Tag Archives: Φεμινισμοί – Ομοφοβία – Ανδροκρατία – Σεξισμός

Δέκα πράγματα που μπορείς να κάνεις ως αντίσταση στην κουλτούρα του βιασμού

rape

(Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε με τον τίτλο 10 Small Changes You Can Make To Help Avoid Another Steubenville από την Soraya Chemaly στο rolereboot.org –βρείτε το αρχικό κείμενο εδώ. Τη μετάφραση την έκανε ο φίλοςOxi Egw και τον ευχαριστούμε πολύ για τον κόπο και τον χρόνο του!)

—-

Δεν πάει άλλο. Ήρθε η ώρα να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να βάλουμε ένα τέλος στην κουλτούρα του βιασμού. Ορίστε μερικές προτάσεις.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι μαθαίνουν το τι συνέβη το περασμένο καλοκαίρι στο Steubenville του Οχάιο, πολιορκούμαι από μηνύματα και ερωτήσεις σχετικά με τα γεγονότα και με το πώς ήταν δυνατό κάτι τέτοιο να συμβεί.

Πάντοτε ισχυριζόμουν ότι αν θέλουμε να μειώσουμε τη συχνότητα παρόμοιων φαινομένων, θα πρέπει να επικεντρώθουμε σε ένα και μόνο πράγμα: στο πώς 50 παιδιά παρακολουθούσαν αμέτοχα την κακοποίηση και τον βιασμό αυτού του κοριτσιού, τραβώντας μάλιστα φωτογραφίες και κάνοντας αστειάκια. Στο πώς γονείς, προπονητές, διδακτικό προσωπικό, θρησκευτικοί ηγέτες και άλλοι, συμμετείχαν στη διεξαγωγή αυτού του εγκλήματος με το να αναπαράγουν παραδοσιακές αξίες και mainstream ιδέες. Αυτό είναι η κουλτούρα του βιασμού: η μεταχείριση ενός κοριτσιού ως ενός απο-ανθρωποποιημένου αντικειμένου, ως μιας κούκλας για σεξ, ο βιασμός του, η κακοποίηση του, ενόσω ο κόσμος κοιτάει, γελάει, αστειεύεται, τραβάει βίντεο και μετά φεύγει.

Οι πιο συχνές ερωτήσεις είναι Τι μπορούμε να κάνουμε; Πόσο νωρίς μπορούμε να αρχίσουμε να μαθαίνουμε στα παιδιά μας να μην κάνουν και να μην ανέχονται τέτοια πράγματα; Γνωρίζοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν εντρυφήσει στο φεμινισμό, ούτε ενδιαφέρονται για τις λεπτομέρειες των τρόπων με τους οποίους λειτουργεί η σεξουαλική βία, πώς επιβάλλει και διαιωνίζει την ανισότητα των φύλων, προσπάθησα να σκεφτώ και να μοιραστώ ορισμένες καθημερινές συνήθειες που μπορεί να αλλάξει όποιος και όποια ενδιαφέρεται ειλικρινώς, έτσι ώστε να καταπολεμηθεί αυτή η κουλτούρα:

1. Αν χρησιμοποιείς την έκφραση “έλα μωρέ, αγοράκια είναι”, σκέψου τον λόγο που το λες, και το τι σημαίνει. Και μετά ΣΤΑΜΑΤΑ. Ναι, τα αγόρια και τα κορίτσια είναι διαφορετικά, το πιάσαμε. Αλλά οποιαδήποτε δύο αγόρια είναι τόσο διαφορετικά το ένα απ’ το άλλο, όσο είναι και τα “αγόρια” από τα “κορίτσια.” Αυτή η έκφραση αποκαλύπτει ένα πλήθος πεποιθήσεων που σχετίζονται με την ουσιοκρατία του φύλου, του δυαδισμού, και των στερεοτύπων, πεποιθήσεων που βρίσκονται στη ρίζα κάθε ιεραρχίας βασισμένης στο φύλο, που καλλιεργούν ύπουλα τη βία και που υποβιβάζουν τα κορίτσια και τις γυναίκες στο αναπαραγωγικό τους δυναμικό. Χρησιμοποιείται συχνά για να δικαιολογήσει συμπεριφορές που είναι αγενείς, αλαζονικές και προνομιούχες στο πεδίο του φύλου.

2. Να κατανοήσεις και να μην υποτιμάς τα αποτελέσματα των στερεοτύπων και των μηνυμάτων των ΜΜΕ. Τα στερεότυπα είναι καταστροφικά, βλαβερά, και η εσωτερίκευση των στερεοτύπων είναι υπαρκτή. Να εξετάζεις τις ιδέες που αναπαράγεις, και ιδιαίτερα το τι αγοράζεις σε παιδιά (μουσική, ταινίες, βιβλία, παιχνίδια). Επίσης, οι λέξεις φυσικά και παίζουν ρόλο: όταν αποκαλείς τα κορίτσια “πριγκήπισσες” και τα αγόρια “παλικάρια,” για παράδειγμα, πόσα πράγματα αναπαράγεις, έστω χαϊδευτικά, που σχετίζονται με στερεότυπα για το φύλο, τη φυλή, την εθνικότητα, και ακόμα περισσότερα; Συγκεκριμένα, αν τα παιδιά σου είναι αγόρια, θα πρέπει να μελετήσεις σε βάθος το πώς κατασκευάζεται η αρρενωπότητα στις ΗΠΑ, και να σκεφτείς πολύ το τι επιθυμείς για τα παιδιά σου. Όποτε είναι δυνατόν, να αποδομείς τα μηνύματα των προϊόντων που καταναλώνουν τα παιδιά σου και να τους μιλάς ανοιχτά για το σεξισμό, το ρατσισμό και τη βία – είναι φαινόμενα αναπόφευκτα. Είναι σα τον αέρα που αναπνέουμε. Το ξέρω ότι πολλές απ’ τις ταινίες, τις σειρές και τα βιντεοπαιχνίδια που παίζουν τα παιδιά είναι πολύ διασκεδαστικά. Αν πρόκειται λοιπόν να καταναλώνουν τέτοια προϊόντα – επίσης αναπόφευκτο – δίδαξέ τα τρόπους να κατανοούν το τι καταναλώνουν.

3. Να αντιμάχεσαι την εξουσία, και ιδίως τις εξουσίες εκείνες των οποίων η πηγή είναι τα συστήματα που βασίζονται σε προκαθορισμένους αντρικούς και γυναικείους ρόλους. Κι αυτά επίσης είναι βασισμένα σε στερεότυπα και εκφράζονται με τρόπο σεξιστικό, είτε με ‘καλές προθέσεις’ είτε συγκαλυμένα. Ναι, εννοώ και τη θρησκεία. Οι θρησκευτικές οργανώσεις προσφέρουν την αίσθηση της κοινότητας, της προστασίας και μιας δομής όπου μπορεί να βασιστεί η ζωή. Ωστόσο, το κόστος είναι πολύ μεγάλο, ιδίως όταν μένουν ανεπεξέργαστες. Υπάρχει λόγος που οι λιγότερο βίαιοι, πιο ελευθεριακοί και πιο χαρούμενοι άνθρωποι εντοπίζονται σε κοσμικά κράτη.

4. Μην καλύπτεις τη σεξουαλική βία, μη τη θεωρείς αστεία, και μην αναπαράγεις μύθους σχετικά με το βιασμό που έχουν καταρριφθεί καιρό τώρα. Τα ανέκδοτα για το βιασμό δεν είναι αστεία, αλλά έχουμε μεγαλώσει γελώντας με αυτά. Και οι κωμικοί λένε αστεία που κάνουν τον κόσμο να γελάει.

5. Μη προσπαθήσεις να αποτρέψεις την κόρη σου απ’το να ‘γίνει ή να ντύνεται σαν πουτάνα’ και μην προτρέπεις το γιό σου να ‘γίνει γαμιάς’. Τα παιδιά κάνουν λάθη, πειραματίζονται με το ρουχισμό τους και φέρονται με τρόπους που πιστεύουν ότι είναι κοινωνικά καθαγιασμένοι και ότι ανταμείβονται. Οπότε αν το πώς ντύνεται η δεκάχρονη κόρη σου σε κάνει να νιώθεις άβολα, το πιθανότερο είναι πως δεν φταίει εκείνη – το μόνο που έκανε ήταν ότι ξύπνησε και είχε μυαλό και μάτια, και είδε ποιός θεωρεί η κοινωνία ότι είναι ο ρόλος των γυναικών, και τι ανταμοίβεται κοινωνικά. Αν δεν ντύνεται έτσι εκείνη, αλλά η κολλητή της, μη την αποκαλέσεις “πουτάνα”, αλλά μίλησε τους ίσως για τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά της κοινωνίας. Παρομοίως, το να νιώθεις περηφάνεια για το γιο σου που “αλωνίζει” ή να τον προτρέπεις να “γαμάει και να δέρνει” είναι εξίσου προβληματικό και αντικατοπτρίζει ένα πλήθος ιδεών σχετικά με το ποιό υποκείμενο πρέπει και έχει το δικαίωμα να είναι σεξουαλικό και επιθετικό, σε αντίθεση με το να είναι σέξυ και παθητικό.

6. Αν έχεις και αγόρια και κορίτσια, βάζε τα να κάνουν δουλειές του σπιτιού – ακριβώς τις ίδιες, ανεξαρτήτως φύλου. Ακούγεται χαζό, αλλά όταν τα παιδιά κάνουν σπιτική δουλειά μαθαίνουν την αξία της, καταλαβαίνουν τι είναι η άμισθη εργασία, η συναίσθηση τους αυξάνεται και μεγαλώνοντας τείνουν να γίνονται πιο ελευθεριακά. Είναι κάτι μικρό αλλά σημαντικό.

7. Δίδαξε τα αγόρια τη συναίσθηση μεταξύ των φύλων. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με τα αγόρια και τη συναίσθηση. Αν αυτό δεν είναι ήδη προφανές απο το τι συνέβη στο Steubenville, δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει προφανέστερο. Όλη η mainstream κουλτούρα είναι κατασκευασμένη έτσι ώστε α) να αφαιρεί απ’ τα αγόρια την ικανότητα να καταλαβαίνουν το τι σημαίνει να είσαι κορίτσι, και β) να τους λέει πως το να είσαι κορίτσι είναι κακό. Τα κορίτσια από την άλλη θα πρέπει να αναπτύξουν την συναίσθηση τους σε σχέση με τα αγόρια και τους άντρες με χίλιους δυό τρόπους. Αν είσαι γυναίκα, είναι μια ικανότητα άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιβίωσή σου.

8. Μίλα ανοιχτά για τα σώματα, τη συναίνεση, τα δικαιώματα και την αυτονομία. Η μικρή επανάσταση για τη συναίνεση πρέπει να μετατραπεί σε ΜΕΓΑΛΗ επανάσταση για τη συναίνεση. Μπορείς να το κάνεις αυτό με πολλούς τρόπους καθημερινά, ακόμα και προτού κάνεις κουβέντα για το σεξ στα παιδιά σου. Όταν θα έρθει η κατάλληλη στιγμή να μιλήσετε για το σεξ, η θεμελιώδης έννοια της συναίνεσης σχετικά με τα σώματα και τις επιθυμίες των άλλων ανθρώπων θα είναι πλέον δεδομένη. Καθώς τα παιδιά σου μεγαλώνουν, αν θες πραγματικά να αντιπαλέψεις τις πεποιθήσεις που οδήγησαν στην περίπτωση του Steubenville, φρόντισε το σχολείο που θα τα στείλεις να προσφέρει πλήρη σεξουαλική εκπαίδευση στους μαθητές και τις μαθήτριες του.

9. Μη δίνεις το ελεύθερο στο σχολείο να μεταδίδει προκαταλήψεις λόγω “παράδοσης” ή “ευγένειας”. Τα σχολεία είναι πολύ αποτελεσματικά στο να υπονομεύουν τις πεποιθήσεις σου σχετικά με τους ρόλους των φύλων, την ισότητα και τις ιεραρχίες, αν δεν τους ασκήσεις κριτική. Ακόμα και αν το σχολείο δεν αλλάξει, τα παιδιά σου θα σε δούν να μάχεσαι ενάντια σε ιδέες που τα μειώνουν και τα υπονομεύουν.

10. Διάλεξε τα αθλήματα των παιδιών σου προσεκτικά. Η κουλτούρα των σπορ στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ σημαντική. Το εθνικό μας σπορ, το football, αποθεώνει την ωμή δύναμη, την σωματική κυριαρχία, τη βία, και περιθωριοποιεί κυριολεκτικά τις γυναίκες (και πόσο μάλλον ΛΟΑΤ άτομα). Το αν θα μπορούσε να υπάρχει με άλλους όρους αποτελεί θέμα μιας τελείως διαφορετικής κουβέντας. Στο μεταξύ, υπάρχουν και άλλα αθλήματα. Αυτό που λέω δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές, αλλά τι διάολο, είμαι αντι-ρατσίστρια, ενάντια στην αποικιοκρατία, τον καπιταλισμό, άθεη φεμινίστρια και ο σκοπός μου είναι το τέλος της σεξουαλικής βίας, σε πόσο χειρότερη θέση θα μπορούσα να είμαι;

Όπως και ο βιασμός, έτσι και πολλά ζητήματα σε αυτή τη λίστα παραδοσιακά περιθωριοποιούνται ως “γυναικεία ζητήματα”. Έτσι, σαν τελική συμβουλή, αν νομίζεις ότι ορισμένα θέματα είναι αποκλειστικά “γυναικεία ζητήματα,” ξανασκέψου το. Υπάρχουν πολύ λίγα πράγματα – ίσως η τεχνολογία πίσω από τα ταμπόν – που είναι αποκλειστικά γυναικεία. Πέρα απ’ αυτό, και ιδίως όταν μιλάμε για το Κύριο Ζήτημα, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που ΔΕΝ είναι “γυναικείο ζήτημα”, συμπεριλαμβανομένης της οικονομίας, του πολέμου και του μιλιταρισμού, της κρατικής ασφάλειας, του φαινομένου του θερμοκηπίου, της άρνησης της επιστήμης και της αυθαιρεσία της εξουσίας σε κάθε της έκφανση. Η λίστα είναι κυριολεκτικά ατέλειωτη. Πολλά ζητήματα που παραδοσιακά χαρακτηρίζονταν “γυναικεία” – ζητήματα αναπαραγωγής, σεξουαλικής βίας, οικιακής βίας, παρενόχλησης σε δημόσιους χώρους κ.λπ. – μπορούν να ανατραπούν και να γίνουν κατανοητά ως “προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, στα οποία εμπλέκονται άντρες με εξουσία, η οποία μένει στο απυρόβλητο”.

Γενικά θα σε συμβούλευα να μη παραμένεις αδρανής σε μια ουδέτερη θέση. Δεν υπάρχει ουδέτερη θέση. Η ακινησία σε αυτό το περιβάλλον είναι χειρότερη απ’ το να τρέχεις προς τα πίσω. Χρειάζεται χρόνος και ενέργεια για να αλλάξει ο πολιτισμός. Μερικές φορές είναι εξουθενωτικό και αποκαρδιωτικό. Αλλά υπάρχει μια παθιασμένη κοινότητα που ολοένα και εξαπλώνεται και κάνει αυτή τη δουλειά με ενθουσιασμό, έχοντας σύμμαχό της την τεχνολογία. Είναι πολύ εύκολο να τη βρείς και μεγαλώνει μέρα με τη μέρα.

Όπως είπε με υπέροχο τρόπο η Laurie Penny την Τρίτη: Αυτή εδώ είναι η στιγμή. Αυτή είναι η δοκιμασία μας. Προτού πληγωθεί ακόμα μια γυναίκα, προτού περισσότεροι νεαροί βιαστές μπορούν να ισχυριστούν, με δάκρυα στα μάτια, ότι “δεν ήξεραν”, η ευθύνη ανήκει σε όλους και όλες μας – στους άντρες και τα αγόρια και όλους αυτούς και αυτές που τους αγαπάνε – να υψώσουμε το ανάστημα μας και να μετρήσουμε τις δυνάμεις μας.

Αναδημοσίευση από Καμένα Σουτιέν: http://kamenasoutien.com/2013/03/27/small-changes-you-can-make-at-home/

