να διεκδικήσουμε ισότιμα τον δημόσιο χώρο και την ελεύθερη πρόσβαση όλων στα κοινά. Ένα δημόσιο χώρο που θα προωθεί τη συλλογικοποιήση των αντιστάσεων και θα στοχεύει στην ουσιαστική ενεργοποίηση της καθεμιάς και του καθενός, δημιουργώντας αυτοδιαχειριζόμενες δομές παντού : καταλήψεις εργασιακών και δημόσιων χώρων, συνελεύσεις γειτονιάς, αυτοδιαχειριζόμενες συλλογικότητες , σωματεία βάσης, συνεργατικές αυτοδιαχείρισης του ζητήματος της τροφής.

Έφτασε ο καιρός να δημιουργήσουμε ένα κίνημα που θα ενώνει στον ίδιο αγώνα εκείνους που απηυδισμένοι από τις εξουσιαστικές πολιτικές της αριστεράς και της δεξιάς, συνειδητοποιούν ότι είναι καιρός να αντιπαραθέσουν σε μια διεφθαρμένη κοινοβουλευτική/καπιταλιστική ολιγαρχία και στα εγκληματικά της τσιράκια την αυτοδιεύθυνση της κοινωνίας, δηλαδή την αυτοδιαχείριση  των μέσων παραγωγής και ολόκληρης της ζωής μας. Είναι ρεαλιστικό αρκεί να το θελήσουμε…

 

Η ΣΙΩΠΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΝΟΧΗ

ΚΑΜΙΑ ΑΝΟΧΗ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΝΑΖΙ

ΕΞΩ Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ

 

 

 

Αντιφασιστική Πορεία στην Χαλκίδα

oso

Παύλος Φύσσας 34 ετών νεκρός από μαχαίρι χρυσαυγίτη 
Η σιωπή είναι συνενοχή!

ΚΑΛΕΣΜΑ ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΧΑΛΚΙΔΑ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20/9
ΩΡΑ 19:00

ΠΡΟΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΓΕΦΥΡΑ 

ΟΥΛΑΛΟΥΜ – D.I.Y Music Movement – ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ

ΤΣΙΡΙΤΣΑΝΤΣΟΥΛΕΣ – ”Πέρσες” του Αισχύλου

Ο Τσίρι θίασος μετά τη «Νύχτα Των Παλιάτσων» περιοδεύει με την αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία, το αντιπολεμικό αριστούργημα του Αισχύλου «Πέρσες». Η φθινοπωρινή περιοδεία των ”Περσών” ξεκινά από τη Χαλκίδα: Τετάρτη 18 Σεπτέμβρη στις 21.00 στο Θέατρο Π.Κωτσόπουλου (Μέσα Παναγίτσα) Σουβάλα.

ueatro1

Oι Τσιριτσάντσουλες δεν είναι μια ομάδα. Είναι φιλοσοφία ζωής. Είναι τρόπος επιβίωσης, δημιουργίας, επικοινωνίας ή ακόμα και φυγής. Είναι τρόπος αντίστασης και καταγγελίας. Mε άλλα λόγια είναι ένας αυτοοργανωμένος χωροχρόνος, στον οποίο συναντιόμαστε διάφοροι περιφερόμενοι καλλιτέχνες, τρελοί ή φρόνιμοι.

 

Παίζουν: 

Ηλίας ΦαχίδηςΝτίνα ΜαυρίδουΚώστας ΣκύλοςΜαρίνος Μουζάκης

Συντελεστές:

Μετάφραση: Λέλια Παντελόγλου

Σκηνοθεσία – μουσική: Μαρίνος Μουζάκης

Σκηνικά – κοστούμια – μάσκες – φιγούρες: Μαρία Μαρκοπούλου, Χριστίνα Χριστοδούλου

Οργάνωση παραγωγής: Ηρώ Κατσιφλώρου

Βοηθός σκηνοθέτη: Ντίνα Μαυρίδου

Κατασκευές: Κώστας Βαλατσός

 

Υπόθεση:

Ο Ξέρξης, βασιλιάς της Περσίας, έχει εκστρατεύσει για να κατακτήσει την Ελλάδα, με έναν πολυάριθμο στρατό απ’ όλη την επικράτεια της Περσικής Αυτοκρατορίας. Στα Σούσα οι γέροντες Πέρσες περιμένουν νέα από την εκστρατεία εδώ και καιρό και η ανησυχία τους κορυφώνεται όταν η Άτοσσα, μητέρα του Ξέρξη και βασίλισσα, βλέπει ένα άσχημο όνειρο αλλά και έναν κακό οιωνό. Πραγματικά, τα νέα που καταφθάνουν λίγο αργότερα, περιγράφουν την τρομερή καταστροφή που υπέστη το ναυτικό των Περσών στην ναυμαχία της Σαλαμίνας και την άτακτη φυγή όλου του στρατού των Περσών. Τα δεινά του πολέμου που προκαλεί η ανθρώπινη αλαζονεία πέφτουν πάνω στην αυτοκρατορία και όλη η χώρα βυθίζεται στο πένθος…

Για την παράσταση:

Οι Πέρσες του Αισχύλου, το αντιπολεμικό αυτό αριστούργημα του κλασικού ποιητή, αποτελεί την αρχαιότερη τραγωδία που σώζεται ολόκληρη. Η δραματουργική δομή της είναι σε «πρώιμο» στάδιο, σχεδόν «πρωτόγονη» και άρα πιο κοντά στη Διονυσιακή παράδοση πάνω στην οποία βασίστηκε το θεατρικό αυτό είδος. Από αυτήν ακριβώς την πρώιμη μορφή δραματουργίας ξεπηδά και η δύναμη, η ζωντάνια και η θεατρική συνθήκη που δίνει στο θίασό μας την ευκαιρία να ασχοληθεί για πρώτη φορά με μια τραγωδία.

Το έργο γράφτηκε κατά παραγγελία 7 χρόνια μετά την νίκη των Ελλήνων κατά των Περσών (472 π.Χ.), για τους εορτασμούς της επετείου της ναυμαχίας της Σαλαμίνας. Ο Αισχύλος αντί να υπερτονίσει την ηρωική διάσταση της ελληνικής νίκης, παρουσιάζει την τραγωδία των Περσών και χωρίς να αναφέρει ούτε ένα όνομα ελληνικό, ξεδιπλώνει το βάθος του πόνου και της καταστροφής που ένας πόλεμος προκαλεί στους λαούς, δίνοντας στο έργο έναν πιο οικουμενικό και διαχρονικό λόγο πάνω σε θέματα όπως η αλαζονεία, η ύβρις και η τυφλή παράνοια της εξουσίας, αλλά κυρίως η τιμωρία που η μοίρα επιφυλάσσει σε τέτοιου είδους «παραπτώματα».

Το έργο διαδραματίζεται στα Σούσα, την πρωτεύουσα της περσικής αυτοκρατορίας κατά την εποχή του Αισχύλου, γεγονός που δίνει έναν σκηνικά ασυνήθιστο, εξωτικό χαρακτήρα σε αυτήν την τραγωδία. Άλλο ένα στοιχείο που προκαλεί έκπληξη είναι η σκηνή της νεκρανάστασης του Δαρείου (αφού τέτοιου είδους καρναβαλικές και μυστικιστικές σκηνές δεν τις συναντάμε σε άλλα κατοπινά έργα της κλασικής περιόδου), αλλά και η είσοδος στη σκηνή του εξευτελισμένου, κουρελή και σχεδόν μισότρελου μονάρχη Ξέρξη, μετά τη συντριβή του στην Αθήνα.

Όλα αυτά τα στοιχεία όπως και ο ποιητικός – φιλοσοφικός αντιπολεμικός λόγος του Αισχύλου, είναι που μας δίνουν την πρώτη ύλη για να δώσουμε στους «Πέρσες» τον χαρακτήρα που η τραγωδία είχε από τη γέννησή της. Ένα λαϊκό θέατρο ποιότητας, που αφορούσε όλη την κοινωνία (ή σχεδόν όλη!!!) και αποτελούσε μέσο για την πνευματική άσκηση και αφορμή για τον κοινωνικό διάλογο, βασικά συστατικά για μια ποιοτική δημοκρατία, οπαδός και αγωνιστής της οποίας υπήρξε ο Αισχύλος…

Κάναμε δική μας μετάφραση με τη σκέψη να εξυπηρετήσουμε αυτήν τη σκηνοθετική προσέγγιση, μέσα από έναν λόγο απλό, στην καθομιλουμένη δημοτική, που θα αναδεικνύει όμως όλες τις εικόνες αλλά και θα εκθέτει με τρόπο κατανοητό τις φιλοσοφικές αναζητήσεις που θέτει ο ποιητής με αυτό το έργο.

