Jacques Rancière – Επτά κανόνες για την καλύτερη διάδοση των ρατσιστικών ιδεών

ranc

 Το σχέδιο νόμου του Γάλλου υπουργού εσωτερικών Jean-Louis Debré, σχετικά με την είσοδο και τη διαμονή ξένων και το δικαίωμα ασύλου, συζητήθηκε στη Βουλή τον χειμώνα του 1997 και ψηφίστηκε τον Απρίλιο του ίδιου έτους. Οι διατάξεις του, οι οποίες προέβλεπαν τον διπλασιασμό του χρόνου κράτησης των χωρίς χαρτιά και άδεια παραμονής αλλοδαπών αλλά και υποχρέωναν τους ιδιοκτήτες να δηλώνουν στην Αστυνομία την άφιξη ή την αναχώρηση κάθε ξένου ενοικιαστή, προκάλεσαν ένα κύμα διαμαρτυρίας που κορυφώθηκε με μια δημόσια έκκληση για ανυπακοή, πρωτοβουλία μιας ομάδας 59 σκηνοθετών. Η παρέμβαση, με άρθρο στην εφημερίδα Le Monde, του φιλοσόφου Jacques Rancière, παλαιού μαθητή και συνεργάτη του Louis Althusser και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Paris VIII, διατηρεί και σήμερα την επικαιρότητά της: ιδιαίτερα για την Ελλάδα, με τη συζήτηση σχετικά με το νομοσχέδιο για την απόδοση ιθαγένειας στους μετανάστες, όπου με ευθύνη κυρίως του ΛΑΟΣ και δευτερευόντως της Νέας Δημοκρατίας είναι σε πλήρη εξέλιξη μια επιχείρηση καλλιέργειας ξενοφοβικών και ρατσιστικών αντανακλαστικών στην κοινή γνώμη.

Jacques Rancière

• Η διάδοση των ρατσιστικών ιδεών στη Γαλλία φαίνεται να είναι σήμερα εθνική προτεραιότητα. Την επιχειρούν οι ρατσιστές, κι αυτό είναι το λιγότερο. Όμως, σε μια εποχή δύσπιστη απέναντι στις ιδέες, η προσπάθεια των προπαγανδιστών μιας ιδέας έχει κάποια όρια, και, προκειμένου να ξεπεράσει αυτά τα όρια, έχει συχνά την ανάγκη της συνδρομής των αντιπάλων της. Κι εδώ είναι η αξιοπρόσεκτη πλευρά της κατάστασης στη Γαλλία: πολιτικοί, δημοσιογράφοι και ειδικοί κάθε λογής έχουν καταφέρει να βρούν τα τελευταία χρόνια αρκετά αποτελεσματικούς τρόπους ώστε να θέσουν τον αντιρατσισμό τους στην υπηρεσία της διάδοσης των ρατσιστικών ιδεών,  και μάλιστα με αύξουσα ένταση. Έτσι λοιπόν όλοι οι κανόνες που διατυπώνονται εδώ είναι ήδη σε χρήση. Αλλά αυτό γίνεται συνήθως με εμπειρικό και άναρχο τρόπο, χωρίς σαφή συνείδηση της εμβέλειάς τους. Φαίνεται λοιπόν ευκταίο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η μέγιστη αποτελεσματικότητά τους, να τους παρουσιάσουμε στους δυνητικούς τους χρήστες με μορφή ρητή και συστηματική.
Κανόνας 1 

