Συνέντευξη με τον Ζήση Σαρίκα

   zissisSarikas

Γνωστός στο αναγνωστικό κοινό κυρίως για το μεγάλο μεταφραστικό του έργο, συζητά μαζί μας για τις δύο συλλογές του με μικρά πεζά, το «Ψίχουλα» και το «Μακριά απ’ τον κόσμο» (εκδόσεις Πανοπτικόν ).

 

Δουλεύεις χρόνια στο χώρο των εκδόσεων, ως μεταφραστής και επιμελητής εκδόσεων. Πότε προέκυψε η πρώτη συλλογή διηγημάτων, τα «Ψίχουλα» και πότε η δεύτερη, το «Μακριά απ’ τον κόσμο»;

Έγραφα από παλιά πεζά και ποιήματα, μετά όμως, για ένα διάστημα, δεν έγραφα καθόλου, ασχολήθηκα πιο πολύ με τα δοκίμια. Εξέδωσα πρώτα μια συλλογή δοκιμίων, το «Μύθοι της τεχνολογίας», και μετά από δέκα χρόνια προέκυψαν ξαφνικά τα «Ψίχουλα», το 1998. Φέτος επανέκδωσα το βιβλίο αυτό. Αρχικά, ήταν ένα ενιαίο βιβλίο. Δεν μου άρεσε, κι έτσι το έκοψα σε κομμάτια. Και βγήκαν μικρά κείμενα. Το «Μακριά απ’ τον κόσμο» είναι γραμμένο ένα-ενάμιση χρόνο μετά τα «Ψίχουλα», αλλά για πολύ καιρό δεν αποφάσιζα να το εκδώσω. Μετά από χρόνια το επεξεργάστηκα, πρόσθεσα και νέα κείμενα, ουσιαστικά όμως δεν έχει και πολλή δουλειά, είναι συνέχεια του πρώτου χάνει λίγο σε ένταση συναισθηματική, αλλά εξακολουθεί να κινείται στον ίδιο χώρο. Δεν νομίζω πως θα μπορούσα να γράψω και τρίτο παρόμοιο βιβλίο. Ούτε θα το ήθελα. Επίσης, επειδή δεν γράφω «κανονική» λογοτεχνία, δηλαδή δεν κάνω μυθοπλασία με ήρωες κτλ., κι επειδή δεν πιστεύω στη λογοτεχνία ως αναπαραγωγή μιας καθημερινότητας ή ενός ιστορικού πλαισίου κτλ., κινούμαι στις παρυφές της λογοτεχνίας και του δοκιμίου, εκεί ανάμεσα. Είναι ένα μεικτό πράγμα αυτό που μου αρέσει, κι αυτό που θέλω να πω, το λέω άμεσα, δίχως περικοκλάδες. Δεν θέλω να διαβάζει κανείς μια αφήγηση για να περνάει η ώρα του: θέλω το κείμενο να κάνει κάποιες νύξεις που δύσκολα ακούγονται αλλού. Η νοσταλγία και ο εξωραϊσμός (του παρελθόντος ή του παρόντος) μού είναι ξένα πράγματα. Εξ ου και η σύντομη φόρμα… Ναι, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μένα το  να περάσεις κάτι σε τέσσερις σειρές. Ο αφορισμός όμως, με τον οποίο έχουν ασχοληθεί πολλοί συγγραφείς, έχει φοβερές απαιτήσεις. Είναι πολύ δύσκολο να αποδώσεις συμπυκνωμένο ένα αίσθημα ή μια ιδέα.

Τι είναι όμως τελικά η λογοτεχνία για σένα;

Η λογοτεχνία μπορεί να πει κανείς πως είναι το «άλλο» κομμάτι της ζωής, το «ωραίο». Για μένα, καλό θα ήταν η λογοτεχνία (και η τέχνη γενικά) να ήταν… ζωή. Βέβαια κάποιοι άνθρωποι, πιο ρεαλιστές, θα έλεγαν πως η ζωή δεν θα αλλάξει ουσιαστικά πο-τέ, πως είναι ένας χώρος αρκετά περιορισμένος και μίζερος και πως η τέχνη είναι και θα είναι ένα «καταφύγιο». Εγώ πάλι θα ήθελα να μην υπάρχει λογοτεχνία, ή μάλλον θα ήθελα αυτή να μετουσιωθεί σε ζωή ή να τη μεταμορφώσει, αλλά αυτό μοιάζει ουτοπικό. Πάντως, είμαι υπέρ της λογοτεχνίας που λέει πράγματα που δεν ακούγονται, λόγω των κάθε λογής συμβάσεων, στην καθημερινή ζωή, πράγματα που κριτικάρουν όλες τις πλευρές της ζωής.

Απορρίπτεις τη μυθοπλασία, υπάρχει όμως το στοιχείο της επινόησης στα διηγήματά σου;

Χρησιμοποιώ ένα συγκεκριμένο περιστατικό που έχω ζήσει εγώ ή που έχω ακούσει από άλλον, χρησιμοποιώ πολύ τις αντιθέσεις και τους παραλληλισμούς, για να κάνω μια νύξη, που δεν την περιμένεις να βγει αλλά έχει τελικά στενή σχέση με τα προηγούμενα, κι αυτό είναι το ενδιαφέρον. Αυτό είναι ένα στιλιστικό, υφολογικό τέχνασμα, δεν θα μου άρεσε να το κάνω όμως βερμπαλιστικά, για να προκαλέσω απλώς εντύπωση. Πολλοί καλοί χειριστές της γλώσσας το κάνουν  αυτό, αλλά πας να δεις τι λένε στο φινάλε, ποιο είναι το «νόημα», και δεν λένε τίποτα, δεν παίρνουν «θέση» για τίποτε. Φυσικά, πολλοί λένε πως έτσι πρέπει να γίνεται, να μη λέμε τίποτα, δεν υπάρχει λόγος να λέμε κάτι, και δεν πρέπει νά ’μαστε ηθικολόγοι, διδακτικοί κτλ. Η στάση αυτή όμως, υπέρ της «ουδετερότητας της τέχνης», είναι κι αυτή «ηθική» στάση. Κοντολογίς, για μένα, η λογοτεχνία δεν πρέπει να είναι διακοσμητική, πρέπει να είναι κάτι πολύ έντονο. Δεν πρέπει να ευχαριστεί, πρέπει να πονάει. Αυτός ο διδακτισμός όμως, κρύβει και πολλούς κινδύνους. Ναι, αν καταντάει προπαγάνδα. Αυτό είναι στο χέρι και στις ικανότητες του καθενός. Υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που κάνουν προπαγάνδα. Θέλω να πιστεύω πως έχω ξεφύγει από αυτόν το σκόπελο, δεν προβάλλω ένα ετοιμοπαράδοτο όραμα για τη ζωή, για το μέλλον. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να υπονομεύσουμε το παρόν με βάση κάποιες ιδέες ή, έστω, να τις μπολιάσουμε σ’ αυτό. Το «Μακριά απ’ τον κόσμο», άραγε, υποδηλώνει μια κάποια προτροπή; Όχι, άλλωστε αυτό το σχολιάζω και σε  ένα διηγηματάκι του βιβλίου: αυτό το πράγμα που λένε οι αναχωρητές δείχνει απόγνωση. Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ζώο, σε σύνολα ζούμε. Το «λάθε βιώσας» που λέγανε οι αρχαίοι -πρέπει να φύγεις από την κοινωνία, να μένεις μόνος (όχι όμως ολομόναχος, αλλά μαζί με κάποιους δικούς σου, σαν κοινόβιο κάτι!), να μην αφήνεις να σ’ επηρεάζει ο συρφετός– απασχολεί και γοητεύει πάντα τους ανθρώπους. Για μένα, δεν είναι λύση η φυγή. Όπου και να πας, σε οποιαδήποτε κοινωνία, μεγάλη ή μικρή, σε περιμένουν παρόμοια προβλήματα. Εγώ πιστεύω στη διαρκή αναδημιουργία της κοινωνίας γενικά και των επιμέρους κοινωνιών ειδικότερα. Αυτό βέβαια συμβαίνει ούτως ή άλλως, το ζήτημα είναι όμως, πώς, πόσο και προς ποια κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει ο καθένας μας σ’ αυτό. Αλλά εδώ μπαίνουμε σε μια άλλη, τεράστια συζήτηση…

Αναδημοσίευση από: http://www.cityportal.gr/articles_det1.asp?subcat_id=140&article_id=10006

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *