Πέρσι, η μικρότερη κόρη μου, γυρίζοντας από το σχολείο μου είπε: «Βρίσκομαι σε μεγάλη αμηχανία. Μου εξήγησαν ότι όλοι έχουν καθήκον να ψηφίζουν. Εν τω μεταξύ, εσύ δεν ψηφίζεις. Εξήγησέ μου γιατί!»
Είχα, τότε, καλά επιχειρήματα, σήμερα είναι ακόμα καλύτερα.
Κάποτε οι πολιτικές ιδέες είχαν σημασία στα μάτια των πολιτών και καθόριζαν την εκλογική τους επιλογή. Υπήρχε τότε ένα πολύ ξεκάθαρο όριο ανάμεσα στην αριστερά και τη δεξιά, ανάμεσα στους προοδευτικούς και τους συντηρητικούς. Ήδη όμως από τότε φαινόταν καθαρά ότι οι κοινωνικές κατακτήσεις είχαν κερδηθεί πρώτα απ’ όλα στους δρόμους, με τις εξεγέρσεις, τις απεργίες ή τις μεγάλες λαϊκές διαδηλώσεις. Οι λαϊκοί ρήτορες και οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι σοσιαλιστές και «κομμουνιστές» απέδιδαν κατόπιν στον εαυτό τους τα εύσημα και επωφελούνταν για
να ασκούν την επιρροή τους στις μάζες. Χωρίς την αποφασιστικότητα των διεκδικητικών κινημάτων δεν θα υπήρχε ούτε μείωση του χρόνου εργασίας, ούτε πληρωμένες διακοπές, ούτε δικαιώματα περίθαλψης, επίδομα ανεργίας, προνόμια που οι πολυεθνικές μαφίες κατεδαφίζουν σήμερα, με τη βοήθεια των κυβερνήσεων της δεξιάς και της αριστεράς.
Πολύ σύντομα είδαμε το εργατικό κίνημα να γίνεται γραφειοκρατικό. Φάνηκε ότι τα κόμματα και τα συνδικάτα τα απασχολούσε περισσότερο η αύξηση της εξουσίας τους παρά η προστασία ενός προλεταριάτου που μέχρι τη δεκαετία του 1960 υπερασπιζόταν μια χαρά τον εαυτό του. Το κόκκινο έγινε ροζ και το ρόδο φυλλορρόησε. Καθώς ο σοσιαλδημοκρατικός ρεφορμισμός γινόταν καπνός, η απάτη του λεγόμενου «κομμουνιστικού» κινήματος κατέρρεε με τη διάλυση της σταλινικής αυτοκρατορίας, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο σε μια πραγματική αποικιοποίηση των μαζών. Η ανάδυση και η κυριαρχία μιας οικονομίας κατανάλωσης ήρθαν όντως στην κατάλληλη στιγμή να αντισταθμίσουν τα δυσάρεστα αποτελέσματα της απο-αποικιοποίησης που οι λαοί του τρίτου κόσμου είχαν αποσπάσει διά της βίας.
Ο μύθος της κοινωνίας της ευδαιμονίας, που προπαγανδίζει ο καταναλωτισμός και που καταγγέλθηκε απ’ το Μάη του ’68, αποσυντίθεται σήμερα και συνοδεύει στη χρεοκοπία του τον χρηματιστηριακό καπιταλισμό, που η κερδοσκοπική του φούσκα σκάει και αποκαλύπτει
γύρω μας το κενό που δημιούργησε το τρελό χρήμα, το χρήμα που χρησιμοποιείται για την αναπαραγωγή του σε κλειστό κύκλωμα (όχι χωρίς να γεμίζουν στο διάβα του οι τσέπες των μαφιόζων μπίζνεσμαν και των πολιτικών, που μόλις ξαναεκλεγούν θα συστήσουν λιτότητα).
Εν τω μεταξύ το σουπερμάρκετ έγινε το πρότυπο της δημοκρατίας: διαλέγουμε ελεύθερα οποιοδήποτε προϊόν, φτάνει να το πληρώνουμε βγαίνοντας. Το σημαντικό για την οικονομία και αυτούς που επωφελούνται είναι να μας κάνουν να καταναλώνουμε οτιδήποτε για να ανεβαίνει ο τζίρος. Μέσα στην πελατειακή πολιτική που μας μαστίζει σήμερα, οι ιδέες δεν έχουν περισσότερη αξία από ένα διαφημιστικό φυλλάδιο. Αυτό που μετράει για τον υποψήφιο είναι να μεγαλώσει την εκλογική του πελατεία, ώστε να πάνε οι δουλειές του καλύτερα για τα εγωιστικά του συμφέροντα.
Tι θα πει πραγματική δημοκρατία; Μια συνέλευση πολιτών διαλέγει αντιπροσώπους για να υπερασπιστούν τις διεκδικήσεις της, τους δίνει εντολή να την εκπροσωπούν και τους ζητάει να δώσουν λόγο για την επιτυχία ή την αποτυχία της αποστολής τους. Όμως, σε τι θα με κπροσωπούσαν αυτοί που:
–κλέβουν τον δημόσιο πλούτο,
–χρησιμοποιούν τους δασμούς και τους φόρους των μισθωτών και των μικροεπαγγελματιών για να ξελασπώσουν τις καταχρήσεις των μπάνγκστερ,
–διαχειρίζονται τα νοσοκομεία σαν κερδοσκοπικές επιχειρήσεις χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους ασθενείς,
–προωθούν τα σχολεία-στρατόπεδα και κατασκευάζουν φυλακές και κλειστά κέντρα αντί να πολλαπλασιάζουν τα μικρά σχολεία,
–υποστηρίζουν τις μαφίες των αγροτικών προϊόντων που εκτρέπουν τη διατροφή από τη φύση,
–καταστρέφουν τους τομείς προτεραιότητας (μεταλλουργία, υφαντουργία, κατοικία, ταχυδρομεία, μεταφορές, υαλουργία, εργοστάσια αγαθών χρήσιμων στην κοινωνία);
Απ’ την άκρα αριστερά ως την άκρα δεξιά, αυτό που προέχει είναι η αναζήτηση πελατείας, είναι η εξουσία, το ψέμα, η απάτη και τα φούμαρα. Είναι η περιφρόνηση του φουκαρά που ρίχνει στα χαμένα την εμπιστοσύνη του στην κάλπη χωρίς να σκέφτεται τη χολέρα της απογοήτευσης που, καθώς τον οδηγεί εξαγριωμένο στην τυφλή λύσσα, τον προετοιμάζει για τη βαρβαρότητα του «ο καθένας για πάρτη του» και του «όλοι εναντίον όλων».
Μα, θα πείτε, δεν είναι όλοι οι πολιτικοί διεφθαρμένοι, δεν ξοδεύουν όλοι το χρήμα του φορολογούμενου σε επαγγελματικά ταξίδια, σε έξοδα παραστάσεως, σε διάφορες καταχρήσεις. Μερικοί είναι έντιμοι και αφελείς. Σίγουρα, αλλά αυτοί δεν μένουνε καιρό στην αρένα.
Εν τω μεταξύ χρησιμοποιούνται για προπέτασμα από τους διψασμένους για εξουσία, τους άρρωστους για κυριαρχία, τους διαχειριστές της εκλογικής φάρσας, τους προαγωγούς ενός ίματζ που κοτσάρουν παντού χωρίς να φοβούνται τη γελοιοποίηση. Ας μην παρεξηγηθώ: αν και η κοινοβουλευτική δημοκρατία σαπίζει όρθια, δεν προτείνω ούτε να την εξαφανίσουμε ούτε να την ανεχθούμε σαν το μη χείρον. Δεν θέλω ούτε το «Βούλωσ’ το!» ούτε το «Μη σταματάς να μιλάς!». Θέλω να ξαναβρεί η πολιτική το αρχικό της νόημα: τέχνη της διακυβέρνησης της πολιτείας. Θέλω μια άμεση δημοκρατία που να πηγάζει όχι από δαρμένους, προδομένους πολίτες που λένε «καλά είμαι εδώ», αλλά από άνδρες και γυναίκες που νοιάζονται να προάγουν παντού την αλληλεγγύη και την πρόοδο του ανθρώπου.
Όταν τοπικές κοινότητες δρώντας συνολικά –στο πρότυπο των διεθνών ομοσπονδιών–
αποφασίσουν την αυτοδιαχείρισή τους και εξετάσουν:
–Με ποιο τρόπο θα προωθηθεί η δημιουργία μορφών δωρεάν ενέργειας προς χρήση όλων.
–Πώς θα ιδρυθεί ένας επενδυτικός συνεταιρισμός που θα χρηματοδοτήσει την οικοδόμησή της.
–Πώς θα τεθεί σε λειτουργία η συλλογική διαχείριση ενός επενδυτικού ταμείου συγκροτημένου με τέτοια χρηματοδοτική συμμετοχή που να καθιστά δυνατή την άρνηση των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων να καταβάλλουν τους δασμούς και τους φόρους που επιβάλλει το Κράτος-μπάνγκστερ.
–Πώς θα γενικευθεί η κατάληψη των εργοστασίων και η διαχείρισή τους από τους εργαζόμενους σε αυτά.
–Πώς θα οργανωθεί μια τοπική παραγωγή που θα προορίζεται για κατανάλωση από τις τοπικές και τις ομόσπονδες κοινότητες, ώστε να γλιτώσουμε από τις κομπίνες της αγοράς και να εξασφαλίσουμε σιγά σιγά τη δωρεάν διάθεση των αγαθών επιβίωσης, που καταργεί το χρήμα. (Μην πείτε πως είναι ουτοπία! Αυτό ακριβώς έκαναν το 1936 οι ελευθεριακές κοινότητες της Καταλονίας και της Αραγoνίας, πριν να τις συντρίψουν οι κομμουνιστές.)
–Πώς θα διαδοθεί η ιδέα και η πρακτική αυτού του δωρεάν που είναι το μόνο απόλυτο όπλο απέναντι στο εμπορευματικό σύστημα.
–Πώς θα ευνοηθεί η εξάπλωση των λεγόμενων βιολογικών αγροκτημάτων και η διείσδυσή τους μέσα στις πόλεις.
–Πώς θα πολλαπλασιαστούν μικρές σχολικές μονάδες γειτονιάς, απ’ όπου να έχουν εξοριστεί οι έννοιες του συναγωνισμού, του ανταγωνισμού και της αλληλοσφαγής. Ουτοπικό; Όχι. Στο Μεξικό, στο Σαν Κριστομπάλ, το Πανεπιστήμιο της Γης προτείνει μια δωρεάν εκπαίδευση στους πιο διαφορετικούς τομείς (συν τους παραδοσιακούς: εργαστήρια τσαγκαράδων, μηχανικών, ηλεκτρονικών, σιδηρουργίας, φυσικής καλλιέργειας, μαγειρικής, μουσικής, ζωγραφικής κτλ). Η μόνη απαιτούμενη ιδιότητα είναι η επιθυμία για μάθηση. Δεν υπάρχουν διπλώματα, αλλά ζητιέται από αυτούς «που ξέρουν» να μεταδίδουν δωρεάν και παντού τις γνώσεις τους.
–Πώς θα προικιστούν οι τοπικές κοινότητες με υγειονομικούς σταθμούς, όπου θα μπορεί να εξασφαλίζεται η βασική περίθαλψη με τη βοήθεια αγροτικών και συνοικιακών γιατρών.
–Πώς θα οργανωθεί ένα δίκτυο δωρεάν μεταφορών, που να μη μολύνει.
–Πώς θα τεθεί σε λειτουργία μια ενεργή αλληλεγγύη με στόχο τα παιδιά, τους γέροντες, τους αρρώστους και τους αναπήρους, τα άτομα με νοητικές δυσκολίες.
–Πώς θα φτιαχτούν εργαστήρια καλλιτεχνικής δημιουργίας ανοιχτά σε όλους.
–Πώς θα μετατραπούν τα σουπερμάρκετ σε αποθήκες, όπου τα προϊόντα, τερπνά και ωφέλιμα, θα ανταλλάσσονται με πράγματα ή με υπηρεσίες, με στόχο να εξαφανιστεί το χρήμα και η εξουσία.
Τότε θα ψηφίσω. Με πάθος!!!
Τίτλος πρωτότυπου: Pourquoi je ne vote pas
1η έκδοση: Siné Hebdo, τ. 80, 17/3/2010
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα: Bibliothèque des enfants perdus, Αθήνα 2010
(Μτφρ. natadipa)
Αναδημοσίευση από: http://classwar.espiv.net/?p=3022