Κ.Π. Καβάφης, Τρώες

k.kavafis-150-xronia-apo-ti-gennhsh-tou-poihth

 

Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ’επάνω μας· κι αρχίζουμε
νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Aχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.—

Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κ’ έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.

Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ’ αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ’ η Εκάβη κλαίνε.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

*Από τα «Ποιήματα 1897-1933», εκδ. Ίκαρος 1984.

Το θέατρο του ευτελισμού και το ταγκό της εξουσίας

Θεατρική παράσταση φαρσοκωμωδίας : Απεργία στις Πανελλήνιες
Πράξη 1η: Η Κυβέρνηση δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα.
Αν και με το Μνημόνιο 3 έχει ήδη αποφασιστεί η αύξηση του διδακτικού ωραρίου των καθηγητών, η κυβέρνηση  συγκεκριμενοποιεί την αύξηση στις 2 ώρες εβδομαδιαίως στο πολυνομοσχέδιο παραμονές Πάσχα και λίγο πριν την έναρξη των Πανελληνίων Εξετάσεων.
Ακόμα και ο πιο ανόητος καταλαβαίνει ότι θα αρκούσε μια απλή Υπουργική Απόφαση γύρω στις 10 Ιούνη για να συγκεκριμενοποιήσει την αύξηση όταν θα είχαν λήξει οι Πανελλήνιες.
Γιατί λοιπόν το έφερε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή;
Για να δημιουργήσει αναταραχή, να ενεργοποιήσει τον κοινωνικό αυτοματισμό και να στοχοποιήσει τους αντιδρώντες καθηγητές ώστε , τέλος Ιούνη, να τους απολύσει εν μέσω θριαμβικών κραυγών του πλήθους.
Πράξη 2η : Οι εργατοπατέρες της ΟΛΜΕ ξεκρεμούν τα επαναστατικά τυφέκια.
Μέσα σε δήθεν συναισθηματική φόρτιση οργής το προεδρείο της ΟΛΜΕ προτείνει απεργία μέσα στις εξετάσεις. Συναινούν όλες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις που πρόσκεινται στα κόμματα της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης πλην του ΠΑΜΕ το οποίο προδιαγράφει εξαρχής ήττα και προτείνει τιμητικές απεργίες τουφεκιές σε ημερομηνίες που δεν προσέρχονται μαθητές στα σχολεία (ευτυχώς όχι ακόμα Κυριακές).
Πράξη 3η: Τα ΜΜΕ (και όχι μόνο) ξεσκίζουν τους καθηγητές
Αρχίζει το σόου. Κοπρίτες, κοπρόσκυλα, ρεμάλια, κοπανατζήδες, παιδόφιλοι, απατεώνες, γαϊδούρια οι φράσεις που εκστομίζονται στα τηλεδικαστήρια , στα καθεστωτικά έντυπα ή από στόματος βουλευτών ή εκπροσώπων κομμάτων.
Τι κάνει επικοινωνιακά η ΟΛΜΕ;
Μήπως ξέρει;
Αντί καταρχήν να κάνει αστικές αγωγές κατά των υβριστών κάθεται και ακούει.
Αντί , ευκαιρίας δοθείσης, να απαιτήσει την κατάργηση των, ψυχοφθόρων για τα παιδιά και οικονομοβόρων για τις οικογένειες, Πανελληνίων Εξετάσεων κάνει τη πάπια γιατί πίσω απ΄αυτές τις εξετάσεις ζει ένα ολόκληρο , νόμιμο αλλά και παράνομο, κύκλωμα φροντιστών και ιδιαιτεράδων.
Μα τι θα μπορούσε να πει ακόμα;
Να πει ότι γίνεται αποδεκτή η αύξηση των 2 ωρών με την δέσμευση του Υπουργείου ότι τα τμήματα των μαθητών θα είναι των 15 παιδιών και ότι οι καθηγητές θα απασχολούνται ΜΟΝΟ με το διδακτικό τους έργο και τίποτε άλλο.Ούτε τον γραμματέα θα κάνουν στο σχολείο, ούτε τον σχολικό φύλακα, ούτε την καθαρίστρια, έτσι βελτιώνεται ποιοτικά η Παιδεία.
Αλλά ποιος να τα πει αυτά;
Πράξη 4η: Σου παν θα βάλεις το χακί….
 
Σε μία πρωτοφανή ενέργεια η κυβέρνηση επιτάσσει τους καθηγητές πριν αυτοί αποφασίσουν για την απεργία.Τουτέστιν επιτάσσουν την Σκέψη και τη Βούληση και σέρνουν σε καταναγκαστική εργασία εργαζόμενους.
Το πόσο επικίνδυνη ήταν και είναι αυτή η επίταξη φαίνεται από το ότι μέχρι η Διεθνής Αμνηστία την καταδίκασε αλλά ακόμα και ο νεοφιλελεύθερος κος Στέφανος Μάνος.
Εν μέσω μιας εξευτελιστικής για εκπαιδευτικούς αλλά και ανθρώπους διαδικασίας , αστυνομικοί παραδίδουν τα φύλλα επίταξης με ποινή μη παραλαβής των την τρίμηνη φυλάκιση και βέβαια την πειθαρχική δίωξη και απόλυση.
Εικόνες για γέλια και για κλάματα διαδραματίζονται σε όλη την Ελλάδα καθώς αστυνομικοί ψάχνουν πεθαμένους, συνταξιοδοτημένους, έγκυες ή λεχώνες καθηγητές και καθηγήτριες για να τους επιτάξουν.
Η οργή για την ταπείνωση είναι έκδηλη στον κλάδο των καθηγητών.
Πράξη 5η: Η έκπληξη.
Η απεργιακή πρόταση της ΟΛΜΕ κατεβαίνει σε Γενικές Συνελεύσεις.Αυτό που κανείς δεν πιστεύει απ΄τους μικροαστούς, ήπιους, υποταγμένους, «βολεμένους» καθηγητάκους γίνεται πραγματικότητα.
Σε συντριπτική πλειοψηφία  και σε δραματικές γενικές συνελεύσεις οι καθηγητές ξεπερνούν τον τρόμο της απόλυσης, το βάρος της ευθύνης για τους μαθητές τους (πολλές φορές και τα ίδια τους τα παιδιά) που είναι υποψήφιοι,αντιστέκονται στην ταπείνωση, σηκώνουν το κεφάλι και ψηφίζουν ναι στην απεργία.
Η απόφαση αυτή εκπλήττει και ξυπνά και την υπόλοιπη εν υπνώσει ελληνική κοινωνία που βλέπει ότι κάποιοι, με πόνο,με τρόμο,με δάκρυα ή με απελπισία είναι αποφασισμένοι να προτιμήσουν την αξιοπρέπεια τους παρά τη δουλίτσα τους και τη βολή τους.
Τελευταία Πράξη:Η Αυλαία (και τα προσωπεία ) πέφτουν.
 
Οι Πρόεδροι των ΕΛΜΕ της χώρας , που είναι υποχρεωμένοι να μεταφέρουν την απόφαση των Συνελεύσεων στη Συνεδρίαση τους στις 15/5 , προτείνουν και αποφασίζουν ΚΟΝΤΡΑ στην εντολή που τους δόθηκε.
Είναι πρωτοφανές και παγκόσμια φαινόμενο αντιδημοκρατικής συνδικαλιστικής συμπεριφοράς και το τραγικότερο είναι ότι κάποιοι που φωνάζουν την κυβέρνηση «Χούντα» συμπεριφέρθηκαν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στους εντολείς συναδέλφους τους ακυρώνοντας τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων και ταπεινώνοντας όλο τον κλάδο.
Κριτική της θεατρικής παράστασης.
 
Όποιος φοβάται, πέφτει και κοιμάται, έλεγε ένα παλιό σύνθημα, είναι εκτός από αντιδημοκρατικό και ανθρωπίνως απαράδεκτο να μην φοβάται η καθηγητριούλα των 630 ε την απόλυση και να την τρέμει ο συνδικαλισταράς.
Το ξεπούλημα είναι ολοκάθαρο.Όπως επίσης ότι όλη η ιστορία ήταν στημένη εξ αρχής με μόνη έκπληξη τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων.
Κυβέρνηση, ΜΜΕ, Εργατοπατέρες έσυραν και βασάνισαν 100 χιλιάδες υποψήφιους μαθητές των εξετάσεων και 86 χιλιάδες καθηγητές , καθώς και τις οικογένειες τους, σε ένα πολιτικό ταγκό με στόχο την άγραν ψηφαλακίων νοικοκυραίων που αναζητούν «υπευθυνότητα»
Δεν λογάριασαν ούτε την αγωνία των υποψηφίων ούτε τα τρομακτικά διλήμματα στα οποία έβαλαν τους καθηγητές, να αντιμετωπίσουν καθυβριζόμενοι, με καθαρή συνείδηση πολλαπλά ηθικά ερωτήματα : με τον μαθητή μου ή με το διδακτικό μου έργο; Με την αξιοπρέπεια μου ή με την δουλίτσα μου;
Ντροπή και ροχάλα.
Η λύση που φαίνεται πια ολοκάθαρα είναι μία.Να συντριβεί, να εξαφανιστεί από προσώπου γης ο εργατοπατερίστικος παγιωμένος συνδικαλισμός. Η ΑΔΕΔΥ έχει πρόεδρο δάσκαλο και αντιπρόεδρο καθηγητή αλλά δεν την ένοιαξε ποσώς τι αιτήματα ή τι αγωνίες είχαν οι συνάδελφοί τους και οι μαθητές τους.
Η ΓΣΕΕ ακόμα πιο ξεκάθαρα έγραψε στα πολυτελή σκαρπίνια της τον όποιο αγώνα των καθηγητών.
Η ΟΛΜΕ, ακόμα πιο άθλια, γιατί έπαιξε όλο το παιχνίδι εις βάρος 200 χιλιάδων οικογενειών.
Λαμπρή εξαίρεση πρόεδροι ΕΛΜΕ που δεν ανήκουν στο μπλοκ των κυβερνώντων ή των επίδοξων κυβερνητών (με τι νεφρό;) της χώρας και έδωσαν τον αγώνα του οποίου την εντολή έλαβαν απ΄τις Συνελεύσεις.
Τιμή στους ανώνυμους καθηγητές που με δάκρυα πολλές φορές,άυπνοι, βασανισμένοι απ΄τα διλήμματα τους, σήκωσαν κεφάλι και ύψωσαν φωνή αξιοπρέπειας.Αυτοί πρέπει να αποτελέσουν τη βάση των νέων κινημάτων.
Οι άλλοι, οι εργατοπατέρες, οι ξεπουλητάδες, όλο και με κάποιο υπουργείο ή Γ.Γ. ή καμιά διοίκηση Δημόσιου Οργανισμού θα βολευτούν.
Μέσα στη χλεύη των απλών λειτουργών της εκπαίδευσης θα βολευτούν και άξιος ο μισθός τους.
Χόρεψαν καλά το ταγκό με την εξουσία.
Μάλλον δεν κατάλαβαν ότι η φράση «ένα βήμα μπρος , δυό βήματα πίσω» δεν ήταν οδηγίες χορευτικές για ταγκό αλλά για αγωνιστική επίθεση προς τα μπρος με ένα βήμα τη φορά και δύο του αντίπαλου πίσω.
Κλείνοντας, να προτείνω στους συνδικαλισταράδες μετά το ταγκό να το ρίξουν και στα τσάμικα.
Έχουν μεγάλη ροπή στα επαναστατικά τσάμικα εξάλλου.
16/5/2013
Σοφία Λαμπίκη

Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ

Η δικτατορία των συνταγματαρχών μάς κληροδότησε μια οργάνωση-«φάντασμα», τη Νέα Τάξη. Η δράση της ξεκινά από την περίοδο της χούντας, περνά στη μεταπολίτευση και φτάνει, χωρίς κανείς να το καταλάβει, μέχρι σήμερα

 

Γράφει ο ΙΟΣ 

Σύμφωνα με τα ευρήματα του FBI, οι βομβιστικοί μηχανισμοί που προκάλεσαν το αιματηρό τυφλό χτύπημα τη Δευτέρα στον Μαραθώνιο της Βοστόνης περιείχαν καρφιά και μπίλιες από ρουλεμάν. Αυτός είναι ο λόγος που υπήρξε τόσο φονικός ο απολογισμός των εκρήξεων. Τα ατσάλινα κομμάτια πετάχθηκαν σαν θραύσματα όλμων και προκάλεσαν όχι μόνο νεκρούς αλλά και πολλούς τραυματίες, από τους οποίους αρκετοί υπέστησαν ακρωτηριασμό.

Δεν μας είναι άγνωστες αυτού του είδους οι βόμβες. Παρόμοιοι βομβιστικοί μηχανισμοί είχαν τοποθετηθεί σε δύο κινηματογράφους της Αθήνας που έπαιζαν σοβιετικές ταινίες το 1978. Η πρώτη βόμβα είχε τοποθετηθεί στον κινηματογράφο «Ελλη», το Σάββατο 11.3.1978. Το σημείο όπου είχαν επιλέξει οι δράστες να τοποθετήσουν τη βόμβα και η ώρα που είχε ρυθμιστεί να εκραγεί ο μηχανισμός δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για τους σκοπούς τους. Ηθελαν ασφαλώς να προκαλέσουν πολλά θύματα. Σύμφωνα με την ανακοίνωση των αρχών, η βόμβα ήταν πολύ μεγάλης ισχύος, ενώ στο εσωτερικό της υπήρξαν μεταλλικά κομμάτια για να προκληθεί μεγαλύτερη βλάβη στα θύματα. Η δεύτερη βόμβα εξερράγη στον κινηματογράφο «Ρεξ», στις 20.6.1978. Ο μηχανισμός ήταν παρόμοιος, μόνο που αυτή τη φορά είχαν τοποθετηθεί στο εσωτερικό της μπίλιες από ρουλεμάν. Ο απολογισμός των τραυματιών έφτασε τους δεκαπέντε.

Οι δύο αυτές βόμβες δεν ήταν οι μοναδικές. Δεκάδες εκρήξεις καταγράφονται τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης με στόχους γραφεία κομμάτων της Αριστεράς, έντυπα, βιβλιοπωλεία. Η σκοπιμότητα του μπαράζ των βομβών ήταν διάφανη, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρξε άμεση ανάληψη ευθύνης από τους δράστες. Αλλωστε δεν χρειάζεται να είναι κανείς επιθεωρητής Κλουζό για να κατανοήσει το κίνητρο κάποιων που έβαλαν 13 βόμβες στην Αθήνα κατά την επέτειο της πτώσης της χούντας (23.7.1978) ή άλλες 39 για να τιμήσουν τη μνήμη του βασανιστή της Ασφάλειας Μάλλιου (17.12.1978).

Αυτές όλες οι ενέργειες έχουν μείνει μέχρι σήμερα σχεδόν ανεξιχνίαστες. Μπορεί να βρέθηκαν και να συνελήφθησαν κάποιοι ως αυτουργοί ή συνεργοί τους, αλλά ποτέ δεν αποκαλύφτηκε το κεντρικό δίκτυο που οργάνωνε όλο αυτό το σκηνικό του τρόμου επί τέσσερα χρόνια, με προφανή σκοπό να αποτρέψει τη σταθεροποίηση της δημοκρατίας στη χώρα και να παραλύσει κάθε σκέψη για ριζοσπαστικότερες λύσεις σε μια περίοδο ιδιαίτερης πολιτικής ρευστότητας.

Και το σημαντικότερο: Ποτέ δεν δόθηκαν ικανοποιητικές εξηγήσεις για την αδράνεια των αρχών μπροστά στην προκλητική παρουσία στη χώρα μας ενός διεθνούς νεοφασιστικού παρακρατικού δικτύου, το οποίο βαρύνεται με σωρεία ανατρεπτικών ενεργειών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Το γνωστότερο πλοκάμι αυτού του δικτύου έχει όνομα. Λέγεται Ordine Nuovo, ελληνιστί Νέα Τάξη, και κάποιοι οπαδοί του βρίσκονται σήμερα στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Ποια είναι η Ordine Nuovo

Η Ordine Nuovo ιδρύθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 από μια ομάδα σκληροπυρηνικών στελεχών που αποσχίστηκαν από το νεοφασιστικό Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (MSI). Ιδρυτής της υπήρξε ο Πίνο Ράουτι και η αρχική της μορφή είχε το προκάλυμμα ενός «Κέντρου Μελετών» (Centro Studi Ordine Nuovo). To 1959, ένα από τα στελέχη της οργάνωσης που επιθυμούσε πιο ενεργό πολιτική δράση, ο Στέφανο ντελε Κιάε, αποχώρησε και ίδρυσε την Εθνική Πρωτοπορία (Avanguardia Nazionale). Το 1969, λίγο πριν από το μακελειό με την τυφλή βόμβα στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου (12.12.1969, 16 νεκροί, 90 τραυματίες), η πλειονότητα της οργάνωσης επέστρεψε στο MSI. Σ’ αυτούς δεν περιλαμβάνονται τα ηγετικά στελέχη της Ordine Nuovo Κλεμέντε Γκρατσιάνι, Ελιο Μασαγκράντε και Σαλβατόρε Φράντσια, οι οποίο συνελήφθησαν το 1971 ύστερα από μια αστυνομική επιδρομή που ανακάλυψε στο κρησφύγετό τους όπλα και σχέδια ανατρεπτικών ενεργειών. Εβδομήντα τρία μέλη της Ordine Nuovo οδηγήθηκαν σε δίκη στη Ρώμη με την κατηγορία της ανασύστασης του απαγορευμένου Εθνικού Φασιστικού Κόμματος (Partito Nazionale Fascista). Τριάντα από τους κατηγορουμένους καταδικάστηκαν σε ποινές από ένα έως πέντε χρόνια και στα τέλη του 1973 η οργάνωση διαλύθηκε από τις αρχές. Εκείνη την εποχή τα μέλη της υπολογίζονταν σε 2.500.

Ενα μικρό μέρος μελών της Ordine Nuovo επέλεξε την παρανομία, με την ονομασία Ordine Nero, που είχε το προσόν να είναι πιο ακριβής και ταυτόχρονα να διατηρεί τα ίδια αρχικά (ΟΝ). Μεταξύ 1974 και 1978 η νέα ON προκάλεσε έναν θάνατο και οκτώ τραυματισμούς με βομβιστικές επιθέσεις, αλλά ευθύνεται και για τη δολοφονία στη Ρώμη, στις 10.7.1976, του εισαγγελέα Βιτόριο Οκόρσιο, ο οποίος ήταν κατήγορος στη δίκη για το μακελειό της Πιάτσα Φοντάνα και εκείνος επέβαλε να τεθεί εκτός νόμου η Ordine Nuovo.

Επειτα από μια σύντομη παρουσία στην Ελλάδα την περίοδο 1974-1975, στην οποία θα αναφερθούμε λίγο παρακάτω, τα στελέχη της Ordine Nuovo κάνουν αισθητή την παρουσία τους στην Ισπανία. Αυτός που συντονίζει την παρουσία των αλλοδαπών ακροδεξιών στη χώρα εκείνα τα τελευταία χρόνια της δικτατορίας του Φράνκο είναι μια φαινομενικά μικρή νεοναζιστική και σκληρά αντισημιτική ομάδα, το CEDADE. Πρόκειται πάλι για έναν «κύκλο μελετών», με τον ανώδυνο τίτλο «Círculo Español de Amigos de Europa» (Ισπανικός Κύκλος των Φίλων της Ευρώπης), ο οποίος, όμως έχει μια ειδίκευση. Από το 1969 άρχισε να φιλοξενεί στη Βαρκελώνη τις ετήσιες συγκεντρώσεις της Νέας Ευρωπαϊκής Τάξης (Nouvel Ordre Européen), μιας άτυπης ευρωπαϊκής συμμαχίας νεοφασιστικών και νεοναζιστικών οργανώσεων. Οπως διαπιστώνει κάποιος από τον τίτλο αυτών των συγκεντρώσεων, η Ordine Nuovo δεν είναι απλώς ευπρόσδεκτη, αλλά κυριολεκτικά συνδιοργανώνει αυτές τις συναντήσεις.

Ενα γαλλικό περιοδικό περιγράφει ως εξής την ιδιότυπη αυτή ισπανική οργάνωση: «Οι δημόσιες δραστηριότητες του CEDADE είναι σχεδόν σίγουρα μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Μήπως το CEDADE λειτουργεί ως κέντρο συντονισμού και τεκμηρίωσης για όλο το ευρωπαϊκό ναζιστικό κίνημα; Ποια είναι η επιχειρησιακή του υποστήριξη προς τη “μαύρη” τρομοκρατία;» («Article 31», τχ. 7, 1985).

Πολύ γρήγορα αυτά τα ερωτήματα θα απαντηθούν καταφατικά. Τον Μάρτιο του 1977 συλλαμβάνεται στη Μαδρίτη το ιδρυτικό στέλεχος της οργάνωσης Ελιο Μασαγκράντε και ανακαλύπτεται ολόκληρο εργοστάσιο όπλων στο κέντρο της ισπανικής πρωτεύουσας. Μαζί του συλλαμβάνεται και ο Στέφανο ντελε Κιάε.

Το CEDADE στην Ισπανία διατηρεί ιδιαίτερες σχέσεις με τον Οτο Σκορτσένι, τον άνθρωπο του Χίτλερ για τις ειδικές αποστολές και τον Βέλγο στρατηγό των Waffen SS Λεόν Ντεγκρέλ, στον οποίο ο Χίτλερ είχε απονείμει την ανώτατη τιμή, λέγοντάς του πως «αν είχα γιο, θα ήθελα να είναι ακριβώς όπως εσείς». Ο Ντεγκρέλ έπαιξε επί χρόνια κεντρικό ρόλο στον συντονισμό του ευρωπαϊκού νεοναζιστικού κινήματος.

Η οργάνωση-φάντασμα

Ποια είναι τελικά η σχέση της Ordine Nuovo με την Ελλάδα; Παρά την έντονη εμφάνισή της με συνθήματα στους τοίχους την περίοδο των τυφλών βομβών της μεταπολίτευσης, ουδέποτε οι αρχές παραδέχτηκαν τη δράση της στη χώρα μας. Σε μια συνέντευξη Τύπου που έμεινε στην Ιστορία, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης Αναστάσιος Μπάλκος δήλωνε στις 13.6.1975 ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα «Νέα Τάξις», ούτε άλλη φασιστική ομάδα. Ο κυβερνητικός αξιωματούχος πρόσθεσε ότι δεν είχε επισημανθεί κρυμμένος οπλισμός και υποστήριξε ότι είναι υπερβολικός ο θόρυβος των εφημερίδων για την ύπαρξη φασιστικών οργανώσεων. «Ο θόρυβος αυτός», συνέχισε ο Μπάλκος, «προέρχεται από τον αυτόν πολιτικόν χώρον, τον ίδιον πάντοτε και στρέφεται κατ’ οργανώσεων της αυτής πάντοτε πολιτικής τοποθετήσεως, ενώ αι οργανώσεις του άλλου άκρου, καίτοι πολύ περισσότεραι και λίαν δραστήριοι, αποσιωπούνται».

Πρόκειται για την πολύ επίκαιρη θεωρία των «δύο άκρων» που είχε εφαρμοστεί και την περίοδο της μεταπολίτευσης προκειμένου να εξομοιωθούν οι δολοφονικές τυφλές επιθέσεις των νεοφασιστών με τις δυναμικές εκφράσεις των κοινωνικών αγώνων που είχαν ξεσπάσει μετά την πτώση της χούντας.

Το αναλύει κυνικά ο Μπάλκος: «Δίδεται ούτως η εντύπωσις, ότι κατά κανόνα ο όλος θόρυβος σκοπεί εις την στροφήν της προσοχής του κοινού εις οργανώσεις ανυπάρκτους ή μικράς δραστηριότητος (αρχικώς εις την “Νέαν Τάξιν” και, όταν ο επ’ αυτής θόρυβος εκόπασε, εις τας φιλοβασιλικάς οργανώσεις), ενώ αι πράγματι δημιουργούσαι, σχεδόν καθημερινώς, ζητήματα τάξεως αγνοούνται, ως εάν ήσαν ανύπαρκτοι». Και το συμπέρασμά του είναι ατράνταχτο: «Παρά τον σχετικόν θόρυβον, το υπουργείον Δημοσίας Τάξεως επιμένει ότι δεν έχει διαπιστωθεί η ύπαρξις οργανώσεως. Υπό του Τύπου, ημερησίου και περιοδικού, πάσα εν γένει δραστηριότης, μη κομμουνιστική, αποδίδεται εις αυτήν την οργάνωσιν. Ο φερόμενος ως αρχηγός της Δ. Ναστούλης, έχει καταθέσει εις τον Αρειον Πάγον δήλωσιν ιδρύσεως κόμματος υπό τον τίτλον “Εθνική Σοσιαλιστική Ενωσις Ελλάδος”. Διά την εξακρίβωσιν τυχόν υφισταμένης σχέσεως τούτου μετά της “οργανώσεως” “Νέα Τάξις”, από πολλού χρόνου έχει επιληφθεί η δικαιοσύνη. Εξ άλλου αι κατά καιρούς καταγγελθείσαι περιπτώσεις δήθεν κακοποιήσεων υπό οπαδών της “Νέας Τάξεως” και αι συλλήψεις απολιτικών ή αριστερών ατόμων, αναγραφόντων φασιστικά κ.λπ. συνθήματα και σήματα ενισχύουν την εντύπωσιν του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως ότι ο σχετικός θόρυβος δεν έχει βάσιν».

Για να αποδείξει, μάλιστα, του λόγου το αληθές ο Μπάλκος παρέθεσε έναν κατάλογο οργανώσεων των «δύο άκρων» προκειμένου να αποδείξει ότι δεν είναι η άκρα Δεξιά, αλλά η «άκρα Αριστερά» ο πραγματικός κίνδυνος. Και σ’ αυτόν τον κατάλογο υπήρχε από τη μια πλευρά το «κόμμα» του εθνικοσοσιαλιστή Πλεύρη («πρόκειται περί νομίμου κόμματος, διά την λειτουργίαν του οποίου έχει κατατεθή υπό του Κ. Πλεύρη σχετική δήλωσις εις Αρειον Πάγον») και από την άλλη οργανώσεις της Αριστεράς, όπως η ΚΝΕ και ο Ρήγας Φεραίος (οι οποίες «παρουσιάζουν εντυπωσιακήν ανάπτυξιν, με αξιοσημείωτη πολιτική δραστηριότητα, έκδοσιν εντύπων, έντονον προπαγάνδαν εις όλους τους τομείς, ακόμη και εις τα γυμνάσια, έναντι των δέκα γενικώς ασημάντων και υποτονικών οργανώσεων της Δεξιάς»).

Η πραγματικότητα διέψευσε την αισιοδοξία του Μπάλκου. Οπως είδαμε πιο πάνω, λίγους μήνες μετά τις καθησυχαστικές του δηλώσεις, η βομβιστική δραστηριότητα των φασιστών πολύ γρήγορα πολλαπλασιάστηκε με αλλεπάλληλα μπαράζ τυφλών επιθέσεων. Οσο για την Ordine Nuovo, τα ίχνη της παρουσίας της στην Ελλάδα είναι μέχρι σήμερα ανεξίτηλα.

Η Ordine Nuovo στην Ελλάδα

Η δικτατορία των συνταγματαρχών –όπως εξάλλου και η Ισπανία του Φράνκο- αποτέλεσε τον πολιτικό φάρο για το ιταλικό νεοφασιστικό κίνημα. Αλλά και η χούντα από την πλευρά της αναζητούσε στον χώρο των Ιταλών νεοφασιστών τους πιθανούς συμμάχους για να σπάσει την απομόνωση που της είχε επιβληθεί από πολλές χώρες και να αποτρέψει τη διαφαινόμενη αποπομπή της από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Τη μεσολάβηση ανέλαβε ο ΕΣΕΣΙ (Εθνικός Σύνδεσμος Ελλήνων Σπουδαστών Ιταλίας), ο οποίος είχε ιδρυθεί από τη χούντα την επαύριο του πραξικοπήματος.

Αντιγράφουμε από τα επίσημα πορίσματα για τη σκοτεινή εκείνη περίοδο που έχει καταγράψει η ιταλική Γερουσία: «Την άνοιξη του 1968 οργανώθηκε από τον ΕΣΕΣΙ, μια “εκδρομή” στην Ελλάδα των συνταγματαρχών. Στην περιοδεία ήταν επικεφαλής ο Πίνο Ράουτι, ο Στέφανο ντελε Κιάε και ο Λόρις Φακινέτι και μερικές δεκάδες μέλη, καθώς και οι ηγέτες της Ordine Nuovo και της Avanguardia Nazionale. Οι συμμετέχοντες έγιναν δεκτοί από την ηγεσία του φιλικού καθεστώτος και στη συνέχεια παρακολούθησαν ένα είδος ταχύρρυθμου μαθήματος για τεχνικές διείσδυσης με σκοπούς ανατρεπτικούς, κάτι που είχε εφαρμοστεί με επιτυχία στην Ελλάδα τον προηγούμενο χρόνο. Επιστρέφοντας στην Ιταλία, οι “σπουδαστές” αφιερώθηκαν με τη σειρά τους στην εφαρμογή αυτών των τεχνικών, επιδιώκοντας να διεισδύσουν σε ομάδες της άκρας Αριστεράς».

Το αποτέλεσμα αυτών των «μαθημάτων» το είδαμε στην Ιταλία εκείνης της δραματικής περιόδου της «στρατηγικής της έντασης», με την κλιμάκωση της βίας και την ανάμιξη των μυστικών υπηρεσιών σε ένα βρόμικο κουβάρι αλληλοδιαπλοκής παράνομων οργανώσεων.

Εδώ μας αρκεί να σημειώσουμε την παρουσία όλων αυτών των στελεχών της Ordine Nuovo στην Ελλάδα ήδη από τον πρώτο χρόνο της δικτατορίας. Ομως λίγα χρόνια αργότερα, αμέσως μετά την τυπική διάλυση της οργάνωσης τον Νοέμβριο του 1973, φαίνεται ότι η Ελλάδα της χούντας πρόσφερε κάτι παραπάνω: τη φιλοξενία και την κάλυψή της. Από τις αρχές του 1974 βρίσκονται στην Ελλάδα ηγετικά στελέχη της Ordine Nuovo, τα οποία μάλιστα αναπτύσσουν προσωπικές και επαγγελματικές σχέσεις με στελέχη των εγχώριων ακροδεξιών οργανώσεων. Πιο εντυπωσιακή είναι η περίπτωση του Ελιο Μασαγκράντε, ο οποίος ενώ τον καταζητούσαν οι ιταλικές αρχές, ανέπτυξε ιδιαίτερη «επιχειρηματική» δράση στην Αθήνα με «συνεταίρο» τον νεαρό τότε εθνικοσοσιαλιστή Αριστοτέλη Καλέντζη. Ενα εστιατόριο (το «Βερόνα» στην Πλάκα) και ένα τουριστικό γραφείο («Νόστος» στην οδό Μητροπόλεως) αποτέλεσαν το κέντρο συγκέντρωσης και συντονισμού πολλών Ιταλών της Ordine Nuovo μέχρι τις αρχές του 1975. Στο εστιατόριο αυτό σύχναζε και ο τότε αρχηγός της Ordine Nuovo Κλεμέντε Γκρατσιάνι. Μόνο μετά τις αποκαλύψεις του Τύπου (ειδικά του περιοδικού «Αντί») οι ελληνικές αρχές επενέβησαν και συνέλαβαν τον Μασαγκράντε και τον «μάγειρα» του εστιατορίου, δηλαδή τον επίσης καταζητούμενο από τους Ιταλούς Κλαούντιο Μπιτζάρι. Αλλά και τότε τους παρέδωσαν στις ιταλικές αρχές χωρίς να τους ανακρίνουν για τη δράση τους στην Ελλάδα.

Η Νέα Τάξη του 2013

Ολα αυτά θα είχαν μόνο ιστορική σημασία αν δεν μας βοηθούσαν να κατανοήσουμε ορισμένες πολύ σύγχρονες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας και ειδικά τη διατήρηση της Χρυσής Αυγής επί τόσες δεκαετίες στο καλά προστατευμένο αυγό της, έως ότου προκύψουν οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που όλοι γνωρίζουμε ότι επέτρεψαν τη γιγάντωσή της.

Αρκούμαστε να απαριθμήσουμε ορισμένα δεδομένα:

– Ενας από τους συλληφθέντες για το μπαράζ των αιματηρών βομβιστικών επιθέσεων του 1978 ήταν και ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος. Αρχικά κατηγορήθηκε κι αυτός και οι συνεργοί του με τον αντιτρομοκρατικό νόμο της εποχής (774/1978), ως μέλος «τρομοκρατικής ομάδας», τελικά όμως έπεσε στα μαλακά ως απλός κάτοχος και προμηθευτής εκρηκτικών προς άλλους.

– Ο «συνεταίρος» του υπαρχηγού της Ordine Nuovo Ελιο Μασαγκράντε, ο εθνικοσοσιαλιστής Αριστοτέλης Καλέντζης, υπήρξε συγκατηγορούμενος του Μιχαλολιάκου στην ίδια υπόθεση και συνοδοιπόρος του κατά την ίδρυση της Χρυσής Αυγής, ενώ αρθρογραφούσε στο περιοδικό της οργάνωσης ακόμα και από τη φυλακή.

– Η αρχική οργανωτική μορφή της Χρυσής Αυγής είναι «κύκλος μελέτης του εθνικοσοσιαλισμού». Αλλά αυτή είναι ακριβώς η μορφή που όπως είδαμε έπαιρναν τα παρόμοια μορφώματα σε όλη την Ευρώπη για να αποφύγουν την άμεση αντιπαράθεση με τις αρχές. Η επιλογή των «πολιτιστικών κύκλων» και των «κέντρων μελετών» ήταν υποχρεωτική κατά την περίοδο που το διεθνές νεοφασιστικό κίνημα είχε μπει στο στόχαστρο κάποιων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.

– Η πρώτη διεθνής επαφή της Χρυσής Αυγής είναι με αυτή την ισπανική νεοναζιστική ομάδα CEDADE, αυτή που περιέθαλψε τον Μασαγκράντε και τον Ντελε Κιάε, μετά την ανακάλυψη των στελεχών της Ordine Nuovo στην Ελλάδα. Από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού «Χρυσή Αυγή» (1981-1982) προβάλλεται η δραστηριότητα του CEDADE, ενώ διαφημίζεται και η παρουσία της ελληνικής οργάνωσης στις διεθνείς συνάξεις της Νέας Τάξης. Για τις σχέσεις της Χρυσής Αυγής με το CEDADE ενδιαφέρον έχει και η πρόσφατη αποκάλυψη του Κλέωνα Ιωαννίδη για τη συμμετοχή της ελληνικής οργάνωσης στο συνέδριο της Νέας Τάξης στη Βαρκελώνη το 1981 («Αυγή της Κυριακής», 31.3.2013).

– Στην Ισπανία υποδέχεται τους εκπροσώπους της Ordine Nuovo και της Χρυσής Αυγής ο ίδιος άνθρωπος, ο διαβόητος Λεόν Ντεγκρέλ.

– Πέρα από τους κλασικούς του εθνικοσοσιαλισμού (Χίτλερ, Ρόζενμπεργκ κ.λπ.) κοινός ιδεολογικός πρόγονος της Ordine Nuovo και της Χρυσής Αυγής είναι ο Ιταλός φασίστας διανοούμενος Τζούλιους Εβολα.

– Η πρώτη προσπάθεια της Χρυσής Αυγής να βγάλει εφημερίδα έφερε τον τίτλο «Ετος Μηδέν» και υπότιτλο «Λαϊκή Πατριωτική Επιθεώρηση». Κατά σύμπτωση, τον ίδιο τίτλο (Anno Zero) έφερε και το περιοδικό που κυκλοφόρησε μετά τη δικαστική απαγόρευση της Ordine Nuovo για πέντε τεύχη, τον χειμώνα και την άνοιξη του 1974, από στελέχη της οργάνωσης με εκδότη τον Σαλβατόρε Φράντσια.

– Και αν δεν θεωρούνται όλα αυτά αρκετά, υπάρχει το νέο ιδεολογικό έντυπο της Χρυσής Αυγής, το οποίο πολύ πρόσφατα, τον περασμένο Φεβρουάριο, είχε πολυσέλιδο αφιέρωμα στον διαβόητο ιδρυτή της Ordine Nuovo: «Πίνο Ράουτι: παρών! Απεβίωσε ο ιδρυτής της Ordine Nuovo» (περιοδικό «Μαίανδρος», τχ. 2). «Ο ίδιος ο Ράουτι», γράφει το άρθρο του Παύλου Γκάστη στο χρυσαυγίτικο έντυπο, «κατηγορήθηκε ότι αποτελούσε σύνδεσμο μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών νεοφασιστών. Οι κατηγορίες αυτές θα οδηγήσουν τον Ράουτι σε δικαστικές περιπέτειες, χωρίς τελικά να αποδειχθεί τίποτε».

Το συμπέρασμά μας είναι σαφές. Η Νέα Τάξη ή Ordine Nuovo δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει στη χώρα μας. Μόνο που σήμερα φέρει ένα άλλο όνομα.

————————————– 

Η Ordine Nuovo και οι ΗΠΑ

Χάρη στα Wikileaks και την αποδέσμευση των επίσημων εγγράφων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (με τον νόμο για την ελευθερία της πληροφόρησης, FOIA) είναι προσβάσιμα ορισμένα τηλεγραφήματα διπλωματικών αξιωματούχων των ΗΠΑ σχετικά με τη δράση της Ordine Nuovo. Δυστυχώς μέχρι στιγμής η δημοσιοποίηση των τηλεγραφημάτων φτάνει μόνο μέχρι το 1976.

Στις 23.11.1973 η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Ρώμη ανακοινώνει την είδηση ότι η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε τη διάλυση της Ordine Nuovo με το εξής σχόλιο: «Το βασικό στοιχείο της κυβερνητικής απόφασης έγκειται στο γεγονός ότι δημιουργεί ένα προηγούμενο για μελλοντικές ενέργειες εναντίον άλλων εξωκοινοβουλευτικών ακροδεξιών δυνάμεων και απειλεί ακόμα και το ίδιο το MSI. Υπάρχουν πληροφορίες ότι σειρά έχει η νεοφασιστική Avanguardia Nazionale» (σ.σ. πράγμα το οποίο συνέβη).

Στις 14.1.1975 το προξενείο των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη αναφέρεται σε «τοπική έρευνα για τη φασιστική οργάνωση Νέα Τάξις», ύστερα από έκρηξη βόμβας σε εστιατόριο της πόλης. Το σχόλιο του προξένου είναι πως «παρά το γεγονός ότι ορισμένοι μάρτυρες αμφισβητούν καν την ύπαρξη βόμβας, η αστυνομία διερευνά την υπόθεση, εξαιτίας των προκηρύξεων που βρέθηκαν». Οι προκηρύξεις αυτές με την υπογραφή Νέα Τάξις είχαν τα συνθήματα: «Η Νέα Τάξις χτυπά όποιον θέλει, όπου θέλει και όποτε θέλει» και «Ευρώπη Ενωμένη, Οργανωμένη και Οπλισμένη». Σύμφωνα με το τηλεγράφημα, «η αστυνομία πιστεύει ότι ίσως αυτά τα συνθήματα είναι έργο αριστερών προβοκατόρων».

