_________________________
Παρουσίαση της ομάδας
Η Κίνηση συγκροτήθηκε στις αρχές του χειμώνα του 2006, ως «Κίνηση για την Υγεία και την περίθαλψη στη Χαλκίδα», με αφορμή την υπόθεση του κοινοτικού αγώνα γύρω από το Κέντρο υγείας στο Ζαγκλιβέρι Θεσσαλονίκης. Στόχος μας ήταν η συμπαράσταση/αλληλεγγύη στον αγώνα των γιατρών και των επιτροπών κατοίκων ενάντια στις μεθοδευμένες από το κράτος διώξεις τους και υπέρ της κοινοτικής κατάστασης που δημιούργησαν οι επιτροπές στο Ζαγκλιβέρι και στα γύρω χωριά. Από κει και πέρα, σε ένα δεύτερο επίπεδο σκεφθήκαμε γύρω από τη βιωσιμότητα της Κίνησης και αποφασίσαμε να κινηθούμε με τρόπο κριτικό απέναντι στο κατεστημένο σύστημα υγείας και ιδιαίτερα γύρω από την ιατρική, τη χειραγώγηση της από τις φαρμακοβιομηχανίες και ενάντια στην ιδεολογία του επιστημονισμού που εδραιώνει την εξουσία των ειδικών ως διαχωρισμένης εξουσίας μέσα στην κοινωνία. Για μας, το θέμα δεν είναι επιστημονικό αλλά βαθιά πολιτικό. Ποιος πρέπει δηλαδή να αποφασίζει για τη ζωή μας. Γι’ αυτό αλλάξαμε και το όνομα της Κίνησης σε «Κίνηση για την Επανοικειοποίηση της Υγείας» ώστε να δηλώνει καλύτερα τις προθέσεις μας.
Η Κίνηση δεν αποτελεί ιδεολογική ομάδα, δεν σχετίζεται με κανένα κόμμα, σωματείο, δημοτική ή συνδικαλιστική παράταξη ή με κάποια άλλης μορφής ιεραρχική οργάνωση, όπως επίσης δεν έχει σχέση με οικονομικές ή άλλες επαγγελματικές δραστηριότητες. Τα μέλη της Κίνησης προερχόμαστε από διαφορετικούς ιδεολογικοπολιτικούς χώρους, από διαφορετικές επαγγελματικές ασχολίες, οπότε μπορούμε να πούμε ότι μια κατακτημένη βάση μέχρι στιγμής είναι ο πλουραλισμός και η ανάδειξη της διαφορετικότητας, ενώ συμφωνούμε στην προσπάθεια για την ενεργό συμμετοχή όλων των πολιτών για τα θέματα που αφορούν τη ζωή τους. Κατά τη διάρκεια της περσινής χρονιάς η Κίνηση λειτούργησε κυρίως ως ομάδα αυτομόρφωσης των ατόμων που την απαρτίζουν με βασικό βιβλίο μελέτης το «Ιατρική Νέμεση, Περιορισμοί στην Ιατρική-η Απαλλοτρίωση της Υγείας» του Ιβάν Ίλιτς, ενός από τους σημαντικότερους κριτικούς της βιομηχανικής κοινωνίας. Οι συναντήσεις μας γίνονταν στο εργατικό κέντρο σε εβδομαδιαία βάση, όπου συζητούσαμε και προβληματιζόμασταν γύρω από τα ζητήματα της υγείας και της ασθένειας και τον τρόπο με τον οποίο τις διαχειρίζεται θεσμικά η Ιατρική. Έχουμε θέσει ως στόχο μας το άνοιγμα ενός δημόσιου διαλόγου, την αντιπληροφόρηση, τη διάχυση της γνώσης μέσα στην κοινωνία, την αλλαγή της στάσης μας έστω και με μικρές πράξεις.
• Είναι πολύ δύσκολο να μιλήσεις για θέματα όπως η ιατρική, η ασθένεια και η υγεία. Η κριτική όσο εύστοχη και να είναι, χωλαίνει όταν βρίσκεται μπροστά σε σοβαρά ερωτήματα που έχουν να κάνουν με την ποιότητα ζωής και το θάνατο. Ό πόνος, ο θάνατος, τα γηρατειά, η αγωνία αποτελούν σημαντικές πτυχές της ανθρωπινότητας. Όμως οι άνθρωποι σπάνια μιλάνε άμεσα και ανοιχτά για αυτά τα θέματα, όπως ακριβώς δεν μιλάνε και για τόσα άλλα. Η μηντιακή φλυαρία και οι αλήθειες των κάθε ειδικών επιστημόνων και μη μονοπωλούν το δημόσιο χώρο.
