Αναδημοσίευση από: http://antifa-ngt.espivblogs.net/?page_id=372
[Κείμενο της ομάδας Antifa Negative με θέμα την άνοδο του εθνικισμού στην ελλάδα, τις εμπειρίες και τις πολιτικές πρακτικές ενάντια σ’ αυτόν, για το περιοδικό της ομοσπονδίας ομάδων του Ums Ganze! στη γερμανία.]
Στα ελληνικά και διεθνή μέσα έχει υπάρξει μια αντιπαράθεση πρόσφατα για την άνοδο του εθνικισμού σε αυτό τον γεωγραφικό χώρο που ονομάζεται ‘ελλάδα’. Όντως, έχει υπάρξει μια άνοδος του εθνικισμού σε αυτό το γεωγραφικό σημείο των νότιων βαλκανίων, αλλά μας ανησυχεί το γεγονός πως οι αναλυτές κι όλοι αυτοί που λαμβάνουν μέρος στις σχετικές αντιπαραθέσεις… ξεκινούν να αναφέρονται στο ‘φαινόμενο’ μόλις λίγους μήνες πριν. Όπως και να ‘χει, εμείς εντοπίζουμε το ‘φαινόμενο της ανόδου του εθνικισμού’ στην ελλάδα, κάπου μεταξύ των δεκαετιών του 1820 και του 1830. Η υπερβολή είναι, βέβαια, κακός σύμβουλος, για αυτό κι η θέση μας αυτή πιστεύουμε ότι θα κερδίσει κάποιο πρεστίζ αν υπενθυμίσουμε στις αναγνώστριες και τους αναγνώστες μας πως ο ελληνικός εθνικός ύμνος δεν είναι παρά ένα ποίημα που εξυμνεί, αναλυτικά μάλιστα, τη μαζική σφαγή 30.000 μουσουλμάνων τούρκων και εβραίων κατά τη διάρκεια της λεγόμενης ‘άλωσης της Τριπολιτσάς’, σε αυτόν ακριβώς τον ίδιο γεωγραφικό χώρο, κατά τα χρόνια της λεγόμενης ‘απελευθέρωσης’ από τους τούρκους. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πολλά περισσότερα περιστατικά, σφαγές κτλ, όπου οι λεγόμενοι ‘έλληνες’ σκότωναν στο όνομα του ολοκαίνουργιου έθνους τους με στόχο να επεκτείνουν τα σύνορα τους συνήθως ή/και απλώς για την πλάκα, αλλά δεν έχουμε τόσο πολύ χώρο για αυτό το άρθρο. Ωστόσο, έχουμε ήδη ξεσκεπάσει έναν συγκεκριμένο τρόπο με βάση τον οποίο προσπαθούμε να δούμε τα πράγματα πολιτικά, δηλαδή εμπλέκοντας την ιστορία στις πολιτικές μας εκτιμήσεις, αναλύσεις και δραστηριότητες. Δίνουμε έμφαση σε αυτό γιατί δεν είναι σύνηθες στο γεωγραφικό αυτό χώρο όπου ζούμε. Μια κάποια απώλεια μνήμης, ή καλύτερα, μια επιλεκτική αμνησία είναι απαραίτητο εθνικό χαρακτηριστικό σε αυτή την χώρα είτε ασχολείσαι με την λεγόμενη κεντρική πολιτική σκηνή είτε με την ‘εναλλακτική/ανατρεπτική’.
Αυτός είναι ο βασικός λόγος που κάποιος σήμερα θα μιλούσε για άνοδο του εθνικισμού σήμερα. Εκτός αν πρόκειται, βέβαια, και περί βλακείας. Αυτός ή αυτή που ‘ανακαλύπτει’ σήμερα την συζήτηση για τον εθνικισμό, πρέπει να ‘χει ξεχάσει ή επιλέξει να ξεχάσει ότι ο εθνικισμός (κι ο φασισμός κι ο ρατσισμός) και η ελλάδα έχουν μακρά και περιπετειώδη σχέση εδώ και χρόνια… Φυσικά, η ένταση και η ποιότητα του πράγματος διαφέρει από εποχή σε εποχή. Και ως προς το δικό μας κομμάτι, σε αυτή τη μακρά και περιπετειώδη σχέση, πρέπει αναγκαστικά να εστιάσουμε στην τελευταία εικοσαετία ευτυχισμένης ελληνοζωής με στόχο να δώσουμε πιο συγκεκριμένες εικόνες του πως οι έλληνες απολαμβάνουν μέχρι και σήμερα την εθνική τους κοινότητα. Η εστίαση μας στα τελευταία είκοσι χρόνια σχετίζεται με σημαντικές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, μία από τις οποίες είναι και η μαζική ροή μεταναστών από την ανατολική ευρώπη – και κυρίως την αλβανία – κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου αλλά και μέχρι πρόσφατα, το κύριο σύνθημα στον ελληνικό δημόσιο λόγο ήταν το “οι έλληνες δεν είναι ρατσιστές”, ή, όπως εμφανιζόταν σε παραπλήσια εκδοχή, το “οι έλληνες δεν ήταν ρατσιστές, μέχρι που ήρθαν οι μετανάστες” (!). Έτσι, αν είναι να κατηγορηθούν κάποιοι για την άνοδο της ρατσιστικής βίας, αυτοί είναι οι μετανάστες οι ίδιοι, δηλαδή τα θύματα. Στην πραγματικότητα, η ελλάδα είναι μια χώρα όπου οι κοινωνικές, εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες είτε βίαια “εξελληνίστηκαν”, καταπιέστηκαν και απελάθηκαν, όποτε αυτό ήταν ευκταίο κι εφικτό, είτε εξοντώθηκαν, όπως έγινε με τους εβραίους (όπου το 86% των εβραίων εξοντώθηκε κατά το Ολοκαύτωμα με γερμανική φυσικά πρωτοβουλία αλλά και προς ελληνική ανακούφιση!). Οπότε, όταν οι αλβανοί, οι βούλγαροι και άλλοι ήρθαν στην ελλάδα, οι έλληνες είχαν ήδη μια μακρά εμπειρία σχέσεων με τον όποιον ‘Άλλο’, όπως εξάλλου και επανειλημμένα απέδειξαν, αλλά και ειδικότερα π.χ. στο αντι-αλβανικό πογκρόμ του 2004 (την 4η του Σεπτέμβρη), όπου μέσα σε κλιμάκωση μίας νύχτας δολοφονήθηκε τουλάχιστον ένας και τραυματίστηκαν πάνω από 300 σε διάφορες πόλεις της χώρας.
Οπότε, για άλλη μια φορά, ρατσισμός κι ελλάδα δεν είναι άγνωστοι μεταξύ αγνώστων.
Βέβαια, υπάρχει όντως μια αλλαγή από το 2008 κι έπειτα, αλλά αυτή η αλλαγή δεν θα έπρεπε να ονομαστεί ‘άνοδος του εθνικισμού’ μιας και ο όρος αυτός υπονοεί ότι ο εθνικισμός ‘αδρανούσε’ κατά τα προηγούμενα χρόνια. Οπότε, τα χρόνια μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, μπορούν να περιγραφούν αρχικά σαν ‘αντι-εξέγερση’. Μια ‘αντι-εξέγερση’ της οποίας το ιδεολογικό οπλοστάσιο φτιάχτηκε επίμονα κι επίπονα από αναλυτές του κράτους και δεξιούς καθηγητές πανεπιστημίου και αρθρογράφους της Καθημερινής οι οποίοι εξηγούσαν επί μακρόν πως η εξέγερση του Δεκέμβρη υπήρξε η όψιμη έκφραση μιας κυρίαρχης κουλτούρας ‘ανομίας’ και βίας, η οποία αποδιδόταν πάντως στην (δήθεν) ηγεμονία της αριστεράς ή σε πιο ακραίες περιπτώσεις, ακόμα και στην … οθωμανική-αντατολίτικη φύση της ελληνικής κοινωνίας και της παρεπόμενης άρνησης της να ‘εκμοντερνιστεί’! Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας το ίδιο είχε εσωτερικές εκλογές κατά την περίοδο αυτή, της δαιμόνιας ιδεολογικής ζύμωσης στα δεξιά (και τα ακροδεξιά), με τον Αντώνη Σαμαρά, έναν ακροδεξιό, να παίρνει τα ηνία του κόμματος κινητοποιώντας μάλιστα ένα άνευ προηγουμένου ποσοστό ψηφοφόρων του κόμματος του, πάνω σε μια ξεκάθαρα αντι-αριστερή αλλά κυρίως αντι-μεταναστευτική πολιτική ατζέντα. Αυτή η ίδια ατζέντα, σαρώνοντας όλα τα βραβεία εντός κρίσης, ήταν αρκετά πειστική και για τον φιλόξενο ελληνικό λαό, ώστε να κάνει τον Σαμαρά πρωθυπουργό λίγα χρόνια αργότερα, μόλις πέρυσι δηλαδή, της χώρας ολόκληρης. Την ίδια στιγμή, φίλοι του Αντώνη Σαμαρά απ’ τα παλιά, οι νεοναζί της χρυσής αυγής, κέρδιζαν πολιτική ορατότητα τόσο με την εκλογή του φύρερ τους στο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας το 2009, όσο και με την παρουσία τους στις λεγόμενες ‘επιτροπές κατοίκων’ σε διάφορα μέρη της Αθήνας.
Με έναν τέτοιο μηχανισμό στα σπάργανα και διεργασίες στα (ακρο)δεξιά, δεν ήταν δυνατόν να μείνει αχρείαστο το όπλο της ακροδεξιάς μπροστά στο σκανδαλώδες γεγονός ότι μετανάστες χωρίς χαρτιά, λυκειόπαιδα και χουλιγκάνια, αντί να κάθονται στα στέκια τους ο καθένας ξεχωριστά και να πίνει μπύρες, να βρίσκονται όλοι μαζί και να ρίχνουν επί έναν μήνα μολότοφ στην αστυνομία. Ούτε ήταν δυνατόν το ακροδεξιό χαρτί – πασπαλισμένο πια με αντι-ισλαμική σάλτσα (παλιά τους τέχνη κόσκινο!) – να μείνει αχρείαστο, όταν οι μουσουλμάνοι μετανάστες της Αθήνας έδειξαν ότι το σκίσιμο ενός Κορανιού ενός μετανάστη από έναν μπάτσο δεν θα έμενε αναπάντητο.
Ενάντια σε όλη αυτή την δηλητηριώδη ατμόσφαιρα, τον Μάρτιο του 2011, 300 μετανάστες από το Μαγκρέμπ προχώρησαν σε απεργία πείνας ζητώντας το εξωφρενικό για τα ελληνικά δεδομένα ρατσισμού, ρουφιανιάς και παρτακισμού: όχι μόνο νομιμοποίηση των ιδίων αλλα νομιμοποίηση όλων των μεταναστών στην ελλάδα! Όχι πολύ μετά την απεργία πείνας τους, η οποία δικαιώθηκε μόνον μερικώς – και σήμερα πια ο ένας μετά τον άλλον έχουν οδηγηθεί σε απελάσεις – ακολούθησε άλλη μια επίδειξη δύναμης από πλευράς ελλήνων με το πογκρόμ του Μάη του 2011 (επισήμως, ένας νεκρός και πολλές εκατοντάδες τραυματίες, ίσως και χιλιάδες κατά τη διάρκεια του μήνα Μάη στην πόλη της Αθήνας). Κατά τη διάρκεια του μήνα αυτού, οι φασίστες άρχισαν να στρατολογούν όλο και περισσότερους ρατσιστές στις γραμμές τους από τον όχλο που ζει στο κέντρο της Αθήνας. Το πογκρόμ αυτό στράφηκε επίσης κατά των μουσουλμάνων και, δευτερευόντως, αφρικανών μεταναστών του κέντρου – οι οποίοι ξεχωρίζονταν από όχλο και μπάτσους λόγω χρώματος δέρματος. Το “χτύπημα πακιστανών” έγινε μόδα και χωρίς κόστος, από γειτονιά σε γειτονιά. Η ελληνική αστυνομία βοηθούσε, όπου μπορούσε, τον όχλο και τις φασιστικές επιθέσεις βάζοντας περισσότερη πίεση σε αυτές τις κατηγορίες μεταναστών, είτε αυξάνοντας τους ελέγχους στους δρόμους του κέντρου είτε χτυπώντας μικροπωλητές μετανάστες σε διάφορα σημεία (πέριξ της Αχαρνών), περιορίζοντας τους μικροπωλητές όλο και περισσότερο στις ακαδημαϊκές σχολές της Νομικής και της ΑΣΟΕΕ (όλοι οι υπόλοιποι αναγκάζονταν να δουλεύουν περπατώντας και όχι με κάποια σταθερή βάση). Πρέπει, τέλος, να αναφερθεί, επίσης, ότι αυτές οι επιθέσεις του όχλου, δεκάδες εκ των οποίων καταφέρθηκαν με μαχαίρι, έλαβαν χώρα σε χρόνο παράλληλο με το ‘ένδοξο κίνημα’ των αγανακτισμένων της πλατείας συντάγματος – ένα χιλιόμετρο το πολύ μακριά από τον τόπο του συνεχούς, μηνιαίου πογκρόμ – χωρίς βέβαια το ένα (ένδοξο) γεγονός να εμποδίζει ή να παρενοχλεί το άλλο (άδοξο) γεγονός. Οι αγανακτισμένοι δούλεψαν και δούλεψαν για το πλήρες μεταξύ τους αποχάζεμα και επί ένα χρόνο τριβέλισαν το μυαλό διάφορων φαντασιόπληκτων και λαοκαυλωμένων αλλά δυστυχώς και τα δικά μας μυαλά με τις εθνικόφρονες μαλακίες τους (άμεση δημοκρατία – εθνική ανεξαρτησία – αλήτες προδότες πολιτικοί και λοιπές μούφες ήταν από αυτά τα συνθήματα που κυριάρχησαν στην μεγάλη πλατεία της Αθήνας που θύμιζε ΘΥΡΑ 4 … αλλά με τη διαφορά ότι είχε κι ένα ποτάμι ελληνικές σημαίες αγκαζέ. Plus κάτι μούτζες και κάτι κατσαρόλες.).
Αλλά τόση ζύμωση δεν πήγε αμανάτι. Οι εθνικοί ορισμοί και αυτοπροσδιορισμοί εντός της κρίσης δεν πήγαν χαμένοι. Μπορεί κανείς να κατηγορήσει τους έλληνες για διάφορα, αλλά για το ότι δεν είναι έντιμοι με τα είδωλα και τις πρωτοπορίες τους, δεν μπορεί! Έτσι, η πρωτοπορία της χρυσής αυγής, για τη συμμετοχή της στο πογκρόμ του 2011 ανταμείφθηκε εκλογικά, έναν χρόνο αργότερα (στις εκλογές Μάη-Ιούνη 2012) με ένα γενναίο 7%. Για όσες/ους δεν κατάλαβαν, λέμε κάτι απλό, αν και δύσκολα αποδεκτό από τον λεγόμενο ριζοσπαστικό χώρο στην ελλάδα, ότι η χρυσή αυγή κεφαλαιοποίησε το ακτιβιστικό της δυναμικό και τις δραστηριότητες της τα τελευταία 3-4 χρόνια ιδιαίτερα (με αφετηρία τον νοέμβρη του 2008 την εμφάνιση στον άγιο παντελεήμονα και μέχρι το πογκρόμ του Μάη 2011 και πιο πέρα βέβαια). Βέβαια, δεν λέμε ότι αυτό είναι αρκετό για να κατανοήσει κανείς ρατσισμό και εθνικισμό ελληνικής κοπής! Κι εδώ υποψιαζόμαστε ακόμα περισσότερο διαφωνούμε με την ελληνική αριστερά κι αναρχία. Γιατί εμείς λέμε ότι όλοι οι υπόλοιποι – πλην, δηλαδή, του πρωτοπόρου και γενναίου 7% που είναι ένα μικρό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας το οποίο ακολουθεί τη σβάστικα – συνεχίζουν να διατηρούν την πίστη τους και να βρίσκουν στοργή στις ζεστές εθνικές αγκάλες των λεγόμενων παραδοσιακών κομμάτων. Επιπλέον, μην ξεχνάμε πως εκτός του μισού εκατομμυρίου ψήφων των νεοναζί, άλλο μισό εκατομμύριο τσίμπησαν και οι ‘ανεξάρτητοι έλληνες’, ένα κόμμα που ιδρύθηκε εξάλλου λίγο πριν τις εκλογές του 2012 και η ατζέντα του ήταν τουλάχιστον ακροδεξιά: εθνική ανεξαρτησία – εθνική ασφάλεια – ‘μεταναστευτικό’.
Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς απ’ όσα γράψαμε παραπάνω, η ελληνική εμπειρία είναι μοναδική! Επειδή μας ζητήθηκε για αυτό το άρθρο να δώσουμε και εμπειρίες, σκεφτήκαμε να μοιραστούμε με αναγνώστριες και αναγνώστες κάποιες μίνι συμβουλές για όποια/ον σκοπεύει να έρθει ελλάδα σε κάποια φάση στο άμεσο μέλλον. Οπότε, αν κάποιος από τη γερμανία θέλει να κάνει την καθημερινή τουρ κόλασης, θα του συνιστούσαμε να αποφύγει προσωρινά τα Εξάρχεια και, αντιθέτως, να επισκεφτεί περπατώντας την ευρύτερη περιοχή, μεταξύ οδού Λιοσίων και οδού Πατησίων και από πλατεία Ομόνοιας μέχρι Άνω Πατήσια μεριά. Εκεί, ένας επισκέπτης μπορεί να δει συχνά, σε αυτή την μεγάλη περιοχή που ζουν αρκετοί μετανάστες, αναρίθμητες αστυνομικές περιπολίες (στην Αχαρνών μάλιστα τον Μάη του 2011 είχαμε παρατηρήσει μάλιστα ότι αστυνομικό όχημα περνούσε ανά 15 δευτερόλεπτα!) και χιλιάδες φυσικά μετανάστες αναγκασμένους να ζουν στις πιο εξευτελιστικές συνθήκες και σε καθεστώς φόβου συνήθως λόγω μπάτσων και μερικές φορές και του ελληνικού όχλου. Αυτή η “κατάσταση πολέμου” θα επηρεάσει πιθανόν τον επισκέπτη από άλλες χώρες, αν γνωρίζει ελληνικά και μπει μάλιστα σε ένα λεωφορείο του κέντρου. Εκεί, κάποιος μπορεί να παρατηρήσει ένα σύγχρονο άπαρτχαϊντ να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του, αυθόρμητο κιόλας (κι εκεί ακριβώς είναι η αξία του!), μιας και οι ‘μη-έλληνες μετανάστες’ επιβάτες συνήθως ενστικτωδώς θα στριμωχρούν στο πίσω μέρος των λεωφορείων ενώ το μπροστά μέρος μένει αυστηρά για έλληνες. Θα προσθέταμε, επίσης, ότι είναι αδύνατον να χρησιμοποιήσει γενικά μέσα μαζικής μεταφοράς ή ειδικότερα λεωφορεία, τα γνωστά “λεωφορεία του βόθρου” ή “λεωφορεία του μίσους” χωρίς να ακούσει συζητήσεις μεταξύ ελλήνων γύρω από την αναγκαιότητα του “να γυρίσουν πίσω (σ.σ. οι μετανάστες)” ή “να πάνε στις χώρες τους” κι άλλες ευγενείς ταξιδιωτικές οδηγίες. Καμιά φορά, βέβαια, για να μην αδικεί κανείς την πρωτεύουσα του ευρωπαϊκού ριζοσπαστισμού, τα Εξάρχεια, ο επισκέπτης μπορεί να αδράξει την ευκαιρία της εμπειρίας κάποιου κυνηγιού ξένων, μερικές φορές Αφρικανών, μα πιο συχνά Αλβανών στα Εξάρχεια. Το κόλπο εκεί είναι – μιας και ήδη μπορεί πολλοί/ες που διαβάζετε αυτές τις γραμμές να παραξενεύεστε! – ότι η ατζέντα του κυνηγιού ξένων γίνεται συμβατή με την αναρχική ιδεολογία και πρακτική όταν οι αναρχικοί αποκαλούν τους “Αλβανούς” ως “ναρκο-μαφία” ή και σε συζητήσεις αμιγώς μεταξύ ελλήνων ακόμη και “αλβανική μαφία”. Τότε δικαιολογείται και το ξύλο και το κυνήγι. Αλλά και ο θάνατος μετανάστη, όπως έχει γίνει μάλιστα. Γιατί ως γνωστόν οι μαφίες είναι μαφίες και οι αναρχικοί πιστοί στο νόμο και την τάξη. Όλη αυτή η συνεχής επανάσταση του ελληνικού όχλου φυσικά δεν μας επηρεάζει μόνο συναισθηματικά αλλά και πολύ υλικά μάλιστα. Μόνο ένα παράδειγμα, το σημαντικότερο, μιας και αυτή η ομάδα έχει μετανάστες δεύτερης γεννιάς, είναι ότι βέβαια η ελληνική ιθαγένεια για μπόλικους από εμάς γίνεται ακόμα πιο μακρινό ενδεχόμενο και η παρανομία της ύπαρξης μας όλο και πιο κοντινό, για άλλη μια φορά, μιας και ο μόνος ανεκτός, ούτε καν καλός, νόμος για την ιθαγένεια, που υπήρχε, καταργήθηκε κι αυτός από τον Αντώνη Σαμαρά, τους φίλους του και τους ψηφοφόρους του, εξαφανίζοντας μαζί του και τα ελάχιστα ψίχουλα που μας έδινε το ελληνικό κράτος σαν αντάλλαγμα για το ότι μας έχει διαλύσει τη ζωή.