Ομοφοβία: γιατί μας αφορά

Μπάρμπαρα Σμιθ – Ομοφοβία: γιατί να το κάνουμε θέμα; (1983)1

Το 1977, η Κομπαχί Ρίβερ Κολέκτιβ, μια Βοστωνέζικη οργάνωση μαύρων φεμινιστριών της οποίας ήμουν μέλος, έγραψε τα εξής:
Η πλέον γενική δήλωση της πολιτικής μας στην παρούσα στιγμή θα ήταν το ότι είμαστε ενεργά αφοσιωμένες στην πάλη ενάντια στην φυλετική, έμφυλη, ετεροφυλοφιλική και ταξική καταπίεση και ότι θεωρούμε υποχρέωσή μας την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης ανάλυσης και πρακτικής που να βασίζεται στο γεγονός ότι τα μεγάλα συστήματα καταπίεσης είναι συνδεόμενα… Συχνά δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε τη φυλετική καταπίεση από την ταξική ή την έμφυλη, επειδή στη ζωή αυτές συνήθως βιώνονται ταυτόχρονα.2
Παρά τη λογική και τη διαύγεια της ανάλυσης μιας ομάδας γυναικών του Τρίτου Κόσμου σχετικά με την ταυτόχρονη βίωση διαφορετικών μορφών καταπίεσης, άνθρωποι όλων των χρωμάτων, συμπεριλαμβανομένων και προοδευτικών, φαίνονται να διστάζουν να κατανοήσουν αυτές τις βασικές αλήθειες· ειδικά όταν πρόκειται να κάνουν την ενεργή αντίσταση στην ομοφοβία κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Η ομοφοβία είναι συνήθως η μορφή καταπίεσης που θα αναφερθεί τελευταία, αυτή που θα λάβει σοβαρή αντιμετώπιση τελευταία, αυτή που θα εξαλειφθεί τελευταία. Ωστόσο πρόκειται για μια μορφή καταπίεσης εξαιρετικά σοβαρής και ενίοτε μοιραίας.
Για παράδειγμα, το βράδυ της 29ης Σεπτέμβρη του 1982, 20 με 30 αστυνομικοί της Νέας Υόρκης μπουκάρανε χωρίς προειδοποίηση στο Μπλουζ, ένα μπαρ στην Τάιμς Σκουέρ. Παρενοχλήσανε και δείρανε σοβαρά τους πελάτες, βανδαλίσανε τον χώρο, αδειάσανε το ταμείο και φύγανε χωρίς να κάνουν ούτε μία σύλληψη. Τι προκάλεσε μια τόσο κτηνώδη συμπεριφορά; Η απάντηση είναι απλή. Οι αστυνομικοί εμπνεύστηκαν από τρία αγαπημένα αξιώματα της κοινωνίας, τον ρατσισμό, τον ταξισμό και την ομοφοβία: η πελατεία του μπαρ αποτελείται από μαύρους/ες ομοφυλόφιλους/ες που ανήκουν στην εργατική τάξη. Όσο σπάγανε κεφάλια, οι αστυνομικοί ουρλιάζανε ρατσιστικά και ομοφοβικά επίθετα οικεία σε κάθε σχολιαρόπαιδο. Το μίσος των επιτιθέμενων τόσο για τις αδερφές όσο και για τους έγχρωμους, αντί να τους καταστήσει εξαίρεση, τους ενέταξε στην καρδιά της κυρίαρχης τάσης. Κι αν οι πράξεις τους ήταν πιο ακραίες από αυτές των περισσοτέρων, η συμπεριφορά τους σίγουρα δεν ήταν.
Το μπαρ Μπλουζ τυχαίνει να βρίσκεται ακριβώς απέναντι απ’ τα γραφεία των Νιού Γιορκ Τάιμς. Το λευκό, μεσοαστό, προφανώς ετεροφυλόφιλο προσωπικό της μεγαλύτερης εφημερίδας του έθνους συχνά-πυκνά τηλεφωνεί στην αστυνομία με παράπονα για το μπαρ. Όπως ήταν αναμενόμενο, καμία απ’ τις ημερήσιες εφημερίδες της Νέας Υόρκης, ούτε οι Τάιμς, δεν έκανε τον κόπο να αναφέρει το περιστατικό. Ένας συνασπισμός λευκών και προερχόμενων από τον Τρίτο Κόσμο λεσβιών και γκέι οργάνωσε μια μεγάλη διαμαρτυρία λίγο μετά την επίθεση. Τόσο οι μετριοπαθείς όσο και οι μαχητικές αντιρατσιστικές οργανώσεις έλαμψαν δια της απουσίας τους κι ακόμα να καταδικάσουν δημόσια ένα επαληθευμένο περιστατικό αστυνομικής βίας. Ο λόγος, δίχως άλλο, είναι ότι οι μαύροι που εμπλέκονταν δεν ήταν στρέιτ.
Διαπλέκοντας τους «-ισμούς»
Αυτό που συνέβη στο Μπλουζ απεικονίζει τέλεια τον τρόπο με τον οποίο οι μεγάλοι «ισμοί», ανάμεσα στους οποίους και η ομοφοβία, είναι στενά και βίαια συνδεδεμένοι. Σαν μαύρη γυναίκα, λεσβία, φεμινίστρια και ακτιβίστρια δεν μου είναι δύσκολο να δω πώς συνδέονται τα συστήματα καταπίεσης, κυρίως επειδή επηρεάζουν τη ζωή μου τόσο συχνά. Στα 1970 και 1980 οι πολιτικοποιημένες έγχρωμες λεσβίες ήταν οι πλέον οξυδερκείς αναφορικά με την ανάγκη κατανόησης των δεσμών μεταξύ των μορφών καταπίεσης. Επίσης, εναντιώθηκαν τη δόμηση ιεραρχιών και αμφισβήτησαν την εύκολη λύση του να επιλέγεις μια «κύρια μορφή καταπίεσης» και να υποβιβάζεις τις αντιφάσεις που προκαλούνται όποτε η φυλή, το φύλο, η τάξη και η σεξουαλική ταυτότητα αλληλεπιδρούν. Είναι ειρωνικό το ότι για τις δυνάμεις της δεξιάς το μίσος για τις λεσβίες και τους γκέι και το μίσος για τα έγχρωμα άτομα, τους Εβραίους και τις γυναίκες είναι αλληλένδετα.Εκείνοι συνδέουν τις μορφές καταπίεσης με τον πιο αρνητικό τρόπο και τα πιο φρικτά αποτελέσματα, ενώ οι υποτιθέμενοι προοδευτικοί, οι οποίοι αντιτίθενται στην καταπίεση σε όλα τα άλλα επίπεδα αρνούνται να αναγνωρίσουν την κοινωνικά αποδεκτή κακομεταχείριση των λεσβιών και των γκέι ανδρών σαν σημαντικό πρόβλημα. Η σιωπηλή τους αντίδραση είναι η εξής: «Ομοφοβία: γιατί να το κάνουμε θέμα;»
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους κάποια, κατά τ’ άλλα ευαίσθητα, άτομα διστάζουν να αντιμετωπίσουν την ομοφοβία τους και αυτή των άλλων. Ένας κύριος λόγος είναι το ότι οι άνθρωποι γενικά απειλούνται από θέματα σεξουαλικότητας· για κάποιους η ύπαρξη και μόνο των ομοφυλόφιλων θέτει τη δική τους σεξουαλικότητα/ετεροφυλοφιλία υπό αμφισβήτηση. Σε αντίθεση με άλλες καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες, οι ομοφυλόφιλοι/ες δεν αποτελούν μια ομάδα της οποίας η ταυτότητα είναι ξεκάθαρη από γεννησιμιού τους. Μέσα από την αυτοαποκάλυψη μπορεί κάποιος/α να αποκτήσει αυτή την ταυτότητα σε οποιαδήποτε φάση της ζωής του/της. Ένας τρόπος για να προστατέψει κάποιος/α τα ετεροφυλοφιλικά του/της πειστήρια και προνόμια είναι το να ταπεινώνει λεσβίες και γκέι όπου κι αν τους βρίσκει, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα όσο το δυνατό πιο μεγάλο χάσμα ανάμεσα στο «εμείς» και το «εκείνοι».
Υπάρχουν αρκετές παρανοήσεις και συμπεριφορές τις οποίες βρίσκω εξαιρετικά καταστροφικές εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο απομονώνουν τις ανησυχίες των λεσβιών και των γκέι:
  1. Η καταπίεση των λεσβιών και των γκέι δεν είναι τόσο σοβαρή όσο άλλες μορφές καταπίεσης. Δεν είναι ζήτημα πολιτικό αλλά ιδιωτικό. Οι ολέθριες συνέπειες που έχει στη ζωή κάποιου/ας το να χάσει δουλειά, παιδιά, φίλους και οικογένεια, το ηθικό τίμημα του να ζει σε διαρκές καθεστώς φόβου μην τον/την πάρουν χαμπάρι τα λάθος άτομα (κάτι που διαπνέει τις ζωές όλων των λεσβιών και όλων των γκέι, ανεξάρτητα απ’ το αν έχουν αυτοαποκαλυφθεί ή αν παραμένουν στη ντουλάπα), καθώς και η σωματική βία που υφίστανται οι γκέι και τις λεσβίες, ή ακόμα και οι θάνατοί τους στα χέρια ομοφοβικών· όλα αυτά μπορούν, σύμφωνα τον παραπάνω μύθο, να αγνοηθούν τελείως.
  2. «Γκέι» πάει να πει λευκοί γκέι άντρες με παχυλά εισοδήματα, τελεία και παύλα. Το να αντιλαμβανόμαστε έτσι τα γκέι άτομα μας επιτρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι κάποιες από μας είναι γυναίκες και έγχρωμες και προερχόμενες απ’ την εργατική τάξη και φτωχές και ανάπηρες καιηλικιωμένες. Το στενόμυαλο σκεπτικό που θέλει τα γκέι άτομα να είναι λευκοί μεσοαστοί άντρες, δηλαδή ακριβώς αυτό που τα συστημικά μέσα θέλουν να πιστεύει ο κόσμος, υπονομεύει την συνειδητοποίηση της αλληλεπικάλυψης των ζητημάτων και των ταυτοτήτων. Παρ’ όλα αυτά, είναι απαραίτητο, όταν συνδέουμε την ομοφοβία με άλλες μορφές καταπίεσης, να μην πέφτουμε θύματα του διαστρεβλωμένου σκεπτικού που θέλει τον λόγο για τον οποίο παίρνουμε την ομοφοβία στα σοβαρά να είναι το ότι επηρεάζει κάποιες κοινωνικές ομάδες οι οποίες καταπιέζονται «πραγματικά», π.χ. έγχρωμοι/ες, γυναίκες, άτομα με αναπηρίες. Η ομοφοβία είναι από μόνη της μια πραγματική μορφή καταπίεσης και σ’ ένα ετεροσεξιστικό σύστημα όλοι οι μη-ετεροφυλόφιλοι θεωρούνται «διεστραμμένοι» και καταπιέζονται.
  3. Η ομοφυλοφιλία είναι πρόβλημα, ή ακόμα και αρρώστια, των λευκών. Αυτή η αντίληψη είναι αρκετά διαδεδομένη στα έγχρωμα άτομα. Άνθρωποι που αντιτίθενται μαχητικά στον ρατσισμό σε όλες του τις εκφάνσεις ακόμα αντιμετωπίζουν τη γυναικεία και αντρική ομοφυλοφιλία με γελάκια ή, ακόμα χειρότερα, με περιφρόνηση. Οι έγχρωμοι/ες ομοφοβικοί/ες δεν καταπιέζουν μόνο τους/τις λευκούς/ές, αλλά και μέλη των ίδιων των ομάδων τους – τουλάχιστο ένα δέκα τοις εκατό των ομάδων τους.
  4. Οι εκφράσεις της ομοφοβίας είναι θεμιτές και αποδεκτές σε περιβάλλοντα όπου άλλες μορφές φραστικής μισαλλοδοξίας θα απαγορεύονταν. Ταπεινωτικά σχόλια και αστεία για «λεσβίες» και «πούστηδες» εκφέρονται δίχως την παραμικρή κατάκριση σε κύκλους όπου αστεία για «αράπηδες» και «κιτρινιάριδες», για παράδειγμα, θα προκαλούσαν την άμεση επίπληξη ή ακόμα και τον αποκλεισμό του αστειευόμενου. Ένα βράδυ μπροστά στην τηλεόραση είναι ενδεικτικό του πόσο αποδεκτές είναι οι δημόσιες εκφράσεις της ομοφοβίας.
    Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν και να αλλάξουν νοοτροπίες και συμπεριφορές που είναι τόσο βαθιά ριζωμένες; Σίγουρα ο γκέι και λεσβιακός/φεμινιστικός ακτιβισμός έχει, απ’ τα τέλη του 60, σημαντικές κατακτήσεις τόσο στη δημόσια σφαίρα όσο και στην συνειδητοποίηση των ατόμων. Αυτά τα κινήματα έχουν παίξει έναν σημαντικό εκπαιδευτικό ρόλο, αλλά σχεδόν καθόλου δεν έχουν επηρεάσει το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Προγράμματα που να επικεντρώνονται με θετικό τρόπο σε θέματα έμφυλης ταυτότητας, σεξουαλικότητας και σεξισμού είναι ακόμα σπάνια, ειδικά στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ωστόσο, τα σχολεία είναι πραγματικά καζάνια ομοφοβίας, κάτι που καταμαρτυρείται τόσο από τα γκραφίτι στις τουαλέτες και τα ταπεινωτικά σχόλια που ακούγονται στον προαύλιο, όσο κι απ’ την ετεροσεξιστική προσέγγιση των περισσότερων κειμένων και την απόλυση δασκάλων αποκλειστικά και μόνο επειδή δεν είναι ετεροφυλόφιλοι/ες.
Στο παρόν πολιτικό κλίμα τα σχολεία βρίσκονται διαρκώς υπό εχθρικά διακείμενη εξονυχιστική εξέταση από καλά οργανωμένες συντηρητικές δυνάμεις. Χρειάζεται πολύ κουράγιο για να κλονίσει κάποιος τις αρνητικές στάσεις των παιδιών σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι ομοφυλόφιλος/η, γυναίκα, από τον Τρίτο Κόσμο, κλπ. Αλλά αυτές οι στάσεις πρέπει να κλονιστούν αν είναι να σταματήσει κάποτε η αυτονόητη ομοφοβία που διαποτίζει την κοινωνία. Έχω συνειδητοποιήσει τόσο από τη διδασκαλία μου στο σχολείο όσο και από τις επαφές μου με το ευρύ κοινό, ότι η σύνδεση διαφορετικών μορφών καταπίεσης αποτελεί την τέλεια εισαγωγή σε θέματα λεσβιακής και γκέι ταυτότητας και ομοφοβίας, μιας και δίνει στον κόσμο ένα πλαίσιο αναφοράς. Ιδιαίτερα όταν έχουν ήδη γίνει προσπάθειες στο σχολείο να διδαχτούν τα παιδιά τι πάει να πει ρατσισμός και σεξισμός. Είναι ανακριβές και στρατηγικά λάθος να παρουσιάζεται όλο το υλικό για τους ομοφυλόφιλους σαν να ήταν όλοι λευκοί άντρες. Ευτυχώς έχουμε στη διάθεσή μας υλικό, που ολοένα αυξάνεται, γραμμένο κυρίως από φεμινίστριες του Τρίτου Κόσμου, και το οποίο προσφέρει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη διασταύρωση διαφορετικών ταυτοτήτων και θεμάτων.
Ίσως κάποιοι/ες αναγνώστες/αναγνώστριες ακόμα να αναρωτιούνται: «Ομοφοβία: γιατί να το κάνουμε θέμα;» Ένας λόγος είναι το ότι ένα δέκα τοις εκατό των μαθητών σας θα γίνουν ή ήδη είναι λεσβίες και γκέι. Το ίδιο κι ένα δέκα τοις εκατό των συναδέλφων σας. Η ομοφοβία μπορεί να είναι η τελευταία απ’ τις μορφές καταπίεσης που θα εξαλειφθεί· αλλά θα εξαλειφθεί. Και θα εξαλειφθεί πολύ πιο γρήγορα αν άνθρωποι που αντιτίθενται σε κάθε μορφή υποταγής συνασπιστούν για να τα καταφέρουν.
1 Barbara Smith. 1983. Homophobia: why bring it up? Interracial Books for Children Bulletin 7–8. Μεταφρασμένο από την ανατύπωση στο: Abelove, H, MA Barale, D Halperin (επ.). 1993. The Lesbian and Gay Studies Reader. Λονδίνο και ΝέαΥόρκη: Routledge, σελ. 99-102
2 The Combahee River Collective. 1982. A Black Feminist Statement. Στο All the Women are White, all the Blacks are Men, But Some of Us are Brave: Black Women’s studies, επ. GT Hull, P Bell Scott, B Smith. Νέα Υόρκη: The Feminist Press, σελ. 13, 16.

ΑΣ ΕΠΑΝΑΚΤΗΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ

της Μαριάννας Χούσου 
Σε καιρούς κρίσης σαν την δική μας, μακροχρόνιας, κοινωνικής, ανθρωπολογικής και οικονομικής, τα γεγονότα, μέσα από τον διαθλαστικό καθρέφτη του θεάματος, γίνονται “δράμα”, εικόνα, “ποστ” για να καταλήξουν σε σύντομο, ακόμη και για τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα, χρονικό διάστημα στο σωρό της υπερπληροφόρησης. Η βία κατά των γυναικών, δεν είναι καινούριο φαινόμενο, έχει ιστορία χρόνων. Δεν είναι επίσης ασύνηθες φαινόμενο. Αντίθετα οι στατιστικές είναι αμείλικτες, ακόμη και για τον “πολιτισμένο” δυτικό μας κόσμο. Η ελληνική κοινωνία, κλειστή και συντηρητική, στην πλειοψηφία της αδιάφορη για τα ζητήματα του φεμινισμού, του σεξισμού και της ομοφοβίας, συνήθισε να αποδέχεται αυτού του τύπου την βία ως “φυσική”, και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων να την αποσιωπά και να την αποκρύπτει.
Η πλειοψηφία των πολιτών, αδύναμη να σκεφτεί και να εμβαθύνει, αρκετά τρομαγμένη για να αμφισβητήσει, συνηθίζει την βία, από όπου και αν προέρχεται. Έτσι, με εξαίρεση ορισμένες και μόνο περιπτώσεις, των οποίων οι ιδιαιτερότητές τους και ίσως η αγριότητα τους προκάλεσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, στην πλειοψηφία τους αγνοούνται ή περνάνε στα ψιλά της ενημέρωσης. Άλλωστε, και όταν δημοσιοποιούνται, η συζήτηση ποτέ ή σε ελάχιστες περιπτώσεις δεν στρέφεται γύρω από το γεγονός καθεαυτό και την κουλτούρα η οποία το συντηρεί και το αναπαράγει. Στόχος σε καμία περίπτωση δεν είναι να αναλυθεί το φαινόμενο, αλλά να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες της τηλεθέασης, η οποία διαπνεόμενη από τον πατριαρχικό λόγο θα συγκινήσει, θα τρομάξει και εν τέλει θα εξαγνίσει. Πολλές φορές μάλιστα, και αυτό το είδαμε πρόσφατα, η υπεράσπιση ή η κακοποίηση του γυναικείου σώματος, γίνεται με όρους “ανδρικής τιμής”, με την έννοια ότι ο άνδρας οφείλει ως άνδρας να υπερασπίζεται το σώμα της αδερφής/συζύγου/ερωμένης όταν νιώθει ότι κάποιος άλλος “άνδρας” το απειλεί. Η γυναίκα, ως μη κάτοχος του σώματός της (το οποίο δεν μπορεί να υπερασπιστεί και το οποίο ούτως ή άλλως προορίζεται για την ικανοποίηση του άνδρα) είναι το θύμα.
Όσον αφορά την πολιτική αντιμετώπιση των περιπτώσεων, (πέρα από τον χυδαίο λαϊκισμό των ρατσιστικών/ομοφοβικών/μισάνθρωπων ομάδων τις οποίες δεν αξίζει καν να αναφέρουμε), ακόμη και στον ονομαζόμενο προοδευτικό χώρο, αυτού του τύπου τα ζητήματα, πάντα αντιμετωπίζονται ως δευτερεύοντα, και κινητοποιήσεις όπως αυτή ενάντια στην διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών ή ενάντια στις επιθέσεις στα lgbt άτομα βρίσκουν λίγους υποστηρικτές.
Όμως οι ελληνίδες και οι μετανάστριες γυναίκες αυτού του τόπου ξέρουν πολύ καλά ποια είναι η έκταση και η ένταση αυτών των φαινομένων. Τα σεξιστικά σχόλια, η σεξουαλική παρενόχληση στο δρόμο, στην δουλειά, στο σπίτι είναι κομμάτι της καθημερινότητας τους, ενώ ο φόβος διαπερνά πολλές από τις κινήσεις τους. Η βία, μέσα και έξω από το σπίτι είναι για τις περισσότερες από αυτές οικεία και όλες έχουν μια ιστορία να διηγηθούν. Η νύχτα είναι για τις γυναίκες ακόμη απρόσιτη και φαντάζει απειλητική. Ωστόσο αυτή, η κοινή γνώση, δεν έχει μετουσιωθεί σε κοινή δράση, περά από λίγες περιπτώσεις.. Η απουσία πιθανότατα ενός ισχυρού και οργανωμένου φεμινιστικού κινήματος ως εμπειρία και η αδυναμία κατανόησης του ότι η συλλογική και οργανωμένη δράση μπορεί να καταπολεμήσει την βία κατά των γυναικών, δεν δίνουν περιθώρια για κάτι τέτοιο.
Μία από αυτές τις πρωτοβουλίες, και με το σύνθημα Σπάμε την Σιωπή, η πρωτοβουλία ενάντια στην ομοφοβία Ξάνθης, κάλεσε σε πορεία και εκδήλωση το Σάββατο 9 Μάρτη. Την πορεία στήριξαν και συμμετείχαν γυναικείες οργανώσεις και πολιτικές συλλογικότητες από όλη την Ελλάδα πραγματοποιώντας στην Ξάνθη μια μεγάλη, για τα δεδομένα της πόλης διαδήλωση. H διαδήλωση, στην οποία συμμετείχαν έως και 1000 άτομα, και η κατάμεστη αίθουσα του πολυτεχνείου στην συζήτηση το απόγευμα, κατάφεραν, έστω και για λίγο, να σπάσουν την γενικευμένη “μη ορατότητα” της βίας κατά των γυναικών. Η τοπική κοινωνία, όπως και κάθε άλλη κοινωνία, θεώρησε πιθανότατα ότι έκανε το χρέος της, αφού δαιμονοποίησε και “απέβαλλε” το τέρας. Έγινε όμως γνωστό και ακούστηκε δυνατά, ότι η κουλτούρα του βιασμού και γενικότερα της βίας κατά των γυναικών, είναι βαθιά ριζωμένη στις μικρές και πιο μεγάλες πόλεις μας, και δεν “ξορκίζεται” με γιουχαΐσματα. Χρειάζεται ένας βαθύτερος, ριζικός μετασχηματισμός, ο οποίος θα αποβάλλει πατριαρχικές, ομοφοβικές μισογύνικες και ρατσιστικές λογικές και θα μας δώσει πίσω τις νύχτες μας.
Αναδημοσίευση από: http://efimeridadrasi.blogspot.gr/2013/03/9.html

Βιασμοί γυναικών, χαλαρά, δεν τρέχει τίποτα…

stupromontalto

 

…εδώ οι άντρες πλένουνε τα πιάτα

15χρονη στην Ηλεία βιάστηκε από τον φίλο της και τον κολλητό του φίλου της σε αποθήκη καφετέριας που διατηρεί ο δεύτερος. Έτρεξε τίποτα;

31χρονος βίαζε γυναίκες στα βόρεια προάστια, έτρεξε τίποτα;

63χρονος στην Καβάλα βίαζε την 9χρονη εγγονή του, έτρεξε τίποτα;

Με τους ξυλοδαρμούς και τις δολοφονίες γυναικών τον τελευταίο μήνα, έτρεξε τίποτα;

Τρέχει γενικώς τίποτα;

Όχι, τρέχει το απολύτως τίποτα. Γιατί τούτη η κοινωνία, η ελληνική κοινωνία, είναι αρκετά εξοικειωμένη με τους βιασμούς των θυγατέρων της. Τις τσάκισε κατά χιλιάδες στην πορνεία. Τις παράτησε στο έλεος των νταβατζήδων. Τις έριξε βορά σε αδηφάγους πορνοπελάτες. Τις έκανε εσώκλειστες δούλες στα νοικοκυριά. Τις αντάμειψε με μίσος και οργή γιατί σήκωσαν κεφάλι στον σύζυγο ή τον εραστή. Τις εκδικήθηκε γιατί έγιναν ανεξάρτητες από την τσέπη του αντρός και του πατρός. Τις έκανε ομαδικό διεγερτικό σε βιντεάκια- τσόντες, γιατί στην τελική “όλες πουτάνες είναι”.

Υπερασπίζεται σθεναρά τους βιαστές της τούτη η κοινωνία. Όπως τότε στην Αμάρυνθο. Αθώωσε πανηγυρικά τα καθίκια που βίασαν ομαδικά τη συμμαθήτριά τους. Εκδίωξε τη μάγισσα από το κωλοχώρι τους. Την εκδικήθηκε φορτώνοντάς της κατηγορίες περί συκοφαντίας, ώστε να μάθουν μια και καλή τα υπόλοιπα “αλλογενή” κοριτσόπουλα ότι ο τόπος δε σηκώνει τις καταγγελίες τους.

Προστατεύει με θαλπωρή τους βιαστές της τούτη η κοινωνία. Επικροτούσε τους νταήδες υπαλλήλους όταν την έπεφταν στις καθαρίστριες των εργολαβικών εταιρειών, ενώ άφησε τα καθάρματα που οργάνωσαν την επίθεση στην Κούνεβα να κυκλοφορούν ελεύθερα. Διαπόμπευσε πουτάνες ως “υγειονομική βόμβα”, δημοσίευσε τις φωτογραφίες τους, τις έσυρε στα δικαστήρια και τις φυλακές. Τράβηξε μόνο, λιγουλάκι, το αυτάκι στους πελάτες για να μάθουν να φοράνε προφυλακτικό.

Βέβαια, ετούτη η κοινωνία επιδεικνύει τεράστια εγρήγορση στους αλλόθρησκους βιαστές. Τον Αύγουστο στην Πάρο μας άφησε κληρονομιά έναν δολοφονημένο από φασίστες μετανάστη στην Ομόνοια. Και τον Δεκέμβρη στην Ξάνθη μας άφησε την υπόμνηση (για το μέλλον…) ότι το πογκρόμ στις μουσουλμανικές συνοικίες τις πόλης ήταν ήδη στα σκαριά από τον ελληνορθόδοξο όχλο μέχρις ότου μας προκύψει τελικά μανάβης.

Μην παραλείψουμε πως τούτη η κοινωνία έχει λόγο, έχει μιλιά, για τους βιασμούς που συμβαίνουν αλλού. Και να σου οι αναλύσεις για τους βιασμούς στην Ινδία. Και να σου τα άρθρα στον Τύπο για τα αίτια και τις κοινωνικές συνθήκες που ευνοούν τον βιασμό (εκεί, μην μπερδευόμαστε). Αλλά για τούτη την κοινωνία οι αλλόθρησκοι είναι πολιτιστικά καθυστερημένοι. Δεν είχαν εργατικό κίνημα, δεν είχαν γυναικείο κίνημα, δεν είχαν τμήμα σπουδών φύλου και ισότητας, δεν είχαν τεχνολογική πρόοδο, όπως οι μεγαλύτερες δημοκρατίες του κόσμου σαν την πάρτη μας! Και τώρα, που οι κοινωνίες μας έγιναν πολυεθνικές, γρηγορείτε απανταχού ορθόδοξα, καθολικά, προτεσταντικά αρσενικά αγγελούδια ενάντια στα αλλόθρησκα σεξουαλικά κτήνη!

Έτσι λοιπόν τα κανόνισε τούτη η κοινωνία. Αλλά ποια είναι στην τελική αυτή η κοινωνία; Και τι ακριβώς συνέβη στις γυναίκες της;

Η κοινωνία εν ελλάδι είναι η ιστορία της και οι τρόποι που δόμησε τις σχέσεις της και τις πρακτικές της. Και οι πρακτικές της σε ότι αφορά τη βία ενάντια στις γυναίκες έχουν το δικό τους ειδικό βάρος στη φυσιογνωμία της. Είναι η επί εικοσαετίας και βάλε λεηλασία χιλιάδων γυναικείων σωμάτων στη βιομηχανία του σεξ που έφτιαξε μια νέα αρσενική συμπεριφορά απέναντι σε όλες τις γυναίκες. Είναι οι 1.000.000 άντρες που επιδόθηκαν σε ασκήσεις σεξουαλικής κυριαρχίας πάνω σε γυναίκες που μετατράπηκαν με τη βία σε πόρνες. Είναι οι σύζυγοι, οι πατεράδες, οι αδελφοί, οι συνάδελφοι, οι συμφοιτητές που εκτόνωσαν τον τσαμπουκά και τόνωσαν την αλαζονεία τους μέσα στα μπουρδέλα και τα στριπτιτζάδικα. Είναι το δίκιο τους ως πελατών που ξέφυγε από τα όρια της πορνικής γεωγραφίας, ξεχύθηκε στην καθημερινότητα, από τους τόπους εργασίας μέχρι τις κρεβατοκάμαρες. Είναι αυτό που θα ‘πρεπε τόσα χρόνια να δούμε και κάναμε πως δε βλέπαμε: ότι το πώς οι άντρες βλέπουν και μεταχειρίζονται τις πουτάνες δείχνει το πώς βλέπουν και θέλουν να μεταχειρίζονται όλες τις γυναίκες.

Και συνεχίζουμε. Είναι οι μαφιόζικες επιχειρήσεις που γιγαντώθηκαν στην Ελλάδα υποστηριζόμενες από ένα πλήθος “πολιτών” που προηγουμένως δεν είχε σχέση με τέτοιου είδους δραστηριότητες. Είναι η μαφιοζοποίηση της κοινωνίας που είχε στον πυρήνα της και την υποβάθμιση της γυναικείας ύπαρξης, είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι πολλοί άντρες αλλά και πολλές γυναίκες συμμετείχαν, στήριξαν, καρπώθηκαν οικονομικά οφέλη από τους μαζικούς βιασμούς γυναικών στη βιομηχανία του σεξ και τη βιομηχανία των οικιακών βοηθών.

Είναι επιπλέον, η ευρύτατη αποδοχή της βίας μέσα στην οικογένεια. Είναι η ατιμωρησία που περιβάλλει στις περισσότερες περιπτώσεις τους πατεράδες, τους συζύγους, τους συγγενείς που απλώνουν τα ξερά τους στις γυναίκες, μια ατιμωρησία που θρέφεται από την τάση αποφυγής της “ντροπής” και των ανισορροπιών μέσα στην οικογενειακή εστία αλλά και από την περιφρόνηση και τον στιγματισμό που επιφυλάσσει ο κοινωνικός περίγυρος.

Είναι επίσης η καθημερινή και σε μαζική κλίμακα εκπαίδευση της αρσενικής σεξουαλικότητας μέσα από την ιντερνετική πορνογραφία η οποία αναπαράγει την εικόνα των γυναικών ως σεξουαλικών αντικειμένων.

Είναι ακόμη και το ότι ένα μεγάλο κομμάτι του αρσενικού πληθυσμού δεν έχει χωνέψει ότι οι γυναίκες μπορούν να μην τους υπηρετούν, μπορούν να τους ξεπερνούν. Ότι μπορούν να τα φέρουν βόλτα δίχως εκείνους, να φέρουν λεφτά στο σπίτι δίχως εκείνους, να μεγαλώνουν παιδιά δίχως εκείνους, να βγαίνουν έξω δίχως εκείνους, να τη βγάζουν γενικώς δίχως εκείνους, να είναι πιο πετυχημένες από εκείνους.

Ψάχνουμε και για άλλες εξηγήσεις; Υπάρχουν και είναι ακόμη βαθύτερες. Είναι το γεγονός ότι η βίαιη υποτίμηση και πορνοποίηση τεράστιων πληθυσμών γυναικών σε άλλα σημεία του πλανήτη αντιμετωπίστηκε και με ευθύνη διάφορων- ακαδημαϊκών και μη- φεμινιστικών κύκλων μέσα από τα κυάλια της πρωτοκοσμικής ανωτερότητας. Ως αποτέλεσμα ενός είδους “πολιτισμικής καθυστέρησης” των κοινωνιών της ανατολικής ευρώπης, της ασίας, της αφρικής. Αυτό το χονδροειδές ιδεολόγημα που στηρίζεται σε ιδέες ότι π.χ. γυναικεία κινήματα υπήρχαν μόνο στη Δύση ή μόνον εκεί ήταν αρκετά προχωρημένα., έχτισε την ακλόνητη πίστη ότι οι κοινωνίες μας έχουν οριστικά απαλλαγεί από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης με όρους δουλείας και οριστικά ξεμπερδέψει με την υποτέλεια των γυναικών. Με λίγα λόγια, το ουσιώδες, ότι η υποτίμηση των γυναικών σε άλλα μέρη του πλανήτη ήταν κομμάτι της επίθεσης του κεφαλαίου συνολικά στην εργατική τάξη και μάλιστα προϋπόθεση για την υποτίμησή της, καθώς οι γυναίκες σχετίζονται άμεσα με την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, κουκουλώθηκε κάτω από τις μεταμοντέρνες προφητείες ότι ο καπιταλισμός γενικώς στα μέρη μας τελείωσε.

Κι εκεί που ο καπιταλισμός στα μέρη μας ήταν στα πρόθυρα του θανάτου (έπρεπε να ξεσπάσει η κρίση για να μας υπενθυμίσει τη δύναμή του), κοντέψαμε να ξεχάσουμε ότι οι γυναίκες και εδώ και παντού στον πλανήτη αντιμετωπίζονται από το κεφάλαιο ως πηγή υπεραξίας. Ότι είναι η ίδια η λογική του κεφαλαίου που στις γυναίκες βλέπει εκείνη την ειδική πτυχή της εργατικής τους δύναμης, την ικανότητα να τεκνοποιούν και την ικανότητα να παρέχουν σεξουαλική απόλαυση (μια ικανότητα που ως εμπόρευμα πουλάει στις κοινωνίες μας), και από τις οποίες όσο δεν μπορεί να αυτονομηθεί τόσο με λύσσα παλεύει για να επιβάλλει τον έλεγχο, την πειθάρχηση, την υποτίμησή τους. Και ότι η βία του κεφαλαίου είναι το μαχαίρι που κόβει και το νήμα που ράβει τον καμβά στις σχέσεις των δύο φύλων. Κι όσο η υποτίμηση της εργατικής δύναμης θα καλπάζει στις μέρες μας, τόσο η βία κατά των γυναικών θα αυξάνεται. Κοντέψαμε με άλλα λόγια να ξεχάσουμε ότι η βία ενάντια στις γυναίκες είναι συστατικό και γενέθλιο στοιχείο του καπιταλισμού.

Εκεί όπου “οι άντρες δεν πλένουνε τα πιάτα”

Η εφημερίδα Αυγή θέλησε να μας διαφωτίσει για τα αίτια της σεξουαλικής βίας στην Ινδία. Αναδημοσίευσε άρθρο της Washington Post με θέμα “Γιατί η Ινδία αντιμετωπίζει πρόβλημα με τη σεξουαλική βία” όπου και παρατίθενται μια σειρά από σχετικούς παράγοντες. Μιας και οι συντάκτριες δεν μπήκαν στον κόπο να κάνουν κάποιο σχολιασμό ή συσχετισμό με τα εν ελλάδι αίτια, πράγμα που γεννάει υποψίες περί πρωτοκοσμικού ρατσισμού, είπαμε να επιστρατεύσουμε το εν λόγω άρθρο της 17/01/2013 ως όχημα για να κάνουμε τις απαραίτητες συγκρίσεις με τα του τόπου μας. Απαριθμεί λοιπόν το άρθρο τους εξής γενεσιουργούς παράγοντες της σεξουαλικής βίας στην Ινδία (με πλάγια ο δικός μας σχολιασμός):

1. Λίγες γυναίκες αστυνομικοί: Μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες επιλέγουν να καταγγείλουν μία σεξουαλική επίθεση αν γυναίκες αστυνομικοί είναι διαθέσιμες. Η Ινδία είχε ανέκαθεν πολύ χαμηλότερο ποσοστό γυναικών αστυνομικών αξιωματούχων σε σχέση με τις άλλες ασιατικές χώρες. Όταν τελικά οι γυναίκες υποβάλλουν καταγγελίες σε άνδρες αστυνομικούς, τις περισσότερες φορές υφίστανται εξευτελισμό.

Στην Ελλάδα, η αστυνομία ελέγχει το μεγαλύτερο ποσοστό των μπουρδέλων και εμπλέκεται στον έλεγχο και την κερδοφορία ενός τεράστιου μεριδίου της πορνικής αγοράς. Κατά συνέπεια, τα αστυνομικά τμήματα στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να είναι ο ιδανικότατος τόπος καταγγελίας βιασμών. Επίσης οι έλληνες μπάτσοι, πιθανόν εξαιτίας της αυξημένης ποσόστωσης γυναικών αστυνομικών, είναι κάπως πιο εκλεπτυσμένοι. Παρακάμπτουν τον εξευτελισμό ρωτώντας επίμονα τους συγγενείς μπας και η βιασθείσα είναι μυθομανής.

2. Κοινωνικός ρατσισμός σε βάρος των γυναικών- κατηγορούν το θύμα για προκλητική συμπεριφορά: Είναι κυρίαρχη η αντίληψη σύμφωνα με την οποία τα θύματα της σεξουαλικής βίας την προκάλεσαν μόνα τους. Το 1996, σε μία έρευνα, σχεδόν το 68% των ερωτηθέντων είπαν ότι το προκλητικό ντύσιμο είναι πρόσκληση για βιασμό.

Ενώ εδώ ε; Έγινε ποτέ αναφορά στο προκλητικό ντύσιμο; Ανακρίθηκε ποτέ καμιά γυναίκα για το τι φόραγε την ημέρα του βιασμού; Ρωτήθηκε ποτέ αν αντιστάθηκε μέχρι θανάτου στο βιαστή της; Ποτέ! Ποτέ! Ποτέ! Δε γίνονται τέτοια πράγματα εδώ! Οι εντιμότατοι δικαστές και οι εισαγγελείς μας ειδικά είναι προσεκτικοί σ’ αυτό.

3. Αποδοχή της ενδοοικογενειακής βίας: Μια έρευνα της UNICEF που έγινε το 2012 έδειξε ότι περίπου το 57% των αγοριών και το 53% των κοριτσιών στην Ινδία θεωρούν ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι δικαιολογημένη και “φυσιολογική”.

Έρευνα στην Ελλάδα που έγινε το 2010 έβγαλε ότι το 70% των γυναικών υπέστη ψυχολογική βία και το 23% σωματική επίθεση από τους ίδιους τους συζύγους τους. Υψηλό είναι και το ποσοστό των κοριτσιών αλλά και των αγοριών που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από κάποιον συγγενή τους (πατέρα, θείο, παππού). Κάποιοι μάλιστα μιλάνε και για πρωτεία της χώρας πανευρωπαϊκώς. Εντελώς αφύσικη η ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα, όπως καταλαβαίνετε.

4. Έλλειψη δημόσιας ασφάλειας: Οι γυναίκες γενικώς δεν προστατεύονται έξω από τα σπίτια τους. Ο ομαδικός βιασμός συνέβη σε ένα λεωφορείο και ακόμη και οι αρχές παραδέχονται ότι οι δημόσιοι χώροι μπορεί να είναι επικίνδυνοι για τις γυναίκες (…) Οι γυναίκες που πίνουν, καπνίζουν ή πηγαίνουν σε μπαρ αντιμετωπίζονται ευρέως ως ελευθερίων ηθών και τα φυλετικά συμβούλια στα χωριά κατηγορούν τις γυναίκες που μιλούν σε κινητά τηλέφωνα ή πηγαίνουν στην αγορά ότι ευθύνονται για την αύξηση των ποσοστών των σεξουαλικών επιθέσεων.

Στην Ελλάδα δεν έχουμε κανένα σχετικό πρόβλημα μιας και οι δημόσιοι χώροι έχουν τιγκάρει στους μπάτσους. Επίσης οι γυναίκες που και εδώ πίνουν, καπνίζουν και κάνουν γενικώς ελευθέρια πράγματα κινδυνεύουν μόνο όταν γυρίσουν πίσω στο σπίτι από τους άντρες τους (βλέπε πάλι σημείο 3). Τέλος, τα λεωφορεία είναι προς το παρόν ασφαλή για τις γυναίκες (το πολύ να πέφτει κανά χούφτωμα). Χώρια που στα λεωφορεία υπάρχει άλλος πιο προσφιλής στόχος: οι μετανάστες.

5. Στιγματίζοντας το θύμα: Όταν λεκτική παρενόχληση ή παρενόχληση με θωπείες συμβαίνει σε δημόσιους χώρους, οι περαστικοί συχνά κοιτούν από την άλλη πλευρά αντί να παρέμβουν για να αποφύγουν τη φασαρία, αλλά και γιατί τις περισσότερες φορές κατηγορούν το θύμα. Ο γιος του προέδρου της Ινδίας επίσης πρόσφατα απολογήθηκε γιατί αποκάλεσε τις γυναίκες που διαδήλωναν εναντίον των ομαδικών βιασμών στην Ινδία “προκλητικές και υπερβολικά βαμμένες” γυναίκες, οι οποίες συχνάζουν σε ντίσκο και διαδηλώσεις.

Ααα, εδώ η χώρα μας είναι πολύ πιο μπροστά. Στην Αμάρυνθο, όχι μόνο αδιαφόρησαν αλλά τράβηξαν και βίντεο τον βιασμό, για να υπάρχει και ντοκουμέντο, κι έπειτα το κυκλοφόρησαν στους ντόπιους που, προφανώς λόγω του αποτροπιασμού τους, φρόντισαν να το εξαφανίσουν πριν τη δίκη. Αξιοσημείωτη είναι και η στάση απέναντι στις “ελευθερίων ηθών” τουρίστριες που έρχονται στα νησιά, υπερβολικά βαμμένες και προκλητικές, τρελαίνουν τους κανακάρηδές μας που τι να κάνουν κι αυτοί, δεν μπορούν να συγκρατηθούν…Γι’ αυτό και παρεμβαίνουν μαμάδες, μπαμπάδες, συγγενείς και δικαστές για να πουν ότι όχι, δε συμβαίνουν βιασμοί, συμβαίνει ότι οι τουρίστριες παριστάνουν τις βιασμένες για να εισπράξουν ασφάλιστρο από τις χώρες τους.

6. Προτρέποντας τα θύματα σε συμβιβασμό: Σε μία πρόσφατη υπόθεση βιασμού, ένα 17χρονο κορίτσι, θύμα ομαδικού βιασμού, αυτοκτόνησε εξαιτίας της πίεσης που δέχτηκε από αστυνομικούς να αποσύρει τις καταγγελίες και να παντρευτεί έναν εκ των βιαστών της.

Στην Ελλάδα δε χρειάζεται να ωθήσουν τις γυναίκες να παντρευτούν τους βιαστές τους, αφού με τους βιαστές είναι ήδη παντρεμένες (βλ. σημείο 3). Ούτε και πιέσεις χρειάζεται να ασκηθούν για απόσυρση των καταγγελιών μιας και η πλειονότητα των υποθέσεων ούτε καν φτάνει στο σημείο αυτό.

7. Ένα αργοκίνητο δικαστικό σύστημα: Το δικαστικό σύστημα στην Ινδία είναι επώδυνα αργό, τις περισσότερες φορές εξαιτίας της αριθμητικής ανεπάρκειας των δικαστών.

Από επάρκεια δικαστών στην Ελλάδα πάμε καλά, όλα κι όλα. Δε θέλουμε άλλους! Τώρα για το αργοκίνητο του πράγματος, η παράδοση λέει ότι είναι οι βιαστές που επιδιώκουν αναβολές της δίκης και φυσικά τις πετυχαίνουν. Ε! Τι να σου κάνει μετά το δικαστικό σύστημα στην Ελλάδα; Γίνεται κι αυτό “τριτοκοσμικό”…

8. Λίγες καταδίκες: Για τους βιασμούς που τελικά καταγγέλλονται, οι καταδίκες στην Ινδία δεν ξεπερνούν το 26%.

Στην Ελλάδα οι στατιστικές για τους βιασμούς είναι “πολυτέλεια”. Ωστόσο κατόπιν πρόχειρης έρευνας π.χ. στη Βρετανία οι καταδίκες αγγίζουν το ποσοστό του 7,5%. Στην Ελλάδα δεδομένου ότι έχουμε ένα ποσοστό καταγγελθέντων βιασμών της τάξης του 6% μπορούμε να υποθέσουμε για τα ποσοστά που κινούνται οι καταδίκες. Μηδέν κόμμα πόσο το κόβετε να είναι;

9. Κοινωνικά υποτελής θέση των γυναικών: Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ίδια η υποτελής κοινωνική θέση των γυναικών στην Ινδία. Για τις φτωχές οικογένειες, η υποχρέωση να πληρώσουν το προικοσύμφωνο μπορεί να μετατρέψει τις κόρες σε βάρος.

Στη χώρα μας ως γνωστόν οι γάμοι γίνονται από αγνό έρωτα και μόνον. Οι δε κόρες των φτωχών οικογενειών δε σκέφτονταν τα προικοσύμφωνα γιατί μπορούσαν άνετα να κάνουν καριέρα ακόμη και στο Πανεπιστήμιο. Ήρθε όμως η τρόικα και τα ΄κανε όλα μαντάρα!

Βάψτα βουβά και μαύρα

protest rape India

Από τις συγκεντρώσεις- διαδηλώσεις στο Δελχί της Ινδίας ενάντια στους βιασμούς, Γενάρης 2013. Το πλακάτ γράφει: η κοινωνία εκπαιδεύει “να μη βιαστείς” αντί “να μη βιάζεις”.

Στην κοντινή μας Ξάνθη δεν είχαμε την τιμή να δούμε ανάλογες εικόνες. Ο όχλος που μαζεύτηκε μόνο και μόνο επειδή ο βιασμός της 34χρονης συνοδεύτηκε από δολοφονία, δεν σκέφτηκε να έχει έστω ένα παρόμοιο πλακάτ. Συγκεντρώθηκε ωστόσο έξω από τα δικαστήρια για να απειλήσει τον συντοπίτη δράστη που χρόνια τον ανεχόταν τόσο με το βεβαρυμένο παρελθόν του (απόπειρα βιασμού απ’ όπου τη σκαπούλαρε) όσο και με το μαγαζάκι του “μ’ ανέβεις στην κρίση”. Να μην παραλείψουμε επίσης ότι οι ξανθιώτες χρήστες του facebook κινητοποιήθηκαν άμεσα και εύστοχα ενάντια στον βιασμό, τραντάζοντας συθέμελα το ντόπιο πατριαρχικό οικοδόμημα: έβαψαν μαύρα τα προφίλ τους.

Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 33 του περιοδικού Antifa (3/2013). Θα το βρείτε σε βιβλιοπωλεία και περίπτερα των Εξαρχείων και σε αυτοδιαχειριζόμενους
κοινωνικούς χώρους. Για ταχυδρομική αποστολή του τρέχοντος ή παλαιότερων τευχών 
στείλτε mail στο antifascripta@yahoo.com

Αναδημοσίευση από: http://classwar.espiv.net/?p=3885

Ο φεμινισμός που δεν λέει το όνομά του

 

της Ντίνας Δασκαλοπούλου

«Οι γυναίκες προχωρούν στο μέτρο που φοβούνται. Στο σημείο διάρθρωσης μεταξύ της Παράβασης και της Αμφισβήτησής της εμφανίζεται ο φόβος, αλλά και η πρόκληση της υπέρβασής του», Χρυσή Ιγγλέζη «Πρόσωπα γυναικών, προσωπεία της συνείδησης».

Μητέρες στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης, γιαγιάδες που πολεμάνε ΜΑΤατζήδες, γυναίκες που τραγουδάνε έξω από την Ασφάλεια, μαθήτριες που κατσαδιάζουν υπουργούς. Πώς τα μέχρι χθες καλά κορίτσια της Χαλκιδικής βρέθηκαν στην πρωτοπορία του μαχητικότερου και ανθεκτικότερου κινήματος στην εποχή των Μνημονίων;

Ξέρω πως πολλοί από εσάς θα κλωτσήσετε ήδη από τον τίτλο. Τί δουλειά έχει ο φεμινισμός σ’ έναν πάνδημο αγώνα ανδρών και γυναικών ενάντια στην εξόρυξη χρυσού, μια πολυεθνική και τον ντόπιο συνεργάτη της, την τρόικα εσωτερικού και την τρόικα εξωτερικού; Κι όμως έχει: ως εργαλείο για να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε ποιος είναι ο ρόλος των γυναικών σε μια μικρή κοινωνία και για το πώς η ενεργός συμμετοχή σ’ ένα κίνημα μπορεί να αλλάξει τη ζωή τους.

Η Ιερισσός βρίσκεται στο τρίτο πόδι της Χαλκιδικής. Έγινε το επίκεντρο αυτής της μάχης γιατί είναι κεφαλοχώρι, σχεδόν ημιαστική. Ένα χωριό που είχε πάντα χρήματα κι ακόμα και τώρα δεν έχει ζήσει την κρίση – τουλάχιστον όχι όπως την βιώνουμε στις μεγάλες πόλεις. Η περιοχή ονομάζεται και «προ του Όρους»: είναι η είσοδος ενός κράτους εν κράτει, ενός άβατου για τις γυναίκες.

Η γειτνίαση με το Άγιο Όρος επηρεάζει όλες τις πλευρές της ζωής των κατοίκων: τα αγόρια ανεβαίνουν στο Όρος με τους πατεράδες τους, όχι μόνο για να μιλήσουν με τον πνευματικό τους, αλλά και για να εργαστούν. Ξυλοκόποι, χτίστες, μαραγκοί – όσοι μπορούν να συνεργαστούν με τη μοναστική κοινότητα απολαμβάνουν μέρος των προνομίων που της έχει παραχωρήσει το ελληνικό κράτος.

Η σχέση είναι βαθιά και δομική: τα μικρά αγόρια εκπαιδεύονται σε σχέση με τις γυναίκες, την έννοια του ανδρισμού και της οικογένειας από καλογέρους. «Και δεν είναι μόνο αυτό» , μου λέει ο Θ.Κ., γέννημα – θρέμμα Χαλκιδικιώτης που ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο για να επιστρέψει στη γενέτειρά του στα 40 του. «Υπάρχει μια φράση που λέγαν οι καλογέροι: ευλογημένη Ιερισσός, καταραμένο Όρος. Έβγαιναν εδώ, είχαν ερωμένες, πολλοί έφτιαχναν οικογένειες. Επίσης, πολλές φαμίλιες έστελναν τα κορίτσια τους να κάνουν ‘ευλογία’, να είναι υπηρέτριες δηλαδή (για κάθε χρήση) σε κάποιον καλόγερο. Ή μπορεί να πήγαινε και η σύζυγος για ένα διάστημα. Ο έλεγχος του μυαλού των ανθρώπων ήταν τεράστιος».