• Τα ερωτήματα που προκύπτουν έχουν πολιτική και κοινωνική χροιά.
Ποιος πρέπει να διαχειρίζεται σοβαρές ανθρώπινες καταστάσεις όπως ο πόνος, ο θάνατος και η αγωνία; Ποια είναι τα μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν; Τι σχέσεις και τι βάθος υποδομών απαιτούνται; Τι είναι παθολογικό και τι φυσιολογικό; Ποιες είναι οι ιδέες και ποια η ηθική πίσω απ’ όλα αυτά;
Η ασθένεια: δείκτης της αντιπαλότητας του ατόμου με έναν κόσμο εχθρικό
Η υγεία ως παθογενής παράγοντας
Η έννοια της αρρώστιας και της υγείας μεταβάλλεται στις διαφορετικές ιστορικές και πολιτισμικές συνθήκες. Το μεσαίωνα, η αρρώστια αποτελεί συνέπεια της αμαρτίας. Μιας και ο θεός είναι ο απόλυτος ρυθμιστής των πάντων στη ζωή και το θάνατο, αρρώστια είναι η τιμωρία που αυτός επιβάλλει στον αμαρτωλό. Τη διαχείριση της αρρώστιας αναλαμβάνει η εκκλησία αναγνωρίζοντας τη σημασία της πάνω στον έλεγχο των ανθρώπων και των κοινωνιών. Οι θεραπείες της εποχής περιλαμβάνουν προσευχές, νηστείες, μετάνοιες και εξορκισμούς. Ήδη όμως από εκείνη την εποχή σε κάποιες πόλεις του δυτικού κόσμου η ιατρική αρχίζει να αναπτύσσεται ως ένα καινούργιο γνωστικό πεδίο με αντικείμενο τη λειτουργία του σώματος και την αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών του. Η εποχή των μεγάλων λιμών ( πανούκλα, χολέρα, λέπρα κλπ.) στην ευρωπαϊκή ήπειρο που θα εξολοθρεύσει περίπου το 1/3 του πληθυσμού αποτελεί ένα σημείο τομής στην αντιμετώπιση της αρρώστιας. Η πολιτική εξουσία αναλαμβάνει τη διαχείριση μιας κατάστασης που μέχρι τότε ήταν στα χέρια της εκκλησίας θέτοντας σε καραντίνα ολόκληρους πληθυσμούς που υποτίθεται ότι ευθύνονταν για τις επιδημίες. Το 1660 θα φτιαχτεί η πρώτη κλινική σε ευρωπαϊκή πόλη φέρνοντας μια μεγάλη ανατροπή. Από εδώ και πέρα ο άρρωστος θα ανήκει στο περιβάλλον της θεραπείας και των ειδικών της.
Ζούμε μέσα σε ένα ρυπογόνο, νοσηρό περιβάλλον που παράγει ασθένειες. Διαχωρισμένοι, αποκομμένοι, αποξενωμένοι, έχουμε χάσει στην ουσία τον έλεγχο των σωμάτων και της ζωής μας και τον έχουμε παραχωρήσει στους ιατρικούς θεσμούς που αποφασίζουν για μας. Η αναζήτηση της υγείας σε ατομικό επίπεδο δεν οδηγεί πουθενά, αν δεν καταπολεμηθούν οι αιτίες γενικευμένης αρρώστιας, δηλαδή όλες αυτές οι εξωγενείς βλαπτικότητες.