Αναφερθείτε καθημερινά σε ρατσιστικές δηλώσεις και δώστε τους τη μέγιστη δυνατή δημοσιότητα. Σχολιάστε τις εκτενώς, θέστε ερωτήματα στους εκφραστές τους, επώνυμους κι ανώνυμους. Υποθέστε, παραδείγματος χάρη, ότι καθώς ένας ρατσιστής ηγέτης, απευθύνεται στους οπαδούς του, του ξεφεύγει ότι έχουμε πολλούς τραγουδιστές με σκούρο δέρμα και πολλούς ποδοσφαιριστές στην Εθνική Γαλλίας με ονόματα που ηχούν ξενόφερτα. Θα μπορούσατε να θεωρήσετε ότι η πληροφορία αυτή δεν αποτελεί καμιά συνταρακτική αποκάλυψη αλλά μάλλον κοινοτοπία, πολλώ δε μάλλον αφού ένας ρατσιστής, όταν μιλάει σε ρατσιστές, τους λέει ρατσιστικά πράγματα. Η στάση αυτή θα είχε μια διπλή δυσάρεστη συνέπεια: πρώτον, θα παραλείπατε έτσι να εκδηλώσετε την αδιάλειπτη επαγρύπνησή σας απέναντι στη διάδοση των ρατσιστικών ιδεών, δεύτερον, οι ίδιες αυτές ιδέες θα διαδίδονταν λιγότερο. Όμως το σημαντικό είναι να μιλάμε πάντοτε γι αυτές, ώστε αυτές να καθορίζουν το μόνιμο πλαίσιο για το ό,τι βλέπουμε και το ό,τι ακούμε. Μια ιδεολογία δεν είναι πρωτίστως θεωρητικές θέσεις, αλλά χειροπιαστές και πρόδηλες πραγματικότητες. Δεν είναι απαραίτητο να εγκρίνουμε τις ιδέες των ρατσιστών. Αρκεί να βλέπουμε ακατάπαυστα όσα αυτοί μας κάνουν να δούμε, να μιλάμε ακατάπαυστα για όσα αυτοί μας μιλάνε, να αρνούμαστε αυτές τις “ιδέες” αποδεχόμενοι το δεδομένο που αυτές μας επιβάλλουν.

Κανόνας 2 

Μην παραλείπετε ποτέ να συνοδεύετε την κοινοποίηση κάθε ρατσιστικής δήλωσης με μια όσο το δυνατόν πιο έντονη έκφραση αποτροπιασμού. Αυτός ο κανόνας είναι σημαντικό να γίνει απόλυτα κατανοητός, δεδομένου ότι εξασφαλίζει ένα τριπλό αποτέλεσμα: πρώτον, οι ρατσιστικές ιδέες πρέπει να γίνουν κοινός τόπος μέσω της ακατάπαυστης διάδοσής τους, δεύτερον, πρέπει να καταγγέλλονται συνεχώς ώστε να παραμένουν σκάνδαλο διατηρώντας ταυτόχρονα την ελκυστικότητά τους, τρίτον, η ίδια η καταγγελία τους πρέπει να εμφανίζεται ως δαιμονοποίηση, ώστε οι ρατσιστές να θεωρούνται κατακριτέοι επειδή λένε πράγματα τα οποία ωστόσο αποτελούν κοινότοπες και πρόδηλες αλήθειες. Ας θυμίσουμε το παράδειγμά μας: θα μπορούσατε να θεωρήσετε ανώδυνη την ανάγκη του κ. Le Pen να στρέψει την προσοχή μας σε ό,τι ο καθένας μας βλέπει δια γυμνού οφθαλμού, ότι δηλαδή ο τερματοφύλακας της Εθνικής Γαλλίας έχει μαύρο δέρμα. Θα χάνατε έτσι το ουσιαστικό αποτέλεσμα: να αποδείξετε ότι είναι έγκλημα οι ρατσιστές να μιλάνε για κάτι το οποίο όλος ο κόσμος βλέπει δια γυμνού οφθαλμού.

Κανόνας 3 

Επαναλάβετε σε όλες περιστάσεις: υπάρχει ένα μεταναστευτικό πρόβλημα που πρέπει να ρυθμίσουμε αν θέλουμε να βάλουμε φραγμό στον ρατσισμό. Οι ρατσιστές δεν σας ζητούν κάτι περισσότερο: να αναγνωρίσετε ότι το πρόβλημά τους είναι όντως ένα πρόβλημα και μάλιστα «το» πρόβλημα. Προβλήματα υπάρχουν πράγματι πολλά με τους ανθρώπους που έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό το χρώμα του δέρματός τους και το ότι έρχονται από τις παλιές γαλλικές αποικίες. Αλλά όλα αυτά δεν συνιστούν ένα μεταναστευτικό πρόβλημα, για τον απλό λόγο ότι «μετανάστης» είναι μια έννοια ρευστή που καλύπτει ετερογενείς κατηγορίες, όπως στην περίπτωση πολλών Γάλλων που έχουν γεννηθεί στη Γαλλία από Γάλλους γονείς. Το να διεκδικείς να ρυθμιστεί με νομικά και πολιτικά μέτρα το «πρόβλημα των μεταναστών» είναι σαν να διεκδικείς κάτι απολύτως αδύνατο. Ωστόσο, διεκδικώντας το, αφενός δίνεις υπόσταση στην απροσδιόριστη μορφή του ανεπιθύμητου, αφετέρου, αποδεικνύεις ότι είσαι ανίκανος να κάνεις το οτιδήποτε γι αυτό το ανεπιθύμητο και ότι μόνο οι ρατσιστές έχουν να προτείνουν λύσεις.

Κανόνας 4

Επιμείνετε στην ιδέα ότι ο ρατσισμός έχει ο ίδιος μια αντικειμενική βάση, ότι είναι αποτέλεσμα της κρίσης και της ανεργίας και ότι δεν μπορείς να τον εξαλείψεις παρά μόνο εξαλείφοντας την κρίση και την ανεργία. Με αυτό τον τρόπο του προσδίδετε επιστημονική νομιμοποίηση. Και καθώς η ανεργία αποτελεί πλέον μια διαρθρωτική απαίτηση για την καλή λειτουργία των οικονομιών μας, το συμπέρασμα συνάγεται απολύτως φυσικά: αν δεν μπορείς να εξαλείψεις τη «βαθιά» αιτία του ρατσισμού, το μόνο που σου μένει είναι να εξαλείψεις την περιστασιακή αιτία του, ξαποστέλνοντας τους μετανάστες στις χώρες προέλευσής τους με τη θέσπιση νηφάλιων και αντικειμενικών ρατσιστικών νόμων. Εάν κάποιος σκεπτόμενος επιπόλαια σάς αντιτείνει ότι σε άλλες χώρες, με παραπλήσια ποσοστά ανεργίας, δεν εκδηλώνονται ρατσιστικές εκτροπές όπως σε εμάς, παρακινείστε τον να ψάξει σε τι μπορεί να διαφέρουν αυτές οι χώρες από τη δική μας. Η απάντηση είναι αυτονόητη: ότι δεν έχουν όπως εμείς υπερβολικά πολλούς μετανάστες.

Κανόνας 5 

Προσθέστε ότι ο ρατσισμός εκδηλώνεται σε κοινωνικά στρώματα ευάλωτα από τον οικονομικό εκσυγχρονισμό, σε καθυστερημένους που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν την πρόοδο, στον «λαουτζίκο» κ.λπ. Ο κανόνας αυτός συμπληρώνει τον προηγούμενο. Παρουσιάζει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι αποδεικνύει πως οι αντιρατσιστές, στιγματίζοντας τους «καθυστερημένους» ρατσιστές, έχουν τα ίδια αντανακλαστικά με εκείνους που μιλούν για «κατώτερες φυλές», και ότι κάνει αυτούς τους «καθυστερημένους» να αισθάνονται πιο άνετα για την περιφρόνηση που τρέφουν τόσο για τις κατώτερες φυλές όσο και για τους αντιρατσιστές των καλών συνοικιών που θέλουν να τους κάνουν μάθημα αντιρατσισμού.

Κανόνας 6

Κάντε έκκληση για συστράτευση όλων των υπεύθυνων πολιτικών δυνάμεων ενάντια στις ρατσιστικές δηλώσεις. Καλέστε αταλάντευτα τους ανθρώπους της εξουσίας να τις αποδοκιμάσουν με τον πιο απόλυτο τρόπο. Αυτό που έχει πράγματι σημασία είναι να αποκτήσουν αυτοί οι πολιτικοί την πατέντα του αντιρατσισμού, πράγμα που θα τους επιτρέψει να εφαρμόσουν με αυστηρότητα και να βελτιώσουν, αν παραστεί ανάγκη, τους ρατσιστικούς νόμους, οι οποίοι βεβαίως προορίζονται να θέσουν φραγμό στον ρατσισμό. Σημαντικό είναι επίσης να παρουσιαστεί η ακραία ρατσιστική δεξιά ως η μόνη συνεπής δύναμη που τολμά να πει μεγαλόφωνα αυτό που άλλοι σκέφτονται σιωπηρά, η μόνη που προτείνει ευθέως ό,τι οι άλλοι κάνουν στα μουλωχτά. Είναι σημαντικό τελικά να εμφανιστεί, μόνη αυτή, ως το θύμα μιας συνωμοσίας όλων αυτών των ανθρώπων της εξουσίας.

Κανόνας 7 

Απαιτείστε νέους αντιρατσιστικούς νόμους που θα επιτρέπουν την ποινικοποίηση ακόμα και της ίδιας της πρόθεσης αναμόχλευσης ρατσιστικών παθών, ένα εκλογικό νόμο που θα εμποδίζει την άκρα δεξιά να καταλάβει έδρες στη Βουλή και μια σειρά μέτρα της ίδιας τάξεως. Καταρχήν, κατασταλτικοί νόμοι μπορούν πάντα να φανούν χρήσιμοι. Έπειτα, θα αποδείξετε ότι η προσήλωσή σας στη δημοκρατική νομιμότητα είναι αρκετά εύκαμπτη και προσαρμόσιμη στις αλλαγές των περιστάσεων. Τέλος, θα καθαγιάσετε τους ρατσιστές στον ρόλο τους ως μάρτυρες της αλήθειας που υφίστανται την καταστολή για αδικήματα γνώμης, που καταδιώκονται από αυτούς που φτιάχνουν τους νόμους όπως τους βολεύει.

Πρέπει, εν ολίγοις, να υποβοηθηθεί η διάδοση του ρατσισμού με τρεις τρόπους: διαφημίζοντας όσο το δυνατό περισσότερο το όραμα που έχει για τον κόσμο, προσδίδοντάς του το ακάνθινο στεφάνι του μάρτυρα, δείχνοντας ότι μόνον ο καθαρός ρατσισμός μπορεί να μας γλιτώσει από τον βρόμικο ρατσισμό. Ήδη για την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος υιοθετούνται και οι τρεις τρόποι, με αξιόλογες επιτυχίες. Όμως, με τη μέθοδο, μπορούμε να τα καταφέρουμε ακόμα καλύτερα.
Αναδημοσίευση από: http://eagainst.com/articles/jacques-ranciere/

4 thoughts on “Jacques Rancière – Επτά κανόνες για την καλύτερη διάδοση των ρατσιστικών ιδεών”

  1. έτσι έκανε η μάνα μου για το τσιγάρο
    και έφτασα να καίω – από τις κάφτρες- ένα ρούχο την ημέρα, να έχω κίτρινα δάχτυλα.κλπ

    ΥΓ κανών 8 – αφιερώστε την ζωή σας σε ένα αντι-ρατσιστικό κρεσέντο. …………
    ………………………εστιάστε στο αντι-……..

    Ααααχ, καλά τα λέει ο άνθρωπος. Εγώ γιατί να πέσω στην παγίδα?
    Τέτοια διαφήμιση δεν την φαντάστηκε ούτε ο πιο ακραιφνής ρατσιστο-ναζιστής.
    ή μήπως την σχεδίασε..???

    Ρωτάω.

    Προτείνω να ξαναδιαβαστεί και να γίνουν οι σχετικοί συσχετισμοί.

    ΥΓ 2: μετά την ποταπαγόρευση στην αμέρικα, η κατανάλωση αλκοόλ τριπλασιάστηκε, τουλάχιστον. χικ!