Όλα αυτά άλλαξαν μετά τη δεκαετία του ’80, παρ’ όλα αυτά η χερσόνησος του Άθω -εμφανώς λιγότερο τουριστικά ανεπτυγμένη κι απομονωμένη γεωγραφικά- παρέμενε βαθύτατα συντηρητική. Όχι μόνο ως προς τη δομή της μικροκοινωνίας της, αλλά και ως προς τις πολιτικές επιλογές της. Η σχέση με την εκκλησία άρρηκτη και βαθιά και η θέση των γυναικών δεδομένη. Με μικρές αλλαγές βεβαίως: οι 30άρες τού σήμερα δεν μοιάζουν με τις μητέρες τους, αλλά μέχρι πρόσφατα δεν διέφεραν και πάρα πολύ.

«Τι σχέση έχω εγώ με τη μάνα μου; Καμία». Και οι δέκα γυναίκες που έχουν σήμερα μαζευτεί για να κουβεντιάσουμε πώς το κίνημα άλλαξε τη ζωή τους στην αρχή δυσκολεύονται να δουν τη θέση τους, το κοινωνικό τους φύλο και το πώς κατασκευάστηκε. Μόνο όταν στο τραπέζι πέφτει το ερώτημα «πόσων χρόνων είναι το παιδί σου», το ερώτημα αποκτά νόημα. Οι 9 στις 10 έγιναν μητέρες στα 20-23 τους. «Τώρα το συνειδητοποιώ», λέει η Κατερίνα. «Όντως μας έστελναν να σπουδάσουμε, μας έλεγαν να μην εξαρτιόμαστε οικονομικά. Όμως ο διακαής τους πόθος ήταν να παντρευτούμε και να κάνουμε παιδιά. Κι εμείς, σαν καλά κορίτσια, σπουδάσαμε, γυρίσαμε πίσω, παντρευτήκαμε, δουλεύαμε, φροντίζαμε το σπίτι και κάναμε και παιδιά. Δηλαδή, τα πάντα όλα».

Όταν ξεκινήσαμε αυτή την κουβέντα μεταξύ γυναικών που βρέθηκαν στις ίδιες μάχες από άλλη θέση (εκείνες ως αγωνίστριες κι εγώ ως ρεπόρτερ) και που δεν έχει καμία επιστημονική αξίωση, αλλά θέλει να λειτουργήσει ως πολαρόιντ, το πρώτο πράγμα που ανέφεραν όλες τους ήταν η εξωτερική τους εμφάνιση. «Δεν είμαστε γυναίκες πια, κοίτα χάλια», έλεγαν η μια μετά την άλλη, ενώ έδειχναν στις υπόλοιπες αξύριστα πόδια, άβαφα νύχια και ρίζες στα μαλλιά. Όσο η κουβέντα προχωρούσε όμως, τόσο περισσότερο μιλούσαν όλες τους για μιαν «άλλη γυναίκα».

«Όταν μου είπαν ότι δεν πρέπει να βάφομαι στις κινητοποιήσεις, σοκαρίστηκα. Είχα συνηθίσει να βγαίνω από το σπίτι μου πάντα περιποιημένη. Δεν έπρεπε να βάζω καν ενυδατική!» λέει η Άννα. «Δεν ξέραμε τι είναι τα χημικά, γι’ αυτό την πρώτη φορά που μας έριξαν τρέχαμε καταπάνω στο σύννεφο. Νομίζαμε ότι οι κρότου – λάμψης είναι σφαίρες», συμπληρώνει η Κατερίνα. Οι γυναίκες έζησαν για πρώτη φορά καταστολή πέρσι μετά την παρέλαση της 25ης Μαρτίου. Τότε, με τα τακουνάκια τους, τα σκουλαρικάκια τους και τα καλοχτενισμένα τους μαλλιά βρέθηκαν να κυνηγιούνται από ΜΑΤατζήδες επί ώρες μες στο δάσος. Πολλές τραυματίστηκαν και κάμποσες βρέθηκαν κατηγορούμενες . Έτσι οργάνωσαν «επίδειξη… τάπεργουέαρ»: έδειξαν το μααλόξ, πώς το αραιώνουμε με νερό, πώς το ψεκάζουμε. Σήμερα καμιά τους δεν πηγαίνει σε κινητοποίηση χωρίς μάσκα, κάμποσες δε έχουν και κράνος.

«Τότε άρχισα να γίνομαι μια άλλη γυναίκα», λέει η Λένα. «Όταν παλιότερα στην Ολυμπιάδα τα ΜΑΤ έκαναν πόλεμο με τους κατοίκους, εμείς χαιρόμασταν που τα ξενοδοχεία της Ουρανούπολης έχουν δουλειά και τα βράδια τα πίναμε μαζί τους στα μπαρ». Κι η Γιούλη επιβεβαιώνει: “Μέχρι να ζήσουμε στο πετσί μας τι σημαίνει καταστολή, έβλεπα επεισόδια στην Αθήνα από την τηλεόραση κι έλεγα ‘καλά τα κάνουν και τα δέρνουν τα κωλόπαιδα που καταστρέφουν την πλατεία Συντάγματος’. Τόσο στην κοσμάρα μου».

Τώρα πια, όποιος μιλάει για τον αγώνα της Χαλκιδικής, οι πρώτες εικόνες που θα φέρει στο μυαλό του έχουν πρωταγωνίστριες γυναίκες: μητέρες στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης, γιαγιάδες που κατσαδιάζουν ΜΑΤατζήδες ενώ πέφτουν δακρυγόνα, γυναίκες που τραγουδάνε έξω από την Ασφάλεια. Πώς αυτά τα καλά κορίτσια βρέθηκαν στην πρωτοπορία του μαχητικότερου και ανθεκτικότερου κινήματος στην εποχή των Μνημονίων; «Αυθόρμητα μου βγήκε, ένιωθα ότι απειλείται η ζωή των παιδιών μου», λέει η Μελαχρινή. «Δεν νομίζω ότι πονάω περισσότερο για τα παιδιά μας από τον άντρα μου, άλλωστε κι εκείνος είναι στην πρώτη γραμμή», λέει η Λόλα. «Απλώς εμείς είμαστε πιο ψύχραιμες με τους μπάτσους και μπαίνουμε μπροστά για να μην γίνουν επεισόδια. Και στο συντονιστικό είμαστε πιο οργανωτικές».

Αυτή η «άλλη γυναίκα», η οποία έρχεται και ξανάρχεται στην κουβέντα μας, γεννήθηκε μέσα από αλλεπάλληλα σοκ. «Άλλαξε εντελώς ο τρόπος που σκεφτόμαστε», λέει η Άννα. «Πριν λέγαμε ‘αστυνομία= προστασία’, ‘δικαστής = δικαιοσύνη’, ‘τηλεόραση = αλήθεια’. Έπρεπε να ζήσουμε όλα αυτά τα γεγονότα για να καταλάβουμε πως τόσα χρόνια ζούσαμε σε μια εικονική πραγματικότητα». Κι η Βάσω δίπλα της συμπληρώνει: «Βλέπαμε ρομαντικές ταινίες και κλαίγαμε. Τώρα έχουμε γίνει πιο σκληρές, πιο ανθεκτικές. Ούτε που αντέχω να δω ρομάντζο. Το μόνο πρόβλημα είναι πως παραπονιούνται τα παιδιά μας, δεν τους αφιερώνουμε χρόνο όπως παλιά. Το κράτος τούς έκλεψε την παιδικότητά τους κι εμείς τους στερούμε τις μανάδες τους».

«Εγώ δεν νιώθω καμιά τύψη. Μπορεί να μην πλένουμε, να μην σιδερώνουμε, να μην μαγειρεύουμε και να αφήνουμε τα παιδιά άλουστα, αλλά δεν θα τρώνε κουτόχορτο βλέποντας Mega, δεν θα είναι βόδια όπως ήμασταν εμείς», λέει η Μελαχρινή. «Είχα να δω τον γιό μου 4 μέρες. Τον έφερε ο άντρας μου έξω από τα δικαστήρια στον Πολύγυρο για να τον δω κλεφτά κρατώντας την ντουντούκα», αφηγείται η Λόλα. «Το παιδάκι περνούσε μέσα από διμοιρίες. ‘Τι μάνα είμαι’, αναρωτήθηκα. Και μετά λέω ‘μια χαρά είμαι, γι’ αυτόν αγωνίζομαι’».

Και οι σύζυγοί τους; Πως αντέδρασαν σε όλα αυτά; Ο καθείς με τον τρόπο του: άλλος γκρίνιαξε, άλλος διαμαρτυρήθηκε εντόνως, άλλος ήταν τόσο απορροφημένος στον αγώνα που δεν κατάλαβε την αλλαγή, άλλος χάρηκε που βρήκε τη συμπολεμίστριά του. «Στην αρχή τους κανακεύαμε για να πάμε στο συντονιστικό. Πάλι θα φύγεις; Όλο αυτό ρωτάγανε», λένε οι γυναίκες, ενώ η καθεμιά ξετυλίγει… την προσωπική της μέθοδο καλοπιάσματος. Τώρα όλοι έχουν προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα ζωή: οι άντρες τους μοιράζονται αυτονόητα τις δουλειές του σπιτιού, οι γιαγιάδες έχουν κινητοποιηθεί, το χωριό οργανώνει ομαδικά μπέιμπι σίτινγκ, μαγειρεύει συλλογικά όταν υπάρχουν κινητοποιήσεις και παλεύει σύσσωμο όταν εμφανίζονται τα ΜΑΤ.

«Όταν τελειώσει ο αγώνας, φοβόμαστε ότι τα χωριά μας θα γεμίσουν διαζύγια», λένε τα κορίτσια. «Δεν μπορώ να φανταστώ ότι του χρόνου τέτοιες μέρες, αν έχουμε κερδίσει, εγώ θα γυρίσω σπίτι και θα κάνω τις δουλειές του Πάσχα», λέει η Λόλα. «Αν δεν είχαμε τα δικά μας, θα ήθελα να είμαι στην Μανωλάδα. Που όταν έσκασε το 2008 ούτε που είχα καταλάβει τι συμβαίνει». «Τώρα έχουν σταματήσει τα ‘που πας’, ‘τί ώρα θα γυρίσεις’, ‘με ποιον είσαι’. Κι όταν ζήσεις έτσι ελεύθερα, δεν γυρίζεις πίσω», συμπληρώνει η Βάσω. «Υπάρχει κι ένας άλλος παράγοντας», λέει η Μελαχρινή. «Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος για προσωπική ζωή. Αυτός ο αγώνας μάς αλλάζει όλους, κι εμάς και τους άντρες μας. Όταν γυρίσουμε στα σπίτια μας, θα γνωριστούμε ξανά».

Η μάχη του χρυσού είναι η πρώτη θερμή σύρραξη του ταξικού πολέμου που η τρόικα εσωτερικού υπό τις εντολές της τρόικας εξωτερικού εξαπέλυσε εναντίον μας. Όπως σε κάθε πόλεμο, οι ζωές των γυναικών αλλάζουν. Το στοίχημα (όχι μόνο το δικό τους, ολόκληρης της μικροκοινωνίας τους) είναι μπροστά τους ανοιχτό: Θα καταφέρουν να εμπεδώσουν αυτές τις ριζοσπαστικές αλλαγές όταν η συνθήκη έκτακτης ανάγκης δεν θα υφίσταται πια; Πριν από αυτό όμως υπάρχει κι ένα άλλο στοίχημα κι αυτό μας αφορά όλες και όλους: η μάχη της Χαλκιδικής αργά ή γρήγορα θα λήξει. Θα την κερδίσει η δημοκρατία ή η κρατική βία; Τα ανθρώπινα δικαιώματα ή η καταστολή; Οι άνθρωποι ή οι εταιρείες; Τα κινήματα ή οι εργολάβοι; Μην βιαστείτε να απαντήσετε. Μέρες σαν κι αυτή προσφέρονται για ρητορική. Όπως έλεγε κι ο παππούς Ένγκελς όμως, «ένα γραμμάριο δράσης αξίζει ένα τόνο θεωρίας».

* Η Ντίνα Δασκαλοπούλου είναι ρεπόρτερ στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Από τον Φεβρουάριο με συνεχείς αποστολές καλύπτει τα γεγονότα της Χαλκιδικής.

* Η Κατερίνα Σεϊτανίδου είναι φωτογράφος και ζει στην Ιερισσό.

φωτογραφίες: Κατερίνα Σεϊτανίδου**

 Αναδημοσίευση από: http://www.fylosykis.gr/2013/05/%CE%BF-%CF%86%CE%B5%CE%BC%CE%B9%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%B4%CE%B5%CE%BD-%CE%BB%CE%AD%CE%B5%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AC-%CF%84%CE%BF%CF%85/

ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΣ

Posted by ek-fyles

Κανένα φύλο… ή πολλά!

Το φεμινιστικό κίνημα των δεκαετιών ’60 και ’70 είχε ως κύρια επιδίωξη να αναγνωριστεί το υποκείμενο «γυναίκα» που ως τότε είχε αγνοηθεί και καταδικαστεί σε ανυπαρξία, διεκδικώντας πολιτικό λόγο για τις γυναίκες. Μέσω των πολιτικών ζυμώσεων, όμως, που γίνονταν στο εσωτερικό των κινημάτων, τα οποία απαρτίζονταν από γυναίκες διαφορετικής προέλευσης, προέκυψαν εύλογα ερωτήματα: «Ποιο είναι το οικουμενικό στοιχείο που συνδέει όλες τις γυναίκες;», δηλαδή «Τι είναι αυτό που κάνει γυναίκες τις γυναίκες;». Προκειμένου να απαντήσει σ’ αυτά τα ερωτήματα, η θεωρία αρχικά καταπιάστηκε με τη διάκριση του φύλου σε βιολογικό (sex) και κοινωνικό (gender). Ως βιολογικό φύλο θεωρήθηκε εκείνο με το οποίο κάποια γεννιέται ως γυναίκα, ενώ ως κοινωνικό, εκείνο μέσω του οποίου κατασκευάζεται κοινωνικά ως γυναίκα.

Η διάκριση αυτή αντιτέθηκε στην πατριαρχική αντίληψη που τοποθετούσε το φύλο και τα παρεπόμενά του στο χώρο του «φυσικού»: Το κοινωνικό φύλο καταδείχτηκε ως προϊόν ανθρώπινης, πολιτισμικής δημιουργίας, ως κατασκεύασμα που επιδέχεται μετατροπές και συνεπώς ως αντικείμενο διερεύνησης στη σφαίρα του πολιτικού.

Το πρόβλημα μιας τέτοιας θεώρησης ήταν ότι η «φύση» του φύλου, που σύμφωνα με την παραπάνω διάκριση δεν είχε επίδραση στην κοινωνική μοίρα του ατόμου, τοποθετήθηκε εκτός της σφαίρας του πολιτικού. Έτσι, η «φύση» του φύλου θεωρήθηκε προϋπάρχουσα του υποκειμένου, της κοινωνίας και του πολιτισμού.

Ωστόσο, η θεωρία για τα φύλα προσανατολίστηκε στην κατεύθυνση της αμφισβήτησης της «αντικειμενικότητας» των θετικών επιστημών, με έρευνες στο πεδίο της βιολογίας βάσει μιας κονστρουκτιβιστικής θεώρησης του φύλου και με την ανάλυση των κοινωνικών διαδικασιών εμφυλοποίησης: το φύλο απογυμνώθηκε από κάθε απτή οντολογική ουσία.

Στο πεδίο της βιολογίας, που ως τότε αντιμετώπιζε τα φύλα ως δύο αντιθετικές κατηγορίες που αλληλοαποκλείονται (ό,τι δεν είναι το ένα, είναι το άλλο), ένα ρεύμα ερευνών αναγνώρισε πως το χρωμόσωμα, οι αδένες και οι ορμόνες κατασκευάζουν ένα συνεχές που όμως δεν έχει μόνο δύο άκρα (το ένα ή το άλλο φύλο), αλλά και άπειρες διαβαθμίσεις. Έτσι, ένας οργανισμός μπορεί να έχει το ΧΥ χρωμόσωμα (που σύμφωνα με την καθεστηκυία βιολογία τον τοποθετείστην κατηγορία «άνδρας») αλλά να έχει παράλληλα περισσότερες από τις λεγόμενες «θηλυκές» ορμόνες.

Την κονστρουκτιβιστική οπτική πάνω στο φύλο ενίσχυσαν και ανθρωπολογικές έρευνες, που μελέτησαν τις ποικίλες σημασίες με τις οποίες είναι επενδυμένα τα σώματα και η σεξουαλικότητα σε διάφορες εποχές και σε διάφορους πολιτισμούς.

Αμφισβητώντας λοιπόν την ύπαρξη μιας οντολογικής ουσίας του φύλου, η φεμινιστική θεωρία δεν μπορούσε παρά να επισημάνει την αντίστροφη πορεία κατασκευής της έμφυλης ταυτότητας: το υποκείμενο εκλαμβάνει την εκμαθημένη έμφυλη έκφραση ως «φυσική» και, κατά συνέπεια, την αντιλαμβάνεται σαν να ενυπάρχει με φυσικό τρόπο μέσα στο σώμα του/της.

Έτσι, η αντίληψη του εαυτού ως έμφυλου όντος είναι αποτέλεσμα μιας ολόκληρης διαδικασίας που επενδύει νοηματικά την έμφυλα κατασκευασμένη πραγματικότητα. Αυτή η επαναληπτική λειτουργία, την οποία η Judith Butler ονομάζει επιτελεστικότητα, έχει ως αποτέλεσμα με κάθε πράξη να ξαναπραγματώνεται η ταξινομική κατηγορία του φύλου, η ταυτότητα-αίσθηση του εαυτού και η έμφυλη σχέση – δηλαδή το πώς συσχετίζουμε τον εαυτό μας με το «άλλο». Η εκμάθηση της θέασης του κόσμου μέσα από ένα φίλτρο που μας δείχνει πως το φύλο «υπάρχει», μας εμποδίζει να αναρωτηθούμε γιατίβλέπουμε κάτι τέτοιο – δηλαδή να διαπιστώσουμε την ίδια την ύπαρξη του φίλτρου. Αυτή η διαδικασία συνεχούς αναπαραγωγής της διαφοροποίησης των φύλων επιδρά πάνω στο άτομο σε κάθε κίνησή του. Τα συστατικά αυτής της διαδικασίας δεν είναι μόνο συμπεριφορές, αλλά και το πώς ένα σώμα γίνεται αντιληπτό, πώς δρα και πώς φαίνεται στους φορείς του και στον έξω κόσμο, τα οποία έχουν σχέση με τις συνθήκες ζωής, τον τρόπο που εργάζεται, ζει, αγωνίζεται, ερωτεύεται, παίζει και επικοινωνεί κάποιος ή κάποια.

Η σωματικότητα επομένως δεν αποτελεί έναν ανιστορικό παράγοντα. Το σώμα ανήκει στο πεδίο του Λόγου. Και μάλιστα, δεν είναι μόνο οι παραλλαγές του φύλου και οι τρόποι ύπαρξης ανδρών και γυναικών που αποτελούν ιστορικό προϊόν: ο ίδιος ο διμορφισμός, ο σωματικός δυϊσμός του φύλου δεν αποτελεί φυσικό δεδομένο αλλά πολιτισμικό δεδομένο της έμφυλης τάξης πραγμάτων. Η τοποθέτηση του «φυσικού» σώματος στο ανιστορικό πεδίο, «πριν το Λόγο», ενισχύει τη διατήρηση του δυϊσμού του φύλου. Ο δυϊσμός όμως είναι απαραίτητος για την εσωτερική σταθερότητα της άνισης σχέσης φύλου, καθώς πάνω στη διαφοροποίηση δομείται η ιεράρχηση.

Συμπερασματικά, η εμφυλοποίηση (άρα φυσικοποίηση) του κοινωνικού βασίζεται σε μια θεώρηση σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι γίνονται αντιληπτοί ως μια αναλλοίωτη αιώνια ουσία, ωςφορείς του ενός ή του άλλου φύλου, και ότι τελικά ανήκουν στο πεδίο του «φυσικού». Αυτή η «γνώση» λειτουργεί σαν αδιαμφισβήτητο υπόβαθρο της αντίληψης που αναγνωρίζει μόνο δύο είδη ανθρώπων: άνδρες και γυναίκες.

Κατά συνέπεια, αναγνωρίζει και μόνο δύο αλληλοσυμπληρούμενες σεξουαλικότητες.

Η σεξουαλική έκφραση ως εργαλείο της εξουσίας

Με αφετηριακό σημείο ότι σεξουαλικότητα και φύλο δεν είναι φυσικά δεδομένα, προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε τα «πώς» και «γιατί» της σύστασης και διαπλοκής τους με κοινωνικά δεδομένα, εντοπίζοντας στον πυρήνα της αναζήτησης τη συγκρότηση του υποκειμένου της νεωτερικότητας.

Η έννοια του υποκειμένου όπως γεννιέται στην εποχή του διαφωτισμού παρουσιάζει ομοιότητες με την έννοια του πολίτη της αρχαίας Ελλάδας. Ο παραλληλισμός αυτός είναι χρήσιμος για την κατανόηση της σχέσης του υποκειμένου με τον εαυτό του από τη νεωτερικότητα και μετά – σχέση που συνδέεται με τη σεξουαλικότητα και εκφράζεται σ’ αυτή.

Για να θεωρηθεί «πραγματικός άνδρας», ο άνδρας στην αρχαία Ελλάδα έπρεπε να αποκτήσει μια εξουσία πάνω στον εαυτό του, ώστε να εξουσιάζει και τους άλλους. Αυτή η σχέση με τον εαυτό καθορίστηκε και μέσω της σχέσης του με τη σεξουαλικότητα, καθώς, αυτοκυριαρχούμενος, κατάφερνε να αποκτήσει την αναγκαία αίσθηση ανδρισμού, την οποία εξασκούσε πάνω στους σεξουαλικούς του συντρόφους. Η σχέση του μαζί τους βασιζόταν σε μια ιεραρχία και προσανατολιζόταν ηθικά στο ιδανικό του ενεργητικού πόθου. Μ’ αυτή την έννοια, η διάκριση δεν ετίθετο στο επίπεδο του ομοφυλόφιλου / ετεροφυλόφιλου, αλλά σ’ αυτό του παθητικού / ενεργητικού, του αποδεκτού / αξιοκατάκριτου, μεταξύ μετρημένης διαχείρισης και άμετρης υπερβολής. Ο ελεύθερος πολίτης-άνδρας έπρεπε να καταλαμβάνει την ενεργητική θέση, οι μη ελεύθεροι και οι γυναίκες την παθητική. Μόνο στον ανήλικο ελεύθερο άνδρα επιτρεπόταν να πάρει τη θέση του παθητικού, ποθητού αντικειμένου. Αλλά ακόμη και το νεαρό αγόρι έπρεπε να αποφεύγει να του συμπεριφέρονται σαν παιχνίδι και να το εξουσιάζουν. Δεν έπρεπε να γίνει «πειθήνιο όργανο» στις ηδονές του άλλου και να νικηθεί ή να παραδοθεί αμαχητί. Επειδή ο ανήλικος άνδρας ήταν εκτεθειμένος στον κίνδυνο της παθητικότητας, δεν έπρεπε να την ενσωματώσει συνειδητά στη χαρακτηροδομή του. Η ενηλικίωσή του καθοριζόταν από την απώθηση αυτών ακριβώς των παθητικών συμπεριφορών.

Αυτό το σύστημα σεξουαλικότητας ανταποκρίνεται σε μια συνέχεια εξουσίας / ελευθερίας / αλήθειας. Οι διαπροσωπικές σχέσεις περιγράφονται με όρους διακυβέρνησης, ενώ η σχέση με τον εαυτό καθορίζεται από την επιταγή του μέτρου και της αυτοκυριαρχίας και την υπαγωγή αυτών στο λόγο, και πάντα μέσα στο πλαίσιο ενός αγώνα αναζήτησης της αλήθειας. Σ’ αυτήν τη διαδικασία οι γυναίκες, οι ανήλικοι και οι δούλοι δεν ήταν παρά υποταγμένα εργαλεία για να πραγματωθεί η ελευθερία του ενήλικου άνδρα.

Το καρτεσιανό υποκείμενο…

Το πέρασμα στον Διαφωτισμό συντελείται με έντονους κοινωνικούς μετασχηματισμούς και ανακατατάξεις κατά τη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα, με χαρακτηριστικά την ιδεολογία περί απελευθέρωσης του ανθρώπου από τους καταναγκασμούς της φύσης, την κυριαρχία του πάνω σ’ αυτήν μέσω των θετικών επιστημών, καθώς και την απελευθέρωσή του από τη μοναρχική κυριαρχία και τον εκκλησιαστικό δογματισμό μέσω του έλλογου ξεπεράσματος της άγνοιας. Όλα αυτά βρίσκουν την ολοκλήρωσή τους τον 18ο αιώνα, με την παγίωση της αστικής καπιταλιστικής κοινωνίας, της λογοκρατίας και της μηχανιστικής σκέψης, και τις συνακόλουθες μορφές κοινωνικών σχέσεων που παρήγαγε αυτό το πλαίσιο.

Ο ορθός λόγος (πάνω στον οποίο υποτίθεται πως είχε οικοδομηθεί η νέα μορφή κοινωνίας) έγινε προϋπόθεση για να αποκτήσει κανείς την ιδιότητα του υποκειμένου: Το υποκείμενο-φορέας του Λόγου έπρεπε να υποταχθεί αυτοβούλως στο Κράτος προκειμένου να πραγματωθεί ως ελεύθερο άτομο, αφού μόνο όποιος μπορούσε να αυτοκυριαρχηθεί θεωρούνταν ικανός να κυριαρχήσει και πάνω στους άλλους, να διαχειριστεί την περιουσία και να λειτουργήσει σαν αρχηγός της οικογένειας – δομές και ρόλοι που επέβαλλαν οι αστικές καπιταλιστικές σχέσεις. Η αίσθηση του καθήκοντος επένδυσε την έννοια της ελευθερίας του πολίτη της νέας κοινωνίας. Η εδραίωση του ορθολογισμού, συστατικού στοιχείου του καπιταλισμού που γεννιέται εκείνη την περίοδο, καθιστά το Λόγο εργαλείο για τη διατήρηση της τάξης μέσω του εσωτερικευμένου ελέγχου των υποκειμένων.

Παράλληλα, η ιεραρχική σχέση άνδρα-γυναίκας, παγιωμένη μέσα στους αιώνες θεοκρατικών κοινωνιών που είχαν προηγηθεί, μετασχηματίζεται σε μια νέα μορφή πατριαρχίας, την οποία ο Διαφωτισμός νομιμοποιεί πλήρως: ο άνδρας συνιστά την «πρόοδο», καθώς ταυτίζεται με το Λόγο, αφετηρία του ξεπεράσματος της φύσης, με την οποία ταυτίζεται απαξιωτικά η γυναίκα.

Έτσι ο «οικουμενικός άνθρωπος», όπως συγκροτείται την περίοδο του Διαφωτισμού, είναι ένα αρσενικό, έλλογο ον, ικανό να κυριαρχήσει στον εαυτό του και στους άλλους. Στη διαδικασία συγκρότησης του υποκειμένου της νεωτερικότητας, ο ανδρισμός εδραιώνεται ως η νόρμα για το ανθρώπινο, εφόσον η δυτική κοσμοθεώρηση συνδέει απόλυτα τη λογική με την ανδρική ταυτότητα. Η λογική σκέψη ως αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών είναι η ιδεολογική βάση πάνω στην οποία δομήθηκε η ανδρική ανωτερότητα στην κοινωνική ζωή. Σ’ αυτά τα συμφραζόμενα, το συναίσθημα απορρίπτεται ως αυθεντική πηγή γνώσης, μια που με την τελευταία ταυτίζεται μόνο η λογική. Το συναίσθημα ισοδυναμεί με αδυναμία και θηλυκότητα, στοιχεία που βρίσκονται στον αντίποδα της αίσθησης ανδρικής ταυτότητας.

Τα ιεραρχικά δίπολα στη λογοκρατία της νεωτερικότητας υπερασπίζονται τον έλεγχο του νόμου επί του σώματος μέσω των επιστημών, τη μελέτη του εξωτερικού κόσμου και των αντικειμένων, όχι των ατομικοτήτων, με συνέπεια την καλλιέργεια της άγνοιας για τον εαυτό, άγνοια που στιγματίζει τα βιώματα και τις σχέσεις. Επιπρόσθετα, η επικράτηση του προτεσταντισμού κληροδοτεί, μεταξύ άλλων, και την πεποίθηση ότι η λογική σκέψη οφείλει να αποκαλύπτει την «κακή» και «ζωώδη» φύση που ενυπάρχει στον άνθρωπο, ώστε να τον ωθήσει σε μια ηθική ζωή, ριζικά διαχωρισμένη από τα ένστικτα που την καθιστούν ανελεύθερη.

Με την καρτεσιανή και προτεσταντική ρήξη νου και σώματος, οι άνδρες αποξενώθηκαν κι άλλο από το σωματικό τους βίωμα, γιατί αυτό αποτελούσε μέρος ενός φυσικού κόσμου που έμαθαν να φοβούνται και να απεχθάνονται. Αντιλαμβάνονταν την ανθρωπινότητά τους μόνο απ’ τη στιγμή που μπορούσαν να τιθασεύσουν τον φυσικό κόσμο και να κυριαρχούν πάνω στα πάθη τους.

Μέσα σ’ αυτό το «σύμπαν», οι επιθυμίες και τα συναισθήματα εμφανίζονται απειλητικά. Δρώντας από μια αίσθηση καθήκοντος, οι άνδρες θεωρούν εαυτόν ικανό να ελέγξει το συναίσθημα και να πραγματώσει το υποτιθέμενο ελεύθερο υποκείμενο, με τις γυναίκες να έχουν πρόσβαση σε αυτή την ελευθερία μόνο αποδεχόμενες την υποταγή τους στους άνδρες.

Έτσι θεσμίζεται η εσωτερική σύνδεση της ανδρικής ταυτότητας και της αίσθησης του αυτοελέγχου, ως μορφή κυριαρχίας πάνω στον συναισθηματικό κόσμο.

Σύμφωνα με τον Ρουσσώ, έναν από τους κύριους ιδεολογικούς φορείς του Διαφωτισμού, «ο άνδρας είναι αρσενικό μόνο σε ορισμένες περιστάσεις, η γυναίκα όμως είναι θηλυκό σε όλη της τη ζωή». Ο προορισμός της είναι να μεγαλώνει παιδιά, να ικανοποιεί και να υποτάσσεται στον άνδρα, όπως «προστάζει η φύση». Όσο για τησεξουαλικότητα, στον «Αιμίλιο ή περί αγωγής» διατείνεται πως και τα δύο φύλα είναι προικισμένα με αχαλίνωτα πάθη, όμως ο άνδρας προικίστηκε με λογική και η γυναίκα με σεμνοτυφία, ώστε να τα χαλιναγωγούν. Ενδεδειγμένη κοινωνική συμπεριφορά για τη γυναίκα είναι να συνδυάζει το πάθος, την θελκτικότητα και τον αισθησιασμό με την ευσυνείδητη αγνότητα. Οι γυναίκες, τις οποίες ο Ρουσσώ ορίζει ως αποκλειστικά σεξουαλικά πλάσματα, θεωρούνται μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πειρασμός που οδηγεί τον άνδρα σε παρέκκλιση από το μονοπάτι της λογικής και της ηθικής, με το ξύπνημα της σεξουαλικότητάς του. Αυτό σημαίνει την αποποίηση κάθε ευθύνης για οποιαδήποτε εκδοχή της ανδρικής σεξουαλικότητας, εφόσον, εάν ο άνδρας διεγερθεί, υποτίθεται πως βγαίνει από τον έλεγχο της λογικής.
…και το «άλλο» του

Σε αντίθεση με την εικόνα του πάντα ικανού και με αυτοέλεγχο άνδρα, οι γυναίκες τόσο στην αρχαιότητα, όσο και στην αστική κοινωνία είχαν περιορισμούς στην έκφραση της σεξουαλικότητάς τους (π.χ. απαγόρευση εξωγαμιαίων σχέσεων). Ο άνδρας κρατούσε ρόλο επιτηρητή, αφού έπρεπε να κυριαρχεί στη γυναίκα εξίσου όπως σε σπίτι, παιδιά και δούλους. Η γυναίκα δεν είχε πρόσβαση σε ένα αυτόνομο καθεστώς υποκειμένου. Έπρεπε να είναι «ενάρετη», χαρακτηριστικό που πάντα σχετιζόταν με τον άνδρα και ουσιαστικά συνίστατο στην υποταγή της σ΄ αυτόν. Ο αυτοέλεγχος δεν απαιτούνταν με τον ίδιο τρόπο από άνδρες και γυναίκες: Εκείνη ήταν υποχρεωμένη να υπόκειται σε αυτοέλεγχο προκειμένου να αρέσει στον άνδρα, διαφορετικά αυτός είχε το δικαίωμα να τη διώξει. Εκείνος, αντιθέτως, όφειλε να αυτοκυριαρχείται, δηλαδή να έχει σεξουαλική εγκράτεια, προκειμένου να κυριαρχήσει πάνω σ’ αυτούς που δεν μπορούσαν να πετύχουν τον ίδιο βαθμό αυτοελέγχου. Όσον αφορά τη γυναίκα, δεν επρόκειτο για εγκράτεια, αλλά για υπακοή και προσαρμογή στις ανδρικές απαγορεύσεις και προσταγές.

Ο όρκος πίστης στο γάμο αποτελούσε τυπικά καθήκον και των δύο συζύγων, αλλά κατ’ ουσίαν οι άνδρες υφίσταντο λιγότερες κυρώσεις από τις γυναίκες ή ακόμη και καθόλου. Ήταν ηθικά νομιμοποιημένοι να έχουν σεξουαλικές σχέσεις με υπηρέτριες (ή να τις βιάζουν), με πόρνες και με ερωμένες, και βεβαίως τους επιτρέπονταν οι σεξουαλικές επαφές πριν το γάμο. Αντιθέτως, η γυναίκα από την εξουσία του πατέρα παραδιδόταν στον σύζυγο. Αν έκανε εξώγαμο παιδί, στιγματιζόταν και έχανε τη δυνατότητα να παντρευτεί. Πριν το γάμο δεν είχε σεξουαλική ζωή και μετά το γάμο είχε παιδιά: αυτή ήταν η ηθική μορφή της πληθυσμιακής πολιτικής, η οποία πάντα ρύθμιζε

τη σεξουαλικότητα των γυναικών, όχι των ανδρών. Για την αντισύλληψη εξάλλου χρησιμοποιούνταν η διακεκομμένη συνουσία που άφηνε τον έλεγχο αποκλειστικά στον άνδρα. Είτε ως αγία είτε ως πόρνη, ο άνδρας έπρεπε να την κρατήσει υπό τον έλεγχό του.

Επιπλέον, ο άνδρας όφειλε να οριοθετηθεί από την ομοφυλοφιλία, η οποία από τον 18ο αιώνα πλέον τιμωρείται.1 Εκτός από το φόβο της αρρώστιας και του εκφυλισμού, υπήρχε ο φόβος της εκθήλυνσης. Στην αστική κοινωνία η ομοφυλοφιλία θεωρήθηκε όχι πια σαν μια μορφή σεξουαλικότητας μεταξύ άλλων, αλλά σαν το τελείως άλλο σχετικά με τη σωστή, ανδρική σεξουαλικότητα. Έτσι επιβλήθηκε η πλήρης απώθηση του φαντασιακού της ομοφυλόφιλης σεξουαλικότητας για τον άνδρα. Μιας και ολόκληρη η ομοφυλοφιλία ταυτίστηκε με το «παθητικό», ο αστός άνδρας έπρεπε να απαρνηθεί την ομοφυλοφιλία ολοκληρωτικά.

Όσο για τη γυναικεία ομοφυλόφιλη σεξουαλικότητα, απλώς δεν θεωρήθηκε μορφή σεξουαλικότητας: εφόσον δεν συμμετέχουν άνδρες, είναι σαν να μην υπάρχει.

Η αόρατη πειθάρχηση των σωμάτων

Δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την ατομικότητα σαν ένα είδος βασικού πυρήνα, πρωτογενούς ατόμου, πολλαπλού και αδρανούς υλικού στο οποίο η εξουσία έρχεται να επιβληθεί ή το οποίο ίσως πλήττει… Στην πραγματικότητα, πρόκειται ήδη για ένα από τα πρωταρχικά αποτελέσματα της εξουσίας ότι ορισμένα σώματα, ορισμένες χειρονομίες, ορισμένος λόγος, ορισμένες επιθυμίες, καταλήγουν να ταυτίζονται και να συντίθενται ως ατομικότητες. Το άτομο δεν είναι επομένως το αντίθετο της εξουσίας. Το άτομο είναι ένα αποτέλεσμα της εξουσίας και ταυτόχρονα –ή ακριβώς στο βαθμό που είναι ένα από τα αποτελέσματά της– το συνεκτικό της στοιχείο. Η εξουσία το διαπερνά πέρα ως πέρα.

Michel Foucault, Επιτήρηση και Τιμωρία

Η σεξουαλικότητα δεν πρέπει να ειδωθεί ως ένστικτο αντιθετικό και απείθαρχο προς την εξουσία, αλλά ως ένα ιδιαίτερα κομβικό σημείο μετάβασης προς σχέσεις εξουσίας… Δεν αποτελεί το πλέον ανυπότακτο στοιχείο, αλλά μάλλον ένα από τα προικισμένα με τη μεγαλύτερη εργαλειακότητα προς όφελος της εξουσίας.

Michel Foucault, Εξουσία, Γνώση και Ηθική

Ο γάλλος ιστορικός των ιδεών Michel Foucault ισχυρίζεται στον πρώτο τόμο της «Ιστορίας της σεξουαλικότητας» (Η δίψα της γνώσης) ότι, ενώ φαινομενικά και επίσημα από τον 17ο αιώνα η σεμνοτυφία και οι απαγορεύσεις καταδικάζουν το σεξ στη σιωπή, στην πραγματικότητα παρατηρείται κυριολεκτικά «έκρηξη λόγων» γύρω από αυτό. «Δεν λέω ότι οι απαγορεύσεις στο σεξ είναι απάτη, αλλά ότι αποτελεί απάτη να τις ανάγεις σε θεμελιακό και συστατικό στοιχείο βάσει του οποίου μπορείς να γράψεις την ιστορία όσων έχουν ειπωθεί για το σεξ από τους νέους χρόνους και μετά.»

Η επινόηση της σεξουαλικότητας, «η απόλυτη μοναδικότητά της», αποτελεί σύμφωνα με τον Foucault μια κεντρική έκφραση του παραγωγικού χαρακτήρα της πειθαρχικής εξουσίας, κεντρικό στοιχείο της νεωτερικής υποκειμενικότητας. Η σεξουαλικότητα δημιουργείται ως προϊόν του λόγου (discourse) της αλήθειας των ανθρωπιστικών επιστημών, ξεκινώντας από τον 18ο αιώνα. Επομένως είναι λάθος να την αντιλαμβανόμαστε είτε σαν φυσικό δεδομένο, πάνω στο οποίο θέλει να κυριαρχήσει η εξουσία, είτε σαν έναν σκοτεινό χώρο τον οποίο η γνώση προσπαθεί σταδιακά να φέρει στο φως.

Στην πραγματικότητα, η σεξουαλικότητα λειτουργεί ως παραγωγικό μέσο της σύγχρονης κανονιστικής εξουσίας: «Σεξουαλικότητα είναι το όνομα που θα μπορούσε να δοθεί σε ένα ιστορικό σύστημα, το οποίο αποτελεί ένα κομβικό σημείο για τη συγκρότηση του νεωτερικού υποκείμενου: το σεξ, το να κάνεις σεξ, παρουσιάζεται σαν πραγματικό αφετηριακό σημείο της σεξουαλικότητας» (Η δίψα της γνώσης). Αυτή η λογική όμως αποτελεί κατά τον Foucault μια απάτη, μια τακτική συγκάλυψης: γιατί ανακηρύσσεται σε φύση του ανθρώπου ό,τι είναι στην πραγματικότητα προϊόν του λόγου. Από ένα αόριστο σύνολο δραστηριοτήτων γίνεται κάτι αντιληπτό σαν «σεξ» μόνο όταν εκ των προτέρων η σεξουαλικότητα προσδιορίζει το τι συνιστά σεξ. Η σεξουαλικότητα δημιουργεί το σεξ, το παγιώνει και το καθορίζει, σε στενή συνάρτηση με τα κοινωνικά δεδομένα.

Οι έρευνες του Foucault δείχνουν ότι ο άνθρωπος της νεωτερικότητας ρωτάει ή ρωτιέται από άλλους εδώ και δύο αιώνες ασταμάτητα για το σεξ, καθώς έτσι υποτίθεται ότι θα μάθει την αλήθεια για τον εαυτό του και θα δημιουργήσει τη σεξουαλική του ταυτότητα. Το σεξ και η σεξουαλικότητα γίνονται στο εξής κομβικά στοιχεία της σύγχρονης ταυτότητας και υποκειμενικότητας. Οι έρευνες αυτές είναι και ιστορικές, σκιαγραφώντας το γενικότερο πλαίσιο στο οποίο λαμβάνει χώρα αυτός ο μετασχηματισμός: από τον 18ο αιώνα και έπειτα δημιουργούνται καινούργιοι μηχανισμοί εξουσίας που δεν χρησιμοποιούν πια το νόμο και την ποινή προκειμένου να επιβληθούν, αλλά διαχέονται στο κοινωνικό σώμα με τη μορφή κανονικοποίησης καιελέγχου. Η θεωρητική βάση για τις κανονιστικές νόρμες είναι οι διαφορετικοί τομείς της επιστήμης, οι οποίοι κατασκευάζουν το υποκείμενο μέσω της παραγωγής «φυσικών» κανόνων, χαρακτηριστικών και διαδικασιών που λειτουργούν ως γενικά παραδεκτές κοινωνικές αλήθειες.

Ο Foucault ονομάζει το σύνολο των κανονιστικών μεθόδωνβιοεξουσία, εξουσία πάνω στη ζωή, σε αντίθεση με το «δικαίωμα ζωής και θανάτου» παλιότερων μορφών εξουσίας. Στο ξεκίνημα της βιομηχανοποίησης τον 17ο αιώνα, ο πληθυσμός απέκτησε ιδιαίτερη σημασία σαν πλούτος, σαν εργατικό δυναμικό για τις κυβερνήσεις. Η σεξουαλικότητα μετατοπίστηκε στο επίκεντρο του οικονομικού και του πολιτικού ενδιαφέροντος. Το σκεπτικό της πληθυσμιακής πολιτικής ήταν η προσαρμογή του πληθυσμού στις ανάγκες του κεφαλαίου.Ποσοστά γεννήσεων, ηλικία γάμου, σεξουαλική ωρίμανση, συχνότητα σεξουαλικών σχέσεων, επιπτώσεις της αγαμίας και αντισυλληπτικές μέθοδοι αναλύονται εντατικά. Ξαφνικά ενδιαφέρει ο τρόπος που γίνεται σεξ, και υπόκειται σε εσωτερικευμένο έλεγχο μέσω της κανονιστικής ετεροσεξουαλικότητας. Η γνώση, οι αναλύσεις και οι εντολές στοχεύουν ιδιαίτερα στην νεοανακαλυφθείσα σεξουαλικότητα των παιδιών και των εφήβων. Αυτή η ιστορία τής (παραγωγής τής) σεξουαλικότητας κατά τον Foucault πραγματοποιείται σε διάφορα στάδια. Η παραγωγή της αλήθειας λειτουργεί μέσω της σχέσης νόρμας / απόκλισης: με τον καθορισμό της ομαλής και της ανώμαλης σεξουαλικότητας, ο καθένας οφείλει να οριοθετηθεί σχετικά μ’ αυτές – η σεξουαλικότητα αποτελεί έναν πολύ πετυχημένο συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην πειθάρχηση του σώματος και τον πληθυσμιακό έλεγχο.

Η πραγμάτωση της αστικής κυριαρχίας επιτεύχθηκε και μέσω του ανδρικού σώματος. Αυτό το σώμα κατασκεύασαν ως πρότυπο οι επιστήμες του ανθρώπου μέσω του αρνητικού του, του «θηλυκού»: στον αστικό κόσμο ήταν η «γυναίκα» που κατασκευάστηκε σαν αντίστροφη επιβεβαίωση της ανδρικής υποκειμενικότητας, υγείας και δύναμης. Η αστική γυναίκα ήταν το πρώτο άτομο που σεξουαλικοποιήθηκε απόλυτα. Θεωρήθηκε ότι η σεξουαλικότητα τη διαπερνά ουσιαστικά, οντολογικά. Το θηλυκό «γένος» κατέληξε τελικά μια παθολογική ενσάρκωση του σεξουαλικού. Με αυτόν τον τρόπο έγινε προσιτό σε ιατρικές πρακτικές και εξετάσεις. Η σύγχρονη γυναίκα υπήρξε το πρώτο αντικείμενο ερευνών των επιστημών για τη σεξουαλικότητα.

«Η υστερικοποίηση του γυναικείου σώματος είναι τριπλή διαδικασία: Πρώτον, το σώμα της γυναίκας αναλύεται ως σώμα πλήρως σεξουαλικοποιημένο. Μέσω μιας εγγενούς παθολογίας που του αποδόθηκε, εντάχθηκε στο πεδίο ιατρικών πρακτικών και συνδέθηκεοργανικά με το κοινωνικό σώμα, τη γονιμότητα του οποίου έπρεπε να ρυθμίσει και να διασφαλίσει, με το χώρο της οικογένειας, ως βασικό συστατικό και λειτουργικό της στοιχείο, και με τη ζωή των παιδιών, τα οποία γεννάει και πρέπει να προστατεύει σε όλη τους τη ζωή, λόγω βιολογικής-ηθικής ευθύνης: Η μητέρα αποτελεί το αντεστραμμένο είδωλο της νευρικής γυναίκας και έγινε η πιο ορατή μορφή υστερικοποίησης» (Michel Foucault, Η δίψα της γνώσης). Tα επόμενα βήματα για την πλήρη σεξουαλικοποίηση των υποκειμένων ήταν η εκστρατεία ενάντια στον παιδικό αυνανισμό (παιδαγωγικοποίηση), η ρύθμιση της αναπαραγωγικής συμπεριφοράς και η ψυχιατρικοποίηση των λεγόμενων διεστραμμένων, ιδιαίτερα των ομοφυλόφιλων ανδρών. Αυτές οι τέσσερις διαστάσεις αποτελούν σύμφωνα με τον Foucault το σύστημα της σεξουαλικότητας. Το σεξ πλέον δεν χρήζει καταδίκης, χρήζει διαχείρισης.

Ωστόσο, ελλιπής παρουσιάζεται η ανάλυση του Foucault στη διερεύνηση της δημιουργίας του συστήματος της σεξουαλικότητας. Η παθολογικοποίηση του θηλυκού προϋποθέτει ήδη τον διμορφισμό των φύλων. Ο λόγος για το φύλο προϋπάρχει δηλαδή του συστήματος της σεξουαλικότητας, αυτό όμως δεν γίνεται αντιληπτό από τον Foucault.

Επιπλέον, ο Foucault ισχυρίζεται πως υπάρχουν συγκεκριμένες δομές οι οποίες ενεργοποιούν τα υποκείμενα, τη σκέψη τους, τα αισθήματά τους και τις πράξεις τους και την με όλα τα παραπάνω συνδεδεμένη ταυτότητά τους. Αυτό σημαίνει από τη μια ότι το φαντασιακό του εαυτού ως αυτόνομου υποκειμένου με αφηρημένη ανεξάρτητη σκέψη και ελεύθερη βούληση είναι πλασματικό. Τέτοιες εξιδανικευμένες εικόνες του εαυτού είναι γνώρισμα κυρίως του αστικού κόσμου. Αντιθέτως, ο πληθυσμός παραδοσιακών αγροτικών και φεουδαρχικών κοινωνιών θεωρούσε εαυτόν ως λίγο-πολύ απλό εργαλείο των θεών ή του ενός θεού. Από την άλλη, αυτό το νεωτερικό άτομο που θεωρεί πως αυτοκαθορίζεται, αποτελεί μια ιστορικά παραχθείσα πραγματικότητα. Πρόκειται για πραγματικά υποκείμενα που μεταχειρίζονται τον καθένα και τον εαυτό τους ως αντικείμενα καιασυνείδητα παράγουν και κατοικούν τις δομές της νεωτερικότητας. Ότι αυτά τα υποτιθέμενα αυτόνομα υποκείμενα επιπλέον είναι και δομικά αρσενικά, όπως κατέδειξε η φεμινιστική θεωρία, είναι κάτι για το οποίο ο Foucault λέει σχετικά ελάχιστα ή τουλάχιστον δεν το αναγνωρίζει ρητά, καθώς στον δεύτερο τόμο της «Ιστορίας της Σεξουαλικότητας» (Η χρήση των απολαύσεων) επεξεργάζεται ένα μοντέλο ανδρικής υποκειμενικότητας που ταυτίζεται στο μεγαλύτερο μέρος με το αστικό υποκείμενο, αδυνατώντας όμως να δει τον έμφυλο χαρακτήρα της υπόστασής του. 2

Έτσι, βρίσκουμε προβληματική την αδιαφοροποίητη αντίληψη τουFoucault για την εξουσία. Ενώ αμφισβητεί την ιδέα της εξουσίας που εδράζει σε κρατικούς θεσμούς, ο ορισμός του για τη σεξουαλικότητα παραβλέπει τη θέση που αυτή κατέχει μέσα στο πλαίσιο των έμφυλων σχέσεων εξουσίας, «τον τρόπο που η σεξουαλική εμπειρία των ανθρώπων διαμορφώνεται εντός συγκεκριμένων σχέσεων εξουσίας και υποταγής και τις διαφορετικές για άνδρες και γυναίκες συνέπειες που αυτές ενέχουν, τον διαφοροποιημένο τρόπο που συντρίβει τις ιδιαίτερες ικανότητές τους και τις συναισθηματικές ζωές τους» (Victor Seidler,Reasondesire and male sexuality).

Τέλος, ο Foucault μέσα στο κλειστό αναλυτικό του σχήμα δεν εμβαθύνει στις δυσκολίες που ανακύπτουν στις προσωπικές και σεξουαλικές σχέσεις ή στην προσπάθεια των υποκειμένων να αλλάξουν τους εαυτούς τους. Έτσι, ανεπίγνωστα υποδαυλίζει την ανδρικής προέλευσης πεποίθηση που κυριάρχησε στη δεκαετία του 1960, ότι το σεξ είναι ένα αγαθό που θα έπρεπε να διατίθεται ελεύθερα, αποσυνδέοντάς το από οτιδήποτε προσωπικό και εύθραυστο, και τις άνισες συνέπειες αυτής της ιδεολογίας πάνω σε άνδρες και γυναίκες.

Σεξουαλική απελευθέρωση;

Το ιδεολόγημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης είναι πανταχού παρόν στον δυτικό κόσμο μετά τη δεκαετία του 1960. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό συνυπάρχει με ένα άλλο ιδεολόγημα: εκείνο της ανικανοποίητης σεξουαλικότητας του σύγχρονου ανθρώπου.

Οι θεωρίες του Freud των αρχών του 20ού αιώνα για τον κεντρικό ρόλο της σεξουαλικότητας στην προσωπικότητα των υποκειμένων διαχύθηκαν τις επόμενες δεκαετίες με επιστημονικοφανή εκλαϊκευμένο τρόπο στο κοινωνικό σώμα και παραμένουν ευρέως κυρίαρχες μέχρι σήμερα, συνθέτοντας ένα πλήρως σεξουαλικοποιημένο πορτραίτο της ανθρώπινης ύπαρξης, με τις αποκλίνουσες σεξουαλικότητες να παθολογικοποιούνται και σε ψυχαναλυτική διάσταση.

Πάνω στο φροϋδιανό υπόβαθρο και με τη συμβολή θεωρητικών όπως ο φροϋδικός μαρξιστής ψυχαναλυτής Wilhelm Reich ή ο ερευνητής Alfred Kinsey δομήθηκε το ιδεολόγημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης που συνόδευσε τα ριζοσπαστικά κοινωνικά κινήματα που ξέσπασαν στον δυτικό κόσμο κατά τη δεκαετία του 1960.

Οι πληθυσμιακές έρευνες του Kinsey στη δεκαετία του 1950 αποκάλυψαν πως ό,τι έως τότε ίσχυε ως διαστροφή, όπως η ομοφυλοφιλία και ο αυνανισμός, είναι ομαλό και φυσικό, και ότι μεγαλύτερα ποσοστά του πληθυσμού, απ’ όσο πιστευόταν, εξασκούσαν αποκλίνουσες από τη νόρμα σεξουαλικές συμπεριφορές. Στο επίκεντρο τοποθετήθηκε η σεξουαλική ικανοποίηση. Το δίπολο «ομαλό» και «ανώμαλο» αντικαταστάθηκε μ’ αυτό της ικανοποίησης ή μη των επονομαζόμενων «σεξουαλικών αναγκών». Μ’ αυτό το κριτήριο, δεν είχε σημασία η σχέση μέσα στην οποία ξεδιπλωνόταν η σεξουαλικότητα: το καλό σεξ εξισωνόταν με το οργασμικό σεξ.

Από κοντά και ο Reich ισχυρίστηκε πως η απελευθέρωση της καταπιεσμένης σεξουαλικότητας αποτελεί προτεραιότητα στον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, καθώς από εκεί εκπηγάζουν όχι μόνο οι προσωπικές οδύνες, αλλά και η επιθετικότητα, ακόμη και ο φασισμός. Οι απόψεις αυτές βασίστηκαν εν πολλοίς στη σκιαγράφηση του «αυταρχικού χαρακτήρα», στον πυρήνα της συγκρότησης του οποίου ο Reich έβλεπε την καταπιεσμένη παιδική σεξουαλικότητα, λόγω της οποίας μετατοπίζεται το φυσικό και καλό σεξουαλικό ένστικτο σε δευτερεύοντα κοινωνικά ένστικτα που ευθύνονται για μια γκάμα προβληματικών συμπεριφορών, από το βιασμό και την κακοποίηση παιδιών έως τον φασισμό. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, σε μια κοινωνία που θα επέτρεπε την απεριόριστη βίωση της σεξουαλικής ενόρμησης, αυτά θα εξέλειπαν. Επίσης η θεωρία του επικεντρώνεται σε μια κριτική της «οικιακής ευτυχίας» της πυρηνικής οικογένειαςως προϊόντος της αστικής κοινωνίας, θεωρώντας πως στην κατάργησή της θα έπρεπε να προσανατολιστεί το επαναστατικό κίνημα.

Αυτές οι υπεραπλουστευτικές και μηχανιστικές απόψεις υιοθετήθηκαν από τα κομμάτια της κοινωνίας που ήθελαν ριζικό μετασχηματισμό των συνθηκών ζωής τους. Δεν είχε σημασία για το κίνημα ότι η θεωρία αυτή αφορούσε μια σεξουαλικότητα προσανατολισμένη στο πρότυπο συγκρότησης της ανδρικής ταυτότητας. Δεν είχε σημασία ότι ουσιαστικά ο φιλόσοφος της σεξουαλικής απελευθέρωσης δεν απέρριπτε την (πατριαρχική) οικογένεια, παρά μόνο μετατόπιζε, στο πρόταγμά του, το κέντρο βάρους της σεξουαλικότητας από την τεκνοποίηση στο κυνήγι του οργασμού, δηλαδή στις επιδόσεις. Δεν είχε σημασία για το κίνημα ότι ο Reich θεωρούσε τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις ως διαστροφή, ούτε ότι στις περιγραφές του για τις «νέες σχέσεις» δεν αναφέρονται άλλοι λόγοι για τη διατήρηση ή διάλυση μιας σχέσης, εκτός από την αρχή της σεξουαλικής οικονομίας (τη λογική «τα βρίσκουμε στον σεξουαλικό τομέα και διατηρούμε μια σχέση, ή δεν τα βρίσκουμε και διαλύουμε τη σχέση»).

Στις κομμούνες…

Οι κομμούνες που ιδρύθηκαν την εποχή των κινημάτων του ’68 στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο (κυρίως στην κεντρική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική), αποτελούν μια παρακαταθήκη για το πού οδήγησαν αυτές οι αντιφάσεις. Μέσα σε αυτά τα εγχειρήματα υπήρχε η πεποίθηση πως η προσπάθεια γεφύρωσης του ιδιωτικού με το δημόσιο, της πολιτικής δουλειάς με την ιδιωτική σφαίρα (για την οποία επαρκούσε η εξήγηση του καπιταλιστικού διαχωρισμού της ζωής σε μισθωτή εργασία και οικογένεια) θα συντελούσε στην αποδόμηση της προσωπικότητας του ατόμου, που απαξιωνόταν ως μικροαστική, ώστε να αναδυθεί ο επαναστατημένος άνθρωπος.

Από τα κύρια μελήματα του κινήματος υπήρξε η απελευθέρωση της σεξουαλικότητας, που θα έσωζε τις εξεγερμένες συνειδήσεις από το τέλμα όπου βούλιαζε ο σύγχρονος άνθρωπος, μέσα στην αστική κοινωνία της μονογαμικής οικογένειας, με τη βαρεμάρα και την ανικανότητα κρυμμένες στην κρεβατοκάμαρα. Από αυτά θα απελευθέρωνε η νέα ζωή στις κομμούνες: εκεί, ο «νέος άνθρωπος» θα ζούσε και θα απολάμβανε όλες τις σεξουαλικές του επιθυμίες και ανάγκες και θα έλυνε τα επονομαζόμενα «προβλήματα οργασμού». Το αστικό ιδανικό του ρομαντικού έρωτα και του ζευγαριού έπρεπε να σβήσει. Αυτό που αναδύθηκε στη θέση του ήταν γυμνό το σεξουαλικό ένστικτο που χρειάζεται την εκτόνωσή του.

Παράλληλα λοιπόν με τη νεοεισαχθείσα νόρμα της οργασμοκεντρικής σεξουαλικότητας των επιδόσεων, έχουμε τη νόρμα της κατάργησης της θεωρούμενης ως αστικής-καταπιεστικής αγάπης, και σε μια σχέση και στην οικογένεια, δομές οι οποίες, με την απαίτησή τους για αποκλειστικότητα, έβαιναν ενάντια στις αρχές των ριζοσπαστικών προταγμάτων. «Όποιος κοιμάται δυο φορές με το ίδιο άτομο, ανήκει στο κατεστημένο», διακήρυσσε κάποιο σλόγκαν της εποχής.

Το πόσο αντιδραστικές μπορεί να γίνουν οι ουτοπίες των ριζοσπαστικών κομματιών της κοινωνίας φαίνεται όταν παγιώνονται ως νόρμα. Με την παράβλεψη της έμφυλης κοινωνικοποίησης και των (εσωτερικευμένων ή μη) δομών, τα εγχειρήματα αυτά έκαναν στροφή 180 μοιρών, καθώς προκειμένου να ανατραπεί το υπάρχον κοινωνικό συστάθηκαν νέες αυταρχικές νόρμες και αξίες στις οποίες η ατομικότητα, κυρίως των γυναικών, θα αποτύγχανε, εφόσον δεν είχε κοινωνικοποιηθεί για μια τέτοια μορφή σεξουαλικότητας. Με την επιμονή τους να βλέπουν την πραγμοποίηση και την καταπίεση ως αποτελέσματα (π.χ. της οικογένειας) και όχι ως αίτια, τα άτομα παρέμειναν φορείς του υπάρχοντος παρά τις ελευθεριακές δομές που προσπάθησαν να δημιουργήσουν, αφήνοντας άθικτα τα περιεχόμενα στα οποία έπρεπε να κατευθυνθεί η κριτική τους.

Έτσι, οι κομμούνες δεν έγιναν παρά ένα κακό υποκατάστατο της οικογένειας, καθώς η ανάγκη για συναισθηματική και σωματική αναπαραγωγή δεν εξέλειψε από τους φορείς των νέων ιδεών, και στην κομμούνα (πανομοιότυπα όπως και στον «έξω κόσμο») πάλι ανατέθηκε στις γυναίκες αυτός ο ρόλος. Με τη συνεχιζόμενη απαίτηση για επιδόσεις τώρα και στον τομέα των σχέσεων και της σεξουαλικότητας, η συναισθηματική αναπαραγωγή (του «επαναστατικού δυναμικού») δεν υπήρχε λόγος ούτε και τρόπος να καταργηθεί. Όποτε εξέλειψε, αργά ή γρήγορα τα άτομα κατέρρευσαν.

Αυτές όμως ήταν οι εξαιρέσεις. Ο κανόνας ήταν η απελευθερωμένη αντι-αστική σεξουαλικότητα να συνυπάρχει μια χαρά με την αναπαραγωγή, γιατί η γυναίκα ήταν εκεί γι’ αυτό: για να ικανοποιεί τα ένστικτα, να περιθάλπει συναισθηματικά, να δακτυλογραφεί τα κείμενα και να μεγαλώνει τα παιδιά του κουρασμένου πρωταγωνιστή των κοινωνικών κινημάτων.

Όπως ήταν επόμενο, οι γυναίκες ένιωθαν ότι αποτυγχάνουν μέσα σ’ αυτά τα εγχειρήματα και, με ισχυρό αίσθημα μειονεξίας και ανεπάρκειας μπροστά στα απελευθερωτικά προτάγματα των εξεγερμένων ανδρών, μισούσαν τον εαυτό τους. Οι δικές τους ικανότητες που αποκτήθηκαν μέσα από την κοινωνικοποίησή τους, δηλαδή η ετοιμότητα για σύναψη δεσμών, η ανάγκη για αγάπη και σχέσεις, τώρα θεωρήθηκαν απλώς «αστικές», ενώ το κυνήγι των σεξουαλικών επιδόσεων με την επίφαση των ενστίκτων που διψούν για απελευθέρωση δεν θεωρήθηκε αντιφατικό με τα αντιεξουσιαστικά προτάγματα αλλά «ερωτική εξεγερτική διαδικασία».

φεμινιστικός λόγος που εμφανίστηκε στις κομμούνες περιόρισε αυτήν την άνιση προσέγγιση των ζητημάτων, αλλάζοντας δομικά την αντιμετώπισή τους με βάση την ανάλυση της πατριαρχίας. Φυσικά, η εξέλιξη αυτή δεν έγινε ανώδυνα. Δεν ήταν ευχάριστο για όσους έχριζαν εαυτόν «επαναστατικό υποκείμενο» να πληροφορηθούν ότι έχουν «αστικό πούτσο». Από την άποψη των συνεπειών που είχε στις γυναίκες των ριζοσπαστικών εγχειρημάτων (σε όλα τα επίπεδα της ύπαρξής τους) η επιβολή του ιδεολογήματος της σεξουαλικής απελευθέρωσης, προέκυψαν βιωματικά κείμενα που συνιστούν ζωντανή απομυθοποίησή της.3 Οι καρποί των φεμινιστικών αγώνων υπάρχουν και έχουν γίνει βασικά συστατικά στοιχεία των ριζοσπαστικών κινημάτων σε διάφορες μακρινές χώρες.

Στην Ελλάδα, όλες αυτές οι αντιλήψεις, μαζί με το πρακτικό τους αντίκρισμα εμφανίστηκαν μετά τη μεταπολίτευση. Ο φεμινιστικός λόγος, παρόλο που εμφανίστηκε και εδώ σε πολύ δυναμικές εκδοχές, πολεμήθηκε από τις βαθιές πατριαρχικές δομές που υπάρχουν εντός και εκτός των κινημάτων. Τα πιο ριζοσπαστικά κινηματικά κομμάτια κατέφυγαν σε μια αναμενόμενη επιλεκτικότητα των στοιχείων εκείνων που εξυπηρετούσαν τα ανδρικά σεξουαλικά και συναισθηματικά συμφέροντα, ενώ το περιεχόμενο των φεμινιστικών αγώνων αποσιωπήθηκε και, με ευθύνη ενός κινηματικού χώρου με σαφή πατριαρχικά χαρακτηριστικά, δεν έμεινε τίποτα ορατό από το παρελθόν αυτό, πέρα από εκλάμψεις μειοψηφικών φορέων του.

…και στον έξω κόσμο

Όταν στη δεκαετία του ’60 η διαφήμιση εισβάλει σε όλα τα μικροαστικά νοικοκυριά με εικόνες σεξουαλικά επιθυμητών γυναικών που διαφημίζουν αυτοκίνητα και τσιγάρα, με νεανικά περιοδικά που επαινούν τις προγαμιαίες σεξουαλικές σχέσεις, με τη μίνι φούστα και τα αντισυλληπτικά χάπια, διαδίδοντας τη «σεξουαλική επανάσταση», τα ριζοσπαστικά πολιτικά κομμάτια της κοινωνίας θεώρησαν πως στην προκειμένη περίπτωση δεν τίθεται θέμα σεξουαλικής απελευθέρωσης και πως οι κοινωνικά κατασκευασμένες ενορμήσεις πρέπει να καταπιεστούν, γιατί παρουσιάζουν μέσω των καταναλωτικών αγαθών μια ψεύτικη ζωή που αποκρύπτει τη γνήσια.

Όσο δίκιο κι αν έχει ο λόγος του ριζοσπαστικού κινήματος που αναγνωρίζει την εξορθολογισμένη κοινωνία ως βάση για την εύρυθμη λειτουργία του καπιταλισμού, με τη μηχανιστική σκέψη, την ποσοτικοποίηση και την πολυδιάσπαση της ζωής ως αναγκαία συστατικά της, εδώ ξεπέφτει σε μια επιφανειακή αντικαταναλωτική κριτική όπου ο «γνήσιος φυσικός κόσμος» αντιπαρατίθεται στην ψευδή εικονική καταναλωτική σφαίρα. Η αδυναμία κατανόησης της διαλεκτικής της κοινωνίας οδηγεί σε μυστικοποιήσεις του τύπου «φυσικό» και «μη», ώστε να μη γίνεται αντιληπτό πως αυτό που καταπιέζεται δεν είναι η αληθινή φύση του ανθρώπου (παρουσιαζόμενου ως άφυλου και ενιαίου υποκειμένου), αλλά τα μέρη του ανθρώπινου που δεν χωράνε στην ταυτότητα που καθορίζεται για το υποκείμενο-νόρμα: τον φορέα του ανδρισμού. Ο άνδρας καταπιέζει πλευρές του εσωτερικού του κόσμου λόγω του τρόπου που συγκροτείται ως υποκείμενο – αυτή είναι η ανδρική αλλοτρίωση. Οι γυναίκες, οι ομοφυλόφιλοι/ες και οτιδήποτε «εκπίπτει του ανδρισμού» και των αναγκών του, γίνονται το αντικείμενο στο οποίο προβάλλονται όλα εκείνα τα στοιχεία που πρέπει να υποταχθούν, προκειμένου το υποκείμενο να εγκαθιδρύσει μια ανδρική σχέση με τον εαυτό του. Κατά συνέπεια, καταπιέζονται. Όλα αυτά συμβαίνουν στα άτομα με έναν τρόπο που τους διαφεύγει. Η αποσιωπημένη έμφυλη τάξη πραγμάτων φροντίζει γι’ αυτό.

Κλείνοντας την ανάλυση της ρητορείας περί σεξουαλικής απελευθέρωσης, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο λόγος περί σεξουαλικής απελευθέρωσης δεν είναι απλά άλλος ένας λόγος για μια σεξουαλικότητα φυλακισμένη από την εξουσία, ένας λόγος που απλώς διεκδικεί επαναστατικά εύσημα για τους φορείς του. Σίγουρα υπάρχει και αυτή η πλευρά, όμως πολύ περισσότερο πρόκειται για την επιβολή μιας νέας μορφής ελέγχου και πειθάρχησης, και μάλιστα πολύ βασικής για τις μετασχηματιζόμενες κοινωνικές σχέσεις. Η πειθάρχηση δεν ασκείται ώστε το άτομο να ελέγχει την ομαλή σεξουαλικότητά του, αλλά για χάρη μιας νέας νόρμας: Το κυνήγι του καλύτερου οργασμού δεν αφορά πια τη σύσταση του εργατικού δυναμικού, αλλά τη σύσταση του καταναλωτικού δυναμικού.