Ο εχθρικός κόσμος είναι ο καπιταλιστικός κόσμος, και η γενικότερη συνθήκη ζωής. Ένα ολόκληρο σύμπαν προσταγών, καταναγκασμών, ιδεολογιών, ηθικής και απαγορεύσεων που επιβάλλεται στη ζωή. Η ύπαρξη οριoθετείται κάτω από την κυριαρχία ενός συστήματος εκμετάλλευσης ( αγορά) και πολιτικής εξουσίας (κράτος). Το σύστημα κινείται επιθετικά και αυτή η επιθετικότητα χαρακώνει τα υποκείμενα. Απαιτεί ακόμη περισσότερο έλεγχο στη ζωή και το θάνατο των ανθρώπων και τη προσαρμογή τους σε προκαθορισμένους ρόλους στα πλαίσια του παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής με το διαρκές άγχος, το μολυσμένο περιβάλλον και τις νοσηρές συνήθειες χαλαρώνει τις άμυνες του οργανισμού. Σε τέτοιες συνθήκες το άτομο καθίσταται πιο ευάλωτο σε προσβολές και εκφυλισμούς. Ο άρρωστος περιορίζεται σε αντικείμενο: είναι ένα κορμί που το επιδιορθώνουν˙ δεν είναι πια ένα υποκείμενο, που κάποιος το βοηθάει να γιατρευτεί. Τα αισθήματα του αρρώστου απέναντι στη θεραπεία και τους ειδικούς που την προτείνουν είναι γνωστά σε όλους μας : απομόνωση, υποβάθμιση της αξιοπρέπειάς του, η αίσθηση ότι έχει χάσει την αυτονομία του σώματός του, ότι έχει μετατραπεί σε πειραματικό αντικείμενο.
Η ζωή στον καπιταλιστικό κόσμο σηματοδοτεί μια άρνηση των ουσιαστικών στιγμών της ύπαρξης. Η δημιουργικότητα, η φαντασία, ο έρωτας, η επικοινωνία θυσιάζονται και αναπαρίστανται με υποκατάστατα. Υποκατάστατα που αφήνουν ένα αίσθημα κενότητας και ανικανοποίητου. Οι ροές φράζονται και οι δυνάμεις του ατόμου μη βρίσκοντας χώρο να πραγματωθούν στρέφονται ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό. Η εμφάνιση και η εξέλιξη μιας ασθένειας σχετίζεται άμεσα μ’ αυτή τη διαδικασία. Έτσι η αρρώστια αποκτά μια πολιτική διάσταση και μπορεί να νοηθεί ως διαμαρτυρία του ατόμου στην επιθετικότητα του κόσμου.
Το άτομο αναγνωρίζεται ως μια ολότητα σώματος- πνεύματος, νόησης και αισθήσεων. Μια χαοτική ολότητα που μορφοποιείται, εξελίσσεται και αντιλαμβάνεται τον εαυτό της μέσα από τις αλληλεπιδράσεις της με τον κόσμο. Υπό αυτή την έννοια η επικοινωνία, η συσχέτιση, η συνεργία, η κοινότητα αποτελούν ουσιώδεις ανθρώπινες καταστάσεις. Όμως, απέναντι σ’ αυτή τη κίνηση της ζωής στέκεται η πραγματικότητα του καπιταλιστικού κόσμου. Η επικοινωνία στοιχειώνεται από προσταγές και μεσολαβήσεις και οι κοινοτικοί δεσμοί χάνονται μέσα σε ατομισμούς. Η κολοσσιαία ανάπτυξη των τεχνολογιών και μέσων επικοινωνίας, βρίσκει τα άτομα πιο απομονωμένα, πιο ευάλωτα, πιο χειραγωγήσιμα από ποτέ. Η υπόσχεση της προόδου οδηγεί στην άρνηση της ανθρώπινης κατάστασης.
Η υγεία σήμερα γίνεται αντιληπτή ως βελτιστοποίηση ενός κινδύνου. Αυτή η «υγεία» δεν είναι πια αισθητή ˙ είναι μια παράδοξη «υγεία». Ως «υγεία» ορίζεται το βέλτιστον της κυβερνητικής ενώ, σύμφωνα με τον Ίλιτς, η αναζήτηση της τέλειας υγείας έγινε ο κυρίαρχος παθογενής παράγοντας. Όσο μεγαλύτερη είναι η προσφορά «υγείας», τόσο περισσότερο οι άνθρωποι απαντούν ότι έχουν προβλήματα, ανάγκες, αρρώστιες, και ζητούν να εξασφαλιστούν απέναντι στους κινδύνους. Σύμφωνα με τη σύγχρονη σημασία αυτής της έννοιας, το ανθρώπινο ον που χρήζει υγείας θεωρείται ως ένα υποσύστημα της βιόσφαιρας, ένα ανοσολογικό σύστημα που πρέπει να ελέγχεται και να ρυθμίζεται. Δεν τίθεται πλέον ζήτημα να έρχεται στο φως αυτό που συγκροτεί η εμπειρία του «να είσαι ζωντανός» ˙ η τέχνη του εορτασμού του παρόντος παρέλυσε απ’ αυτό που έγινε η αναζήτηση της τέλειας υγείας.