Η μουσική είναι ζωντανή και γράφτηκε πάνω στις φόρμες  τις βαθιάς ανατολής όπου και ξετυλίγεται η σκηνική δράση. Τη συνθέσαμε με γνώμονα την ανάδειξη των νοημάτων του κειμένου, σκαλίζοντας ρυθμούς και μελωδίες με καταγωγές «αρχέγονες».

Άλλα εργαλεία μας για την κατασκευή αυτής της παράστασης είναι τα ίδια πάντα εργαλεία που σου προσφέρει το παγκόσμιο λαϊκό θέατρο όπως η μάσκα, η φιγούρα του θεάτρου σκιών, ο χορός και το τραγούδι…

Κορνήλιος Καστοριάδης: Οι Μύθοι Της Παράδοσής Μας

Τι σημαίνει το γεγονός ότι διερωτώμεθα για τη σχέση μας με την παράδοση; Ότι κατά κάποιον τρόπο έχουμε βγει απ’ την παράδοση. Αυτό το καταλαβαίνουμε πρώτα-πρώτα εμπειρικά. Οι φυλές και οι λαοί που έχουν μείνει κλεισμένοι μέσα στην παράδοσή τους δεν βλέπουν καν την παράδοση σαν παράδοση: ζουν μέσα σε αυτήν και θεωρούν την παρούσα ζωή τους σαν συνέχεια ενός αμετάβλητου τρόπου ζωής. Και μπορούμε να το καταλάβουμε και λογικά: για να διερωτηθούμε για τη σχέση μας με την παράδοση πρέπει η σχέση αυτή να έχει γίνει, περισσότερο ή λιγότερο προβληματική, πρέπει να έχει δημιουργηθεί μια απόσταση απ’ την παράδοση. Απόσταση δεν σημαίνει απεμπόληση ή λησμονιά. Σημαίνει και άλλου είδους παρουσία και άλλου είδους σχέση. Μια σύντομη ανασκόπηση της ανθρώπινης ιστορίας μας δείχνει ακριβώς δυο κύριους τύπους σχέσης με την παράδοση.

Ο πρώτος που ασφαλώς πρέπει να ήταν και μόνος για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια μέχρι την 1η χιλιετία πΧ, είναι ο τύπος των αρχαϊκών (ή πρωτόγονων ή αγρίων) κοινωνιών. Αν στηριχτούμε στη γνώση που έχουμε για τέτοιου τύπου κοινωνίες από την εθνολογία (που τις μελέτησε τους δυο τελευταίους αιώνες), θα συνάγουμε ότι σε αυτές τις κοινωνίες, τρόπος ζωής, έθιμα, οργάνωση, τεχνική, διαβιβάζονται σχεδόν αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά. Ανεπαίσθητες αλλοιώσεις βέβαια συνεχώς εμφανίζονται, αλλιώς δεν θα υπήρχε διάκριση ανάμεσα στις διάφορες ηωλιθικές, παλαιολιθικές και νεολιθικές εποχές. Αλλά οι κοινωνίες αυτές δεν έχουν συνείδηση αυτών των αλλοιώσεων. Πιστεύουν ότι από τότε που υπάρχει η φυλή τους, η ζωή τους και οι νόμοι τους έμειναν οι ίδιοι. Βέβαια από όσο ξέρουμε, όχι μόνο υπάρχει μια συνείδηση του χρόνου και της διαδοχής των γενεών, αλλά υπάρχει και μια μυθική παράσταση ενός πρώτου χρόνου ή «πρώτης στιγμής», στιγμής δημιουργίας και του κόσμου και της ίδιας της φυλής. Αυτή αποδίδεται σε έναν ή πολλούς θεούς και σε έναν ή πολλούς «ήρωες» ή προγόνους, που έθεσαν μια για πάντα τους νόμους, την τάξη και την οργάνωση του κόσμου και της φυλής. Οι δημιουργοί αυτοί, θείοι ή ανθρώπινοι, έχουν πάντως μια ιερή φύση που φυσικά μεταβιβάζουν και στα δημιουργήματά τους. Από αυτά απορρέει άμεσα ο ιερός χαρακτήρας των θεσμών της φυλής, που κάνει ιερόσυλη και βλάσφημη κάθε ιδέα μεταβολής τους. Οι θεσμοί, όπως ο τρόπος ζωής, είναι κυριολεκτικά καθιερωμένοι μια για πάντα λόγω της ιερής προέλευσής τους.