Αυτό δεν σημαίνει πως διακρίνουμε απλώς και μόνο την καταναλωτική-εμπορευματική κοινωνία να διαπερνά με το λόγο της τα υποκείμενα σε όλες τις εκφάνσεις του είναι τους. Σημασία για μας έχει πως οι πατριαρχικά καθορισμένες επιστρώσεις των έμφυλων υποκειμένων αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκρότηση και διατήρηση του υπάρχοντος.

The male machine

Οι κυρίαρχες αντιλήψεις σχετικά με την ανδρική σεξουαλικότητα ορίζουν την τελευταία ως μια πιεστική φυσική ανάγκη που έχει την έδρα της στο ανδρικό όργανο. Δεν αποτελεί μια σωματική επιθυμία που θα μπορούσε να λειτουργεί σε συνάρτηση με τον πνευματικό και ψυχικό εαυτό, αλλά μια συσσωρευμένη ενέργεια που χρήζει άμεσης αποφόρτισης. Ο προσδιορισμός αυτός της ανδρικής σεξουαλικής εμπειρίας ως «καύλας» θεωρείται ότι συνεπάγεται την απέκδυση κάθε ψυχικής και συναισθηματικής διάστασης, συνεπάγεται τη διχοτόμηση του ανδρικού σώματος σε πάνω / κάτω, λογικό / σεξουαλικό. O άνδρας κατά τη σεξουαλική υπερδιέγερση υποτίθεται πως δεν μπορεί να ελέγξει τη συμπεριφορά του με τη λογική. Το κάτω μέρος, κυριαρχούμενο από το ένστικτο της «καύλας», αυτονομείται από το πνευματικό πάνω και θεωρείται ότι είναι εκείνο που υπαγορεύει και ορίζει την ανδρική σεξουαλική συμπεριφορά. Εφόσον αυτό το θεωρούμενο ως φυσικό ένστικτο, η «καύλα», αρκείται σε μια ανάγκη αποφόρτισης του κάτω μέρους του ανδρικού σώματος, τότε ο παθητικός δέκτης αυτής της αποφόρτισης μπορεί να είναι το κάτω μέρος του σώματος μιας γυναίκας, ενός άνδρα πιο σπάνια, ή ακόμη και οι τρύπες ενός τούβλου.

 

Καμιά φορά, όταν ακούω εμάς τους άνδρες να μιλάμε για μια γυναίκα,

είναι σαν να μιλάμε για κάποιο πρόσωπο που δεν είναι πραγματικό.

Michael Kaufmann, Cracking the armour – Power, Pain and the Lives of Men

Η σεξουαλική αντικειμενοποίηση συνιστά κυρίαρχη συνθήκη της ανδρικής σεξουαλικότητας. Η γυναίκα είναι το αντικείμενο εκείνο πάνω στο οποίο θα αποφορτιστεί το σεξουαλικό δυναμικό του πιο φετιχοποιημένου σωματικού μέρους, του πέους, αυτού του αντικειμένου εξουσίας πάνω στο οποίο επενδύεται τόση ψυχολογική και πολιτισμική ενέργεια στην πατριαρχική κοινωνία. Ό,τι θα υποδεχτεί αυτή την ενέργεια δεν είναι ένα πρόσωπο που έχει εαυτό, ατομικότητα, αλλά ένα πράγμα-παθητικός αποδέκτης που είναι πάντα εκεί γι’ αυτόν, πρόθυμη να ικανοποιήσει κάθε όρεξή του, να προλάβει τις επιθυμίες του, να εκπληρώσει τις φαντασιώσεις του. Το σχήμα αυτό για να λειτουργήσει προϋποθέτει την ανδρική αλλοτρίωση.

Όταν ένα αγόρι μαθαίνει πώς να γίνει άνδρας, εμποτίζει το σώμα του με κοινωνικές σημασίες. Τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά που συνδέονται με τον ανδρισμό στον πολιτισμό μας είναι ο έλεγχος, η δύναμη, η επιβολή, η σκληρότητα, η ανταγωνιστικότητα, η επιθετικότητα και η βία. Μια συνήθης προσβολή που εκτοξεύουν τα αγόρια

και οι έφηβοι μεταξύ τους είναι η κατηγορία ότι κάποιος είναι «κορίτσι», δηλαδή υπολείπεται σε δύναμη, ή ο χαρακτηρισμός «αδερφή/πούστης», που θεωρείται παράγωγο του «κοριτσιού» και παραπέμπει στην εκθήλυνση ως μειονεξία.

Ένας από τους μηχανισμούς κατασκευής επιθυμιών, απόλυτα συμβατός με το ανδροκεντρικό μοντέλο της σεξουαλικότητας είναι η πορνογραφία, καθώς κατασκευάζει και αναπαράγει συμπεριφορές που καταφάσκουν σ’ αυτόν τον κυρίαρχο κώδικα. Η πορνογραφία μάς απασχολεί στο βαθμό που αναπαριστά ό,τι αυτός ο κυρίαρχος σεξιστικός κώδικας σημαίνει για το μεγαλύτερο μέρος του κοινού της, που καθόλου τυχαία είναι ανδρικό.

Η αποξένωση των ανδρών από συγκεκριμένα κομμάτια του ψυχισμού τους, από τα βιώματα και τα σώματά τους, τους αναγκάζει να τοποθετούνται σε μια εξωτερική θέση παρατηρητή όσον αφορά την ίδια τους την ύπαρξη: Μπορούν έτσι να αναλαμβάνουν και να διεκπεραιώνουν καθήκοντα και επιτεύγματα, όμως κωφεύουν στα ίδια τους τα αισθήματα, συναισθήματα και επιθυμίες. Αν το βασικό κέντρο των ανδρών βρίσκεται στο κεφάλι, δεν αποτελεί έκπληξη ότι καταλήγουν να βιώνουν τη σεξουαλικότητά τους ως νοητική εμπειρία.

Καθώς η σεξουαλικότητα απαιτεί απ’ αυτούς τον συναισθηματικό αυθορμητισμό και την παραίτηση από τον έλεγχο, στην οποία ανέκαθεν έμαθαν να είναι καχύποπτοι, ο μόνος τρόπος να δουν τη σεξουαλικότητα ως ζήτημα ελέγχου είναι να τη διαχωρίσουν από τη στενή προσωπική επαφή και τη συναισθηματική εγγύτητα. Η αντικειμενοποιημένη γυναίκα στην πορνογραφική απεικόνιση αντιπροσωπεύει όχι τις γυναίκες στην πραγματική τους υπόσταση, αλλά αυτή την πλευρά του αρσενικού εαυτού που παραμένει συνδεδεμένη με συναισθήματα ανάγκης, αδυναμίας και εξάρτησης. Αυτήν την πλευρά που κοινωνικά απαιτείται από τα νεαρά αγόρια να συντρίβουν μέσα τους, ως αντάλλαγμα για το κύρος και την εξουσία που συνοδεύουν την πραγμάτωση της ανδρικής ταυτότητας.

Η πορνογραφία εγγυάται άσκηση ελέγχου χωρίς την απειλή της συναισθηματικής εγγύτητας: Έτσι η πορνογραφική εικόνα γίνεται δομικό στοιχείο του τρόπου που οι άνδρες χτίζουν την πραγματικότητά τους, αντικειμενοποιώντας το μη-αρσενικό, ερωτικoπoιώντας την κοινωνική δύναμη των ανδρών, μεταφέροντας στερεότυπα για την ερωτική έλξη. Η βία ισοδυναμεί με δύναμη: τυλίγεται με μυστήριο και βρίσκει την ενσάρκωσή της σε ένα αντικείμενο ερωτικής έξαψης. Το πορνό μεταχειρίζεται τις γυναίκες ως σεξουαλικά κτήματα των ανδρών, διατηρεί τη διχοτόμηση της παρθένας και της πόρνης, προσθέτovτας τη μισογύνικη διαστρέβλωση ότι μέσα σε κάθε παρθένα κρύβεται μια πόρνη που περιμένει να εκδηλωθεί. Δεν θα ’πρεπε να μας εκπλήσσειότι τα πέη είναι σύμβολα εξουσίας στο πορνό, ούτε ότι οι άνδρες παρουσιάζονται ως ικανοί να κυριαρχούν στις γυναίκες και ότι οι γυναίκες έχουν τους δικούς τους τρόπους αποπλάνησης για να ελέγχουν τους άνδρες. Ούτε ότι οι γυναίκες, όχι μόνο στην πορνογραφία βέβαια, αλλά και στον καθημερινό «έξω κόσμο», αξιολογούνται για τα σώματά τους πρωτίστως παρά για το μυαλό και την ψυχή τους, δηλαδή αξιολογούνται ως φορείς μιας σεξουαλικότητας που ενδιαφέρει (αν είναι «τυχερές»…) ή δεν ενδιαφέρει τους άνδρες, και όχι ως άνθρωποι. Όλα αυτά και πολλά ακόμα είναι παραδείγματα των ίδιων ιδεών και αξιών που διατρέχoυν τις πατριαρχικές κοινωνίες.

Οι πορνογραφικές εικόνες όμως δεν υπάρχουν μέσα σε κοινωνικό κενό.

Η ίδια η υπόσταση της πορνογραφίας συνδέεται με την ικανοποίηση και εκτροφή των ανδρικών σεξουαλικών ορέξεων. Όπως το φαινόμενο του trafficking οριοθετήθηκε ανταποκρινόμενο στις ανδρικές απαιτήσεις να διευρυνθούν οι πορνικές υπηρεσίες για τις δικές τους φαντασιώσεις, το πορνογραφικό υλικό προσφέρει αυτό που οι άνδρες θέλουν να δουν και να ακούσουν, την πιο κολακευτική επιβεβαίωση αυτού που μπορούν να κάνουν ανά πάσα στιγμή εφόσον το θελήσουν. Ένας λόγος για τον οποίο είναι δύσκολο να οριστεί το πορνό είναι πως δεν ξεκινά και δεν τελειώνει στην πόρτα του βίντεο κλαμπ ή του στριπτιζάδικoυ, ούτε στο περίπτερo με τα περιοδικά. Οι ίδιες εικόνες, ιδέες και αξίες διαπερνούν όλη την κοινωνία. Σε μια κοινωνία που είναι πατριαρχική και καταναλωτική, υπάρχει κάτι σαν πορνογραφικό συνεχές. Η πορνογραφία δεν είναι η ρίζα του σεξιστικού Κακού. Είναι μια από τις πολλές σφαίρες όπου βρίσκουμε ενδείξεις σεξισμού και στις οποίες ο σεξισμός αναπαράγεται. Όλη η πορνογραφία υφίσταται γιατί συνδέεται με τη σεξουαλικότητα κάποιου άνδρα, κάπου, κάπως.

Η ίδια η γλώσσα προδίδει το πορνογραφικό συνεχές που διέπει την κοινωνία: «Ο άνδρας γαμάει τη γυναίκα». Υποκείμενο, ρήμα, αντικείμενο. Κάθε αγόρι μεγαλώνει και κοινωνικοποιείται σε έναν κόσμο στον οποίο το σεξ σημαίνει την ηδονή που αντλείται από την κατάκτηση της γυναίκας.

Σ’ αυτά τα συμφραζόμενα, η πορνογραφία αποκαλύπτει τι χρειάζεται ένας άνδρας για να νιώσει αληθινός και ποιες είναι οι συνέπειες των σεξουαλικών χειρισμών του, όχι πια σε εικονικές, αλλά σε αληθινές γυναίκες. Η ανδρική σεξουαλικότητα, δομημένη πάνω στη βία, σωματική και ψυχολογική, στην περιφρόνηση για το θηλυκό κορμί, μέσα από την οποία και στον αντίποδα της οποίας επιτυγχάνεται η απόλυτη αίσθηση ανδρισμού, τα κατοχυρωμένα δικαιώματα ενός άνδρα να εξαναγκάζει στο σεξ, να χρησιμοποιεί το κορμί ενός άλλουατόμου σαν να είναι ένα κομμάτι κρέας, να τραυματίζει και να εξουθενώνει προς χάριν της δικής του ικανοποίησης, είναι εικόνες που, έχοντας βάση σε κοινωνικές δομές, παρελαύνουν σ’ ένα πορνογραφικό υλικό προορισμένο να ερεθίσει. Και τα καταφέρνει γιατί βρίσκει ανταπόκριση σ’ ένα μοντέλο που τρέφεται από τα ίδια ή παρόμοια μοτίβα.

Το πορνό γίνεται απλά το μέσο για να επιβεβαιώσει ένας άνδρας στον εαυτό του και στους άλλους ότι είναι πραγματικός άνδρας, να γίνει αποδεκτός από την ανδρική αδελφότητα συμμετέχοντας στην κοινότητα του ανδρικού βλέμματος που κατευθύνεται προς το σεξουαλικοποιημένο αντικείμενο (οποια/οσδήποτε ή οτιδήποτε κι αν είναι αυτό).

Αν ξεφυλλίσουμε τα σχετικά περιοδικά ή δούμε ένα βίντεο, θα διαπιστώσουμε πως πολλές εικόνες δείχνουν σχετικά επιθετικούς άνδρες που ενδιαφέρονται για τη δική τους ικανοποίηση. Σκοπός μπορεί να είναι η διέγερση του αρσενικού θεατή, αλλά τα περιοδικά είναι γεμάτα και από εικόνες γυναικών που αυνανίζονται, γυναίκες που σπαράζουν από έκσταση στην αγκαλιά του εραστή, γυναίκες που κάνουν έρωτα με άλλες γυναίκες και γυναίκες που υπομονετικά εξηγούν πώς θέλουν να ικανοποιηθούν. Η πορνογραφία εξακολουθεί να διαστρεβλώνει τη γυναικεία σεξουαλικότητα, γιατί αναπαριστά τις ανδρικές εικόνες για τη γυναικεία επιθυμία. Η εικόνα που προβάλλεται πάνω στη γυναίκα μοιάζει ύποπτα με μια εξιδανικευμένη εικόνα της ανδρικής σεξουαλικότητας: Πάντα το θέλουν και το αναζητούν, πάντα έτοιμες γι’ αυτό, και κυρίως: αυτό που θέλουν είναι ο πούτσος. Εικόνα ή πραγματικότητα, στον πορνογραφικό κόσμο έρχονται τα πάνω κάτω. Δεν είναι οι άνδρες τώρα που πρέπει να κυνηγούν, να κάνουν τις κινήσεις που λαχταρούν κάτι που τους στερούν: κάθε δρόμος, κάθε εστιατόριο, κάθε σχολική αίθουσα, κάθε γυμναστήριο, κάθε κρεβατοκάμαρα βρίθουν γυναικών που θέλουν να ξεσκίσουν τα ρούχα ενός άνδρα εδώ και τώρα. Η γυναίκα είναι (γιατί πρέπει να είναι) διαθέσιμη κάθε στιγμή. Άλλωστε ο τρόπος θέασης είναι αρσενικός, όπως κι αν αντιμετωπίζουν οι γυναίκες τη συμμετοχή τους σ’ αυτό το ανδρικό παιχνίδι.

Προκειμένου να σχετιστούν με το αντικειμενοποιημένο γυναικείο σώμα, οι άνδρες πρέπει να αντικειμενοποιήσουν και τα δικά τους σώματα. Το αναγκαίο συμπέρασμα στον πορνογραφικό μύθο της άμεσης διαθεσιμότητας των γυναικών είναι ο μύθος της διαρκούς ετοιμότητας των ανδρών.

Το σκληρό σαν βράχος πέος αντιπροσωπεύει τη συνύπαρξη δύναμης και επιθυμίας. Η επιθυμία εξισώνεται μεν με τη δύναμη, αλλά μόνο με ένα συγκεκριμένο είδος της: τη δύναμη να εξουσιάζεις, να βιάζεις, να ελέγχεις. Η παρακολούθηση πορνογραφίας είναι ένας παθητικός εορτασμός μιας ορισμένης ενεργητικής ανδρικής δύναμης και ως τέτοια συμβάλλει στην εδραίωση του ορισμού του ανδρισμού. Γι’ άλλη μια φορά βλέπουμε τη συνέχεια ανάμεσα στις δομές της γυναικείας καταπίεσης και της συγκρότησης της ανδρικής ταυτότητας.

H ίδια η διαδικασία παρακολούθησης πορνογραφικού υλικού δεν είναι τυχαία, καθώς με τη σειρά της απαγορεύει την παραμικρή σκέψη κι ευαισθησία πάνω στο υλικό που καταναλώνεται. Η ίδια η δομή του υλικού αυτού δηλαδή υπαγορεύει τον τρόπο με τον οποίο θα ειδωθεί. Η πορνογραφία παρακολουθείται συνήθως σε σύντομες δόσεις με στόχο την επίτευξη αυτού που θεωρείται σεξουαλική εκτόνωση/ικανοποίηση. Αποτελεί δηλαδή έναν διοργανωτή-συντονιστή του αυνανισμού. Προφανώς, συχνά πολλοί άνδρες δεν βλέπουν ολόκληρη μια πορνογραφική ταινία – κι αν ναι, τότε με κατάχρηση του κουμπιού “fast-forward”. Βλέποντας την πορνογραφική ταινία μ’ αυτόν τον αποσπασματικό κι επιλεκτικό τρόπο, η σεξουαλική ηδονή κυριαρχεί στην κατανάλωση του υλικού, επομένως δυσκολεύεται κανείς να αντιληφθεί τι κρύβεται πίσω από τη στύση του (ακόμα κι αν ήθελε δηλαδή να το αντιληφθεί…). Αν όμως αναγκαστεί κανείς να δει πολλές ταινίες, αμέτρητες, τη μία μετά την άλλη, τοποθετείται σε έναν εξαντλητικό μαραθώνιο όπου η ηδονή του σιγά σιγά έχει κορεστεί και το πάλαι ποτέ αχόρταγο βλέμμα του κουράζεται. Τότε η υποβόσκουσα ιδεολογία της πορνογραφίας αρχίζει να αποκαλύπτεται. Αφού ξεπεραστεί το όριο σεξουαλικής αντοχής του μαραθωνοδρόμου αυνανιστή, δύσκολα πια αυτός μπορεί να παραβλέψει τον συμπυκνωμένο μισογυνισμό και την υπόγεια (αν και συχνά, όχι και τόσο υπόγεια…) βία που διέπει πολλές από τις mainstreamπορνογραφικές ταινίες. Σιγά σιγά ο εξαντλημένος και καθηλωμένος θεατής, πρώην αυνανιστής, ίσως αρχίσει να βιώνει μια συμπόνια για τη γυναίκα-πρωταγωνίστρια της ταινίας, που ταπεινώνεται π.χ. καταπίνοντας το σπέρμα πλείστων ανδρών που διαδοχικά εκσπερματώνουν μέσα στο στόμα της ο ένας μετά τον άλλο, ή που δέχεται διείσδυση σε τρία σημεία του σώματός της ταυτόχρονα, και άλλες τέτοιες «ερωτικές σκηνές» που απευθύνονται στον καυλωμένο χρήστη του υλικού.

Η συμπόνια που προαναφέρθηκε, ουσιαστικά είναι ο εφιάλτης του παραγωγού της ταινίας, εφόσον το (ανδρικό στην πλειοψηφία του) κοινό θα ’πρεπε να ταυτιστεί με τους άνδρες της ταινίας, όχι με τις γυναίκες. Αν ένας άνδρας αναρωτηθεί «Μα αρέσει σε μια γυναίκα να δέχεται διείσδυση από τρεις άνδρες ταυτόχρονα;», το παιχνίδι της πορνογραφίας έχει τελειώσει. Για να λειτουργήσει επιτυχώς όλο αυτό, οι γυναίκες πρέπει να παραμείνουν υπάνθρωποι. Αν μια γυναίκαστην πορνογραφία κατά λάθος εμφανιστεί ως κάτι παραπάνω από «υποδοχέας πούτσων» (με τα λόγια του Max Hardcore, παραγωγού ακραίων πορνογραφικών ταινιών), τότε οι άνδρες που αναζητούν ηδονή ίσως αρχίσουν να αναρωτιούνται πώς να αισθάνεται πραγματικά η γυναίκα που συμμετέχει στη σκηνή – ο άνθρωπος που είναι αυτή η γυναίκα.

Η πορνογραφία αποκαλύπτει στη σεξουαλικότητα των ανδρών για τους οποίους παράγεται μια εμμονή στην καταπίεση και τον εξαναγκασμό προκειμένου να υπάρξει ερεθισμός, ερωτικοποιημένο ρατσιστικό μίσος, φετιχoπoiηση της στύσης και αφοσίωση στη διείσδυση, μια εμμονή στη διαπροσωπική διαφορά εξουσίας και μια ερωτικοποιημένη δέσμευση για βία – και μέσα απ’ όλα αυτά μια χυδαία προσπάθεια επιβολής του ανδρισμού πάνω και ενάντια στις γυναίκες. Οι μόνες όψεις της ανδρικής σεξουαλικότητας που δεν μπορούν να παρατηρηθούν μελετώντας την πορνογραφία είναι αυτέςπου δεν έχουν αλλοτριωθεί κοινωνικά για να ανταποκρίνονται στην πορνογραφία, όποιες κι αν είναι αυτές οι παραλλαγές. Πέρα από αυτό όμως, η πορνογραφία είναι σχεδόν το πιο αξιόπιστο στοιχείο που έχουμε για την ανδρική ταυτότητα και τη σεξουαλικότητα που αυτή συνεπάγεται.

Παρακολουθήσαμε συνοπτικά πώς δομήθηκε διιστορικά το κυρίαρχο μοντέλο σεξουαλικότητας, το οποίο, με όλες τις παραλλαγές του, στην ουσία δεν αμφισβητήθηκε ποτέ ριζικά. Διαπιστώσαμε κάποιες από τις στερεότυπες εμφανίσεις του ανδρισμού που εκκινούν από το πεδίο της σεξουαλικότητας αλλά προφανώς δεν αφορούν μόνο αυτό. Τα πράγματα στον τομέα αυτόν θεωρούνται συγκεχυμένα όσο αποφεύγεται η πολιτική τους ανάγνωση. Η δομική τους υπόσταση αγνοείται, εφόσον όλα κρίνονται μερικά και σε επίπεδο αποσπασματικών συμπεριφορών. Είναι έργο μιας ευρύτερης εργασίας να αναζητηθούν οι σύγχρονες εκδοχές ανδρισμού και θηλυκότητας, οι μορφές και τα περιεχόμενα τους, μιας εργασίας που θα αποδομήσει το προσωπικό και το πολιτικό μαζί με τις ταυτότητες φύλου και τις σεξουαλικές μας ταυτότητες.

—————————————————–

1 Στον σουηδικό ποινικό κώδικα του 1734 αναφέρεται για πρώτη φορά η κατηγορία του «σοδομισμού» και των «ανάρμοστων πράξεων», για τις οποίες προβλέπεται θανατική ποινή δι’ αποκεφαλισμού.

2 Foucault και φεμινιστική κριτική: Σε γενικές γραμμές το συνολικό έργο του Foucault, παρά τις διάφορες φεμινιστικές κριτικές που δέχτηκε, προώθησε τη φεμινιστική θεωρία, καθώς στη βάση της φουκωικής έννοιας της εξουσίας ως αντικειμένου άσκησης παρά κατοχής, ως εξουσίας που διαχέεται μέσα σε όλο το κοινωνικό σώμα παρά εκπορεύεται από πάνω προς τα κάτω, και ως παραγωγικής παρά καταπιεστικής, διάφορες φεμινιστικές τάσεις αμφισβήτησαν μια αποτίμηση των έμφυλων σχέσεων που επικεντρωνόταν στο δίπολο κυριαρχία / υποταγή και μετατόπισαν το κέντρο βάρους τους προς μια ανάλυση που να περιλαμβάνει περισσότερες αποχρώσεις όσον αφορά το ρόλο της εξουσίας στη ζωή των γυναικών, εξερευνώντας τους περίπλοκους τρόπους με τους οποίους οι γυναικείες εμπειρίες, η γυναικεία αυτοσυνείδηση, συμπεριφορά και ικανότητες κατασκευάζονται μέσα σε και από σχέσεις εξουσίας, και καταδείχνοντας συγκεκριμένες μορφές έμφυλων σχέσεων εξουσίας σε μικροπολιτικό επίπεδο, με στόχο να διακρίνουν συγκεκριμένες δυνατότητες αντίστασης και κοινωνικής αλλαγής.

Κάποιες φεμινίστριες είδαν στον ισχυρισμό του Foucault ότι το σώμα είναι το κυριότερο πεδίο δράσης της εξουσίας στη σύγχρονη κοινωνία, μια αφετηρία για την ανάλυση του κοινωνικού ελέγχου των γυναικών μέσω των σωμάτων και της σεξουαλικότητάς τους. Εκκινώντας από την φουκωική αμφισβήτηση της αμετάβλητης φύσης και τη σχετικιστική αντίληψη για την αλήθεια, οι φεμινίστριες επιδίωξαν να δημιουργήσουν έναν θεωρητικό χώρο για να εκφραστούν απόψεις, πολιτικές προοπτικές και συμφέροντα υποκειμένων έως τότε περιθωριοποιημένων, αποφεύγοντας τις γενικεύσεις των δυτικών, λευκών, ετεροσεξουαλικών, μεσοαστικών φεμινισμών.

Τέλος, η θεωρία του Foucault για τη σύγχρονη εξουσία καθίσταται προβληματική καθ’ όσον υποβιβάζει τα άτομα σε «πειθήνια σώματα» αντί να τα αναγνωρίζει ως υποκείμενα ικανά να αντισταθούν στην εξουσία. Ο ολοκληρωτισμός της αντίληψης του Foucault για το υποκείμενο ως αποτέλεσμα της εξουσίας έχει δεχτεί ποικίλες κριτικές, γιατί αρνείται το απελευθερωμένο υποκείμενο και, από μια φεμινιστική οπτική, καταδικάζει τις γυναίκες σε συνεχή καταπίεση. Η Nancy Hartsock αναφέρει: «Γιατί ακριβώς τη στιγμή που τόσες πολλές από εμάς που έως τώρα σιωπούσαμε, αρχίσαμε να απαιτούμε το δικαίωμα να κατονομάζουμε τον εαυτό μας και να ενεργούμε ως υποκείμενα αντί γα αντικείμενα της ιστορίας, τότε ακριβώς η έννοια της υποκειμενικότητας γίνεται προβληματική;».

3Ένα από τα πιο γνωστά που μεταφράστηκαν στην Ελλάδα είναι το «Τέλος της ντροπής» της Αnja Meylenbelt.

Αναδημοσίευση από: http://ek-fyles.blogspot.gr/2007/11/blog-post_1415.html

 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΚΟΥΛΙΩΝΗ: Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΚΟΜΑ … ΤΡΟΜΑΖΕΙ

Δύο χρόνια έχουν περάσει από τον ύποπτο θάνατο της Κατερίνας Γκουλιώνη, της 41χρονης κρατούμενης που πρωτοστάτησε στον αγώνα για κατάργηση της κολπικής έρευνας και βελτίωση των συνθηκών κράτησης στις γυναικείες φυλακές. Σήμερα οι κολπικοί έλεγχοι έχουν καταργηθεί, τα περισσότερα προβλήματα όμως παραμένουν, καθώς οι γυναικείες φυλακές εξακολουθούν να αποτελούν άντρο αυθαιρεσίας και καταπάτησης των δικαιωμάτων των κρατουμένων.
Η Κατερίνα Γκουλιώνη, απεξαρτημένη, μητέρα και κρατούμενη για κατοχή ναρκωτικών στις γυναικείες φυλακές Θήβας, βρέθηκε νεκρή τις 19 Μαρτίου του 2009 στο πλοίο που την μετέφερε προς τις φυλακές της Κρήτης. Βρέθηκε πισθάγκωνα δεμένη και με αίματα στο πρόσωπό της, χωρίς  να εξακριβωθεί ποτέ τι συνέβη. Λίγο καιρό πριν το θάνατό της είχε συντάξει μία συγκλονιστική επιστολή-καταγγελία για την κακομεταχείριση των γυναικών στις ελληνικές φυλακές και ιδιαίτερα για το μεγάλο θέμα της κολπικής εξέτασης.Ο θάνατος της Γκουλιώνη έφερε στο προσκήνιο τις άθλιες συνθήκες κράτησης στις γυναικείες φυλακές και συνέβαλε στη σημαντικότερη έκτοτε κατάκτηση των γυναικών κρατουμένων: την απαγόρευση της ενδοσωματικής έρευνας. Πλέον, κολπικός έλεγχος θα γίνεται μόνο εάν υπάρχει εύλογη αιτία, μετά από εντολή του αρμόδιου δικαστικού λειτουργού και μόνον από γιατρό. «Δεν έχουμε πια τέτοιες καταγγελίες, κάτι που αποτελεί και τιμή στη μνήμη της Κατερίνας, που πρωτοστάτησε σε αυτόν τον αγώνα. Το θεωρούμε πολύ σημαντικό αυτό», δηλώνει στο tvxs ο Πάνος Λάμπρου, από την Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων.

Ωστόσο, δύο χρόνια μετά το θάνατο της Γκουλιώνη, τα κύρια προβλήματα των γυναικείων φυλακών παραμένουν ίδια, σύμφωνα με τον κ. Λάμπρου. Καταρχάς, οι κρατούμενες λαμβάνουν σπάνια άδειες και πάντα για λιγότερες ημέρες από όσες δικαιούνται, χωρίς αιτιολογία. Η ανισοτιμία επεκτείνεται και στο θέμα των αγροτικών φυλακών, καθώς οι γυναίκες κρατούμενες δε διαθέτουν αυτήν την προοπτική. Επιπλέον, οι ανήλικες κρατούμενες στεγάζονται στις φυλακές της Θήβας μαζί με τις ενήλικες, κάτι πρωτάκουστο στο σωφρονιστικό σύστημα, ενώ πουθενά δεν υπάρχει μέριμνα για τις ιδιαίτερες ανάγκες υγιεινής των γυναικών (σερβιέτες, καθαριότητα).

Φυσικά οι γυναικείες φυλακές αντιμετωπίζουν και προβλήματα που πλήττουν ολόκληρο το ελληνικό σωφρονιστικό σύστημα, όπως ο υπερπληθυσμός, τα ναρκωτικά, η χορήγηση ψυχοφαρμάκων, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η αυθαιρεσία αποτελεί το βασικό πρόβλημα του συστήματος, καθώς σε πολλά ιδρύματα ο νόμος χάνει την ισχύ του όταν ο έλεγχος περνά στα χέρια των σωφρονιστικών υπαλλήλων. «Ο σωφρονιστικός μας κώδικας δεν είναι κακός, στην πραγματικότητα είναι ένας από τους καλύτερους της Ευρώπης. Ωστόσο, δεν τον εφαρμόζουμε», δηλώνει ο κ. Λάμπρου, προσθέτοντας ότι οι αλλαγές στο σωφρονιστικό σύστημα, ακόμα και όταν κατοχυρώνονται νομικά, γίνονται πολύ αργά.

Παράδειγμα αυτού αποτελεί η πρόσφατη κατάργηση του μεγαλύτερου μέρους των πειθαρχικών ποινών, οι οποίες αποτελούσαν τροχοπέδη για τη χορήγηση αδειών και αναστολών. Αυτή επιτεύχθηκε μετά από μαζική απεργία πείνας σε σχεδόν όλες  της φυλακές της χώρας. «Πρόκειται για πολύ σημαντική κατάκτηση, δυστυχώς όμως έχουμε περιστατικά όπου, αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου, φτάνουν στα χέρια μας απορρίψεις αδειών με αιτιολογικό το πειθαρχικό. Αυτό είναι προκλητικό από μέρους των διευθύνσεων των φυλακών, το κάνουν για να αποδείξουν ότι είναι κράτος εν κράτει», δηλώνει ο κ. Λάμπρου.
πηγή : http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1007568

Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ

Είμαι 41 ετών σήμερα, εξαρτημένη από την ηρωίνη από τα 17 μου. Τόσα χρόνια αρρώστια και εξάρτηση από μία ουσία που αν δεν την είχα δε θα μπορούσα να είμαι όρθια για να δύναμαι να εργαστώ, για να μπορέσω να ζήσω…

Τον χειρότερο εφιάλτη, όμως, που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν αυτονόητο συνεπακόλουθο της εξάρτησης, δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι θα τον ζήσω έτσι όπως τον ζω και όπως καθημερινώς απειλούμαι ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να υποστώ.

Αυτό το «αυτονόητο συνεπακόλουθο της εξάρτησης», λοιπόν, είναι η φυλάκιση η οποία, ουσιαστικά σημαίνει την αιχμαλωσία  και την ομηρία μου από τους δεσμοφύλακες που ελέγχουν κι επεμβαίνουν ακόμη και στα γεννητικά μου όργανα και στ’ απόκρυφα σημεία του σώματός μου.

Όποτε μπαίνω στη φυλακή είτε γιατί εισάγομαι πρώτη φορά είτε γιατί επιστρέφω από δικαστήριο είτε γιατί  πήγα νοσοκομείο δέχομαι την εξής επίθεση, η οποία ονομάζεται «έρευνα»:

Η δεσμοφύλακας με υποχρεώνει να βγάλω όλα μου τα ρούχα, με βάζει να σκύψω, ν’ ανοίξω τους γλουτούς, να βήξω και παρατηρεί τον πρωκτό μου. Πολλές φορές βρίσκει ευκαιρία να παρατηρήσει γυμνό σώμα και με κοιτάει καλά καλά, μου φέρεται προσβλητικά, ειρωνικά,
θρασύτατα, σα να’ μαι το τελευταίο σκουπίδι.

Μετά μου δίνουν άλλα ρούχα, από την αποθήκη  τους, παράτερα και εξευτελιστικά, μου παίρνουν το σουτιέν γιατί, λέει, «απαγορεύεται» να το φοράω στην απομόνωση γιατί λέει, δήθεν μπορεί να…αυτοκτονήσω μ’ αυτό, μου δίνουν παπούτσια μεγαλύτερο μέγεθος απ’ το δικό μου και περπατάω σαν παλιάτσος και με οδηγούν στο φαρμακείο. Εκεί, με βάζουν να καθίσω σε γυναικολογική καρέκλα και η δεσμοφύλακας βάζει το δάχτυλό της στο αιδοίο μου μέσα στον κόλπο. Στην συνέχεια υποχρεούμαι να ουρήσω μπροστά στην δεσμοφύλακα για να κάνουν το ναρκωτέστ.

Μια φορά, στο χαρτί που ήταν τοποθετημένο στην γυναικολογική καρέκλα όπου μ’ έβαλαν να κάτσω είδα μία τρίχα από προηγούμενη ερευνηθείσα. Η αποστείρωση στα εργαλεία τους είναι κάτι που ενίοτε θυμούνται. Σε άλλες βάζουν διαστολείς και σκουριασμένους, πολλές φορές, τους βάζουν το δάχτυλό τους και συγχρόνως πιέζουν προς τον ορθό ή και από επάνω στη βουβωνική χώρα  σε σημείο που η κρατούμενη να πονάει. Τα ειρωνικά σχόλια και τα σόκιν «αστειάκια» των δεσμοφυλάκων δεν λείπουν από το «ρεπερτόριό» τους…

Προσφάτως που αρνήθηκα την κολπική έρευνα και από τον γυναικολόγο, διότι ανεξαρτήτου μορφώσεως, ειδικεύσεως και μορφωτικού επιπέδου το να σου χώνει ο καθείς τα δάχτυλά του είναι τουλάχιστον «απρεπές», θα έλεγα, και ζητούσα υπερηχογράφημα, με απείλησαν ότι θα με δέσουν όλη νύχτα με τη χειροπέδα στο κάγκελο και αυτή την απειλή συγκεκριμένα την ξεστόμισε η δεσμοφύλακας που τελεί χρέη…νοσοκόμας στο Κατάστημα Κράτησης Γυναικών Ελεώνα Θηβών (Κ.Κ.Γ.Ε.Θ.) Γκαβάνα Στέλα παρουσία της υπαρχιφύλακα Σαμπάνη Σωτηρίας, μου είπε πως αφού είμαι κρατούμενη πρέπει να δεχτώ την κολπική κι αυτή που δεν είναι, είναι «άλλο πράμα». Εν ολίγοις αυτό που μου είπαν και λένε είναι ότι αφού είμαι κρατούμενη πρέπει να μου κάνουν ότι θέλουν και να μην αντιδράω.

Με οδήγησαν στην υποδιευθύντρια Καφρίτσα Αγλαϊα, η οποία μου είπε πως αφού αρνούμαι την κολπική έρευνα ότι βρεθεί από ναρκωτικά στην φυλακή θα το χρεώσει σ’ εμένα και πως θα με κρατήσει πολλές ημέρες στην απομόνωση.
Όταν της ζήτησα να μου κάνει υπερηχογράφημα διότι δεν αντέχω άλλο αυτόν τον βιασμό της κολπικής μου είπε πως δεν έχει αυτή τη δυνατότητα. Της απάντησα ότι δεν είμαι υποχρεωμένη να πληρώνω εγώ τη δική τους ανεπάρκεια και με οδήγησαν στην απομόνωση όπου ούτως ή άλλως θα με οδηγούσαν, κάνοντας κολπική ή μη.

Στην απομόνωση με έκλεισαν σ’ εάν κελί όπου έπρεπε να χτυπάω το κουδούνι για να’ ρθει η δεσμοφύλακας να μου ανοίξει να πάω στην μία τουαλέτα που είναι κοινή για όλες τις κρατούμενες στον χώρο αυτόν και παρακολουθούμενη από κάμερα.

Την ώρα της αφόδευσης σε παρακολουθεί η δεσμοφύλακας από την κάμερα κι όταν δει τα περιττώματά σου τότε της ζητάς την άδεια να τραβήξεις καζανάκι.

Εκτός του ότι είμαι αναγκασμένη να κάνω την ανάγκη μου μπροστά σε δεσμοφύλακα είμαι υποχρεωμένη να κάνω 8 αφοδεύσεις για να με βγάλουν από την απομόνωση αλλά κι αυτό, πάλι,
εξαρτάται από τις διαθέσεις τους.

Οι περισσότερες κρατούμενες αναγκάζονται να παίρνουν καθαρτικό για να επιτύχουν αυτές τις κενώσεις και αρκετές φορές είτε δεν έρχεται η δεσμοφύλακας να τους ανοίξει την πόρτα είτε είναι άλλη κρατούμενη στην τουαλέτα και στην κυριολεξία ενεργούνται επάνω τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιες δεσμοφύλακες τις εξευτελίζουν γιατί ενεργήθηκαν επάνω τους ή τους λένε απειλητικά ότι «εδώ είναι Θήβα και το κουδούνι για να πας τουαλέτα θα το χτυπάς όταν έχεις μεγάλη ανάγκη», την οποιά «μεγάλη ανάγκη» την κρίνει η δεσμοφύλακας ή της λένε με δυσφορία «πάλι τουαλέτα θέλεις;» και άλαλ τέτοια με ανείπωτη απανθρωπιά και σαδισμό.

Μου έχει συμβεί να μη μου ανοίγει η δεσμοφύλακας την πόρτα του κελιού για να πάω στην τουαλέτα και ανγκαζόμουν να ουρώ σε πλαστικό μπουκάλι νερού και αργότερα να έχω πρόβλημα με το έντερό μου από την συγκράτηση των κοπράνων. Στο τέλος, έφτασα στο σημείο να κλωτσάω την πόρτα του κελιού για να μου ανοίξει, να μου φέρεται προκλητικά και υποτιμητικά και επειδή την αποκάλεσα «κότα» έγραψε μία ψευδή αναφορά (η κα Δανιηλίδου Χαρίκλεια ει΄ναι η εν λόγω δεσμοφύλακας) σε συνεργασία με τον αρχιφύλακα Γαλάνη Ιωάννη που ήταν υπηρεσία εκείνη την ημέρα και σε αυτόν αναφερόταν η κα Δανιηλίδου, με πέρασα πειθαρχικό κι ο υποτελής σε αυτούς, εισαγγελέας Πρασσάς Γεώργιος με τιμώρησε με πειθαρχική ποινή εγκλεισμού σε κελί της απομόνωσης για πέντε μέρες με, επιπροσθέτως παράνομη, στέρηση καφέ, τσιγάρου και τηλεφώνου.

Πειθαρχικό το οποίο παραγράφεται σε δυο χρόνια πράγμα που σημαίνει πως εκτός του μαρτυρίου που υπέστην δεν θα αποφυλακισθώ με υφ’ όρων απόλυση, δεν θα πάρω άδεια και οι άρρωστοι γονείς μου και η 21χρονη κόρη μου θα περιμένουν πολύ για να με δουν και να τους στηρίξω.

Όλα αυτά συνέβησαν στη γυναικεία φυλακή Κορυδαλλού, αλλά αυτοί οι κύριοι υπηρετούν σήμερα στη Θήβα όπως και ο αρχιφυλακεύων Κοράκης Παναγιώτης, ο οποίος στην εδώ απομόνωση της Θήβας μου είπε πως παρ’ όλες τις 8 κενώσεις κλπ δικαιούται «βάσει του εσωτερικού κανονισμού» να με κρατήσει έξι ημέρες στην απομόνωση. Ο εσωτερικός κανονισμός δεν γράφει κάτι τέτοιο, αντίθετα λέει πως η τριήμερη κράτηση στην απομόνωση γίνεται μ’ εντολή εισαγγελέα και παρατείνεται εφόσον έχουν βρεθεί απαγορευμένες ουσίες στο σώμα του κρατούμενου και δεν μπορούν να αφαιρεθούν…

Μπάνιο δεν μπορείς να κάνεις στην απομόνωση –ειδικό χώρο κράτησης τον ονομάζουν λες και αλλάζοντας όνομα σε κάτι παύει και η φρίκη- γιατί όταν τύχει να έχει ζεστό νερό δεν είναι εκεί η δεσμοφύλακας και όταν είναι εκεί μπορεί να σε βγάλει από το κελί για να κάνεις μπάνιο, το νερό να είναι κρύο και να επιμένει πως είναι ζεστό βγάζοντάς σε τρελή.

Όταν και αν κάνεις μπάνιο σε παρατηρεί. Έτσι, μένουμε χωρίς μπάνιο για 7 μέρες και άνω. Καφέ, νερό υποχρεούσαι να παραγγείλεις μόνο από το καφενείο της φυλακής το οποίο λειτουργεί για τους δεσμοφύλακες και δουλεύουν σε αυτό κρατούμενες. Την τελευταία φορά που κρατήθηκα στην απομόνωση πλήρωσα 20 ευρώ στο καφενείο. Με αυτά τα χρήματα μπορούσα να περάσω περίπου είκοσι μέρες αγοράζοντας καφέ, ζάχαρη κλπ ενώ τα πλήρωσα μέσα σε πέντε μέρες. Αλλά εδώ η διαχείριση των χρημάτων μας εξαρτάται από τις ορέξεις της υπηρεσίας του Κ.Κ.Γ.Ε.Θ.

Όταν λοιπόν, αποφασίσουν οι ασύδοτοι βασανιστές μας να μας βγάλουν από την απομόνωση πρέπει να περάσουμε το ίδιο μαρτύριο της σωματικής έρευνας και της κολπικής εισβολής. Αυτό το ίδιο μαρτύριοι της έρευνας μπορεί ανά πάσα στιγμή να μου το κάνουν και στο θάλαμο, όπου μένω, όταν υπάρχει υπόνοια για ύπαρξη απαγορευμένων ουσιών. Μπαίνουν μέσα στο θάλαμο, μας ξυπνάνε, μας κάνουν σωματική και κολπική έρευνα, μας βγάζουν έξω από τον θάλαμο και ανακατεύουν όλα μας τα πράγματα πετώντας τα κάτω. Μετά χάνουμε πράγματα μας γιατί τα πετάνε ή τα παίρνουν και πρέπει να τακτοποιήσουμε ολόκληρο το θάλαμο για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε…

Κάποτε ήμουν άνθρωπος με όνειρα, με όρεξη για μάθηση, με κερδοφόρα επιχείρηση, με όρεξη για δημιουργία.
Σήμερα, όλος αυτός ο πόνος, η κακοποίηση, ο βιασμό του σώματος και της ψυχής που έχω υποστεί με κάνουν να ονειρεύομαι πως τους σκοτώνω όλους αυτούς που πληρώνονται για να βασανίζουν αδύναμους ανθρώπους.

Σφίγγοντας τα δόντια σιγοψιθυρίζω «και για το πείσμα σας, γουρούνια, θα αντέχω» ελπίζοντας να έρθει κάποια μέρα που θα σταμτήσουν να απλώνουν τα βρώμικα, διεστραμμένα χέρια τοςυ επάνω σε αδύναμους ανθρώπους. Το ξέρω πως ο κόσμος δεν αλλάζει, ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΕΤΑΙ, όμως, φτάνει να μην αδιαφορούμε.

Ποτέ δεν πρόκειται να ξεπεράσω
τα όσα υπέστην και υπόκειμαι μεσα στη φυλακή.

Γκουλιώνη Κατερίνα

πηγή: http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1007568