Αδιαφορία της Ιατρικής για το γίγνεσθαι του ανθρώπου – Ιατρικοποίηση της ζωής
Η ιατρική ως «τέχνη του θεραπεύειν», αλλά και ως ηθικό εγχείρημα, έχει χάσει το δρόμο της, με νοσηρές συνέπειες για την ίδια μας τη ζωή. Η ιατρική τέθηκε εκτός της περίστασης να επιλέγει το καλό για ένα συγκεκριμένο ασθενή. Για να αποφασίσει για τις υπηρεσίες που θα του προσφέρει, αυτή τον υποχρεώνει να παίξει την τύχη του στον τζόγο, να ρισκάρει ως σύστημα, ως ασφαλιστικό μοντέλο. Η διάγνωση, απαιτεί από τον ασθενή έναν ψυχρό υπολογισμό ενώ η ασφάλεια της γνώσης υποβαθμίζει την αλήθεια. Τα επιλεγμένα κριτήρια που κατατάσσουν τη μια ή την άλλη περίπτωση ως υποκείμενη κλινικοϊατρικής περίθαλψης είναι σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό οικονομικοί παράγοντες.
Από μια ιστορική οπτική, η διάγνωση είχε για αιώνες μια λειτουργία εξαιρετικά θεραπευτική. Η ουσία της συνάντησης ανάμεσα σε γιατρό και ασθενή ήταν προφορική. Στην αρχή ακόμη του 18ου αιώνα, η ιατρική επίσκεψη συνιστούσε μια συζήτηση. Ο ασθενής διηγούνταν, ελπίζοντας σε μια προνομιούχα ακρόαση από τη μεριά του γιατρού. Ήξερε επίσης να μιλάει γι’ αυτό που αισθανόταν, για μια ανισορροπία των διαθέσεών του, μια αλλοίωση των ροών (flux) του, έναν αποπροσανατολισμό των αισθήσεών του είτε για μια περιπλοκή τρομακτικών θρομβώσεων. Διαβάζοντας το ημερολόγιο κάποιων γιατρών της μπαρόκ εποχής (16ος -17ος αιώνες), κάθε σημείωση θυμίζει μια αρχαία ελληνική τραγωδία. Η ιατρική τέχνη ήταν η τέχνη της ακρόασης. Προσλάμβανε τη συμπεριφορά που ο Αριστοτέλης, στην Ποιητική του, απαιτεί από το κοινό στο θέατρο, διαφέροντας σ’ αυτό το σημείο από εκείνη του δασκάλου του, Πλάτωνα. Ο Αριστοτέλης είναι τραγικός με τους κυματισμούς της φωνής, τη μελωδία του, τις χειρονομίες του και όχι μόνο με τις λέξεις. Έτσι ο γιατρός απαντάει μιμητικά στον ασθενή. Για τον ασθενή, αυτή η μιμητική διάγνωση ασθένειας είχε μια θεραπευτική λειτουργία.
Αντιλαμβανόμαστε τη δυτική ιατρική ως επιχείρηση που μέσα από τη διαχείριση της αρρώστιας κερδοφορεί και ελέγχει. Παρά τις ρητορικές της θριαμβολογίες όμως δεν κατάφερε να δώσει λύση όπως χίλιες φορές έχει προαναγγείλει στις σημαντικότερες ασθένειες που μαστίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες, κυρίως επειδή έγινε και η ίδια γενεσιουργός νέων ασθενειών. Αυτό που ονομάζεται «ιατρογένεση της αρρώστιας» και «ιατρικοποίηση της ζωής». Η Ιατρογένεση της αρρώστιας είναι αποτέλεσμα/εκδήλωση της αντιπαραγωγικότητας της ιατρικής. Ο όρος ιατρογένεση περιλαμβάνει τις βλάβες που παθαίνει ο άρρωστος εξαιτίας της θεραπευτικής αγωγής που του παρασχέθηκε από τον γιατρό και οφείλεται στο ότι σήμερα «η επιβίωση των ανθρώπων» θεωρείται ζήτημα «τεχνικής χειραγώγησης» από τους ειδικούς γιατρούς. «Η σύμφυτη στην ιατρική ιατρογένεση προσβάλει τώρα όλες τις κοινωνικές σχέσεις.