Στις 15.1.1975 η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα, σε τηλεγράφημα που υπογράφει ο πρεσβευτής Τζακ Κιούμπις, αναφέρει την είδηση ότι οι ελληνικές αρχές αποφάσισαν να εκδώσουν στην Ιταλία τα «μέλη της νεοφασιστικής οργάνωσης Ordine Nuovo Ελιο Μασαγκράντε και Κλαούντιο Μπιτζάρι», τους οποίους «είχαν υπό παρακολούθηση για πολλούς μήνες». Ενδιαφέρον έχει και η παρατήρηση ότι οι ελληνικές αρχές «δεν ανέφεραν τους νομικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται η απόφαση της απέλασης», ενώ εκτιμάται ότι «η περαιτέρω έρευνα η οποία διατάχθηκε από τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Γκίκα αναμένεται να αποκαλύψει και άλλες πτυχές της υπόθεσης, συμπεριλαμβανομένης της πιθανής εμπλοκής Ελλήνων πολιτών στην οργάνωση». Στις διπλανές στήλες εξηγούμε ότι η στάση των ελληνικών αρχών ήταν ακριβώς αντίθετη: λίγους μήνες αργότερα, το ίδιο υπουργείο διέψευδε ακόμα και την ύπαρξη της οργάνωσης.

Στις 13.7.1976 η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Ρώμη αναφέρεται στη δολοφονία του εισαγγελέα Βιτόριο Οκόρσιο και διαπιστώνει πως «παρά το γεγονός ότι υπάρχουν προκηρύξεις και τηλεφωνήματα που την αποδίδουν στις Ερυθρές Ταξιαρχίες, δεν υπάρχουν πολλές αμφιβολίες ότι υπεύθυνη είναι η Ordine Nuovo, της οποίας την υπόθεση χειρίστηκε ο εισαγγελέας», ενώ «σήμερα έχουν καταδικαστεί ή δικάζονται ακόμα πολλά μέλη της».

Στις 22.7.1976 το προξενείο των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη αναφέρεται σε βομβιστικές ενέργειες των νεοφασιστών με χαμηλούς τόνους: «Υπήρξε πριν από τρεις μήνες μια μικρή βόμβα σε ένα αριστερό βιβλιοπωλείο, με ασήμαντες ζημιές και κανένα τραυματισμό. Μια χειροβομβίδα είχε τοποθετηθεί στην αίθουσα της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής τη μέρα των φοιτητικών εκλογών. Ανακαλύφτηκε μετά από ανώνυμο τηλεφώνημα που προειδοποιούσε για έκρηξη». «Η αστυνομία διενεργεί έρευνες για τις τοπικές παρακρατικές οργανώσεις, αλλά η αντίδραση των πολιτών σε σχέση μ’ αυτές τις έρευνες υπήρξε κυνική και ελάχιστα αποτελέσματα αναμένονται, διότι οι οργανώσεις είναι μικρές και πολλοί πιστεύουν ότι έχουν επαφή αν όχι ενθάρρυνση από την αστυνομία».

Πάντως, σύμφωνα με τον πρόξενο, «τα δύο βομβιστικά περιστατικά δεν ήταν ασήμαντα και μπορεί να προκαλούσαν σοβαρούς τραυματισμούς, ακόμα και θανάτους». Το συμπέρασμα είναι πάντως μάλλον αθωωτικό: «Δεν φαίνεται να ήταν αυτός ο στόχος των βομβιστών».

——————————-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ 

Senato della Repubblica, Camera dei Deputati

«Commissione Parlamentare d’Inchiesta sul Terrorismo in Italia e sulle Cause della Mancata Individuazione dei Responsabili delle Stragi»

(26.4.2001)

Οι εκθέσεις της ερευνητικής επιτροπής της ιταλικής Γερουσίας για τα αιματηρά γεγονότα της περιόδου της «στρατηγικής της έντασης» και ο ρόλος της Ordine Nuovo.

Προσβάσιμες στον επίσημο ιστότοπο της Γερουσίας: http://goo.gl/D7Mwg 

Sheelagh Ellwood

«The extreme right in Spain: a dying species?»

Στο Luciano Cheles et al. (επιμ.), «The Far Right in Western and Eastern Europe».

(Longman, Νέα Υόρκη 1991)

Η διαπλοκή των στελεχών της Ordine Nuovo με την ισπανική CEDADE, αδελφή οργάνωση της Χρυσής Αυγής. 

Vittorfanco S. Pisano

«The Dynamics of Subversion and Violence in Contemporary Italy»

(Hoover Institution Press, Στάνφορντ 1987)

 

Franco Ferraresi

Minacce alla Democrazia. La Destra radicale e la strategia della tensione in Italia nel dopoguerra

(Feltrinelli, Μιλάνο 1995)

 

Νίκος Κλειτσίκας, Andrea Speranzoni

«Φαινόμενα Τρομοκρατίας»

(εκδ. «Προσκήνιο», Αθήνα 2003) 

………………………………………………………………… 

ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΤΕ 

https://www.wikileaks.org/plusd/

Τα έγγραφα των Wikileaks της περιόδου 1973-1976.

……………………………………………..

 

ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς     ios@efsyn.gr

 

Η ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΤΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗ ΒΑΣΗ, Η ΒΑΣΗ ΝΑ ΤΣΑΚΙΣΕΙ ΤΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

Ανακοίνωση της Α.Π. – Ροσινάντε για το κρατικοσυνδικαλιστικό πραξικόπημα εις βάρος των καθηγητών

Ο κρατικός συνδικαλισμός, σε μια από τις τελευταίες παραστάσεις του πριν μας αφήσει το κουφάρι του έζησε σήμερα μεγάλες στιγμές. Στιγμές που ωστόσο είναι μαύρες, κατάμαυρες για τους εκπαιδευτικούς και τον κόσμο της Εργασίας συνολικά.

Η καταγεγραμμένη, μέσω των ψηφοφοριών των ΕΛΜΕ, βούληση του κλάδου των καθηγητών για απεργία την πρώτη μέρα των πανελλαδικών δέχθηκε την εσωτερική τρικλοποδιά της ΠΑΣΚΕ, της ΔΑΚΕ και της Αυτόνομης Παρέμβασης και έτσι ένα πρωτοφανές και απίστευτα εξοργιστικό φαινόμενο είναι γεγονός: Παρά την μαζική απόφαση των καθηγητών για κήρυξη απεργίας την Παρασκευή, στην ΟΛΜΕ πλειοψήφησε το ακριβώς αντίθετο και η απεργία έσπασε από τα πάνω!

Στην συνεδρίαση των προέδρων των ΕΛΜΕ που πραγματοποιήθηκε, οι συνδικαλιστές τόσο των δύο κυβερνητικών παρατάξεων όσο και του συνυπεύθυνου και επίδοξου νέου διαχειριστή της κοινωνικής εξαθλίωσης, ΣΥΡΙΖΑ έκαναν την νύχτα μέρα και αντί να επικυρώσουν απλά τις επιλογές των Ενώσεών τους και να προχωρήσουν στην υλοποίησή τους όπως όφειλαν να κάνουν, μετέφεραν διαστρεβλωμένες αποφάσεις λειτουργώντας εις βάρος της απεργίας και παίζοντας ξεκάθαρα το παιχνίδι της κυβέρνησης.

Αστειότητες όπως το ότι «οι καθηγητές ψήφισαν για απεργία αλλά δεν είναι αποφασισμένοι να την υλοποιήσουν», κάτι που δεν θα έπρεπε να αποτελεί καν διακύβευμα με βάση τα όσα αποφασίστηκαν στις συνελεύσεις των ΕΛΜΕ, καθώς και γελοίες προτάσεις όπως «να δουλέψουμε με μαύρα περιβραχιόνια και το απόγευμα να βγούμε όλοι στις πλατείες», συνέδεσαν το παζλ της εσωτερικής καταστολής του αγώνα των καθηγητών πριν αυτός καν ξεκινήσει. Τα πλειοψηφούντα «λευκά» στην εκτός τόπου και χρόνου ψηφοφορία για το «αν υπάρχουν οι όροι για να απεργήσουμε» ήταν η οριστική ταφόπλακα στην απεργία.

Είναι ξεκάθαρο και πέρα από κάθε αμφιβολία: Μετά την πολύτιμη βοήθεια του ΠΑΜΕ, η κυβέρνηση βρήκε, στην σύγκρουση της με τον κλάδο των καθηγητών, τα συνδικαλιστικά της στηρίγματα στις παρατάξεις της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Το σκανδαλώδες κρατικοσυνδικαλιστικό πραξικόπημα εις βάρος των καθηγητών πρέπει να σηματοδοτήσει τις διαδικασίες διαχωρισμού του κόσμου της Εργασίας από τον βραχνά των εργατοπατέρων και την λογική της εργαλειακής χρήσης των συνδικάτων προς όφελος αδιάφορων και παντελώς άχρηστων για την εργατική τάξη, κομματικών σχεδιασμών.

Η λύση για την απεμπλοκή της εργατικής τάξης από τον λαβύρινθο της ήττας, στον οποίο έχει εγκλωβιστεί, είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρη. Αν δεν τεθεί άμεσα ζήτημα δομών και απεμπλοκής από την υπάρχουσα συνδικαλιστική πραγματικότητα, τότε φιάσκα όπως η εξέλιξη του αγώνα των καθηγητών θα είναι ο κανόνας. Στην ΟΛΜΕ, η γραφειοκρατία κατέστειλε την βούληση της βάσης. Η βούληση της βάσης πρέπει με την σειρά της να τσακίσει άμεσα την γραφειοκρατία.

Αναδημοσίευση από: http://rocinante.gr/i-grafiokratia-katestile-ti-vasi-i-vasi-na-tsakisi-ti-grafiokratia/

Για την απεργία που δε γίνεται: Όχι με ένα πάταγο, αλλά με ένα λυγμό

Αναδημοσίευση από http://communisation.espivblogs.net/

”Το τέλος του συνδικαλισμού, δηλαδή το τέλος του εργατικού κινήματος … δεν ορίζεται λοιπόν από την «προδοσία των συνδικαλιστών». Ορίζεται από τη μη αντίδραση σ’αυτήν την προδοσία”.

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της. Αυτή η διαδικασία, φυσικά, δεν ήταν μια ευθεία πορεία από την ακμή στο θάνατο. Είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων συγκρούσεων, συγκεκριμένων αποτυχιών, ειδικών μετασχηματισμών. Το εργατικό κίνημα λάμπει δια της απουσίας του σε όλο το χρονικό διάστημα των μνημονίων (του πολέμου που έχει κηρύξει το κεφάλαιο στην εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα που ζουν στην Ελλάδα). Κανένα σημαντικό γεγονός της ταξικής πάλης τα τελευταία χρόνια δεν αφορούσε το εργατικό κίνημα ως τέτοιο: Ούτε ο Δεκέμβρης του 2008, ούτε το κίνημα των «αγανακτισμένων». Οι απεργίες ήταν μισοπεθαμένες και οι βασικοί τους στόχοι αμυντικοί, «να χάσουμε όσο γίνεται λιγότερα». Αυτό είναι ένα στοιχείο που κυριαρχεί ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, αλλά από το 2010 και μετά έχει πλέον πάρει τον απόλυτα κυρίαρχο ρόλο. Οι διεκδικήσεις των εργαζομένων, τις σπάνιες φορές που αγωνίζονται μέσα στο χώρο εργασίας τους, είναι όχι απλώς αμυντικές αλλά φτάνουν στο σημείο να αναπαράγουν τις διασπάσεις που προκαλεί η νεοφιλελεύθερη διάρθρωση της εργασίας. Οι εργαζόμενοι συγκρούονται ολοένα και περισσότερο μεταξύ τους. Δε συγκρούονται μόνο εργαζόμενοι που απεργούν με άλλους που δεν μπορούν να «εξυπηρετηθούν» εξαιτίας της απεργίας των πρώτων, συγκρούονται και εργαζόμενοι μέσα στον ίδιο εργασιακό χώρο και μέσα στον αγώνα τους, καθώς οι διαιρέσεις είναι πολλές και ισχυρές, δεν μπορούν να αγνοηθούν στη διαπραγμάτευση με το αφεντικό, είτε αυτό είναι ιδιωτικό κεφάλαιο, είτε το κράτος. Κάθε συμβιβασμός σημαίνει ότι κάποιοι αποκλείονται από τα αποτελέσματα που θα αποφέρει μια «νίκη». Ο αποκλεισμός αυτός όμως δεν αφορά πλέον αυξήσεις μισθών αλλά συνήθως αφορά τις ίδιες θέσεις εργασίας, δηλαδή, μέσα σε συνθήκες κρίσης, την ίδια την επιβίωση.

Η απεργία των καθηγητών, που δεν έγινε, είναι βουτηγμένη σε αυτήν την πραγματικότητα. Οι καθηγητές δεν έχουν ενιαία συμφέροντα. Οι αναπληρωτές (που στην πραγματικότητα απολύονται με τις νέες ρυθμίσεις) είναι επισφαλείς εργαζόμενοι, η αντίθεση με τους μόνιμους είναι πολύ μεγάλη, δεν πρόκειται για τυπικό ζήτημα. Επίσης οι νέοι καθηγητές θα θιγούν πολύ περισσότερο από το μέτρο των υποχρεωτικών μετακινήσεων από ότι οι παλαιότεροι. Υπάρχουν συνεπώς τρία ήδη διαμορφωμένα υπο-στρατόπεδα, το κάθε ένα από τα οποία διεκδικεί αναγκαστικά το καλύτερο για τον εαυτό του. Όμως οι αναπληρωτές δεν μπορούν να έχουν τον ίδιο ρόλο με τους μόνιμους. Και οι παλαιότεροι αποτελούν την πλειοψηφία των προέδρων των ΕΛΜΕ. Αυτοί οι δύο παράγοντες ορίζουν την ιεραρχία ανάμεσα στα υπο-στρατόπεδα.

 

Οι καθηγητές έχουν ήδη υποστεί μείωση μισθών, όμως οι νεότεροι έχουν υποστεί πολύ μεγαλύτερη, αυτοί είναι που βρίσκονται σε αρκετές περιπτώσεις κάτω από το ιστορικά καθορισμένο όριο επιβίωσης του στρώματος της εργατικής τάξης στο οποίο ανήκουν. Οι νεότεροι, είναι αυτοί που μετά από τις μεγάλες μειώσεις των μισθών θα υποστούν και τις υποχρεωτικές μετακινήσεις, ένα μέτρο που πρόκειται να διαλύσει οικογένειες και να φτωχοποιήσει ακόμη περισσότερους. Τέλος, οι νεότεροι κάνουν λιγότερo ιδιαίτερα μαθήματα από τους παλαιότερους. Οι διαιρέσεις αυτές όχι μόνο έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στην πλήρη απουσία απεργιών στον κλάδο της δευτεροβάθμιας εδώ και πολλά χρόνια αλλά αποδίδουν τώρα τους καρπούς τους σε μια κρίσιμη συγκυρία. Οι διαιρέσεις υπονομεύουν την ίδια την ενιαία διεκδίκηση. Αυτό που παρουσιάζεται σαν ενιαία διεκδίκηση είναι στην ουσία πολλές αντικρουόμενες διεκδικήσεις και μια υποβόσκουσα διάθεση ενός μέρους να μην υπάρξει καμία αγωνιστική κινητοποίηση καθώς οι ίδιοι δεν θίγονται «ιδιαίτερα» (λυπούνται μεν για τους άλλους, αλλά…).

Το κράτος, παρ’ ότι θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις αντικειμενικές αυτές διαιρέσεις, και να περάσει «αναίμακτα» τις νέες ρυθμίσεις, κηρύσσει το νέο πόλεμο ενάντια στους εκπαιδευτικούς λίγο πριν τις πανελλαδικές εξετάσεις. Οι πανελλαδικές εξετάσεις, δεν είναι απλώς κάτι σημαντικό, είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχει η δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η κατανομή της εργασιακής δύναμης που επιτελούν αυτές οι εξετάσεις είναι ο θεμέλιος λίθος του εκπαιδευτικού συστήματος. Αν η σύγκρουση με επίδικο τις εξετάσεις είναι νικηφόρα για το κράτος, αυτή η «νίκη» είναι μια απόδειξη ότι όλα «δουλεύουν ρολόι», ότι προχωράει η διαμόρφωση κοινωνικής συναίνεσης στη βάση της καταστολής όποιου αντιστέκεται, στη βάση της «εθνικής προσπάθειας» για «ανάπτυξη». Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή σύγκρουσης από την πλευρά του κράτους, λόγω της (σωστής όπως αποδεικνύεται) εκτίμησης ότι θα νικήσει. Σκοπός του κράτους δεν είναι μόνο να «περάσει» τις ρυθμίσεις, αλλά να συντρίψει, ότι έχει απομείνει από τον συνδικαλισμό. Αυτή η στρατηγική είχε ήδη γίνει σαφής από την περίπτωση της επιστράτευσης στο Μετρό, αλλά τώρα παράγεται πιο αναβαθμισμένη. Αυτός ο στόχος είναι αναγκαίος καθώς η επερχόμενη ανάπτυξη θα μπορεί να υπάρξει μόνο στη βάση των πολύ χαμηλών μισθών, της πλήρως ατομικοποιημένης εργασιακής δύναμης, και της καταστολής όσων δεν μπορούν να ενσωματωθούν, καθώς είναι δεδομένο ότι, αν έρθει, θα είναι μια «άνεργη ανάπτυξη».

Τα αγωνιστικά στοιχεία ανάμεσα στους καθηγητές, κατανοώντας το ρίσκο που παίρνει το κράτος με την τακτική του, πίεσαν την ηγεσία της ΟΛΜΕ να κηρύξει απεργία στις εξετάσεις. Η στάση των καθηγητών ήταν αντικοινωνική, με την έννοια ότι με την αμφισβήτηση των εξετάσεων έθεταν σε αμφισβήτηση την ομαλή αναπαραγωγή ενός μέρους της κοινωνίας (πολλοί γονείς έχουν «επενδύσει» χρήμα στα παιδιά τους για να πετύχουν σ’αυτές τις εξετάσεις). Γιατί όμως μια αντικοινωνική στάση είχε τόσο μεγάλη υποστήριξη από τον κλάδο και κατ’επέκταση από μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης; Για πολλούς λόγους. Γιατί η επιστράτευση θυμίζει άλλες εποχές και ο κλάδος έχει πλειοψηφία αριστερών, γιατί το διακύβευμα (οι απολύσεις πολλών και η διάλυση των οικογενειών) συντονίζεται με το σημαντικότερο κοινωνικό πρόβλημα στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή (ανεργία-φτώχεια-κατάθλιψη), γιατί οι ίδιες οι εξετάσεις έχουν χάσει το κύρος τους καθώς οδηγούν με μαθηματική βεβαιότητα τους μαθητές στην ανεργία ή στη μετανάστευση στο εξωτερικό.

Στις συνελεύσεις των καθηγητών με συντριπτική πλειοψηφία ψηφίστηκε η απεργία. ΑΛΛΑ. Υπάρχει ένα πολύ μεγάλο αλλά, ότι υπήρχαν κάποιες ΕΛΜΕ στις οποίες το ψήφισμα έλεγε ότι η απόφαση είναι «ηθική» και όχι πρακτική. Η απειλή της απόλυσης ήταν λοιπόν εν μέρει επιτυχημένη, το πιο βασικό όπλο του κράτους λειτούργησε εν μέρει. Ωστόσο, πολλές ΕΛΜΕ ψήφισαν πραγματικά απεργία. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος που έδειξε ότι υπήρχε μια δυναμική, ολόκληρη η «οργανωμένη κοινωνία», από τη Χρυσή Αυγή μέχρι την Ανταρσύα, άρχισε να προσεύχεται να μην αψηφήσουν στ’αλήθεια οι καθηγητές την επιστράτευση. Η άρνηση της επιστράτευσης θα είχε τα εξής αποτελέσματα: α) Σε περίπτωση μικρού αριθμού συμμετεχόντων στις απεργίες οι εξετάσεις θα διεξάγονταν μετά τις απολύσεις και η νίκη του κράτους θα ήταν ολοκληρωτική και με «πραγματικές απώλειες», β) αν ήταν μαζική η άρνηση της επιστράτευσης η σύγκρουση θα ήταν πολύ μεγάλη. Η κυβέρνηση δε θα μπορούσε να απολύσει, αλλά θα εξαπέλυε τις κρατικές και παρακρατικές δυνάμεις καταστολής ενάντια στους απεργούς για να τους ισοπεδώσει στο δρόμο. Η σύγκρουση θα γινόταν έξω από όλα τα σχολεία-εξεταστικά κέντρα, δηλαδή, διάσπαρτα σε ολόκληρη τη χώρα, και στις συγκρούσεις δε θα συμμετείχαν μόνο οι καθηγητές αλλά θα γινόταν ένα πανδαιμόνιο καθώς θα υπήρχαν γονείς, μαθητές και ο καθόλου ευκαταφρόνητος ακτιβίστικος χώρος.

Παραγωγικό, λοιπόν, δεν είναι να επαναλαμβάνεται η κοινοτοπία ότι «οι συνδικαλιστές πούλησαν την απεργία», αλλά να τίθεται το ερώτημα: «ποια ήταν η υλική βάση που είχαν για να πουλήσουν την απεργία;». Αντεστραμμένο το ερώτημα αυτό διατυπώνεται ως  «ποιος ήταν διατεθειμένος για μια καθολική σύγκρουση που θα συμπύκνωνε όλες τις αντιθέσεις»; Η απάντηση είναι ΚΑΝΕΙΣ. Το βράδυ της συνεδρίασης των προέδρων των ΕΛΜΕ μέσα και έξω από την αίθουσα η ατμόσφαιρα ήταν αντίστοιχη αυτής της απάντησης. Μέσα στην αίθουσα τον κρίσιμο ρόλο τον έπαιξαν δύο παράγοντες: Αφενός, η μη-διάθεση του ΣΥΡΙΖΑ και των δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς να συγκρουστούν στο κοινωνικό πεδίο με το κράτος, κάτι που σ’ αυτή τη συγκυρία τους τοποθέτησε απευθείας στο στρατόπεδο της καταστολής (στην πρωτοπορία αυτού του στρατοπέδου είχε τοποθετηθεί από την αρχή της εβδομάδας το ΚΚΕ). Αφετέρου οι πρόεδροι των ΕΛΜΕ που είχαν λάβει από τη βάση την απόφαση για «ηθική» απεργία μαζί με εκείνους που απλά βρήκαν την ευκαιρία να «προδώσουν» τη βάση όταν εμφανίστηκε το καταπληκτικό ερώτημα «υπάρχουν οι προϋποθέσεις;», τοποθετήθηκαν στη βάση των δικών τους συμφερόντων (κυρίως παλαιότεροι μόνιμοι). Οι τελευταίοι αποτελούν τον ορισμό της αναντιστοιχίας μεταξύ συμφερόντων των «εκπροσώπων» και συμφερόντων εκείνων που θίγονται περισσότερο. Οι τύποι αυτοί είναι βέβαια ενάντια στις ρυθμίσεις, αλλά όχι και τόσο ενάντια ώστε να ρισκάρουν μια πραγματική σύγκρουση, σ’ αυτή τη συγκυρία.

Αυτή η ψοφοδεής στάση των συνδικαλιστών, αλλά και η μη αντίδραση της βάσης σ’ αυτή τη στάση, παράγεται από την αντίθετη προηγούμενη της: το περιεχόμενο της αγωνιστικής στάσης του αντιμνημονιακού κινήματος. Το κίνημα ενάντια στα μνημόνια ήταν ένα κίνημα κατά βάση πολιτικό(χωροταξικά ήταν απέναντι στη βουλή και προς αυτήν εξέπεμπε το λόγο του, ήταν διαιρεμένο ως δεξιά και αριστερά, σκοπό είχε την ανατροπή της κυβέρνησης). Αυτό το κίνημα ηττήθηκε οριστικά στις εκλογές του 2012. Από τότε έχουμε περάσει σε μια νέα φάση, στην οποία εδραιώνεται ένα ολοκληρωτικό καθεστώς καταστολής και ακόμη δεν έχει συγκροτηθεί ιστορικά το μαζικό στοιχείο που θα το αντιμετωπίσει, μπορεί και πάλι πολιτικά, αλλά μπορεί και όχι (η 12η Φλεβάρη του 2012 βρισκόταν ήδη μπλεγμένη μέσα σ’αυτήν την αντίφαση).

Το τέλος του συνδικαλισμού, δηλαδή το τέλος του εργατικού κινήματος (κάτι που δεν ταυτίζεται βέβαια με τέλος της ταξικής πάλης, αλλά με μια νέα φάση της) δεν ορίζεται λοιπόν από την «προδοσία των συνδικαλιστών». Ορίζεται από τη μη αντίδραση σ’αυτήν την προδοσία. Ορίζεται από το ότι, τα αγωνιστικά στοιχεία, οι συνδικαλιστές βάσης και ανένταχτα στοιχεία του κλάδου που ήταν έξω από το Τιτάνια δεν μπήκαν φουριόζοι μέσα να «σπάσουν τα κεφάλια των προδοτών». Δεν το έκαναν, όχι γιατί δεν τους έπνιγε η οργή, ή γιατί δεν είναι αρκετά αγωνιστές, αλλά γιατί και οι ίδιοι, ως τώρα, αποτελούσαν ως αντιπολίτευση μέρος εκείνου που πεθαίνει «όχι με πάταγο, αλλά με ένα λυγμό».

Ίσως αυτή τη φορά που πέθανε και η ΑΔΕΔΥ και ακολούθησε στον τάφο τη ΓΣΕΕ που μας έχει αφήσει χρόνους από το 2010, και ψυχορραγεί και η ΟΛΜΕ, τα αγωνιστικά στοιχεία να διασπάσουν επιτέλους τα σωματεία τους και να δημιουργήσουν άλλες μορφές, πιο επιθετικές που αντιστοιχούν περισσότερο στις συνθήκες. Θα μπορέσουν όμως ακόμη και οι πιο αγωνιστικές, πιο πολεμικές μορφές να ενώσουν την τάξη σε ένα διεκδικητικό αγώνα; Είναι πολύ αμφίβολο. Περισσότερο πιθανό φαίνεται, στην εξέλιξη του ταξικού αγώνα και στη βάση των συνδικαλιστικών αποτυχιών του, η τάξη να μπορεί να μπορεί να ενωθεί, όχι στη βάση της διεκδίκησης ενός συγκεκριμένου ταξικού συμφέροντος, αλλά πάνω στη βάση ενός αγώνα που θα καταργεί την καπιταλιστική κοινωνία. Είναι περισσότερο πιθανό, με βάση τις σημερινές εξελίξεις, η τάξη στο μέλλον να ενωθεί παίρνοντας άμεσα κομμουνιστικά μέτρα και καταργώντας και τον εαυτό της ως  τάξη.