    καλό θα είναι να γίνει μια ανοιχτή συζήτηση με το θέμα αυτό.
    που – πως και γιατί αντιδρώ. Ποιές οι παγίδες.
    Στόχος η εκπλήρωση του οράματος, αλλά με ποιό τρόπο.
    Καρα-συστεμικές εξωθήσεις σε αντίδραση. λειτουργώ με την νόηση και όχι με την αδράνεια (με την καθαρά φυσική έννοια του όρου αδράνεια)

    συμπαθάτε με για το γλαφυρό ύφος.

    ΥΓ τελευταίο :

    Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
    Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

  2. O Ranciere ασκεί κριτική στον καθεστωτικό αντιφασισμό, σαν κι αυτόν που εκφράζει σήμερα το ελληνικό Κράτος. Αυτός ο ”αντιφασισμός” (του Χατζηνικολάου, του Πρετεντέρη, του Θέμου, του Θεοδωράκη, του Μανιτάκη κ.α) είναι διαφήμιση των φασιστών. Η πραγματική αντιφασιστική δράση την τελευταία περίοδο ήταν λίγη για να μπορέσει και καλά να διαφημίσει τη χα. Πάρε παράδειγμα τη Χαλκίδα, μόνο το Ουλαλούμ κινητοποιήθηκε. Άρα το άρθρο του Ranciere μένει μετέωρο σε αυτό το σημείο γιατί αφήνει να εννοηθεί ότι ο αντιφασισμός εξαντλείται στις επιφανειακές και ευκαιριακές του εκδηλώσεις χωρίς μάλιστα να προτείνει διεξόδους, σα να είναι η σιωπή η καλύτερη λύση, ενώ στην ουσία δηλώνει ΣΥΝΕΝΟΧΗ. Το άρθρο είναι γραμμένο αρκετά χρόνια πριν και αφορά διαφορετικές συνθήκες, τα δεδομένα που ζούμε στην ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι διαφορετικά. Θεωρώ ότι στη σημερινή συγκυρία απαιτείται να καταγγελθεί ο καθεστωτικός ”αντφασιστικός” λόγος και να αρθρωθεί καλύτερα και πλατύτερα η αντιφασιστική πράξη και λογική, σε κάθε επίπεδο. Η σιωπή είναι συνενοχή, αυτό είναι το μόνο σίγουρο για μένα.

  3. Αγαπητέ Άγη
    δεν θα διαφωνήσω, θα συνεχίσω όμως να θέτω ερωτηματικά, κάποια από τα οποία τα καταγράφω και εδώ μέσα.
    Θα παραθέσω ένα ακόμη άρθρο που γράφτηκε και αυτό αρκετά χρόνια πριν, όπως αναφέρεις κι εσύ και βεβαίως κάτω από διαφορετικές συνθήκες, Πολύ διαφορετικές ή μήπως όχι?.
    Το κάνω γιατί ελπίζω να συνεισφέρω όχι στην πληροφόρηση αλλά στην δημιουργία ερωτημάτων. Στο συγκεκριμένο βλέπω πολλά κοινά σημεία με την σημερινή πραγματικότητα. Ίσως δεν είμαι ο μόνος.
    το άρθρο, λοιπόν

    “Εδώ και λίγο καιρό, οι ραφτεργάτες του Λονδίνου ίδρυσαν μια γενική ομοσπονδία για να υποστηρίξουν τα αιτήματά τους εναντίον των εργοδοτών, που στην πλειοψηφία τους είναι μεγαλοκαπιταλιστές. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να ανέβουν οι μισθοί στα επίπεδα των διαρκώς αυξανομένων τιμών των μέσων επιβίωσης αλλά και να μπει ένα τέλος στην υπερβολικά σκληρή μεταχείριση Των εργατών σ’ αυτόν τον κλάδο της βιομηχανίας.
    Οι εργοδότες κοίταξαν πως θα ματαιώσουν αυτό το σχέδιο, φέρνοντας εργάτες απ’ το Βέλγιο, τη Γαλλία ή την Ελβετία. Πάνω σ’ αυτό το θέμα, το Κεντρικό Συμβούλιο της Διεθνούς Ένωσης Εργατών δημοσίευσε στις βελγικές, γαλλικές και ελβετικές εφημερίδες μια προειδοποίηση, η οποία είχε πλήρη επιτυχία. Η μανούβρα των εργοδοτών του Λονδίνου απέτυχε’ αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και να ανταποκριθούν στα δίκαια αιτήματα των εργατών.
    Έχοντας ηττηθεί στην Αγγλία οι εργοδότες προσπαθούν τώρα να πάρουν αντίμετρα, ξεκινώντας απ’ τη Σκωτία. Σαν αποτέλεσμα των όσων συνέβησαν στο Λονδίνο, αναγκάστηκαν αρχικά και στο Εδιμβούργο να συμφωνήσουν σε μια αύξηση μισθών 15%. Την ίδια στιγμή όμως μυστικά έστειλαν στη Γερμανία ανθρώπους για να στρατολογήσουν εργάτες, ειδικά απ’ τις περιοχές του Ανόβερου και του Μεκλεμβούργου και να τους φέρουν στο Εδιμβούργο. Η πρώτη ομάδα έχει ήδη μεταφερθεί. Ο σκοπός αυτής της εισαγωγής εργατών είναι ίδιος με την εισαγωγή Ινδών κούληδων στην Τζαμάικα, δηλαδή η διατήρηση της δουλείας.
    Αν οι εργοδότες του Εδιμβούργου πετύχουν, μέσω της εισαγωγής Γερμανών εργατών, να εξουδετερώσουν της παραχωρήσεις που ήδη έχουν κάνει, αυτό θα έχει αναπόφευκτα το αντίκτυπό του και στην Αγγλία. Και αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο θα είναι οι ίδιοι οι Γερμανοί εργάτες, που στη Μεγάλη Βρετανία είναι περισσότεροι απ’ τους εργάτες άλλων εθνών της ηπειρωτικής Ευρώπης.
    Αυτοί οι ίδιοι οι νέο-εισαγόμενοι εργάτες, όντας τελείως αβοήθητοι σε μια ξένη χώρα, θα βυθιστούν σύντομα στο επίπεδο ενός παρία. Είναι ζήτημα τιμής για τους Γερμανούς εργάτες ν’ αποδείξουν στους εργάτες των υπολοίπων χωρών ότι κι αυτοί, όπως οι αδελφοί τους στην Γαλλία, στο Βέλγιο και στην Ελβετία, γνωρίζουν πώς να υπερασπιστούν τα κοινά συμφέροντα της τάξης τους και δεν θα γίνουν υποτακτικά όργανα του κεφαλαίου στον αγώνα του ενάντια στην εργατική τάξη.
    Για λογαριασμό του Κεντρικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργατών Καρλ Μαρξ, Λονδίνο 4 Μαΐου 1866

  4. Άλλη συγκυρία, από άλλες εποχές, μέσα το 1800, όταν οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές, επίσης.
    Οι τακτικές όμως είναι οι ίδιες. Απολαύστε και αναρωτηθείτε.
    Πιστεύω πως ο Ranciere στο άρθρο , για το οποίο ανοίχθηκε η κουβέντα, ούτε μισό το αφήνει ούτε μετέωρο.
    Για μας και ύστερα από τόσα χρόνια, είναι ευκαιρία να αναλογιστούμε και να αποφασίσουμε τις λύσεις. Φτάνει πια με τις έτοιμες λύσεις.
    Φτάνει και με τις a la cart επαναστάσεις.
    Καιρός για αυτοσχεδιασμό και πρωτο-βουλίες. Ας βρούμε ΕΜΕΙΣ τις ΛΥΣΕΙΣ.