Ως αντίδοτο στις δηλητηριώδεις αυτές εμπειρίες, πρέπει και μπορεί να λειτουργήσουν οι συναντήσεις μας και οι λίγες και μικρές έμπρακτες μας απαντήσεις στην ελληνική βία. Φυσικά, σε ένα τέτοιο περιβάλλον όπου ο ριζοσπαστικός χώρος είναι συμβατός με ρατσιστικά στερεότυπα και επιθέσεις σε ξένους, οι πολιτικές μας συμμαχίες έχουν όλο και μικρότερα περιθώρια ύπαρξης, όχι επειδή εμείς έχουμε αλλάξει ή ανεβάσει τα στάνταρ μας ψηλά αλλά δυστυχώς επειδή ακόμη και έμπρακτα αντιφασίστες έχουν βρεθεί στη θέση να ανακαλύπτουν λόγους να νιώθουν συμπάθεια για τους φτωχούς έλληνες που δεν μπορούν να αγοράσουν ένα δεύτερο ποτό ή κι ένα δεύτερο αμάξι, και δήθεν έτσι πάνε και … ψηφίζουν τους νεοναζί ή λόγω αυτού δήθεν πάνε και μαχαιρώνουν μετανάστες. Ξέρετε, δεν είναι εύκολο να συμμαχείς με κάποιους που νιώθουν συμπάθεια για τα κοινωνικά στρώματα που πάνε και ψηφίζουν τους νεοναζί, οι οποίοι έπειτα έρχονται να σε μαχαιρώσουν. Πρέπει να ‘σαι έλληνας για να το κάνεις αυτό. Ή ακόμα και ‘γερμανός αλληλέγγυος στους ελληνες’ όπως έχουμε πει και παλιότερα με αφορμή τις διαδηλώσεις Μ31 και την απόπειρα φολκλόρ εξιδανίκευσης ενός όχλου με πατριωτικές μολότοφ και αντισημιτικές αντιλήψεις, δηλαδή τους έλληνες αγανακτισμένους και τους αντιεξουσιαστές φίλους τους. Οπότε, τι περιθώριο απομεει για πολιτική δράση σε αυτές τις αποκαρδιωτικές περιστάσεις; Λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη πολιτική μας μοναξιά δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες πολιτική παρέμβαση. Μόνοι και μόνες μας κυρίως προσπαθούμε βέβαια να κάνουμε κάποια πράγματα, όπως το να αναπτύξουμε τη συνείδηση μας γύρω από θέματα ρατσισμού κι αντισημιτισμού. Και για αυτό το το λόγο έχουμε διοργανώσει μια σειρά τεσσάρων δημόσιων εκδηλώσεων πάνω σε αυτά τα θέματα. από πέρυσι τον Ιούνιο του 2012 και μέχρι σήμερα, έχουμε βγάλει κάποιες χιλιάδες αφίσες για το κέντρο της πόλης κι άλλων γειτονιών και προσπαθούμε να απευθύνουμε τον αντιφασισμό μας κυρίως σε δεύτερης γεννιάς μετανάστες επειδή αισθανόμαστε ότι πρέπει να μοιραζόμαστε περισσότερα μαζί τους, και γνωρίζουμε ότι ο ‘αντιφασισμός’ τους είναι πιο ‘αυθεντικός’ επειδή προέρχεται από ανάγκη/επιβίωση κι όχι από λόγους πολιτικού ανταγωνισμού με τους έλληνες φασίστες, οτιδήποτε κι αν μπορεί να σημαίνει αυτό. Στην πολιτική μας ατζέντα, επίσης, προσπαθούμε να προωθούμε ζητήματα φεμινιστικής πολιτικής και ενάντια στον ετεροσεξισμό, ειδικά όταν τέτοιες κριτικές μπορούν να συσχετισθούν με τον σύγχρονο αντιφασισμό και αντιεθνικισμό, π.χ. ενθαρρύνουμε μια φεμινιστική προοπτική όπως αυτή αντιτίθεται σε μια κυρίαρχη “μάτσο αντιφά” κουλτούρα, είτε εκδίδοντας κείμενα σχετικά επί του θέματος είτε προωθώντας την δημιουργία πολιτικών σχημάτων που δουλεύουν μια πιο συμπαγή συνάρθρωση των έμφυλων και εθνικών εξουσιών. Όπως μπορεί να έχετε ήδη μαντέψει, έχουμε εδώ και καιρό σταματήσει να σπαταλάμε τον χρόνο μας με την προσπάθεια “να αλλάξουμε τα μυαλά και τις καρδιές” όσων αισθάνονται έλληνες, εντός ή εκτός ‘χώρου’, για αυτό και δίπλα στο λόγκο της ομάδας μας υπάρχει πια και το ‘αυστηρώς ακατάλληλο για έλληνες!’
Antifa Negative, February 2013