Η κλασσική εβραϊκή παράδοση που κληρονόμησε και ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ, παρ’ όλο που προέρχεται από μια κοινωνία που με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρχαϊκή, πρωτόγονη ή άγρια, προσφέρει μια τέλεια εικόνα αυτής της κατάστασης. Ο θεός δημιούργησε τον κόσμο και τους ανθρώπους, εδιάλεξε ανάμεσα σ’ αυτούς μια φυλή στην οποία μια σειρά από θεόπνευστους «ήρωες» -Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ και τελικά Μωυσής-παρουσίασαν τους νόμους του Θεού.

Αυτές οι κοινωνίες μπορούν να ονομαστούν ετερόνομες γιατί θεωρούν τους νόμους τους δοσμένους από κάποιον ανώτερο Άλλο και συνεπώς απαγορεύουν στον εαυτό τους οποιαδήποτε μεταβολή αυτών των νόμων. Από την σκοπιά όπου τοποθετηθήκαμε, η σχέση αυτών των κοινωνιών με την παράδοση μπορεί να ονομαστεί παθητική. Μια ιστορική στροφή, καλύτερα ρήξη, εμφανίζεται με την αρχαία Ελλάδα και ξανά μετά από πολλούς αιώνες στην δυτική Ευρώπη. και στις δυο αυτές περιπτώσεις η σχέση με την παράδοση αλλάζει και μπορεί να ονομαστεί ενεργητική. Η αλλαγή αυτή είναι φυσικά οργανικά συνδεδεμένη με αυτό που συνιστά την απόλυτη ιστορική ιδιομορφία της αρχαίας Ελλάδας, τη δημιουργία για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία μιας κίνησης προς την αυτονομία, δηλαδή την ελευθερία, σε σχεδόν όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, κατά πρώτο λόγο στην πολιτική με τη δημιουργία της δημοκρατίας και στη σκέψη με τη δημιουργία της φιλοσοφίας και της επιστήμης.

Η δημιουργία αυτή ισοδυναμεί βέβαια με μια ριζική ρήξη με την προηγούμενη κατάσταση πραγμάτων. Η Αθηναϊκή δημοκρατία, στην ουσία της, δεν έχει καμιά σχέση με τις ομηρικές ή μινωικές ή μυκηναϊκές βασιλείες όπως και η φιλοσοφία αναδύεται ως καταστροφή της μυθικής παράδοσης του κόσμου. Πχ και οι δυο πρώτοι ιστορικοί, ο Εκαταίος και ο Ηρόδοτος αρχίζουν τα συγγράμματα τους και τα δικαιολογούν με την βεβαίωση ότι αυτά που οι Έλληνες διηγούνται για το παρελθόν τους είναι παραμύθια. Εν τούτοις, αυτά με κανέναν τρόπο δεν σημαίνουν απεμπόληση ή λησμονιά της παράδοσης. Συμβαδίζουν με την διαμόρφωση μιας νέας σχέσης ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, που μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς με δυο λέξεις φαινομενικά αντιφατικές, σεβασμός και μεταμόρφωση. Η αντίφαση αίρεται άμα σκεφτούμε ότι σ’; αυτό το πεδίο σεβασμός δεν σημαίνει τυφλή λατρεία και παγωμένη συντήρηση, αλλά αναζωογόνηση του παρελθόντος μέσω της μεταμόρφωσης των στοιχείων του που έτσι γίνονται σημαντικά για το παρόν.

Θα προσπαθήσω να κάνω κατανοητό αυτό που θέλω να πω με παραδείγματα από τον χώρο της τέχνης και ιδιαίτερα αυτού που ονομάζουμε λογοτεχνία. Ξέρουμε ότι ο Όμηρος έμεινε πάντα ζωντανός στην κλασσική Ελλάδα, τα ομηρικά έπη τα τραγουδούσαν στις γιορτές και τα παιδιά τα μάθαιναν στο σχολείο. Ξέρουμε όμως επίσης ότι μετά τον Ησίοδο και το έπος και το χαρακτηριστικό του μέτρο, το δακτυλικό εξάμετρο, εξαφανίζονται και ότι οι καινούργιοι ποιητές, ο Αρχίλοχος, η Σαπφώ και αυτοί που ακολούθησαν, δημιουργούν νέα μέτρα, νέα θέματα, νέες μορφές ποίησης. Αυτό δεν εμπόδισε τους κλασσικούς φιλόσοφους, Πλάτωνα και Αριστοτέλη, να παραθέτουν τους ομηρικούς στίχους στα φιλοσοφικά τους κείμενα. Αλλά μόνο στην αλεξανδρινή εποχή, εποχή παρακμής, με τα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου του Ρόδιου, εμφανίζεται μια προσπάθεια μίμησης των ομηρικών επών, φυσικά με πολύ μέτρια αποτελέσματα.

