O Kωνσταντίνος Kαβάφης, σε αχρονολόγητο σχέδιο από τον Γιάννη Kεφαλληνό.
Γράφει η Sylvia…
Είχα την τύχη ως φοιτήτρια να μου διδάξει λογοτεχνία και ιδιαίτερα το έργο του Καβάφη, μια υπέροχη γυναίκα, η Ιλινασκαγιά, μια γυναίκα που μετέφρασε τον ποιητή στα Ρώσικα μιας και η ίδια ήταν Ελληνορωσίδα. Είχε την ικανότητα να προσεγγίζει την ποίηση πέρα από «πρέπει», τυπικές τεχνοκρατικές αναλύσεις, σου μάθαινε να βλέπεις πίσω από τους στίχους, να μαθαίνεις την βαθύτερη ψυχολογία του δημιουργού μέσα από τους στίχους. Δεν είναι τυχαίο ότι είχε επιλέξει τον Καβάφη. Μια ποιητική σκιά, έναν άνθρωπο που περισσότερο δυστυχώς ο σύγχρονος νεοελληνικός κόσμος ασχολήθηκε με το αν και πόσο ομοφυλόφιλος ήταν παρά με την ουσία της ψυχής και του έργου του. Ένας άνθρωπος χαμηλόφωνος, που στην ουσία το έργο του εκπροσωπούσε μια οικουμενικότητα, ανάλογα και ο ίδιος λόγω των διαρκών αλλαγών στα μέρη διαμονής του, αλλά και λόγω της καταγωγής του.
Σκέφτηκα αρκετά αν θα έπρεπε να ασχοληθεί κανείς στα σοβαρά με την γελοιότατη επιλογή να κοσμήσει λεωφορεία και τρόλεϊ, αυτός ο ποιητής, σα να είναι διαφήμιση κινητού. Και το χειρότερο να επιλεγούν στίχοι από ποίημα του, παραβιάζοντας και παρερμηνεύοντας την σημασία τους, μόνο και μόνο για να επηρεάσουν, όσους δεν έτυχε να διαβάσουν το συγκεκριμένο ποίημα, ή δεν ήρθαν σε επαφή με τα γραπτά του ποιητή.
Δεν είναι οι αντιρρήσεις και η καταδίκη της κίνησης αυτής, να κοσμεί τα λεωφορεία ο απομονωμένος στίχος του Καβάφη «είναι επικίνδυνον πράγμα η βία», και το όνομα του αλεξανδρινού ποιητή, αποτέλεσμα μιας δήθεν ευθιξίας απέναντι σε τοτέμ ή αυθεντίες, απέναντι σε σύμβολα. Όχι. Είναι το γαμώτο, ότι τελικά επιστρατεύονται και προσβάλλονται τα πάντα στην προσπάθεια να μας κάνουν πειθήνια όργανα και πρόβατα. Δήθεν πολιτισμός, δήθεν κουλτούρα και λεωφορεία με στίχους του Καβάφη, που ΔΗΘΕΝ θεωρούν κάθε μορφή βίας επικίνδυνη. Παραποιώντας με τον πιο ύπουλο τρόπο τα λόγιά του, και όχι με χαζό τρόπο, δεν είναι χαζομάρα η επιλεκτική αυτή διαδικασία, δεν έγινε εκ παραδρομής και δεν έγινε επειδή δεν κατάλαβαν διαβάζοντας το ποίημα από όπου προέρχεται ο στίχος, ότι η λέξη βία σημαίνει ΞΕΚΑΘΑΡΑ «βιασύνη». Είναι άλλος ένας τρόπος να περάσουν την θεωρία των δύο άκρων, στο μυαλό του φιλήσυχου νοικοκύρη, είναι ένας ακόμη τρόπος να πείσουν ότι κάθε μορφή αντίδρασης είναι βία και πρέπει να ορίζεται ως παράνομη, ότι είναι επικίνδυνοι όσοι δεν σκύβουν το κεφάλι…
Το καλό κράτος, η καλή κυβέρνηση του Σαμαρά και η αυλή του, συμβουλεύει «είναι επικίνδυνον πράγμα η βία» βάζοντας ως υπογραφή τον Καβάφη. Τον οποίο Καβάφη, αν δεν τον είχε αγκαλιάσει και τιμήσει ολόκληρος ο κόσμος, αν δεν ήταν ο Έλληνας ποιητής που έχει μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες, και κάνει τους «μέγα Έλληνες» να φουσκώνουν από περηφάνια, σίγουρα θα ενοχλούσε τους συντηρητικούς φιλελεύθερους καλούς πολίτες και πολιτικούς η ομοφυλοφιλία του, σίγουρα δεν θα τον τιμούσαν ανάλογα επικαλώντας τον κάθε λίγο και λιγάκι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ουδεμία ιδέα δεν έχουν για το ποιος ήταν ο Καβάφης, τι ακριβώς πρέσβευε και πώς κατάφερε ζώντας σε μια εποχή που στιγματίστηκε από διακρίσεις, παρακμή και μέγιστη φθορά στην κοινωνική και πολιτική ζωή να κρατήσει την αξιοπρέπειά του. Φύσει διακριτικός και χαμηλών τόνων άνθρωπος σίγουρα δεν θα χαιρόταν ούτε με την παραποίηση των στίχων του, ούτε με το να βολτάρει στους δρόμους της Αθήνας γραμμένος πάνω σε τρόλεϊ για να εξυπηρετήσει την προπαγάνδα των ιθυνόντων που τόσο πολύ ο ίδιος ειρωνεύτηκε, έκρινε και εν τέλει λυπήθηκε για την ματαιότητα των μεγάλων φιλοδοξιών που έχουν όσοι κατέχουν εξουσία.
Έχει προειδοποιήσει ο ίδιος τους αναγνώστες του σε ένα ανέκδοτο ποίημά του, πίσω από τα σύμβολα να τον αναζητήσουν, εκεί είναι ο αληθινός του εαυτός, για να τον νιώσουν : «Απ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα/να μη ζητήσουνε να βρουν ποιος ήμουν» και «Η πιο απαρατήρητές μου πράξεις/και τα γραψίματά μου τα πιο σκεπασμένα –/από εκεί μονάχα θα με νιώσουν».
Ο επίμαχος στίχος είναι από το ακόλουθο ποίημα:
Ἐν Mεγάλῃ Ἑλληνικῄ Ἀποικία, 200 π.Χ.
Ὅτι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’ εὐχήν στήν Ἀποικία
δέν μέν’ ἡ ἐλαχίστη ἀμφιβολία,
καί μ’ όλο πού ὁπωσοῦν τραβοῦμ’ ἐμπρός,
ἴσως, καθώς νομίζουν οὐκ ὀλίγοι, να ἔφθασε ὁ καιρός
νά φέρουμε Πολιτικό Ἀναμορφωτή.
Ὅμως τό πρόσκομμα κ’ ἡ δυσκολία
εἶναι πού κάμνουνε μιά ἱστορία
μεγάλη κάθε πρᾶγμα οἱ Ἀναμορφωταί
αὐτοί. (Εὐτύχημα θα ἦταν ἄν ποτέ
δέν τούς χρειάζονταν κανείς.) Γιά κάθε τί,
γιά τό παραμικρό ρωτοῦνε κ’ ἐξετάζουν,
κ’ εὐθύς στόν νοῦ τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
μέ τήν ἀπαίτησι νά ἐκτελεσθοῦν ἄνευ ἀναβολής.
Ἕχουνε καί μιά κλίσι στές θυσίες.
Παραιτηθεῖτε ἀπό τήν κτήσιν σας ἐκείνη∙
ἡ κατοχή σας εἶν’ ἐπισφαλής:
ἡ τέτοιες κτήσεις ἀκριβῶς βλάπτουν τές Ἀποικίες.
Παραιτηθεῖτε ἀπό τήν πρόσοδον αὐτή,
κι ἀπό τήν ἄλληνα τήν συναφῆ,
κι ἀπό τήν τρίτη τούτην: ὡς συνέπεια φυσική∙
εἶναι μέν οὐσιώδεις, ἀλλά τί νά γίνει;
σας δημιουργοῦν μιά ἐπιβλαβή εὐθύνη.
Κι ὅσο στόν ἔλεγχό τους προχωροῦνε,
βρίσκουν καί βρίσκουν περιττά, καί νά παυθοῦν ζητοῦνε∙
πράγματα πού ὅμως δύσκολα τά καταργεῖ κανείς.
Κι ὅταν, μέ τό καλό, τελειώσουνε τήν ἐργασία,
κι ὁρίσαντες και περικόψαντες τό πᾶν λεπτομερῶς,
ἀπέλθουν, παίρνοντας καί τήν δικαία μισθοδοσία,
νά δοῦμε τί ἀπομένει πιά, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική. –
Ἴσως δέν ἔφθασεν ἀκόμη ὁ καιρός.
Να μή βιαζόμεθα∙ εἶν’ ἐπικίνδυνον πρᾶγμα ἡ βία.
Τά πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Ἔχει ἄτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, ἡ Ἀποικία.
Ὅμως υπάρχει τί τό ἀνθρώπινον χωρίς ἀτέλεια;
Καί τέλος πάντων, νά, τραβούμ’ ἐμπρός.
[1928]
Και ναι κύριοι που καταδικάζετε την βία από όπου κι αν προέρχεται και θέλετε πολίτες πειθήνιους και που τα πάντα προς όφελος σας τα τσουβαλιάζετε για να λειτουργήσετε με τον απόλυτο γκεμπελισμό, κάνατε τεράστιο λάθος να επιλέξετε στίχο από το συγκεκριμένο ποίημα, γιατί όσοι, και ελπίζω να είναι πολλοί, δεν το ξέρουν και το διαβάσουν θα δουν ότι είναι ένα ποίημα που με τον ιδιαίτερο και συμβολικό τρόπο του Καβάφη, καταδικάζει όλους εσάς τους δήθεν σωτήρες και την παρακμή που επιφέρετε στην κοινωνία. Αυτό είναι το νόημα του ποιήματος. Ενδεικτικά μια πολύ γρήγορη προσέγγιση δείχνει ότι :
Τίποτε δεν έχει σημασία για τους Αναμορφωτές πέρα από το τελικό αποτέλεσμα, έστω κι αν αυτό προκύψει μέσα από βίαιες ανατροπές για ολόκληρη την κοινωνία. Οι Αναμορφωτές δε γνωρίζουν τις λεπτές ισορροπίες που έχουν δημιουργηθεί με τα χρόνια σε μια κοινωνία, δεν ενδιαφέρονται για τους πολίτες και τις ανάγκες τους, το μόνο που κάνουν είναι να «βρίσκουν και βρίσκουν περιττά». Όντας αποστασιοποιημένοι και αδιάφοροι για την πολιτεία, οι Αναμορφωτές τα θεωρούν όλα περιττά.
Κι όταν τελειώσουν το χειρουργικό τους έργο τι απομένει; Μια οικονομική επανόρθωση στα χαρτιά και μια κοινωνία που έχει έρθει αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο των κρατούντων. Εκείνοι παίρνουν στο ακέραιο την ανταμοιβή τους -τους αξίζει άλλωστε για το αποτελεσματικό τους έργο- και η πολιτεία μένει ακρωτηριασμένη.
Ο Καβάφης δεν επιλέγει τη λύση των Αναμορφωτών,με ψυχραιμία και με νηφαλιότητα, ειρωνεύεται την πολιτική αναδιαμόρφωσης που ακολουθείται. Ο χρόνος στον οποίο έχει τεθεί η δράση του ποιήματος ( 200 π.Χ. ) έρχεται σε εμφανή αντίθεση με την αισιόδοξη νότα του τελευταίου στίχου που πρεσβεύει ότι τουλάχιστον η πολιτεία προχωρά μπροστά . Ο ποιητής , άλλωστε , δεν επιθυμεί να στηρίξει τη σκέψη ότι η πολιτεία θα σωθεί χωρίς τους Αναμορφωτές , η πολιτεία είναι ούτως ή άλλως χαμένη . Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να δώσει με μεγαλύτερη έμφαση την άρνησή του απέναντι στους Αναμορφωτές . Ακόμη και μια πολιτεία που είναι καταδικασμένη να χαθεί δεν έχει κανένα λόγο να στρέφεται στους Αναμορφωτές . (μέρη από την ανάλυση του συγκεκριμένου ποιήματος προέρχονται από τον επίσημο δικτυακό τόπο του Κ.Π.Καβάφη)
Σαφώς ο Καβάφης προέρχεται από άλλη εποχή και αναφέρεται σε άλλες μορφές προβλημάτων, όμως ξαναλέω η ουσία και ο συμβολισμός των έργων του παραμένουν διαχρονικά και ουδόλως τυχαίως παραμένει επίκαιρος.
Κλείνω για να μην χαλάσω την έξαρση της ποιητικής ευαισθησίας , που έπιασε ξαφνικά όσους μας κυβερνούν, με ένα άλλο ποίημα του Καβάφη, χωρίς αποκομμένους στίχους, ελπίζοντας πως η προσπάθεια αυτή εκμετάλλευσης και διαστρέβλωσης να μην βρει καμιά υποστήριξη.
«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα
πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι –το σωστό– εις όλην την ζωή του.»
Κ. Καβάφης