Της Γιώτας Ιωαννίδου
Η μεθοδολογία που ακολουθείται σήμερα με την διαπόμπευση των εκπαιδευτικών, ώστε η ‘’κοινή γνώμη’’ (κάτι σαν ‘’κοινή γυνή’’ ακούγεται αυτό) να υποδεχτεί τον εξανδραποδισμό τους ως πράξη δικαιοσύνης, αποτελεί πιστή εφαρμογή των υποδείξεων πολιτικής του ΟΟΣΑ. Η συναίνεση στην αντι-εκπαιδευτική πολιτική, αφενός θα σημάνει τη διάλυση της παιδείας, αφετέρου θα σηματοδοτεί τη νίκη της πολιτικής της εξαπάτησης, την απόδειξη ότι όταν το δάχτυλο έδειχνε το φεγγάρι, ο ηλίθιος κοίταζε το δάχτυλο…
Το 1996, ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) δημοσίευσε στο 13ο τεύχος του επίσημου περιοδικού του, ένα άρθρο του Κρίστιαν Μόρισον με τίτλο «Οι δυνατότητες πραγματοποίησης των διαρθρωτικών αναπροσαρμογών».Επρόκειτο για την έκθεση του Κέντρου Ανάπτυξης του ΟΟΣΑ με θέμα τα προβλήματα και τους τρόπους πολιτικής χειραγώγησης των πληθυσμών ώστε να μπορεί μια κυβέρνηση να περνά αυστηρά μέτρα λιτότητας και τις διαρθρωτικές αλλαγές, σαν αυτά που επέβαλε κατά τη δεκαετία του 1980 η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού σε μια σειρά από «αναπτυσσόμενες» χώρες και χώρες του Τρίτου Κόσμου. Ας ρίξουμε μια διαγώνια ματιά στο αποκαλυπτικό αυτό κείμενο.
Γκαιμπελικό άρθρο πρώτο
[…] όπου τέθηκε θέμα διαρθρωτικών αλλαγών, οι διεθνείς οργανισμοί [ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, κ.λπ.] απαίτησαν δραστική μείωση των βασικών δημόσιων δαπανών. Αυτό έκανε αντιδημοφιλείς τις κυβερνήσεις, οι οποίες, σε περίπτωση ταραχών, κατέφυγαν στην καταστολή πολλαπλασιάζοντας το πολιτικό κόστος. […] Η εφαρμογή προγραμμάτων διαρθρωτικών αλλαγών σε δεκάδες χώρες κατά τη δεκαετία του 1980 έδειξε, ότι είχαμε παραμελήσει την πολιτική διάσταση του ζητήματος. Πιεζόμενες από απεργίες, διαδηλώσεις, ακόμα κι εξεγέρσεις, πολλές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να διακόψουν ή να περικόψουν σημαντικά τα προγράμματα αυτά. Έτσι αναγκαστήκαμε να αναγνωρίσουμε, ότι η οικονομική επιτυχία της διαρθρωτικής αναπροσαρμογής εξαρτάται από τη δυνατότητα πολιτικής πραγματοποίησής της. […]
Μετάφραση
Χωρίς επεξεργασμένο πολιτικό σερβίρισμα, η κοινωνία δεν μπορεί να καταπιεί εύκολα την πολιτική εξανδραποδισμού της
Πως αλήθεια όμως αυτό μπορεί να επιτευχθεί;
Γκαιμπελικό άρθρο δεύτερο
[…]οι περικοπές στα λειτουργικά έξοδα του κράτους πλήττουν τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά οι κυβερνήσεις μπορούν να πάρουν την κοινή γνώμη με το μέρος τους αν κινηθούν ευέλικτα παρουσιάζοντας, με τη βοήθεια του Τύπου, αυτά τα μέτρα σαν μέτρα ισονομίας με το επιχείρημα, ότι εφόσον ζητούνται θυσίες από όλο το λαό, οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν γίνεται ν’ αποτελούν εξαίρεση. […]
Μετάφραση
Η διάλυση των κοινωνικών δαπανών, που είναι η πρώτη προτεραιότητα, θα πλήξει αναπόφευκτα τους δημόσιους υπάλληλους, οι οποίοι για να μη μπορούν να αντιδράσουν, θα πρέπει να διασυρθούν στα μάτια της κοινωνίας, με τη βοήθεια φυσικά του (ελεγχόμενου) Τύπου. Σας θυμίζει τίποτα;
Αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν έχουν όλοι τον ίδιο ρόλο. Ας δούμε την ειδική σημασία που δίνει ο δάσκαλος της επιστημονικής εξαπάτησης στους εκπαιδευτικούς.
Γκαιμπελικό άρθρο τρίτο
[…]Ειδικά οι απεργίες των εκπαιδευτικών, αν και καθαυτές δεν αποτελούν πρόβλημα για τις κυβερνήσεις, γίνονται έμμεσα επικίνδυνες επειδή απελευθερώνουν μια ανεξέλεγκτη μάζα μαθητικής και φοιτητικής νεολαίας, η οποία μπορεί να κατέβει σε διαδηλώσεις και σε αυτή την περίπτωση η καταστολή μπορεί εύκολα να έχει δραματικές συνέπειες. […]
Μετάφραση
Ο εκπαιδευτικός έχει μια ειδική σχέση με τη νεολαία. Μπορεί από παιδονόμος όπως τον θέλουν οι κρατούντες, να μετατραπεί σε δάσκαλο της αξιοπρέπειας και της αντίστασης για αυτό πρέπει να πειθαρχηθεί.
Μα πως είναι δυνατό όμως η κοινωνία να δεχτεί τη διάλυση της παιδείας; Ας δούμε τη μέθοδο.
Γκαιμπελικό άρθρο τέταρτο
[…]Μια από τις βασικές περικοπές αφορά στα λειτουργικά έξοδα των σχολείων και των πανεπιστημίων. Είναι πολύ προτιμότερη επιλογή από μια δραστική μείωση του αριθμού των μαθητών και των σπουδαστών. Οι οικογένειες θα αντιδράσουν βίαια στο ενδεχόμενο να αποκλειστούν τα παιδιά τους από την εκπαίδευση. Δεν θα αντιδράσουν όμως σε μια σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Έτσι σιγά-σιγά θα δεχτούν να πληρώνουν κάποιο ποσόν για να σπουδάζουν τα παιδιά, ή να περικοπεί κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητα. […]
Μετάφραση
Η ουσία της επιδίωξης είναι η υποβάθμιση της εκπαίδευσης. Αυτό είναι πολύ συγκεκριμένο σήμερα στην Ελλάδα: Κύμα συγχωνεύσεων σχολείων, οικονομικός στραγγαλισμός μέσω περικοπής λειτουργικών δαπανών, τορπίλη σε μουσικά και αθλητικά σχολεία όπως και στην ειδική αγωγή, κατάργηση πρόσθετης και ενισχυτικής, κόψιμο σε βιβλιοθήκες, εκδρομές, αθλητικούς αγώνες, επιχορηγήσεων σε προγράμματα, αδιαφορία για τις μετακινήσεις των μαθητών, μηδενισμός διορισμών, κενά μέχρι τέλους της σχολικής χρονιάς, αύξηση των μαθητών ανά τμήμα και άλλα. Αυτά λοιπόν θα περνάνε, αλλά η κυβέρνηση θα φωνασκεί υπέρ των μαθητών ή των εξετάσεων τους, χαϊδεύοντας την άγνοια που καλλιεργεί στους υπηκόους.
Τώρα είναι όλα πιο καθαρά.
Η μεθοδολογία που ακολουθείται σήμερα με την διαπόμπευση των εκπαιδευτικών, ώστε η ‘’κοινή γνώμη’’ (κάτι σαν ‘’κοινή γυνή’’ ακούγεται αυτό πλέον) να υποδεχτεί τον εξανδραποδισμό τους ως πράξη δικαιοσύνης, αποτελεί πιστή εφαρμογή αυτών των υποδείξεων πολιτικής.
Ο ίδιος ο επικεφαλής του ΟΟΣΑ Angel Gurría («Σύμβουλος» της κυβέρνησης μαζί με την ΕΕ και το ΔΝΤ), σε κοινή συνέντευξη Τύπου με υπουργούς της τότε κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, παρουσίασε την «Έκθεση» του Οργανισμού για την «ελληνική οικονομία», ενώ στα χέρια της τότε υπουργού Παιδείας κ. Άννας Διαμαντοπούλου κατατέθηκε προς «αξιοποίηση» επιμέρους Έκθεση του ΟΟΣΑ που αφορούσε στην Ελληνική Εκπαίδευση. Το κείμενο πρότεινε ένα σχολείο στηριγμένο στο νέο δημόσιο μάνατζμεντ, με κλείσιμο των μικρών μη αποδοτικών μονάδων, γενικευμένη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των μηχανισμών, εισαγωγή της ‘’αξιολόγησης’’ των εκπαιδευτικών και ισχυροποίηση της παρέμβασης της αγοράς.
Είναι αυτό το κείμενο, στο οποίο αναφέρονται σήμερα σε πλήρη σύμπνοια όλα τα καθεστωτικά ΜΜΕ για να αποδείξουν ότι οι έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν λιγότερο από όλους στην Ευρώπη (μήπως το ίδιο δεν έλεγαν και για όλους τους εργαζόμενους στην Ελλάδα αρχικά;).
Με το ίδιο ιερό κείμενο και την περίφημη αναλογία εκπαιδευτικών / μαθητών –τη μικρότερη σε Ευρώπη και χώρες του ΟΟΣΑ- προσπαθούσαν να πείσουν πέρσι για την επιστημονική αναγκαιότητα των συγχωνεύσεων, όπως βάφτισαν το κλείσιμο των σχολείων. Τι κι αν από τον Γενάρη του 2012, δόθηκε στη δημοσιότητα η μελέτη του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ, «Μελέτη στοιχείων για την Εκπαίδευση και τους Εκπαιδευτικούς στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και σε άλλες χώρες», που αποδεικνύει ότι ορισμένα στοιχεία δεν ισχύουν ή εξηγεί τις αποκλίσεις άλλων.
Η ιστορία εξελίσσεται σαν αυτή με τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Πληρώθηκαν ένα σωρό λεφτά, για να μετρηθεί ο ήδη γνωστός αριθμός τους. Αποκαλύφθηκε μέσω της επίσημης απογραφής, ότι δεν άγγιζαν ούτε τις 650.000 από το ενάμιση ή και δύο εκατομμύρια που διαδιδόταν πλατιά από τα επίσημα χείλη. Απλά τα ΜΜΕ δεν το είδαν.
Για να δούμε λοιπόν τα στοιχεία του ΟΟΣΑ ξανά.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ, το 2011-12 η αναλογία μαθητών ανά καθηγητή ήταν 1:8,2 στα Γυμνάσια και 1:9,5 στα Λύκεια ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ των 21 ήταν 1:11,7 και 1:12,5 αντίστοιχα (στοιχεία ΟΟΣΑ). Η μικρή αυτή απόκλιση συμβαίνει στη χώρα μας λόγω γεωγραφικών ιδιομορφιών (νησιά, ορεινά, δυσπρόσιτα), της ύπαρξης των τμημάτων κατεύθυνσης σε Β και Γ τάξεις των Γεν. Λυκείων και της λειτουργίας των ειδικοτήτων στα τεχνικά Λύκεια. Η απάλειψη αυτής της απόκλισης σημαίνει ότι θα κλείσουν σχολεία σε χωριά και κωμοπόλεις (πράγμα που συνέβη και με το πρώτο κύμα των 1000 συγχωνεύσεων – καταργήσεων)και με τις περικοπές των δωρεάν μεταφορών, πολλά παιδιά θα διωχθούν από τη δημόσια εκπαίδευση. Στα λύκεια θα αδυνατούν να δημιουργηθούν τμήματα κατεύθυνσης με μεγάλο αριθμό μαθητών (ήδη από πέρσι το όριο έγινε 15 μαθητές και σε εξαιρετικές συνθήκες 10), οπότε οι μαθητές είτε θα πρέπει να πηγαίνουν σε σχολείο διπλανής περιοχής που θα υπάρχει τμήμα κατεύθυνσης της επιλογής τους ή να αλλάζουν κατεύθυνση. Αντίστοιχη θα είναι η κατάσταση στις ειδικότητες των τεχνικών λυκείων, όπου η μη ύπαρξη μαθητών θα σημάνει την κατάργηση της ειδικότητας και την μεταφορά όσων την επιλέξουν σε άλλο σχολείο της Περιφέρειας.
Όσον αφορά στο μέγεθος των σχολικών τάξεων, ο μέσος όρος των μαθητών στην Ελλάδα σε γυμνάσια και λύκεια είναι 22, πάνω δηλαδή από το μέσο όρο της ΕΕ των 21, που είναι 21,9. Ωστόσο, εδώ δεν φαίνεται να υπάρχει η ευαισθησία της προσέγγισης του μέσου όρου της ΕΕ, από την κυβέρνηση μιας και ο στόχος είναι οι 30 μαθητές στην τάξη.
Οι εκπαιδευτικοί διαθέτουν συνολικό εργασιακό ωράριο, ένα μέρος του οποίου είναι οι ώρες διδασκαλίας στην τάξη (διδακτικό). Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δικτύου Ευρυδίκη «Αριθμοί κλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη 2009», ο μέσος όρος του διδακτικού ωραρίου για τους καθηγητές της ΕΕ των 25, ήταν 18,4 για το Λύκειο και 19,1 για το Γυμνάσιο, ενώ ο μέσος όρος για την Ελλάδα ήταν 18,5.
Σύμφωνα με πρόσφατη (2012) μελέτη της UNESCO κάθε ώρα διδακτικού έργου ενός καθηγητή αντιστοιχεί σε 4 ώρες εργασίας γραφείου! Για αυτό η τάση στις χώρες της Ευρώπης ήταν η μείωση του διδακτικού ωραρίου τα τελευταία χρόνια, εκτός από την Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Πέραν τούτου, ο μέσος όρος για την Ελλάδα των 18,5 διδακτικών ωρών προκύπτει με το δεδομένο των 16 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας –που το υπουργείο παιδείας έδωσε σαν ωράριο όλων των καθηγητών –ενώ οι καθηγητές δουλεύουν με 21 ώρες πλήρες ωράριο που γίνεται 16 ώρες μετά από 20 και πλέον χρόνια εργασίας.
Παρόλα αυτά, η Καθημερινή της Κυριακής 4/5/13 επιμένει ότι οι έλληνες καθηγητές διδάσκουν μόνο 415 ώρες ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 704 ώρες για το γυμνάσιο και 658 ώρες για το λύκειο και για τις χώρες της ΕΕ/21 660 και 629 αντίστοιχα. Δεν προβληματίζεται βέβαια καθόλου, πώς στον ίδιο πίνακα φαίνεται οι έλληνες καθηγητές να εργάζονται 1176 ώρες κατ έτος έναντι 1171 στο γυμνάσιο και 1114 στο λύκειο των χωρών του ΟΟΣΑ και 1057 και 1049 αντίστοιχα της ΕΕ/21. Γιατί η αξία μιας μελέτης, κατά ορισμένα ΜΜΕ, είναι μόνο η παροχή στοιχείων επιβεβαίωσης της κυβερνητικής πολιτικής. Η απάντηση βρίσκεται στο εργασιακό ωράριο, που στην Ελλάδα είναι 30 ώρες έναντι 27,5 ωρών του μέσου ευρωπαίου στις 27 χώρες της ΕΕ.
Οι καθηγητές δεν διδάσκουν μόνο. Παρακολουθούν την πορεία των μαθητών τμημάτων που είναι υπεύθυνοι, επικοινωνούν με τους γονείς, εκτελούν διοικητικά καθήκοντα, συμπληρώνουν στατιστικά κλπ, διορθώνουν γραπτά, περνούν βαθμολογίες, προετοιμάζουν εκπαιδευτικά προγράμματα, γιορτές, εκδρομές, θεατρικά κλπ, ασχολούνται με σεμινάρια και εργαστήρια, προετοιμάζουν σημειώσεις και σχέδια, ειδικές παρεμβάσεις, συνεδριάζουν και συζητούν ότι προβλήματα ανακύπτουν κλπ κι όσα από αυτά δεν μπορούν να τα κάνουν εντός της σχολικής μονάδας (γιατί δουλεύουν όλοι μαζί σε μια αίθουσα με κολλητά γραφεία και χωρίς υπολογιστή ή άλλα μέσα) τα κάνουν στο σπίτι τους.
Οι έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν περίπου 39 εβδομάδες το χρόνο έναντι 38,6 των ΕΕ/27. Ενώ όμως δουλεύουν περισσότερο, διδάσκουν μόνο 31 εβδομάδες, καθότι 4-5 εβδομάδες το χρόνο, είναι οι εξετάσεις, πράγμα που δε συμβαίνει σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα, ενώ ο υπόλοιπος χρόνος αντιστοιχεί σε διοικητική απασχόληση.
Η Ελλάδα είναι το βασίλειο της εξεταστικής λαιμητόμου, με διαφωνία των εκπαιδευτικών και μάλιστα αυτός ο ανορθολογισμός θα ενταθεί αν περάσουν τα μέτρα της κυβέρνησης.
Είναι απίστευτη αυτή η στρέβλωση και δεν μπορεί να μένει εκτός συζήτησης.
Η διδασκαλία στην τάξη μειώνεται, αλλά οι ώρες των εξετάσεων αυξάνονται.
Το σχολείο απαξιώνεται, αλλά το φροντιστήριο προετοιμασίας για τις εξετάσεις, αποθεώνεται ως θεσμός!
Συμπερασματικά οι έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν περισσότερο από τους ευρωπαίους και οι ώρες διδασκαλίας τους (χωρίς τις εξετάσεις) είναι περισσότερες από 573,5 κατά μέσο όρο (31 εβδομάδες χ 18,5).
Επιπλέον στις χώρες της ΕΕ, υπάρχουν βοηθοί διδασκόντων, σε αναλογία 6,5 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 0,4 μόνο στα εργαστήρια της ΤΕΕ
Υπάρχει διοικητικό προσωπικό σε αναλογία 10,9 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 1,4
Υπάρχει επιστημονικό προσωπικό για τη στήριξη του σχολείου (κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι κλπ) σε αναλογία 7,8 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 0.
Υπάρχει βοηθητικό προσωπικό σε αναλογία 12,7 ανά 1000 μαθητές μέσο όρο ενώ στην Ελλάδα είναι 0,3
Και επιπλέον σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, για το 2009 ο μέσος όρος για τις χώρες του ΟΟΣΑ των ετήσιων μεικτών αποδοχών του αρχικού μισθού των καθηγητών ήταν 29.472και ο αντίστοιχος μέσος όρος για τις χώρες της Ε.Ε. ήταν 29.459.
Ο μέσος όρος για τις χώρες του ΟΟΣΑ των ετήσιων μεικτών αποδοχών του τελικού μισθού των καθηγητών ήταν 47.740 και ο αντίστοιχος μέσος όρος για τις χώρες της Ε.Ε./21 ήταν 47.374.
Αντίθετα, για τους Έλληνες καθηγητές ο αρχικός μισθός ήταν 24.541 και ο τελικός 36.230. Έτσι η Ελλάδα κατατάσσεται στις τελευταίες χώρες (ακολουθούν μόνο Σλοβενία και Σλοβακία).
Συνολικά ο μισθός του έλληνα καθηγητή Λυκείου είναι το 54% του Φιλανδού (με 11-17 ώρες διδασκαλίας), το 58% του Ισπανού (με 17- 19 ώρες διδασκαλίας) και το 39% του Γερμανού (με 17-20 ώρες διδασκαλίας).
Ας διαλέξουμε λοιπόν.
Η συναίνεση στην αντι-εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης, αφενός θα σημάνει τη διάλυση της παιδείας, αφετέρου θα σηματοδοτεί τη νίκη της πολιτικής της εξαπάτησης, την απόδειξη ότι όταν το δάχτυλο έδειχνε το φεγγάρι, ο ηλίθιος κοίταζε το δάχτυλο.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://eleftheriakos.gr/node/565
ΚΑΛΑ ΝΑ ΠΑΘΕΤΕ ΑΦΟΥ ΔΕΝ ΣΥΝΤΟΝΙΖΕΣΤΕ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΒΑΛΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ . ΚΟΜΜΑΤΟΣΚΥΛΑ
efarmogi-dimokratias.gr