Η γέννηση, ο πόνος και ο θάνατος έχουν μετατραπεί σε τεχνικά φαινόμενα που διαχειρίζεται η ιατρική και αυτό έχει γίνει μέρος του πολιτισμού μας, δεν φανταζόμαστε ότι μπορεί να γίνει κι αλλιώς. Ο ιατρικοποιημένος πολιτισμός ανάγει την υγεία σε τεχνικό πρόβλημα που το χειρίζεται με τον ίδιο τρόπο προς όλους, αδιαφορώντας για το ότι η υγεία είναι σύμπτωμα μιας σχέσης με την πραγματικότητα που δεν μπορεί να είναι αντικειμενικά μετρήσιμη. Στο φιλοσοφικό επίπεδο, η βασική επιχειρηματολογία του Ίλιτς είναι ότι ο θάνατος, ο πόνος και οι ασθένειες αποτελούν κομμάτι της ανθρώπινης φύσης και ότι οι άνθρωποι με την ανάπτυξη του πολιτισμού τους, βρήκαν τρόπους να αντεπεξέρχονται στα δεινά που αντιμετωπίζουν στη ζωή τους. Η σύγχρονη ιατρική κατέστρεψε αυτούς τους τρόπους.
Ο θεσμός της ιατρικής αντικατοπτρίζει την κρίση και τα αδιέξοδα των θεσμών της βιομηχανικής κοινωνίας. Κοινό τους χαρακτηριστικό, είναι ο ανορθολογισμός, η αντιπαραγωγικότητα, η εμπορευματοποίηση των αναγκών, η δημιουργία ψευδών αναγκών, η εξουσιαστική θέση των ειδικών.
Ο ρόλος των ειδικών της υγείας
Στην εποχή που διανύουμε οι γιατροί έχουν πια χάσει το τιμόνι της βιολογικής κατάστασης, το πηδάλιο της βιοκρατίας. Αν ποτέ υπάρξει γιατρός που να εξασκεί το επάγγελμα ανάμεσα «σ’ αυτούς που αποφασίζουν» θα είναι εκεί για να νομιμοποιήσει τη διεκδίκηση του βιομηχανικού συστήματος να βελτιώσει την κατάσταση υγείας. Ο ίδιος ο ιατρικός θεσμός βρίσκεται σε πολύπλευρη κρίση αλλά και ηθική σήψη, πράγμα το οποίο αναγνωρίζεται επιτέλους κι από ορισμένους γιατρούς. Αυτή η συζήτηση έχει ξεκινήσει πια να γίνεται και μέσα στον ιατρικό κόσμο, υπάρχουν δηλαδή κριτικές φωνές γιατρών που αντιστέκονται, που πάνε κόντρα στο ρεύμα, όμως τα συμφέροντα είναι τόσο ισχυρά, ώστε οι κριτικές απόψεις να υπονομεύονται και να μη γίνονται ευρέως γνωστές. Εξάλλου η εκπαίδευση των γιατρών και οι στοχεύσεις της έρευνας ελέγχονται πια σε μεγάλο ποσοστό από τους φαρμακευτικούς κολοσσούς.
Ο ρόλος του γιατρού μέσα σε αυτό το σύστημα εξακολουθεί να είναι κυριαρχικός. Είναι ο διευθύνων νους. Κατέχει το λόγο, κατέχει και την εξουσία. Η θέση του γιατρού είναι εξουσιαστική κι ιδρύει μια ιεραρχική σχέση με τον ασθενή. Η επιστημονική γνώση που διαχειρίζεται δεν τίθεται στη διάθεση και κυρίως προς όφελος της κοινωνίας. Βρίσκεται σε θέση εξουσίας ως ειδικός, του οποίου η αυθεντία δεν αμφισβητείται, αφού είναι υπεράνω ηθικής ευθύνης. Δεν αποτελεί πια κοινό τόπο, όπως λέει και ο Ίλιτς, «το κοινό συμφέρον» γιατρού και ασθενούς. Αυτό πρέπει πια να αποδειχτεί. Και ο ασθενής βέβαια τίθεται υπεράνω ηθικής ευθύνης. Εγκαταλείπεται στα χέρια των ειδικών, δίνοντάς τους κάθε δικαίωμα να διαχειρίζονται το σώμα του, τη ζωή του αλλά και το θάνατό του.
Βλέπουμε τον τρόπο με τον οποίο υλοποιείται στο ιατρικό επίπεδο μια νοοτροπία η οποία κυριάρχησε στη Δύση από το Διαφωτισμό και μετά κυρίως. Η ιδεολογία του επιστημονισμού και της ορθολογικής κυριαρχίας πάνω στη φύση και τον άνθρωπο. Βεβαιώνοντας την επιστημονικότητα ενός εγχειρήματος, συνήθως θέλουμε να δείξουμε την εξοχότητά του. Η επιστήμη προσφέρει λύσεις στα ερωτήματα και τα προβλήματα του πολιτισμού μέσα στον οποίο εντάσσεται. Οι περισσότερες μάλιστα από αυτές τις υποτιθέμενες λύσεις σήμερα, είναι λύσεις εκτάκτου ανάγκης μπροστά στα αδιέξοδα της λεγόμενης επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Συνήθως όμως, σκεπάζουν ένα πρόβλημα, δημιουργώντας νέα προβλήματα. Αυτό είναι πια πασιφανές στην ιατρική. Δαιμονοποιεί την αρρώστια, επουλώνει το σύμπτωμα και αδιαφορεί προκλητικά για την πολυπλοκότητα των αιτίων.
Το θέμα της επιστήμης σήμερα παραμένει ταμπού. Η ίδια η ιατρική περιβάλλεται από μια αίγλη και μια μυθολογία με θρησκευτικά χαρακτηριστικά.
Μύθοι και οράματα – Να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας
Καταρχήν, η θρυλούμενη αποτελεσματικότητα των γιατρών είναι μια πλάνη. Ο Ίβαν Ίλιτς απέδειξε ότι η εξαφάνιση των θανατηφόρων επιδημιών του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, δεν οφείλεται στην εξάπλωση της ιατρικής. Γράφει: «Η μελέτη της εξέλιξης των τύπων της αρρώστιας μας δείχνει ότι, κατά τον περασμένο αιώνα, οι γιατροί δεν επηρέασαν τις επιδημίες καθόλου πιο σοβαρά απ’ όσο τις είχαν επηρεάσει σε παλαιότερους καιρούς οι παπάδες. Οι επιδημίες έρχονταν και παρέρχονταν, τις αναθεμάτιζαν και οι δύο, μα δεν τις επηρέαζε κανένας» .
Οι κύριοι παράγοντες που συνέβαλαν στην καταπολέμηση των επιδημιών στον εικοστό αιώνα είναι η βελτίωση της στέγασης, η καλύτερη διατροφή, ο καθαρισμός των υδάτων, το αποχετευτικό σύστημα, η χρήση του σαπουνιού και του ψαλιδιού και όχι η ιατρική.
Από την άλλη, τα τελευταία είκοσι χρόνια εμφανίστηκαν τουλάχιστον τριάντα νέες ασθένειες, όπως το AIDS, νέες μορφές ηπατίτιδας, και άλλοι θανατηφόροι ιοί, ενώ παλιές μολυσματικές ασθένειες, επανεμφανίστηκαν.
Αν επιδιώκουμε αλλαγή της κατάστασης, δεν πρέπει να περιμένουμε πολλά από τους ειδικούς της υγείας, αλλά είμαστε εμείς που πρέπει να διεκδικήσουμε την αυτονομία μας θέτοντας περιορισμούς στο ιατρικό κατεστημένο, παίρνοντας την υγεία στα χέρια μας. Οι επιλογές μας πρέπει να γίνουν πραγματικές, κι όχι αυτές που μας σερβίρουν ως δήθεν δικές μας, πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη της ζωής μας, των πράξεών μας, να μην αφήνουμε άλλους να σκέφτονται για μας, δήθεν για το καλό μας εξυπηρετώντας δικά τους συμφέροντα.
Οι εκβάσεις της επιστήμης πρέπει να συζητούνται πολιτικά, κι αυτό σημαίνει ότι αυτή η συζήτηση πρέπει να περιλαμβάνει το σύνολο της κοινωνίας και όχι μόνο τους ειδικούς επιστήμονες και τους επαγγελματίες πολιτικούς. Η πραγματικότητα που βιώνουμε είναι ακριβώς το αντίθετο. Οι υλοποιήσεις της τεχνολογίας και της επιστήμης επιβάλλονται με τρόπο ύπουλο και υπόγειο, χωρίς καμία σοβαρή πολιτική συζήτηση. Μια τέτοια συζήτηση θέλουμε να ανοίξουμε κι εμείς.