    Δημοσιονομικές δυσχέρειες έκαναν τη μοναρχία του Ιούλη να είναι από την αρχή εξαρτημένη από τη μεγαλοαστική τάξη και η εξάρτησή της από τη μεγαλοαστική τάξη έγινε μια αστείρευτη πηγή για το μεγάλωμα των δημοσιονομικών δυσχερειών. Ήταν αδύνατο να υποταχθεί η διοίκηση του κράτους στο συμφέρον της εθνικής παραγωγής χωρίς ν’ αποκατασταθεί το ισοζύγιο στον προϋπολογισμό, το ισοζύγιο ανάμεσα στις κρατικές δαπάνες και τα κρατικά έσοδα. Και πως να αποκατασταθεί αυτό το ισοζύγιο δίχως την περιστολή των κρατικών δαπανών, δηλ. δίχως να θιχτούν συμφέροντα που αποτελούσαν ισάριθμα στηρίγματα του συστήματος που κυριαρχούσε και χωρίς να ξαναρυθμιστεί η κατανομή των φόρων, δηλ. χωρίς να ριχτεί ένα σημαντικό μέρος του φορολογικού βάρους στους ώμους της ίδιας της μεγαλοαστικής τάξης;
    Αντίθετα, η ομάδα της αστικής τάξης που κυβερνούσε και νομοθετούσε με τις βουλές, είχε άμεσο συμφέρον στην καταχρέωση του κράτους. Το κρατικό έλλειμμα, αυτό ήταν ίσα-ίσα το καθαυτό αντικείμενο της κερδοσκοπίας της και η κύρια πηγή του πλουτισμού της. Κάθε χρόνο κι από ένα νέο έλλειμμα. Ύστερα από κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια κι από ένα νέο δάνειο. Και κάθε νέο δάνειο πρόσφερε στη χρηματική αριστοκρατία μια καινούργια ευκαιρία να κατακλέβει το κράτος που κρατιόταν τεχνικά στο χείλος της χρεωκοπίας -και που ήταν υποχρεωμένο, να διαπραγματεύεται με τους τραπεζίτες κάτω από τους πιο δυσμενείς όρους. Κάθε νέο δάνειο της πρόσφερε μια ακόμη ευκαιρία να καταληστεύει με χρηματιστηριακές επιχειρήσεις το κοινό που τοποθετούσε τα κεφάλαιά του σε κρατικά ομόλογα και που στα μυστικά τους ήταν μπασμένες η κυβέρνηση και η πλειοψηφία της βουλής. Γενικά, η αστάθεια στην κατάσταση της κρατικής πίστης και η γνώση των κρατικών μυστικών, έδινε στους τραπεζίτες και στους συνεταίρους τους στις βουλές και στο θρόνο, τη δυνατότητα να προκαλούν εξαιρετικές, απότομες διακυμάνσεις στην τρέχουσα τιμή των κρατικών τίτλων, που δε μπορούσαν να έχουν κάθε φορά άλλο αποτέλεσμα παρά την καταστροφή μιας μάζας μικρότερων κεφαλαιούχων και το μυθικά γρήγορο πλουτισμό των μεγάλων παιχτών. Και μια που το κρατικό έλλειμμα ήταν το άμεσο συμφέρον της άρχουσας μερίδας της αστικής τάξης, εξηγείται γιατί οι έκτακτες κρατικές δαπάνες στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Λουδοβίκου Φιλίππου ξεπέρασαν πολύ περισσότερο από το διπλάσιο τις έκτακτες κρατικές δαπάνες του Ναπολέοντα, κι έφτασαν μάλιστα περίπου τα 400 εκατομμύρια φράγκα το χρόνο, ενώ οι ετήσιες εξαγωγές της Γαλλίας σπάνια ανέβαιναν στο ύψος των 750 εκατομμυρίων φράγκων κατά μέσον όρο. Τα τεράστια ποσά που κυλούσαν έτσι μέσα από τα χέρια του κράτους, έδιναν επί πλέον ευκαιρίες για δόλια συμβόλαια προμηθειών, για δωροδοκίες, καταχρήσεις και για κάθε λογής μπαγαμποντιές. Η εξαπάτηση του κράτους, όπως γινόταν χοντρικά με τα δάνεια, επαναλαμβανόταν και λιανικά στα δημόσια έργα. Οι σχέσεις ανάμεσα στη βουλή και στην κυβέρνηση πολλαπλασιάζονταν σα σχέσεις ανάμεσα σε ξεχωριστές διαχειρίσεις και σε ξεχωριστούς εργολάβους.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *