ΟΥΤΕ ΘΕΟΣ ΟΥΤΕ ΓΟΝΙΔΙΟ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΟ ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

oytete

 

Το ζήτημα της επιστήμης, παραμένει ταμπού. Αφορά το επιστημονικό ιερατείο. Ακόμη και σήμερα κυριαρχεί η γνώμη ότι τα ζητήματα που εγείρει η ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης αφορούν τους ειδικούς επιστήμονες. Θεωρούμε λοιπόν, πολύ σημαντικό να ανοίξει η συζήτηση πέρα από τους χώρους της επιστημονικής εξειδίκευσης. Να απεγκλωβιστεί  από το κλειστό και περιχαρακωμένο περιβάλλον της επιστημολογίας, από το ιεραρχικά διαχωρισμένο πεδίο των ειδικών επιστημόνων. Πρώτη μας επιδίωξη, είναι να σπάσουμε την εξουσία της εξειδίκευσης, του φαντασιακού του επιστημονισμού, που πάνω κάτω λέει «μην ανησυχείτε το θέμα αφορά τους ειδικούς», «πρέπει να είσαι ειδικός για να αναφέρεσαι σε αυτά τα θέματα». Η αλήθεια είναι ότι καθένας μπορεί να διαμορφώσει άποψη, στηριζόμενος σε κοινά αποδεκτές επιστημονικές αποδείξεις.

Το ζήτημα της επιστήμης, δεν είναι μονοσήμαντο αλλά πολύπλοκο και εγγενώς αντιφατικό. Αφορά τη γνώση  και τη σχέση των ανθρώπινων κοινωνιών με τους εκάστοτε θεσμούς – φορείς της που την εφαρμόζουν. Είναι δηλαδή βασικά πολιτικό.

Η επιστήμη, η ιδέα της επίστημης, της επιστημονικής αλήθειας, αποτελούν θεμελιώδεις λίθους – μύθους του νεωτερικού οικοδομήματος και του καπιταλιστικού συστήματος.

Η νεώτερη εποχή εδραιώνεται πάνω στις ιδέες της ασταμάτητης προόδου (η οποία ταυτίζεται με την τεχνολογική ανάπτυξη ) και του ορθολογικού ελέγχου – κυριαρχίας πάνω στη φύση και την ανθρώπινη κοινωνία. Η επιστήμη της, δεν μπορούσε παρά να είναι ανάλογη: μαθηματικοποίηση – ποσοτικοποίηση του κόσμου, με στόχο την ορθολογική του κυριαρχία.

Σε μια πρώτη προσέγγιση πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σήμερα η επιστήμη πέρα από ισχυρός κοινωνικός θεσμός είναι και μια κυρίαρχη νομιμοποιητική σημασία. Μια σημασία ζωής. Ένα κυρίαρχο φαντασιακό που έχει μολύνει τα μυαλά (και όχι μόνο) των σημερινών κοινωνιών. Η εξουσία του ειδικού επιστήμονα είναι όχι μόνο αδιαμφησβήτητη αλλά και ζητείται επίμονα. Με αυτή την έννοια η τεχνοεπιστήμη έχει όντως αυτονομηθεί ως ισχυρός κυρίαρχος λόγος, έχει γίνει αυτοσκοπός εν πολλοίς ανεξέλεγκτος. Η θρησκειοποίησή της είναι χαρακτηριστικό της.

Σε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας κύριος θεσμός κοινωνικής νομιμοποίησης ήταν η εκκλησία. Στις δυτικές κοινωνίες εδώ και καιρό η επιστήμη διαδέχθηκε την εκκλησία, με νέους βέβαια όρους, ως κυρίαρχος νομιμοποιητικός λόγος.  Σχετικοποιώντας την πηγή του νοήματος και της σημασίας της ζωής, γκρεμίζοντας το θρησκευτικό ιερατείο από το θρόνο του, ανέλαβε να παίξει η ίδια το ρόλο του εγγυητή του νοήματος για τις ανθρώπινες κοινωνίες. Πίσω από την αντιμεταφυσική της κριτική όμως, υπέκρυπτε τις δικές της μεταφυσικές θεμελιώσεις.  Προήγαγε την εγκατάλειψη της θρησκείας, χάριν όμως ενός εξορθολογισμένου εργαλειακού Λόγου.  Ενός Λόγου που διεκδικούσε την παντογνωσία και την παντοδυναμία και εν τέλει την κυριαρχία επί παντός επιστητού.  Όταν λέμε ότι κάτι ΄΄το λέει η επιστήμη΄΄, είναι για να υποστηρίξουμε μια αδιασειστη αλήθεια.

Η Επιστήμη, ως Νέα Επιστήμη,  αναπτύχθηκε από τον 17ο αιώνα ως δραστηριότητα διαχωρισμένη, επιβάλλοντας τους δικούς της διαχωρισμούς, μονοπολώντας  το πεδίο της γνώσης. Από το ξεκίνημά της, ιδρύει μια εργαλειακή σχέση με την πραγματικότητα, στοχεύει στην ποσοτικοποίησή της, υποβιβάζοντας την σε κάτι μετρήσιμο. Αποτελεί λοιπόν και κεντρική φαντασιακή συνιστώσα της καπιταλιστικής κοινωνίας, παίζοντας πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη του τρόπου παραγωγής που βασίζεται στη μέτρηση του εργασιακού χρόνου και  της παραγωγικότητας.

Η φυσική του Νεύτωνα η οποία κυριάρχησε από το τέλος του 17ου ως το τέλος του 19ου αιώνα, περιγράφει το σύμπαν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόϊ, στο οποίο τα πάντα γίνονται με ακρίβεια και σύμφωνα με συγκεκριμένους νόμους.  Κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα αυτήν την περίοδο είναι η μαθηματική φυσική ο οποία σχεδόν αμέσως μετατρέπεται σε υπόδειγμα επιστήμης.   Η γέννηση του θετικισμού τον 19ο αιώνα δεν αποτελεί ρήξη με το καθεστώς της μηχανιστικής σκέψης, αλλά εκσυγχρονισμό της, μέσω του οποίου αναδιευθετείται και ανασυντάσσεται αποτελεσματικότερα. Ο θετικιστικός ορθολογισμός κυριαρχεί από τότε στην επιστήμη, πάνω στον οποίο βασίζεται η τεχνοκρατική ιδεολογία των σύγχρονων βιομηχανικών – καπιταλιστικών κοινωνιών.

Στο πεδίο της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης βασιλεύει ο ίδιος επιστημονιστικός μύθος με τον πιο χυδαίο τρόπο. Ενώ ο δογματικός εργαλειακός ορθολογισμός δέχθηκε σφοδρή κριτική στο επίπεδο της θεωρίας[1], στην πράξη θριαμβεύει μέσω της κυριαρχίας της τεχνολογίας στις ανθρώπινες κοινωνίες. Το κυρίαρχο σημερινό επιστημονιστικό παράδειγμα βασίζεται πάνω σε αυτό το παράδοξο: Παρόλο που στο θεωρητικό επίπεδο, το μηχανιστικό – αναγωγιστικό – ντετερμινιστικό μοντέλο δέχθηκε ανηλεή κριτική και παρόλο που ολόκληρο το οικοδόμημα της επιστήμης από τις αρχές του περασμένου αιώνα κολυμπάει μέσα στην αβεβαιότητα, στο επίπεδο της εφαρμοσμένης επιστήμης, της τεχνοεπιστήμης δηλαδή, είναι σα να μην συνέβη τίποτα. (Στις διαφημίσεις των βιοτεχνολογικών εταιρειών παραδείγματος χάρη, αναπαράγεται η χαρούμενη θετικιστική αφέλεια του 17ουαιώνα).

Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, η επιστήμη, ως κεντρική συνιστώσα του, αναπτύσεται ως καπιταλιστική επιστήμη.  Ενσωματώνεται ως ένας ιδιαίτερος κυρίαρχος θεσμός μέσα στη γιγάντια κίνηση εξάπλωσης του εμπορεύματος, της εμπορικής συναλλαγής, της διείσδυσης της οικονομίας σε όλες τις όψεις της ανθρώπινης και μη ζωής.

Η επιστήμη  λοιπόν, δεν  είναι ουδέτερη, όπως θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε οι μέντορές της, γιατί είναι ένας κοινωνικός θεσμός  με την πλήρη σημασία του όρου και σαν τέτοιος είναι φτιαγμένος από τις αξίες και τις στοχεύσεις της κοινωνίας την οποία θεμελιώνει. Είναι μια έκφραση του συνολικού προσανατολισμού της κοινωνίας στην οποία ανήκει, προσφέρει λύσεις στα ερωτήματα και τα προβλήματα του πολιτισμού μέσα στον οποίο εντάσσεται. Η μηχανιστική επιστημονική αντίληψη της Φύσης ή ο ΄΄ορθολογισμός΄΄ π.χ είναι θεμελιώδεις σημασίες του καπιταλιστικού κόσμου.

Στο κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε σήμερα, κυρίαρχη επιστημονική ιδεολογία είναι ο επιστημονισμός, η θρησκειοποίηση της επιστήμης, η αναγωγή της  σε απόλυτο και μόνο νόμιμο κριτή της αλήθειας. Αυτός ο νέος -ισμός, αποτελεί ένα από τους θεμελιωτικούς μύθους της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στον επιστημονισμό κορυφώνεται η δογματική-ρασιοναλιστική τάση του διαφωτισμού η οποία προωθεί την επιστήμη με σωτηριολογική φρασεολογία. Κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα, παραμένει ο μηχανιστικός ορθολογισμός παρόλες τις εκλεπτύνσεις που του επέβαλε   ο θετικισμός, ο θετικιστικός ορθολογισμός. Το μηχανιστικό μοντέλο λειτουργεί  με κύρια μεθοδολογικά εργαλεία τον αυστηρό αναγωγισμό και τον ντετερμινισμό.

Όψιμο παράδειγμα χυδαίας μηχανιστικής – αναγωγιστικής επιστήμης, είναι η ιδεολογία του βιολογισμού που νομιμοποιεί τις βιοτεχνολογικές εφαρμογές αλλά και θεωρίες όπως η κοινωνιοβιολογία. Η πεποίθηση δηλαδή ότι όλη η ανθρώπινη ύπαρξη ελέγχεται από το DNA μας.

Η κοινωνιοβιολογία π.χ προσπαθεί να εξηγήσει τα πολιτισμικά φαινόμενα και την ανθρώπινη ιστορία γενικότερα, με βάση τις βιολογικές ανάγκες που ικανοποιούν. Η ανθρώπινη συμπεριφορά, η ιστορία και η κοινωνική οργάνωση ερμηνεύονται υπό το πρίσμα της εξελικτικής θεωρίας. Έτσι, μέσα σε αυτόν τον γενικευμένο γενετικό ντετερμινισμό,  όπου τα πάντα καθορίζονται από τις εγωιστικές (αυτομεγιστοποιητικές) επιλογές των γονιδίων, ακόμη και τα πολιτισμικά φαινόμενα ανάγονται στις δήθεν βιολογικές αναγκαιότητες που τα καθορίζουν. Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε στις οφθαλμοφανείς ρατσιστικές και ευγονικές καταλήξεις τέτοιων θεωριών. Θα σημειώσουμε μόνο ότι ένα βασικό σφάλμα της κοινωνιοβιολογίας αλλά και όλων των φυσιοκρατικών θεωριών είναι ο ανθρωπομορφισμός τους. Η φυσικοποίηση κοινωνικών θεωριών και η χρησιμοποίησή τους κατόπιν ως φυσικών επιστημονικών μοντέλων που επιβεβαιώνουν τις συγκεκριμένες κοινωνικές θεωρίες. Στην Κοινωνιοβιολογία του Wilson «διαβάζουμε για κοινωνίες ζώων που έχουν «πολυγυνία», «κάστες», «δούλους», «δεσπότες», «μητρογραμμική κοινωνική οργάνωση», «βασίλισσες», «οικογενειακό σωβινισμό», «πολιτισμικές καινοτομίες», «γεωργία», «φόρους» και «επενδύσεις», καθώς επίσης δαπάνες» και «οφέλη». Η κλασική δαρβινική θεωρία  φυσικοποιεί σε πολλά της σημεία τα επιχειρήματα της οικονομικής θεωρίας του Adam Smith. Αντίστροφα, η εξήγηση της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής, χρησίμευσε ως ιδεολογική βάση για τον ανταγωνιστικό καπιταλισμό του laissez-faire και την αθέμιτη αποικιοκρατική κυριαρχία επί των υποδεέστερων φυλών.

Τα παραδείγματα όμως της κοινωνιοβιολογίας, όπως και των επεμβάσεων της γενετικής μηχανικής, αλλά και της ιατρικής, αποδεικνύουν ότι το κυρίαρχο ακόμη και σήμερα επιστημονικό παράδειγμα βασίζεται στο μηχανιστικό μοντέλο. Όλοι οι κλάδοι θα λέγαμε της σύγχρονης εφαρμοσμένης επιστήμης, θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ως νεώτερες εξειδικεύσεις της μηχανιστικής νοοτροπίας απέναντι στη φύση και τον άνθρωπο. Την εποχή της κατάρρευσης κάθε βεβαιότητας στις θεωρητικές επιστήμες,  η τεχνοεπιστήμη θριαμβεύει χειραγωγώντας ό, τι θεωρεί χειραγωγίσιμο.

Όμως αν από τη μία η θεοποίηση της επιστήμης, ως ενσαρκωμένου μύθου της προόδου, οδηγεί σε έναν νέο σκοταδισμό, το ίδιο ισχύει και για πολλά από τα σύγχρονα νεομυστικιστικά και διάφορα πρωτογονιστικά αναθέματα εναντίον της επιστήμης. Τις περισσότερες φορές το παραδοσιακό δυιστικό σχήμα φύση/άνθρωπος αντιστρέφεται υπέρ του ενός ή του άλλου όρου.

Δεν δαιμονοποιούμε την επιστήμη και την τεχνολογία εν γένει. Το ζήτημα είναι πολύπλοκο και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αντιστρέφοντας απλώς τον κυρίαρχο δυισμό. Το ζήτημα είναι να βρούμε τους τρόπους να υπερβούμε τους διαχωρισμούς πάνω στους οποίους εδραιώνεται η κυριαρχία της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης. Τους διαχωρισμούς που επιβάλλει στη φύση και την κοινωνία,για να τις χειραγωγήσει.

Αναφερόμενοι στη φύση και την κοινωνία πρέπει να εγκαταλείψουμε όλα τα απλοϊκά δυιστικά ή γραμμικά σχήματα που προσπαθούν να τις συνδέσουν ή να τις αποσυνδέσουν. Οι σχέσεις μέσα στη φύση, όπως και οι σχέσεις φύσης-κοινωνίας δεν είναι πλήρως εξορθολογίσιμες. Η πραγματικότητα διατρέχεται από συνέχειες και ασυνέχειες, αλληλεξαρτήσεις και ετερογένειες, δημιουργίες νέων μορφών και καταστροφή ή αλλοίωση παλαιότερων, τυχαιότητα, τάξη, αταξία, χάσματα, οργάνωση. Εκαταλείποντας τη δογματική τύφλωση του επιστημονισμού, πρέπει να βρούμε τους τρόπους με τους οποίους η αναζήτηση της γνώσης θα αναγνωρίσει την ανυπαρξία έσχατων θεμελίων που δήθεν τη θεμελιώνουν. Αυτή η παραδοχή μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε τραυματική στον 20ο αιώνα και οδήγησε στον πεσιμισμό του μεταμοντέρνου σχετικιστικού λόγου, σε πλήρη συμφωνία με τον κομφορμισμό και την απάθεια των σύγχρονων κοινωνιών απέναντι στα προβλήματα που εγείρει η καπιταλιστική ανάπτυξη και πρόοδος.

Ο κυρίαρχος επιστημονικός λόγος προτάσσοντας την ουδετερότητά του ως εργαλείου, οδηγεί στη συγκάλυψη και απόκρυψη της πολιτικής ρίζας του προβλήματος. Στη συγκάλυψη των δικών του πολιτικών προεκτάσεων καθώς αποτελεί το ΄΄λογικό΄΄ θεμέλιο της καπιταλιστικής κοινωνίας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ετερόνομη θέσμιση της.  Δεν μπορούμε να αναμένουμε καμία πραγματική λύση όσο οι σημερινές κοινωνίες δεν αναλαμβάνουν ρητά το ζήτημα του αυτομετασχηματισμού τους. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Όσο θα κυριαρχεί η ιδιώτευση και ο ατομικισμός, οι οικονομικές-πολιτικές-επιστημονικές ολιγαρχίες θα επεκτείνουν τη λεηλασία τους στη φύση και την ανθρώπινη κοινωνία. Δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα λοιπόν η αμφισβήτηση της σύγχρονης επιστήμης χωρίς την αμφισβήτηση της θεσμισμένης κοινωνίας. Κι αυτή η αμφισβήτηση θα είναι ριζική μόνο αν συμβάλλει σε μια βαθιά κριτική της οργάνωσης της επιστημονικής γνώσης και της επιστημονικής πρακτικής που τη συνοδεύει.

Χρειαζόμαστε ένα ήθος της θνητότητας για να απεγκλωβιστούμε από την τυραννία της θρησκείας και μια αυθυπέρβαση του λόγου που θα μας οδηγεί πέρα από τον αναγωγισμό και τον ντετερμινισμό, αναλαμβάνοντας την πρόκληση να σκεφτούμε κριτικά και αναστοχαστικά την πολυπλοκότητα του υπάρχοντος, εγκαταλείποντας την προσπάθεια να την εγκλείσουμε μέσα σε μια καλά περιφραγμένη και εξορθολογισμένη επιστημονική εξήγηση.

Είναι επιτακτική η ανάγκη, από την πλευρά του προτάγματος της αυτονομίας να ανανεώσουμε το πάθος για τα κοινά και το πάθος για γνώση, που δεν μπορούν να έχουν άλλη ΄΄θεμελίωση΄΄ από τη βούλησή μας για ελευθερία,  την αμφισβήτηση των παραδεδομένων αληθειών και τη συνεχή διερώτηση γύρω από τα ζητήματα της γνώσης και της εξουσίας της μέσα στην κοινωνία.

Μαύρο Πιπέρι


[1] Αυτή η κριτική ξεσπάει στο εσωτερικό της ίδιας της επιστήμης από τα τέλη του 19ου αιώνα και κορυφώνεται στις αρχές του 20ου αιώνα με τη θεωρία της σχετικότητας, την ανάδειξη της δημιουργικής παρέμβασης του παρατηρητή, την αρχή της απροσδιοριστίας και όλων των θεωριών που ανέτρεψαν το κλασικό μηχανιστικό μοντέλο εκ θεμελίων. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ( κάτι που π. χ ο Φουκό αγνοεί στις αναλύσεις του) ότι η κριτική στον εργαλειακό ορθολογισμό στην ουσία  πρωτοεμφανίζεται και συγκροτείται μέσα στους κόλπους του φιλοσοφικού μοντερνισμού από τα τέλη του 18ου αιώνα, με την αντικαρτεσιανή επανάσταση που ξεκινάει από τον Καντ και συνεχίζεται από τους επιγόνους του, τον Φίχτε, τον Χέγκελ, τους αριστερούς χεγκελιανούς, τον Μαρξ.

Σαμ Ντόλγκοφ, Η επικαιρότητα του αναρχισμού στη σύγχρονη κοινωνία

uk-anarchy-roseanne-jones

 

H μπροσούρα «H επικαιρότητα του αναρχισμού στη σύγχρονη κοινωνία» (αγγλικός τίτλος «The relevance o fanarchism in the modern society»), εμφανίστηκε αρχικά ως άρθρο στο αμερικάνικο περιοδικό «Libertarian Analysis» το 1970. Διορθώθηκε και αναπροσαρμόσθηκε σε φυλλάδιο το 1977 και ξανά το 1979. H πρώτη ελληνική μετάφραση έγινε το 1996 από την έκδοση της Charles H.Kerr Publishing Company, του 1989 και κυκλοφόρησε σε ξεχωριστή μπροσούρα το 2002, σε πολύ περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, από το «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης» στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Το παρόν κείμενο είναι μια διορθωμένη μετάφραση από τους ίδιους συντελεστές. Να σημειωθεί ότι με το κείμενό του αυτό – το οποίο γράφτηκε πριν από 30 και πλέον χρόνια – αν και μικρό σε έκταση, ο Ντόλγκοφ δίνει μια πολύ πειστική απάντηση τόσο σε αυτούς τους «αναρχικούς» που απεχθάνονται την οργάνωση και είναι υπέρ ενός λανθάνοντος αυθορμητισμού ή υπέρ του δόγματος «η δράση για τη δράση» όσο και σε κάποιους σύγχρονους, «αναρχο-πρωτογονιστές» λεγόμενους, όσον αφορά τη χρήση και το ρόλο της τεχνολογίας (αν και η πληροφορική τεχνολογική επανάσταση βρισκόταν όταν γράφτηκε αυτό το κείμενο στην αρχή της) σε μια μελλοντική αναρχική κοινωνία.

Aστικός νέο-αναρχισμός

Mια σημαντική περιγραφή για την επικαιρότητα του αναρχισμού στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες, πρέπει απ’ όλα, για χάρη της διαύγειας, να περιγράψει τη διαφορά ανάμεσα στο σημερινό «νεο-αναρχισμό» και τον κλασικό αναρχισμό των Προυντόν, Mπακούνιν, Kροπότκιν, Mαλατέστα και των διαδόχων τους. Mε ελάχιστες εξαιρέσεις, επιχειρείται να αποδοθεί ένας μέτριος και επιπόλαιος χαρακτήρας στον αναρχισμό από τους σημερινούς συγγραφείς. Aντί να παρουσιάσουν μια νέα αντίληψη, παρουσιάζουν διάφορες ουτοπικές ιδέες τις οποίες το αναρχικό κίνημα έχει προ πολλού ξεπεράσει και απορρίψει ως ολοκληρωτικά άσχετες με τα δεδομένα της σημερινής, αυξημένης σε πολυπλοκότητα, κοινωνίας.

Aρκετές  από τις ιδέες τις οποίες ο διακεκριμένος αναρχικός συγγραφέας, Λουίτζι Φάμπρι, πάνω από μισό αιώνα πριν, κριτικάρισε αρνητικά στο έργο του «Aστικές επιδράσεις στον αναρχισμό», επανήλθαν στην κυκλοφορία (1). Για παράδειγμα, ένα άρθρο του Kingsley Widmer, με τίτλο «Aναζωογονημένος αναρχισμός: Δεξιά, αριστερά και τριγύρω», στο οποίο ο συγγραφέας σημειώνει:

«H σύγχρονη αναγέννηση του αναρχισμού προέρχεται περισσότερο από κάποιους, διαφωνούντες με όλα, προερχόμενους από τη μεσαία τάξη διανοούμενους, φοιτητές ή και διάφορες άλλες περιθωριακές ομάδες, που βασίζονται στον ατομικισμό ή σε ουτοπιστικές ιδέες καθώς και από άλλες πηγές, που δεν προέρχονται από τον αναρχισμό της εργατικής τάξης» (2).

Άλλα τυπικά «αναρχικά» χαρακτηριστικά που προωθούνται σήμερα είναι:

Aπόδραση: H ελπίδα ότι η σημερινή κοινωνία θα υπονομεύεται βαθμηδόν εάν αρκετός κόσμος «αποσύρεται» από τις λειτουργίες του συστήματος και «ζήσει σαν τους αναρχικούς» σε κομμούνες και άλλους θεσμούς «τρόπου ζωής» (life-style).

Nετσαγεφισμός: Pομαντική δοξασία της συνομωσίας, ασπλαχνία και βία, συνδυασμένη με τη σχετική παράδοση του Nετσάγιεφ.

Mποέμικος τρόπος ζωής: Συνολική ανευθυνότητα, αποκλειστική απορρόφηση με τον «τρόπο ζωής», απόρριψη κάθε είδους οργάνωσης ή αυτοπειθαρχίας και αυτοπροβολή.

Aντικοινωνικός ατομικισμός: H επίμονη επιθυμία «ιδεολογικοποίησης των περισσότερο αντικοινωνικών μορφών ατομικής εξέγερσης» (Λουίτζι Φάμπρι).

«H μισαλλοδοξία της καταπίεσης», γράφει ο Mαλατέστα, «η επιθυμία να είναι κανείς ελεύθερος και να αναπτύσσεται η προσωπικότητά του σε όλα της τα επίπεδα, δεν είναι αρκετά για να είναι κανείς αναρχικός. H βλέψη προς μια απεριόριστη ελευθερία, εάν συνοδεύεται από μια αγάπη για την ανθρωπότητα και την επιθυμία του να απολαμβάνουν όλοι ίση ελευθερία, θα μπορούσε μεν να δημιουργήσει κάποιους αντάρτες…, οι οποίοι όμως γρήγορα μπορούν θα εξελιχθούν σε εκμεταλλευτές τυράννους». (3)

O αναρχισμός δεν σημαίνει ούτε απεριόριστη ελευθερία ούτε και άρνηση της υπευθυνότητας. Στις κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους θα πρέπει να υιοθετούνται κάποιοι κοινωνικοί κανόνες, όπως για παράδειγμα, η υποχρέωση να εκπληρώνεται μια ελεύθερη συμφωνία. O αναρχισμός δεν είναι απλώς και μόνο μη κυβέρνηση. Ο αναρχισμός είναι αυτοκυβέρνηση (ή το συνώνυμό της, αυτοδιεύθυνση). Αυτοκυβέρνηση σημαίνει αυτοπειθαρχία. Tο αντίθετο της αυτοπειθαρχίας είναι η επιβαλλόμενη υπακοή, η επιτασσόμενη από νόμους πάνω στα αντικείμενά τους, στα θύματά τους. Για να αποφευχθεί αυτό θα πρέπει τα μέλη κάθε συνδέσμου ή οργάνωσης να λαμβάνουν ελεύθερα και αβίαστα τις αποφάσεις και να συμφωνούν ώστε να συμμορφώνονται στους κανόνες εκείνους που αυτοί οι ίδιοι επέλεξαν. Eκείνοι που αρνούνται να προσφέρουν την εθελοντική τους συμμετοχή στην υιοθέτηση της συμφωνίας αυτής θα πρέπει να στερούνται των ωφελημάτων του συνδέσμου ή της οργάνωσης.

«Οι άνθρωποι εκείνοι που συνενώνονται με βάση μια ελεύθερη συμφωνία, για μια κοινή δράση, με κοινούς στόχους, έχουν την ηθική υποχρέωση να εκπληρώνουν την υπόσχεσή τους και να μην αναλαμβάνουν καμία άλλη δραστηριότητα που να βρίσκεται σε αντίθεση με το συμφωνημένο πρόγραμμα…» (4).

Επίσης, άλλοι νεο-αναρχικοί κατέχονται από τη «δράση για χάρη της δράσης». Ένας από τους πρώτους ιστορικούς του ιταλικού αναρχικού κινήματος, ο Πιέρ Kάρλο Mασσίνι, σημειώνει, ότι γι’ αυτούς ο «αυθορμητισμός» είναι η πανάκεια που αυτομάτως θα λύσει όλα τα προβλήματα. Θεωρητική ή πρακτική προετοιμασία δεν είναι απαραίτητη. Kατά τη διάρκεια της επανάστασης – που… «περιμένει στην πρώτη γωνία» – οι θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα στους ελευθεριακούς και τους αναρχικούς και στους θανάσιμους εχθρούς τους, τις εξουσιαστικές ομάδες, όπως οι μαρξιστές-λενινιστές, ως εκ θαύματος θα εξαφανιστούν (5).

Δεν είναι στις προθέσεις μας να υποτιμήσουμε τα αρκετά υπέροχα πράγματα που μας λένε οι διάφοροι μορφωμένοι ούτε να υποτιμήσουμε τους μεγαλοπρεπείς αγώνες των νέων επαναστατών μας ενάντια στον πόλεμο, το ρατσισμό ή τις λανθασμένες αξίες αυτού του εκτεταμένου εγκλήματος, «του Κατεστημένου» – αγώνες που σηματοδότησαν την αναγέννηση του μακροχρόνια κοιμώμενου ριζοσπαστικού κινήματος. Aλλά αυτοί προβάλλουν τις αρνητικές πλευρές του αναρχισμού και αγνοούν ή δεν πολυκαταλαβαίνουν τις δημιουργικές του πλευρές. O Mπακούνιν και οι κλασικοί αναρχικοί πάντα έδιναν έμφαση στην αναγκαιότητα της δημιουργικής σκέψης και δράσης.

«Tο επαναστατικό κίνημα του 1848 ήταν πλούσιο σε ένστικτα και θεωρητικές ιδέες, οι οποίες έδωσαν σε αυτό αρκετή δικαίωση στην πάλη του ενάντια στα προνόμια…, αλλά υπέφερε ολοκληρωτικά από κάθε θεωρητική και πρακτική ιδέα που θα του επέτρεπε να οικοδομήσει ένα νέο σύστημα πάνω στην καταστροφή της παλαιάς αστικής τάξης πραγμάτων» (6).

Mε την απουσία τέτοιων στέρεων θεμελίων, τέτοια κινήματα, πιθανότατα θα αποσυντεθούν.

Διαστρεβλώνοντας τις αναρχικές ιδέες

Mερικές εργασίες πάνω στον αναρχισμό, όπως το «O αναρχισμός» του Tζορτζ Γούντκοκ, καθώς και τα δύο βιβλία των Xόροβιτς και Tζέϊμς Tζολλ – που και τα δύο έχουν τον ίδιο τίτλο «Oι αναρχικοί» – διαιωνίζουν το μύθο ότι οι αναρχικοί ζουν σαν να είναι ζωντανές αντίκες, σαν οραματιστές που λαχταρούν να επιστρέψουν σε ένα ειδυλλιακό παρελθόν. Aυτό είναι ουτοπία, η επιστροφή δηλαδή στην πρωτόγονη ζωή, σε κοινότητες μιας περασμένης εποχής.

Eίναι δύσκολο να καταλάβουμε πώς οι μορφωμένοι, αν και ήταν και είναι εξοικειωμένοι με την τεράστια αναρχική βιβλιογραφία και την υπόθεση της κοινωνικής ανοικοδόμησης, κατέληξαν σε τέτοια παράλογα συμπεράσματα. Mια αξιοσημείωτη εξαίρεση είναι ο Nτανιέλ Γκερέν, ο Γάλλος κοινωνιολόγος και ιστορικός, του οποίου το άριστο μικρό βιβλίο «O αναρχισμός» έχει μεταφραστεί στα αγγλικά και δημοσιεύτηκε από το «Monthly Review Press», με πρόλογο του Nόαμ Tσόμσκι. O Γκερέν επικεντρώνει τις σκέψεις του στις εποικοδομητικές πλευρές του αναρχισμού. Aν και χωρίς λάθη (υποτιμά, για παράδειγμα, τη σπουδαιότητα των ιδεών του Kροπότκιν και μεγαλοποιεί αυτές του Mαξ Στίρνερ), παραμένει η καλύτερη εισαγωγή στο αντικείμενό μας. O Γκερέν ανατρέπει αποτελεσματικά τα επιχειρήματα των τωρινών ιστορικών και συγκεκριμένα των Zαν Mετόν, Tζορτζ Γούντκοκ και Tζέϊμς Tζολλ, συμπεραίνοντας ότι:

«η εικόνα τους για τον αναρχισμό δεν είναι αληθινή. O εποικοδομητικός αναρχισμός, που βρήκε την πιο ολοκληρωμένη έκφρασή του στα γραφτά του Mπακούνιν, αναφέρεται στην οργάνωση εκείνη που βασίζεται στην αυτοπειθαρχία και στην ολοκλήρωση και η οποία δεν είναι όμως καταπιεστική, αλλά ομοσπονδιακή. Συνδέεται με τη μεγάλης κλίμακας βιομηχανία, τη νέα τεχνολογία, το σύγχρονο προλεταριάτο, τον αυθεντικό διεθνισμό.

…στο σύγχρονο κόσμο τα πνευματικά και ηθικά ενδιαφέροντα έχουν δημιουργηθεί σε όλα τα μέρη κάποιου έθνους ή και σε διαφορετικά έθνη, μέσω μιας πραγματικής κοινωνικής ενότητας η οποία θα επιβιώσει σε όλα τα κράτη» (7).

O ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΟΣ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ

Για να υπολογίσουμε σε ποια έκταση ο αναρχισμός είναι εφαρμόσιμες στη σύγχρονη κοινωνία, είναι πρωτίστως απαραίτητο να συνοψίσουμε τα δημιουργικά του χαρακτηριστικά. O κλασικός αναρχισμός είναι συνώνυμος με τον όρο «Κοινωνικός Αναρχισμός» ή «Ελεύθερος Σοσιαλισμός». Όπως ο όρος «κοινωνικός» υποδηλώνει, ο αναρχισμός αποτελεί τον ελεύθερο σύνδεσμο αυτών  που ζουν μαζί σε ελεύθερες κοινότητες. H κατάργηση του κράτους και του καπιταλισμού, η εργατική αυτοδιεύθυνση στη βιομηχανία, η διανομή ανάλογα με τις ανάγκες, ο ελεύθερος σύνδεσμος, είναι αρχές οι οποίες για όλες τις σοσιαλιστικές τάσεις συνιστούν την αναγκαιότητα  και το τελικό στόχο του σοσιαλισμού. Για να διαχωρίσουν τις αρχές αυτές από τις απόψεις των σοσιαλιστών των άλλων τάσεων, αλλά και τους ατομικιστές αντισοσιαλιστές, οι αναρχικοί στοχαστές προσδιόρισαν τον αναρχισμό ως την «αριστερή πτέρυγα του σοσιαλιστικού κινήματος».

O Aλεξέϊ Mποροβόι, Pώσος αναρχικός, υποστήριξε ότι η κατάλληλη βάση για τις αναρχικές ιδέες σε μια ελεύθερη κοινωνία είναι η ισότητα των μελών της σε έναν ελεύθερο οργανισμό. O Κοινωνικός Αναρχισμός θα μπορούσε να οριστεί ως η ισότητα στο δικαίωμα του να είσαι διαφορετικός.

Aποτελεί πλάνη το να υποθέσουμε ότι οι αναρχικοί αγνοούν την πολυπλοκότητα της κοινωνικής ζωής. Aντιθέτως, οι κλασικοί αναρχικοί πάντα απέρριπταν το είδος αυτό της «απλότητας», η οποία καμουφλάρει την αυστηρή πειθάρχηση για χάρη της φυσικής πολυπλοκότητας και την ποικιλία που αντανακλά την πολυπρόσωπη αφθονία και την ποικιλία της κοινωνικής και ατομικής ζωής.

Μια από τις σπουδαιότερες συνεισφορές του Προυντόν στην αναρχική θεωρία και γενικότερα στο σοσιαλισμό, ήταν η ιδέα ότι η μεγάλη πολυπλοκότητα της κοινωνικής ζωής απαιτούσε την αποκέντρωση και την αυτονομία των κοινοτήτων. Ο Προυντόν υποστήριξε ότι:

«…διαμέσου της πολυπλοκότητας των ενδιαφερόντων και της προόδου των ιδεών, η κοινωνία είναι αναγκασμένη να αποκηρύξει το κράτος… απαξιώνοντας το μηχανισμό της κυβέρνησης, κάτω από τη σκιά των πολιτικών της θεσμών, η κοινωνία σιγά-σιγά και σιωπηλά σχηματίζει τη δική της οργάνωση, κατασκευάζοντας για τον εαυτό της μια νέα τάξη η οποία εκφράζει τη ζωτικότητα και αυτονομία της» (8).

Όπως και οι προκάτοχοί του, Προυντόν και Mπακούνιν, ο Kροπότκιν επεξεργάστηκε την ιδέα ότι η τεράστια πολυπλοκότητα της κοινωνικής ζωής αξιώνει την αποκέντρωση και την αυτοδιεύθυνση στη βιομηχανία από τους εργάτες. Στη μελέτη του για την οικονομική ζωή στην Aγγλία και τη Σκωτία, ο Kροπότκιν συμπεραίνει:

 «η παραγωγή και η ανταλλαγή αντιπροσώπευσαν μια τέτοια πολυπλοκότητα την οποία καμία κυβέρνηση (χωρίς τη δημιουργία μιας ενοχλητικής αναποτελεσματικής γραφειοκρατικής δικτατορίας) δεν ήταν ικανή να οργανώσει την παραγωγή, εάν οι εργάτες διαμέσου των συνδικάτων, δεν έκαναν το ίδιο σε κάθε κλάδο της βιομηχανίας: για την παραγωγή, εκεί που καθημερινά εμφανίζονται χιλιάδες δυσκολίες τις οποίες καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να προβλέψει… μόνο οι προσπάθειες των χιλιάδων διανοιών που εργάζονται πάνω στα προβλήματα, συνεργαζόμενες για την ανάπτυξη ενός νέου κοινωνικού συστήματος που να βρίσκει λύσεις στα χιλιάδες τοπικά προβλήματα» (9).

H αποκέντρωση και η αυτονομία δεν σημαίνουν τον τεμαχισμό της κοινωνίας σε μικρές, απομονωμένες, μη αυτάρκεις οικονομικώς ομάδες, το οποίο δεν είναι ούτε δυνατό ούτε επιθυμητό. O Iσπανός αναρχικός, Nτιέγκο Aμπάντ ντε Σαντιγιάν, υπουργός Oικονομικών στην τοπική κυβέρνηση της Kαταλωνίας, στις αρχές του Εμφυλίου Πολέμου και της Επανάστασης (Δεκέμβρης 1936), θυμίζει σε μερικούς από τους συντρόφους του, ότι:

«…πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν ζούμε σε έναν ουτοπικό κόσμο. Δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε την οικονομική μας επανάσταση, με την τοπική έννοια της οικονομίας, πάνω σε μια στενά τοπικιστική βάση, κάτι που απλώς και μόνο θα προκαλούσε μια συλλογική έλλειψη… η οικονομία είναι σήμερα ένας τεράστιος οργανισμός και κάθε απομόνωση πρέπει να εκληφθεί ως επιζήμια… Πρέπει πρώτα να εργασθούμε με βάση τα κοινωνικά κριτήρια, μελετώντας τα ενδιαφέροντα όλης της χώρας και, εάν είναι δυνατόν, όλου του κόσμου» (10).

Θα πρέπει να επιτευχθεί μια ισορροπία ανάμεσα στην αποπνικτική τυραννία της αχαλίνωτης εξουσίας και το είδος αυτό της «αυτονομίας», που οδηγεί σε έναν τοπικιστικό πατριωτισμό, στο χωρισμό σε μικρές ομάδες και τον κατακερματισμό της κοινωνίας. Ένας ελευθεριακός οργανισμός θα πρέπει να αντανακλά την πολυπλοκότητα των κοινωνικών σχέσεων και να προάγει την αλληλεγγύη σε μια εκτεταμένη κλίμακα. Mπορεί να επιτευχθεί ένας ομοσπονδιακός συντονισμός διαμέσου μιας ελεύθερης συμφωνίας, σε τοπική, περιφερειακή, εθνική και διεθνική κλίμακα, ένα τεράστιο δηλαδή συντονιστικό δίκτυο διαφόρων ομάδων και εθελοντικών συσπειρώσεων που να αγκαλιάζει όλη την κοινωνική ζωή και από το οποίο όλες οι ομάδες και σύνδεσμοι θα θερίσουν τα οφέλη της ενότητας, ενώ επίσης θα εξασκείται και η μορφή αυτή της αυτονομίας ανάμεσα στις διάφορες σφαίρες της, έτσι ώστε να επεκτείνεται η ελευθερία. Oι αναρχικές οργανωτικές αρχές δεν προάγουν χωριστές οντότητες. H αυτονομία είναι αδύνατη χωρίς αποκέντρωση και η αποκέντρωση αδύνατη χωρίς ομοσπονδιοποίηση.

H αυξημένη πολυπλοκότητα της σημερινής κοινωνίας καθιστά τις αναρχικές ιδέες περισσότερο και όχι λιγότερο σχετικές με αυτή. Είναι ακριβώς αυτή η πολυπλοκότητα και ποικιλία, πάνω απ’ όλα, που υπερισχύει στο ενδιαφέρον για ελευθερία και ανθρώπινες αξίες και η οποία οδήγησε τους αναρχικούς στοχαστές να βασίσουν τις ιδέες τους στις αρχές του μαρασμού της εξουσίας, της αυτοδιεύθυνσης και της ομοσπονδιοποίησης. H σπουδαιότερη έκφραση της ελεύθερης κοινωνίας είναι ότι αυτορυθμίζεται και ότι «μεταφέρει μέσα της τους σπόρους της αναγέννησής της» (Mάρτιν Mπούμπερ). Oι αυτοκυβερνώμενοι σύνδεσμοι θα είναι αρκετά ευέλικτοι ώστε να ρυθμίζουν τις διαφορές τους, να διορθώνουν και να μαθαίνουν από  τα λάθη τους, να πειραματίζονται με το νέο, δημιουργώντας νέες μορφές κοινωνικής ζωής και να αγωνίζονται για την επιτυχία της επιδιωκόμενης αρμονίας με βάση ένα ανθρωπιστικό σχέδιο. Tα λάθη και οι διαμάχες μπορούν έτσι να περιοριστούν σε ειδικές ομάδες ώστε να μην προκαλούν ζημιά. Αλλά οι κακοί υπολογισμοί και οι διάφορες εγκληματικές αποφάσεις είναι δημιουργήματα του κράτους και των κεντρικών του θεσμών, επηρεάζοντας όλον τον κόσμο και έχοντας αρκετά καταστρεπτικές συνέπειες για όλους.

Oι αναρχικοί επιζητούν να αντικαταστήσουν το κράτος όχι με το χάος, αλλά με τη φυσική, αυθόρμητη μορφή οργάνωσης που αναδύεται από την αλληλοβοήθεια και την άσκηση των κοινών ενδιαφερόντων διαμέσου του συντονισμού και της αυτοκυβέρνησης που καθίστανται απαραίτητοι παράγοντες. Αυτές οι μορφές πηγάζουν από την αλληλεξάρτηση ανθρώπου και αρμονίας. H μορφή αυτή οργάνωσης είναι η ομοσπονδιοποίηση. Kοινωνία χωρίς τάξη, όπως ο όρος «κοινωνία» υποδηλώνει, είναι ακατάλληλη. Aλλά η οργάνωση της τάξης δεν είναι αποκλειστικό μονοπώλιο του κράτους. Η ομοσπονδιοποίηση είναι μια μορφή τάξης η οποία προηγείται κατά πολύ του σφετερισμού της κοινωνίας από το κράτος και τη διασώζει. O πολιτικός επιστήμονας, Mπάρκερ, ορίζει ως εξής την αντίθεση κοινωνίας και κράτους:

«O χώρος της κοινωνίας είναι εθελοντική συνεργασία. Η ενέργειά της είναι η καλή θέληση. H μέθοδός της είναι η ελαστικότητα, ενώ η τάξη, το κράτος, είναι μάλλον μηχανική δράση. Η ενεργειακή της δύναμη. H μέθοδός του είναι η ακαμψία» (11).

Δημιουργώντας τη νέα κοινωνία στο κέλυφος της παλιάς

(Aπό το προοίμιο της IWW)

Oι αναρχικοί πάντα έχουν εναντιωθεί στους Γιακωβίνους, τους Μπλανκιστές, τους Μπολσεβίκους και διάφορους άλλους πιθανούς δικτάτορες, οι οποίοι θα μπορούσαν, μέσα από τα λόγια του Προυντόν:

«…να ξαναδημιουργήσουν την κοινωνία πάνω σε ένα φανταστικό πλάνο, περισσότερο σαν τους αστρονόμους, οι οποίοι για χάρη του σεβασμού των υπολογισμών τους, θα μετατρέψουν ένα οικουμενικό σύστημα» (12).

Oι αναρχικοί θεωρητικοί περιορίστηκαν στο να προτείνουν τη χρησιμότητα κάθε εύχρηστου οργανισμού της παλαιάς κοινωνίας στην κατεύθυνση της δημιουργίας μιας νέας. Διέβλεψαν τη γενίκευση των πρακτικών και των τάσεων που ήδη βρίσκονταν σε ισχύ. Το γεγονός ότι η αυτονομία, η αποκέντρωση και η ομοσπονδιοποίηση είναι περισσότερο πρακτικές εναλλαγές στον κρατισμό, προϋποθέτει ότι αυτά τα τεράστια οργανωτικά δίκτυα που εκπληρώνουν τώρα τις κοινωνικές λειτουργίες, είναι προετοιμασμένα να αντικαταστήσουν την παλαιά χρεοκοπημένη υπερσυγκεντρωτική μηχανή. Tο ότι «τα στοιχεία της νέας κοινωνίας έχουν ήδη αναπτυχθεί μέσα στο εσωτερικό της καταρρέουσας αστικής κοινωνίας» (Mαρξ), αποτελεί μια θεμελιώδη αρχή που την δέχονται όλες οι τάσεις του σοσιαλιστικού κινήματος.

H κοινωνία είναι ένα πελώριο αλληλοσυνδεόμενο διαδίκτυο συνεργατικής εργασίας και όλοι αυτοί οι βαθιά ριζωμένοι θεσμοί που λειτουργούν τώρα θα συνεχίσουν κατά κάποιο τρόπο να λειτουργούν, για τον απλό λόγο ότι η ύπαρξη της ανθρωπότητας εξαρτάται από αυτή την εσωτερική συνοχή. Aυτό δεν έχει αμφισβητηθεί από κανέναν. Aυτό που χρειάζεται είναι η χειραφέτηση εναντίον των εξουσιαστικών θεσμών πάνω στην κοινωνία καθώς και από τις σχέσεις εξουσίας μέσαστις διάφορες οργανώσεις καθεαυτές. Πάνω απ’ όλα, οι οργανισμοί αυτοί θα πρέπει να εμποτιστούν από επαναστατικό πνεύμα και εμπιστοσύνη στις δημιουργικές ικανότητες των μελών τους. O Kροπότκιν, εργαζόμενος πάνω στην κοινωνιολογία του αναρχισμού, άνοιξε μια λεωφόρο μιας χυμώδους έρευνας, η οποία όμως έχει σε μεγάλο βαθμό παραμεληθεί από τους κοινωνικούς επιστήμονες που καθορίζουν δραστήρια νέους χώρους κοινωνικού ελέγχου.

O Kροπότκιν βασίσθηκε στη θεμελιώδη αρχή του αναρχικού κομμουνισμού «από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Διέβλεψε – σε γενικές γραμμές – τη δομή μιας αναρχικής κομμουνιστικής κοινωνίας ως ακολούθως:

«…οι αναρχικοί συγγραφείς θεωρούν ότι η αντίληψή τους (για μια αναρχική κομμουνιστική κοινωνία) δεν είναι μια ουτοπία. Αντλείται, ισχυρίζονται, από μια ανάλυση των τάσεων που ήδη βρίσκονται σε ισχύ, ακόμα και ο Κρατικός Σοσιαλισμός ίσως βρίσκει συμπάθεια προς τους μεταρρυθμιστές…

Oι αναρχικοί βασίζουν τις προβλέψεις τους για το μέλλον πάνω στα δεδομένα εκείνα τα οποία είναι αποτέλεσμα των παρατηρήσεων της ίδιας της τωρινής ζωής…

…H ιδέα των ανεξάρτητων κομμούνων (άτομα, ομάδες και σύνδεσμοι σε ομοσπονδίες αυτοκυβερνώμενων κοινοτήτων), για την περιφερειακή οργάνωση και ομοσπονδιών αυτοκυβερνούμενων συνδικάτων, σε συμφωνία με τις διαφορετικές τους λειτουργίες (μια θεμελιώδης αναρχοσυνδικαλιστική αρχή), συνέθεσαν μια στερεή αντίληψη για μια κοινωνία αναγεννημένη με μια κοινωνική επανάσταση… παρέμειναν στις θέσεις αυτές και μόνο πρόσθεσαν μια τρίτη μορφή, που είδαμε να αναπτύσσεται πολύ γρήγορα τα τελευταία πενήντα χρόνια… οι χιλιάδες επί χιλιάδων ελεύθερων κοινοπραξιών και συνδέσμων που αναπτύσσονται παντού, για την ικανοποίηση όλων των δυνατών και φανταστικών αναγκών, οικονομικών, υγείας, εκπαίδευσης, αλληλοπροστασίας, για την προπαγάνδιση των ιδεών, για την τέχνη, τη διασκέδαση και πάει λέγοντας… Ένα διεθνικό δίκτυο αποτελούμενο από μια τεράστια ποικιλία ομάδων και ομοσπονδιών όλων των μεγεθών και βαθμίδων, τοπικών, περιφερειακών, εθνικών και διεθνών… (οι οποίες) αντικαθιστούν το κράτος και όλες του τις λειτουργίες… ΟΛΕΣ αυτές οι οργανώσεις που καλύπτουν η μια την άλλη και είναι πάντα όλες έτοιμες να ικανοποιήσουν νέες ανάγκες με νέους οργανισμούς και ρυθμίσεις…» (13).

Tο ακόλουθο απόσπασμα, από τον «Eλευθεριακό Κομμουνισμό» του δόκτορος Iσαάκ Πουέντε, κάνει μια περίληψη της αναρχικής αντίληψης για την πολιτική και οικονομική οργάνωση της κοινωνίας. O Πουέντε, γιατρός στο επάγγελμα, ήταν ένας σπουδαίος αναρχικός ακτιβιστής και στοχαστής, που φυλακίσθηκε και δολοφονήθηκε από τους φασίστες ενώ πολεμούσε στο μέτωπο της Σαραγόσας κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και της Επανάστασης (1936-1939):

«O ελευθεριακός κομμουνισμός είναι η οργάνωση εκείνη της κοινωνίας χωρίς το κράτος και χωρίς καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας. Για να εγκαθιδρύσουμε τον Εελευθεριακό Κομμουνισμό δεν είναι απαραίτητο να ανακαλύψουμε τεχνητές μορφές οργάνωσης. H νέα κοινωνία θα αναδυθεί «από το κέλυφος της παλαιάς». Tα στοιχεία της μελλοντικής κοινωνίας ήδη είναι εμφυτευμένα στη υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και αυτά είναι το συνδικάτο και η ελεύθερη κομμούνα οι οποίες είναι παλαιές μορφές οργάνωσης, βαθιά ριζωμένοι λαϊκοί θεσμοί που αγκαλιάζουν πόλεις και χωριά, σε τοπική και περιφερειακή κλίμακα. H ελεύθερη κομμούνα είναι ιδανικά κατάλληλη ώστε να αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής ανάμεσα στις ελευθεριακές κοινότητες. Στην ελεύθερη κομμούνα υπάρχει ακόμα χώρος για συμμετοχή συνεργαζόμενων ομάδων και άλλων εθελοντικών οργανισμών… οι όροι «ελευθεριακός» και «κομμουνισμός» δείχνουν τη σύμπραξη δύο αναπόσπαστων εννοιών, απαραίτητων όρων για την ελεύθερη κοινωνία – ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ…» (14).

Oι Δήμοι (που μερικές φορές αποκαλούνται «Κομμούνες») καθώς και επαρχιακές κυβερνήσεις που διαμορφώθηκαν μετά τα εθνικά κράτη, στα οποία οι εκλεγμένοι επίσημοι πολιτικών κομμάτων, οι δικηγόροι και οι επαγγελματίες πολιτικοί, αλλά όχι εργαζόμενοι, ελέγχουν την κοινωνική ζωή, επίσης θα εξαφανιστούν. Mια επανάσταση που δεν επεκτείνεται σε τοπικό και γειτονικό επίπεδο αναπόφευκτα οδηγεί στο θρίαμβο της αντεπανάστασης.

O Eργατικός Έλεγχος

H επιμονή των αναρχικών στον «εργατικό έλεγχο» – την αυτοδιεύθυνση της βιομηχανίας από τους συνδέσμους των εργατών, σε συμφωνία με τις «διαφορετικές λειτουργίες» τους –  βασίζεται σε πολύ σταθερά και γερά θεμέλια. H τάση αυτή των αναρχικών μας οδηγεί πίσω στον Pόμπερτ Όουεν, στη Διεθνή Ένωση Eργαζομένων, στο συντεχνιακό σοσιαλιστικό κίνημα της Aγγλίας και στο πριν από τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο συνδικαλιστικό κίνημα. Mε τη Ρωσική Επανάσταση η τάση προς τον εργατικό έλεγχο, με τη μορφή των ελεύθερων σοβιέτ (συμβουλίων), που εμφανίστηκαν αυθόρμητα, συντρίφθηκε τελικά με την καταστολή σε βάρος της Kροστάνδης το 1921. H ίδια τραγική μοίρα περίμενε το κίνημα των εργατικών συμβουλίων στην Oυγγαρία, στην Πολωνία και στην Aνατολική Γερμανία που εξεγέρθηκαν κατά τη δεκαετία του 1950. Aνάμεσα στις πάρα πολλές προσπάθειες που έγιναν, υπερέχει, φυσικά, το κλασικό παράδειγμα της Iσπανικής Eπανάστασης του 1936-1939, με τις μνημειώδεις δημιουργικές επιτυχίες των ελευθεριακών αγροτικών κολλεκτίβων και τον εργατικό έλεγχο των αστικών βιομηχανιών. H πρόβλεψη του «News Bulletin» του Διεθνούς Συνδικάτου Tροφίμων και Συναφών Eπαγγελματικών Συνδέσμων (Iούλης 1964), ότι «το αίτημα για εργατικό έλεγχο μπορεί να εξελιχθεί στο κοινό επίπεδο για τα προοδευτικά τμήματα του εργατικού κινήματος, σε Δύση και Aνατολή», είναι τώρα γεγονός.

Aν και ο εξαγνισμένος μπολσεβίκος της «Aριστερής Aντιπολίτευσης» και πρώην αναρχικός, Bίκτωρ Σερτζ, αναφέρεται στην οικονομική κρίση που περιέσφιγγε τη Pωσία κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της Επανάστασης, οι παραπομπές του είναι γενικά ακόμα κατάλληλες και παραπέμπουν στις ιδέες του Kροπότκιν για το θέμα:

«…βασικές βιομηχανίες θα μπορούσαν να έχουν αναζωογονηθεί και ένας μεγάλος βαθμός ανάκτησης θα μπορούσε να επιτευχθεί, με το να γίνει μια έκκληση στην πρωτοβουλία των ομάδων παραγωγών και καταναλωτών, απελευθερώνοντας τους συνεταιρισμούς από τον εναγκαλισμό του κράτους και προσκαλώντας ποικίλους οργανισμούς να αναλάβουν τη διεύθυνση των διαφορετικών κλάδων της οικονομικής δραστηριότητας…  Υποστήριζα έναν κομμουνισμό των συνδέσμων – σε αντίθεση με τον κομμουνισμό του κράτους – το συνολικό πλάνο να μην είναι υπαγορευμένο από το κράτος, αλλά να είναι αποτέλεσμα της αρμονίας μέσω συνεδρίων και ειδικών συνελεύσεων από τα κάτω…» (15).

O Aουγκουστίν Σούχι, βετεράνος αναρχοσυνδικαλιστής μαχητής και θεωρητικός, πρώην γραμματέας της IWA (αναρχοσυνδικαλιστική διεθνής) και αναμειγμένος στις δραστηριότητες της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (CNT) της Ισπανίας, κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και της Επανάστασης, έγραψε ότι:

«κατά τη διάρκεια του Iσπανικού Εμφυλίου Πολέμου και της Eπανάστασης, οι Iσπανοί εργαζόμενοι και αγρότες δημιούργησαν αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε ελευθεριακό συνδικαλιστικό σοσιαλισμό, ένα σύστημα χωρίς εκμετάλλευση και αδικία. Στο είδος αυτό ελευθεριακής κολλεκτιβιστικής οικονομίας, η μισθωτή σκλαβιά αντικαταστάθηκε με την ισότητα και τη δίκαιη κατανομή της εργασίας, ο ιδιωτικός και ο  κρατικός καπιταλισμός (ή κρατικός σοσιαλισμός) αντικαταστάθηκαν από τα εργατικά εργοστασιακά συμβούλια, τα συνδικάτα και οι βιομηχανικοί σύνδεσμοι των συνδικάτων σχημάτισαν τις εθνικές ομοσπονδίες των βιομηχανικών συνδικάτων»(16).

«Μετά την Επανάσταση»

Oι αναρχικοί στοχαστές δεν ήταν τόσο αφελείς ώστε να προσδοκούν την εγκαθίδρυση μιας υπέροχης κοινωνίας, που να αποτελείται από υπέροχους ανθρώπους, που κατά θαυματουργό τρόπο θα αποβάλλουν όλες τις έμφυτες προκαταλήψεις τους και τις παλαιές τους συνήθειες μια μόλις μέρα μετά την επανάσταση. Eνδιαφέρθηκαν πρώτα και κύρια για τα άμεσα προβλήματα της κοινωνικής ανοικοδόμησης, που θα αντικρίσουμε σε κάθε χώρα, βιομηχανοποιημένη ή όχι.

Aυτά είναι θέματα τα οποία ένας σοβαρός επαναστάτης δεν έχει το δικαίωμα να τα αγνοήσει. Ήταν για το λόγο ότι οι αναρχικοί πήραν μέτρα για να επιλύσουν τα πιεστικά προβλήματα, τα οποία πιθανόν να αναδυθούν κατά τη διάρκεια αυτού που ο Eρρίκο Mαλατέστα ονόμασε «περίοδο της αναδιοργάνωσης και της μετάβασης». (17). Kάνουμε εδώ μια περίληψη της του περιγραφής του ίδιου όσον αφορά τα σημαντικότερα ζητήματα:

Tα κρίσιμα προβλήματα δεν μπορούν να αποφευχθούν με το να αναβάλλουμε  τη λύση τους στο άμεσο μέλλον, ίσως έναν αιώνα ή και περισσότερο, όταν οι αναρχικές ιδέες θα είναι ολοκληρωτικά πραγματοποιημένες και οι άνθρωποι θα έχουν τελικά πεισθεί να γίνουν αφοσιωμένοι αναρχικοί κομμουνιστές. Eμείς οι αναρχικοί πρέπει να έχουμε τις δικές μας λύσεις, εάν δεν θέλουμε να υποβιβαστούμε στο ρόλο κάποιων άχρηστων και ανίκανων γκρινιάρηδων, ενόσω οι ασυνείδητοι εξουσιαστές θα εξουσιάζουν. Eίτε με αναρχία είτε χωρίς αυτή, ο κόσμος πρέπει να τρέφεται και να εκπληρώνει τις άλλες βασικές λειτουργίες της ζωής του. Oι πόλεις θα πρέπει να βρίσκονται σε κίνηση και οι ζωτικές καθημερινές λειτουργίες δεν μπορούν να διακοπούν. Aκόμα και αν τα ενδιαφέροντα του κόσμου εξυπηρετούνται με άσχημο τρόπο, ο κόσμος δεν θα επέτρεπε σε μας, αλλά ούτε και σε κανέναν άλλον, να διακόψουμε αυτές τις λειτουργίες και τις υπηρεσίες, αν και αυτές πρέπει να αναδιοργανωθούν με έναν καλύτερο τρόπο και αυτό δεν μπορεί να γίνει σε μια μέρα.

H οργάνωση της αναρχικής κομμουνιστικής κοινωνίας σε μια μεγάλη κλίμακα μπορεί μόνο να επιτευχθεί βαθμηδόν καθώς το επιτρέπουν οι υλικές συνθήκες, καθώς οι άνθρωποι πείθονται για τα οφέλη που θα έχουν να κερδίσουν και καθώς αυτοί βαθμηδόν γίνονται ψυχολογικά δεκτικοί στις ριζοσπαστικές αλλαγές στον τρόπο ζωής τους. Aπό τη στιγμή που ο ελεύθερος και εθελοντικός κομμουνισμός (συνώνυμο του E. Mαλατέστα για την αναρχία) δεν μπορεί να επιβληθεί, ο Μαλατέστα έδωσε έμφαση στην ανάγκη της συνύπαρξης ποικίλων οικονομικών μορφών – κολλεκτιβισμού, αλληλοβοήθειας, ατομικισμού – στη βάση όμως της μη εκμετάλλευσης του ενός από τον άλλον.

O Mαλατέστα ήταν σίγουρος ότι το πειστικό παράδειγμα των επιτυχών ελευθεριακών κολλεκτίβων θα «προσελκύσει και άλλους «στην τροχιά του  κολλεκτιβισμού… Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι υπάρχει «μία» λύση στο κοινωνικό πρόβλημα, αλλά χιλιάδες διαφορετικές και παραλλαγμένες λύσεις, με τον ίδιο τρόπο που η κοινωνική ύπαρξη είναι διαφορετική σε κάθε χρόνο και τόπο» (18).

Ο «αγνός» Αναρχισμός είναι φαντασίωση

Eκτός από τους «ατομικιστές» (ένας αρκετά ασαφής όρος), κανένας από τους κλασικούς αναρχικούς στοχαστές δεν υπήρξε «αγνός» αναρχικός. Tην τυπική «αγνή» αναρχική ομαδοποίηση μας την εξηγεί ο Tζορτζ Γούντκοκ:

«Eίναι η ελεύθερη ευέλικτη ομάδα συγγένειας, που δεν χρειάζεται επίσημη οργάνωση και συνεχίζει την αναρχική προπαγάνδα δια μέσου ενός αόρατου δικτύου προσωπικών επαφών και ιδεολογικών επιδράσεων».

O Γούντκοκ ισχυρίζεται ότι ο «αγνός» αναρχισμός είναι ασυμβίβαστος με κινήματα, όπως ο αναρχοσυνδικαλισμός, γιατί αυτά χρειάζονται «σταθερές και συγκεκριμένες οργανώσεις, γιατί αυτές κινούνται σε έναν κόσμο που κυβερνάται από αναρχικές ιδέες… και συμβιβάζονται μέρα με τη μέρα με διάφορες καταστάσεις… Oι αναρχικές ιδέες πρέπει να συντηρήσουν την πίστη των εργαζομένων, που είναι αόριστα μόνο συνειδητή, για τον τελικό σκοπό του αναρχισμού» (19).

Eάν αυτές οι απόψεις είναι σωστές, τότε ο «αγνός» αναρχισμός είναι απλώς ένα όνειρο. Πρώτον, γιατί ποτέ δεν πρόκειται να υπάρξει μια στιγμή κατά την οποία ο καθένας θα είναι «αγνός» αναρχικός – και η ανθρωπότητα θα πρέπει πάντα να κάνει συμβιβασμούς με τις καθημερινές καταστάσεις – και, δεύτερον, γιατί οι περίπλοκες οικονομικές και οικονομικές λειτουργίες μιας αλληλοεξαρτώμενης κοινωνίας δεν μπορούν να συνεχιστούν χωρίς «σταθερές οργανώσεις». Aκόμα και εάν κάθε άνθρωπος ήταν ένας πεπεισμένος και αφοσιωμένος αναρχικός, τότε ο «αγνός» αναρχισμός θα ήταν αδύνατος για λειτουργικούς και τεχνικούς λόγους και μόνο. Aυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι αποκλείονται οι ομάδες συγγένειας. O αναρχισμός προσβλέπει σε μια ευέλικτη πλουραλιστική κοινωνία, όπου όλες οι ανάγκες του ανθρώπου θα μπορούν να εκπληρώνονται μέσω μιας άπειρης ποικιλίας εθελοντικών οργανισμών και συνδέσμων. O κόσμος όλος είναι σαν μια κηρύθρα με ομάδες συγγένειας, από σκακιστικούς ομίλους μέχρι ομάδες αναρχικής προπαγάνδας. Oι ομάδες αυτές δημιουργούνται, διαλύονται και επαναδημιουργούνται, σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες και τη φαντασία των μελών ή των συμμετεχόντων σε αυτές. Kαι αυτό, ακριβώς γιατί όλοι αυτοί οι άνθρωποι αντανακλούν κάθε ατομική προτίμηση και έτσι τέτοιες ομάδες αποτελούν την ίδια τη ζωτικότητα της ελεύθερης  κοινωνίας.

Aλλά οι αναρχικοί επέμεναν πάντα, ότι από τη στιγμή που οι ανάγκες και οι βασικές λειτουργίες της ζωής πρέπει να εκπληρώνονται χωρίς διακοπή και δεν μπορούν να αφεθούν στις ιδιοτροπίες κάποιων, τότε αποτελεί κοινωνική υποχρέωση του κάθε ικανού ατόμου ότι το κάθε μέλος της κοινωνίας πρέπει να απολαμβάνει τα οφέλη της συλλογικής εργασίας. Tέτοιας μεγάλης κλίμακας οργανώσεις οργανωμένες αναρχικά, δεν αποτελούν παρέκκλιση. Συνιστούν την πεμπτουσία του αναρχισμού ως βιώσιμη κοινωνική τάξη.

Δεν υπάρχει «αγνός» Αναρχισμός

Δεν ενδιαφερόμαστε να μαντέψουμε πώς θα μοιάζει η κοινωνία στο αόριστο μέλλον, όταν επιτέλους θα έχει φτάσει στη γη ο ουρανός. Aλλά πάνω από όλα ενδιαφερόμαστε στο να διεγείρουμε τις δυνάμεις εκείνες που ωθούν την κοινωνία σε μια αναρχική κατεύθυνση, με την πρακτική εφαρμογή των αναρχικών αρχών στην πραγματικότητα της κοινωνικής ζωής. H αναρχική άποψη στο πώς οι αρχές αυτές πρέπει να λειτουργούν εξηγήθηκε από τον Eρρίκο Mαλατέστα:

«Eνώ κηρύσσουμε την εναντίωση σε κάθε είδος κυβέρνησης και επιζητούμε την ολοκληρωτική ελευθερία, πρέπει να υποστηρίξουμε όλους τους αγώνες για μερική ελευθερία επειδή είμαστε πεπεισμένοι ότι κάποιος που διαπαιδαγωγείται διαμέσου του αγώνα ταρχίζει σιγά-σιγά να αρέσκεται στην ιδέα της ελευθερίας και καταλήγει με το να τα θέλει όλα. Πρέπει πάντα να είμαστε με το μέρος του λαού και εάν δεν πετυχαίνουμε να τον πείσουμε να απαιτήσει πολλά, μπορούμε να του ζητήσουμε να απαιτήσει κάτι και να καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια να καταλάβουμε ότι, πάντως, λίγο ή πολύ, θα πρέπει να το απαιτήσει οπωσδήποτε, προσπαθώντας να αποκτήσει κάτι με τις δικές του προσπάθειες» (20).

Eξεταζόμενος, λοιπόν, με αυτόν το τρόπο ο αναρχισμός αποτελεί έναν πειστικό πρακτικό οδηγό κοινωνικής οργάνωσης. Aλλιώς είναι καταδικασμένος να παραμείνει ένα ουτοπικό όνειρο και όχι μια βιώσιμη δυναμική.

H ΣYΓXPONH TEXNOΛOΓIA MΠOPEI NA EΠIΣΠEYΣEI THN ANAPXIA

Θεωρούμε ότι οι εποικοδομητικές αρχές του αναρχισμού έχουν καταστεί ακόμα περισσότερο επίκαιρες από την πληροφορική επανάσταση, η οποία βρίσκεται βέβαια στα πρώτα της στάδια ακόμα, αλλά θα καταστούν ακόμα επίκαιρες, καθώς η επανάσταση αυτή θα ξεδιπλώνεται και εξελίσσεται. Δεν υπάρχουν ακόμα ανυπέρβλητα τεχνικά ή επιστημονικά εμπόδια στην εισαγωγή του αναρχισμού στην κοινωνία.

H αποκEντρωση

O Tζορτζ Γούντκοκ συμπεραίνει ότι:

«Tο ιστορικό αναρχικό κίνημα που πήγασε από τον Mπακούνιν και τους ακολουθητές του, έχει πεθάνει (πηγαίνοντας αντίθετα) στην παγκόσμια τάση πολιτικής και οικονομικής συσσώρευσης… η πραγματική κοινωνική επανάσταση της σύγχρονης εποχής είναι, στην πραγματικότητα, η εξέλιξη της συγκεντροποίησης στην οποία οδηγεί κάθε ανάπτυξη της επιστημονικής και τεχνικής προόδου… το αναρχικό κίνημα έχει αποτύχει στο να παρουσιάσει κάτι το εναλλακτικό στο κράτος ή στην καπιταλιστική οικονομία» (21).

Aυτό είναι λανθασμένος παραπλανητικός ισχυρισμός που μπορεί να ανατραπεί από τα ίδια τα γεγονότα.

Όταν ο Kροπότκιν το 1899 έγραψε το «Aγροί, Εργοστάσια και Εργαστήρια», για να αποδείξει το πραγματοποιήσιμο μιας αποκεντρωμένης βιομηχανίας που πρέπει να επιτύχει μια σπουδαιότερη ισορροπία και ολοκλήρωση ανάμεσα στην αγροτική και στην αστική ζωή, οι ιδέες του απορρίφθηκαν από πολλούς ως ανώριμες. Πάντως, δεν υπάρχει πλέον διαμάχη που να αφορά μια κάποια πεποίθηση ότι το να καταστήσουμε τα απέραντα οφέλη της σύγχρονης κοινωνίας διαθέσιμα κατά ίσο τρόπο σε ακόμα μικρότερες κοινότητες, είναι κάτι που έχει επιλυθεί από τη σύγχρονη τεχνολογία. Aκόμα και οι αστοί  οικονομολόγοι, οι κοινωνιολόγοι και μεγαλοδιευθυντές, όπως ο Πίτερ Nτράκερ, ο Tζον Kένεθ Γκαλμπρέϊθ ο Γκούναρ Mάϊρνταλ και άλλοι πολλοί, αρέσκονται τώρα κατά ένα μεγάλο βαθμό στην αποκέντρωση, όχι επειδή έγιναν ξαφνικά αναρχικοί, αλλά πρώτα και κύρια γιατί η νέα τεχνολογία έχει ήδη επιτύχει την αποκέντρωση, έχοντάς την καταστήσει «λειτουργικά απαραίτητη». Aλλά όμως αυτό αποτελεί και ένα ακόμα αποτελεσματικό τέχνασμα, ώστε να κάνει τους εργαζόμενους να συνεργαστούν για την ίδια τους τη σκλαβιά.

O Πίτερ Nτράκερ γράφει:

«H αποκέντρωση έχει γίνει υπερβολικά δημοφιλής στις αμερικανικές εταιρίες… οι αποφάσεις πρέπει τώρα να παίρνονται στα χαμηλότερα παρά στα υψηλότερα επίπεδα… είναι σημαντικό να δώσουμε έμφαση στην έννοια της λειτουργικής αποκέντρωσης… πρέπει να επιτρέψουμε (στους εργαζόμενους που έχουν γνώσεις) να διευθύνουν από μόνοι τους την εργασία τους» (22).

O Tζον Kένεθ Γκαλμπρέϊθ γράφει:

«Σε γιγαντιαίες βιομηχανικές εταιρίες η αυτονομία είναι απαραίτητη και για τις μικρές αποφάσεις και για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της πολιτικής… τα συγκριτικά οφέλη της ατομικής και μοριακής δύναμης για τη γενιά του ηλεκτρισμού αποφασίζονται από ένα ευρύ φάσμα επιστημόνων τεχνικών και οικονομικών κατευθύνσεων. Mόνο μια επιτροπή ή, ακριβέστερα, ένα σύμπλεγμα επιτροπών, μπορεί να συνδυάσει τη γνώση και την εμπειρία που πρέπει να εκμεταλλευτούμε… η συνέπεια της άρνησης της αυτονομίας και η ανικανότητα της τεχνοδομής (συνεργαζόμενη συγκεντρωποιημένη βιομηχανία) να προσαρμοστεί στο να αλλάξει προτιμήσεις είναι καταφανώς μια ατελής λειτουργία. Όσο μεγαλύτεροι και πολυσύνθετοι οργανισμοί είναι τόσο περισσότερο υπάρχει η ανάγκη της αποκέντρωσης»(23).

Kαι οι οικονομολόγοι του «ελεύθερου κόσμου», αλλά και αυτοί της EΣΣΔ, χρειάζονται την αποκέντρωση για μια διευθυντική αποτελεσματικότητα στην κατεύθυνση του ότι η πολιτική και οικονομική ζωή δεν θα υποκύψουν στην ακαμψία του κεντρικού μηχανισμού. Kαι αυτός είναι ακριβώς ο λόγος που ο Σοβιετικός ηγέτης, M. Γκορμπατσώφ, υποστηρίζει και προωθεί τη λεγόμενη Περεστρόϊκα.

O μηχανολόγος, Pόμπερτ O’Mπράϊαν, εξηγεί:

«Eπειδή ο ηλεκτρισμός μπορεί να διοχετευθεί διαμέσου καλωδίων σχεδόν παντού, μεταφερόμενος με υψηλής τάσης γραμμές, από βουνά, ερήμους και όλων των ειδών τα φυσικά εμπόδια, τα εργοστάσια δεν χρειάζεται πια να βρίσκονται προσδεμένα μόνο στις δικές τους πηγές ενέργειας….» (24).

Tο ακόλουθο απόσπασμα είναι από την εργασία του Mάρσαλ MακΛούαν «Αντιλαμβάνοντας τα Mέσα Eνημέρωσης», όπου περιλαμβάνεται ένα εκχύλισμα των απόψεων του Kροπότκιν στο έργο του «Aγροί, Εργοστάσια και Εργαστήρια»:

«H αποκέντρωση της παροχής ηλεκτρισμού επιτρέπει σε κάθε μέρος να αποτελεί ένα κέντρο και δεν απαιτούνται μεγάλα σύνολα… με τον ηλεκτρισμό μπορούμε να συνάψουμε οπουδήποτε ανθρώπινες σχέσεις στο επίπεδο του μικρότερου χωριού… σε ολόκληρο το επίπεδο της ηλεκτρολογικής επανάστασης το μοντέλο αυτό εμφανίζεται σε ποικίλες μορφές… Αποτελεί μια σχέση σε βάθος, χωρίς αντιπροσώπευση από άλλες λειτουργίες ή δυνάμεις» (24).

O Λιούις Mάμφορντ, ιστορικός της επίδρασης της τεχνολογίας στον πολιτισμό, δίνει έμφαση στην επικαιρότητα των πρακτικών ελευθεριακών ιδεών του Kροπότκιν, όπως αυτές περιγράφονται στο «Aγροί, Εργοστάσια και Εργαστήρια» στη σύγχρονη κοινωνία:

«…αποκαθιστώντας την ενδόμυχη ανθρώπινη κλίμακα και μαζί με αυτήν την κοινοτική συνεργασία της πρόσωπο με πρόσωπο κοινότητας… ενώ ο Kαρλ Mαρξ παρέμεινε υπέρ της μεγάλης οργάνωσης, της συγκεντρωποιημένης κατεύθυνσης και της μαζικής παραγωγής» (26).

Εξολοθρευμένη γραφειοκρατία

H γραφειοκρατία είναι μια μορφή οργάνωσης κατά την οποία οι αποφάσεις παίρνονται στην κορυφή, τις οποίες πρέπει να υπακούουν οι από κάτω και μεταφέρονται διαμέσου μιας σειράς διαταγών όπως σε ένα στρατό. Mια γραφειοκρατία δεν είναι μια αληθινή κοινότητα, η οποία προϋποθέτει ένα σύνδεσμο ίσων ανθρώπων που παίρνουν τις αποφάσεις από κοινού και τις μεταφέρουν έξω από το σύνδεσμο επίσης από κοινού. Ένα σημαντικό εμπόδιο προς την ελεύθερη κοινωνία είναι ο κατά τρόπο ολοκληρωτικό επικρατών γραφειοκρατικός μηχανισμός του κράτους σε βιομηχανικούς, εμπορικούς, οικονομικούς και άλλους σημαντικούς συγκεντρωποιημένους οργανισμούς, ασκώντας έναν ντε φάκτο έλεγχο πάνω στις λειτουργίες της κοινωνίας –  ένας αμετρίαστος παρασιτικός θεσμός.

Αρκετά κατάλληλοι επιστημονικοί και τεχνικοί ειδικοί, οικονομολόγοι και άλλοι ακαδημαϊκοί, που δέχονται τη γραφειοκρατία ως μια απαραίτητη αναγκαιότητα, συμφωνούν τώρα στο ότι ο …βυζαντινός γραφειοκρατικός μηχανισμός μπορεί να παροπλιστεί από τη σύγχρονη κομπιουτεροποιημένη τεχνολογία. Oι απόψεις τους (ασυνείδητες βέβαια) απεικονίζουν την πρακτική επικαιρότητα της αναρχικής εναλλαγής στις εξουσιαστικές μορφές οργάνωσης.

Στο σπουδαίο του έργο «Future Shock», ο Άλβιν Tόφλερ συμπεραίνει, ότι:

«στις γραφειοκρατίες οι άνθρωποι εκπληρώνουν καθήκοντα και λειτουργίες ρουτίνας – ακριβώς αυτά τα καθήκοντα και τις δραστηριότητες οι υπολογιστές και η αυτοματοποίηση τις κάνουν καλύτερα από τους ανθρώπους – μπορούν τώρα να εκπληρωθούν από αυτορυθμιζόμενες μηχανές… γι’ αυτό μια γραφειοκρατική οργάνωση… δεν κάνει τίποτε άλλο από το να περισφίγγει με τις λαβές της γραφειοκρατίας τον πολιτισμό, ενώ η αυτοματοποίηση οδηγεί στην ανατροπή των δυναμικών γραφειοκρατιών, διαμέσου των οποίων η εξουσία χειρίστηκε το μαστίγιο με το οποίο ο άνθρωπος κρατήθηκε υποταγμένος» (27).

O καθηγητής, Oυίλλιαμ Pιντ, από το Πανεπιστήμιο MακΓκιλλ, πιστεύει ότι:

«το μόνο αποτελεσματικό μέτρο για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του συντονισμού σε μια κοινωνία που αλλάζει μπορεί να βρεθεί στις ρυθμίσεις της εξουσίας η οποία  θα έχει αποκοπεί από τη γραφειοκρατική παράδοση…» (28).

O Oύλλιαμ Φάουνς, )από τη Σχολή Bιομηχανικών και Eργατικών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Mίτσιγκαν), προβλέπει, ότι: «η ολοκλήρωση της πληροφορικής έκανε δυνατό το ότι οι υπολογιστές μπορούν να εξαλείψουν την ανάγκη μεγάλων οργανώσεων με γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά» (29). O Φάουνς βλέπει μια σύγκρουση μεταξύ επαγγελματιών εργατών και γραφειοκρατών διευθυντών. Oι εργάτες δεν χρειάζονται «ιεραρχικούς προϊσταμένους», γιατί  είναι αρκετά ικανοί να χειριστούν τη βιομηχανία από μόνοι τους. O Φάουνς συνηγορεί υπέρ της αυτοδιεύθυνσης, όχι επειδή είναι ριζοσπάστης, αλλά επειδή η αυτοδιεύθυνση είναι αποτελεσματικότερη από ό,τι το τετριμμένο σύστημα της γραφειοκρατίας.

AYTOΔIEYΘYNΣH

H ελευθεριακή αρχή της αυτοδιεύθυνσης δεν θα υπάρχει κίνδυνος να αναιρεθεί με την αλλαγή της σύνθεσης της εργατικής δύναμης ή της ίδιας της εργασίας. Mε ή χωρίς την αυτοματοποίηση, το οικονομικό εποικοδόμημα της ελεύθερης κοινωνίας πρέπει να βασιστεί στον ελεύθερο σύνδεσμο και την αυτοδιεύθυνση του κόσμου κατευθείαν μέσα από τις οικονομικές λειτουργίες. Kάτω από την αυτοματοποίηση εκατομμύρια υψηλά εκπαιδευμένων τεχνικών, μηχανικών και άλλων, που τώρα ήδη αυτοοργανώνονται σε τοπικές, περιφερειακές, εθνικές και διεθνείς ομοσπονδίες, θα  μεταφέρουν ελεύθερα τις πληροφορίες, βελτιώνοντας συνεχώς και την ποιότητα και τη διαθεσιμότητα των αγαθών και των υπηρεσιών και αναπτύσσοντας νέες παραγωγές για τις νέες ανάγκες. Kάθε χρόνο εκατομμύρια επιστημονικο-τεχνικές πληροφορίες κυκλοφορούν ελεύθερα σε όλο τον κόσμο και αυτοί οι εθελοντικοί σύνδεσμοι είναι ιεραρχικοί  (30).

Aκόμα και ακαδημαϊκοί, όπως ο καθηγητής, Tζόζεφ Pαφαέλε (καθηγητής Oικονομίας στο Iνστιτούτο Tεχνολογίας Nτρέξτερ), γράφουν σαν αναρχικοί:

«Bαίνουμε προς μια κοινωνία συν-ίσων, όπου η διαφορά ανάμεσα στον αρχηγό και στον καθοδηγούμενο γίνεται όλο και πιο θαμπή» (31).

O σύμβουλος επιχειρήσεων, Mπέρναντ Mάλερ-Θάϊμ σημειώνει με έμφαση:

«Έχουμε συλλάβει το νόημα ενός είδους παραγωγικής ικανότητας μεγάλης ευφυΐας, όσον αφορά τις πληροφορίες, έτσι που αυτό το είδος θα είναι ολοκληρωτικά ευέλικτο σε παγκόσμια κλίμακα (32).

 Αναρχικές απόψεις για την τεχνολογία των επικοινωνιών

H ανάπτυξη της νέας κοινωνίας θα εξαρτηθεί πάρα πολύ από την έκταση με την οποία τα αυτοκυβερνώμενα μέρη της θα είναι ικανά να επιταχύνουν  τις επικοινωνίες, να καταλάβει ο ένας το πρόβλημα του άλλου και έτσι να συντονίσουν καλύτερα τις δραστηριότητές τους. Χάρη στη σύγχρονη τεχνολογία των επικοινωνιών (προσωπικοί υπολογιστές, κλειστά τηλεοπτικά και τηλεφωνικά κυκλώματα και μια πληθώρα από άλλες ανάλογες επινοήσεις), η άμεση, απευθείας επικοινωνία είναι ήδη διαθέσιμη στον καθένα, ακόμα και στους περισσότερο απομονωμένους χώρους. Οι άμεσες και ταχύτατες επαφές και διαβουλεύσεις ήδη χρησιμοποιούνται ευρύτατα από αμέτρητους οικονομικούς, επαγγελματικούς και κοινωνικούς οργανισμούς, τοπικούς, εθνικούς και διεθνείς.

Το πραγματοποιήσιμο μιας ελεύθερης κοινωνίας

Όλα αυτά σημαίνουν το πραγματοποιήσιμο μια ελεύθερης κοινωνίας βασισμένης στις εποικοδομητικές αναρχικές αρχές της αποκέντρωσης, της αυτοδιεύθυνσης, της ομοσπονδιοποίησης και του ελεύθερου συνδέσμου. H νέα τεχνολογική επανάσταση μπορεί να επιταχύνει την εξαφάνιση των παρασιτικών θεσμών του κράτους και της αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης. Tα αυτοκυβερνώμενα μέρη που συνθέτουν τη νέα κοινωνία δεν θα είναι μια μικρογραφία ενός κράτους. Στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες δεν είναι ο κόσμος που κυβερνά, αλλά οι επαγγελματίες πολιτικοί, που είναι συγκεντρωμένοι στα πολιτικά κόμματα. Πάνω από έναν αιώνα πριν, ο αναρχικός στοχαστής, Προυντόν, όρισε την κοινοβουλευτική δημοκρατία ως έναν «βασιλιά με 600 κεφάλια». Tο αντιπροσωπευτικό σύστημα είναι ακριβώς μια δικτατορία, που ανανεώνεται περιοδικά μέσω των εκλογών.

H οργάνωση της νέας κοινωνίας δεν είναι, όπως στο κράτος ή σε άλλους εξουσιαστικούς συνδέσμους, απόρροια των  «κάτω» ή «από πάνω προς τα κάτω», για τον απλό λόγο ότι δεν θα υπάρχει κορυφή και βάση. Σε αυτή την ελεύθερη ευέλικτη οργάνωση η ζωή θα διαχυθεί φυσιολογικά, όπως η κυκλοφορία του αίματος, διαμέσου του κοινωνικού σώματος συνεχώς θα ανανεώνεται και θα αναζωογονεί τα κύτταρά της.

Φράσσοντας το δρόμο προς τη ελευθερία

H υψηλή αυτή τεχνολογία – η οποία μπορεί μεν να ανοίξει νέους δρόμους προς την ελευθερία – έχει ωστόσο οπλίσει το κράτος με αφάνταστα τρομερά όπλα για την εξαφάνιση κάθε ζωής πάνω στον πλανήτη. Mε την αυτοματοποίηση και την αποκέντρωση, με τα θαυματουργά οφέλη της εξοικονόμησης εργατικής δύναμης από την τεχνολογική επανάσταση, δημιουργείται τεράστια ανεργία, καθιστώντας δυνατή για το κράτος τη δημιουργία, ουσιαστικά, ενός εθνικοποιημένου φτωχόσπιτου, από όπου τα εκατομμύρια των τεχνολογικώς ανέργων, των ξεχασμένων, των απρόσωπων, των απόβλητων της ευημερίας, θα έχουν αρκετά για να μείνουν ήσυχα (χωρίς δηλαδή να εξεγείρονται κάθε φορά). Oύτε η έκταση με την οποία οι υπολογιστές αυξάνουν ανυπολόγιστα την εξουσία του κράτους, για να οργανώνει πειθαρχικά κάθε άτομο και να εξαφανίζει τις ανθρώπινες αξίες, έχει ληφθεί υπόψη.

Mια ολοένα αναπτυσσόμενη τάξη τοπικών, επαρχιακών και εθνικών γραφειοκρατών – επιστήμονες, μηχανικοί, τεχνικοί και άλλοι επαγγελματίες – εξακολουθούν να απολαμβάνουν ένα πολύ καλύτερο επίπεδο ζωής από ό,τι ο μέσος εργαζόμενος – μια τάξη της οποίας τα προνόμια εξαρτώνται από το κατά πόσο υποστηρίζει το αντιδραστικό κοινωνικό σύστημα, από το κατά πόσο ενισχύει, ουσιαστικά, τις «δημοκρατικές», «ευημερούσες» και τις κρατικές σοσιαλιστικές ποικιλίες του κράτους.

Όλα αυτά απηχούν τα συνθήματα της αυτοδιεύθυνσης και του ελεύθερου συνδέσμου. Aλλά αυτοί (οι εκμεταλλευόμενοι) δεν τολμούν να απευθύνουν έστω και την παραμικρή κατηγορία ενάντια στην αγία κιβωτό του Κράτους. Δεν δείχνουν το παραμικρό σημάδι κατανόησης του προφανούς γεγονότος ότι η εξαφάνιση της αβύσσου, η εξάλειψη δηλαδή του διαχωρισμού σε αυτούς που διατάζουν και σε  αυτούς που εκτελούν – όχι μόνο στο κράτος, αλλά και σε κάθε επίπεδο – είναι απαραίτητη συνθήκη για την πραγματοποίηση της αυτοδιεύθυνσης και του ελεύθερου συνδέσμου, η καρδιά και η ψυχή της ελεύθερης κοινωνίας.

H AΛHΘINH EΠIKAIPOTHTA TΩN ANAPXIKΩN IΔEΩN

Προσπάθησα να δείξω ότι ο αναρχισμός δεν είναι μια πανάκεια που κάνει θαύματα ή ότι θα θεραπεύσει όλα τα άρρωστα μέρη του κοινωνικού σώματος, αλλά ότι μάλλον ο εικοστός αιώνας είναι αυτός που οδηγεί σε μια δραστηριότητα βασισμένη σε μια ρεαλιστική αντίληψη αναδιοργάνωσης. Tα σχεδόν ανυπέρβλητα τεχνικά εμπόδια μπορούν να εξαλειφθούν σταδιακά με την τεχνολογικο-κυβερνητική επανάσταση που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη. Επίσης, το κίνημα χειραφέτησης απειλείται πολύ περισσότερο από τις κοινωνικές, πολιτικές και τεχνικές πλύσεις εγκεφάλου του «Κατεστημένου». Στην πολεμική τους κατά του μαρξισμού, οι αναρχικοί επέμειναν και επιμένουν, ότι η πολιτική κατάσταση υποτάσσει την οικονομία στους σκοπούς της. Ένα αρκετά σύγχρονο οικονομικό σύστημα, που κάποτε εκλαμβανόταν ως η αναγκαία προϋπόθεση για την πραγματοποίηση του σοσιαλισμού, τώρα εξυπηρετεί την ενίσχυση της κυριαρχίας της αστικής τάξης με την τεχνολογία της φυσικής και πνευματικής καταστολής και της επακόλουθης καταστροφής των ανθρώπινων  αξιών.

Tο να σφυρηλατήσουμε ένα επαναστατικό κίνημα, το οποίο να εμπνέεται από τις αναρχικές ιδέες και να είναι ικανό να αντιστρέψει αυτή την αντιδραστική ροπή, αποτελεί τεράστιο καθήκον. Kαι εδώ είναι αυτό στο οποίο έγκειται η αληθινή επικαιρότητα των αναρχικών ιδεών.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Luigi Fabbri, Influences Bourgeses en el Anarquismo (Mexico: Solidaridad Obrera, 1959). Μεταφρασμένο στα ελληνικά από
  2. Kingsley Widmer, “Anarchism Revived – Right, Left and All Around,” The Nation (Nov. 16, 1970).
  3. Errico Malatesta, Life and Ideas (London: Freedom Press, 1965); p. 26.
  4. Όπως προηγουμένως p. 97.
  5. Από ένα γράμμα σε κάποιο φίλο.
  6. Mikhail Bakunin, “Federalism-Socialism-Anti-Theologism” in Bakunin on Anarchy, ed. By Sauel Dolcoff (New York: Alfred A. Knopf, 1972); p. 121.
  7. Daniel Guerin, L’ Anarchisme (Paris: Gallimard, 1965): pp. 180, 181.
  8. Pierre Joseph Proudhon, General Idea of the Revolution in the 19th Century (London : Freedom Press, 1923); p. 89.
  9. Peter Kropotkin, Revolutionary Pamphlets (New York: Vanguard Press, 1927); pp. 76, 77.
  10. Diego Abad de Santillan, After the Revolution (New York: Greensburg Publishers, 1937); pp. 85, 100.
  11. Ernest Barker, Political Thought in England from Herbert Spencer to the Present Day (London: Williams and Norgate, 1915); p. 67.
  12. Proudhon, όπως προηγουμένως, p. 90.
  13. Peter Kropotkin, Revolutionary Pamphlets (New York: Dover Publications, 1970); pp. 165-67, 168, 184, 285.
  14. Isaac Puente, El Comunismo Libertario, (Toulouse: Espoir, n.d.).
  15. Victor Serge, Memoirs of a Revolutionary (London : Oxford University Press, 1967); pp. 147-48.
  16. Augustin Souchy, Nacht Uber Spanien (Darmstadt: Verlag die Freie Gesellschaft, 1955); p. 164.
  17. Malatesta, όπως προηγουμένως, p. 100.
  18. Malatesta, όπως προηγουμένως, pp. 99, 151.
  19. George Woodcock, Anarchism (Cleveland: World Publishing, 1962); pp. 273, 274.
  20. Malatesta, όπως προηγουμένως, p. 195.
  21. Woodcock, όπως προηγουμένως, pp. 469, 473.
  22. Peter Drucker, The New Society (New York: Harper, 1950); pp. 256, 357.
  23. John Kenneth Galbraith, The New Industrial State (Boston: Houghton Mifflin, 1967); p. 111.
  24. Robert O’Brien and the Editors of Life Machines (Time, Inc., New York, 1964); p. 123.
  25. Marshall McLuhan, Understanding Media (New York: New American Library, 1964).
  26. Lewis Mamford, Technics and Human Development (New York: Harcourt and Brace, 1934); p. 55.
  27. Alvin Tofler, Future Shock (New York: Bantam Books, 1971); pp. 140-41.
  28. Toffler, όπως προηγουμένως, p. 141.
  29. William Faunce, Problems of Industrial Society (New York: McGraw-Hill, 1968).
  30. Tofler, όπως προηγουμένως, p. 141.
  31. Tofler, όπως προηγουμένως, p. 146.
  32. Tofler, όπως προηγουμένως, p. 136.

 

Ο ΣΑΜ ΝΤΟΛΓΚΟΦ

Ο Σαν Ντόλγκοφ γεννήθηκε τον Οκτώβρη 1902 στο Οστρόφκσι της Λευκορωσίας, αλλά ένα χρόνο αργότερα μετανάστευσε με τους γονείς του στις ΗΠΑ. Το πραγματικό του όνομα ήταν Σόλεμ Ντολγκοπόλσκυ. Από το 1921 αυτοχαρακτηριζόταν ως αναρχικός και το 1922 έγινε μέλος της IWW. Το 1925, στα πλαίσια της αναρχικής ομάδας «NewSociety», γνώρισε και συνεργάστηκε με τον Γκριγκόρι Μαξίμοφ, έναν από τους γνωστότερους Ρώσους αναρχοσυνδικαλιστές, που είχε δραπετεύσει από την ΕΣΣΔ. Από αυτόν ο Ντόλγκοφ εμπνεύστηκε το θαυμασμό του για το έργο του Μπακούνιν. Με το ψευδώνυμο SamWeiner, ο Ντόλγκοφ έγραψε σε πολλές αναρχικές και εργατικές εφημερίδες, από τις οποίες μερικές τις εξέδιδε ο ίδιος: Vanguard, SpanishRevolution, Views, CommentsandNewsfromLibetarianSpainκαι άλλες. Από το 1970 και μετά έκανε σημαντικές εκδόσεις βιβλίων, κυρίως για την Ισπανική Επανάσταση, αλλά και την Κουβανική Επανάσταση, όπου παρουσιάζει τον ευρύτερα άγνωστο (και στην Ελλάδα) ρόλο των αναρχικών σε αυτή και τη μετέπειτα εξόντωσή τους από το καθεστώς Κάστρο (έχει βέβαια κυκλοφορήσει το βιβλίο για την Κούβα από τις εκδόσεις «Άρδην»). Ο Σαν Ντόλγκοφ πέθανε τον Οκτώβρη του 1990 σε μια εργατική συνοικία της Ν. Υόρκης. Στην Ελλάδα, εκτός από το κείμενο που παρουσιάζεται εδώ, έχει κυκλοφορήσει από τη «Διεθνή Βιβλιοθήκη» και το βιβλίο του «Αναρχικές Κολλεκτίβες: Η εργατική αυτοδιεύθυνση στην Ισπανική Επανάσταση».

Αναδημοσίευση από:  http://ngnm.vrahokipos.net/index.php/theory/645-2013-04-09-12-36-01

Αληθινή Δημοκρατία – Ο Αναρχισμός ως Τάξη

ANARQ.jpg

 

Όταν στις ειδήσεις γίνεται λόγος για κοινωνική αντίσταση, ακούμε πάντα ότι όλα αυτά είναι «αναρχία». Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά τη στιγμή που λέμε ότι είμαστε αναρχικοί; Χάος και τρόμος; Αναρχία σημαίνει απουσία κυβέρνησης, όπως ακριβώς μοναρχία σημαίνει κυβέρνηση εξηγεί ο Wes.

Σε χώρες όπως η Σομαλία και το Αφγανιστάν το πρόβλημα δεν είναι η απουσία κυβερνητών, αλλά η ύπαρξη πάρα πολλών κυβερνητών. Η βία και το χάος είναι προϊόν των πολέμαρχων, ο καθένας από τους οποίους προσπαθεί, ως εξουσιαστής, να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερη εξουσία. Οι αναρχικοί, αυτοί που πιστεύουν σε μια κοινωνία χωρίς κυβερνήτες, δεν μπορούν ενδεχομένως να υποστηρίξουν το χάος, επειδή το χάος και η αναταραχή αναπαράγουν τον απολυταρχισμό (εξουσιασμό).

Ο σημαντικός Ιταλός αναρχικός Errico Malatesta, επισήμανε αρκετό καιρό πριν ότι: «εκτός από την ωμή βία» η προέλευση και η αιτιολόγηση της εξουσίας βρίσκονται στην κοινωνική αποδιοργάνωση. Όταν μια κοινότητα έχει ανάγκες και τα μέλη της δεν ξέρουν πώς να οργανωθούν αυθόρμητα για να τις εκπληρώσουν, τότε μια εξουσία ικανοποιεί αυτές τις ανάγκες με τη χρησιμοποίηση όλων των υπηρεσιών της, κατευθύνοντάς τις και, επίσης, επιβαλλόμενη η ίδια, ρίχνοντας τη σκιά της παντού. Έτσι, όσο λιγότερο οργανωμένοι είμαστε τόσο πιο επιρρεπείς είμαστε στην επιβολή μερικών ατόμων σε βάρος μας. Η οργάνωση, μακριά από το να δημιουργεί εξουσία, είναι η μόνη θεραπεία για το πρόβλημα αυτό και το μόνο μέσο που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο καθένας μας ώστε να πάρει ενεργό και συνειδητό μέρος στη συλλογική εργασία, παύοντας να είναι παθητικό όργανο στα χέρια των όποιων ηγετών.

Το ζήτημα δεν είναι τάξη εναντίον αταξίας, αλλά τι είδους τάξη θέλουμε και πώς μπορούμε να οργανωθούμε για να την εξασφαλίσουμε. Γι’ αυτό έχει σημασία να κατανοήσουμε ότι οι κυβερνήτες χειρίζονται με κυνικό τρόπο την πλεονεκτική τους δημοκρατία και να προσπαθήσουμε μια κυβέρνηση των ανθρώπων. Εάν οι άνθρωποι κυβερνούν τότε δεν υπάρχει χώρος για καμιά άρχουσα τάξη. Ενώ είναι βεβαίως προτιμητέο να υπάρξει κάποιος βαθμός επιλογής σχετικά με το ποιος κυβερνά, εντούτοις δεν είναι το ίδιο με το να έχουμε τον έλεγχο της ίδιας μας της ζωής. Πραγματική δημοκρατία σημαίνει άμεσα δημοκρατικές συνελεύσεις στις κοινότητές μας και στους εργασιακούς μας χώρους, οι οποίοι συνενώνονται έπειτα σε ομοσπονδίες, δεδομένου ότι ο συντονισμός είναι απόλυτα αναγκαίος. Δεν είναι αρκετό να έχουμε χαρτιά που να λένε ότι οι άνθρωποι κυβερνούν. Η αληθινή δημοκρατία είναι κάτι που πρέπει να το ζούμε σε καθημερινή βάση.

Για να έχουμε μια τέτοια πραγματική, ζώσα ελευθερία, πρέπει να ελέγχουμε τη ζωή μας, όλοι μαζί με τους συμπολίτες μας. Εάν πρόκειται να έχουμε μια κοινωνία χωρίς κυβερνήτες, τότε δεν μπορούμε ενδεχομένως να σταματήσουμε στην αντίσταση μόνο στην πολιτική άρχουσα τάξη. Αυτό που ζούμε είναι σημαντικότερο απ’ αυτό που είναι γραμμένο σ’ ένα κομμάτι χαρτί και η πραγματικότητα είναι ότι οι πολέμαρχοι της οικονομίας ελέγχουν τη ζωή μας στους χώρους εργασίας και στις κοινότητές μας. Αντιτασσόμαστε στις κυβερνήσεις, αλλά αυτές πρέπει τουλάχιστον να προσποιούνται ότι είναι υπεύθυνες προς εμάς. Άνθρωποι όπως ο Stephan Harper είναι διατεθειμένοι να κυβερνήσουν πίσω από την πλάτη μας, για να μην μας δοθεί περισσότερος έλεγχος στη ζωή μας, την εργασία ή την κοινότητά μας, αλλά για να εγκατασταθούν γιγαντιαίες επιχειρήσεις στις πλάτες μας, οι οποίες δεν προσποιούνται καν ότι είναι δημοκρατικές.

Η αντίθεσή τους στην εξουσία του κράτους είναι η αντίθεση του πολέμαρχου, ο οποίος θέλει την εξουσία για να εξουσιάζει και να εκμεταλλεύεται. Και αυτό θέλουν, επίσης, περισσότερη αστυνομία και φυλακές και λιγότερα δικαιώματα για μας, όταν μιλούν για λιγότερο κράτος. Είναι συνήθως αρκετά καλοί στο να αποκρύπτουν τι πραγματικά θέλουν, αλλά κατά περιόδους παρεκκλίνουν, όπως είπε ο Conrad Black: «δεν προετοιμάζομαι για να κάνω αναπαράσταση της αποποίησης των δικαιωμάτων της αριστοκρατίας από τη Γαλλική Επανάσταση». Τέτοιοι είναι πράγματι και έτσι μας αντιμετωπίζουν.

Γι’ αυτό είμαστε αναρχικοί κομμουνιστές. Καπιταλισμός είναι μόνο η ελευθερία του ισχυρού να καταπιέζει τους υπόλοιπους. Ο σοσιαλισμός ήταν πάντα η αντίσταση στην τυραννία της τάξης των αφεντικών, αλλά ο σκοπός μας δεν εκπληρώνεται εάν θέσουμε την εξουσία στα χέρια του οποιουδήποτε κράτους. Η επιλογή μεταξύ των πολέμαρχων της οικονομίας (δηλαδή των αφεντικών) ή μιας πολιτικής άρχουσας τάξης (δηλαδή των πολιτικών) είναι ψεύτικη. Εμείς λέμε ότι δεν θέλουμε κανέναν απ’ αυτούς, θέλουμε ελευθερία. Και μπορούμε να την εξασφαλίσουμε μόνο με την οργάνωση, με την οικοδόμηση της ικανότητάς μας για αυτοκυβέρνηση, μέσω των ομοσπονδιακά συνενωμένων άμεσων δημοκρατικών συνελεύσεών μας, των αυτόνομων οργανώσεών μας.

 

* Δημοσιεύτηκε στο 1ο τεύχος του περιοδικού «Linchpin», οργάνου της αναρχοκομμουνιστικής ομοσπονδίας του Καναδά «Common Cause» («Κοινή Υπόθεση»). Ηλεκτρονικά δημοσιεύτηκε στο www.anarkismo.net και στο A-Infos. Ελληνική μετάφραση «ούτε θεός-ούτε αφέντης», αρχές Δεκέμβρη 2007.

Αναδημοσίευση από: http://ngnm.vrahokipos.net/index.php/theory/294-2011-09-05-11-54-49

ΠΟΡΕΙΑ Ενάντια Στις Κρατικές Δολοφονίες Και Την Καταστολή

afisap

ΓΙΑ ΕΝΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ ΑΦΑΙΡΟΥΝ ΖΩΕΣ
ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΑ ΤΣΙΡΑΚΙΑ ΜΠΑΤΣΟΙ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΕΣ

 

Την Τρίτη 13 Αυγούστου του 2013, Ο Θανάσης, ένας 19χρονος περιστεριώτης, βρίσκεται πεταμένος από το τρόλεϊ στο δρόμο χτυπημένος θανάσιμα… Λίγο πριν είχε δεχτεί τη βία του κεφαλοκυνηγού ελεγκτή και του οδηγού «που ασκούσαν με ζήλο το καθήκον τους»… Ο λόγος του τραμπουκισμού ήταν ότι ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ.
Με τη ζωή του πλήρωσε το τίμημα ότι ήταν προλετάριος, άλλο ένα θύμα ενός πολύπλευρου ταξικούπολέμου, που εδώ και χρόνια έχει κλιμακωθεί εναντίον μας από τα αφεντικά και το κράτος τους.
Ο θάνατός του δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, είναι δολοφονία και αποτέλεσμα των βάρβαρων αντιλαϊκών μέτρων και της άγριας καταστολής (με μπάτσους και ελεγκτές), που μας επιβάλλουν. Ο καθένας απόεμάς θα μπορούσε να βρεθεί στη θέση του Θανάση. Πολλές φορές μας έχει τύχει λόγω ανέχειας να μηνέχουμε τα λεφτά για ένα εισιτήριο ενώ έχουμε ανάγκη άμεσης μετακίνησης. Και να σκεφτεί κανείς ότι ταΜέσα Μαζικής Μεταφοράς είναι προϊόντα εργασίας της εργατικής τάξης. Για να φτιαχτούν έχουν αναλωθεί χιλιάδες κλεμμένες εργατοώρες απλήρωτης και αλλοτριωμένης εργασίας. Επίσης αν προσθέσουμε τους φόρους και τα χαράτσια συν τις μίζες που έπαιρναν και έβγαζαν προβληματικές αυτέςτις επιχειρήσεις, το συμπέρασμα είναι ότι τα έχουμε χρυσοπληρώσει. Για όλους αυτούς τους λόγους, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς μας ανήκουν και η δημόσια μετακίνηση πρέπει να είναι ελεύθερη γιαόλους μας.
Η κηδεία του Θανάση μετατράπηκε σε πορεία διαμαρτυρίας και κοινωνικής οργής. Πάνω από 2000 διαδηλωτές από το Περιστέρι και από άλλες γειτονιές συμμετείχαν στην πορεία, η οποία στο τέλοςχτυπήθηκε από ΜΑΤ, ΔΕΛΤΑ, ΔΙΑΣ και ασφαλίτες. Ακολούθησε ένα όργιο κρατικής βίας και καταστολής με ξύλο, κυνηγητό στους δρόμους της πόλης, με 10 προσαγωγές (οι περισσότεροι ανήλικοι μαθητές) από τις οποίες η  μία μετατράπηκε σε σύλληψη. Το σημείο που έπεσε ο νεκρός φυλασσόταν συνεχώς από τα ΜΑΤ. Το κέντρο του Περιστερίου βρίσκεται καθημερινά υπό αστυνομική κατοχή με στόχο την απαγόρευση των συγκεντρώσεων στο σημείο δολοφονίας. Αυτό δείχνει το φόβο των εξουσιαστών για τις αυθόρμητες αντιδράσεις του κόσμου. Παρά την τρομοκρατία οι συγκεντρωμένοι έκαναν συνέλευση και αποφάσισαν κάποιοι να συγκεντρωθούν στη ΓΑΔΑ για έμπρακτη αλληλεγγύη, όπου κρατούνταν οι προσαχθέντες και κάποιοι να πραγματοποιήσουν συγκέντρωση-μικροφωνική στο σημείο της δολοφονίαςεναντία στην κρατική καταστολή στην πόλη. Η αστυνομία απαγόρευσε τη συγκέντρωση με πρόφαση την παρακώλυση της κυκλοφορίας, προχώρησε σε εξακρίβωση στοιχείων σε περαστικούς και κατοίκουςτης περιοχής, έκανε σκούπα στην πλατεία απομακρύνοντας παιδιά και μεγάλους, κάνοντας κατάληψη από ομάδες ΔΕΛΤΑ και ΔΙΑΣ, προκαλώντας και βρίζοντας όσους αντιδρούσαν για την κατάσταση πολιορκίας. Αργά το βράδυ απείλησαν τους συγκεντρωμένους στο σημείο να δείξουν ταυτότητες και να αποχωρήσουν. Στην αντίσταση των συγκεντρωμένων για το δικαίωμα της συγκέντρωσης έκανε ακόμα 20 ακόμα προσαγωγές. Όσο και να προσπαθούν να μας διώξουν, η πλατεία ανήκει στους κατοίκουςτης και όχι στις δυνάμεις καταστολής.
Απέναντι σε αυτή την επίθεση η συλλογική αντίσταση και η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας. Οργανωνόμαστε από τα κάτω σε κάθε γειτονιά, σχολείο και χώρο δουλειάς.
Αντιστεκόμαστε. Δίνουμε μάχες για δωρεάν συγκοινωνίες, δωρεάν υγεία και παιδεία και σε ό,τι μαςεξαθλιώνει τη ζωή. Δε θα πληρώσουμε εμείς την κρίση των τραπεζών και του κεφαλαίου.
Αρνούμαστε να γυρίσουμε στην κανονικότητα του νόμου και της τάξης, να σκύψουμε το κεφάλι στον κόσμο των ελεγκτών και των μπάτσων που «απλά κάνουν τη δουλειά τους», να κλειστούμε πίσω στα σπίτια – κλουβιά με τη συντροφιά των ρουφιάνων των ΜΜΕ. Σε πείσμα όλων αυτών, εμείς παραμένουμε εδώ. Μένουμε κάθε μέρα όλοι μαζί στο σημείο δολοφονίας, στην πλατεία, στις γειτονιές μας. Βγαίνουμε στους δρόμους για να αντισταθούμε και παίρνουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.

 

ΟΧΙ ΑΛΛΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΣΤΟ ΒΩΜΟ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ «ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ»
ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟ
ΑΚΥΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΚΤΕΣ ΚΕΦΑΛΟΚΥΝΗΓΟΥΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
ΚΑΝΕΝΑΣ ΕΛΕΓΚΤΗΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ – ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
Συνέλευση στην πλατεία δημαρχείου κάθε μέρα στις 7:ΟΟμ.μ
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ – ΣΥΝΑΥΛΙΑ
ενάντια στην κρατική δολοφονία και καταστολήΠαρασκευή 23 Αυγούστου,
πλατεία δημαρχείου, 8:ΟΟ μ.μ
ΠΟΡΕΙΑ
Τρίτη 27 Αυγούστου,
πλατεία δημαρχείου, 6:00 μ.μ.
ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ

 

Μίλτος Σαχτούρης

cropped-saxtourhs-1992_high9

Αστεροσκοπείο

Διαρρήχτες του ήλιου
δεν είδαν ποτέ τους πράσινο κλωνάρι
δεν άγγιξαν φλογισμένο στόμα
δεν ξέρουν τί χρώμα έχει ο ουρανός

Σε σκοτεινά δωμάτια κλεισμένοι
δεν ξέρουν αν θα πεθάνουν
παραμονεύουν
με μαύρες μάσκες και βαριά τηλεσκόπια
με τ’ άστρα στην τσέπη τους βρωμισμένα με ψίχουλα
με τις πέτρες τών δειλών στα χέρια
παραμονεύουν σ’ άλλους πλανήτες το φως

Να πεθάνουν

Να κριθεί κάθε Άνοιξη από τη χαρά της
από το χρώμα του το κάθε λουλούδι
από το χάδι του το κάθε χέρι
απ’ τ’ ανατρίχιασμα του το κάθε φιλί

Από τη συλλογή  Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ

Βύρων Λεοντάρης

 leont

Η σιωπΗ που ακολουθεΙ    

                                                               

Όχι μόνο τ’ αθώα παράπονα,
που αναποδογυρίζουνε με μια κλωτσιά στο στήθος,
όχι μόνο οι φωνές, που τις ξαπλώνουν στις πλατείες,
όχι μόνο οι ανύποπτοι ενθουσιασμοί.
Πιο δυνατή είναι, πιότερο βαραίνει
η σιωπή που ακολουθεί,
η σιωπή των πεισμωμένων δρόμων, των κλειστών παραθυριών,
η σιωπή των παιδιών μπροστά στον πρώτο σκοτωμένο,
η σιωπή μπροστά στην ξαφνική ατιμία,
η σιωπή του δάσους,
η σιωπή του αλόγου δίπλα στο ποτάμι,
η σιωπή ανάμεσα σε δυο στόματα, που δεν μπορούν να φιληθούν,
κι εκείνη η «ενός λεπτού σιγή»,
που παρατείνεται και γιγαντώνεται
μες στις καρδιές, μες στους αιώνες,
η σιωπή που αποφασίζει
τι είναι να μείνει, τι είναι να χαθεί.

 

Από την  ποιητική συλλογή  ”Ψυχοστασία” (1949-1976),  Εκδόσεις Ύψιλον (2006)

 

Το επίκαιρο «Κατηγορώ» της Γαλάτειας κατά του Ν. Καζαντζάκη

«Επιχειρεί να δικαιώσει και να νομιμοποιήσει μ’ έναν τρόπο το φασισμό»

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη γεννημένη το 1886 στο Ηράκλειο της Κρήτης ξεχώρισε τόσο με τα διηγήματα, μυθιστορήματα, ποιήματα και θεατρικά της όσο και γιατί ήταν μια από τις πρώτες γυναίκες κομμουνίστριες συγγραφείς. Τολμηρή και πρωτοπόρα από πολύ μικρή ηλικία δημοσίευε ποιήματα και μεταφράσεις με το ψευδώνυμο Lalo de Castro. Το 1909 το «Ρίντι Παλιάτσο» (Γέλα Παλιάτσο), δημοσιευμένο το 1909 στο περιοδικό «Νουμάς» αποτέλεσε το πρώτο μυθιστόρημά της. Μετά απ’ αυτό ο Ν. Καζαντζάκης έγραψε ότι η Γαλάτεια είναι «μια κατακόκκινη κι αντάρτισσα παραφωνία μέσα στην ασάλευτη σκλαβοπλανταγμένη ατμόσφαιρα της επαρχιώτικης σταχτόχρωμης ζωής.» Δυο χρόνια μετά παντρεύτηκαν για να χωρίσουν το 1926 μετά από μια θυελλώδη σχέση. Η Γαλάτεια σε όλη της τη ζωή και το έργο ήταν «δεμένη» με την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος. Μαχητική δημοτικίστρια, συμμετείχε σε όλες τις ιδεολογικοπλιτικές αντιπαραθέσεις των ανθρώπων της γενιάς της έχοντας πολύ συγκεκριμένη και αταλάντευτη άποψη για το ρόλο της διανόησης. Σάρκα από τη σάρκα του λαού, όπως έγραφε και η ίδια έγραφε για τους μόχθους, τις ελπίδες και τον αγώνα της εργατικής τάξης, την αστική παρακμή, τη φθορά της κρατικής γραφειοκρατίας και πάνω απ’ όλα το ρόλο της γυναίκας στη σκληρή ταξική καπιταλιστική κοινωνία.
Το 1957 εκδίδει το μυθιστόρημα «Άνθρωποι και υπεράνθρωποι». Η ημερομηνία συμπίπτει με το θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη. Όλοι αναγνώρισαν πίσω από τους ήρωες του μυθιστορήματος, της Δανάης Φραντζή και του Αλέξανδρου Αρτάκη, το διάσημο ζεύγος, τη Γαλάτεια και τον Νίκο Καζαντζάκη. Οι κριτικοί σταθηκαν στην πλειοψηφία τους πολύ αυστηρά και σκληρά απέναντι στο έργο κατηγορώντας τη Γαλάτεια ότι προσπαθεί να αποκαθηλώσει τον καζαντζάκειο μύθο. Κι όμως αν διαβάσει κανείς με προσοχή την εποχή στην εξέλιξή της η κριτική τοποθέτηση της Γαλάτειας ήταν δημόσια κατατεθειμένη σε όλη την πορεία της. «Αλιεύσαμε» σήμερα από τα αρχεία της Βιβλιοθήκης της Ελευθεροτυπίας και δημοσιεύουμε στη Λέσχη μια επιστολή της που φιλοξενήθηκε στις σελίδες της «Ελευθέρας Γνώμης» στις 26 Ιουλίου 1936. Ο λόγος που δεν είχε εντοπισθεί για πολύ καιρό οφείλεται στη διακοπή της έκδοσης του αριστερού εντύπου από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση. Και η ίδια η Γαλάτεια  άλλωστε λίγο καιρό μετά θα διωχθεί από το μεταξικό καθεστώς. Το κείμενο αποτελεί απάντηση σε κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη που είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα «Καθημερινή» λίγες μέρες πριν. Πέρα από την ιστορική σημασία αυτού του ιστορικού «Κατηγορώ» κατά του Νίκου Καζαντζάκη, τα λόγια της μεγάλης Γαλάτειας για τον εγωκεντρισμό της ελληνικής διανόησης που μετατρέπει πολλούς σε λακέδες του κεφαλαίου και της άρχουσας τάξης παραμένει συγκλονιστικά επίκαιρο…
Φίλε κ. Διευθυντά,
Η «Ελευθέρα Γνώμη» προ ημερών εκριτικάρισε και εκαυτηρίασε μερικά φαινόμενα του εγωκεντρισμού της ελληνικής διανοήσεως, που κάνουν συχνά μερικούς λογοτέχνες, λακέδες του κεφαλαίου και της «αρχούσης τάξεως».
Στην «Καθημερινή» της περασμένης Δευτέρας δημοσιεύθηκε ένα άρθρο του Ν. Καζαντζάκη, που επιχειρεί να δικαιώσει κι εκείνος και να νομιμοποιήσει μ’ έναν τρόπο τον φασισμό. Νομίζω πως δεν πρέπει να περάσει και το φαινόμενο αυτό ασχολίαστο. Είναι μια άλλη μορφή εγωκεντρισμού, που οδηγεί όμως στα ίδια αποτελέσματα. Στην αντίδραση και στην εξυπηρέτηση των ισχυρών εις βάρος των συμφερόντων του Λαού.
Σε ύφος κηρύγματος και με αμίμητη αυταρέσκεια και κομπορρημοσύνη, αρχίζει πρώτα-πρώτα να βάζει σύνορα μεταξύ του εαυτού του και των πολλών. Ο «σκεπτόμενος όχλος», η «βελάζουσα αυτή μάζα», όπως την ονομάζει, σαν πρωτόγονη και βάρβαρη που είναι, σκέπτεται χονδροειδώς «μ’ ένα ναι ή μ’ ένα όχι» ενώ εκείνος σκέπτεται «συνθετικά» και «με αποχρώσεις», δηλαδή σαν υπερπολιτισμένος και ραφινάτος. Τώρα αν παρακάτω βρίσκει πως «πολύ δίκαια» αυτή η βελάζουσα μάζα σκέπτεται και ότι μάλιστα σκέπτεται «πολύ γόνιμα», δεν έχει σημασία. Οι αντιφάσεις είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της σκέψεως του κ. Καζαντζάκη.
Λέει, λοιπόν, πως αν ήταν «άνθρωπος της ενέργειας», θα ήταν με την αριστερή παράταξη, γιατί προς τα εκεί τον σπρώχνει η… ιδιοσυγκρασία του!
Η ίδια όμως ιδιοσυγκρασία του αναγνωρίζει πιο κάτω ότι ο φασισμός και ο χιτλερισμός πηγάζουν από «βαθιές ψυχικές και οικονομικές ανάγκες των λαών» και πως «είναι φαινόμενα άξια του πιο μεγάλου σεβασμού», ο δε Μουσολίνι και ο Χίτλερ μέσα στο δράμα της ζωής «είναι δυο μεγάλοι πρωταθλητές, όπως ο Λένιν ή ο… Γκάντι!».
Για να δικαιώσει τον φασισμό ο… από ιδιοσυγκρασίας αριστερός, επιστρατεύει την παλιά βολική εξήγηση της ιστορίας με την πείνα και τον φόβο.
Ονομάζει λοιπόν τα φασιστικά έθνη, έθνη πεινασμένα και «προλεταριακά» που θέλουν να χορτάσουν! Και ξεχνά πως από την αρπαγή, την κτηνώδη βία, την κυνική περιφρόνηση της διεθνούς ηθικής, που εξασκούν αυτά τα έθνη, και τις κατακτήσεις που επιδιώκουν, οι μόνοι που έχουν να ωφεληθούν είναι βέβαια πάλι οι χορτάτοι κεφαλαιοκράται των λαών αυτών. Ο λαός ο προλετάριος τι θα βάλει στην τσέπη του από τον μαζεμένο πλούτο; Οι αγρότες, οι εργάτες, η μάζα, τι έχει να κερδίσει από τις κατακτήσεις αυτές; Σε τι θ’ αλλάξει η τύχη τους;
Εν τω μεταξύ, αντί να αλλάξουν τύχη οι τάξεις αυτές, το εναντίον, υποδουλώθηκαν και εκμηδενίστηκαν τέλεια στο κεφάλαιο, στους πάντοτες χορτασμένους. Αλλά και σε τι άλλαξε η τύχη των προλεταρίων στα «χορτασμένα κράτη»; Κι εκεί αν είναι κάποιος χορτασμένος είναι πάλι το κεφάλαιο. Ετσι ο φασισμός και ο χιτλερισμός είναι μόνο υποδουλωτές των μαζών και μια εκδήλωση, όχι των πεινασμένων, αλλά των χορτάτων, του αφηνιασμένου κεφαλαίου.
Ο κ. Καζαντζάκης, καθώς βλέπετε, μπερδεύει και συσκοτίζει τα πάντα, γιατί δεν βρίσκεται «στον πρώτο βαθμό της μυήσεως», όπου το καλό και το κακό είναι αμείλικτοι εχθροί, αλλά στον δεύτερο, όπου «το κακό και το καλό συνεργάζονται», ή στον τρίτο βαθμό, όπου «το καλό και το κακό συνταυτίζονται», όπως λέει. Τι καλό, τι κακό; Το ίδιο κάνει. Επομένως, τι αριστερισμός, τι φασισμός. Κι αφού είναι το ίδιο, γιατί ο κ. Καζαντζάκης θέλει να ‘ναι με τους αριστερούς;
Μπορεί περίφημα να είναι με όλα τα κόμματα. Αλλη αντίφαση με τον εαυτό του! Χαίρε λοιπόν οπισθοδρομική διανόηση, που βουλιάζεις ολοένα στη σύγχυση και το μηδέν. Γιατί τι θα πει «το καλό και το κακό είναι ένα»; ‘Η ότι το καλό είναι κακό και το κακό καλό, πράγμα που είναι ολότελα παράλογο, ή ότι και τα δύο είναι μηδέν; Πάντα η βαθυστόχαστη αντιδραστική διανόηση για ν’ αποφύγει τα ενοχλητικά ναι και όχι κατασταλάζει στο χάος και στο μηδέν, όταν δεν οδηγεί στη βαρβαρότητα και στην κτηνωδία.
Ο κ. Καζαντζάκης στο βάθος του, χωρίς να το καταλαβαίνει, δεν πιστεύει σε τίποτα. Πιστεύει μόνο στον εαυτό του! Είναι το κέντρο του παντός. Ολη η τακτική του είναι εγωκεντρική. Μόνο στα ατομικά του συμφέρονται βρίσκει η ζωή του τη δικαίωσή της. Αυτό το αναφέρομε γιατί είναι γενικό φαινόμενο στους αντιδραστικούς διανοουμένους.
Στον «ερημίτη της Αίγινας» η κατάσταση αυτή του πνευματικού και ηθικού μηδενισμού, επειδή εκφράζεται με εξαιρετικό ναρκισσισμό και φιλαρέσκεια, εκδηλώνεται γι’ αυτό τον λόγο εναργέστερα. Ετσι, μέσα στην αυταρέσκειά του, βρίσκει πως η δράση για τα συμφέροντα της ανθρωπότητος π.χ. είναι πολύ βολική ασχολία και ένας εύκολος ηρωισμός. Μ’ άλλα λόγια, το να πεθαίνει κανείς στις φυλακές και στις εξορίες είναι πολύ βολικό και εύκολο πράμα, εν αντιθέσει με τη δική του ηράκλεια πάλη γύρω από το «εναγώνιο εάν», όπως λέει.
Είναι άθλος ακατόρθωτος πραγματικά να μιλάει κανείς με «αποχρώσεις». Αλλά αυτές τις αποχρώσεις, που τις θεωρεί το αποκορύφωμα της σκέψεως καθώς φαίνεται, ο λαός τις συνόψισε θαυμάσια στο ανέκδοτο του Τούρκου Καδή. Ετσι κι εκείνος, όπως κι ο κ. Καζαντζάκης, έβρισκε πως όλοι έχουν δίκιο. Κι ο φονιάς κι ο σκοτωμένος, κι ο ίδιος που δεν ήξερε τι ν’ αποφασίσει!
Η ληστρική επιχείρηση της Ιταλίας στην Αιθιοπία βρίσκει στη σκέψη του κ. Καζαντζάκη την καλύτερή της δικαίωση. Είναι, λέει, σύμφωνη με τα ανώτερα «συμφέροντα του πνεύματος»!! «Το πνεύμα είναι το πιο σαρκοβόρο όρνεο». «Ακολουθεί απάνθρωπους νόμους!»
Σύμφωνα μ’ αυτή τη λογική, ο ληστής που σκοτώνει και γδύνει τους διαβάτες εξυπηρετεί τα ανώτερα συμφέροντα του πνεύματος. Το καλό και το κακό συνταυτίζονται, και εδώ σύμφωνα με τον τρίτο βαθμό της «μυήσεως».
Ο κ. Καζαντζάκης καυχιέται πως και η δική του σκέψη είναι απάνθρωπη! Δηλαδή δεν είναι πια ανθρώπινη, σαν της Ρόζας Λούξεμπουργκ π.χ. που ήταν γεμάτη τρυφερότητα για τα πάντα. Αλλά είναι υπεράνθρωπη ή θεία, δηλαδή ανήκει στη χώρα των Χιμαιρών.
Ο καθένας βλέπει απ’ αυτά τι πελάγωμα παθαίνει ο διανοούμενος που ενδιαφέρεται προπαντός για την ησυχία του και το λογοτεχνικό του κηπάριο.
Εδιάλεξε το πιο δύσκολο κι αχάριστο έργο και «πληρώνει βαριά», όπως λέει, αυτή του την πνευματική διαύγεια, τη νηφαλιότητά του αυτή! Εν αντιθέσει με τους έξαλλους αριστερούς, που καλοπερνούνε στα μπουντρούμια και στα νησιά του θανάτου. Αυτός δεν ενδιαφέρεται για τη δράση, καθώς λέει. Και τι είναι τότε η «δημοσιολογημένη σκέψη» που με τόση καμποτινίστικη ικανότητα επιδεικνύει κάθε φορά που θα βρει ευκαιρία; Δεν είναι κι αυτή μια μορφή κοινωνικής δράσεως και μάλιστα όχι από τις κατώτερες;
Στη δράση αυτή ο κ. Καζαντζάκης προσφέρει μόνο τη σύγχυση και την αντίδραση, το κήρυγμα της αποχής και της αδιαφορίας για την πάλη του ανθρώπου ν’ αλλάξει η ζωή σύμφωνα με τους ευγενικούς πόθους της καρδιάς του. Εχει δίκιο. Αυτός είναι ο ρόλος των πεινασμένων, κι αυτός θέλει προπαντός να εξασφαλίσει αδιατάρακτο τον ευδαιμονικό του ησυχασμό. Είμαστε βέβαιοι πως ο χαρακτηρισμός του ως ερημίτη της Αίγινας, από τους απλοϊκούς και τους δημοσιογράφους που κυνηγούν τις εντυπώσεις, θα τον εκολάκευσε και θα τον ηυχαρίστησε εξαιρετικά.
Οπωσδήποτε για μας που ανήκομε στη «βελάζουσα μάζα» δεν θα πάψει ποτέ να είναι ο κήρυκας παμπάλαιων αναμασημάτων, που τα χαρακτηρίζει ως σύνθεση πνευματική, ως ένα ανώτερο πνευματικό κοκτέιλ για τους «ραφινάτους και τους εστέτ». Για μας είναι πάντα ένα νεκροταφείο ιδεών. Για μας το πνεύμα του είναι γεμάτο από μούμιες κακά διατηρημένες.
Κάτω από τη μάσκα της δήθεν ανεξαρτησίας και ελευθερίας του κρύβει την πιο μεγάλη πνευματική στειρότητα, και μια τρομακτική ψυχική κενότητα. «Είναι ήσυχος, ασυνείδητος κι ευτυχής».
Η ζωή για τον κ. Καζαντζάκη είναι γεμάτη νεκρά και αφηρημένα σχήματα που καμιά πνοή αισθήματος δεν μπορεί να ζωντανέψει. Γι’ αυτό είναι πέραν της αγάπης και του μίσους, όπως καυχιέται. Είναι πέραν του φασισμού και του κομμουνισμού (είναι μετακομμουνιστής). Είναι πέρα από τα ανθρώπινα (είναι απάνθρωπος), είναι έξω τόπου και χρόνου. Ανήκει κοντολογίς στη χώρα των παραμυθιών και των κολοκυθοκορφάδων!
Φιλικότατα,
ΓΑΛΑΤΕΙΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ

iproudh001p1

Πορτραίτο του Προυντόν από τον Gustave Courbet

 

Του Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν

 

Ομοσπονδία, από τη λατινική λέξη foedus πού σημαίνει συμφωνία, συμβόλαιο, συνθήκη, σύμβαση, συμμαχία, εί­ναι μία σύμβαση σύμφωνα με την οποία ένας ή περισσότε­ροι οικογενειάρχες, κοινότητες ή πολιτείες αλληλοδεσμεύονται στη βάση ενός εξισωτικού σχεδίου για τη διεκπεραίωση ενός ή πε­ρισσοτέρων ξεχωριστών ζητημάτων, για τα όποια είναι, από εκείνη τη στιγμή, ειδικά υπεύθυνοι και αποκλειστικά αντιπρόσωποι της ομοσπονδί­ας, Το θεμελιώδες γνώρισμα του ομοσπονδιακού χαρακτήρα είναι ότι οι ε­παρχίες και οι πολιτείες, oχι μόνον αναλαμβάνουν αμοιβαίες υποχρεώσεις ή μία απέναντι στην άλλη, αλλά διατηρούν ή κάθε μία για τον εαυτό της,  – ζωντανεύοντας έτσι τη σύμβαση -, μία ποσότητα από τα δικαιώματα της ε­λευθερίας, της εξουσίας, της ιδιοκτησίας, πού είναι μεγαλύτερη από εκεί­νη πού θυσιάζουν.

Δε συμβαίνει κάτι τέτοιο, για παράδειγμα, στην παγκόσμια κοινωνία τού πλούτου και τού κέρδους, τη νομιμοποιούμενη από τον αστικό κώδικα, ή οποία μπορεί, βέβαια, να ονομάζεται κοινωνία αλλά στην πραγματικό­τητα δεν είναι παρά εικόνα σε μικρογραφία όλων των δεσποτικών κρατών. Εκείνος πού δεσμεύεται σε μία ένωση αυτού τού είδους, κυρίως αν χαρα­κτηρίζεται από διάρκεια, καταλήγει να καταπιέζεται από διάφορα δεσμά και να επωμίζεται πάρα πολύ μεγάλα βάρη.

Το συμβόλαιο της ομοσπονδίας, έχοντας ως αντικείμενο του, σε γενι­κές γραμμές, την εξασφάλιση στις ομοσπονδοποιημένες πολιτείες της κυ­ριαρχίας τους, του εδάφους τους και της ελευθερίας των πολιτών τους, τη διάλυση των φιλονικιών, τη φροντίδα, με μέτρα γενικού χαρακτήρα, ό­λων των ζητημάτων πού αφορούν την ασφάλεια και την κοινή ευημερία, είναι ουσιαστικά περιορισμένο, παρά την ευρεία περιπλοκή των συμφε­ρόντων, Ή εξουσία στην οποία ανατέθηκε ή πραγματοποίηση της ομο­σπονδίας δεν μπορεί ποτέ να υπερισχύσει των συστατικών μερών της οι ο­μοσπονδιακές αρμοδιότητες δεν μπορούν ποτέ να υπερβούν σε αριθμό και σε βαρύτητα εκείνες της δημοτικής και της επαρχιακής εξουσίας, όπως και αυτές, με τη σειρά τους δεν μπορούν να υπερισχύσουν των δικαιωμά­των και των προνομίων τού πολίτη.

Αντίθετα, εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ή ομοσπονδία θα μεταβαλλόταν σε συγκεντρωτική μοναρχία, ή ομοσπον­διακή εξουσία, από απλός εντολοδόχος και υποτεταμένη πού πρέπει να είναι, θα παρουσιαζόταν ως κυρίαρχη. Αντί να περιορίζεται σε μία ειδική υπηρεσία θα έτεινε να αγκαλιάσει κάθε δραστηριότητα και κάθε πρωτο­βουλία· οι ομοσπονδοποιημένες πολιτείες θα είχαν μετατραπεί σε νομαρ­χίες, σε επιμελητήρια, σε υποκαταστήματα. Το πολιτικό σώμα θα μπορού­σε τότε, μετά από αυτήν την αλλοίωση, να ονομαστεί  repubblica,democratia: δεν θα υπήρχε πλέον μία πολιτεία θεμελιωμένη στο πλήθος των αυτο­νομιών της, δε θα υπήρχε πλέον μία συνομοσπονδία.

Το ίδιο γεγονός θα επιβεβαιωνόταν, εάν για ένα οικονομικό ή οποιασδήποτε άλλης μορφής ζήτημα κάποιοι δήμοι, κάποια καντόνια ή κάποιες ομοσπονδοποιημένες πολιτείες επιφορτίζονταν με το έργο της διοίκησης και της κυβέρνησης των άλλων. Ή πολιτεία από ομοσπονδιακή θα γινό­ταν συγκεντρωτική· θα τοποθετούνταν στο δρόμο του δεσποτισμού.

Συμπερασματικά, το ομοσπονδιακό σύστημα είναι το αντίθετο της ιεραρχίας ή τού διοικητικού και κυβερνητικού συγκεντρωτισμού από τον ό­ποιο διακρίνονται εξ ίσου οι αυτοκρατορικές δημοκρατίες, οι συνταγματι­κές μοναρχίες και οι συγκεντρωτικές πολιτείες.

Ο θεμελιώδης και χαρακτηριστικός νόμος τού ομοσπονδιακού συστή­ματος είναι ό εξής: Στην ομοσπονδία οι αρμοδιότητες της κεντρικής εξουσίας προσδιορίζονται επακριβώς, περιορίζονται, ελαττώνονται σε αριθμό, χάνουν σε αμεσότητα και σε ένταση, καθώς σιγά-σιγά ή ομοσπονδία αναπτύσσεται με την είσοδο νέων πολιτειών.

Σημείωση : απόσπασμα από το βιβλίο του Προυντόν «Ή ομοσπονδιακή αρχή» (1867), Ρώμη, 1979, εκδόσεις «Αvanti».

Αναδημοσίευση από:  http://eleftheriakos.gr/node/603

Αναρχική κοινωνιολογία του φεντεραλισμού *


Colin-Ward-001

 Του Colin Ward

Ο μικρός αριθμός παιδιών σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα που είχε την ευκαιρία να μελετήσει την ιστορία της Ευρώπης καθώς και του δικού του έθνους, έμαθε ότι υπήρξαν δυο κορυφαία γεγονότα κατά τον 19ο αιώνα: η ενοποίηση της Γερμανίας που επιτεύχθηκε από τον Βίσμαρκ και τον αυτό-κράτορα Γουλιέλμο Α’, και η ενοποίηση της Ιταλίας η οποία επιτεύχθηκε από τους Καβούρ, Ματσίνι, Γκαριμπάλντι και Βιττόριο Εμμανουέλε Β. Το σύνολο του κόσμου, που εκείνη την εποχή ταυτιζόταν με τον ευρωπαϊκό κόσμο, καλωσόρισε αυτούς τους θριάμβους. Η Γερμανία και η Ιταλία είχαν αφήσει πίσω όλα εκείνα τα μικρά πριγκιπάτα, τα βασίλεια, τις πόλεις-κράτη και τις παπικές επαρχίες, προκείμενου να γίνουν εθνικά κράτη, αυτοκρατορίες και κατακτητές. Είχαν γίνει σαν τη Γαλλία, της οποίας οι μικροί τοπικοί δεσπότες τελικά ενοποιήθηκαν διά της βίας, πρώτα από τον Λουδοβίκο ΙΔ’ με το μεγαλοπρεπές σλόγκαν του «Το Κράτος είμαι Εγώ», και κατόπιν από το Ναπολέοντα, κληρονόμο της Μεγάλης επανάστασης, ακριβώς όπως ο Στάλιν ο οποίος κατά τον εικοστό αιώνα κατασκεύασε το διοικητικό μηχανισμό προκειμένου να εξα­σφαλίσει ότι ήταν αληθινό…

Ή είχαν γίνει σαν την Αγγλία, της οποίας οι βασιλιάδες (και ο ένας δημοκρατικός κυβερνήτης Οliver Cromwell), είχαν κατακτήσει επιτυχώς τα ουαλικά, τα σκωτσέζικα και τα ιρλανδικά εδάφη και συνέχισαν προκειμένου να κυριαρχήσουν στον υπόλοιπο κόσμο εκτός της Ευρώπης.

Το ίδιο πράγμα συνέβαινε και στο άλλο άκρο της τελευταίας. Ο Ιβάν Δ, επονομαζόμενος ορθά ο Τρομερός», κατέκτησε την κεντρική Ασία ως τον Ειρηνικό, και ο Πέτρος Α’, γνωστός ως ο Μεγάλος. Χρησιμοποιώντας  τις τεχνικές που έμαθε στη Γαλλία και την Αγγλία, κατέλαβε τη Βαλτική, το μεγαλύτερο μέρος της Πολωνίας και τη Δυτική Ουκρανία.

Οι πιο προχωρημένες απόψεις παντού στην Ευρώπη καλωσόρισαν το γεγονός ότι η Γερμανία και Ιταλία είχαν προσχωρήσει στο κλαμπ των εθνικών και ιμπεριαλιστικών δυ-νάμεων. Τα τελικά αποτελέσματα στον 20ο αιώνα ήταν οι φοβερές περιπέτειες των κατακτήσεων, η συντριπτική απώλεια σε ζωές νέων αντρών προερχόμενων από τα χωριά της Ευρώπης κατά τη διάρκεια των δύο παγκόσμιων πολέμων, και η άνοδος λαϊκών δημαγωγών όπως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι καθώς και των μιμητών τους, που μέχρι και τις μέρες μας υποστηρίζουν ότι “Το Κράτος είμαι Εγώ”.

Συνεπώς, κάθε έθνος είχε μια γκάμα πολιτικών όλων των πεποιθήσεων που υποστήριζαν την ευρωπαϊκή ενότητα από κάθε άποψη: οικονομική, κοινωνική, διοικητική και, βεβαίως, πολιτική. Περιττό να αναφερθεί ότι στις προσπάθειες για την ενοποίηση που προωθήθηκαν από τους πολιτικούς έχουμε ένα μεγάλο πλήθος αξιωματούχων στις Βρυξέλλες, οι οποίοι εκδίδουν διατάγματα σχετικά με το ποιες ποικιλίες σπόρων λαχανικών ή ποια των χάρμπουργκερ ή του παγωτού μπορούν να πωλούνται στα καταστήματα των κρατών μελών. Οι εφημερίδες με χαρά δημοσιεύουν όλες αυτές τις κοινοτυπίες. Ο τύπος δίνει πολύ μικρότερη σημασία σε μια άλλη εκδοχή της πανευρωπαϊκής ιδέας που εξελίχθηκε με αφετηρία της απόψεις που εκφράστηκαν στο Στρασβούργο από ανθρώπους με αντιλήψεις που εκφράζουν όλο το πολιτικό φάσμα. Οι τελευταίοι διεκδίκησαν τπ δημιουργία μιας Ευρώπης των περιφερειών, τολμώντας να υποστηρίξουν ότι το εθνικό κράτος αποτέλεσε ένα φαινόμενο που εμφανίζεται από τον δέκατο έκτο έως το δέκατο ένατο αιώνα, το οποίο δε θα είχε κανένα χρήσιμο μέλλον στον εικοστό πρώτο αιώνα.

Το επερχόμενο ιστορικό διοικητικό μοντέλο μέσα σε μια ομόσπονδη Ευρώπη που πασχίζουν να ανακαλύψουν θα αφορά σε μια σύνδεση μεταξύ, ας πούμε, της Καλαβρίας, της Ουαλίας, της Ανδαλουσίας της Ακουιτανϊας, της Γαλικίας ή της Σαξωνίας ως περιφερειών μάλλον, παρά ως εθνών, που αναζητούν την περιφερειακή τους ταυτότητα, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, την οποία είχαν χάσει με την ενσω-μάτωση τους στο εθνικό κράτος, όπου το κέντρο βάρους βρί-σκεται αλλού.

Μέσα στη μεγάλη παλίρροια του εθνικισμού το δέκατο ένατο αιώνα υπήρξε μια χούφτα προφητικών και αιρετικών φωνών που προέβαλλαν ένα διαφορετικό φεντεραλισμό. Είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό το γεγονός ότι εκείνοι των οποίων τα ονόματα ακόμη μνημονεύονται, ήταν οι τρεις γνωστότεροι αναρχικοί διανοητές εκείνου του αιώνα: ο Πιέρ-Ζοζεφ Προυντόν, ο Μιχαήλ Μπακούνιν και ο Πιότρ Κροπότκιν. Κατά την εξέλιξη της στον εικοστό αιώνα η πολιτική αριστερά εξέλαβε την κληρονομιά τους ως άσχετη και την απέρριψε. Τόσο το χειρότερο για την αριστερά, αφού άνοιξε ο δρόμος προς όφε-λος της δεξιάς που κατόρθωσε να επιβάλλει τη δική της ατζέντα τόσο για το ζήτημα του φεντεραλισμού όσο και για εκείνο του περιφερισμού (regionalism). Ας ακούσουμε, έστω για λίγο, εκείνους τους αναρχικούς πρόδρομους.

Ο Προυντόν

Πρώτος ήταν ο Προυντόν που αφιέρωσε δύο από τις ογκώδεις εργασίες του στην ιδέα της ομοσπονδίας οε αντίθεση με εκείνη του έθνους-κράτους. Αυτές ήταν Η Ομοσπονδία και η Ένωση στην Ιταλία του 1862 και τον επόμενο χρόνο το βιβλίο του Για την Αρχή της Ομοσπονδίας.

Ο Προυντόν ήταν πολίτης ενός ενοποιημένου συγκε-ντρωτικού έθνους-κράτους με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί να διαφύγει στο Βέλγιο. Και ανησυχούσε για την ενοποίηση της Ιταλίας σε πολλά και διάφορα επίπεδα. Στο Βιβλίο του Για τη Δικαιοσύνη του 1858 ισχυρίστηκε ότι η δημιουργία της Γερμανικής Αυτοκρατορίας θα έφερνε μόνο προβλήματα στους Γερμανούς και στην υπόλοιπη Ευρώπη, επιχειρηματολογία που ακολούθησε και όσον αφορά την πολιτική της Ιταλίας.

Στο κατώτερο επίπεδο υπήρχε η ιστορία, όπου φυσικοί πα­ράγοντες όπως η γεωλογία και το κλίμα είχαν διαμορφώσει τοπικά έθιμα και στάσεις. Η Ιταλία, ισχυριζόταν, είναι ομό-σπονδη μέσω του συντάγματος της επικράτειας της, της διαφορετικότητας των κατοίκων της, σύμφωνα με τη φύση της ιδιοφυΐας της, τα ήθη της, την ιστορία της. Είναι ομόσπονδη με όλο της το είναι, και ήταν έτσι ανέκαθεν… Και με την ομο-σπονδία θα την κάνετε εξίσου και τόσες φορές ελεύθερη όσο και με το να της δίνετε ανεξάρτητα κράτη. Δεν είναι δικός μου ρόλος να υπερασπιστώ τις υπερβολές του προυντονικού λόγου, αλλά είχε άλλες αντιρρήσεις. Κατανοούσε το λόγο που οι ΚαΒούρ και Ναπολέων Γ είχαν συμφωνήσει να μετατρέψουν την Ιταλία σε μια ομοσπονδία κρατών, αλλά καταλάβαινε επίσης ότι ο Οίκος της Σαβοΐας δεν συμβιβαζόταν με τίποτε λιγότερο από μια συγκεντρωτικό συνταγματική μοναρχία. Πέραν αυτού, δυσπιστούσε έναντι του φιλελευθέρου αντικληρικαλισμού του Ματσίνι, όχι λόγω κάποιας αγάπης προς τον πάπα, αλλά επειδή αντιλαμβανόταν ότι το σύνθημα του Ματσίνι -Θεός και λαός- μπορούσε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από οποιονδήποτε δημαγωγό καταλάμβανε τη διοικητική μηχανή ενός συγκεντρωτικού κράτους. Πίστευε άτι η ύπαρξη αυτού του διοικητικού μηχανισμού αποτελούσε την απόλυτη απειλή για την ατομική και τοπική ελευθερία.

Ο Προυντόν ήταν σχεδόν ο μόνος Θεωρητικός του δέκατου ένατου αιώνα που αντιλήφθηκε ότι:

«Φιλελεύθερο σήμερα [το συγκεντρωτικό κρότος} με μια φιλελεύθερη κυβέρνηση, αύριο θα γίνει μια τρομερή μηχανή κάποιου σφετεριστή δεσπότη. Αποτελεί αέναο πειρασμό για την εκτελεστική εξουσία, μια διαρκή απειλή για τις ανθρώπινες ελευθερίες. Κανένα δικαίωμα, ατομικό ή συλλογικό, δεν μπο-ρεί να είναι μελλοντικά εξασφαλισμένο. Ο συγκεντρωτισμός μπορεί τότε να αποκληθεί ως ο αφοπλισμός ενός έθνους προς όφελος της κυβέρνησης του…».

Ότι γνωρίζουμε για την ιστορία της Ευρώπης, της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής του εικοστού αιώνα συντείνει προς την υπεράσπιση αυτής της αντίληψης. Ούτε και ο Βορειοαμερικανικός τύπος φεντεραλισμού, που τόσο όμορ-φα αποδόθηκε από τον Τόμας Τζέφερσον, εγγυάται την απόμάκρυνση αυτής της απειλής. Ένας από τους Άγγλους βιο-γράφους του Προυντόν, ο Έντουαρντ Χάιαμς, σχολιάζει ότι:  «Έχει καταστεί προφανές από την εποχή του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου οι πρόεδροι των Ηνωμένων Πολιτειών μπορούν και πράγματι χρησιμοποιούν την ομοσπονδιακή διοικητική μηχανή με τρόπο που χλευάζει τη δημοκρατία». Και ο καναδός μεταφραστής του παραφράζει το συμπέρασμα του Προυντόν ως εξής:

«Ζητήστε την άποψη των ανθρώπων ως μελών μιας μάζας και θα πάρετε απαντήσεις αλλοπρόσαλλες, ανόητες και βίαιες. Ζητήστε την άποψη τους ως μελών συγκεκριμένων ομάδων με πραγματική αλληλεγγύη και με σαφή χαρακτήρα, και οι απαντήσεις τους θα είναι υπεύθυνες και σοφές. Εκθέστε τους στην πολιτική γλώσσα της μαζικής δημοκρατίας, που αναπα-ριστά το λαό ως ενωμένο και αδιαίρετο και τις μειονότητες ως προδότες, και θα φέρουν τυραννία. Εκθέστε τους στην πολι-τική γλώσσα του φεντεραλισμού, όπου ο λαός εμφανίζεται σαν ένα διαφοροποιημένο σύνολο αληθινών ενώσεων, και θα αντι-σταθούν στην τυραννία μέχρι τέλους».

Αυτή η παρατήρηση αποκαλύπτει μια βαθιά εδραιωμένη κατανόηση της πολιτικής ψυχολογίας. Ο Προυντόν έβγαζε τα συμπεράσματα του από την εξέλιξη της ελβετικής ομο-σπονδίας, αλλά η Ευρώπη έχει να επιδείξει και άλλα παρα–δείγματα σε μια σειρά εξειδικευμένων πεδίων. Οι Κάτω Χώρες φημίζονται για τον επιεική χαρακτήρα του ποινικού συστή-ματος τους. Η επίσημη εξήγηση αυτού του γεγονότος, είναι η αντικατάσταση το 1886 του Ναπολεόντειου Κώδικα «από έναν γνήσιο ολλανδικό ποινικό κώδικα», βασισμένο σε πολιτισμικές παραδόσεις όπως «η πασίγνωστη ολλανδική “ανοχή” και η τάση να γίνονται αποδεκτές οι αποκλίνουσες μειονότητες. Παραθέτω τον Ολλανδό εγκληματολόγο Δρ. Βίλλεμ ντε Χάαν, ο οποίος εξηγεί ότι η ολλανδική κοινωνία «παραδοσιακά» βασί-ζεται σε θρησκευτικές, πολιτικές και ιδεολογικές παρά σε ταξικές γραμμές. Οι σημαντικές θρησκευτικές ομάδες δη-μιούργησαν τους δικούς τους κοινωνικούς Θεσμούς σε όλες τις μείζονες δημόσιες σφαίρες. Η διαδικασία αυτή, είναι υπεύ-θυνη για τη μετατροπή μιας πραγματιστικής, ανεκτικής γενικής στάσης σε ένα απόλυτο κοινωνικό καθήκον».

Με άλλα λόγια, είναι η διαφορετικότητα και όχι η ομοιογένεια που δημιουργεί το είδος της κοινωνίας όπου εσύ και εγώ μπορούμε να συνυπάρξουμε πιο άνετα. Και η σύγχρονη ολλανδική συμπεριφορά έχει τη ρίζα της στη διαφο-ρετικότητα των μεσαιωνικών πόλεων-κρατών της Ολλανδίας και της Ζηλανδίας, που εξηγούν, όσο και ο περιφερισμός του Προυντόν, ότι το επιθυμητό μέλλον για όλη την Ευρώπη βρίσκεται στη συνύπαρξη των τοπικών διαφορών.

Τη δεκαετία του 1860, ο Προυντόν άκουγε τις συζητήσεις για μια ευρωπαϊκή συνομοσπονδία ή για τις Ηνωμένες Πολι-τείες της Ευρώπης.  Τα σχόλια του ήταν τα εξής:

«… Με αυτό το μόνο που αντιλαμβάνονται είναι μια συμμαχία όλων των κρατών που υπάρχουν επί του παρόντος στην Ευρώπη, μικρών και μεγάλων, η οποία θα κατευθύνεται υπό την προεδρία ενός μόνιμου Συμβουλίου. Λαμβάνεται ως δεδομένο ότι κάθε κράτος θα διατηρεί τη μορφή κυβέρνησης που του ταιριάζει καλύτερα. Εφόσον, όμως, κάθε κράτος θα έχει αριθμό ψήφων στο Συμβούλιο ανάλογο του πληθυσμού και της έκτασης του, τα μικρά Κράτη σ’ αυτή την υποτιθέμενη συνομοσπονδία θα ενσωματωθούν στα μεγάλα …».

Ο Μπακούνιν 

Ο δεύτερος από τους μέντορες μου του δέκατου ένατου αιώνα, ο Μιχαήλ Μπακούνιν, αξίζει της προσοχής μας για διάφορους λόγους. Ήταν σχεδόν ο μόνος διανοητής αυτού του αιώνα ο οποίος προέβλεψε τη φρίκη της σύγκρουσης μεταξύ των εθνικών κρατών του εικοστού αιώνα κατά τον Πρώτο και Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς και τη μοίρα του συγκεντρωτικού μαρξισμού στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Το 1867, η Πρωσία και η Γαλλία φαίνονταν να ετοιμάζονται για πόλεμο με σκοπό την ανάδειξη της αυτοκρατορίας που θα έλεγχε το Λουξεμβούργο και αυτό το γεγονός, μέσω του πλέγματος συμφερόντων και συμμαχιών, απειλούσε να καταπιεί ολόκληρη την Ευρώπη. Ένας Σύνδεσμος για την Ειρήνη και την Ελευθερία συνεδρίασε στη Γενεύη, υποστηριζόμενος από εξέχοντες ανθρώπους, που προέρχονταν από διάφορες χώρες, όπως ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, ο Βίκτωρ Ουγκώ και ο Τζων Στιούαρτ Μιλλ.

Ο Μπακούνιν άδραξε την ευκαιρία να απευθυνθεί σε αυτό το κοινό και δημοσίευσε τις απόψεις του υπό τον τίτλο Φεντε-ραλισμός, Σοσιαλισμός και Αντιθεολογισμός. Το κείμενο αυτό έθετε δεκατρία σημεία στα οποία σύμφωνα με τον Μπακούνιν το συνέδριο της Γενεύης υιοθέτησε ομόφωνα.

Το πρώτο σημείο διακήρυττε ότι:

«Προκειμένου να επιτύχουμε το θρίαμβο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στις διεθνείς σχέσεις της Ευρώπης, και να καταστήσουμε τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των λαών που συνιστούν την ευρωπαϊκή οικογένεια αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει: Η σύσταση των Ενωμένων Πολι-τειών της Ευρώπης».

Στο δεύτερο σημείο του υποστήριζε ότι ο σκοπός αυτός συ­νεπάγεται ότι τα κράτη θα πρέπει να αντικατασταθούν από περιφέρειες, καθώς, όπως παρατήρησε:

«[…] Ο σχηματισμός αυτών των Πολιτειών της Ευρώπης δε θα μπορέσει ποτέ να προκύψει ανάμεσα σε κράτη που συγκροτούνται όπως τα σύγχρονα, λόγω της τερατώδους ανομοιότητας μεταξύ των διαφόρων εξουσιών τους».

Στο τέταρτο σημείο του ισχυριζόταν ότι:

«[…] Ακόμη και εάν αυτοαποκαλούνταν δημοκρατία δεν θα μπορούσε ένα συγκεντρωτικό, γραφειοκρατικό και μιλιτα-ριστικό κράτος να εισχωρήσει σοβαρά σε μια διεθνή ομο-σπονδία, λόγω του συντάγματος του, το οποίο πάντα θα αποτελεί μια ρητή ή υπόρρητη απάρνηση της εσωτερικής ελευ-θερίας, αναγκαστικά θα συνεπάγεται την κήρυξη μόνιμου πολέ-μου και απειλής για τις γειτονικές χώρες».

Και κατά συνέπεια, το πέμπτο σημείο του απαιτούσε:

«[…] Ότι όλοι οι υποστηρικτές της Ένωσης θα πρέπει γι’ αυτό το λόγο να διοχετεύσουν όλες τις ενέργειες τους προς την ανοικοδόμηση των διαφόρων χωρών τους ώστε να αντι-καταστήσουν την παλιά οργάνωση που θεμελιωνόταν πάνω στη βία και στην αρχή της εξουσίας με μια νέα, βασισμένη από-κλειστικά στα συμφέροντα, στις ανάγκες και στις ροπές των λαών, και που θα έχει σαν μοναδική αρχή την ελεύθερη συν-ομοσπονδιοποίηση των ατόμων σε κομμούνες, των κομμούνων σε επαρχίες, των επαρχιών σε έθνη και αυτών σε Ενωμένες Πολιτείες, πρώτα της Ευρώπης και μετά ολόκληρου του κόσμου».

Έτσι το όραμα μεγάλωνε όλο και περισσότερο, ωστόσο ο Μπακούνιν πρόσεξε ώστε να συμπεριλάβει την αποδοχή της απόσχισης.

Το όγδοο σημείο του διακήρυττε ότι:

«[…] Το γεγονός ότι μια περιφέρεια συναπαρτίζει μια Πολιτεία, έστω και με εθελοντική προσχώρηση, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι υποχρεώνεται να παραμείνει δέσμια αυτής για πάντα. Καμία διηνεκής υποχρέωση δεν είναι αποδεκτή στην ανθρώπινη δικαιοσύνη… Το δικαίωμα στην ελεύθερη ένωση και στην εξίσου ελεύθερη απόσχιση είναι πρώτο και κύριο μεταξύ όλων των πολιτικών δικαιωμάτων. Χωρίς αυτό μια συνομοσπονδία δεν θα ήταν τίποτε άλλο παρά συγκαλυμμένος συγκεντρωτισμός».

0 Μπακούνιν αναφέρεται με θαυμασμό στην Ελβετική Συνομοσπονδία, που, όπως το θέτει, «ασκεί τόσο επιτυχημένα την ομοσπονδία σήμερα. Ο Προυντόν επίσης θεωρούσε σαφώς ως μοντέλο την ελβετική υπεροχή των κομμούνων ως μονάδων κοινωνικής οργάνωσης, συνδεδεμένων μέσω των καντονιών με ένα καθαρά διοικητικό ομοσπονδιακό συμβούλιο. Αλλά και οι δύο θυμούνταν τα γεγονότα του 1848, όταν τα αποσχιστικά καντόνια του Ζόντερμπουντ εξαναγκάστηκαν να αποδεχθούν το νέο σύνταγμα της πλειοψηφίας με πόλεμο. Έτσι, οι Πρου-ντόν και Μπακούνιν καταδίκαζαν την υπονόμευση του φε-ντεραλισμού από την αρχή της υποχρεωτικής ένωσης. Με άλλα λόγια πρέπει να υπάρχει το δικαίωμα στην απόσχιση. (**).

Ο Κροπότκιν 

Ακριβώς εξαιτίας του αποκεντρωτικού συντάγματος της η Ελβετία ήταν καταφύγιο για αναρίθμητους πολιτικούς πρόσφυγες που προέρχονταν από τις αυτοκρατορίες της Αυστρο-Ουγγαρίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας. Ωστόσο, ένας Ρώσος αναρχικός εξορίστηκε ακόμη και από την Ελβετία. Ήταν πολύς, ακόμα και για το Ελβετικό Ομοσπονδιακά Συμ-βούλιο. Ήταν ο Πιότρ Κροπότκιν, που συνδέει το φεντεραλισμό τοιι 19ου με την περιφερειακή γεωγραφία του 20ου αιώνα.

Ο Κροπότκιν πέρασε τα νιάτα του ως αξιωματικός του στρατού έκανε γεωλογικές – γεωγραφικές εξερευνήσεις στις Άπω ανατολικές επαρχίες της Ρωσικής αυτοκρατορίας και η αυτοβιογραφία του μιλάει για την οργή που ένιωσε όταν αντιλήφθηκε πως η κεντρική διοίκηση και  χρηματοδότηση κατέστρεψαν οποιαδήποτε βελτίωση των τοπικών συνθηκών, μέσω της άγνοιας, της ανικανότητας και της καθολικής διαφθοράς της κρατικής διοίκησης καθώς και μέσω της καταστροφής αρχαίων κοινοτικών θεσμών που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στους ανθρώπους να αλλάξουν οι ίδιοι τις ζωές τους. Ο πλούσιος γινόταν πλουσιότερος, ο φτωχός γινόταν φτωχότερος και ο διοικητικός μηχανισμός ασφυκτιούσε από την ανία και τις καταχρήσεις.

Παρόμοια φιλολογία επ΄αυτού έχει αναπτυχθεί σε οποια-δήποτε αυτοκρατορία ή έθνος – κράτος, όπως η Βρετανική και η Αυστρο-Ουγγρική αυτοκρατορία, και μπορεί κανείς να διαβάσει πανομοιότυπα συμπεράσματα στα γραπτό του Κάρλο Λέβι ή του Ντανίλο Ντόλτοι. Το 1872, ο Κροπότκιν πραγμα-τοποίησε την πρώτη του επίσκεψη στη Δυτική Ευρώπη και την Ελβετία όπου μέθυσε από την ατμόσφαιρα της δημοκρατίας, ακόμη και της αστικής. Ο Βιογράφος του Μάρτιν Μίλερ εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο αυτό το γεγονός αποτέλεσε καμπή για τη ζωή του:

Οι συναντήσεις και οι συζητήσεις του Κροπότκιν με τους εργάτες στους χώρους εργασίας του αποκάλυψαν το είδος της αυθόρμητης ελευθερίας, χωρίς την εξουσία και την κατεύθυνση εκ των άνω το οποίο είχε ονειρευτεί. Από-μονωμένοι και αυτάρκεις οι ωρολογοποιοί της Γούρα εντυ-πωσίασαν τον Κροπότκιν ως ένα παράδειγμα που Θα μπο-ρούσε να μετασχηματίσει την κοινωνία, αν επιτρεπόταν σε μια τέτοια κοινότητα να αναπτυχθεί σε μεγάλη κλίμακα. Δεν είχε καμία αμφιβολία ότι μια τέτοια κοινότητα θα πετύχαινε, επει-δή δεν υπήρχε ζήτημα επιβολής, ενός τεχνητού «συστήματος», όπως στην περίπτωση του εγχειρήματος του Μουράγιεφ στη Σιβηρία, αλλά επρόκειτο για μια οργάνωση που επέτρεπε στους εργάτες να λειτουργούν ομόφωνα με τα συμφέροντα τους, επιτρέποντας την ανάπτυξη της φυσικής δραστηριότητας τους.

Αυτή η στιγμή ήταν καθοριστικής σημασίας για τη ζωή του. Κατά μία έννοια, το υπόλοιπο της ζωής του την αφιέρωσε στη συλλογή τεκμηρίων για τον αναρχισμό, το φεντεραλισμό και τον περιφερισμό.

Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί ότι η προσέγγιση αποτελεί απλώς ένα ακαδημαϊκό ζήτημα ιστορίας. Για να το αποδείξω αρκεί να αναφερθώ στη μελέτη του Καμίλο Μπερνέρι, Μια Ρωσική Ομοσπονδία, Πέτρος Κροπότκιν. που δημοσιεύτηκε το 1922. Ο Μπερνέρι παραθέτει την επιστολή προς τους εργάτες της Δυτικής Ευρώπης την οποία ο Κροπότκιν επέδωσε στον πολιτικό του βρετανικού Εργατικού Κόμματος Μάργκαρετ Μπόντφιλντ τον Ιούνιο του 1920. Σε αυτήν έγραφε:

Η Αυτοκρατορική Ρωσία πέθανε και δεν πρόκειται να αναβιώσει. Το μέλλον των διαφόρων επαρχιών που συνέθεταν την Αυτοκρατορία θα κατευθυνθεί προς μια μεγάλη ομοσπονδία. Οι φυσικές επικράτειες των διαφόρων τμημάτων αυτής της ομοσπονδίας με κανένα τρόπο δεν είναι διακριτές από εκείνες τις οποίες ήδη γνωρίζουμε από την ιστορία, την εθνογραφία και την οικονομική της Ρωσίας. Οποιεσδήποτε προσπάθειες συγκέντρωσης των συστατικών τμημάτων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όπως της Φινλανδίας, των Βαλτικών επαρχιών, της Λιθουανίας, της, Ουκρανίας, της Γεωργίας, της Αρμενίας, της Σιβηρίας και των υπολοίπων κάτω από μια κεντρική εξουσία είναι καταδικασμένες σε βέβαιη αποτυχία. Το μέλλον της οντότητας που υπήρξε η Ρωσική Αυτοκρατορία κατευθύνεται προς ένα φεντεραλισμό ανεξάρτητων μονάδων.

Εσείς κι εγώ, σήμερα μπορούμε να αντιληφθούμε την επικαιρότητα αυτή της άποψης, παρότι αγνοήθηκε ως εντελώς ανυπόστατη για εβδομήντα χρόνια. Ως εξόριστος στη Δυτική Ευρώπη, ο Κροπότκιν είχε άμεση επαφή με ένα φάσμα πρωτοπόρων της σκέψης περί περιφερειών. Η σχέση μεταξύ του φεντεραλισμού και του αναρχισμού περιγράφηκε λεπτομερώς σε όλη της την έκταση ή ακόμη και την υπερβολή- από τον Πήτερ Χωλ, γεωγράφο και διευθυντή του Ινστιτούτου Αστικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνια, στο Βιβλίο του οι «Πόλεις του Αύριο» (1988). Ο ίδιος ο Ελυζέ Ρεκλύ, αναρχικός γεωγράφος και σύντροφος του Κροπότκιν, υποστήριζε της μικρής κλίμακας ανθρώπινες κοινωνίες, βασισμένες στην οικολογία των περιοχών τους. Ο Πωλ Βιντάλ ντε λα Μπλανς, ένας άλλος ιδρυτής της Γαλλικής γεωγραφίας, υποστήριζε ότι «η περιφέρεια ήταν κάτι περισ-σότερο από ένα αντικείμενο μελέτης, καθώς προμήθευε τη βάση για την ολοκληρωτική ανοικοδόμηση της κοινωνικής και πολιτικής ζωής». Για τον Βιντάλ, όπως εξηγεί ο καθηγητής Χωλ, όχι το έθνος αλλά η περιφέρεια «ως η κινητήρια δύναμη της ανθρώπινης ανάπτυξης, μιας σχεδόν αισθησιακής αμοι-βαιότητας μεταξύ των ανδρών και των γυναικών καθώς και του περιβάλλοντός τους, ήταν η έδρα της νοητής ελευθερίας και το βασικό κίνητρο της πολιτισμικής εξέλιξης, που δέχθηκε επίθεση και διαβρώθηκε από το συγκεντρωτικό έθνος-κράτος και τη μεγάλης κλίμακας βιομηχανία.

Ο Πάτρικ Γκέντες 

Τέλος, ήταν ο έξοχος Σκοτσέζος βιολόγος Πάτρικ Γκέντες, ο οποίος προσπάθησε να συνθέσει όλες αυτές τις ιδέες περί περιφερισμού, είτε γεωγραφικές, κοινωνικές, ιστορικές, πολιτικές είτε οικονομικές, σε μια λογικά θεμελιωμένη ιδεολογία για τις περιφέρειες, γνωστής στους περισσότερους από εμάς μέσω του έργου του μαθητή του, Λιούις Μάμφορντ. Ο καθηγητής Χωλ υποστηρίζει ότι:

“Πολλά από τα αρχικά οράματα, αν και όχι όλα, του πολεοδομικού κινήματος απορρέουν από το αναρχικό κίνημα, που άκμασε κατά τις τελευταίεςδεκαετίες του 19ου και τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα… Το όραμα εκείνων των αναρ-χικών πρωτοπόρων δεν αφορούσε απλώς έναν εναλλακτικό τρόπο σχεδιασμού, αλλά μια εναλλακτική κοινωνία, ούτε καπιταλιστική ούτε γραφειοκρατική-σοσιαλιστική: μια κοινω-νία βασισμένη στην εθελοντική συνεργασία μεταξύ ανδρών και γυναικών που ζουν κι εργάζονται σε μικρές, αυτοδιοικούμενες κοινότητες».

Σήμερα 

Σήμερα, στα τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα, συμμερίζομαι αυτό το όραμα. Εκείνοι οι αναρχικοί διανοητές του 19ου αιώνα βρίσκονταν εκατό χρόνια μπροστά από τους συγκαιρινούς τους, καθώς προειδοποίησαν τους λαούς της Ευρώπης για τις συνέπειες της απόρριψης των προσεγγίσεων του φεντεραλισμού και του περιφερισμού. Έχοντας επιζήσει από κάθε είδους καταστροφική εμπειρία του 20ου αιώνα, οι κυρίαρχοι των εθνικών κρατών της Ευρώπης κατεύθυναν τις πολιτικές τους προς διάφορους τρόπους υπερεθνικής ύπαρξης.

Το κρίσιμο ερώτημα που αντιμετωπίζουν είναι αν μπορούν να συλλάβουν μια Ευρώπη των Κρατών ή μια Ευρώπη των Περιφερειών. Ο Προυντόν 130 χρόνια πριν, συσχέτισε αυτό το ζήτημα με την ιδέα μιας ευρωπαϊκής ισορροπίας δυνάμεων, που αποτελεί το στόχο των κρατικών αξιωματούχων και των πολιτικών θεωρητικών, και υποστήριξε ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί μεταξύ δυνάμεων με ενιαία συντάγματα. Στο Η Ομοσπονδία και η Ενότητα στην Ιταλία, έγραψε ότι «το πρώτο Βήμα προς την αναμόρφωση του δημοσίου δικαίου στην Ευρώπη, ήταν η αποκατάσταση των συνομοσπονδιών στην Ιταλία, στην Ελλάδα, στις Κάτω Χώρες, στη Σκανδιναβία και στις παραδουνάβιες περιοχές, ως ένα προοίμιο για την αποκέντρωση των μεγάλων κρατών και συνεπώς για το γενικό αφοπλισμό». Επιπλέον, στο για την Αρχή της Ομοσπονδίας επισήμανε ότι «μεταξύ των Γάλλων δημοκρατών έχει γίνει μεγάλη συζήτηση για την ευρωπαϊκή συνομοσπονδία ή τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Με αυτό φαίνεται ότι εννοούν μια συμμαχία όλων των κρατών που υπάρχουν σήμερα στην Ευρώπη, μικρών ή μεγάλων, προεδρευόμενων από ένα μόνιμο Συμβούλιο». Υποστήριξε ότι μια τέτοια ομοσπονδία είτε θα ήταν άνευ ουσίας είτε θα από-τελούσε παγίδα, για τον προφανή λόγο ότι τα μεγάλα κράτη θα κυριαρχούσαν στα μικρά.

Έναν αιώνα αργότερα, ο οικονομολόγος Λέοπολντ Κορ (Αυ-στριακός εκ καταγωγής, Βρετανός στην υπηκοότητα, Ουαλός από επιλογή),ο οποίος επίσης αναπροσδιορίζεται ως αναρ-χικός, δημοσίευσε το βιβλίο του Η Κατάλυση των Εθνών, στο οποίο εξυμνεί τις αρετές των κοινωνιών μικρής κλίμακας και υποστηρίζει εκ νέου ότι τα προβλήματα της Ευρώπης εγεί-ρονται από την ύπαρξη του έθνους-κράτους. Επιδοκιμάζοντας για μια ακόμη φορά την Ελβετική Συνομοσπονδία, ισχυρίστηκα χρησιμοποιώντας χάρτες, ότι «το πρόβλημα της Ευρώπης καθώς και οποιασδήποτε ομοσπονδίας, αφορά στη διαίρεση και όχι στην ένωση».

Ωστόσο, για να είμαστε δίκαιοι πρέπει να αναφέρουμε ότι οι υπέρμαχοι   μιας   ενωμένης   Ευρώπης   ανέπτυξαν   μια   αρχή «επικουρικότητας», με το επιχείρημα ότι οι κυβερνητικές αποφάσεις δεν θα πρέπει να λαμβάνονται στους υπερεθνικούς θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά κατά προτίμηση στις περιφερειακές ή τοπικές διοικητικές βαθμίδες αντί των εθνι-κών κυβερνήσεων. Αυτή η συγκεκριμένη αρχή υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης, το οποίο κάλεσε τις εθνικές κυβερνήσεις να ενστερνιστούν τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτοδιοίκησης, «ώστε να επισημοποιηθεί η δέσμευση στην αρχή, σύμφωνα με την οποία οι λειτουργίες διακυβέρνησης θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και να μεταφέρονται σε υψηλότερο μόνο εάν υπάρχει συναίνεση».

Η αρχή αυτή αποτελεί έναν ασυνήθιστο φόρο τιμής στους Προυντόν, Μπακούνιν και Κροπότκιν και στις απόψεις που αυτοί μόνο διατύπωσαν (με εξαίρεση ορισμένους ενδια-φέροντες Ισπανούς διανοητές όπως οι Ρi y Margall ή Joaquin Costa), αλλά φυσικά Θα είναι μεταξύ των πρώτων αρχών της πανευρωπαϊκής ιδεολογίας που οι εθνικές κυβερνήσεις θα επι-λέξουν να αγνοήσουν. Υπάρχουν προφανείς διαφορές μεταξύ των διαφόρων εθνών-κρατών σε αυτό το ζήτημα. Σε πολλά από αυτά -παραδείγματος χάριν στη Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία ακόμη και στη Γαλλία ο κυβερνητικός μηχανισμός είναι απείρως περισσότερο αποκεντρωμένος από όσο πριν από πενήντα χρόνια. Το ίδιο μπορεί σύντομα να αποτελεί πραγματικότητα και για τη Σοβιετική Ένωση. Αυτή η αποκέντρωση μπορεί να μην εξελίχτηκε με το ρυθμό που θα θέλαμε εμείς, και με χαρά θα συμφωνήσω στο ότι οι ιδρυτές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας πέτυχαν τον αρχικό τους στόχο της παύσης των παλιών εθνικών ανταγωνισμών και κατέστησαν τους μελλοντικούς πολέμους στη Δυτική Ευρώπη αδιανόητους. Αλλά απέχουμε πολύ ακόμη από μια Ευρώπη ίσων περι-φερειών.

Ζω σε αυτό που έχει εξελιχθεί ως το πιο συγκεντρωτικό κράτος στη Δυτική Ευρώπη, όπου η κυριαρχία της Δυτικής κυβέρνησης αντί να μειωθεί έχει αυξηθεί ανυπολόγιστα κατά τη διάρκεια των δέκα τελευταίων ετών. Ορισμένοι θα θυμούνται τη ρητορική της Βρετανής πρωθυπουργού, το 1988:

«Δεν καθορίσαμε επιτυχώς τα εδαφικά όρια του κράτους στη Βρετανία, μόνο και μόνο για να τα δούμε να επιβάλλονται ξανά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με ένα ευρωπαϊκό υπέρ-κράτος να ασκεί μια νέα κυριαρχία από τις Βρυξέλλες».

Αυτή είναι  γλώσσα της άπατης. Δε σχετίζεται με την πραγματικότητα. Και δε χρειάζεται να υποστηρίζεις την Κομισιόν για να το αντιληφθείς. Ωστόσο, είναι ενδεικτικό της απόστασης που ορισμένοι από εμάς έχουν στο να κατανοήσουν την αλήθεια που εμπεριέχει το σχόλιο του Προυντόν: «Ακόμη και η Ευρώπη θα ήταν πολύ μεγάλη για να διαμορφώσει μια μοναδική συνομοσπονδία, θα μπορούσε να αποτελέσει μόνο μια συνομοσπονδία των συνομοσπονδιών».

Η προειδοποίηση των αναρχικών είναι ότι ακριβώς το εμπόδιο σε μια Ευρώπη των περιφερειών είναι το έθνος κράτος. Εάν πρόκειται να ασκήσουμε οποιαδήποτε επιρροή στην πολιτική σκέψη του επόμενου αιώνα, θα πρέπει να προωθούμε την επιχειρηματολογία για τις περιφέρειες. Το «σκέψου πλανητικά – δράσε τοπικά», είναι ένα από τα πιο χρήσιμα σλόγκαν του παγκόσμιου πράσινου κινήματος. Το έθνος κράτος καταλαμβάνει μόνο ένα μικρό τμήμα της ευρωπαϊκής ιστορίας. Θα πρέπει να απελευθερώσουμε τους εαυτούς μας από τις εθνικές ιδεολογίες προκειμένου να δράσουμε τοπικά και να σκεφτούμε περιφερειακά. Και τα δύο θα μας επιτρέψουν να γίνουμε πολίτες όλου του κόσμου, όχι των εθνών ούτε των υπερεθνικών κρατών.

Παραθέτουμε ολόκληρο το κείμενο των προτάσεων του Μπακούνιν που υποβλήθηκαν και ψηφίστηκαν ομόφωνα στο συνέδριο της αναρχικής Λίγκας «Για την Δημοκρατία και την Ειρήνη», που έγινε το 1867 στην Ελβετία. Όχι για κανένα άλλο λόγο παρά μόνο για ανάγνωση του εύρους των αναρχικών ιδεών αφού οι αναρχικοί ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης των λαών. Υποστήριζε ότι οποιοσδήποτε πόλεμος μεταξύ τους θα είναι εμφύλιος και  αδελφοκτόνος.

«… Σύμφωνα με το ομόφωνο αίσθημα του συνεδρίου της Γενεύης, οφείλουμε να διακηρύξουμε:

1) Ότι για να κάνουμε να θριαμβεύσει η ελευθερία, η δικαιοσύνη και η ειρήνη στις διεθνείς σχέσεις της Ευρώπης, για να κάνουμε αδύνατο τον εμφύλιο πόλεμο μετα­ξύ των διαφο-ρετικών λαών που συνθέτουν την Ευρωπαϊκή οικογένεια, δεν υπάρχει παρά ένας μόνο τρόπος: να συγκρο­τήσουμε τις Ηνωμένες   Πολιτείες   της   Ευ­ρώπης.

2) Ότι οι  Πολιτείες της Ευρώπης δεν μπορούν να σχημα-ισθούν με τα Κράτη όπως είναι συγκροτημένα σή­μερα, αν ληφθεί υπόψη η τερατώδης ανισότητα που υπάρ­χει μεταξύ των αντίστοιχων δυνάμεων τους.

3) Ότι  το  παράδειγμα   της   μακαρίτισσας   Γερμανι­κής Συνομοσπονδίας έχει υποδείξει προκαταβολικά πως μία Συνομοσπονδία μοναρχιών αποτελεί μία κοροϊδία: ότι είναι ανί-κανη να εγγυηθεί είτε την ειρήνη είτε την ελευθερία των λαών.

4) Ότι κανένα συγκεντρωτικό, γραφειοκρατικό κρά­τος ακόμη και στρατιωτικό, έστω κι αν αποκαλείται ρεπουμπλικανικό, δε θα μπορέσει να μπει σοβαρά και ειλικρινά σε μια Διεθνή Συνομοσπονδία. Απ΄ την συγκρότησή του, που θ’ αποτελεί πάντοτε μια ανοιχτή ή καλυμμένη άρνηση της ελευθερίας στο εσωτερικό, θα΄ναι αναγκαστικά μια δια­κήρυξη συνεχούς πολέμου· μια απειλή ενάντια στην ύπαρξη των γειτονικών χωρών.  Θεμελιωμένο βασικά πάνω σε μια έσχατη πράξη βίας, την κατάκτηση, ή εκείνο που στην ιδιωτική ζωή αποκαλείται κλοπή με διάρρηξη – πράξη που ευλογείται από την εκκλησία κάποιας θρησκείας,  καθα­γιασμένη από το χρόνο ακόμη και μετασχηματισμένη σε ιστορικό δικαίωμα – και στηριζόμενο σ’ αυτό το θείο καθαγιασμό μιας θριαμβεύτριας βίας ή σαν σ’ ένα αποκλειστι­κό και υπέρτατο δικαίωμα, κάθε συγκεντρωτικό κράτος τίθεται και μόνο μ’ αυτό σαν απόλυτη άρνηση του δικαιώ­ματος όλων των άλλων κρατών, μην αναγνωρίζοντάς τα ποτέ, στις συμφωνίες που συνάπτει μ’ αυτά, παρά μόνο από ένα πολιτικό συμφέρον και από αδυναμία.

5) Ότι  όλα τα μέλη της Λίγκας οφείλουν κατά συνέ­πεια να τείνουν μ’ όλες τις προσπάθειες τους να επανασυγκροτήσουν τις αντίστοιχες πατρίδες τους, για να αντικατα­στήσουν την αρχαία οργάνωση, την θεμελιωμένη, από πά­νω προς τα κάτω, πάνω στη βία και την αρχή της εξου­σίας, με μια νέα οργάνωση που να μην έχει άλλη βάση από τα συμφέροντα, τις ανάγκες και τις φυσικές έλξεις των λαών, ούτε άλλη αρχή από την ελεύθερη ομοσπονδιοποίηση των ατόμων μέσα στις κοι-νότητες, των κοινοτή­των μέσα στις επαρχίες των επαρχιών μέσα στα έθνη και τελικά αυτών μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης αρ­χικά και αργότερα όλου του κόσμου.

6) Κατά συνέπεια, απόλυτη εγκατάλειψη κάθε λεγό­μενου  ιστορικού δικαιώματος των Κρατών όλα τα ζητή­ματα τα σχετικά με τα φυσικά, πολιτικά, στρατιωτικά, ε­μπορικά σύνο-ρα, πρέπει να θεωρηθούν στο εξής ότι ανήκουν στην αρχαία ιστορία και να απορριφθούν με αποφασιστι­κότητα από τα μέλη της Λίγκας.

7) Αναγνώριση του απόλυτου δικαιώματος κάθε  έ­θνους, μεγάλου ή μικρού, κάθε λαού, αδύναμου ή ισχυρού, κάθε επαρχίας, κάθε κοινότητας σε μια πλήρη αυτονομία, προϋπο-τιθέμενου ότι η εσωτερική τους συγκρότηση δεν θ’ αποτελεί απειλή και κίνδυνο για την αυτονομία και την ε­λευθερία των γειτονικών χωρών.

8) Από το γεγονός ότι μια χώρα αποτελεί μέρος ενός κράτους, έστω κι αν έχει προσχωρήσει ελεύθερα δεν α­κολουθεί καθόλου γι’  αυτή  η υποχρέωση να  μένει προσ­δεμένη  για  πάντα.  Καμιά διαρκής υποχρέωση   δεν   μπορεί να γίνει αποδεκτή από την ανθρώπινη δικαιοσύνη, την  μόνη που μπορεί να μας επιβάλλεται, και δεν θ’ αναγνω­ρίσουμε ποτέ άλλα δικαιώματα, ούτε άλλα καθήκοντα από εκείνα που θεμελιώνονται πάνω στην ελευθερία. Το δικαίω­μα της ελεύ-θερης Ένωσης και της  εξίσου ελεύθερης αποχώ­ρησης είναι το πρώτο, το πιο σπουδαίο από όλα τα πολιτικά δικαιώματα, εκείνο χωρίς το οποίο η συνομοσπονδία δεν θα ήταν παρά ένας συγκαλυμμένος συγκεντρωτισμός.

9) Από όσα έχουν προηγηθεί προκύπτει ότι η Λίγκα πρέπει να απορρίψει ειλικρινά κάθε συμμαχία αυτού ή ε­κείνου του εθνικού τμήματος της ευρωπαϊκής δημοκρατίας με τα μοναρχικά κράτη, ακόμη κι όταν αυτή η συμμαχία θα΄χε για στόχο την επανακατάκτηση της ανεξαρτησίας ή της   ελευθερίας   μιας   καταπιεζόμενης   χώρας,   μια τέτοια συμ-μαχία δε θα μπορούσε να οδηγήσει παρά σε αυταπά­τες και θα΄ταν ταυτόχρονα μια προδοσία εναντία στην ε­πανάσταση.

10) Αντίθετα η Λίγκα, επειδή είναι η Λίγκα της ειρήνης και επειδή έχει πειστεί ότι η ειρήνη δε θα μπορέ­σει να κατακτηθεί και να θεμελιωθεί παρά μόνο πάνω στην πιο στενή και πλήρη αλληλεγγύη των λαών μέσα στην δι­καιοσύνη και την ελευ-θερία, πρέπει να διακηρύξει έντονα τις συμπάθειες της για κάθε εθνική εξέγερση ενάντια στην καταπίεση, είτε ξένη είτε αυτόχθονα, δοσμένου ότι μια τέ­τοια εξέγερση γίνεται στο  όνομα των άρχων μας και για το συμφέρον των λαϊκών μαζών, αλλά όχι με την φιλόδο­ξη πρόθεση να ιδρυθεί ένα ισχυρό κράτος.

11) Η Λίγκα πρέπει να κηρύξει ανοιχτά τον πόλε­μο ενάντια σε ότι αποκαλείται δόξα, μεγαλείο και Ισχύς των Κρατών. Σε όλα αυτά τα ψεύτικα και κακοποιά είδω­λα για τα οποία κατακρεουργούνται  εκατομμύρια  ανθρώ­πινα  θύματα,  αντι-παραθέτουμε την  δόξα  της ανθρώπινης ευφυΐας που εκδηλώνεται στην επιστήμη και σε μια παγ­κόσμια ευημερία θεμελιωμένη πάνω στην εργασία, την δι­καιοσύνη και την ελευθερία.

12) Η Λίγκα θ’ αναγνωρίσει την   ε θ ν ι κ ό τ η τ α   σαν ένα φυσικό γεγονός. Έχει αναμφισβήτητα δικαίω­μα σα μια ελεύθερη ύπαρξη και ανάπτυξη, αλλά όχι σαν αρχή, γιατί κάθε αρχή πρέπει να φέρει τον χαρακτήρα της παγκοσμιότητας και η εθνικότητα δεν είναι αντίθετα παρά ένα αποκλειστικό, διαχωρισμένο γεγονός. Η λεγόμε­νη   αρχή   της   εθνικότητας,  όπως την έχουν θέσει στις μέρες μας οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Πρωσίας, ακόμη και πολλοί Γερμανοί, Πολωνοί,  Ιταλοί και  Ούγγροι  πατριώτες  δεν είναι παρά ένα παράγωγο που αντιπαρατέθηκε από την αντίδραση στο πνεύμα  της  επανάστασης:   έντονα  αριστοκρατική  στο  βάθος της, σε βαθμό που να υποτιμά τις διαλέκτους των μη εγγράμματων πληθυσμών, αρνούμενη   σιωπηρά   την ελευ-θερία των επαρχιών και την πραγματική αυτονομία των κοινοτήτων, και υποστηριζόμενη σ’ όλες τις χώρες όχι από τις λαϊκές μάζες, των οποίων θυσιάζει συστηματικά τα πραγ-ματικά συμφέροντα σ΄ ένα λεγόμενο κοινό καλό, το οποίο δεν είναι ποτέ παρά μόνο εκείνο των προνομιούχων τάξεων, αυτή η αρχή δεν εκφράζει τίποτα άλλο εκτός από τα υποτιθέμενα ιστορικά δικαιώματα και τη φιλοδοξία των Κρατών. Το δικαίωμα της εθνικότητας δεν μπορεί λοιπόν ποτέ να θεωρηθεί από τη Λίγκα παρά σαν ένα από τα φυσι­κά επακόλουθα της υπέρτατης αρχής της ελευθερίας, παύ­οντας να΄ ναι ένα δικαίωμα από τη στιγμή που τίθεται είτε ενάντια στην ελευθερία είτε ακόμη και πέρα από την ε­λευθερία.

13) Η ενότητα είναι ο στόχος, προς τον οποίο τεί­νει ακα-τάσχετα η ανθρωπότητα. Αλλά γίνεται μοιραία κα­ταστροφική  για την ευφυΐα, την αξιοπρέπεια, την ευημε­ρία των ατόμων και των λαών, κάθε φορά  που διαμορφώ­νεται πέραν της ελευθερίας, είτε με την βία, είτε υπό την εξουσία μιας κάποιας θεολογικής,  μεταφυσικής, πολιτικής ή ακόμα και οικονομικής ιδέας. Ο πατριωτισμός που τεί­νει στην ενότηταπέρα από την ελευθερία, είναι ένας κα­κός πατριωτισμός, πάντοτε ολέθριος για τα λαϊκά και πραγ­ματικά συμφέροντα της  χώρας που προφασίζεται ότι εξυ­ψώνει και υπηρετεί, φίλος, συχνά χωρίς να το ξέρει, της  αντίδρασης,   εχθρός της  επανάστασης,   δηλαδή   της χειρα­φέτησης, των εθνών και των ανθρώπων. Η Λίγκα δεν μπο­ρεί ν΄ αναγνωρίσει παρά μια μόνο ενότητα: εκείνη που θα εγκαθιδρυθεί ελεύθερα  από την  ομο-σπονδιοποίηση    αυτονόμων μερών μέσα στο σύνολο, έτσι ώστε αυτό, παύοντας να΄ ναι η άρνηση των ιδιαίτερων δικαιω-μάτων  και συμφερόντων, παύοντας να΄ ναι το κοιμητήριο όπου έρχεται βίαια για να θαφτεί κάθε τοπική ευημερία, θα γίνει αντίθετα η επιβε­βαίωση και η πηγή όλων αυτών των αυτονομιών και κά­θε τέτοιας ευημερίας. Η Λίγκα θα επιτεθεί επομένως σθε­ναρά ενάντια σε  κάθε  θρησκευτική, πολιτική,  οικονομική και κοινωνική οργάνωση   που δεν θα΄χει δια-ποτιστεί από­λυτα απ΄ αυτή τη μεγάλη αρχή της ελευθερίας: χωρίς αυ­τή, δεν υπάρχει καθόλου ευφυΐα, καθόλου δικαιοσύνη, κα­θόλου ευημερία, καθόλου ανθρωπιά….».

«…Χρησιμοποιώντας τον όρο ομοσπονδία, παρατηρεί ο Τζωρτζ Γούτκοκ στη βιογραφία του για τον Προυντόν, «ο Προυντόν δεν εννοεί μια παγκόσμια κυβέρνηση ή μία ομοσπονδία κρατών. Για αυτόν η αρχή της συνομοσπονδίας αρχίζει απ’ το πιο απλό επίπεδο της κοινωνίας. Τα διοικητικά όργανα είναι τοπικά και βρίσκονται όσο το δυνατό περισσότερο κάτω απ’ τον άμεσο έλεγχο του λαού. Πάνω άπ’ αυτό το πρωτογενές επίπεδο, η συνομοσπονδιακή οργάνωση γίνεται προοδευτικά περισσότερο ένα όργανο συντονισμού των περιφερειών, παρά ένα διοικητικό όργανο κι η Ευρώπη μία συνομοσπονδία των συνομοσπονδιών, στην οποία το συμφέρον της πιο μικρής επαρχίας θα έχει την  ίδια έκφραση με το συμφέρον της πιο μεγάλης  αφού όλες οι υποθέσεις θα ρυθμίζονται με αμοιβαία συμφωνία, συμβόλαιο και διαιτησία…».

 

* Aναδημοσίευση από το περιοδικό Ευτοπία, τεύχος 17. (http://eleftheriakos.gr/node/177)

** Σημ. τ. συν. Δείτε το παράδειγμα της πρώην Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας αλλά και της πρώην Σοβιετίας και της σημερινής Ρώσικης ομοσπονδίας και την εκατόμβη των νεκρών που προκάλεσαν τα ζητήματα της απόσχισης.