Αλλά το πιο λαμπρό παράδειγμα αυτής της δημιουργικής μεταμόρφωσης της παράδοσης μας το δίνει η Αθηναϊκή τραγωδία και η σχέση της με την άλλη προαιώνια μεγάλη ελληνική δημιουργία, τον μύθο. Όλοι οι λαοί έχουν ωραίους μύθους, αλλά μόνο οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι είναι αληθινοί, μεστοί από ανθρωπολογικά και κοσμολογικά νοήματα, αληθινά που παρουσιάζονται με μυθική μορφή. Είναι φυσικά αδύνατο να ξέρουμε ως ποιό βαθμό αυτό το νόημα των μύθων σε όλη του την έκταση και την ένταση μπορούσαν να το αφομοιώσουν και να το οικειοποιηθούν οι Έλληνες, ας πούμε του 6ου πΧ αιώνα. Λογικό είναι να υποθέσουμε ότι τουλάχιστον ασυνείδητα και υπόγεια τους άγγιξε, αλλιώς και οι μύθοι ως μύθοι δεν θα είχαν διασωθεί. Αυτό που εμφατικά ξέρουμε είναι ότι η τραγωδία, που με μόνη εξαίρεση τους «Πέρσες» του Αισχύλου και την «Μιλήτου Άλωση» του Φρύνιχου έχει ως αποκλειστικό θέμα της τους μύθους, αφενός αναλαμβάνει αυτό το νόημα, το κάνει προσιτό σε όλους, το πλουτίζει, ασφαλώς το μεταμορφώνει και του δίνει μιας εκπληκτικής έντασης και ενάργειας παρουσίαση με την ενσάρκωσή του σε ανθρώπινους χαρακτήρες και λόγους, αφετέρου εκσυγχρονίζει τους μύθους, τους πλέκει με τα καινούργια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι του 5ου αιώνα.

Ταυτόχρονα βλέπουμε τους ποιητές να τροποποιούν και να πλουτίζουν την πλοκή των μύθων. Αναμφισβήτητη ένδειξη μας δίνει στην ποιητική του ο Αριστοτέλης, λέγοντας ότι η σημαντικότερη αρετή του τραγικού ποιητή είναι η μυθοσκοπία.
Θα έπρεπε να είχαμε το χρόνο να το δείξουμε αυτό πάνω σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Θα περιοριστώ να αναφέρω την «Ορέστεια» του Αισχύλου, τις τρεις θηβαϊκές τραγωδίες του Σοφοκλή («Οιδίπους τύραννος», «Οιδίπους επί Κολονώ», «Αντιγόνη») και τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη.. Συνοπτικά η τραγωδία ούτε επαναλαμβάνει το μύθο, ούτε τον χρησιμοποιεί σαν παθητικό υλικό. Στηρίζεται στις δυνατότητές του και δημιουργεί μια καινούργια μορφή τέχνης που της επιτρέπει, σε μια οργανική συνέχεια με το μύθο να παρουσιάσει καινούργια περιεχόμενα. Ανάλογες αναπτύξεις θα μπορούσε να κάνει κανείς για την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική ή τη ζωγραφική όσο την ξέρουμε από τα αγγεία.

Από αυτή τη σκοπιά, τη δημιουργία μιας καινούργιας σχέσης με την παράδοση, ο μόνος αληθινός κληρονόμος της αρχαίας Ελλάδας είναι η δυτική Ευρώπη. Χωρίς να μακρηγορήσω, θα υπενθυμίσω πόσο ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός, από τον 11ο αιώνα και πέρα, και υπήρξε επαναστατικά δημιουργός και διατήρησε μια γνήσια σχέση με την παράδοση που είχε πίσω του, είτε λαϊκή, είτε «καλλιεργημένη». Η παράδοση αυτή περιλαμβάνει βέβαια κατά πρώτο λόγο τη χριστιανική κληρονομιά και αργότερα την ελληνορωμαϊκή κληρονομιά. Και σ’; αυτήν την περίπτωση, μιλώντας πολύ σύντομα, θα πάρω για παράδειγμα την καταπληκτική εξέλιξη της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής που αρχίζει με μια εκκλησιαστική εικονογραφία, παραφυάδα της βυζαντινής και από τον Giotto και μετά παρουσιάζει μια ακατάπαυστη δημιουργική ανανέωση που όμως είναι ταυτόχρονα μια αδιάκοπη οργανική συνέχεια ως το 1950. Το ίδιο ισχύει και για την μουσική που βγαίνει και από την εκκλησιαστική ρίζα του γρηγοριανού άσματος και από την φολκλορική ρίζα λαϊκών μελωδών, ρυθμών και τρόπων. Η βαθειά σχέση μεγάλων μουσικών δημιουργών, όπως οι κλασσικοί Γερμανοί, ο Chpin, o Musorsgy, o Albeniz, μ’ αυτές τις ρίζες αλλά και η ικανότητά τους να μετουσιώνουν επαναστατικά τα στοιχεία της παράδοσης που χρησιμοποιούν είναι προφανείς. Το πιο έντονο παράδειγμα αυτής της σχέσης προσφέρει ίσως η δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφία η οποία, μέσα από τις συνεχείς τομές στην ιστορία της σκέψης που παρουσιάζει, εξελίσσεται πάνω σε ρητή αναφορά με την παράδοση της φιλοσοφικής θεολογίας του μεσαίωνα και της κλασσικής ελληνικής φιλοσοφίας.