Αν όχι τώρα, πότε; Αν όχι εμείς, ποιοι;

Τώρα ήρθε η ώρα να δώσουμε το πιο κρίσιμο μάθημα της ζωής μας. Το μάθημα της
αξιοπρέπειας.
Εδώ και τρία χρόνια παρακολουθούμε με σκυμμένο το κεφάλι τον εξευτελισμό μας, εργασιακό και συμβολικό. Δουλεύουμε σε ένα δημόσιο σχολείο που εξακολουθεί να λειτουργεί μόνο χάρη στις δικές μας προσπάθειες, με μαθητές που τους έχουν κλέψει την ελπίδα, την παιδικότητα και τους έχουν αναγκάσει να ζουν μαζί με τις οικογένειες τους την εξαθλίωση. Στηρίζουμε τους μαθητές με όλες μας τις δυνατότητες, επαγγελματικές και ανθρώπινες. Τους αποχαιρετούμε όταν  φεύγουν μαζί με τις οικογένειές τους που μεταναστεύουν για την επιβίωση.
Ανεχόμαστε, λες και χρωστάμε σε κανέναν το διορισμό μας, να μας λοιδορούν ως τεμπέληδες, ασυνείδητους και αναίσθητους. Ποιοι; Όλοι εκείνοι που οδήγησαν την κοινωνία σε εξαθλίωση και με ακόμα μεγαλύτερο πάθος ο προπαγανδιστικός μηχανισμός των μίντια, που είναι συνυπεύθυνος με τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών στο έγκλημα ενάντια σε όλη την εργαζόμενη κοινωνία.
Ακούμε τους μεγαλοδημοσιογράφους – εντολοδόχους των εργολάβων και των εφοπλιστών να κόπτονται για το ηθικό των μαθητών μας που δίνουν εξετάσεις. Δεν τους επιτρέπουμε να πιάνουν στο στόμα τους τις ανάγκες των μαθητών. Έχουν κάνει τα πάντα για να τους καταστρέψουν το μέλλον.
Ξέρουμε ότι τα παιδιά, που δεν είναι μόνο των γονιών τους, είναι και δικά μας παιδιά,
καταλαβαίνουν ότι οι δάσκαλοί τους δεν πρέπει να είναι δουλικά και φοβισμένα ανθρωπάκια. Ξέρουν ότι εμείς που τους διδάσκουμε ότι πρέπει να στηρίζουν το διπλανό τους στα δύσκολα και να στέκονται δίπλα στον αδύναμο, δεν πρέπει τώρα να γυρίσουμε την πλάτη στους 10.000 συναδέλφους μας αναπληρωτές που απολύονται και αποκλείονται οριστικά από το όνειρό τους να διδάξουν στο δημόσιο σχολείο. Ίσα ίσα, οφείλουμε να αγωνιστούμε για να δουλεύουν μαζί μας ισότιμα. Αντιλαμβάνονται οι μαθητές μας ότι δεν είναι τίμιο να σηκώνουμε αδιάφορα τους ώμους όταν ένας στους τέσσερις ή ένας στους πέντε από μας θα αναγκαστεί να ξεσπιτωθεί, να ζει μακριά από την οικογένειά του, με πενιχρό εισόδημα και τροφή στις λέσχες. Καταλαβαίνουν τα παιδιά ότι δεν πρέπει οι συμμαθητές τους, που έρχονται πίσω από αυτούς, να έχουν ένα σχολείο ακόμα χειρότερο, με 30 παιδιά στην τάξη ή ακόμα όλο και πιο συχνά να αναγκάζονται να ταξιδεύουν 30-40 χλμ κάθε μέρα για να πάνε στο σχολείο. Και πολλοί από αυτούς να σταματάνε, αφού το σχολείο θα έχει εξετάσεις πολύ αυστηρές για αυτούς, αν είναι λίγο κουμπούρες, αυτοί που είναι κιόλας οι πιο φτωχοί. Δε θέλουν οι μαθητές μας τα παιδιά να αναγκάζονται 15 χρονών να μπαίνουν απροστάτευτα στη ζούγκλα της απλήρωτης εργασίας ή της ανεργίας.
Και οι γονείς ποιους θα πιστέψουν; Τους δασκάλους των παιδιών τους ή τα κανάλια και τα
εκδοτικά συγκροτήματα; Θα πιστέψουν ξανά αυτούς που τους λένε πως «έρχεται η ανάπτυξη» όταν δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι, το ρεύμα και τη θέρμανση για τα παιδιά τους; Θα ακούσουν εκείνους που ήταν απέναντι και στους δικούς τους δίκαιους αγώνες; Θα έρθουν μαζί μας. Ξέρουν ότι ο αγώνας μας είναι και δικός τους.

ΑΠΕΡΓΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΟΛΑ.
Για το δημόσιο σχολείο. Για την αξιοπρέπειά μας. Για τη ζωή που μας κλέβουν.
Η ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ


Mail: info@ese-gr.org site: http://athens.ese-gr.org , τηλ: 6941507846

Ο φεμινισμός που δεν λέει το όνομά του

 

της Ντίνας Δασκαλοπούλου

«Οι γυναίκες προχωρούν στο μέτρο που φοβούνται. Στο σημείο διάρθρωσης μεταξύ της Παράβασης και της Αμφισβήτησής της εμφανίζεται ο φόβος, αλλά και η πρόκληση της υπέρβασής του», Χρυσή Ιγγλέζη «Πρόσωπα γυναικών, προσωπεία της συνείδησης».

Μητέρες στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης, γιαγιάδες που πολεμάνε ΜΑΤατζήδες, γυναίκες που τραγουδάνε έξω από την Ασφάλεια, μαθήτριες που κατσαδιάζουν υπουργούς. Πώς τα μέχρι χθες καλά κορίτσια της Χαλκιδικής βρέθηκαν στην πρωτοπορία του μαχητικότερου και ανθεκτικότερου κινήματος στην εποχή των Μνημονίων;

Ξέρω πως πολλοί από εσάς θα κλωτσήσετε ήδη από τον τίτλο. Τί δουλειά έχει ο φεμινισμός σ’ έναν πάνδημο αγώνα ανδρών και γυναικών ενάντια στην εξόρυξη χρυσού, μια πολυεθνική και τον ντόπιο συνεργάτη της, την τρόικα εσωτερικού και την τρόικα εξωτερικού; Κι όμως έχει: ως εργαλείο για να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε ποιος είναι ο ρόλος των γυναικών σε μια μικρή κοινωνία και για το πώς η ενεργός συμμετοχή σ’ ένα κίνημα μπορεί να αλλάξει τη ζωή τους.

Η Ιερισσός βρίσκεται στο τρίτο πόδι της Χαλκιδικής. Έγινε το επίκεντρο αυτής της μάχης γιατί είναι κεφαλοχώρι, σχεδόν ημιαστική. Ένα χωριό που είχε πάντα χρήματα κι ακόμα και τώρα δεν έχει ζήσει την κρίση – τουλάχιστον όχι όπως την βιώνουμε στις μεγάλες πόλεις. Η περιοχή ονομάζεται και «προ του Όρους»: είναι η είσοδος ενός κράτους εν κράτει, ενός άβατου για τις γυναίκες.

Η γειτνίαση με το Άγιο Όρος επηρεάζει όλες τις πλευρές της ζωής των κατοίκων: τα αγόρια ανεβαίνουν στο Όρος με τους πατεράδες τους, όχι μόνο για να μιλήσουν με τον πνευματικό τους, αλλά και για να εργαστούν. Ξυλοκόποι, χτίστες, μαραγκοί – όσοι μπορούν να συνεργαστούν με τη μοναστική κοινότητα απολαμβάνουν μέρος των προνομίων που της έχει παραχωρήσει το ελληνικό κράτος.

Η σχέση είναι βαθιά και δομική: τα μικρά αγόρια εκπαιδεύονται σε σχέση με τις γυναίκες, την έννοια του ανδρισμού και της οικογένειας από καλογέρους. «Και δεν είναι μόνο αυτό» , μου λέει ο Θ.Κ., γέννημα – θρέμμα Χαλκιδικιώτης που ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο για να επιστρέψει στη γενέτειρά του στα 40 του. «Υπάρχει μια φράση που λέγαν οι καλογέροι: ευλογημένη Ιερισσός, καταραμένο Όρος. Έβγαιναν εδώ, είχαν ερωμένες, πολλοί έφτιαχναν οικογένειες. Επίσης, πολλές φαμίλιες έστελναν τα κορίτσια τους να κάνουν ‘ευλογία’, να είναι υπηρέτριες δηλαδή (για κάθε χρήση) σε κάποιον καλόγερο. Ή μπορεί να πήγαινε και η σύζυγος για ένα διάστημα. Ο έλεγχος του μυαλού των ανθρώπων ήταν τεράστιος».

Όλα αυτά άλλαξαν μετά τη δεκαετία του ’80, παρ’ όλα αυτά η χερσόνησος του Άθω -εμφανώς λιγότερο τουριστικά ανεπτυγμένη κι απομονωμένη γεωγραφικά- παρέμενε βαθύτατα συντηρητική. Όχι μόνο ως προς τη δομή της μικροκοινωνίας της, αλλά και ως προς τις πολιτικές επιλογές της. Η σχέση με την εκκλησία άρρηκτη και βαθιά και η θέση των γυναικών δεδομένη. Με μικρές αλλαγές βεβαίως: οι 30άρες τού σήμερα δεν μοιάζουν με τις μητέρες τους, αλλά μέχρι πρόσφατα δεν διέφεραν και πάρα πολύ.

«Τι σχέση έχω εγώ με τη μάνα μου; Καμία». Και οι δέκα γυναίκες που έχουν σήμερα μαζευτεί για να κουβεντιάσουμε πώς το κίνημα άλλαξε τη ζωή τους στην αρχή δυσκολεύονται να δουν τη θέση τους, το κοινωνικό τους φύλο και το πώς κατασκευάστηκε. Μόνο όταν στο τραπέζι πέφτει το ερώτημα «πόσων χρόνων είναι το παιδί σου», το ερώτημα αποκτά νόημα. Οι 9 στις 10 έγιναν μητέρες στα 20-23 τους. «Τώρα το συνειδητοποιώ», λέει η Κατερίνα. «Όντως μας έστελναν να σπουδάσουμε, μας έλεγαν να μην εξαρτιόμαστε οικονομικά. Όμως ο διακαής τους πόθος ήταν να παντρευτούμε και να κάνουμε παιδιά. Κι εμείς, σαν καλά κορίτσια, σπουδάσαμε, γυρίσαμε πίσω, παντρευτήκαμε, δουλεύαμε, φροντίζαμε το σπίτι και κάναμε και παιδιά. Δηλαδή, τα πάντα όλα».

Όταν ξεκινήσαμε αυτή την κουβέντα μεταξύ γυναικών που βρέθηκαν στις ίδιες μάχες από άλλη θέση (εκείνες ως αγωνίστριες κι εγώ ως ρεπόρτερ) και που δεν έχει καμία επιστημονική αξίωση, αλλά θέλει να λειτουργήσει ως πολαρόιντ, το πρώτο πράγμα που ανέφεραν όλες τους ήταν η εξωτερική τους εμφάνιση. «Δεν είμαστε γυναίκες πια, κοίτα χάλια», έλεγαν η μια μετά την άλλη, ενώ έδειχναν στις υπόλοιπες αξύριστα πόδια, άβαφα νύχια και ρίζες στα μαλλιά. Όσο η κουβέντα προχωρούσε όμως, τόσο περισσότερο μιλούσαν όλες τους για μιαν «άλλη γυναίκα».

«Όταν μου είπαν ότι δεν πρέπει να βάφομαι στις κινητοποιήσεις, σοκαρίστηκα. Είχα συνηθίσει να βγαίνω από το σπίτι μου πάντα περιποιημένη. Δεν έπρεπε να βάζω καν ενυδατική!» λέει η Άννα. «Δεν ξέραμε τι είναι τα χημικά, γι’ αυτό την πρώτη φορά που μας έριξαν τρέχαμε καταπάνω στο σύννεφο. Νομίζαμε ότι οι κρότου – λάμψης είναι σφαίρες», συμπληρώνει η Κατερίνα. Οι γυναίκες έζησαν για πρώτη φορά καταστολή πέρσι μετά την παρέλαση της 25ης Μαρτίου. Τότε, με τα τακουνάκια τους, τα σκουλαρικάκια τους και τα καλοχτενισμένα τους μαλλιά βρέθηκαν να κυνηγιούνται από ΜΑΤατζήδες επί ώρες μες στο δάσος. Πολλές τραυματίστηκαν και κάμποσες βρέθηκαν κατηγορούμενες . Έτσι οργάνωσαν «επίδειξη… τάπεργουέαρ»: έδειξαν το μααλόξ, πώς το αραιώνουμε με νερό, πώς το ψεκάζουμε. Σήμερα καμιά τους δεν πηγαίνει σε κινητοποίηση χωρίς μάσκα, κάμποσες δε έχουν και κράνος.

«Τότε άρχισα να γίνομαι μια άλλη γυναίκα», λέει η Λένα. «Όταν παλιότερα στην Ολυμπιάδα τα ΜΑΤ έκαναν πόλεμο με τους κατοίκους, εμείς χαιρόμασταν που τα ξενοδοχεία της Ουρανούπολης έχουν δουλειά και τα βράδια τα πίναμε μαζί τους στα μπαρ». Κι η Γιούλη επιβεβαιώνει: “Μέχρι να ζήσουμε στο πετσί μας τι σημαίνει καταστολή, έβλεπα επεισόδια στην Αθήνα από την τηλεόραση κι έλεγα ‘καλά τα κάνουν και τα δέρνουν τα κωλόπαιδα που καταστρέφουν την πλατεία Συντάγματος’. Τόσο στην κοσμάρα μου».

Τώρα πια, όποιος μιλάει για τον αγώνα της Χαλκιδικής, οι πρώτες εικόνες που θα φέρει στο μυαλό του έχουν πρωταγωνίστριες γυναίκες: μητέρες στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης, γιαγιάδες που κατσαδιάζουν ΜΑΤατζήδες ενώ πέφτουν δακρυγόνα, γυναίκες που τραγουδάνε έξω από την Ασφάλεια. Πώς αυτά τα καλά κορίτσια βρέθηκαν στην πρωτοπορία του μαχητικότερου και ανθεκτικότερου κινήματος στην εποχή των Μνημονίων; «Αυθόρμητα μου βγήκε, ένιωθα ότι απειλείται η ζωή των παιδιών μου», λέει η Μελαχρινή. «Δεν νομίζω ότι πονάω περισσότερο για τα παιδιά μας από τον άντρα μου, άλλωστε κι εκείνος είναι στην πρώτη γραμμή», λέει η Λόλα. «Απλώς εμείς είμαστε πιο ψύχραιμες με τους μπάτσους και μπαίνουμε μπροστά για να μην γίνουν επεισόδια. Και στο συντονιστικό είμαστε πιο οργανωτικές».

Αυτή η «άλλη γυναίκα», η οποία έρχεται και ξανάρχεται στην κουβέντα μας, γεννήθηκε μέσα από αλλεπάλληλα σοκ. «Άλλαξε εντελώς ο τρόπος που σκεφτόμαστε», λέει η Άννα. «Πριν λέγαμε ‘αστυνομία= προστασία’, ‘δικαστής = δικαιοσύνη’, ‘τηλεόραση = αλήθεια’. Έπρεπε να ζήσουμε όλα αυτά τα γεγονότα για να καταλάβουμε πως τόσα χρόνια ζούσαμε σε μια εικονική πραγματικότητα». Κι η Βάσω δίπλα της συμπληρώνει: «Βλέπαμε ρομαντικές ταινίες και κλαίγαμε. Τώρα έχουμε γίνει πιο σκληρές, πιο ανθεκτικές. Ούτε που αντέχω να δω ρομάντζο. Το μόνο πρόβλημα είναι πως παραπονιούνται τα παιδιά μας, δεν τους αφιερώνουμε χρόνο όπως παλιά. Το κράτος τούς έκλεψε την παιδικότητά τους κι εμείς τους στερούμε τις μανάδες τους».

«Εγώ δεν νιώθω καμιά τύψη. Μπορεί να μην πλένουμε, να μην σιδερώνουμε, να μην μαγειρεύουμε και να αφήνουμε τα παιδιά άλουστα, αλλά δεν θα τρώνε κουτόχορτο βλέποντας Mega, δεν θα είναι βόδια όπως ήμασταν εμείς», λέει η Μελαχρινή. «Είχα να δω τον γιό μου 4 μέρες. Τον έφερε ο άντρας μου έξω από τα δικαστήρια στον Πολύγυρο για να τον δω κλεφτά κρατώντας την ντουντούκα», αφηγείται η Λόλα. «Το παιδάκι περνούσε μέσα από διμοιρίες. ‘Τι μάνα είμαι’, αναρωτήθηκα. Και μετά λέω ‘μια χαρά είμαι, γι’ αυτόν αγωνίζομαι’».

Και οι σύζυγοί τους; Πως αντέδρασαν σε όλα αυτά; Ο καθείς με τον τρόπο του: άλλος γκρίνιαξε, άλλος διαμαρτυρήθηκε εντόνως, άλλος ήταν τόσο απορροφημένος στον αγώνα που δεν κατάλαβε την αλλαγή, άλλος χάρηκε που βρήκε τη συμπολεμίστριά του. «Στην αρχή τους κανακεύαμε για να πάμε στο συντονιστικό. Πάλι θα φύγεις; Όλο αυτό ρωτάγανε», λένε οι γυναίκες, ενώ η καθεμιά ξετυλίγει… την προσωπική της μέθοδο καλοπιάσματος. Τώρα όλοι έχουν προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα ζωή: οι άντρες τους μοιράζονται αυτονόητα τις δουλειές του σπιτιού, οι γιαγιάδες έχουν κινητοποιηθεί, το χωριό οργανώνει ομαδικά μπέιμπι σίτινγκ, μαγειρεύει συλλογικά όταν υπάρχουν κινητοποιήσεις και παλεύει σύσσωμο όταν εμφανίζονται τα ΜΑΤ.

«Όταν τελειώσει ο αγώνας, φοβόμαστε ότι τα χωριά μας θα γεμίσουν διαζύγια», λένε τα κορίτσια. «Δεν μπορώ να φανταστώ ότι του χρόνου τέτοιες μέρες, αν έχουμε κερδίσει, εγώ θα γυρίσω σπίτι και θα κάνω τις δουλειές του Πάσχα», λέει η Λόλα. «Αν δεν είχαμε τα δικά μας, θα ήθελα να είμαι στην Μανωλάδα. Που όταν έσκασε το 2008 ούτε που είχα καταλάβει τι συμβαίνει». «Τώρα έχουν σταματήσει τα ‘που πας’, ‘τί ώρα θα γυρίσεις’, ‘με ποιον είσαι’. Κι όταν ζήσεις έτσι ελεύθερα, δεν γυρίζεις πίσω», συμπληρώνει η Βάσω. «Υπάρχει κι ένας άλλος παράγοντας», λέει η Μελαχρινή. «Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος για προσωπική ζωή. Αυτός ο αγώνας μάς αλλάζει όλους, κι εμάς και τους άντρες μας. Όταν γυρίσουμε στα σπίτια μας, θα γνωριστούμε ξανά».

Η μάχη του χρυσού είναι η πρώτη θερμή σύρραξη του ταξικού πολέμου που η τρόικα εσωτερικού υπό τις εντολές της τρόικας εξωτερικού εξαπέλυσε εναντίον μας. Όπως σε κάθε πόλεμο, οι ζωές των γυναικών αλλάζουν. Το στοίχημα (όχι μόνο το δικό τους, ολόκληρης της μικροκοινωνίας τους) είναι μπροστά τους ανοιχτό: Θα καταφέρουν να εμπεδώσουν αυτές τις ριζοσπαστικές αλλαγές όταν η συνθήκη έκτακτης ανάγκης δεν θα υφίσταται πια; Πριν από αυτό όμως υπάρχει κι ένα άλλο στοίχημα κι αυτό μας αφορά όλες και όλους: η μάχη της Χαλκιδικής αργά ή γρήγορα θα λήξει. Θα την κερδίσει η δημοκρατία ή η κρατική βία; Τα ανθρώπινα δικαιώματα ή η καταστολή; Οι άνθρωποι ή οι εταιρείες; Τα κινήματα ή οι εργολάβοι; Μην βιαστείτε να απαντήσετε. Μέρες σαν κι αυτή προσφέρονται για ρητορική. Όπως έλεγε κι ο παππούς Ένγκελς όμως, «ένα γραμμάριο δράσης αξίζει ένα τόνο θεωρίας».

* Η Ντίνα Δασκαλοπούλου είναι ρεπόρτερ στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Από τον Φεβρουάριο με συνεχείς αποστολές καλύπτει τα γεγονότα της Χαλκιδικής.

* Η Κατερίνα Σεϊτανίδου είναι φωτογράφος και ζει στην Ιερισσό.

φωτογραφίες: Κατερίνα Σεϊτανίδου**

 Αναδημοσίευση από: http://www.fylosykis.gr/2013/05/%CE%BF-%CF%86%CE%B5%CE%BC%CE%B9%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%B4%CE%B5%CE%BD-%CE%BB%CE%AD%CE%B5%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AC-%CF%84%CE%BF%CF%85/

Lionel Fogarty, Δεν είμαι ο αϊ-βασίλης

Ο μαύρος αϊ-βασίλης είναι λυπημένος γιατί έμαθε ότι απολύθηκε
Ήρθαν τα Χριστούγεννα πάλι
να ανακατώσουν τις οικονομίες της οικογένειας
Τα παιδιά στο σχολείο δοξολογούν
την σιωπηλή άγια νύχτα και το
δέντρο που θα κοπεί για να γίνει δώρα
Και περιμένουν τον μεγάλο
λευκό αϊ-βασίλη με τα κόκκινα γένια
να κατέβει από την καμινάδα
Και το πιστεύουν στ’ αλήθεια
ενώ τα τραγουδάκια των μήντια τα κοροϊδεύουν
για να αγοράσουν τα πάντα σε υψηλές τιμές.
Και αυτό που λέει ο μαύρος γονιός
στα παιδιά του είναι, ποιος
στο διάτανο είναι ο χριστός που
έρχεται και κλέβει την κουλτούρα μας
με ελάφια και έλκηθρα;
Ύστερα όλοι γυρνάτε και τραγουδάτε
καλά χριστούγεννα, λοιπόν πρόκειται
για μια κερδοφόρα μπίζνα
για τους πλούσιους, δεν το ξέρετε παιδιά;
Τα Χριστούγεννα καταστρέφουν τους φτωχούς
και είναι απομίμηση της ευτυχίας
Τα Χριστούγεννα είναι ενάντια στις πεποιθήσεις
των Murri γιατί γιορτάζουν την γέννηση ενός
ανθρώπου και όχι όλων των ανθρώπων.
Σίγουρα θα μου πείτε για τον μαύρο αϊ-βασίλη
αλλά να θυμάστε ότι πάω με τα νερά σας
γιατί είστε πολύ μικροί
για να σας εξηγήσω την πολιτική πολιτιστική
θλιμμένη καταπιεσμένη φύση αυτού που τα επονομαζόμενα
χριστούγεννα επέβαλαν στα αδέρφια μας στο παρελθόν.
Ακόμα κι εδώ, η εικόνα του
αϊ-βασίλη ξεχνάει λησμονεί τα φτωχά σκούρα
παιδιά ακόμα και τα λευκά παιδιά το κάνουν, γιατί;
γιατί ο αϊ-βασίλης είναι ο καπιταλιστής που βρίσκεται εκεί
για να σε ξεγελάσει και να ξεζουμίσει
τον μπαμπά και τη μαμά σου.
Πώς μπορείς να είσαι χαρούμενος όταν
οι συγγενείς σου είναι άποροι και οι άνθρωποι λιμοκτονούν ή
ζουν σε άθλια σπίτια.
Πώς μπορείς να είσαι χαρούμενος
τη μέρα που ο κόσμος κάνει πολέμους για την ειρήνη.
Λοιπόν, αν θες να  είσαι χαρούμενος βαθιά μέσα σου τότε κάντο κάθε φορά
που έχει φεγγάρι, άστρο λαμπρό και πρωινό ξημέρωμα
Και μάζεψε ήλιο πριν ο ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ έρθει και
πάρει τα ΔΩΡΑ σου!

[μτφρ. Jazra Khaleed]

Ο Lionel Fogarty (1958- ) ανήκει στη φυλή των Murri της Αυστραλίας και έχει εκδόσει πέντε ποιητικές συλλογές. Ο Αβορίγινας συγγραφέας και ποιητής Mudrooroo γράφει σχετικά με την ποίηση του Fogarty: «Ο Lionel Fogarty αρνείται να παραδοθεί στις κριτικές νόρμες που επιβλήθηκαν στους ποιητές της Αυστραλίας από τους αποίκους. Ο τρόπος που γράφει, αποτελεί την απάντηση του Αβορίγινα τραγουδοποιού ενάντια στην γενοκτονία που έπληξε την γλώσσα του και την τυραννία που του επιβλήθηκε από μια ξένη γλώσσα. Ωθεί το νόημα και τη δομή της αγγλικής γλώσσας στις ακρώρειές της και απελευθερώνει τη γλώσσα του από τον πολιτισμικό ιμπεριαλισμό.»

Το ποίημα “I’m not Santa” συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή New and Selected Poems, Munaldjali, Mutuerjaraera(1995). Περισσότερα για τον Lionel Fogarty και την ποίηση των αυτοχθόνων της Αυστραλίας μπορείτε να διαβάσετε στο δεύτερο τεύχος του Τεφλόν.

Αναδημοσίευση από: http://teflon.wordpress.com/2009/12/31/lionel-fogarty-%CE%B4%CE%B5%CE%BD-%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B1%CE%B9-%CE%BF-%CE%B1%CF%8A-%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82/#more-2097

Η απεργία των καθηγητών, των μαθητών και των γονέων

Αναδημοσίευση από:     http://eagainst.com/articles/education_greece/

 

Οι καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όπως και όλοι οι εργαζόμενοι στη χώρα, δέχονται ακόμη μία επίθεση από το Κράτος, με συμπαραστάτες τα ελεγχόμενα ή/και διαπλεκόμενα ΜΜΕ και κάθε λογής αφελή που αναπαράγει αβασάνιστα την επίσημη και απόλυτα αναμενόμενη «επιχειρηματολογία» τους. Πέραν των συνεχών μειώσεων στους μισθούς τους (οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα έχουν τους χαμηλότερους μισθούς στην Ευρώπη) και την ολοένα και μεγαλύτερη μείωση των δαπανών για την Παιδεία (με στόχο να φτάσουν στο ιστορικό χαμηλό του 2,15% του ΑΕΠ το 2016), σήμερα αποφασίζουν την αύξηση των διδακτικών ωρών των εκπαιδευτικών ώστε να μειώσουν κατά τουλάχιστον 10.000 τις θέσεις εργασίας στην εκπαίδευση, απειλώντας με υποχρεωτικές μεταθέσεις και μετατάξεις σε υπηρεσίες άσχετες με το παιδαγωγικό έργο πιθανόν σε όμορους νομούς, αχρηστεύοντας έτσι εκπαιδευτικούς με κατάρτιση κι εκπαιδευτικό ζήλο. Επόμενος στόχος είναι η συγχώνευση τμημάτων, ώστε να αυξηθεί ο αριθμός των μαθητών σε κάθε τάξη. Σαν απάντηση, το συνδικαλιστικό όργανο των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αποφάσισε την κήρυξη 24ωρης απεργίας την πρώτη ημέρα των πανελλαδικών εξετάσεων στις 17 Μαΐου και πενθήμερη απεργιακή κινητοποίηση από Δευτέρα 20 Μαΐου έως Παρασκευή 24 Μαΐου. Το υπουργείο Παιδείας, τα φιλικά προσκείμενα στην κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης και αρκετοί δημοσιογράφοι, πρόλαβαν φυσικά να θέσουν στο τραπέζι την απειλή της επιστράτευσης πριν καν ληφθεί η απόφαση για την απεργία, μεταθέτοντας την ένταση εντός της κοινωνίας, χρησιμοποιώντας την λεγόμενη μέθοδο του «κοινωνικού αυτοματισμού». Για ακόμα μια φορά το πολιτικό μετατράπηκε σε «συναισθηματικό», σε «ηθικό», σε κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι τέλος πάντων, τυλίγοντας μέσα σ’ ένα απολίτικο τυπτογόνο ιστό τις άμεσα εμπλεκόμενες ομάδες και την υπόλοιπη κοινωνία. Κάνοντας τους, εν δυνάμει, απεργούς αντί να κληθούν να επιχειρηματολογήσουν, να πρέπει ν’ απολογηθούν για άλλα ζητήματα από τα ουσιαστικά και αλλού, τους μαθητές και τις οικογένειές τους να αισθανθούν μια κρυφή ικανοποίηση που δεν θα κληθούν να πάρουν θέση την κρίσιμη στιγμή, αιτιολογώντας κι αυτοί την στάση τους, τους υπόλοιπους επαγγελματικούς κλάδους να χασκογελάνε ή να χαζοθυμώνουν – αρκεί που δεν ενεπλάκησαν αυτοί, και όλους μαζί να αφήνονται διακριτικά χαρούμενοι στην όμορφη ιδέα του «έκανα ό,τι μπορούσα αλλά…τάδε ή τάδε».

Είναι δεδομένο πως κάθε απεργία είναι ένας μικρός ή μεγάλος εκβιασμός. Είτε με όχημα τους αγανακτισμένους οδηγούς στο δρόμο, είτε σταματώντας τις μηχανές των εργοστασίων, είτε μπλοκάροντας την μεταφορά των προϊόντων στα λιμάνια, ο εργαζόμενος προσπαθεί να εκβιάσει τον εργοδότη (είτε αυτός είναι ιδιώτης, είτε το Κράτος) διαμέσου της κοινωνικής πίεσης που προκαλείται. Ας μην ξεχνάμε βέβαια πως αυτός ο «εκβιασμός» έρχεται ως απάντηση ή ως αναγκαιότητα σε έναν διαρκή, αδηφάγο εκβιασμό που γίνεται από την εργοδοσία προς τους εργαζόμενους. Συνεπώς, κάθε απεργία, είναι μια εκλεπτυσμένη μορφή νόμιμης άμυνας απέναντι στην λιγότερο εκλεπτυσμένη βία της εργοδοσίας. Βέβαια, κυρίως τα τελευταία χρόνια, οι κυβερνήσεις βασίζονται, όπως προαναφέρθηκε, στον κοινωνικό αυτοματισμό, τη σύγκρουση δηλαδή μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων, ώστε να αποδυναμώσουν επικοινωνιακά τους απεργούς και να δυσφημίσουν τον όποιο αγώνα τους. Πόσο σοφό θα ήταν, όμως, να στραφεί σήμερα η κοινωνία (για μια ακόμη φορά) εναντίον των εργαζομένων, και συγκεκριμένα ενάντια στους λειτουργούς της εκπαίδευσης;

Είναι δεδομένο πως το δημόσιο σχολείο νοσεί. Κι επίσης δεδομένο είναι πως ο εκπαιδευτικός δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Στην πλειοψηφία τους αποδέχθηκαν αδιαμαρτύρητα το status quo, το αναλυτικό αυτό πρόγραμμα που στοχεύει στην εκπαίδευση απολίτικων εργατών, την σχολική αναπαραγωγή των κοινωνικών ανισοτήτων, τις παρωχημένες “παιδευτικές” νοοτροπίες που χαρακτηρίζονται από δασκαλοκεντρισμό και αποστήθιση, που ναι μεν δεν υποστηρίζονται από τα αναλυτικά προγράμματα, αλλά είναι βαθιά ριζωμένα ως στερεότυπα των σχολικών διοικήσεων. Αποδέχτηκαν ακόμα και την καλλιέργεια του ανταγωνισμού στην τάξη, συμβάλλοντας συνειδητά στη διαιώνιση της ανταγωνιστικής κοινωνίας που χαρακτηρίζεται από αδηφαγία και πτυχιολαγνεία. Δεν αντέδρασαν στην κατ’ ουσίαν ιδιωτικοποίηση της παιδείας μέσω των φροντιστηρίων, στην εμπορευματοποίηση του έργου τους, στην απουσία κάθε δυνατότητας για έρευνα, ανακαλυπτική μάθηση, συνεργασία των μαθητών. Σημαίνουν όμως όλα αυτά  πως πρέπει να κλοτσήσουμε τη δημόσια εκπαίδευση, και ν’ αφεθούμε στην άφιξη του μοντέλου «σχολείου-επιχείρησης», και «δασκάλου-manager» που έχει ήδη αποτύχει όπου εφαρμόζεται; Σημαίνουν όλα αυτά πως η κατάσταση μπορεί να διορθωθεί με χαμηλότερα αμειβόμενους, σκληρότερα εργαζόμενους, περισσότερο περιθωριοποιημένους εκπαιδευτικούς;

Είναι βέβαιο πως πολλά θα ακουστούν για τους εκπαιδευτικούς, τίποτε όμως για την ίδια την Παιδεία. Θα θρηνούνε οι βολεμένοι στα τηλεπαράθυρα για την «ομηρία των μαθητών και των οικογενειών τους» , πουθενά όμως δεν θ’ ακουστεί τίποτε για την απελπισία των μαθητών που ετοιμάζονται να εξεταστούν. Των μαθητών που δεν ελπίζουν σε τίποτε, βλέποντας τις σπουδές που πάντα ονειρεύονταν να μην είναι ικανές να τους προσφέρουν ούτε μία θέση εργασίας ή, ακόμη περισσότερο, τη δυνατότητα για μια κάπως πιο γλυκιά ζωή και τα πανεπιστήμια να παράγουν καθημερινούς επισκέπτες των γκισέ του ΟΑΕΔ. Των μαθητών που συμβιβάστηκαν με τ΄αποστειρωμένα σχολικά βιβλία, αποστήθισαν τις αποσυνδεδεμένες από κάθε πρακτική εφαρμογή γνώσεις και τώρα ετοιμάζονται να ανταγωνιστούν χιλιάδες συνομήλικους τους, μ’ εναν καθηγητή σε ρόλο ασφαλίτη πάνω απ’΄το κεφάλι τους και με το άγχος να τους να σφίγγει τα πνευμόνια. Ο κάθε μαθητής, σε κάθε γωνιά της χώρας, αναρωτιέται αυτές τις μέρες: «αξίζει να κουραστεί κανείς γι’ αυτό το όνειρο»;

Τα όνειρα των μαθητών, τα όνειρα των εκπαιδευτικών, τα όνειρα των γονέων, δεν είναι από άλλο παραμύθι. Ο μαθητής έχει ανάγκη έναν δάσκαλο δημιουργικό, που μπαίνει στην τάξη χωρίς να δέχεται τις τρικλοποδιές του Κράτους. Ο δάσκαλος χρειάζεται τον μαθητή που θα είναι ελεύθερος να αλληλεπιδράσει με τη νέα γνώση, που θα συνδιαμορφώσει το σχολικό πρόγραμμα, που θ’ αναζητήσει την ικανοποίηση των ενδιαφερόντων του. Ο γονιός χρειάζεται ένα σχολείο που θα προσφέρει στο αναπτυσσόμενο παιδί, όλες τις αναγκαίες κοινωνικές, γνωστικές, συναισθηματικές δεξιότητες.

Αν λοιπόν κάθε απεργία απαξιώνεται στα μάτια ολόκληρης της κοινωνίας μέσα από την επικοινωνιακή διαδικασία που αναφέρθηκε παραπάνω ή καταστέλλεται εκ των προτέρων με προαναγγελία επιστράτευσης των μελλοντικών… απεργών, στερούμενη έτσι κάθε κλαδικής, κινηματικής αλλά και ουσιαστικής στοχοθεσίας, ίσως ήρθε η στιγμή να επιχειρήσουν οι εργαζόμενοι εκπαιδευτικοί, σε συνεργασία με τους μαθητές, να επανατοποθετήσουν το πρόβλημα στην σωστή του βάση, επιστρέφοντας το μπαλάκι στην κυβέρνηση: η απεργία πρέπει να (απο)δείξει ότι δεν είναι μια κίνηση απελπισμένων επαιτών που βάζει ως ενδιάμεσους τους μαθητές, αλλά μια αναγκαία πρακτική που όχι μόνο θα μπορούσε να βελτιώσει κάποια από τα κακώς κείμενα της παιδείας, αλλά, πολύ περισσότερο, η μόνη εύλογη και πολιτικά-κοινωνικά-ηθικά δικαιωμένη επιλογή απέναντι στις απόλυτα αντικοινωνικές επιλογές της κυβέρνησης που θα αποβούν ζημιογόνες για όλη την κοινωνία. Το πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτό, είναι ζήτημα της ίδιας της εκπαιδευτικής κοινότητας. Θα μπορούσε να προωθηθεί η ανακαλυπτική μάθηση; Θα μπορούσε η εκάστοτε τοπική κοινωνία να συμμετέχει στη διαμόρφωση του σχολικού προγράμματος, ώστε να συνδεθεί η παιδεία με την καθημερινή ζωή των μαθητών και τις ιδιαιτερότητες της κάθε κοινότητας; Θα ήταν δυνατόν να προωθηθεί η θεατρική αγωγή που θα συνεισέφερε τα μέγιστα στην ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων; Θα ήταν εφικτή η ανάπτυξη των σχέσεων του παιδιού με τη φύση, μέσω μίας αποτελεσματικής και ανοιχτής περιβαλλοντικής εκπαίδευσης; Μπορούν να επανεξεταστούν οι σχέσεις καθηγητή-μαθητή, καθώς και οι κτιριακές υποδομές που θυμίζουν πανομοιότυπες φυλακές; Θα μπορούσε μέσω ολιστικής αξιολόγησης κι όχι στείρας βαθμολογίας, που κάνει τους μαθητές δείκτες-πιόνια σε κλίμακα, να ανατροφοδοτούνται οι γνώσεις και να καλλιεργούνται οι δεξιότητες όλων των μαθητών; Θα μπορούσε να καταστεί άχρηστη για τους μαθητές η παραπαιδεία μέσω της κατάργησης των πανελλαδικών εξετάσεων; Είναι δυνατή η προώθηση της ατομικότητας του κάθε μαθητή, είτε αυτός έχει ετερογενή μαθησιακά χαρακτηριστικά, είτε διαφορετικές πολιτισμικές συνήθειες, είτε διαφορετική μητρική γλώσσα, με διαφοροποιημένες κι αλληλέγγυες παιδαγωγικές στρατηγικές;

Αν έχουμε φτάσει στο σημείο μια απεργία να πρέπει ν’ αποδείξει στην «δια μέσω των ΜΜΕ κοινωνία» ότι είναι δίκαιη, λες και είναι η γυναίκα του Καίσαρα…., θα πρέπει οι άμεσα εμπλεκόμενοι φορείς, να είναι σε θέση να στηρίξουν την επιλογή τους μέχρι τέλους (και πρώτα απ’ όλα μέσα τους), να αναζητήσουν συμμάχους εκεί που η κυβέρνηση κατασκεύασε εχθρούς, να καταφέρουν να επιβάλλουν τις θέσεις τους, τόσο επικοινωνιακά όσο και στην πράξη.

Ονειρευόμαστε μια απεργία που, όταν πάνε οι μπάτσοι να επιδώσουν τα φύλλα επιστράτευσης στους απεργούς καθηγητές, θα βρεθούν μπροστά σε απεργιακές επιτροπές στις οποίες θα συμμετέχουν και μαθητές. Μπορείτε; Μπορούν; Μπορούμε; Αν όχι, ας συνεχιστούν μέσα από τις οθόνες οι φιλολογικές τηλε-συζητήσεις και οι σικέ εικονομαχίες από πολιτικάντηδες, συνδικαλισταράδες, κομματάρχες, κλαίουσες μανάδες και κάθε άσχετο. Αν ναι, υπάρχει χρόνος για αυτοοργάνωση και αντεπίθεση.

Ζούμε όλοι μας υπό τις συνθήκες ενός προσωπικού πολέμου. Καιρός ν’ αντιληφθούμε πως ο πόλεμος αυτός είναι συλλογικός. Είτε θα νικήσουμε όλοι μαζί, είτε θα χάσουμε ο καθένας τον δικό του, μικρό ή μεγάλο, πόλεμο.

Συνδιαμόρφωση κειμένου από: EforIan Delta, Fishwife