Η περίπτωση της δυτικής Ευρώπης παίρνει για μας όλο το τραγικό της βάρος, αν την αντιπαραθέσουμε  μ’ αυτά που έγιναν ή δεν έγιναν στο ανατολικό μέρος της άλλοτε Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στο Βυζάντιο. Παρά το ότι το Βυζάντιο δεν υποχρεώθηκε να διασχίσει την περίοδο καθαρής βαρβαρότητας που υπέστη η δυτική Ευρώπη από τον 5ο ως τον 11ο αιώνα, ο πολιτισμός του μας δίνει στις μεγάλες του γραμμές μια στατική εικόνα απολιθωμένων μορφών. Η σχέση με την παράδοση εδώ είναι στείρα, μιμητική και επαναληπτική. Η ζωγραφική γίνεται μια εικονογραφία που πολύ γρήγορα φτάνει σε τυποποιημένες μορφές τις οποίες μετά απλώς επαναλαμβάνει μιμούμενη τον εαυτό της. Το ίδιο ισχύει και για την αρχιτεκτονική. Η τέχνη του λόγου μένει μια ισχνή και ανιαρή απομίμηση των αρχαίων προτύπων. Έξω από τη λαϊκή μουσική, που γι’; αυτή την περίοδο ελάχιστα ξέρουμε, η μουσική καθηλώνεται στο μονωδικό εκκλησιαστικό άσμα.

Δυο παραδείγματα μπορούν να συνοψίσουν τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή πολιτισμική κατάσταση. Οι Βυζαντινοί κληρονόμησαν ό,τι περίπου σώζεται και σήμερα από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Απ’ αυτούς την παίρνουν και την μεταφράζουν οι Άραβες και αργότερα οι δυτικοευρωπαίοι. Οι Άραβες, όχι μόνο σχολιάζουν τον Πλάτωνα και ιδίως τον Αριστοτέλη, αλλά μέσα απ’ αυτή την επαφή γεννούν τουλάχιστον δύο σημαντικούς φιλοσόφους, τον Αβικέννα και τον Αβερρόη.

Για τους δυτικοευρωπαίους, η «ανακάλυψη» των αρχαίων ελληνικών κειμένων δημιουργεί έναν εκρηκτικό συγκλονισμό που βρίσκει το πρώτο του κορύφωμα στην Αναγέννηση, αλλά που οι δονήσεις του δεν σταματούν, περιοδικά διαπιστώνεται κάτι σαν επιστροφή στους Έλληνες. Τώρα τι κάνουν οι Βυζαντινοί; Απλώς αντιγράφουν τα αρχαία χειρόγραφα και τους σχολιαστές τους και κάπου κάπου προσθέτουν και κανένα σχόλιο.

Το άλλο παράδειγμα είναι ο Γκρέκο. Παινευόμαστε και ξιπαζόμαστε με τον Γκρέκο χωρίς να καταλαβαίνουμε τι σημαίνει η περίπτωσή του. Ο Γκρέκο είναι βέβαια βαθειά ριζωμένος στην χριστιανική παράδοση και ξεκινάει από βυζαντινούς τύπους. Αλλά το πέρασμά του από τη Βενετία και η εγκατάστασή του στην Ισπανία τον αλλάζουν ριζικά. Η ζωγραφική του σαφώς μαρτυράει την προέλευσή του πχ σε παραλλαγές χρωματικής ή στην περίφημη επιμήκυνση των προσώπων και των σωμάτων. Αλλά τα αριστουργήματα της ισπανικής εποχής «Η ταφή του κόμητος Οργκάθ», «Οι απόψεις του Τολέδου», «Η κυρία με τη γούνα» είναι αδύνατα και αδιανόητα στο Βυζάντιο ή στη Κρήτη του 17ου αιώνα. Οι σημερινοί Βυζαντινο-κάπηλοί μας δεν στέκονται μια στιγμή να αναρωτηθούν γιατί ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος έπρεπε να εγκατασταθεί στην Ισπανία και να γίνει El Greco; Το Βυζάντιο και η εποχή της Τουρκοκρατίας μας προσφέρουν το παράδειγμα ενός μεταελληνικού πολιτισμού που έχει κάποια γνώση της αρχαιότητας σε σχέση με αυτήν, αλλά που μένει καθηλωμένη σε μια μιμητική, εξωτερική και άγονη σχέση με την παράδοση.

Τέλος έρχομαι στο σύγχρονο ελληνικό δράμα. Τα κεντρικά στοιχεία του ελληνικού δράματος είναι, από τη μια μεριά, η τριπλή αναφορά που περιέχει για μας η παράδοση: Αναφορά στους αρχαίους Έλληνες, αναφορά στο Βυζάντιο, αναφορά στη λαϊκή ζωή και κουλτούρα, όπως αυτή δημιουργήθηκε στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου και κάτω από την Τουρκοκρατία. Από την άλλη μεριά, η αντιφατική και, θα μπορούσε να πει κανείς, ψυχοπαθολογική σχέση μας με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, που περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι ο πολιτισμός αυτός έχει μπει εδώ και δεκαετίες σε μια φάση έντονης κρίσης και υποβόσκουσας αποσύνθεσης.

Η διπλή και ταυτόχρονη αναφορά στην αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο, που αποτέλεσε το επίσημο «πιστεύω» του νεοελληνικού κράτους και του πολιτιστικού κατεστημένου της χώρας οδήγησε και οδηγεί σε αδιέξοδο, κατά πρώτο και κύριο λόγο διότι οι δυο αυθεντίες που επικαλείται βρίσκονται σε διαμετρική αντίθεση μεταξύ τους. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ελευθερίας και αυτονομίας, που εκφράζεται στο πολιτικό επίπεδο στην πολιτεία ελεύθερων πολιτών που συλλογικά αυτοκυβερνώνται και στο πνευματικό επίπεδο με την ακατάπαυστη επαναστατική ανανέωση και αναζήτηση. Ο βυζαντινός πολιτισμός είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού. Στο Βυζάντιο δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά υπήκοοι του αυτοκράτορα, ούτε στοχαστές, μόνο σχολιαστές ιερών κειμένων. Η προσπάθεια συνδυασμού και συμφιλίωσής τους δεν μπορούσε παρά να νεκρώσει κάθε δημιουργική προσπάθεια και να οδηγήσει σε ένα στείρο σχολαστικισμό, όπως αυτός που χαρακτήριζε το πνευματικό κατεστημένο της χώρας επί ενάμιση σχεδόν αιώνα μετά την ανεξαρτησία και που επαναλάμβανε τα χειρότερα μιμητικά στοιχεία του Βυζαντίου. Καθ’ όσο ξέρω, είμαστε ο μόνος λαός με μεγάλο πολιτιστικό παρελθόν που πρόσφερε στον κόσμο το γελοίο και θλιβερό θέαμα προσπάθειας τεχνητής επαναφοράς της γλώσσας που μιλιόταν πριν από 25 αιώνες. Ούτε οι Ιταλοί προσπάθησαν να ξαναζωντανέψουν τα λατινικά, ούτε οι Ινδοί τα σανσκριτικά. Και είναι εξίσου χαρακτηριστικό ότι ενώ η Δυτική Ευρώπη, στους δυο περασμένους αιώνες γέννησε δεκάδες λαμπρούς ελληνιστές, μόνο τρία ονόματα έχουμε που μπορούν να σταθούν αχνά στο ίδιο επίπεδο με αυτούς: Τον Κοραή, τον Βερναρδάκη και τον Συκουτρή -τον οποίο Συκουτρή οδήγησε χαρακτηριστικά σε αυτοκτονία ο φθόνος και το μίσος των κηφήνων του εν Αθήνησι Πανεπιστημίου. Περηφανευόμαστε ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων, αλλά για να μάθουμε τι έλεγαν και τι ήταν οι αρχαίοι πρέπει να προσφύγουμε σε ξένες εκδόσεις και σε ξένες μελέτες.

Αυτή η ίδια στάση έκανε ασφαλώς επίσης αδύνατη τη γονιμοποίηση της λαϊκής παράδοσης και τη μεταφορά της στο χώρο της έντεχνης παιδείας, με εμφατική εξαίρεση την ποίηση. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο τεράστιος μουσικός πλούτος της λαϊκής μουσικής σε μελωδίες, ρυθμούς, κλίμακες και όργανα έμεινε νεκρός στα χέρια των νεοελλήνων συνθετών, όπως έμεινε άχρηστος και ο αρχιτεκτονικός και διακοσμητικός πλούτος της λαϊκής παράδοσης.

Τέλος, αυτή η αναφορά στα δύο μεγάλα παρελθόντα, με τον αποστειρωτικό τρόπο που ετέθη, είναι στη ρίζα της σχιζοφρενικής μας σχέσης με το δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, του συνδυασμού ενός κακομοιριασμένου αισθήματος κατωτερότητας και μιας ψωροπερήφανης και αστήρικτης αυθάδειας. Έτσι παίρνουμε από τους ξένους τις BMW, τις τηλεοράσεις, τα κατεψυγμένα, κλπ, κλπ, χωρίς να μιλήσω για τα πακέτα Ντελόρ και τους βρίζουμε για την υποδούλωσή τους στην τεχνική και στον ορθολογισμό τους. Πράγματα που η δύση βέβαια δεν περίμενε τους νεοφώτιστους ελληνορθόδοξους για να τα κριτικάρει και να τα καταγγείλει η ίδια και που δεν απαλείφονται με μια ετήσια εκδρομή στο Άγιο Όρος.

Φαντάζομαι ότι δεν περιμένετε από μένα να δώσω συνταγές για το πώς θα μπορούσαμε να υπερβούμε αυτή τη δραματική βουβαμάρα που πολιτισμικά μας χαρακτηρίζει σήμερα. Για ένα πράγμα είμαι βέβαιος: αυτό που από την ελληνική ιστορία διαδόθηκε, γονιμοποίησε τον κόσμο και παραμένει σημείο αναφοράς και πηγή έμπνευσης είναι η αρχαία ελληνική δημιουργία και η ανάδυση μέσα από αυτήν των ιδεών της αυτονομίας και της ελευθερίας. Αν η δυτική Ευρώπη μπόρεσε, με τη σειρά της, να μεγαλουργήσει κι αυτή επί δέκα σχεδόν αιώνες, είναι και διότι μπόρεσε να συγκροτήσει μέσα από τις δυο Αναγεννήσεις, την κλασσική εποχή, το διαφωτισμό και τις μετέπειτα εξελίξεις, μια σχέση δημιουργικού διαλόγου κι όχι μιμητικής επανάληψης με τα αρχαία ελληνικά σπέρματα. Για μας σήμερα, αν είμαστε ικανοί να τον συγκροτήσουμε, ένας τέτοιος διάλογος που προϋποθέτει και τη βαθειά γνώση και το σεβασμό της λαϊκής μας παράδοσης δεν μπορεί παρά να είναι διπλός: και με τους αρχαίους και με την τεράστια πολιτιστική κληρονομιά της δυτικής Ευρώπης. Όπως το ανέφερα ήδη, και αυτός ο δυτικός πολιτισμός περνάει σήμερα μια βαθειά κρίση που δεν ξέρουμε αν και πότε θα μπορέσουν οι δυτικοί λαοί να την ξεπεράσουν. Είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, στο ίδιο καράβι είμαστε μπαρκαρισμένοι κι εμείς και δεν εννοώ τις οικονομικές και διπλωματικές διασυνδέσεις. Αν μπορέσουμε να αφομοιώσουμε δημιουργικά τον απέραντο πολιτισμικό πλούτο που δημιούργησε η δύση -και που περιέχει έστω και ανεπαρκώς την αρχαία ελληνική αναφορά- θα μπορέσουμε ίσως να μιλήσουμε μια πραγματικά δική μας γλώσσα και να παίξουμε την παρτίδα μας σε μια νέα πολιτιστική συμφωνία. Αλλιώς θα εξακολουθήσουμε να βράζουμε στο ζουμί μας και να καλλιεργούμε την περιθωριακή μας ασημαντότητα.

Διάλεξη στον Τριπόταμο Τήνου στις 20/8/1994
Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 21/8/1994