Η πατριαρχία οπλίζει τους βιαστές

Αναδημοσιεύουμε προκήρυξη που μοίρασε στη Χαλκίδα η ”Συνέλευση ελευθεριακών Χαλκίδας” τον Σεπτέμβριο του 2010.  Το ζήτημα του σεξισμού και της βίας κατά των γυναικών παραμένει το ίδιο οξύ. Μάλιστα εντείνεται σήμερα με την αύξηση των νεοφασιστικών και νεοναζιστικών συμπεριφορών. Στην Ελλάδα διαπράττονται 4.500 βιασμοί το χρόνο από τους οποίους  τελικά καταδικάζονται οι 20. Τα θύματα συνήθως διαπομπεύονται, περιθωριοποιούνται, ξεγυμνώνονται ξανά και ξανά (πράγμα το οποίο μας επιτρέπει να μιλάμε για δεύτερο και τρίτο βιασμό) είτε από το κοινωνικό περιβάλλον  είτε κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας είτε από τα μέσα μαζικής αποχαύνωσης στα οποία κυριαρχεί η ηδονοθηρική  ανδρική ματιά. ”Τα ήθελε”,  ”καλά της έκανε”, φωνάζει υστερικά ένα μέρος της κοινωνίας που ζει μέσα στο βούρκο των πατριαρχικών συμπεριφορών. Πολλοί όμως επίσης σιωπούν, κάνουν πως δεν βλέπουν, δεν αντιδρούν, αφήνουν τα πράγματα να κυλούν από ρεπορτάζ σε ρεπορτάζ στα δελτία ειδήσεων. Η σιωπή όμως είναι συνενοχή, είναι το πρόσφορο υπέδαφος μέσα από το οποίο η βία ριζώνει στις καθημερινές συμπεριφορές.  Δεν είναι επίσης τυχαίο το ότι η πατριαρχία, η ανδροκρατία, η αρρενωπή συμπεριφορά, ο αυταρχισμός και ο ρατσισμός είναι τα θεμέλια της ναζιστικής και φασιστικής ιδεολογίας που διατυμπανίζουν σήμερα διάφοροι αχρείοι. Η κουλτούρα του βιασμού είναι κατεξοχήν η κουλτούρα των φασιστών.  

 

Η πατριαρχία οπλίζει τους βιαστές 

Το καλοκαίρι καταγράφηκε στην Εύβοια μια σειρά περιστατικών σεξιστικής βίας. Τον Ιούνιο ήρθαν στο φως δύο βιασμοί  ύστερα από καταγγελίες των θυμάτων. Η μία γυναίκα 26 ετών, βιάστηκε στην Αγία Ελεούσα Χαλκίδας από τον πρώην ερωτικό της σύντροφο και η δεύτερη 30 ετών στην Αμάρυνθο, επίσης από τον πρώην ερωτικό της σύντροφο. Και στις δύο περιπτώσεις  προηγήθηκαν άγριοι ξυλοδαρμοί. Οι βιασμοί πέρασαν στα ψιλά των εφημερίδων, κάτι που είμαστε σίγουρες-σίγουροι ότι δε θα συνέβαινε αν οι βιαστές δεν ήταν έλληνες, αλλά μετανάστες. Στα Ψαχνά ένας άλλος “πρώην” έσφαξε τον “νυν” γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο και πριν λίγες μέρες στο Μαντούδι μια 20χρονη γυναίκα βρέθηκε κακοποιημένη σε φρικτή κατάσταση και “τι έκπληξη” κανείς δε μπορούσε να φανταστεί πως…

Τα παραπάνω δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά. Στην Ελλάδα κάθε χρόνο περίπου 4500 γυναίκες πέφτουν θύματα βιασμού. Οι περισσότερες περιπτώσεις βιασμού και κακοποίησης μένουν στο σκοτάδι, καθώς μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός γυναικών προχωρά σε καταγγελίες. Μία γυναίκα χρειάζεται θάρρος και τεράστιο ψυχικό σθένος για να καταγγείλει το βιασμό της, αφού αυτό συνεπάγεται ότι θα αμφισβητηθούν όσα υποστηρίζει, θα στιγματιστεί και θα απομονωθεί. Δηλαδή ένας δεύτερος βιασμός, ο οποίος, αν μια υπόθεση βιασμού (αφού το θύμα έχει υπερβεί τις έντονες προσπάθειες των αστυνομικών να αποτρέψουν την καταγγελία) φτάσει στο δικαστήριο, λαμβάνει χώρα ακριβώς εκεί. Το θύμα καλείται μέσα από μία επώδυνη και εξευτελιστική αλληλουχία ερωτήσεων να αποδείξει ότι βιάστηκε και μάλιστα χωρίς τη θέλησή της. Διότι η κατ’ όνομα τυφλή και κουφή ελληνική δικαιοσύνη ακούει και βλέπει πεντακάθαρα την πατριαρχική κοινωνία που στις συντριπτικά περισσότερες υποθέσεις ταλαντεύεται μεταξύ του “τα ήθελε” και “λέει ψέματα”. Άρα η δικαιοσύνη δεν είναι τυφλή, αλλά αντρική, ταξική, ελληνική. Τρανή απόδειξη, από τη μία μεριά,  η δίκη πριν λίγους μήνες  των κατηγορούμενων για το βιασμό της 16χρονης μετανάστριας μαθήτριας στην Αμάρυνθο και από την άλλη, η καταδίκη σε φυλάκιση δύο ανήλικων κοριτσιών στην Κερκίνη Σερρών που αντιστάθηκαν βίαια στον επίδοξο βιαστή τους. 

Έτσι, η σιωπή επικρατεί και η πατριαρχική κοινωνία συνεχίζει το δρόμο της. Με τη διαφήμιση και την πορνογραφία να αποτελούν τα κατ’ εξοχήν πεδία όπου η γυναικεία  προσωπικότητα εγκλωβίζεται και διαμελίζεται και το γυναικείο σώμα απομονώνεται και λεηλατείται, καθιστώντας τη γυναίκα – θήραμα . Γυναίκα – θήραμα μέρα και νύχτα, σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, για τους άντρες κυνηγούς και αφέντες που εξασκούνται στις κοπέλες «τους» (όπως οι δύο βιαστές στην Εύβοια), τις γυναίκες «τους», σε γυναίκες θύματα του trafficking φυλακισμένες στα χιλιάδες μπαρ-μπουρδέλα στην Ελλάδα.

 Περιστατικά σεξιστικής βίας (σωματικής, ψυχολογικής, λεκτικής) συμβαίνουν καθημερινά μπροστά στα μάτια μας στους δρόμους, τα σπίτια, τα σχολεία, τους χώρους εργασίας. Τα αηδιαστικά βλέμματα και τα «αθώα πειράγματα», η σεξουαλική παρενόχληση, η ενδοοικογενειακή – αντρική βία, οι βιασμοί σε χωράφια, μπουρδέλα, σοκάκια και «συζυγικά κρεβάτια» συνθέτουν το πιο ευδιάκριτο κομμάτι του βούρκου της πατριαρχικής κοινωνίας, της βίας και των βιαστών που παράγει. 

Κι όμως η συντριπτική πλειοψηφία υποκρίνεται πως δεν βλέπει, δεν ακούει, δεν γνωρίζει τίποτα και σίγουρα δεν έχει κάνει ποτέ κάτι τέτοιο. Παρόλο που οι περισσότεροι βιασμοί συμβαίνουν εντός του οικογενειακού, φιλικού και εργασιακού περιβάλλοντος… η αγία ελληνική οικογένεια παραμένει αγία. Τα μπαρ – μπουρδέλα – φυλακές γυναικών βρίσκονται στις γειτονιές μας και οι πελάτες – βιαστές δεν είναι εξωγήινοι, αλλά άντρες καθημερινοί. Κανένας δεν γνωρίζει περιστατικά σεξιστικής βίας, αλλά όλοι ξέρουν ότι “προκαλούσε και τα ήθελε”, “άντρας είναι έχει ορμές, δεν είναι αδερφή”, “έλα μωρέ το πουτανάκι λέει ψέματα”. Αυτό δεν είναι σκέτη υποκρισία, είναι συνενοχή.

Τασσόμαστε και αγωνιζόμαστε ενάντια στην πατριαρχία, τις σεξιστικές αντιλήψεις και συμπεριφορές σε κάθε τους μορφή. Ενάντια στη σεξιστική βία και δίπλα στα θύματά της. Δίπλα σε όσες και όσους καταπιέζονται και πέφτουν θύματα διακρίσεων και βίας λόγω του φύλου ή των σεξουαλικών προτιμήσεων.

 Όλες και όλοι μαζί να σπάσει η σιωπή

.Συνέλευση Ελευθεριακών Χαλκίδας

Σεπτέμβριος 2010

Δεν μπορείς να ανατινάξεις μια κοινωνική σχέση – Ο αναρχικός λόγος για την κρατική τρομοκρατία

Αναδημοσίευση από: http://www.ainfos.ca/A-Infos/ainfos45281.html

”Δεν μπορείς να ανατινάξεις μια κοινωνική σχέση. Η ολική κατάρρευση αυτής της κοινωνίας δεν θα παρείχε καμιά εγγύηση γιʼ αυτό που θα την αντικαθιστούσε. Αν η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν αποκτήσει τις ιδέες και την οργάνωση που χρειάζονται για τη δημιουργία μιας εναλλακτικής κοινωνίας, θα δούμε τον παλιό κόσμο να ανασυντάσσεται, διότι είναι αυτό που οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει, αυτό που πιστεύουν, αυτό που υπήρχε απρόσβλητο μέσα στην ίδια την προσωπικότητα τους”.

Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ 
Ασφαλώς, η  τρομοκρατία δεν ανήκει αποκλειστικά σε μικρές ομάδες, στην Ιταλία ή τη Γερμανία. Ο ωμότερος και ο πιο αδίστακτος πράκτορας του τρόμου, τώρα, όπως και σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία, είναι η άρχουσα τάξη. Διαβάστε την ιστορία, θυμηθείτε ότι σʼ ολόκληρο τον κόσμο, οι φιλάνθρωποι κυβερνήτες μας διαθέτουν τον πυρηνικό εξοπλισμό για να σκοτώσουν τους πάντες πάνω στη γη 24 φορές (Ρουθ Λήγκαρ Σίβορντ στο Δελτίο των Ατομικών Επιστημόνων – Απρίλιος 1975). Ή σκεφτείτε τις επιπτώσεις της βόμβας νετρονίου που καταστρέφει κάθε ζωή, αφήνοντας τις ιδιοκτησίες ανέπαφες.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η κρατική τρομοκρατία είναι ισχυρότερη, πιο διαδεδομένη και πολύ πιο καταστροφική από την τρομοκρατία μιας «πρωτοπορίας». Αυτό που καθορίζει τη χρήση της τρομοκρατίας από το κράτος είναι ζήτημα του βαθμού στον οποίο αυτό αισθάνεται να αμφισβητείται και όχι τα συντάγματα και οι δημοκρατικές αρχές. Όταν απειλούνται από ένα σοβαρό και οργανωμένο επαναστατικό κίνημα, οι Δυτικές δημοκρατίες επιδείχνουν ολόκληρη τη γκάμα των φρικιαστικών μεθόδων τους. Η μαζική χρήση των βασανιστηρίων από τους Γάλλους στην Αλγερία, η χρήση τους από τους Βρετανούς στο Άντεν και στη Βόρειο Ιρλανδία, οι δολοφονίες και οι συνωμοσίες από την αστυνομία και το στρατό στην Ιταλία είναι μερικά παραδείγματα της ετοιμότητάς τους να εφαρμόσουν ανελέητες μεθόδους σε διάφορες καταστάσεις. Αυτή η ετοιμότητα για ωμότητα απορρέει από την ίδια τη φύση του Κράτους, όπως αυτή εκφράστηκε από τον Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν το 1851:
«Με κυβερνούν σημαίνει με επιτηρούν, με εποπτεύουν, με χαφιεδίζουν, με κατευθύνουν, με νομοθετούν, με ρυθμίζουν, με περιχαρακώνουν, με διαπαιδαγωγούν, μου κάνουν κήρυγμα, με ελέγχουν, με κοστολογούν, με αποτιμούν, με ελέγχουν, με διοικούν όντα που δεν έχουν ούτε το δικαίωμα, ούτε τη γνώση, ούτε την αρετή γιʼ αυτό. Με κυβερνούν σημαίνει, σε κάθε επιχείρηση, σε κάθε συναλλαγή, σε κάθε κίνηση, με σημειώνουν, με καταγράφουν, με απογράφουν, με καταπονούν, με σταμπάρουν, με αποτιμούν, με μετρούν, με υπολογίζουν, με πατεντάρουν, με εγκρίνουν, με εξουσιοδοτούν, με επιδοκιμάζουν, με νουθετούν, με παρεμποδίζουν, με αναμορφώνουν, με επιπλήττουν, με συλλαμβάνουν. Σημαίνει, με το πρόσχημα του γενικού συμφέροντος με φορολογούν, με εξαγοράζουν, με κρατούν όμηρο, με εκμεταλλεύονται, με μονοπωλούν, με εκβιάζουν, με συνθλίβουν, με εξαπατούν, με κλέβουν κι ύστερα με την παραμικρή αντίσταση, με το παραμικρό παράπονο, με καταδιώκουν, με προπηλακίζουν, με ταλανίζουν, με κυνηγούν, με παρακολουθούν, με τρομοκρατούν, με προπηλακίζουν, με αφοπλίζουν, με στραγγαλίζουν, με φυλακίζουν, με πολυβολούν, με δικάζουν, με καταδικάζουν, με απελαύνουν, με ξυλοκοπούν, με πουλούν, με προδίδουν και τελικά με εξεφτελίζουν, με γελοιοποιούν, με προσβάλλουν, με ατιμάζουν. Αυτή είναι η κυβέρνηση, αυτή είναι η δικαιοσύνη της, αυτή είναι η ηθική της».
 Στη Νότιο Αμερική, τα μυστικά αστυνομικά αποσπάσματα θανάτου που υποστηρίζονται από το κράτος και η συστηματική χρήση βασανιστηρίων είναι μόνιμα φαινόμενα. Κατά τη διάρκεια της «λευκής τρομοκρατίας» στη Γουατεμάλα, πέθαιναν κυριολεκτικά χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο (υπολογίζονται, σε 2 με 6 χιλιάδες οι νεκροί του ʽ67-ʽ68). Οι στρατιωτικές δικτατορίες που κυβέρνησαν τη Βραζιλία από το πραξικόπημα του 1964 και μετά, είναι διαβόητες γιο τα αποσπάσματα θανάτου τους που αποτελούνται από αστυνομικούς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μετέφεραν μέλη αυτών των αποσπασμάτων στην Ουρουγουάη για να εκπαιδεύσουν την αστυνομία πως να βασανίζει τους αντάρτες των πόλεων. Οι ΗΠΑ είναι βαθιά αναμεμειγμένες στην ανάπτυξη των βασανιστηρίων σʼ αυτή την περιοχή. Η οργάνωση «Τρία Α» στην Αργεντινή, που τα μέλη της είναι αστυνομικοί, σκότωσε 1000 άτομα το 1975.Η πλήρης κινητοποίηση των δυνάμεων του Χιλιανού καθεστώτος για να επιδοθούν στην τρομοκρατία και τις δολοφονίες είναι ίσως η χειρότερη περίπτωση μεταπολεμικά σʼ ολόκληρο τον κόσμο. Φυσικά, η κρατική τρομοκρατία δεν ασκείται μονάχα από τα Δυτικά καπιταλιστικά κράτηΑποτελεί επίσης αναπόσπαστο μέρος της πρακτικής των κρατικοκαπιταλιστικών χωρών, όπως η Σοβ. Ένωση.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ  ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ ΤΩΝ  ΠΟΛΕΩΝ
 Σʼ όλο τον κόσμο η λέξη «τρομοκρατία» χρησιμοποιείται αδιάκριτα από τους πολιτικούς και την αστυνομία με σκοπό να προκαλέσει εχθρότητα απέναντι σε οποιοδήποτε φαινόμενο αντίστασης ή διάθεσης για ένοπλη άμυνα ενάντια στα δικά τους τρομοκρατικά σχέδια.   Η τρομοκρατία χαρακτηρίζεται οπό τη συστηματική χρήση βίας εναντίον ανθρώπων για την επίτευξη πολιτικών στόχων. Οι δολοφονίες, οι εκτελέσεις, οι απαγωγές, οι αεροπειρατείες και η κράτηση ομήρων από το κοινό, όπως και οι ένοπλες επιθέσεις και οι βομβιστικές ενέργειες που στοχεύουν συνειδητά στο να σκοτώσουν, να σακατέψουν ή να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, είναι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται κυρίως στη μη κρατική τρομοκρατία. Μέσα σʼ αυτήν την κατηγορία, μπορεί να γίνει μια διάκριση ανάμεσα σε επιθέσεις εναντίον του κοινού και σε εκείνες που στρέφονται ενάντια σε ανθρώπους της εξουσίας, διάκριση που δεν συνεπάγεται την αποδοχή καμιάς από τις δύο. Ασφαλώς, οι επιθέσεις εναντίον αθώων είναι χειρότερες από εκείνες εναντίον ανθρώπων που είναι ένοχοι για κάποιο έγκλημα. Γενικά, είναι σημαντικό να διαφοροποιήσουμε στην τρομοκρατία απʼ ό,τι θα μπορούσε να ονομαστεί «εκφοβισμός». Το κράτος είναι μόνιμα αφοσιωμένο στην προσπάθεια να εμποδίσει την έκφραση των πολιτικών αντιλήψεων με την απειλή της συκοφαντίας, των διώξεων ή της ταλαιπωρίας. Μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων του κράτους υπάγεται στον όρο «εκφοβισμός». Μερικά στοιχεία της Αυστραλιανής αριστεράς έχουν επιχειρήσει διάφορες μορφές εκφοβισμού εναντίον άλλων αριστερών. Πρέπει επίσης να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην τρομοκρατία και στην καταστροφή της ιδιοκτησίας. Αν και είναι ξεκάθαρο ότι η εκφοβιστική δραστηριότητα και οι καταστροφές ιδιοκτησιών δεν είναι συνήθως τόσο σοβαρές όσο η τρομοκρατία, οι αριστεροί θα έπρεπε να αναγνωρίσουν την ευκολία με την οποία η διάθεση για τέτοιες ενέργειες μπορεί να οδηγήσει σε χειρότερες συνέπειες. Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε με το ότι οι επαναστάτες πρέπει να τηρούν μια ευλαβική στάση απέναντι στην ατομική ιδιοκτησία, αλλά ότι θα έπρεπε απλώς να καταλάβουν ότι υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα, ας πούμε, στην καταστροφή μιας πυρηνικής εγκατάστασης οπό μια μαζική κατάληψη, και στην ανατίναξη αυτής της εγκατάστασης από λίγα άτομα. Όπως ακριβώς οι κυβερνήτες προτιμούν τη λέξη «τρομοκράτης», οι τρομοκράτες προτιμούν το χαρακτηρισμό «αντάρτης των πόλεων», που τους προσδίδει έναν πλασματικό ρομαντικό αέρα. Παρʼ όλα αυτά, πιστεύουμε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους τρομοκράτες και σε εκείνους τους επαναστάτες που υιοθετούν την ιδεολογία και την πρακτική του «αντάρτικου», πράγμα που σημαίνει ότι γιʼ αυτούς η ένοπλη πάλη είναι η επαναστατική στρατηγική. Ειδικά στον πόλεμο στην ύπαιθρο αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να χρησιμοποιήσουν μη τρομοκρατική ένοπλη δράση. Αυτό συνεπάγεται συνήθως ένοπλες συγκρούσεις με την αστυνομία και το στρατό. Ωστόσο, εξαιτίας των συνθηκών του ανταρτοπόλεμου στις πόλεις, αυτή η μέθοδος, οδηγεί αυτόματα στην τρομοκρατία όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω. Στη Νότιο Αμερική, η αυξημένη χρήση του αντάρτικου των πόλεων, ήταν κυρίως αποτέλεσμα της αποτυχίας της στρατηγικής της υπαίθρου που είχε γίνει ολοφάνερη τα τέλη της δεκαετίας του ʽ60. Η στρατηγική της υπαίθρου ήταν βασισμένη σε ισχνά θεωρητικά συμπεράσματα που είχαν αντληθεί από μια εξιδανικευμένη θεώρηση αυτού που συνέβηκε στην Κουβανική επανάσταση. Ωστόσο, η στρατηγική του αντάρτικου των πόλεων δεν ήταν, ουσιαστικά, διαφορετική από εκείνη των εκστρατειών στην ύπαιθρο. Και οι δύο βασίζονταν στην αντίληψη της πρωτοποριακής ένοπλης ομάδας της οποίας οι ειδικά στρατιωτικές συγκρούσεις της με τις δυνάμεις καταστολής του καθεστώτος θα προμήθευαν το μικρό κινητήρα (τη γνωστή «εστία») για να ξεκινήσει ο μεγάλος κινητήρας της πολιτικής επανάστασης. Σύμφωνα με αυτήν την στρατηγική, η επιτυχημένη στρατιωτική επιχείρηση είναι η προπαγάνδα. Το Ουρουγουανό Κίνημα Εθνικής Απελευθέρωσης (οι γνωστοί Τουπαμάρος), οι πιο επιτυχημένοι αντάρτες των πόλεων, εκφράζουν αυτήν την στρατηγική ως εξής: «Η ιδέα ότι η επαναστατική δράση καθεαυτή, η ίδια ακριβώς η πράξη του να πάρεις τα όπλα, να προετοιμαστείς και να πάρεις μέρος στις ενέργειες που στρέφονται ενάντια στη βάση της αστικής νομοθεσίας δημιουργεί επαναστατική συνείδηση, οργάνωση και συνθήκες». Τι μονομανία! Τι απλουστευτική λογική! Η ολοκληρωτική ήττα των ανταρτών των πόλεων στην Βενεζουέλα το 1962-63, οι οποίοι είχαν υποστήριξη από την ύπαιθρο, και από το Κομμουνιστικό Κόμμα ακόμα, θα έπρεπε να τους έχει προειδοποιήσει ότι η στρατηγική αυτή ήταν λαθεμένη. Η σκέψη του να ταυτιστεί η ουσία της επανάστασης ως παρανομία ή ως ένοπλη αντιπαράθεση με τα όργανα καταστολής του κράτους είναι ελλειπτική. Αυτό συσκοτίζει τελείως την ουσία της αντίθεσης μας απέναντι σʼ αυτήν την κοινωνία, αντίθεση που δεν είναι απλά μια απέχθεια για την κρατική βία – φυλακές, θηριωδία, βασανιστήρια, δολοφονίες κλπ. – αλλά γιο τις ιεραρχικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, για την ύπαρξη του ανταγωνισμού αντί της συνεργασίας. Η «Ίδια η πράξη του να πάρεις τα όπλα» μπορεί να περιφρονεί το νόμο αλλά δε λέει τίποτα για αυτό για το οποίο γίνεται ο αγώνας. Η ουσία της επανάστασης δεν είναι η ένοπλη σύγκρουση με το κράτος αλλά η φύση του κινήματος που τη στηρίζει, και αυτό θα εξαρτηθεί από το είδος των σχέσεων και των ιδεών ανάμεσα στα μέλη των ομάδων, τα κοινοτικά συμβούλια, τα εργατικά συμβούλια κλπ. που εμφανίζονται στην κοινωνική σύγκρουση. Έργο των επαναστατών δεν είναι να πάρουν το όπλο αλλά να ασχοληθούν με τη μακρόχρονη, σκληρή δουλειά της δημοσιοποίησης της κατανόησης αυτής της κοινωνίας.Πρέπει να οικοδομήσουμε ένα κίνημα που να συνδέει το πλήθος των προβλημάτων και ζητημάτων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με την ανάγκη για επαναστατική αλλαγή, που να επιτίθεται σʼ όλες τις ψευτολύσεις – και ατομικές και κοινωνικές – που προσφέρονται μέσα σʼ αυτήν την κοινωνία, που να προσπαθεί να απομυθοποιήσει τις λύσεις που προσφέρει η εξουσιαστική αριστερά και αντίθετα να δώσει πλήρη έμφαση στην ανάγκη για αυτενέργεια και αυτο-οργάνωση από μέρους αυτών των ανθρώπων που είναι πρόθυμοι να ασχοληθούν μʼ αυτά τα προβλήματα.Χρειάζεται να παρουσιάσουμε απόψεις για έναν σοσιαλισμό βασισμένο στην ισότητα και την ελευθερία.
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΠΑΤΕΣ
Τόσο στον Εταιριακό καπιταλιστικό κόσμο όσο και στον Τρίτο Κόσμο, τα αντάρτικα κινήματα είχαν μια πολύ φτωχή παρουσία στον τομέα των ιδεών.  Το ότι το κράτος είναι καταπιεστικό και το ότι μπορεί να καταπολεμηθεί είναι μονάχα ένα πολύ μικρό μέρος των επαναστατικών ιδεών αλλά συνιστά σχεδόν ολόκληρο το περιεχόμενο αυτού που προσπαθούν οι αντάρτες να περάσουν στο λαό. Βασίζεται στην υπόθεση ότι δεν χρειάζεται να σκεφτούμε και πολύ για να κάνουμε μια επανάσταση. Το μόνο που απαιτείται είναι να πείσουμε το λαό ότι μπορεί να νικήσει το κράτος. Τίποτε άλλο δεν βρίσκεται μακρύτερα από την αλήθεια. Εάν οι άνθρωποι δεν θέλουν να δουν να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά το παλιό μοντέλο της επανάστασης που φέρνει στην εξουσία μια νέο ομάδα καταπιεστών, τότε θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η ευθύνη για μια νέα κοινωνία ανήκει σʼ αυτούς, θα πρέπει να σκεφτούν πως να δομήσουν τη νέα κοινωνία έτσι ώστε να παραμείνει δημοκρατική. Εφόσον αυτό εξαρτάται από τους ίδιους, θα πρέπει να συλλογιστούν και τις απόψεις τους και αυτό περιλαμβάνει και τη στάση τους στην προσωπική τους ζωή.Συχνά υποστηρίζεται ότι τέτοιες απαιτήσεις είναι γελοίες στο πλαίσια των άμεσων βασικών αναγκών στον Τρίτο Κόσμο. Στην πραγματικότητα, η αυτο-οργάνωση . πάνω σε συνεργατικές βάσεις γίνεται ένα χαρακτηριστικό των αγώνων του Τρίτου Κόσμου. Τα οικονομίστικα επιχειρήματα για τους αγώνες του Τρίτου Κόσμου φαίνεται ότι συνδέονται με την ιδέα ότι η λύση βρίσκεται στα Δυτικού στυλ άλματα προς την εκβιομηχάνιση, όταν, στην πραγματικότητα, το κλειδί είναι η αποκέντρωση και τούτο, οπωσδήποτε, καθιστά ευκολότερο το είδος της προσωπικής αλλαγής που σκεφτόμαστε. Το μόνο που έχουν προσφέρει μερικές ομάδες στον τομέα των ιδεών είναι μερικές προκηρύξεις που σκόρπισαν στον τόπο κάποιας ενέργειας.Τα ανακοινωθέντα της Γερμανικής RAF (Μπάαντερ-Μάϊνχοφ) ποτέ δεν ξεπέρασαν το επίπεδο των πολιτικών συνθημάτων όπως «Απαλλοτριώστε τον Σπρίνγκερ», «Πολεμείστε την ταξική δικαιοσύνη», «Πολεμείστε όλους τους εκμεταλλευτές και τους εχθρούς του λαού», «Νίκη στους Βιετ-Κόνγκ» κ.λπ. Η μπροσούρα τους «Η έννοια του Αντάρτη των Πόλεων» είναι μια μετάθεση της παραπάνω στρατηγικής στο Δυτικό καπιταλισμό. Το ίδιο ισχύει και για τους Αμερικανούς Γουέδερμεν (αργότερα Γουέδερ Αντεργκράουντ), τη Βρετανική Οργισμένη Ταξιαρχία, τον Ιαπωνικό Κόκκινο Στρατό, το Συμβιωτικό Απελευθερωτικό Στρατό (SLA) κ.λπ. Συνήθως αυτές οι ομάδες επιδείχνουν έναν συκοφαντικό(1) τριτοκοσμισμό που θεωρεί ότι οι ενέργειες μέσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη βοηθάνε την «πραγματική επανάσταση» στον Τρίτο Κόσμο.
Η Οργάνωση Γουέδερ Αντεργκράουντ (WUO) ανήγαγε την αντίληψη αυτή σε ιδεολογία και στρατηγική της. Αρνήθηκε το καθήκον της διάδοσης των επαναστατικών ιδεών στην πλειοψηφία των ανθρώπων της ίδιας τους της χώρας. Αντίθετα οι ΗΠΑ έπρεπε να ακινητοποιηθούν ενώ οι νικηφόροι επαναστάτες του Τρίτου Κόσμου θα έφερναν την επανάσταση απέξω. Η WUO έμελλε να γίνει αργότερα ορθόδοξη μαρξιστική-λενινιστική οργάνωση.Ο Μπάουμαν, συγγραφέας του βιβλίου «Πώς άρχισαν όλα» (Σ.τ.Μ. έχει με-ταφραστεί στα ελληνικά και θα κυκλοφορήσει σύντομα από τις εκδόσεις «ΕΛΕΥ-ΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ»), ήταν μέλος του Κινήματος 2 Ιούνη. Στο βιβλίο του διαφαίνεται ο ίδιος τρόπος σκέψης αν και, αντίθετα με τη μαρξιστική-λενινιστική RAF, το Κίνημα της 2 Ιούνη αυτοαποκαλείται «αναρχικό»: «Η ανάλυση του ιμπεριαλισμού μας λέει ότι η πάλη δεν ξεκινά πλέον πρωταρχικά από τη μητρόπολη, δεν είναι πια ζήτημα της εργατικής τάξης, αλλά ότι εκείνο που χρειάζεται είναι μια πρωτοπορία στη μητρόπολη που να διακηρύττει την αλληλεγγύη της με τα απελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου.Μια και ζει στο κεφάλι του θηρίου, μπορεί να προκαλέσει τη μεγαλύτερη ζημιά εκεί. Κι αυτό ισχύει ακόμα κι αν οι μάζες στην Ευρωπαϊκή μητρόπολη δεν συνταχθούν με το μέρος της επανάστασης – η εργατική τάξη στην Ευρώπη είναι κιόλας προνομιούχα και συμμετέχει στην εκμετάλλευση του Τρίτου Κόσμου. Η μοναδική δυνατότητα για αυτούς που αποτελούν εδώ την πρωτοπορία, που συμμετέχουν στην πάλη εδώ, είναι να καταστρέψουν το εποικοδόμημα του ιμπεριαλισμού, να καταστρέψουν το μηχανισμό, (σελ. 36). Δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί μια «στρατηγική» λιγότερο αναρχική, λιγότερο ελευθεριακή. Ο μεταχειρισμένος Λενινισμός για την εργατική αριστοκρατία, ο «βανγκαρντισμός», το έντονα ελιτίστικο χιλιαστικό όραμα της ολοκληρωτικής καταστροφής κλπ., όλα αυτά αποκλείουν απόλυτα οτιδήποτε εκτός από ένα δικτατορικό αποτέλεσμα. Ο Μπάουμαν περιγράφει πως, μετά το Βιετνάμ, η γραμμή τους ήταν «οι άνθρωποι πρέπει να ασχοληθούν με την Παλαιστίνη» (σελ. 50) -και φυσικά, διάφοροι Γερμανοί και Γιαπωνέζοι τρομοκράτες εμφανίστηκαν σε Παλαιστινιακές ενέργειες.Όμως αυτό φανερώνει απλώς, όλο και πιο καθαρά, την ολοκληρωτική τους παραίτηση από την πραγματική πάλη στην πατρίδα τους. Και δεν επιδεικνύει καμία αξιόλογη αντίληψη για τον διεθνισμό, μια και ενεργούσαν εντελώς πάνω από τα κεφάλια και πέρα από τον έλεγχο αυτών που υποτίθεται πως αντιπροσώπευαν. Ευχαριστιόντουσαν να δουλεύουν με ομάδες που δρούσαν απλά και μόνο ως «τρομοκρατικές ομάδες πίεσης», προσπαθώντας να αποσπάσουν παραχωρήσεις από διάφορες άρχουσες τάξεις. Λογουχάρη, η δημιουργία του «Μαύρου Σεπτέμβρη» ήταν αποτέλεσμα της ήττας των Παλαιστινίων από τις Ιορδανικές ένοπλες δυνάμεις το 1970 και της αποτυχίας των διαφόρων οργανώσεων να κινητοποιήσουν με επιτυχία το λαό -αντίθετα, στράφηκαν στη διεθνή δημοσιότητα. Τώρα που η ΡLΟ οργανώθηκε με επιτυχία ως κράτος ανάμεσα στους Παλαιστίνιους, η τρομοκρατία χρησιμοποιείται ως όργανο κρατικής πολιτικής. Είναι η λεωφόρος μέσω της οποίας η PLΟ μπορεί να απειλεί ότι θα προκαλέσει έκρηξη στην κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Συνολικά, οι αγώνες που περιστρέφονται γύρω από ομάδες που καταπιέζονται ως κουλτούρες ή ως εθνικότητα, είναι εκείνοι στους οποίους η κατατρομοκράτηση του κοινού και η τρομοκρατία ως αποκλειστική στρατηγική, συναντούνται πιο συχνά. Όντας καταφύγιο για τις συντηρητικές, εξουσιαστικές ή αβανγκαρντίστικες ιδέες, ο εθνικισμός τις καλύπτει με την μάσκα του «προοδευτισμού».Ο τερρορισμός δεν έρχεται σε σύγκρουση μʼ αυτές τις ιδέες. Αν ο στόχος είναι η άνοδος στην εξουσία μιας νέας ομάδας της οποίας τα μόνα απαιτούμενα προσόντα είναι να έχει την ίδια κουλτούρα και εθνικότητα με το λαό, τότε κάθε μέθοδος που τον προωθεί είναι επιτρεπτή. Όσο περισσότερο επιθυμεί κανείς να αλλάξει τις υπάρχουσες σχέσεις διαμέσου ενός συνειδητού και αυτενεργού συνόλου ανθρώπων, που δημιουργεί κι ελέγχει ένα κίνημα, τόσο πιο αντιπαραγωγικός και αντιφατικός γίνεται ο τερρορισμός εξαιτίας του έμφυτου ελιτισμού και χειραγώγησής του. Οι εθνικιστικές ιδέες, όπως ξέρει καλά η άρχουσα τάξη, επιτρέπουν την παρουσίαση μιας απανθρωποποιημένης αντίληψης του εχθρού, που ανήκει σε κάποια άλλη εθνικότητα (ή θρησκεία), που δικαιολογεί ης ανήθικες πράξεις εναντίον τους και αποκλείει την ιδέα της πραγματικής ενότητας.Στη Ν. Αμερική οι ομάδες βασίζονται τυπικά σε αποκηρύξεις των τυράννων και του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε το ρόλο του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή, όταν όμως ο εχθρός προσδιορίζεται μονάχα με αυτούς τους όρους και ο στόχος είναι η εθνική απελευθέρωση, οι πραγματικές απελευθερωτικές ιδέες αποκλείονται. Όπως έχουμε κιόλας εξηγήσει, το πιστεύω του αντάρτη είναι ότι η πετυχημένη στρατιωτική επιχείρηση είναι η προπαγάνδα. Γέννημα της αντίδρασης στα αποβλακωτικά κομμουνιστικά κόμματα της Ν. Αμερικής που αντιτίθονταν σε κάθε ενέργεια που θα ξέφευγε Ίσως από τον έλεγχο τους, το αντάρτικο είναι μια φιλοσοφία της δράσης, μία ανορθολογική πίστη στη δράση και στην αγνότητα της βίας που προτείνει μερικές ιδέες και παράγει προγραμματικές δηλώσεις, αφιερωμένες κυρίως στην ανάγκη γιο περισσότερη δράση της ίδιας μορφής. Το χειρότερο είναι ότι το αντάρτικο αναπαράγει την παλιά παγίδα ενός λαού παθητικού, για λογαριασμό του οποίου πολεμάει, η αντάρτικη ομάδα. Ενώ οι συμπαθούσες μάζες παρακολουθούν αυτό το δράμα να εκτυλίσσεται, ο καιρός κυλάει και μαζί του χάνεται η μοναδική τους ευκαιρία νʼ αναπτύξουν τη δική τους απόκριση στην κοινωνική κρίση.Όταν το δράμα γίνει τραγωδία και οι αντάρτες κείτονται νεκροί πάνω στη σκηνή, το κοινό των μαζών βρίσκεται περικυκλωμένο από συρματοπλέγματα, και, ενώ ίσως τώρα νιώθει την παρόρμηση να καταλάβει το ίδιο στη σκηνή, ανακαλύπτει ότι μια σειρά τανκς το εμποδίζουν και διαλύεται αδύναμα για να παραμείνει παθητικό και πάλι. Εκείνοι που συνεχίζουν νʼ αντιδρούν και καλούν το κοινό να ορμήσει στη σκηνή σύρονται έξω, αγωνιζόμενοι, και οδηγούνται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το αντάρτικο ανήκει στην παράδοση της αβανγκαρντίστικης επαναστατικής στρατηγικής. Ενώ γενικά, οδηγεί απλώς στην καταστολή, σε περίπτωση που η στρατηγική αυτή ήταν επιτυχής, το μόνο που θα μπορούσε να δημιουργήσει είναι ένα εξουσιαστικό αριστερό καθεστώς. Κι αυτό συμβαίνει γιατί ο λαός δεν έσπευσε να οικοδομήσει από μόνος του ένα δημοκρατικό κίνημα.Η Κινέζικη και η Κουβανέζικη επιτυχία (και οι αγώνες στην Ινδοκίνα και την Αφρική), στην εποχή τους ήταν τα μεγάλα πρότυπα που εμπνέανε μια ποικιλία από αντάρτες της πόλης και της υπαίθρου και τρομοκράτες. Προσβλέποντας όμως σʼ αυτά τα παραδείγματα οι μιμητές τους έκαναν μια σε μικρό μόνο βαθμό ρεαλιστική προσαρμογή στις γενικές συνθήκες των χωρών τους. Ιδιαίτερα, δεν αναλύσανε καθόλου την σχέση ανάμεσα στις μορφές κυβέρνησης που εγκαθιδρύθηκαν απʼ αυτούς τους αγώνες, και στις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν. Φυσικά, για την πλειονότητα αυτών των ομάδων οι εξουσιαστικές κυβερνήσεις που εγκαθιδρύθηκαν στην Κίνα και την Κούβα ήταν αξιοθαύμαστες.Αλλά για τους ελευθεριακούς και τους αναρχικούς δεν ισχύει αυτό. Εκείνες οι ένοπλες ομάδες στην Ισπανία και αλλού που αυτοαποκαλούνται αναρχικές ή ελευθεριακές άντλησαν μεγάλο μέρος από τις ιδιαίτερες δικαιολογίες τους από την Ισπανική επανάσταση και τον πόλεμο καθώς επίσης από τον ανταρτοπόλεμο στις πόλεις που συνεχίστηκε εκεί ακόμη και μετά το τέλος του Βʼ Παγκόσμιου Πολέμου. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ισπανία είναι υποδειγματικός σʼ ότι αφορά το δικό μας επιχείρημα, γιατί το σύνθημα «πρώτα να κερδίσουμε τον πόλεμο», χρησιμοποιήθηκε ενάντια στην πολιτική, για να ανακόψει την επανάσταση και ύστερο να την παλινδρομήσει, κάτω από κυριαρχούμενες από τον Σταλινισμό αλλά πρόθυμες δημοκρατικές κυβερνήσεις.Στην πραγματικότητα ο ενθουσιασμός και η αποφασιστικότητα του λαού που αντιμετώπισε αρχικά με επιτυχία το Φρανκικό πραξικόπημα του 1936 βασιζόταν στο γεγονός ότι, ταυτόχρονα ο λαός καταλάμβανε τα εργοστάσια και τα χωράφια, θέτοντας τα κάτω από συλλογικό έλεγχο και συντονίζοντας διαμέσου της συνεργασίας. Η πολεμική ήττα ακολούθησε αναγκαστικά, την ήττα της επανάστασης. Επιπλέον, ο λαϊκός στρατός διοργανώθηκε σε ένα συνηθισμένο στρατιωτικό σώμα και ο αρχικός εξισωτισμός συνθλίφτηκε κάτω από την τυπική μιλιταριστική πειθαρχία και ιεραρχία. Οι μεταπολεμικοί ελευθεριακοί αντάρτες είχαν την συνείδηση αυτού, άλλο δεν έκαναν μια επαρκή ανάλυση της εμπειρίας τους. Δεν αντιλήφθηκαν την απόλυτη προτεραιότητα της πολιτικής απέναντι στον ένοπλο αγώνα. Δεν αντιλήφτηκαν την αβανγκαρντίστικη φύση των ένοπλων ομάδων που παίρνουν την πρωτοβουλία. Δεν αντιλήφτηκαν ότι οποιαδήποτε ένοπλη δραστηριότητα είναι ανάγκη να οργανώνεται από ένα ήδη υπάρχον δημοκρατικό κίνημα και να παραμένει κάτω από τον έλεγχο του.Ένα ελευθεριακό κίνημα στην Ισπανία, το Ιβηρικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (MIL) ιδρύθηκε με βάση τη θεωρία του αντάρτικου αν και ήταν αναμεμειγμένο και στην πολιτική δραστηριότητα. Πραγματοποίησε κάμποσες ληστείες τραπεζών και κατά τη διάρκεια συλλήψεων σκοτώθηκε ένας αστυνομικός. Σαν αποτέλεσμα, ένα μέλος του MIL πέθανε στη γκαρρόττα το 1974. Ο λόγος που αναφέρεται εδώ το MIL είναι ότι η οργάνωση διαλύθηκε μετά από μια γενική ήττα από την αστυνομία αλλά κι εξαιτίας του ότι αντιλήφτηκαν ότι η στρατηγική τους ήταν λαθεμένη. «Είναι τώρα άχρηστο να μιλάμε γιο πολιτικοστρατιωτικές οργανώσεις και τέτοιες οργανώσεις δεν είναι παρά πολιτικά τεχνάσματα» (Συνέδριο της Διάλυσης). Αποφάσισαν, αντίθετα, να δουλέψουν για νʼ αναπτύξουν τις αναρχοκομμουνιστικές προοπτικές του κοινωνικού κινήματος.Σίγουρα ένα μάθημα για όλους. Μια δημοκρατία μπορεί να δημιουργηθεί μόνο εάν οικοδομηθεί κι ένα κίνημα πλειοψηφίας. Η αντάρτικη στρατηγική εξαρτάται από την κατάρρευση της θέλησης της άρχουσας τάξης έτσι ώστε να προκληθεί η κοινωνική κρίση, από την οποία θα προκύψει η επανάσταση, είτε η πλειοψηφία την υποστηρίζει, είτε όχι. Όποια θεωρία της στρατηγικής του αντάρτικου κι αν διαβάσει κανείς, είναι φανερό ότι πρόκειται για μια φιλοσοφία της ανυπομονησίας. Ενώ η συντριβή της θέλησης της άρχουσας τάξης είναι βέβαια ένα ζωτικό στοιχείο για κάθε επαναστάτη, αν δεν υπάρχει ένα μαζικό κίνημα με δημοκρατικές δομές για να διευθύνει τη χώρα, τότε θα πάρει την εξουσία κάποια ελίτ.Πάντα όμως ελλοχεύει στο περιθώριο και κάποτε εκφράζεται τολμηρά η ιδέα ότι ο ανταρτοπόλεμος ή ο τερρορισμός σκοπεύουν να προκαλέσουν μια φασιστική αντίδραση που θα ριζοσπαστικοποιούσε το λαό. Είναι πολύ φανερό ότι οι «Provisionals» (ΗΠΑ) ακολούθησαν αυτήν την στρατηγική. Αλλά και ομάδες σαν την RAF και την «2 Ιούνη» ανακάτεψαν αυτή την ιδέα με τον τριτοκοσμισμό τους, ιδιαίτερα καθώς ο Τρίτος Κόσμος καταστάλαζε στις δικτατορίες και στον κρατικό καπιταλισμό, και καθώς η κατάρρευση της Δύσης φαινόταν μια φθίνουσα προοπτική. Για τον κρατικό μηχανισμό, ο Μπόμι Μπάουμαν λέει, «ξέραμε ότι αν τον θίγαμε σε οποιοδήποτε σημείο, θα έδειχνε το φασιστικό του πρόσωπο ξανά». Όσο τρομερές κι αν είναι πολλές όψεις του Δυτικογερμανικού κράτους, δεν είναι φασιστικό.Μια πιο ξεκάθαρη κατανόηση της κατάστασης θα αποκάλυπτε ότι είναι άλλο ένα παράδειγμα του γεγονότος ότι οι δικτατορικές μέθοδοι ήταν ανέκαθεν και θα συνεχίσουν να είναι τμήμα του οπλοστασίου του κοινωνικού ελέγχου σε μια καπιταλιστική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Τέτοιες μέθοδοι θα χρησιμοποιηθούν χωρίς πολύ δισταγμό σε μια κοινωνική κρίση. Ακόμη πιο σημαντικό είναι η αποκάλυψη ότι αυτοί οι αντάρτες είναι εντελώς ανίκανοι να κατανοήσουν, με μια κοινωνικο-ψυχολογική έννοια, ότι η καταπίεση δια-τηρείται διαμέσου της συναίνεσης και ότι η βία είναι δευτερογενές φαινόμενο. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι αυτές οι ομάδες δεν έχουν συνειδητοποιήσει στο ελάχιστο πόσο έχουν μεταβάλλει την αριστερή σκέψη σε μια ολόκληρη σειρά ζητημάτων διάφορα σημαντικά γεγονότα (ή έχουν επιβεβαιώσει στοιχεία της ελευθεριακής σκέψης που είχαν καταπνιγεί κάτω από την κυριαρχία του μαρξισμού).Λογουχάρη, μια ερμηνεία της Γαλλίας του 1968 ή της Ουγγαρίας του 1956 φαίνεται να τους έχει διαφύγει εντελώς. Το Μάρτη του 1972 οι Τουπαμάρος δήλωναν ότι ήθελαν «να δημιουργήσουν μια αναμφισβήτητη κατάσταση επαναστατικού πολέμου στην Ουρουγουάη, πολώνοντας την πολιτική ανάμεσα στους αντάρτες και το καθεστώς». Υπάρχει ακόμη και κάποια νύξη ότι συζήτησαν την πιθανότητα να πραγματοποιήσουν ενέργειες που στόχευαν στο να προκαλέσουν εισβολή της Βραζιλίας, πιστεύοντας ότι αυτό θα έκανε ολόκληρο τον πληθυσμό να περάσει στη δράση. Η RAF το διατύπωσε μʼ αυτόν τον τρόπο:«Δεν υπολογίζουμε σε μια αυθόρμητη αντιφασιστική κινητοποίηση σαν αποτέλεσμα της τρομοκρατίας και του ίδιου του φασισμού… Και γνωρίζουμε ότι το έργο μας δημιουργεί ακόμη περισσότερες προφάσεις για καταστολή, γιατί είμαστε κομμουνιστές – και το αν οι κομμουνιστές θα οργανωθούν και θα παλέψουν, το αν η τρομοκρατία και η καταστολή θα γεννήσουν μόνο φόβο και παραίτηση, ή αν θα γεννήσουν αντίσταση, ταξικό μίσος και αλληλεγγύη… εξαρτάται από την απάντηση στην καταστολή. Το αν οι κομμουνιστές είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να ανέχονται μια τέτοια μεταχείριση… εξαρτάται από αυτή την απάντηση».Αυτό που αποκαλύπτεται ξεκάθαρο σʼ αυτό το απόσπασμα είναι η απόλυτη αλαζονεία αυτών των ομάδων – «Ασφαλώς προσδοκούμε μια ριζοσπαστική απάντηση στην κρατική καταστολή που εξαπολύσαμε στα κεφάλια σας, αλλά αν αυτό δεν συμβεί, ε, λοιπόν αυτό θα αποδείξει ότι είστε όλοι ηλίθιοι». Αγνοούν τις πραγματικές συνθήκες, όπως όλοι οι αντάρτες, και απαιτούν απ» όλους τους άλλους νʼ αποκτήσουν θαυματουργικά τη δική τους «ανώτερη συνείδηση» τη στιγμή που, όπως δείξαμε ήδη, οι απόψεις τους είναι επιφανειακές και χωρίς αξία, τίποτʼ άλλο από ένα σύνθημα για σφαγή.

Ο λόγος για την ύπαρξη αυτής της κακοφτιαγμένης στρατηγικής πηγάζει από τους περιορισμούς του αντάρτικου των πόλεων. Μια και εξαρτώνται από την ένοπλη δράση για την ύπαρξή τους, όλοι οι αντάρτες μπορούν να αναπτύξουν τον αγώνα τους μόνο κλιμακώνοντας τις ενέργειές τους. Αν δεν το κάνουν θα λησμονηθούν. Ο δυναμισμός είναι το παν. Οι αντάρτες της υπαίθρου όμως, μπορούν να το πετύχουν αυτό εδραιώνοντας και επεκτείνοντας την επικράτεια όπου δρουν – τις απελευθερωμένες ζώνες. Αλλά οι αντάρτες της πόλης δεν μπορούν να ελέγχουν καμιά επικράτεια γιατί το να προσπαθήσεις να κυριεύσεις μια γειτονιά ή ένα κτίριο σημαίνει να έρθεις αντιμέτωπος με ολόκληρη την ένοπλη δύναμη της πόλης. Σε κάθε συμπλοκή, το μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων δεν μπορεί να εξακριβωθεί, μια και μπορούν να φτάσουν μέσα σε λίγο λεπτά.

Το αντάρτικο των πόλεων πρέπει να γίνει τρομοκρατία για να αναπτυχθεί. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος κλιμάκωσης του αγώνα. Επιπλέον το αντάρτικο δεν μπορεί να επεκτείνεται απεριόριστα χωρίς να εξασθενίζει. Αυτό σημαίνει προσφυγή στην πόλωση και στην στρατιωτικοποίηση της κοινωνικής στρατηγικής. Αυτή είναι το απόγειο της χειραγώγησης — μια εσκεμμένη απόπειρα να κάνουν το λαό να υποφέρει για τους σκοπούς των ανταρτών που υποθέτουν ότι αυτοί ξέρουν καλύτερα και ότι ο λαός θα ζήσει καλύτερα μακροπρόθεσμα. Φυσικά αυτή η στρατηγική δε γεννάει συνήθως παρά την καταστολή. Οι Τουπαμάρος ήρθαν στην επικαιρότητα το 1968. Το 1967 η δημοκρατική κυβέρνηση είχε αρχίσει να αντιμετωπίζει την πρώτη μεγάλη μεταπολεμική οικονομική κρίση της Ουρουγουάης πλήττοντας την εργατική τάξη και ψηφίζοντας κατασταλτικούς νόμους. «Έτσι οι Τουπαμάρος εμφανίστηκαν στις σωστές κοινωνικές συνθήκες.

Εξάλλου, προετοιμάζονταν καθʼ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ʽ60. Ήταν πάντα αποτελεσματικοί και καλά οργανωμένοι. Είχαν δεσμούς με τα συνδικάτα και άλλα νόμιμα κινήματα που δεν διατηρούνταν απλώς αλλά και αναπτύσσονταν. Είχαν πάθος, φαντασία και ανθρωπιά. Αλλά το 1971, τη χρονιά των εκλογών, η φτώχεια της στρατηγικής τους γινόταν εμφανής κι επιπλέον στέρεψε κι η αποφασιστικότητα τους. Πώς θα μπορούσαν να προχωρήσουν ένα ακόμη βήμα χωρίς να χάσουν την υποστήριξη που είχαν; Εξαρτούνταν από μια εφήμερη υποστήριξη του λαού που είχε εντυπωσιαστεί από το – φαινομενικά – αήττητό τους και από την συγκρατημένη χρήση της βίας. Ήταν όμως αναπόφευκτο να αποδειχθούν τρωτοί, να χυθεί πολύ αίμα.

Στη συνέχεια, θα αποκαλυπτόταν ότι ούτε μαζική βάση είχαν. Μετά τις εκλογές ο στρατός ξαμολύθηκε και, σύντομα, μέχρι και 40 Τουπαμάρος δικάζονταν κάθε μέρα. Ηττήθηκαν προτού καταλάβει την εξουσία η στρατιωτική χούντα το 1973. Επειδή ακριβώς ήταν τόσο καλοί μέσα στα όρια της στρατηγικής του αντάρτη των πόλεων, αποδεικνύουν τη βασικά ατελή φύση της θεωρίας αυτής. Ήταν ολοφάνερο ότι η άρχουσα τάξη της Ουρουγουάης επρόκειτο να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση προσφεύγοντας στη δικτατορία. Αν όμως η ενέργεια που δαπανήθηκε από τους Τουπαμάρος είχε πάει στην εξάπλωση ιδεών που ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να οργανωθούν, η αντίσταση θα ήταν μεγαλύτερη και πιο βαθιά και, επομένως, θα είχε περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας.

ΚΥΝΗΓΟΙ ΤΩΝ ΟΚΤΑΣΤΗΛΩΝ

Άλλο ένα συστατικό της ανοησίας του αντάρτικου είναι το ότι στηρίζεται στα μέσα ενημέρωσης για την διοχέτευση της προπαγάνδας του(2). Σύμφωνα με τον Μπάουμαν: «Η RAF έλεγε ότι η επανάσταση δεν θα οικοδομούνταν διαμέσου της πολιτικής δουλειάς, αλλά διαμέσου των οκτάστηλων, διαμέσου παρουσιάσεων στον Τύπο, που θα ανακοινώνει ξανά και ξανά: «Να οι αντάρτες που πολεμούν στη Γερμανία». Αυτή η υπερεκτίμηση του τύπου, εκεί είναι που την πατάει τελείως η RAF. Όχι μόνο πρέπει να μιμηθούν τον μηχανισμό εντελώς, και να πέσουν στην παγίδα του να μπλέξουν πολιτικά με την αστυνομία, αλλά και η μοναδική τους δικαιολόγηση βγαίνει μέσα από τα μέσα ενημέρωσης. Εδραιώνονται μόνο μʼ αυτά τα μέσα. Σʼ αυτό το σημείο τα πράγματα απλώς κυλάνε, δεν βασίζονται πια σε τίποτε, ούτε καν στους ανθρώπους με τους οποίους έχουν ακόμη κάποια επαφή». (σ. 100)

Αυτό είναι ιδιαίτερα παράλογο δοσμένου του ρόλου των πιο δημοφιλών ειδησεογραφικών πηγών σʼ ότι αφορά την τόνωση και στη διατήρηση των πιο άλογων στοιχείων στην αντίδραση του κοινού απέναντι σε πράξεις πολιτικής βίας. Σκόπιμα (οι πηγές αυτές) προσπαθούν να συσκοτίσουν τα πολιτικά ζητήματα διαμέσου της παράλειψης και της μίζας. Πάρτε σαν παράδειγμα τη Μέση Ανατολή.

Πόσοι θυμούνται τους 106 επιβάτες και μέλη του πληρώματος ενός πολιτικού αεροπλάνου που καταρρίφθηκε από ένα Ισραηλινό αεριωθούμενο πάνω από το Σινά; Πόσοι γνωρίζουν ότι Ισραηλινές βόμβες σκότωσαν 46 παιδιά σʼ ένα χωριό στο Δέλτα του Νείλου; Πόσοι γνωρίζουν ότι το Ισραήλ σκότωσε 1500 άτομα κι έκαψε με βόμβες ναπάλμ άλλα 3000 σε Παλαιστινιακά στρατόπεδα προσφύγων και χωριά, από το 1969 ως το 1972;

Το Νοέμβρη του 1977 επιθέσεις Παλαιστινίων ανταρτών με ρουκέτες μέσα στο Ισραήλ σκότωσαν 3 ανθρώπους. Σαν απάντηση, τα Ισραηλινά αεροπλάνα βομβάρδισαν 9 χωριά και 3 στρατόπεδα προσφύγων τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς τους, φιλοξενούσαν αντάρτες. Πιστεύεται ότι σκοτώθηκαν πάνω από 100 πολίτες. Ένας δημοσιογράφος της «Γκάρντιαν» (20-11-77) επισκέφτηκε ένα χωριό κι ένα στρατόπεδο και βρήκε ότι δεν ήταν προκεχωρημένα φυλάκια ανταρτών. Οι Ισραηλινοί χρησιμοποίησαν επίσης βόμβες βραδείας δράσης με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλοί άνθρωποι κατά τη διάρκεια των προσπαθειών ανεύρεσης επιζώντων. Ωστόσο, οι τρομοκρατικές ενέργειες των Παλαιστινίων είναι αυτές που αποκηρύσσουν οι άνθρωποι επειδή ήταν και οι ενέργειες που δημοσιεύτηκαν εκτεταμένα.

Πολύ σύντομα, η δολοφονία πολιτών από τους Ισραηλινούς κατά την εισβολή τους στο Λίβανο θα λησμονηθεί. Αλλά μπορείτε να στοιχηματίσετε ότι οι δολοφονίες πολιτών από τις τρομοκρατικές ομάδες του ΡΙ-0 δε θα ξεχαστούν. Στην πραγματικότητα η υποκρισία και ο κυνισμός του Ισραηλινού σχεδίου βασίζεται σʼ αυτήν την αμνησία.

Τα μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να συσκοτίσουν παραπέρα την πολιτική, μεταχειριζόμενοι τα γεγονότα ως θεάματα. Αυτό ταιριάζει με την απολιτική φύση της αντάρτικης στρατηγικής όπου ο αγώνας τους υποτίθεται ότι πρέπει να πάρει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις στα μέσα ενημέρωσης για να προκαλέσει την αντίδραση της άρχουσας τάξης.

Το πραγματικό αποτέλεσμα στο λαό, πάντως, είναι η επιβεβαίωση της άποψης ότι η πολιτική είναι μία σφαίρα απομακρυσμένη την οποία πρέπει να ατενίζει παθητικά — συνήθως ως ανιαρή ρουτίνα αλλά μερικές φορές και ως θέαμα. Ακόμη και αν οι άνθρωποι «υποστηρίζουν» τους αντάρτες, αυτό δεν έχει σχεδόν κανένα πραγματικό νόημα απʼ την άποψη της δικής τους συμμετοχής στην πολιτική. Αντίθετα, το σύνηθες αποτέλεσμα αυτής της δράσης είναι να προσφέρει στους κυβερνώντες μια οργανωμένη βάση φαύλων κύκλων έτσι ώστε αυτοί να τις εκμεταλλεύονται προς όφελος τους.

Η υποκρισία των μέσων ενημέρωσης αποδείχνεται από την τάση τους να υπερτονίζουν τη σημασία της πολιτικής βίας σε σύγκριση με την αποτυχία τους να προκαλέσουν κάποιο σάλο σχετικά με τα εργατικά ατυχήματα και τις βιομηχανικές ασθένειες. Τα τροχαία δυστυχήματα αναλύονται, ακόμη και δραματοποιούνται αλλά με κάποια πρωτόγονη μοιρολατρία, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένα σοβαρό κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα. Πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν απʼ αυτές τις αιτίες, πολλοί περισσότεροι σακατεύονται. Ποιος νοιάζεται;

Η ύπαρξη της χειραγώγησης των μέσων ενημέρωσης δεν θα έπρεπε, πάντως, ναʼ συσκοτίζει την πραγματική της βάση.

Οι αριστεροί έχουν την τάση να απορρίπτουν το εγκλήματα των ανθρώπων ως «αντιδραστικό». Αλλά η δολοφονία μαθητών, η τοποθέτηση βομβών στους σταθμούς του υπογείου ή ο πολυβολισμός ανθρώπων σʼ ένα αεροδρόμιο δεν μπορεί ποτέ να απορριφτεί ανεξάρτητα από το πλαίσιο του. Η αντίδραση των ανθρώπων είναι γενικά αυθεντικό έγκλημα. Αυτό καναλιζάρεται σε μια υστερία για το νόμο και την τάξη, η οποία επιτρέπει στο νόμο να ψηφιστεί και στην αριστερά να συντριβεί. Αλλά είναι τυπικό χαρακτηριστικό του ελιτισμού πολλών παθητικών αριστερών, στερούμενων αρχών, οι οποίοι συκοφαντικά αφοσιώνονται σε οποιαδήποτε ενεργή υπόθεση κάπου αλλού, που εκτελείται από κάποιον άλλο, για να εκφράσουν την περιφρόνηση τους στις αντιδράσεις των ανθρώπων στα πραγματικά εγκλήματα.

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΠΑΡΑΝΟΙΑ

Αναμφισβήτητα υπάρχουν πολλές αποδείξεις για την ύπαρξη μιας τάσης εξύμνησης του θανάτου και της βίας από τους τρομοκράτες και τους αντάρτες. Ο Τζεμπρίλ(3), ένας από τους ηγέτες του Παλαιστινιακού αντάρτικου μετώπου, στέλνει τους στρατιώτες του στο Ισραήλ με τη διαταγή να μην επιστρέψουν (δηλ., να πεθάνουν) και λέγεται ότι έχει πει «Αγαπάμε τον θάνατο όσο και τη ζωή και καμιά δύναμη πάνω στη γη δεν μπορεί να μας εμποδίσει να αποκαταστήσουμε την Παλαιστίνη…», βάζοντας τον εαυτό του στην ίδια κατηγορία με τους Ισπανούς Φαλαγγίτες (Φασίστες) που φώναζαν «ζήτω ο θάνατος!» Πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτή η τάση αγάπης του θανάτου είναι εμφανής σε διάφορους τρομοκράτες. Ο ηγέτης των Γουέδερμεν, Ντορν παραδόθηκε σʼ ένα δημόσιο και οπωσδήποτε χαιρέκακο παραλήρημα υποστήριξης των φόνων της συμμορίας του Τσαρλς Μάνσον. Υπάρχει εδώ ένα στοιχείο του «φασισμού της αντι-κουλτούρας» που έβλεπε τις ΗΠΑ διαιρεμένες ανάμεσα στην «Αμερική των μπάτσων ενάντια στο έθνος του γούντστοκ». Ένα τμήμα της αντι-κουλτούρας δημιούργησε μια λατρεία του Μάνσον.

Ο Μπάουμαν αναφέρει ότι, εκείνη την εποχή, δεν θεωρούσαν τον Μάνσον και «τόσο κακό». Στην πραγματικότητα, τον θεωρούσαν «αρκετά αστείο».

Ωστόσο, αυτό που θα έπρεπε να αποφύγουμε, είναι μια τάση να εξηγήσουμε τον τερρορισμό στη βάση της δήθεν παράνοιας των δραστών, διότι οι ενέργειες εμφανίζονται σε ιδιαίτερες συνθήκες καταπίεσης και προκλήσεων – εμφανές παράδειγμα η επιδεινωμένη καταπίεση ολόκληρων εθνοτήτων.

Στη Δυτική Γερμανία υπήρχαν ιδιαίτερα γεγονότα όπως η εξαιρετικά ωμή συμπεριφορά της αστυνομίας που προκάλεσε το θάνατο ενός διαδηλωτή, η απόπειρα δολοφονίας ενός ηγέτη των φοιτητών (Σ.τ.Μ. – του Ρούντυ Ντούτσκε), ο κιτρινισμός του μεγάλου συγκροτήματος Σπρίνγκερ (πολύ χειρότερο από του Πάκερ ή του Μέρντοχ), η θεσμοποίηση οπό τον σοσιαλδημοκράτη Μπραντ του «μπερούφσφερμπότ» το 1972 (απαγόρευση εργασίας σʼ όλους τους αριστερούς, προοδευτικούς κλπ. που δεν είναι «πιστοί στο σύνταγμα», νόμος που τελικά σε μερικά κρατίδια εφαρμόστηκε κι ενάντια στους ίδιους τους σοσιαλδημοκράτες), η γενική προσπάθεια να συντριβούν όλα τα εξωκοινοβουλευτικά ή μη συνδικαλιστικά κινήματα, που στα πλαίσια της οποίας η απαγόρευση εργασίας είναι μονάχα το πιο γνωστό μέρος. Όλα αυτά τα πράγματα πρόσφεραν το υπόβαθρο της πολιτικής βίας.

Συνεχώς ζωντάνευε ολόκληρη η ναζιστική εμπειρία εξαιτίας του γεγονότος ότι πρώην Ναζί, εγκληματίες πολέμου και Ναζί που ήταν ακόμη ενεργοί στη δεξιά παράταξη, κατείχαν όλοι θέσεις στη δικαιοσύνη, την γραφειοκρατία, τις επιχειρήσεις κλπ. (μια πολιτική σκοπιμότητας των συμμάχων που ήθελαν να γεμίσουν το πολιτικό κενό του μεταπολεμικού κόσμου με σίγουρους νομιμόφρονες). Μια που το ίδιο συνέβη και στην Ιταλία, Ίσως να μην είναι τυχαίο το ότι αυτές οι δυο χώρες είναι οι πιο σημαντικές περιοχές για την τρομοκρατία στην Ευρώπη.

Όλα αυτά βέβαια δεν αποτελούν δικαιολογία του τερρορισμού, αλλά θεωρήσεις τέτοιου είδους είναι μέρη μιας συνολικής ερμηνείας. Η συγκέντρωση της προσοχής στην υποτιθέμενη παράνοια των ανταρτών ή των τρομοκρατών είναι μια απόπειρα δικαιολόγησης της δολοφονικής στάσης απέναντι τους και καθιέρωσης της γενικής καταστολής.

Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους εμπλέκονται στην τρομοκρατία απλά και μόνο εξαιτίας των περιστάσεων και των σχέσεών τους, όπως δείχνει το βιβλίο του Μπάουμαν. Αναμειγνύονται σʼ ένα περιβάλλον αυτοεξύμνησης και απομόνωσης από τον κόσμο. Ακόμη και οι σχέσεις τους με τους υποστηρικτές τους είναι μάλλον μονόπλευρες παρά διευρυμένες. Αυτή η εξωπραγματική κατάσταση δημιουργεί τέτοια χαρακτηριστικά τρέλας ώστε μια σειρά κλιμακούμενων ενεργειών να θεωρείται δικαιολογημένη και λογική. Όμως, κάθε απόπειρα των μέσων ενημέρωσης, της αστυνομίας και των πολιτικών να δημιουργήσουν μια καρικατούρα δαιμονικών και αιμοδιψών τεράτων θα γίνεται με σκοπό να δικαιολογηθεί η δική τους βαρβαρότητα και διαφθορά. (Βλέπε και το βιβλίο του Χάινριχ Μπελλ «Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ»),

Ο Έριχ Φρομμ έχει γράψει: «Είμαστε μάρτυρες του φαινομένου οι γιοι και οι κόρες των εύπορων οικογενειών στις ΗΠΑ και στη Γερμανία, να θεωρούν τη ζωή τους μέσα στο πλούσιο οικογενειακό περιβάλλον βαρετή και δίχως νόημα. Αλλά περισσότερο απʼ αυτό, βρίσκουν την αναισθησία του κόσμου απέναντι στους φτωχούς και τη ροπή προς τον πυρηνικό πόλεμο για χάρη του ατομικού εγωτισμού, ανυπόφορη. Γιʼ αυτό απομακρύνονται από το οικογενειακό τους περιβάλλον, αναζητώντας ένα νέο τρόπο ζωής — και παραμένουν ανικανοποίητοι γιατί καμιά εποικοδομητική προσπάθεια δεν φαίνεται να έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας. Πολλοί ανάμεσα τους ήταν αρχικά οι πιο ιδεαλιστές κι οι πιο ευαίσθητοι της νέας γενιάς» αλλά σʼ αυτό το σημείο, χωρίς παράδοση, ωριμότητα, πείρα και πολιτική σωφροσύνη, γίνονται απελπισμένοι, υπερεκτιμούν ναρκισσιστικά τις ικανότητες και τις δυνατότητές τους, και προσπαθούν να πετύχουν το αδύνατο με τη χρήση της βίας. Σχηματίζουν λεγόμενες επαναστατικές ομάδες και περιμένουν να σώσουν τον κόσμο με πράξεις τρόμου και καταστροφής, μη βλέποντας ότι δεν κάνουν άλλο απʼ το να συνεισφέρουν στη γενική τάση προς τη βία και την απανθρωπιά. Έχουν χάσει την ικανότητα να αγαπούν και την έχουν αντικαταστήσει με την επιθυμία να θυσιάσουν τη ζωή τους. (Η αυτοθυσία είναι συχνά η λύση για άτομα που επιθυμούν διακαώς να αγαπήσουν, αλλά που όμως έχουν χάσει την ικανότητα να αγαπούν και βλέπουν στη θυσία της ζωής τους μια εμπειρία αγάπης ύψιστου βαθμού). Αλλά αυτοί οι αυτοθυσιαζόμενοι είναι πολύ διαφορετικοί από τους μάρτυρες της αγάπης που θέλουν να ζήσουν γιατί αγαπούν τη ζωή και που δέχονται το θάνατο μόνο όταν αναγκάζονται να πεθάνουν για να μην προδώσουν τον εαυτό τους. Οι αυτοθυσιαζόμενοι νέοι του καιρού μας είναι οι κατηγορούμενοι, αλλά είναι και οι κατήγοροι, με το να δείχνουν ότι στο κοινωνικό μας σύστημα μερικοί από τους καλύτερους νέους γίνονται τόσο απομονωμένοι και απελπισμένοι που τίποτε εκτός από την καταστροφή και το φανατισμό δεν απομένει σαν διέξοδος της απόγνωσής τους.»

Ο Μπάουμαν δείχνει ότι έμαθε αυτό το μάθημα διαμέσου της σκληρής εμπειρίας (αν και ακόμη του διαφεύγει ότι υπάρχει μια παράδοση ανθρώπινων αξιών που επιβίωσε ακόμη και της «μηχανής» και ότι αυτή η παράδοση αποδεικνύει την ύπαρξή της, για παράδειγμα, σε πολλά επεισόδια μαζικής επαναστατικής δραστηριότητας, όπως η Ισπανική επανάσταση του 1936, η Ουγγρική επανάσταση (1936) και η Γαλλική επανάσταση του 1968).

«Το να παίρνεις την απόφαση να γίνεις τρομοκράτης είναι κάτι ήδη ψυχολογικά προγραμματισμένο. Σήμερα, μπορώ να το καταλάβω αυτό, για τον εαυτό μου – δεν ήταν παρά ο φόβος της αγάπης, που οδηγεί κάποιον στην απόλυτη βία. Αν είχα ελέγξει την διάσταση της αγάπης για μένα εκ των προτέρων, δεν θα το είχα κάνει αυτό…

Μέχρι τώρα, είχε υποτεθεί ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στην επαναστατική «πράξη» και στην αγάπη. Δεν το καταλαβαίνω αυτό, α-κόμη και σήμερα δεν το καταλαβαίνω. Διαφορετικά, ίσως και να ʽχα συνεχίσει. Αλλά το είδα κάπως έτσι: παίρνεις την απόφασή σου και σταματάς, πετάς μακριά το όπλο σου και λες: Εντάξει — τέρμα. Για μένα, ήταν πάντα ένα ζήτημα δημιουργίας ανθρώπινων αξιών που δεν υπήρχαν στον καπιταλισμό, σʼ όλη την Ευρώπη. σʼ όλη την Δυτική κουλτούρα —είχαν σαρωθεί από τη μηχανή. Να ποιο είναι το ζήτημα: να τις ανακαλύψουμε εκ νέου, να τις ξετυλίξου-με εκ νέου, και να τις δημιουργήσουμε εκ νέου. Ακόμη, μʼ αυτόν τον τρόπο, κρατάς τη δάδα ξανά, γίνεσαι ο γεννήτορας μιας νέας κοινωνίας — αν αυτό είναι δυνατόν. Και καλύτερα να κάνεις αυτό παρά να ρίχνεις βόμβες, δημιουργώντας τελικά τις ίδιες άκαμπτες φιγούρες μίσους. Ο Στάλιν ήταν, στην πραγματικότητα ένας τύπος σαν και μας: έτσι τα κατάφερε, ένας από τους λίγους που τα κατάφεραν. Αλλά μετά παράγινε. (Ο Μπάουμαν αναφέρεται στο γεγονός ότι ο Στάλιν ήταν ληστής τραπεζών κλπ. για τους μπολσεβίκους πριν από την επανάσταση).

Μπορείτε να δείτε πόσο άσχημα ήταν όλα αυτά στην περίπτωση του Σμούκερ — τον σκότωσαν (Ο Ούλριχ Σμούκερ ήταν πρώην μέλος του Κινήματος 2 Ιούνη που δολοφονήθηκε το 1974 επειδή κατέδωσε την ομάδα). Ήταν απλά ένας ακίνδυνος φοιτητάκος. Τον εξώθησαν σε μια από εκείνες τις καταστάσεις, χωρίς νʼ αναρωτηθούν αν ήταν πραγματικά σε θέση να την χειριστεί. Έτσι κι αλλιώς δεν θα μπορούσε να «χει πει και πολλά, κι όμως τον καθάρισαν. Αυτό είναι πραγματική καταστροφή απλώς δεν μπορείς να το δεις με άλλον τρόπο. Ο φόνος του Σμούκερ θυμίζει πολύ τον Τσαρλς Μάνσον. Είναι στʼ αλήθεια μια δολοφονία, πρέπει να το καταλάβετε αυτό». (σελ. 105, 106).

Η ΕΛΑΧΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΔΙΑΜΕΣΟΥ ΤΗΣ ΕΜΦΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η ίδια η ουσία της ελευθεριακής επαναστατικής στρατηγικής είναι η ιδέα ότι υπάρχει ένας αδιάσπαστος δεσμός ανάμεσα στα μέσα που χρησιμοποιούνται και στους σκοπούς που προτείνονται. Ενώ ίσως υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στους βρώμικους εξουσιαστικούς σκοπούς των εθνικιστών και των μαρξιστών-λενινιστών και στα βρώμικα τρομοκρατικά μέσα, είναι αναντίρρητα ξεκάθαρο ότι οι ελευθεριακοί σκοποί πρέπει να αποκλείουν τα τρομοκρατικά μέσα. Βέβαια, η πλειοψηφία των μαρξιστο-λενινιστικών ομάδων αντιτίθενται στον τερρορισμό, αν και, όπως λέει ο Λένιν στο βιβλίο του «Αριστερισμός – Η παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού», «φυσικά απορρίπτουμε την ατομική τρομοκρατία μόνο για λόγους σκοπιμότητας». Οι Λενινιστές είναι οι κατεξοχήν υποστηρικτές της πρωτοπορίας. Είναι, ακόμη, υποστηρικτές της τρομοκρατίας του κράτους – στο μέτρο που αυτοί το ελέγχουν.

Οι ελευθεριακοί εξετάζουν την ιστορία και τις άρχουσες τάξεις του κόσμου και συμπεραίνουν ότι ένα ελευθεριακό κίνημα θα αντιμετωπίσει την κρατική βία και σε απάντηση, η ένοπλη πάλη θα είναι απαραίτητη. Είναι αρκετά φανερό ότι η πολιτική δραστηριότητα δεν θα μπορούσε, κάτω από ορισμένες συνθήκες, ούτε καν να αρχίσει χωρίς να πάρουν αμέσως τα όπλα. Ακόμη, κάτω οπό ορισμένες συνθήκες, όπως σε αγροτικές κοινωνίες, θα ήταν απαραίτητο να δημιουργηθούν ένοπλες βάσεις στην ύπαιθρο. Αλλά ο στόχος τους δεν θα ήταν να διενεργήσουν «παραδειγματικές» συγκρούσεις με το στρατό, αλλά να προστατεύσουν την πολιτική υποδομή ώστε να είναι σε θέση να συνεχίσει την διάδοση των ιδεών. Αυτό ίσως να συνεπάγεται κάποιες αντάρτικες τακτικές αλλά δεν μπορεί να σημαίνει τη στρατηγική του αντάρτικου. Ούτε μπορεί να σημαίνει τη δημιουργία μιας ξεχωριστείς, ιεραρχικής, στρατιωτικής οργάνωσης, που είναι όχι μόνο αντι-ελευθεριακή αλλά και ευάλωτη και αναποτελεσματική. Οι Τουπαμάρος, όντας μαρξιστές-λενινιστές, ήταν ιεραρχικά οργανωμένοι. Ένας από τους παράγοντες της ήττας τους, ήταν η προδοσία του Αμόδιο Πέρες, ενός «ηγετικού συνδέσμου» της οργάνωσης, δηλ. ενός δευτέρας βαθμίδας θεσμοποιημένου ηγέτη που ήξερε τόσο ώστε μπορούσε πολύ εύκολα να οδηγήσει την αστυνομία σε μεγάλους τομείς.

Στο βιβλίο του, ο Μπάουμαν κάνει αρκετά σαφές ότι η σύλληψη μελών ομάδων ήταν συχνά αποτέλεσμα προδοσίας από μέρους συμπαθούντων. Αυτό δεν ήταν καν αποτέλεσμα ιεραρχικής δόμησης, μια και τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε στην ομάδα που ανήκε. Αν και η αστυνομία χρησιμοποίησε πραγματικά βασανιστήρια σε μερικούς συμπαθούντες, ούτε αυτός ήταν ο κύριος λόγος. Προέρχεται μάλλον από τη ζωή στην παρανομία.

«Τρεις παράνομοι μένουν σʼ ένα διαμέρισμα και δυο-τρεις νόμιμοι τους φροντίζουν, (σελ. 56). Έχεις επαφή με τους άλλους ανθρώπους μόνο ως αντικείμενα, όταν συναντάς κάποιον το μόνο που μπορείς να πεις είναι, άκου φίλε, πρέπει να μου φέρεις εκείνο ή το άλλο, να μου νοικιάσεις ένα μέρος γιο να μείνω εκεί ή αλλού και σε τρεις μέρες θα συναντηθούμε σʼ αυτή τη γωνία. Αν έχει κάποιες διαφωνίες λες πως αυτό δεν σʼ ενδιαφέρει καθόλου. Ή συμμετέχεις ή αραιώνεις ήσυχα κι ωραία. Στο τέλος όλα αυτά σε κυριεύουν – γίνεσαι όμοιος με το μηχανισμό που πολεμάς.» (σελ. 99).

Ακόμη: «Επειδή είσαι παράνομος, δεν μπορείς να διατηρήσεις επαφή με τους ανθρώπους της βάσης. Δεν μπορείς πια να πάρεις μέρος άμεσα σε καμιά παραπέρα εξέλιξη του όλου σκηνικού. Δεν συμμετέχεις στη ζωντανή διαδικασία που συνεχίζεται. Ξαφνικά είσαι μια περιθωριακή φιγούρα γιατί δεν μπορείς να εμφανιστείς πουθενά.» (σελ. 98).

Είναι φανερό ότι αυτές οι όψεις μιας τέτοιας ζωής είναι αντιπαραγωγικές για τους ελευθεριακούς. Τότε θα φαινόταν εξ ολοκλήρου ότι τέτοιες οργανώσεις δεν θα μπορούσαν να έχουν παρά μόνο μια λειτουργία επιβίωσης για ορισμένους ανθρώπους που απειλούνται με φόνο ή με βασανιστήρια από το κράτος. Από μια άποψη οι Τουπαμάρος μπόρεσαν να σταματήσουν τα συστηματικά βασανιστήρια απειλώντας τους βασανιστές, αλλά όταν το κράτος προχώρησε στην επίθεση, τα βασανιστήρια ξανάρχισαν. Η ένοπλη δραστηριότητα ίσως να είναι δικαιολογημένη όταν εμποδίζει τις εκτελέσεις και τα βασανιστήρια, αλλά τα αντιπολιτικά χαρακτηριστικά της θα έπρεπε να ζυγιστούν προσεκτικά.

Η ένοπλη πάλη σημαίνει το θάνατο ανθρώπων και δεν μπορούμε να αποφύγουμε το γεγονός ότι η βία απειλεί τον ανθρωπισμό. Αλλά οι ελευθεριακοί θα διατηρούσαν τον ανθρωπισμό τους μονάχα διασφαλίζοντας ότι ο ένοπλος αγώνας θα ήταν απλά και μόνο προέκταση ενός πολιτικού κινήματος που η κύρια δραστηριότητά του θα ήταν να διαδώσει, ιδέες και να οικοδομήσει μιαν εναλλακτική οργάνωση. Οι δυνάμεις καταστολής (αστυνομία, στρατός) και οι ίδιοι οι κυβερνώντες δεν θα αποκλείονταν από τέτοιες προσπάθειες. Αντίθετα θα έπρεπε να καταβληθεί μεγάλη προσπάθεια για να διχαστούν πολιτικά ώστε να ελαχιστοποιηθεί η αναγκαιότητα της προσφυγής στη βία. Σʼ αυτή την κατάσταση όλοι θα είχαν δυνατότητα επιλογής. Οι ελευθεριακοί καλλιεργούν στους ανθρώπους την ελπίδα ότι μπορούν να αλλάξουν. Αναπτύσσουμε στους ανθρώπους την πεποίθηση μας ότι μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία θα είναι περισσότερο ικανοποιητική για όλους τους ανθρώπους. Αυτό περιλαμβάνει και τους κυβερνήτες μας, αν και αναγνωρίζουμε τους περιορισμούς που έχουν δημιουργηθεί από τους χαρακτήρες που ανέπτυξαν οι άνθρωποι στη ζωή τους, ειδικά εκείνοι που είναι προσαρμοσμένοι στην άσκηση της εξουσίας.

Οι μικρές ομάδες που λειτουργούν έξω οπό τον έλεγχο του μαζικού κινήματος και συχνά εξαιτίας της απουσίας οποιαδήποτε μαζικής αντίστασης, που παίρνουν από μόνοι τους αποφάσεις περί απονομής της «ταξικής δικαιοσύνης» στο όνομα ομάδων που δεν αντιπροσωπεύονται αλλά των οποίων τα συμφέροντα επηρεάζονται από τη δράση που στηρίζεται σʼ αυτές τις αποφάσεις, δεν είναι παρά επικίνδυνες. Ο ΣΑΣ σκότωσε έναν επιθεωρητή σχολείου αφού μια κοινοτική συσπείρωση απέτυχε να εμποδίσει την εφαρμογή δρακόντειων πειθαρχικών μέτρων στα σχολεία. Αυτή η αποτυχία αντανακλούσε το πολιτικό επίπεδο της κοινότητας και ήταν ακριβώς το αντίθετο μιας πρόσκλησης στον ΣΑΣ να σκοτώσει ένα απλό πιόνι του Υπουργείου Παιδείας.

«Ο ΣΑΣ δεν αναγνωρίζει καμιά εξουσία παρά μόνο τη δική του θέληση που ταυτίζεται με τη θέληση του λαού με τον ίδιο σχεδόν τρόπο που πολλοί ψυχοπαθείς δολοφόνοι ισχυρίζονται ότι κατευθύνονται από το θεό. Σκότωσε ένα ανυπεράσπιστο άτομο του οποίου η ενοχή όχι μόνο δεν αποδείχτηκε αλλά βρίσκεται κυρίως στη φαντασία των εκτελεστών του».

Αυτά τα σχόλια του περιοδικού «Ράμπαρτς», ισχύουν και για πολλά παρόμοια συμβάντα.

Αν σʼ αυτές τις περιπτώσεις μπορεί τουλάχιστον να εκληφθεί η ενοχή ως δικαιολόγηση, τι μπορεί να ειπωθεί για εκείνες τις ενέργειες ενάντια στο κοινό εν γένει (αδιάκριτες βομβιστικές ενέργειες, σύλληψη ομήρων, αεροπειρατείες κλπ.); Συνήθως οι τρομοκράτες θα προσπαθήσουν να δικαιολογηθούν στη βάση του είδους της στρατηγικής που περιγράφτηκε παραπάνω. Τα προσδοκώμενα τελικά αποτελέσματα αυτών των στρατηγικών υποτίθεται ότι δικαιολογούν τα μέσα που χρησιμοποιούνται. Αρκετά έχουν ίσως ειπωθεί για αυτές τις στρατηγικές. Αλλά θα έπρεπε να τονίσουμε και πάλι ότι τα βρώμικα μέσα, απέχοντας πολύ από το να δικαιολογούνται από τους απώτερους στόχους, παρέχουν απλώς την εγγύηση ότι οι στόχοι που θα επιτευχθούν θα είναι φρικτοί.

Δεν μπορείς να ανατινάξεις μια κοινωνική σχέση. Η ολική κατάρρευση αυτής της κοινωνίας δεν θα παρείχε καμιά εγγύηση γιʼ αυτό που θα την αντικαθιστούσε. Αν η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν αποκτήσει τις ιδέες και την οργάνωση που χρειάζονται για τη δημιουργία μιας εναλλακτικής κοινωνίας, θα δούμε τον παλιό κόσμο να ανασυντάσσεται, διότι είναι αυτό που οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει, αυτό που πιστεύουν, αυτό που υπήρχε απρόσβλητο μέσα στην ίδια την προσωπικότητα τους.

Πρέπει να αντιταχθούμε στους υποστηρικτές του τερρορισμού και του αντάρτικου γιατί οι ενέργειες είναι αβανγκαρντίστικες και εξουσιαστικές, γιατί οι ιδέες τους στο μέτρο που είναι ουσιώδεις, είναι λανθασμένες ή άσχετες με τα αποτελέσματα των ενεργειών τους (ειδικά όταν αυτοαποκαλούνται ελευθεριακοί ή αναρχικοί) γιατί οι φόνοι τους δεν μπορούν να δικαιολογηθούν, και τελικά, .γιατί οι ενέργειές τους δημιουργούν είτε καταστολή χωρίς κανένα αντίκρισμα είτε ένα εξουσιαστικό καθεστώς.

Σʼ αυτούς που στοχεύουν στην πολιτική βία λέμε, πρώτα κοιτάξτε στους εαυτούς σας. Μήπως η καταστροφικότητα είναι μια έκφραση του φόβου της αγάπης; Υπάρχουν πολιτικές παραδόσεις και πολιτικές δυνατότητες που δεν έχετε εξετάσει ακόμη. Στην κοινωνία που γεννάει τις συνθήκες της μιζέριας, της παθητικότητας, του εγωισμού, της ρηχότητας και της καταστροφικότητας μέσα στις οποίες μπορεί να αναπτυχθεί η απάντηση της πολιτικής βίας λέμε, σας προειδοποιούμε. Αυτές οι συνθήκες πρέπει να ανατραπούν. Όπως είπε ένας Γάλλος Σοσιαλιστής το 1848: «Εάν δεν επιθυμείτε τη συνεργασία των ανθρώπων σας λέω ότι καταδικάζετε τον πολιτισμό να πεθάνει μέσα σε φοβερή αγωνία».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Οι σελίδες 2, 3, 4, 5 αυτής της μπροσούρας παραλείφθηκαν από τη μετάφραση γιατί αναφέρονταν σε γεγονότα στην Αυστραλία που δεν πρόσφεραν τίποτε στην ανάλυση του φαινομένου της τρομοκρατίας.

1. Sycophantic: Με την αρχαία ελληνική έννοια του «φαίνοντος τα σύκα» αυτού που κατήγγειλε όσους παράνομα εμπορεύονταν σύκα που αποτελούσαν μονοπώλιο της Αθηναϊκής Πολιτείας. Εδώ, με την έννοια του «εχθρού της αδικίας», του σύγχρονου Ζορρό που, στερημένος οπό τη μπέρτα, το ξίφος και τη μάσκα του, αντικατέστησε το μαύρο του άλογο με μηχανή 900 ίππων και ανατινάζει κλούβες των ΜΑΤ για να εκδικηθεί… την αδικία και να βοηθήσει τους κατατρεγμένους. Αχ! Ακόμη και το «Ζ» χάθηκε πια!… (Σ.τ.Μ.).

2. Οι συγκρίσεις με την ελληνική πραγματικότητα είναι αναπόφευκτες: χωρίς την «συμπαράσταση» του Τύπου η «17 Νοέμβρη», ο Ε.Λ.Α, και άλλες οργανώσεις θα είχαν μείνει στην αφάνεια. Ας μην ξεχνάμε και τη θεαματική άνοδο της κυκλοφορίας της «Ελευθεροτυπίας» κάθε φορά που δημοσιεύει κατʼ αποκλειστικότητα προκηρύξεις αυτών των οργανώσεων. (Σ.τ.Μ.).

3. Αχμέτ Τζεμπρίλ, ηγέτης μιας αντάρτικης ομάδας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (Σ.τ.Σ.).

4.K.F.B. Packer και Rupert Murdoch. Αυστραλοί μεγιστάνες του Τύπου και της τηλεόρασης. Ο Μέρντοχ κατέχει εφημερίδες και στη Βρετανία και τις ΗΠΑ. (Σ.τ.Μ.).

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο  περιοδικό ”Άναρχος” (τεύχος 4, Μάης 1986).  Παρά τη χρονική απόσταση που μας χωρίζει παραμένει επίκαιρο.  Αποτελεί τη μετάφραση μιας μπροσούρας που γράφτηκε στην Αυστραλία από τις ομάδες Libertarian Socialist Organisation από το Brisbane, Libertarian Workers for a Self-Managed Society από τη Μελβούρνη, Monash Anarchist Society επίσης από τη Μελβούρνη και Adelaide Libertarian Socialists από την Αδελαΐδα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ως συνεισφορά στην όλη συζήτηση που προκάλεσε η έκρηξη βόμβας στο ξενοδοχείο Hilton του Σίδνεϊ τον Μάρτη του 1978. Η βομβιστική αυτή ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη και τον πολύχρονο δικαστικό διασυρμό τριών κοινωνικών αγωνιστών. Διατηρείται η ορθογραφία των μεταφραστών.

 

Περί αναρχισμού και βίας – Αντιβίαιοι Ναι, Μη βίαιοι Όχι

logo autogestione

τoυ Αντρέα Πάπι*

Η ΒΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ που προέρχεται από το ρήμα βιάζω, το οποίο σημαίνει μια ενέργεια ικανή ν’ αλλάξει σε σημαντικό βαθμό τις συνθήκες ύπαρξης άλλων έμ­βιων όντων, τάξεων, πραγμάτων κ.ο.κ. Αντιστοίχως στην πολιτική η λέξη βία συνδέεται στενά με την καταπίεση, την επιβολή, τον εξαναγκασμό, την κατάχρηση. Μ’ αυτή την έννοια συνδέεται επίσης στενά με τη δράση των κατόχων της εξου­σίας, οι οποίοι πάντοτε ανατρέχουν στη βία, είτε αυτή είναι νόμιμη, είτε παράνομη από δικαιικής πλευράς, προκειμένου να ασκήσουν την κυριαρχία την οποία κατέχουν. Στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας η χρήση της βίας συνδέεται πράγ­ματι με την ανάγκη επιβολής της θέλησης των κυρίαρχων, κάτι που συνιστά έναν από τους ουσιαστικότερους λόγους για τους οποίους οι αναρχικοί, που είναι τέτοιοι αφού οραματί­ζονται μια κοινωνική και συλλογική συμβίωση θεμελιωμένη στην αμοιβαία ελευθερία και συνεπώς με τη βία εξορισμένη από τη διαχείριση των σχέσεων και των αποφάσεων, σκέ­φτονται και δρουν ώστε να συγκροτήσουν κοινωνίες στις ο­ποίες δεν θα υφίστανται πλέον συγκεντρωτικές και ιεραρχικές μορφές της πολιτικής εξουσίας.

Με μια πρώτη ματιά, το βλέμμα για το πού βαδίζει o κόσμος προσκρούει σε μια αναπόφευκτη διαπίστωση: το καθημερινό γίγνεσθαι στο οποίο, ηθελημένα ή αθέλητα, συμμετέ­χουμε και, πολύ πιο συχνά απ’ ότι μας αρέσει, πρωταγωνι­στούμε, αναμφίβολα καθορίζεται από τη βία, ακριβέστερα εμποτίζεται από τη βία. Αυτό συμβαίνει στις υποχρεωτικές σχέσεις μας με τη γραφειοκρατία, στην επαφή με τους μηχα­νισμούς, την κουλτούρα της εξουσίας που σταθερά καθορίζει την ποιότητα και την ποσότητα των επιβολών των οποίων είναι κάτοχος και φορέας, στην οργανωμένη και ένοπλη ισχύ όλων των μιλιταρισμών που δικαιολογούν τις απαιτήσεις τους με το άλλοθι ότι μας προσφέρουν σιγουριά και εξασφαλίζουν τη διατήρηση των δημοκρατικών ελευθεριών, στη συστηματική και δολοφονική εκμετάλλευση εκατομμυρίων ανθρώπινων υπάρξεων εκβιαζόμενων από την πείνα και την αθλιότητα στις οποίες υποβάλλονται, στην αντιδραστική θέληση αντα­πόδοσης και στην όσια ανάγκη που προκαλεί τις εξεγέρσεις, αλλά σπανίως καταφέρνει να μετατραπεί στη χαρά της εξέγερσης. Τα δελτία ειδήσεων, με εικόνες και λέξεις, μας δείχνουν καθημερινά κοιμητήρια που χωρίς σταμάτημα σκορπίζονται στον πλανήτη όπου φιλοξενούμαστε εμείς οι άνθρω­ποι.

Ένα πρόβλημα όχι μόνο ηθικό

Αν θεωρηθούν δεδομένες οι σκέψεις που μόλις παρατέθηκαν και παραμένοντας στο πλαίσιο της πολιτικής, ο’ αυτό το άρθρο μ’ ενδιαφέρει να εξετάσω κάποιες βαθύτερες σκέψεις για το νόημα της χρήσης των βίαιων μεθόδων στις οποίες μπορεί να προσφύγουν οι καταπιεσμένοι και οι εκμεταλλευόμενοι, οι υποταγμένοι γενικά, για ν’ αντιτεθούν στις κυρίαρχες δυνάμεις, είτε κατά την όσια πράξη της εξέγερσης εναντίον της καταπίεσης που υφίστανται, είτε κυρίως όταν συνειδητοποιούν την ανάγκη πραγμάτωσης εναλλακτικών αρχών και ιδανικών.

Παρότι γνωρίζω ότι στο ζήτημα της βίας η σχέση της με την ηθική είναι ουσιαστική, εγώ πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ηθικό, ή μάλλον δεν είναι μόνο και κυρίως ηθικό. Πράγματι χρειάζεται να θυμόμαστε ότι, όντας η ηθική σε όλα τα επίπεδα ένα ναρκοπέδιο, είναι πολύ επικίνδυνο, αλλά κυρίως ακατάλληλο, να την επιλέγουμε σαν μοναδική βάση για την αποτίμηση της αξίας των επιλογών μας. Η ηθική ασχολείται και αναζητεί την ορθότητα των ανθρώπινων συμπερι­φορών σε σχέση με τις έννοιες του καλού και του κακού, οι οποίες εφόσον με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένες, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στον καθορισμό τους προκύπτουν αναπόφευκτα οπτικές όχι μόνο διαφορετι­κές, αλλά και πολύ εύκολα αντιτιθέμενες. Μπορούμε ευλόγως να ισχυριστούμε ότι στην πραγματικότητα υπάρχουν διαφορετικές ηθικές, που ενίοτε παρουσιάζονται σαν μοναδικές, έτσι ώστε η επιλογή μιας απ’ αυτές, προφανώς με αιτιολογημένους λόγους, να σημαίνει σχεδόν μοιραία τον αποκλεισμό ή την καταδίκη όλων των άλλων. Υπάρχουν έτσι, παραδείγ­ματος χάριν, πολλές θρησκευτικές ηθικές, με την κάθε μια άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θρησκεία της αναφοράς της, υπάρχει μια ηθική της ελευθερίας, μια ηθική της προσταγής, μια ηθική της εξουσίας, μια ηθική της βίας, μια ηθική της μη βίας, κ.ο.κ. Η κάθε μια έχει έγκυρες και δικαιολογημένες αι­τιολογίες, που είναι αναμφισβήτητες για όποιον τις ενστερνί­ζεται. Ποτέ κανείς δεν ενστερνίστηκε μια ηθική επιλογή καθεαυτή, αφού πίσω από κάθε μια τους υπάρχουν πάντοτε μία ή περισσότερες επιλογές υπαρξιακής ή φιλοσοφικής έννοιας.

Το κύριο πρόβλημα το οποίο πρέπει να είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε, είναι αν έχει νόημα αυτό που κάνουμε. Να διερωτηθούμε δηλαδή κατά πόσο η συνειδητή και προγραμματισμένη χρήση βίαιων μορφών εξέγερσης εναντίον των καταπιεστικών δομών που θα επιθυμούσαμε να συντρίψουμε, είναι λειτουργική, κατά πόσο δηλαδή είμαστε όντως σε θέση να έχουμε αντίστοιχα και συμφυή αποτελέσματα, ακόμη και από ηθική άποψη, μ’ εκείνες τις ιδανικές προϋποθέσεις που θα έπρεπε να κινητοποιούν τις πράξεις μας και να μας ωθούν να τις επιλέξουμε.

Για να γίνω πιο κατανοητός, θεωρώ ότι πρώτα απ’ όλα εί­μαι υποχρεωμένος να ξεκαθαρίσω τους λόγους που μπορούν να μας οδηγήσουν στην τελική μας επιλογή. Οφείλουμε δηλα­δή να έχουμε πλήρως συνειδητοποιήσει ότι πριν επιλέξουμε το πώς θα δράσουμε, είναι απαραίτητο να έχουμε φτάσει σε μια κάποια βεβαιότητα σε σχέση μ’ αυτό, από τη στιγμή που οποιαδήποτε ενέργεια σαφώς βίαιη, είναι καθεαυτή φορέας μιας ικανής δόσης δύναμης εναντίον αυτού που θα τη δεχθεί, εφόσον τείνει να τον εκμηδενίσει και στην καλύτερη περίπτωση να τον υποτάξει. Πράγματι, η χρήση βίας εμπεριέχει κατά βάθος τη θέληση να εκμηδενιστεί ο αντίπαλος, να εξουδετερωθεί, να τιμωρηθεί, να υποταχθεί, να εξουδετερωθεί. Και υ­πάρχει μεγαλύτερη δύναμη απ’ αυτή που δίνει τη δυνατότητα εκμηδένισης του; Ως εκ τούτου μια τέτοια επιλογή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει με επιπολαιότητα, ελαφρότητα ή βιασύνη, αλλά πρέπει να είναι προϊόν προσεκτικής σκέψης και μελέτης.

Μια αναρχική άποψη

Η δική μου είναι μια, όχι η, αλλά μια, αναρχική άποψη. Συνεπώς έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά της αναρχικής οπτικής που, όντας μερική, σχετική και όχι απόλυτη, όπως όλες οι οπτικές που δεν περιορίζονται σ’ ένα συγκεκριμένο πεδίο δράσης, αντιπροσωπεύει μια θεώρηση ικανή να συμπεριλάβει οικουμενικές αξίες, τις οποίες προτείνει με τη συνείδηση ότι εμπεριέχουν μια εγκυρότητα ικανή να επεκταθεί στους πάντες και σε όλες τις περιπτώσεις. Και η αναρχική άποψη ως αρχή προϋποθέτει πριν από οτιδήποτε άλλο, την άνευ όρων άρνηση κάθε μορφής καταπιεστικής εξουσίας και κυριαρχίας, καθώς δέχεται την ύπαρξη μιας ισότητας κοινωνικά διάχυτης, επιδιώκει τη διαρκή άσκηση της ελευθερίας και αρνείται οποιαδήποτε άσκηση βίας για την υλοποίηση των αποφάσεων και της συλλογικής θέλησης, αποφάσεων που παίρνονται μέσω οριζόντιων, μη ιεραρχικών και μη άκαμπτων δομών.

Ποιο είναι κατά βάθος το πρόβλημα σε σχέση με την πιθανότητα πραγμάτωσης μιας μελλοντικής αναρχικής κοινωνίας; Όπως βλέπω εγώ τα πράγματα, αυτό έχει να κάνει με το ξεπέρασμα και την κατεδάφιση των ιστορικά, δομικά και κυρίως πολιτιστικά παγιωμένων εμποδίων, τα οποία εδραιώνουν την τάξη της εξουσίας και της ιεραρχίας. Η θεσμοθέτηση της σημερινής εξουσίας, πράγματι, που νομιμοποιεί την αναγκαιότητα ύπαρξης της ιεραρχικής προσταγής και την άσκηση της μέσω της χρήσης της συντεταγμένης ισχύος, έχει ουσιαστικά δύο μορφές δικαιολόγησης:

1) Η πιο παλιά και αταβιστική είναι θρησκευτικού τύπου, σύμφωνα με την οποία ο ένας ή περισσότεροι θεοί, από τη στιγμή που δεν εμπιστεύονται την ανθρώπινη ατέλεια την οποία έχουν δημιουργήσει οι ίδιοι από το ύψος της υπεράνθρωπης εξουσίας τους, υποχρεώνουν την ανθρωπότητα να υπακούει σε ορισμένους επιλεγμένους απ’ αυτούς ανθρώπους, προκειμένου να πραγ­ματοποιηθεί το θεϊκό θέλημα, αποκαλυφθέν και γενικά θεσπισθέν μέσω των ιερών κειμένων»

2) Η άλλη, λαϊκού χαρακτήρα, είναι το χομπσιανό homo nominis lupus , σύμφωνα με το οποίο, απ’ τη στιγμή που από τις απαρχές της φυσικής κατάστασης κάθε άνθρωπος είναι εχθρός των άλλων ανθρώπων, για να μπορέσει να ζήσει με ασφάλεια και αρμονία, στην κοινωνία την οποία συγκροτεί έχει ανάγκη να βρει κάποιον να προστάζει, κάποιον που να είναι σε θέση να επιβάλλει με την ισχύ εκείνη την τάξη η οποία είναι απαραίτητη για μια κοινή ζωή και για την οποία υπάρχει η διαδεδομένη πεποίθηση πως διαφορετικά δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

Το καθήκον των αναρχικών λοιπόν είναι να κάνουν προτάσεις και να δράσουν προκειμένου να δείξουν και να πείσουν ότι οι δικαιολογίες για τη θεϊκή βούληση και την ανάγκη προσταγής από τα πάνω έχουν καθοριστεί ιστορικά και δεν είναι τίποτα άλλο από απλές ανθρώπινες πεποιθήσεις, επιβαλλόμενες και νομιμοποιημένες με το πέρασμα του χρόνου από τη θέληση των ανά καιρούς ισχυρών. Όχι μόνο δεν ισχύουν, αλλά μπορούν ν’ αντικατασταθούν πλήρως από μια θεώρηση που βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, στη συλλογική διεύθυνση των πραγμάτων χωρίς έλεγχο από τα πάνω, στη δυνα­τότητα οργάνωσης χωρίς ιεραρχία και προσταγή, σε μορφές οριζόντιας διαχείρισης. Μπορούμε κάλλιστα να μη μας κυβερνούν, αλλά να αυτοκυβερνιόμαστε, αντικαθιστώντας τη δύναμη επιβολής με την αμοιβαιότητα, την αλληλεγγύη και την αποτελεσματική συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, οι οποίες δεν θα υπάρχει πλέον ανάγκη να επιβάλλονται με τη δύναμη και τη δικαιική νομιμότητα των ένοπλων σωμάτων των προορισμένων για την ασφάλεια και τη δημόσια τάξη, δηλαδή από τους εκτελεστές της θέλησης των αυταρχικών θεσμών.

Απουσία της βίας 

Αναρχικά λοιπόν, οι αποφάσεις για τα διάφορα ζητήματα θα πρέπει να παίρνονται και να υλοποιούνται με τη συμμετοχή των πάντων, αφού δεν μπορούν και δεν πρέπει να επιβάλλονται, αλλά να είναι αποτέλεσμα επιθυμίας και συναίνεσης όλων των ατόμων που συμμετέχουν και συναποτελούν τη δεδομένη κοινωνία. Αυτή είναι μια από τις θεμελιώδεις αρχές που μας διακρίνει.  αυτό δεν αρκεί και είναι υπερβολικά απατηλό να περιοριστούμε να καταργήσουμε τους μπάτσους και αυτούς που τους διατάζουν. Αντιθέτως, πρέπει προπάν­των να καταφέρουμε να εξαφανίσουμε την αναγκαιότητα, εσωτερικευμένη και εκ των πραγμάτων, της δουλειάς και της παρουσίας τους. Αυτό μπορεί να συμβεί μονάχα αντικαθιστώντας την αυταρχική βία μιας κεντρικής κυβέρνησης, που επιβάλλεται προστατευόμενη από τους μπάτσους, με μορφές ελευθεριακής αυτοκυβέρνησης από τις οποίες απουσιάζει η βία και δεν έχουν καμία ανάγκη τους μπάτσους.  Ο Μαλατέστα είχε κατανοήσει κάτι τέτοιο και είχε προτάξει περισσότερα από ένα επιχειρήματα προκειμένου να το καταλά­βουν οι σύντροφοι και όλοι αυτοί που ενδιαφέρονται για τις αναρχικές προτάσεις. «Η εξάλειψη του σωματικού καταναγκασμού δεν αρκεί για ν’ αναδειχθεί η αξιοπρέπεια ενός ελεύθερου ατόμου, αλλά αυτό πρέπει να έχει μάθει ν’ αγαπά τους ομοίους του, να σέβεται τα δικαιώματα που θέλει να σέβονται οι άλλοι για λογαριασμό του, ν’ αρνείται τόσο να τον διατάζουν όσο και να διατάζει… Ο χωροφύλακας δεν είναι ακριβώς βίαιος, αλλά το τυφλό όργανο στην υπηρεσία του βίαιου» .(1)

Έχει συνεπώς νόημα, προκειμένου να υλοποιηθούν οι αναρχικές πολιτικές προτάσεις, η χρήση βίαιων μέσων και οργάνων προκειμένου ν’ αντιπαλευτεί η καταπίεση και η επιβολή των κρατών και των εκμεταλλευτών; Αξίζει τον κόπο και είναι σύμφωνο και συναφές με τις αρχές μας, να εκθέτουμε σε κίνδυνο τόσο τη δική μας, όσο και τη ζωή των άλλων, στον αγώνα για την ελευθερία; Από μια πρώτη ματιά θ’ απαντούσαμε, σε κάθε περίπτωση, όχι. «Οι αναρχικοί είναι εναντίον της βίας. Αυτό είναι γνωστό. Η κεντρική ιδέα του αναρχισμού είναι η εξάλειψη της βίας από την κοινωνική ζωή είναι η οργάνωση των θεμελιωδών κοινωνικών σχέσεων βάσει της ελεύθερης θέλησης των ατόμων, χωρίς την παρέμβαση του χωροφύλακα».(2)

Στην πραγματικότητα η απάντηση δεν είναι ούτε απλή, ούτε άμεση, ούτε δεδομένη, όπως συμβαίνει πάντοτε με ερωτήματα εξαιρετικά σύνθετα, εφόσον για τους αναρχικούς είναι θεμελιώδης η μελέτη του προβλήματος της αντίστασης. Δεδομένου ότι είναι ανήθικο να υποφέρεις και να μην εξεγεί­ρεσαι και, πέρα από ανήθικο, είναι και βλαπτικό, αφού δεν κάνεις τίποτ’ άλλο από το να επικυρώνεις την καταπίεση χωρίς να προσφέρεις κάποια πιθανότητα απελευθέρωσης.

Για τους αναρχικούς είναι θεμελιώδες και αναγκαίο να εξεγείρονται και να εναντιώνονται στη βία των συντεταγμένων εξουσιών, έτσι ώστε αυτή να σταματήσει να αποτελεί εργαλείο των πολιτικών ρυθμίσεων. «Η βία δικαιολογείται μόνο όταν είναι αναγκαία για την υπεράσπιση του εαυτού μας και των άλλων απέναντι στη βία. Όταν παύει να υπάρχει αυτή η αναγκαιότητα, αρχίζει το έγκλημα… Ο σκλάβος βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση νόμιμης άμυνας και συνεπώς η βία του εναντίον του αφέντη, εναντίον του καταπιεστή, είναι πάντοτε δικαιολογημένη ηθικά και το μόνο κριτήριο που μπαίνει είναι η χρησιμότητα και η οικονομία δυνάμεων σε σχέση με τον ανθρώπινο κόπο και πόνο».(3)

Ιδού που επανέρχεται πλήρως ο ηθικός προβληματισμός. Αλλά μπορεί να συζητηθεί μόνο όταν οριστούν γενικά και οικουμενικά η ιδέα και ο σκοπός απ’ όπου εμπνέεται. Η αρχή από την οποία εμπνέεται δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την ηθική, έχει όμως να κάνει ο έσχατος σκοπός ο οποίος πρέπει να επιτευχθεί, δηλαδή η αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία σύμφωνα με τις αναρχικές αρχές της κοινωνικής ελευθερίας, που καθίσταται έτσι η βάση οποιασδήποτε μελλοντικής ηθικής. Ο Μαλατέστα ορίζει την έννοια και τα όρια της χρήσης της βίας, σύμφωνα με τον σκοπό του θριάμβου του αναρχισμού. Όντας αυτός αντίθετος με τη βία, αλλά και μη θέλοντας να την υφίσταται, θεωρεί δίκαιη και δικαιολογημένη την εξέγερση, ακόμη και τη βίαιη, προκειμένου να απελευθερωθούμε από τον καταπιεστή. Όμως, αφού ο θεμελιώδης σκοπός, δεν είναι η απελευθέρωση απ’ αυτόν ή τον άλλο καταπιεστή συγκεκριμένα, αλλά γενικά από την καταπίεση που θεμελιώνεται με τη βία, εφόσον επιτευχθεί ο πρωταρχικός σκοπός και απελευθερωθούμε, η χρήση της βίας πρέπει ν’ αποκλείεται εξ ολοκλήρου. Χρησιμοποιείται μόνο αν δεν υπάρχει άλλο δυνατό μέσο απελευθέρωσης και συνιστά συνεπώς αποκλειστικό εργαλείο άμυνας απέναντι στη βία της κυριαρχίας, κι όχι εργαλείο διαχείρισης και κοινωνικής συγκρότησης. Για τους αναρχικούς η βία είναι αντικοινωνική.

Η αναγκαιότητα της άμυνας

Ο Μαλατέστα εκφράζει και διατυπώνει μια οικουμενική αρχή, ικανή να δώσει νόημα στην επιλογή της δράσης: η βία είναι μια θλιβερή αναγκαιότητα και δικαιολογείται μόνο από την αναγκαιότητα της άμυνας και της μη υποταγής. Καθώς ασπάζομαι πλήρως αυτή την άποψη και, παρότι αναγνωρίζω πως είναι δύσκολο να περιορίσουμε σε μια πρόταση μια τόσο σύνθετη προβληματική, λέω ότι οι αναρχικοί είναι αντιβίαιοι, χωρίς να είναι μη βίαιοι.

Όπως όλες οι διατυπώσεις αρχών, που εκ φύσεως ανάγον­ται σε πολύ ευρύτερα επίπεδα στοχασμού, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε και τη συγκεκριμένη, χρειάζεται να αναγνωριστεί πλήρως το πνεύμα και το νόημα της, διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος να εργαλειοποιηθεί, αν όχι να μυθοποιηθεί. Λόγω μιας τέτοιας ανάγκης θα ήθελα να πω κάποια πράγματα για την προσέγγιση του Μαλατέστα, γιατί θεωρώ ότι πρέπει να γίνει πλήρως κατανοητή. Ο δικός μας Ερίκο ήταν ένας πεισμένος εξεγερτικός και τέτοιος παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, αν και στις τελευταίες σκέψεις του άρχισε να ασκεί κάποια κριτική, που όμως δεν άγγιζε στο ελάχιστο τη βασική του πεποίθηση. Αυτό ισχύει τόσο για την άμεση δράση στην οποία ενεπλάκη, όσο και για τις θεωρητικές του απόψεις. Από τη Συμμορία τον Ματέζε μέχρι την Κόκκινη Βδομάδα, για να παραθέσουμε τα πιο γνωστά ιστορικά γε­γονότα, με την καρδιά, τη σκέψη και με μεγάλη γενναιοψυχία, πληρώνοντας πάντοτε σε πρώτο πρόσωπο, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της οργάνωσης και της προώθησης της λαϊκής εξέγερσης, η οποία επιθυμούσε να εξελιχθεί σε κοινωνική επανάσταση. Όμως αφιέρωσε σελίδες και σελίδες σ’ έναν προσεκτικό θεωρητικό στοχασμό προκειμένου να ξεκαθαρίσει ποια θα πρέπει να είναι η αναρχική συνδρομή στον εξεγερτικό αγώνα, ασχολούμενος κυρίως με ποια θα πρέπει να είναι αυτή στην περίπτωση νίκης. Αν υπάρχει ένα όριο στη σκέψη του, έγκειται στο ότι σ’ όλη του τη ζωή δεν κατάφερε ποτέ να βρει άλλον πιθανό δρόμο για την επανάσταση πέρα από την εξέγερση, για την οποία όμως κάθε σκέψη του ακο­λουθεί ενσυνείδητα ένα ακριβές σχήμα: για να καταφέρουμε να οικοδομήσουμε την αναρχία κατά αρχήν πρέπει να εξεγερθούμε, είναι το περίφημο αναγκαίο κακό το οποίο δεν μπο­ρούμε να παραβλέψουμε, προκειμένου να γκρεμίσουμε το σύστημα της καταπιεστικής εξουσίας αλλά είχε άκρως ξεκαθαρισμένες ιδέες για το τι θα είναι η εξέγερση.

Η εξέγερση είναι ο λαός που ξεσηκώνεται, το σύνολο των εκμεταλλευόμενων, των απόβλητων, των περιθωριοποιημένων και όλων των καταπιεσμένων, οι οποίοι, μη διατεθειμένοι πλέον να υποφέρουν, αποφασίζουν με την καρδιά τους να σπάσουν τις αλυσίδες και ν’ ανατρέψουν τους καταπιεστές τους. Είναι ένας πραγματικός λαϊκός αγώνας, κι αν χρειαστεί, ένας λαϊκός πόλεμος. Τίποτα το πρωτοποριακό, το ελιτίστικο, καμία σχέση με τη συνειδητή μειοψηφία που δρα αυθαιρέτως στο όνομα του λαού. Τάχθηκε πάντοτε εναντίον των βομβιστών, αυτών που κάνουν επιθέσεις, των μιμητών του Ραβασόλ, αυτών που, με γενναιοψυχία, επιτίθενται με το ίδιο τους το χέρι στον εχθρό, διεξάγοντας έναν πόλεμο που, όπως όλοι οι πόλεμοι, γίνεται για να κερδηθεί και επιδιώκει την εκμηδένιση του αντιπάλου. Η αναγκαία βία είναι μόνο αυτή της άμυνας, συμπεριλαμβάνοντας στην άμυνα και την επιθυμία απελευθέρωσης από την καταπίεση, ενώ δεν μπορεί να είναι τέτοια αυτή που, στο όνομα της απελευθερωτικής θέλησης, υιοθετεί τη λογική της πολεμικής επίθεσης στον ε­χθρό για να τον καταστρέψει. Είναι προφανές για αυτόν, αλλά και για κάθε πεπεισμένο αναρχικό, ότι η βία πρέπει να σταματήσει μόλις η εξέγερση καταστήσει ανενεργούς τους καταπιεστές και τους τυράννους, ακριβώς για να μην επιτρέψει την εμφάνιση απαίσιων μορφών βίας, οι οποίες λόγω του υπάρχοντος μίσους και της καταπιεσμένης μνησικακίας, θα μπορούσαν να εκδηλωθούν μέσα στο ντελίριο της νίκης.

Η σύγκρουση των εξουσιών

Δεν είναι δύσκολο να έρθουμε στο σήμερα, όπου αυξάνει μια κατακερματισμένη χρήση της βίας εκ μέρους ανατρεπτι­κών τάσεων ποικίλης έμπνευσης. Από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες και τους άλλους εγχώριους μαχόμενους σχηματισμούς στον ισλαμικό φονταμενταλισμό που δρα σε παγκόσμιο επίπεδο. Με διαφορετική ιδεολογική βάση, δρουν όλες σπέρνοντας τον τρόμο, είτε μεταξύ των γραμμών του εχθρού που θέλουν να χτυπήσουν, είτε μεταξύ των ανθρώπων των περιοχών που χτυπιούνται. Σύμφωνα με τα αναρχικά κριτήρια τα οποία παρουσιάσαμε εδώ, οι βίαιες ενέργειες των ανατρεπτικών επιθέ­σεων που βλέπουμε καθημερινά, δεν έχουν σε τίποτα να κάνουν με μια εξεγερτική θέληση. Σε ότι αφορά τη Δύση, μου φαίνεται, αντιθέτως, έκφραση μαχόμενων, που προσπα­θούν να διεξάγουν έναν ανελέητο πόλεμο, ο οποίος ουσιαστικά εκλαμβάνεται από τις μάζες που θα ήθελαν να εμπλέξουν σαν ασαφής και ξένος. Είναι ένας προσωπικός πόλεμος ο οποίος, άσχετα με τις προθέσεις, σε κάποιες περιπτώσεις διακηρυγμένες σε κάποιες άλλες όχι, έχει τη γεύση της σύγκρουσης μεταξύ αντιτεθέμενων εξουσιών και διεξάγεται στο όνομα του περίφημου λαού του 19ου αιώνα, ο οποίος όμως, αντί να εξεγείρεται στο πλευρό τους, κοιτάζει τρομαγμένος και ζητά την προστασία των ισχυρών ανθρώπων των θεσμών προκειμένου να προστατευθεί. Σε ότι αφορά την Ανατολή και τη Μέση Ανατολή, επειδή η πολιτιστική και κοινωνική κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική, θα πρέπει ν’ αναλυθεί ξεχωριστά και με σοβαρότητα, κι εδώ δεν είναι το κατάλληλο μέρος για κάτι τέτοιο.

Προσωπικά προτιμώ να μη θεωρώ την εξέγερση σαν τη μοναδική επαναστατική δραστηριότητα. Τη βρίσκω περιοριστική και περισταλτική. Μάλιστα, όσο περισσότερο περνά ο καιρός, τόσο περισσότερο πείθομαι ότι δεν είναι αυτός ο κύριος δρόμος που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε, με την έννοια ότι δεν περιλαμβάνει όλες τις δυνάμεις και ενέργειες για να υπάρξει η λαϊκή αφύπνιση. Κατά τη γνώμη μου η αναρχία δια­κρίνεται κυρίως λόγω της μορφής της κοινωνίας και της αυτοδιευθυντικής μεθόδου που προτείνει, και όχι λόγω της εναντίωσής της στο υπάρχον. Στην πραγματικότητα η εναντίωσή της είναι άμεση συνέπεια της σαφώς εναλλακτικής της τοποθέτησης απέναντι στην κυριαρχία. Όχι αντιστρόφως, ότι δηλαδή τοποθετούμαστε εναλλακτικά απέναντι στην κυριαρχία λόγω κυρίως της εναντίωσής μας στο υπάρχον. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι αντίθετος στις λαϊκές εξεγέρσεις. Αυτές θα υπάρχουν όσο θα υπάρχουν αδικίες, καταπίεση και εκμετάλλευση. Κι όταν ο λαός αφυπνιστεί κι έχει την ευκαιρία, όπως κάθε άλλος αναρχικός, θα συμμετέχω πεισμένος και θα κάνω αυτό που μου αναλογεί, γιατί η εξέγερση εναντίον των αυ­ταρχικών ενεργειών της εξουσίας είναι καθεαυτή δίκαιη. Αλλά η γνώση μου λέει ότι δεν είναι αυτός, καθεαυτός, ο δρόμος για την πραγμάτωση μιας κοινωνίας απελευθερωμένης και ελεύθερης. Η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα νικηφόρων εξεγέρσεων, που στη συνέχεια εγκαθίδρυσαν τρομερές ολοκληρωτικές εξουσίες. Απ’ ότι ξέρω, ή πιστεύω ότι ξέρω, ο εξεγερτικός δρόμος, καθεαυτός, είναι εντελώς ανεπαρκής σαν πραγματικό μέσο απελευθέρωσης και οικοδόμησης της άλλης κοινωνίας την οποία ονειρεύεται ο αναρχικός.

Διεύθυνση χωρίς εξουσία

Η αναρχία προσδιορίζεται και διακρίνεται λόγω της με­θόδου μέσω της οποίας τα ίδια της τα υποκείμενα λαμβάνουν τις αποφάσεις και λόγω της αρχής της διεύθυνσης των υποθέσεων χωρίς την ύπαρξη μιας εξουσίας θεσμισμένης από τα πάνω που θα επιβάλλει τη θέληση της, και όχι λόγω του τύπου της εξέγερσης που θα χρησιμοποιήσει. Είμαστε αναρχικοί όχι γιατί απλώς αισθανόμαστε την ανάγκη να εξεγερθούμε, αλλά γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε κάτι το εναλλακτικό, το οποίο θα τείνει στη μέγιστη δυνατή πολιτική, κοινωνική και υπαρξιακή ελευθερία. Οι εξεγέρσεις και οι διάφορες μορφές της επανάστασης με κανέναν τρόπο δεν είναι μια δική μας ιδιαιτερότητα, δεν είναι αυτό που μας διακρίνει. Οι πάντες, συμπεριλαμβανομένων των μπολσεβίκων, των ισλαμιστών, μέχρι και των φασιστών, εφόσον καταπιέζονται και εμποδίζονται να εκφραστούν, τείνουν να εξεγείρονται, προκειμένου ν’ απελευθερωθούν απ’ ότι τους καταπιέζει. Αλλά η εξέγερση τους και, εφόσον υπάρξει, η επανάσταση τους, έχουν μια γεύση καθόλα διαφορετική από τη δική μας, αναμφιβόλως αντίθετη. Αυτοί, με ιδεολογικές αιτιολογήσεις και ιδανικά διαφορετικά μεταξύ τους, θέλουν την εγκαθίδρυση μιας νέας ισχυρής εξουσίας, απόλυτης, ολοκληρωτικής, θεοκρατικής. Εξεγείρονται απέναντι στην υπάρχουσα εξουσία επειδή θέλουν να μπουν στη θέση της και να κυριαρχήσουν πάνω στους αν­θρώπους. Εμείς, όταν καταφέρουμε να εξεγερθούμε, αντιθέ­τως, θα θέλουμε να γκρεμίσουμε όχι μόνο την υπάρχουσα εξουσία, αλλά και κάθε άλλη μορφή κυριαρχίας, γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε μια κοινωνία θεμελιωμένη στην απουσία ιεραρχίας και κυρίαρχης εξουσίας. Δεν παρουσιαζόμαστε ως εκ τούτου σαν εξεγερτικοί, αλλά κυρίως ως φανατικοί εραστές της ελευθερίας, όλης της δυνατής ελευθερίας, της αυτοκυβέρνησης, της θέλησης να μην μας κυβερνούν από τα πάνω και να ζούμε και να συμβιώνουμε με τους άλλους χωρίς βίαιη επιβολή, με αλληλεγγύη, αμοιβαιότητα και τη μέγιστη συναινετική συμφωνία.

Δεν πρέπει να φοβόμαστε να δανειστούμε, οφείλουμε όμως να παραμείνουμε αμετακίνητοι στις ιδέες μας. Πρέπει να δημιουργήσουμε τόπους ελευθεριακού πειραματισμού, όπου θα μπορούμε να ζούμε και να δοκιμάζουμε μορφές αυτοκυβέρνησης και κοινωνικής αλληλεγγύης, λέγοντας όχι στη δι­δαχή ενός και μόνο μοντέλου, ναι σε πολλά περισσότερα. Πολυσθενείς, πολυκεντρικοί και ακεντροι τόποι, χωρίς ιεραρχίες και γραφειοκρατίες στο εσωτερικό τους, ικανοί να γεννούν καινοτομίες και πολιτιστικές ανατροπές, να είναι δημιουργι­κοί και χωρίς προκαταλήψεις, αποτελώντας παραδείγματα για το πώς μπορεί να φτιαχτεί και να υπάρξει μια κοινωνία. Στιγμές συλλογικής αυτοκυβέρνησης, ελευθεριακά κοινωνικά κέντρα, ελευθεριακά σχολεία, ελευθεριακοί δήμοι από τα κάτω, δυνατότητα για όποιον επιθυμεί να προβεί σε κοινούς πει­ραματισμούς και οτιδήποτε άλλο έρχεται στο μυαλό που αντιπροσωπεύει και δείχνει την κοινωνία την οποία επιθυμούμε. Μια κοινωνία μέσα στην κοινωνία τελικά, ικανή ν’ ανατρέψει τα υπάρχοντα μοντέλα και το συλλογικό φαντασιακό. Αν ενώ διαδίδεται δεχτεί την επίθεση από τις θεσμισμένες εξουσίες, ενίοτε θα αμυνθεί και θα εξεγερθεί για να διατηρήσει το δικαίωμα της στην ελεύθερη επιλογή, στην ελεύθερη σκέψη, στον ελεύθερο πειραματισμό. Είναι δυνατόν να υπάρξει! Και, πιστέψτε με, είναι πολύ πιο ισχυρή και θορυβώδης από οποιαδήποτε εκπυρσοκρότηση όπλου ή έκρηξη βόμβας, από οποιονδήποτε πόλεμο, οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια.

Σημειώσεις:

1. Errico Malatesta, Επιλεγμένα γραπτά, με την επιμέλεια των  C. Zaccaria και G. Berneri, “Umanità Nova” 20 Ιουλίου 1920, Εκδόσεις RL, Napoli, 1947.
2. Errico Malatesta, Σελίδες καθημερινού αγώνα, 1ος Τόμος, “Umanità Nova” 25 Αυγούστου 1921, σελ. 195,  Carrara, 1975.
3. Id., σελ.. 196.

Τη συλλογή κειμένων σχετικά με τον Αναρχισμό και τη Βία, ετοίμασε ο Παναγιώτης Καλαμαράς στο Εργαστήρι της Ελευθεριακής Κουλτούρας. Κυκλοφόρησε σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων στην πόλη της Αθήνας το καλοκαίρι του 2004.

* Το άρθρο τον Αντρέα Πάπι δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο αναρχικό περιοδικο  A rivista anarchica  τεύχος 299, Φλεβάρης 2004.

Σωματείο Εργατοϋπαλλήλων Βιομηχανικής Μεταλλευτικής – Για μια κοινωνία χωρίς αφεντικά

Αναδημοσίευση από:  http:  //biom-metal.blogspot.gr/2013/02/blog-post_5.html
Δελτίο Τύπου
4/2/13
Το εργοστάσιο της ΒΙΟ.ΜΕ. ανοίγει και λειτουργεί στα χέρια των εργατών! 
Το σωματείο εργαζομένων στη ΒΙΟ.ΜΕ. μετά από πολύμηνο αγώνα δράσεων υπό τη στήριξη και αλληλεγγύη του κινήματος βρίσκεται σε θέση να ανακοινώσει το άνοιγμα του εργοστασίου. Οι εργαζόμενοι της ΒΙΟ.ΜΕ. παίρνουν στα χέρια τους την παραγωγή και την ίδια τους τη ζωή χωρίς αφεντικά. Με αυτοργάνωση, εργατική αυτοδιαχείριση και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, με την έμπρακτη αλληλεγγύη της κοινωνίας χτίζουν την ελπίδα ότι ένας καινούργιος κόσμος είναι εφικτός.Την Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου στη 13.00 στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, το Σωματείο Εργατοϋπαλλήλων της Βιομηχανικής Μεταλλευτικής και η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης Θεσσαλονίκης στον αγώνα των εργαζομένων στη ΒΙΟ.ΜΕ., σας προσκαλούν σε συνέντευξη τύπου όπου θα παρουσιάσουν τα άμεσα σχέδιά τους με την εκκίνηση λειτουργίας του εργοστασίου, καθώς και όλο εκείνο το πρόγραμμα δράσεων αλληλεγγύης για την εξεύρεση πόρων προς ενίσχυση του νέου αυτού εγχειρήματος που ανοίγει το δρόμο για μια κοινωνία χωρίς αφεντικά.
Παρατίθεται συνοπτικά το πρόγραμμα δράσεων:
Πέμπτη 7/2 στη 13.00 Συνέντευξη Τύπου στο Ε.Κ.Θ.
Κυριακή 10/2 στις 18.00 Πανελλαδική συνέλευση των πρωτοβουλιών αλληλεγγύης στο cine Αλέξανδρος
Δευτέρα 11/2 στις 17.00 Πορεία (Καμάρα), στις 20.00 Συναυλία στο Ιβανώφειο με τους Θ. Παπακωνσταντίνου, Γ. Χαρούλη, Χαΐνηδες, είσοδος ενίσχυσης 5
Τρίτη 12/2, Όλοι στο εργοστάσιο! Συγκεντρώσεις: 11.00 Καμάρα, 12.00 ΙΚΕΑ.

Χρυσαυγιτοποίηση του ελληνικού καπιταλισμού – Η μόνη διέξοδος για τις ελίτ

Αναδημοσίευση από: https://freenet2004.wordpress.com/

Το τελευταίο διάστημα το ελληνικό κράτος επισημοποιεί την πολιτική στροφή του προς τη φασίζουσα δεξιά. Η στροφή αυτή συνοδεύεται από κλιμάκωση του αυταρχισμού, διεύρυνση της κρατικής καταστολής και σκλήρυνση του τρόπου αντιμετώπισης εργατικών διεκδικήσεων. Η στρατηγική στροφή των εγχώριων κυρίαρχων οικονομικών και πολιτικών ελίτ δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Αποτελούσε εκτίμηση πολλών χώρων ότι μέτρα γενικευμένης εξαθλίωσης και φτωχοποίησης του πληθυσμού με πολιτικές διεύρυνσης της ανεργίας στο 30% και βίαιης αναίρεσης ή υφαρπαγής όλων των εργατικών,κοινωνικών κεκτημένων θα μπορούσαν να σταθούν μονάχα με πολιτικές στρατιωτικού τύπου πυγμής και προσπάθεια πειθάρχησης της κοινωνίας.

Η στροφή αυτή στρατηγικής του ελληνικού καπιταλισμού φάνηκε καθαρά από το ξεδιάντροπο προμοτάρισμα της νεοναζιστικής συμμορίας που οδήγησε τελικά και στο εκλογικό ξεπέταγμά της. Η διαδικασία εκφασισμού ωστόσο παρέμεινε βαθύτερα κρυμμένη και λειτουργούσε υπόγεια για πολλά χρόνια. Οι λογικές “κοινωνικού αυτοματισμού” που προπαγάνδιζε πριν πολλά χρόνια ο πολιτικά ξοφλημένος Ρέππας ως υπουργός προπαγάνδας, αποτύπωνε  τη μετεξέλιξη της γραμμής του κυρίαρχου καπιταλισμού από το “κατανάλωνε και μη ερεύνα” και την αποθέωση του ατομικού συμφέροντος στην γραμμή του κοινωνικού κανιβαλισμού “ο καθένας μόνος του και όλοι εναντίον όλων“. Όσο η φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης μπορούσε να ταΐσει τις μικροαστικές ψευδαισθήσεις και υποσχόταν ένα μίνιμουμ κοινωνικό συμβόλαιο που προϋπέθετε ένα μικρό ποσοστό δυστυχίας ως παράγωγο του συστήματος, τόσο οι εκφασισμένες μάζες αφομοιώνονταν από τα κυρίαρχα κόμματα εξουσίας. Με την κατάρρευση του όποιου κοινωνικού συμβολαίου της μεταπολίτευσης και την βίαιη άρνηση των ψευδαισθήσεων, το καθεστώς αναδιπλώθηκε αργά και στρατηγικά στη γραμμή της εκφασισμένης εκδοχής του καπιταλιστικού κράτους που φροντίζει  ξεδιάντροπα μόνο τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ που το συναποτελούν.

Αποτέλεσμα; Η διόγκωση της εξαθλίωσης, η εκρηκτική άνοδος της ανεργίας, η ισοπέδωση δομών κοινωνικής πρόνοιας. Ήταν ώρα πλέον να απελευθερωθεί και το θηρίο αφού το σκηνικό είχε ήδη στηθεί. Η πολιτική δαιμονοποίησης του μετανάστη αποτελούσε για χρόνια όχι μόνο εργαλειακό μέσο καθήλωσης των εισοδημάτων της εργατικής τάξης αλλά και οδό εκτόνωσης της οργής από τη σύγκρουση που έντεχνα καλλιεργήθηκε στα υπόγεια της κοινωνίας. Οι νεοναζιστικές και φασιστικές ομάδες βρήκαν γόνιμο έδαφος για την κυριαρχία τους σε περιοχές σύμβολα της δύναμής τους καλύπτοντας τις υπόγειες διαδρομές της σύνδεσης κράτους και φασιστών στο εμπόριο γυναικών, τα ναρκωτικά και την προστασία μαγαζιών.

Ο δρόμος είχε πλέον στρωθεί. Ο φασισμός ως κοινωνικό φαινόμενο άρχισε να διαμορφώνει ρεύμα που χρησιμοποιείται άλλοτε δημοσκοπικά, δοκιμάζοντας πολιτικές αυταρχισμού για τον έλεγχο και “επαναπατρισμό” ψηφοφόρων και άλλοτε ως μέσο πίεσης αναρχικών-αντιεξουσιαστικών δομών και αριστερών ομάδων για το τσάκισμα στο κοινωνικό πεδίο. Μόνο που η ιστορία πολλές φορές περιμένει στη γωνία και τα κατάλληλα πρόσωπα τα οποία δεν άργησαν να αναδειχθούν. Η ακροδεξιά ομάδα στα υπόγεια της ΝΔ κατόρθωσε να κυριαρχήσει έναντι της λεγόμενης λαϊκής δεξιάς με πρωτεργάτη το Σαμαρά και συνδιαμορφωτές άτομα που διακηρύσσουν ανοικτά το εθνικιστικό παρελθόν τους και τις φιλοφασιστικές αντιλήψεις τους. Η επιλογή της ηγεσίας της ΝΔ να χρησιμοποιήσει τουςΒορίδη-Γεωργιάδη ως εισηγητές του τρίτου και πλέον αντιδραστικού μνημονίου με μέτρα ύψους 19δις € και πλήθος ρυθμίσεων σε εργασιακά και φορολογικά, αποτελεί την ισχυρή ένδειξη ότι η τρικομματική συμπαιγνία των νεοφιλελεύθερων μορφωμάτων που αγγίζει το τόξο από την ακροδεξιά μέχρι τη σοσιαλδημοκρατία, έχει εισέλθει στη γραμμή επιβολής και κυριαρχίας ενός μοντέλου καπιταλισμού των χαμηλών μισθών και ανύπαρκτων δικαιωμάτων με το μαστίγιο. Το καρότο πλέον δεν υφίσταται.

Η πολιτική αυτή του αυταρχισμού της φασίζουσας δεξιάς δεν κρύβεται ούτε από στελέχη της κυβέρνησης, ούτε από τα συνεργαζόμενα ΜΜΕ και δημοσιογράφους. Η επιστράτευση των εργαζομένων του ΜΕΤΡΟ και οι μαζικές προσαγωγές και συλλήψεις συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ σε παράσταση διαμαρτυρίας στον υπουργό Βρούτση για τις άθλιες δηλώσεις του ότι οι συντάξεις των εργαζομένων είναι αποτέλεσμα ρουσφετολογικών διαδικασιών, αποτελούν την σαφή απόδειξη ότι η κρατική καταστολή δεν αφορά μόνο τα πιο εξεγερσιακά κομμάτια της κοινωνίας αλλά στοχεύει και τις εργασιακές διεκδικήσεις. Ήδη οι παπαγάλοι των ΜΜΕ μιλάνε για το ανεξέλεγκτο των απεργιών…

Η επίθεση φασιστών και αστυνομίας στο Μπερντέ και τη Βίλα Ζωγράφου

Στα πλαίσια αυτά, τις φασιστικές επιθέσεις σε στέκια και καταλήψεις  ακολούθησαν οι εισβολές του κράτους στη Βίλα Αμαλίας, την κατάληψη Σκαραμαγκά, η εισβολή στην κατάληψη Λέλας Καραγιάννη, οι εμπρηστικές επιθέσεις σε καταλήψεις σε όλη τη χώρα και η πλέον πρόσφατη περικύκλωση και τρομοκράτηση της κατάληψης Βίλας Ζωγράφου. Ειδικά για το τελευταίο περιστατικό που συνέβη στις 2 Φεβρουαρίου 2013, μετά τη λήξη της πορείας νεοναζί και φιλοφασιστικών ομάδων για την επέτειο των Ιμίων, ομάδα από μηχανάκια με νεοναζί επιτέθηκαν αρχικά στο στέκι Μπερντές στα Ιλίσια και έπειτα στην κατάληψη Βίλας Ζωγράφου.

Στη Βίλα Ζωγράφου οι φασίστες έπεσαν πάνω σε “επιτροπή υποδοχής” που τους περιποιήθηκε δεόντως. Οι φασίστες εγκατέλειψαν πίσω τους τα μηχανάκια τους και λίγο μετά σε μια τρομερή χρονική σύμπτωση διμοιρίες ΜΑΤ και Δέλτα με ασφαλίτες περικύκλωσαν το πάρκο μέσα στο οποίο βρίσκεται η Βίλα. Η απάντηση των αλληλέγγυων ήταν άμεση. Περίπου 500-600 άτομα αλληλέγγυοι προσέτρεξαν στην κατάληψη και στάθηκαν απέναντι στις διμοιρίες. Τελικά η αστυνομία αποχώρησε αφού μάζεψαν τα μηχανάκια των φασιστών. Το στοιχείο που έχει τη σημασία του είναι πέρα από τη χρονική σύμπτωση της διαδοχικής επίθεσης φασιστών και αστυνομίας, η πληροφορία ότι για κάποιο διάστημα νοσηλεύτηκε στο στρατιωτικό νοσοκομείο 401 ένας από τους φασίστες που φρόντισε η υποδοχή που είχε οργανωθεί από τη Βίλα Ζωγράφου…Φυσικά ο τραυματίας φασίστας ήταν λογικά μπάτσος ή τελοσπάντων ένστολος…

Τα βασανιστήρια ως επικύρωση του εκφασισμού

Από το Σάββατο ωστόσο παρακολουθούμε και ένα ακόμα επεισόδιο της εκφασισμένης εκδοχής του κράτους. Ύστερα από τα γεγονότα στην Κοζάνη, πέφτουν στα χέρια της αστυνομίας 4 αναρχικοί που πιθανόν συμμετείχαν στη ληστεία της τράπεζας στο Βελβεντό. Αμέσως δίνονται στη δημοσιότητα φωτογραφίες τους για να ανακινήσουν τα ανακλαστικά της εκφασισμένης μάζας και να συμμετέχει πρόθυμα στο παιχνίδι της ρουφιανιάς. Οι φωτογραφίες φέρουν ξεκάθαρα στοιχεία ρετουσαρίσματος με χοντροκομμένο τρόπο για να καλυφθούν τα σημάδια από τα βασανιστήρια που έχουν υποστεί οι συλληφθέντες αναρχικοί. Το κράτος ξέρουμε καλά ότι ποτέ δε σταμάτησε να διεξάγει βασανιστήρια σε αυτούς που θεωρούσε εχθρούς του, ωστόσο είναι η πρώτη φορά εδώ και χρόνια που δεν έχει ενοχές να τις κρύψει ή που τελοσπάντων δεν ανησυχεί για το ξεσκέπασμα με πειστήρια που παρέχει το ίδιο. Σε προηγούμενη περίπτωση του βασανισμού των 15 αντιφασιστών από δελτάδες και μπάτσους στη ΓΑΔΑ, η είδηση αναπαράχθηκε μόνο από ξένα ΜΜΕ  (Guardian) και έφτασε στην Ελλάδα με τον υπουργό των νεοναζί βασανιστών μπάτσων να απειλεί τότε με μηνύσεις (ακόμα δεν τις έκανε…).

Είναι πλέον σαφές ότι ζούμε μια χρυσαυγιτοποίηση της πολιτικής της κυβέρνησης με επιλογή της γραμμής αυταρχισμού και κρατικής τρομοκρατίας ως τη μόνη διέξοδο του συστήματος απέναντι στις εργατικές και κοινωνικές διεκδικήσεις.

Νέα νομοθεσία για Σπόρους & Τοπικές Ποικιλίες: Υπέρ της βιοποικιλότητας και των αγροτών ή για τις εταιρείες;

Αναδημοσίευση από: http://biotechwatch.gr/NewEULegislationSeeds

Εντός του 2013 αναμένεται η αναθεώρηση τoυ Ευρωπαϊκού κανονισμού για την εμπορία σπόρων και το νομικό πλαίσιο για τις τοπικές ποικιλίες. Καθώς τους τελευταίους μήνες η δημοσιοποίηση προσχεδίων έχει δώσει μια πρώτη γεύση των γραμμών που θα διέπουν την νομοθεσία, οι οργανώσεις και τα δίκτυα διατήρησης σπόρων επισημαίνουν τον εμφανή κίνδυνο για τη Βιοποικιλότητα και Διατροφική Ασφάλεια, μέσω των περιορισμών που θα εντείνονται από γραφειοκρατικές και οικονομικές αγκυλώσεις, ως προσαρμογή στις απαιτήσεις της βιομηχανίας σπόρων. Με ενδιαφέρον αναμένεται και η θέση της Ελληνικής πλευράς για την διαμόρφωση των Ευρωπαϊκών αποφάσεων. 

Από τους ελεύθερους σπόρους στους εξαρτημένους αγρότες
Η αναμενόμενη νέα νομοθεσία της Ε.Ε. για τους σπόρους έρχεται να προσγειωθεί σε μια αγορά η οποία έχει μεταβληθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες. Η εμπορία φυτογενετικού υλικού, από μια υπόθεση μικρών εταιριών και δημόσιων προγραμμάτων που ήταν, έχει μεταλλαχθεί σε ένα βιομηχανοποιημένο κλάδο που κυριαρχείται από πολυεθνικές. Σήμερα 10 μόνο εταιρείες ελέγχουν σχεδόν τα 2/3 παγκόσμιας αγοράς, με ονόματα όπως η Monsanto, Syngenta και Dupont να κυριαρχούν. Οι περισσότερες από αυτές, προέρχονται από τον τομέα παραγωγής φυτοφαρμάκων ενώ έχουν πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη των γενετικά τροποποιημένων (γ.τ.) καλλιεργειών, που υποστηρίζουν την εντατική, βιομηχανικού τύπου γεωργίας και ευνοούν τον έλεγχο των φυτογενετικών πόρων μέσω της προώθησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των πατεντών.

πολυεθνικές, αγορα, σπόροι, βιομηχανίες, εταιρείεςΟι δέκα μεγαλύτερες πολυεθνικές μοιράζονται αναμεταξύ τους την παγκόσμια αγορά σπόρων

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Οι προθέσεις των εταιρειών για τον έλεγχο της αγοράς σπόρων εκφράζονται με το να ασκούν ευρεία επιρροή στις εθνικές νομοθεσίες και διεθνείς συνθήκες ενώ συχνά είναι τα φαινόμενα του να τοποθετούνται άνθρωποι τους σε κατάλληλες θέσεις εντός των διεθνών οργανώσεων που επεξεργάζονται τους νόμους. Από αυτά δεν λείπουν και οι διώξεις της εμπορίας μη εγγεγραμμένων σε επίσημους καταλόγους ποικιλιών, με τοπρόσφατο παράδειγμα της δίωξης της Γαλλικής οργάνωσης διατήρησης σπόρων Kokopelli, ανάγοντας την εμπορία ακόμα και των παραδοσιακών, μη ανταγωνιστικών σπόρων, σε μια υπόθεση που διέπεται από αυστηρή νομοθεσία και περιορισμούς.

Με μια σύντομη σκιαγράφηση, ο ιδεατός κόσμος για τις μεγάλες σποροπαραγωγικές εταιρείες δείχνει να είναι αυτός όπου ή αγορά θα μονοπωλείται αποκλειστικά από ιδιωτικοποιημένους σπόρους, προσαρμοσμένους σε υψηλές ποσότητες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και που θα διέπονται από καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας (όπως οι γενετικά τροποποιημένοι). Ο αγρότης να μην μπορεί να τους χρησιμοποιεί για να αναπτύξει δικές του ποικιλίες και θα απαιτείται να πληρώνει για να κρατήσει σπόρο για την επόμενη χρονιά – ή δεν θα μπορεί να το πράττει καθόλου. Οι τοπικές, παραδοσιακές ποικιλίες να πρέπει να είναι αυστηρώς περιορισμένες με την εμπορική ύπαρξη τους να θεσμοθετείται από γραφειοκρατικά κριτήρια.

Σαφώς, πέρα από την κατάφωρη αφαίρεση των θεμελιωδών δικαιωμάτων της διατήρησης και ιδιοπαραγωγής σπόρων από τους αγρότες καθώς και την τεράστια μεταφορά αξίας προς τις εταιρείες που διεκδικούν βασικές γεωργικές διαδικασίες, αποτέλεσμα τέτοιων τάσεων μπορεί να είναι μόνο η περαιτέρω ραγδαία μείωση της αγροτικής βιοποικιλότητας με απρόβλεπτες συνέπειες για την διατροφική αυτάρκεια. Ήδη τις τελευταίες δεκαετίες ένα τεράστιο κομμάτι της παγκόσμιας κληρονομιάς των σπόρων έχει χαθεί ανεπίστρεπτα. Αυτή τη στιγμή, ουσιαστικά μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των σπόρων που υπήρχαν πριν μόλις 100 χρόνια χρησιμοποιείται ακόμα από τους αγρότες, ιδιαίτερα στον ανεπτυγμένο Δυτικό κόσμο. Αυτό οφείλεται κυρίως στην επικράτηση της μοντέρνας βιομηχανικής γεωργίας, όπως εκφράστηκε μέσα από την Πράσινη Επανάσταση και συνεχίζεται με την επικράτηση του μονοπωλίου και την αυστηρή νομοθεσία για την εμπορία των σπόρων.

Σχεδόν το μισό της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων προέρχεται από μικρής κλίμακας αγρότες

Παρόλο που τα παραπάνω ακούγονται ζοφερά, δεν πρέπει να αγνοείται ωστόσο πως μικρής κλίμακας αγρότες με ήπιες μορφής γεωργίας και τη χρήση τοπικών και ιδιοπαραγώμενων σπόρων, προμηθεύουν ακόμα με τροφή το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, χωρίς να τους παρέχεται σχεδόν καμία υποστήριξη από  κυβερνήσεις, οι οποίες, αντιθέτως, συνεχώς τους περιορίζουν, έως και ποινικοποιούν. Απρόσμενα, ακόμα και σε ανεπτυγμένες χώρες, εντός της Ε.Ε., ένα μεγάλο κομμάτι του αγροτικού κόσμου διατηρεί και παράγει σπόρο για την επόμενη χρονιά, καταδείχνωντας ότι τέτοιες πρακτικές δεν είναι ένα περιθωριακό κομμάτι της γεωργικής παραγωγής αλλά μια ζωντανή πρακτική που μπορεί και συνιστά βιώσιμη λύση για την διατροφική αυτάρκεια και την αυτονομία των αγροτών.
Οι νέες εξελίξεις
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία των σπόρων άρχισε να ισχύει από τη δεκαετία του ’60. Το νομικό πλαίσιο για τους εμπορικούς σπόρους καθορίζεται από 12 οδηγίες που τα κράτη μέλη έχουν υποχρεωτικά ενσωματώσει προσαρμόζοντας τες στην εθνική τους νομοθεσία. Εντός αυτού του πλαισίου, τα τελευταία 3 χρόνια υιοθετήθηκαν οδηγίες προκειμένου να καλύψουν το νομικό κενό σχετικά με την εμπορία των παραδοσιακών και διατηρητέων ποικιλιών οι οποίες έδωσαν μια πρώτη γεύση των προθέσεων της Ε.Ε. Η γενικότερη αίσθηση από αυτές τις οδηγίες ήταν ότι η περιβαλλοντική βιωσιμότητά είχε ευρέως αγνοηθεί, δίνοντας βάρος αυστηρά στην παραγωγικότητα και ομοιομορφία, κλείνοντας το μάτι στην βιομηχανία σπόρων και την εντατικής μορφής γεωργία. Επιπρόσθετα έδειξε πως η Ε.Ε. αγνοεί την σοβαρή δουλειά οργανώσεων και αγροτών για την διατήρηση των τοπικών ποικιλιών – οι οποίες αν μη τι άλλο έχουν υπάρξει η δεξαμενή μέσα από τις οποίες ξεπήδησαν οι μοντέρνες, βελτιωμένες ποικιλίες – με το να υπόκεινται σε γραφειοκρατικούς περιορισμούς και αγκυλώσεις,

Αγρότες, κινήματα για τα δικαιώματα των σπόρων καθώς και τις εταιρείες ανέμεναν μια αναθεώρησης της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το νομικό πλαίσιο της εμπορία των σπόρων και φυτογενετικού υλικού αναμένονταν ήδη από το 2008. Στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου  η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε τελικά στην δημοσιότητα μη-επίσημα έγγραφα (non-paper) σηματοδοτώντας την αντίστροφη μέτρηση για την κατάθεση προς έγκριση και την εφαρμογή ενός επίσημου κανονισμού της Ε.Ε. ο οποίος οποία θα αντικαταστήσει τις προηγούμενες οδηγίες.

Με την δημοσιοποίηση των non-paper, περιβαλλοντικές οργανώσεις για τα δικαιώματα των σπόρων και διατήρησης τοπικών ποικιλιών επισήμαναν ότι το προσχέδιο νόμου διέπεται από τις ίδιες αδυναμίες που καθιστούν και τις προηγούμενες οδηγίες εχθρικές προς την διατήρηση της αγροτικής βιοποικιλότητας και τα δικαιώματα των αγροτών. Παρόλο που έχουν εντοπιστεί ορισμένες βελτιώσεις, ιδιαίτερα με την εξαίρεση από το νομοθετικό πλαίσιο της απλής ανταλλαγής σπόρων, καθώς και σε κάποιες από τις διαδικασίες ένταξης παραδοσιακών ποικιλιών σε επίσημους καταλόγους, οι προτάσεις διέπονται από το ίδιο πνεύμα με τις προηγούμενες οδηγίες ενώ περιέχει πολλά δυσερμήνευτα σημεία. Κάποια προαπαιτούμενα, όπως η μη δυνατότητα παρέκκλισης από την κεντρική νομοθεσία, η υποχρεωτική εγγραφή σε καταλόγους και η (ακριβή) πιστοποίηση μέσω ελέγχων των ποικιλιών πριν εγγραφούν σε καταλόγους και βγουν στην αγορά θεωρούνται ότι θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την χρήση της αγροτικής βιοποικιλότητας, με το ίδιο τρόπο που συνέβη και στην Γερμανία προ του β’ π.π., όπου η αναγκαστική εισαγωγή των ποικιλιών σε καταλόγους οδήγησε στην εξαφάνιση του 72% όσων ήταν μέχρι τότε διαθέσιμοι στους αγρότες.

Οργανώσεις και δίκτυα ήδη κινητοποιούνται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και καταθέτουν τις δικές τους προτάσεις στοχεύοντας στην ελαχιστοποίηση των συνεπειών που μπορεί να έχει η αναθεώρηση της νέας νομοθεσίας πάνω στην διατήρηση ιδιοπαραγωγή και εμπορία σπόρων και παραδοσιακών ποικιλιών. Από Ελληνικής πλευράς έχει ήδη υπάρξει η πρώτη κρούση προς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης από δίκτυα διατήρησης σπόρων, οργανώσεις και ομάδες βιοκαλλιεργητών, καλώντας το να δώσει δείγματα γραφής για την πρόθεση του να θέσει το ζήτημα σε δημόσια διαβούλευση μαζί με τις ενδιαφερόμενες πλευρές. Προφανώς, οι χιλιάδες καλλιεργητών και διατηρητών σπόρων, οι οποίοι διεκδικούν ενεργά μια άλλη μορφής γεωργίας και διατροφικής αυτάρκειας καθώς και το δικαίωμα του να παραμείνει η παραγωγή σπόρων στα χέρια των αγροτών  αναμένουν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις.

Διαβάστε-δείτε αναλυτικότερα:

“Σπόροι που αντέχουν. Έντυπο σχετικά με τη βιομηχανία σπόρων, την νομοθεσία και την ενεργοποίηση για αυτοδυναμία σε σπόρους εδώ. Δείτε το σχετικό ντοκυμαντέρ εδώ

-“Το τέλος της διαφύλαξης σπόρων απο τους αγρότες;” Μπροσούρα σχετικά με το ζήτημα των τοπικών ποικιλιών, των πατεντών στους σπόρους & την νομοθεσία εδώ

-“Εν Αρχή ην ο Σπόρος” Ντοκυμαντέρ του Christophe Guyon για την σημασία των παραδοσιακών σπόρων στην επιβίωση των ανθρώπινων κοινοτήτων και τον αγώνα που δίνεται πανευρωπαϊκά για την διάσωσή τους εδώ

 

Βασίλης Γκισάκης
BiotechWatch.gr
Ιανουάριος 2013

 

2Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΠΑΤΗΣΙΩΝ 61 & ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ

 Αναδημοσίευση από: http://pat61.squat.gr/2013/01/7582/

Θέλουμε τα πάντα για όλους και τα θέλουμε τώρα… κι αυτό δεν αποτελεί αίτημα, αλλά το σημείο συνάντησης ολόκληρης της τάξης των καταπιεσμένων, το ιστορικό μας ραντεβού.

2Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΠΑΤΗΣΙΩΝ 61 & ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ

(Αναφορικά με την εκκένωση της επανακατάληψης της Villa Amalias και της Κατάληψης Σκαραμαγκά στις 09/01/12)

Περίεργα παιχνίδια παίζονται τις τελευταίες μέρες στις πλάτες μας. Το λεγόμενο σκάνδαλο της «Λίστας Λαγκάρντ» δεν είναι τίποτα μπροστά στη ρεμούλα και τη διαφθορά που κυριαρχεί διαχρονικά στους κύκλους αστών, καναλάρχων, πολιτικών και τραπεζιτών. Και η απόφασή της πολιτικής εξουσίας να πατάξει την «ανομία» και να «εφαρμόσει-το-νόμο» μας ακούγεται όχι μονάχα υποκριτική, αλλά κυρίως πολύ-πολύ επικίνδυνη… ο σύγχρονος Ολοκληρωτισμός είναι εδώ.

Την ώρα που η πολιτική εξουσία διαπραγματεύεται το νέο τρόπο που θα μας αφαιμάξει φέρνοντας στη Βουλή ακόμη ένα φορο-ληστρικό νόμο, υπό τη δαμόκλεια σπάθη της «εθνικής χρεοκοπίας» μας εγκαλεί σε συμμόρφωση και στρατιωτική υποταγή. Ε όχι λοιπόν!

«Εδώ είναι το σπίτι μας»

Στις 9/01/13 στις 8 το πρωί, 92 σύντροφοι και συντρόφισσες αποφάσισαν να επανακαταλάβουν το κτίριο της Villas Amalias που είχε εκκενωθεί στις 20/12/12 απελευθερώνοντάς το για 2 ώρες, ενώ λίγο αργότερα πραγματοποιείται συμβολική κατάληψη στα κεντρικά γραφεία της ΔΗΜΑΡ από άλλη ομάδα συντρόφων. Το αποτέλεσμα και των δύο κινήσεων ήταν η σύλληψη των 92 επανακαταληψιών με τη συμβολή των πάνοπλων ειδικών δυνάμεων της ΕΚΑΜ (αυτής που σε λίγο καιρό θα μας καταστέλλει «ειρηνικά» στις διαδηλώσεις) και την προσαγωγή των 56 καταληψιών της ΔΗΜΑΡ.

Λίγες ώρες αργότερα, κι ενώ αλληλέγγυοι/ες συγκεντρώνονται στη ΓΑΔΑ και στο Πολυτεχνείο, η κατάληψή μας Πατησιών 61 & Σκαραμαγκά περικυκλώνεται από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις και στη συνέχεια, στις 3 το μεσημέρι, πραγματοποιείται εκδικητική έφοδος των μπάτσων στο κτίριο με αποτέλεσμα τη σύλληψη 7 συντρόφων/ισσων. Οι κατηγορίες που τους αποδίδονται τελικά είναι πλημμελημματικού χαρακτήρα:

  • διατάραξη κοινής ειρήνης για το αδίκημα της κατάληψης
  • νόμος περί οπλοκατοχής (2 κουζινομάχαιρα και μία σφεντόνα)
  • νόμος περί βεγγαλικών (μία πασχαλιάτικη “γουρούνα” που μας είχαν πετάξει κάγκουρες δελτάδες και δεν είχε σκάσει)

Την επόμενη μέρα μαθαίνουμε πως ο πρόεδρος του ΝΑΤ, Χρήστος Φωτίου, κατέθεσε την ημέρα της εκκένωσης μήνυση στη Αστυνομική Ασφάλεια Πειραιά δίνοντας το πράσινο φως για την επέμβαση. Τα «ειδησιογραφικά συνεργεία» της ΕΛ.ΑΣ καταγράφουν αποσπασματικές εικόνες από το εσωτερικό (άδεια μπουκάλια μπύρας και πυροσβεστήρες) και τις παραδίδουν ως βορά στα αρπακτικά των ειδήσεων των 8. Ο λάσπη τους δεν περιγράφεται! Η απάντησή μας είναι άμεση με τη δημοσιοποίηση φωτογραφιών από το εσωτερικό της κατάληψης,απαντώντας στα ψέμματα και τη κατασυκοφάντηση.

 

Το έδαφος, φυσικά, είχε προετοιμαστεί από τα ΜΜΕ όλες τις προηγούμενες μέρες. Η αστυνομική εισβολή στη Βίλα Αμαλίας και την ΑΣΟΕΕ, στο αυτοδιαχειριζόμενο στέκι της σχολής και στον  ρ/δ σταθμό 98 FMσυνοδεύτηκε από ένα τεράστιο κύμα συκοφαντίας και απονοηματοδότησης της λειτουργίας των χώρων και των προταγμάτων που πρεσβεύουν. Η συκοφάντηση δεν είναι τωρινή συνθήκη. Ωστόσο είναι εμφανής η κρατική επιλογή: το πλήγμα στον κόσμο της αυτοοργάνωσης να είναι συντριπτικό.

Στο πλαίσιο αυτό, η κατάληψη της Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά είχε βρεθεί μέσα σε λίγες μόνο ημέρες στα χείλη δεκάδων εντολοδόχων δημοσιογράφων και αναλυτών εκπροσώπων της αστικής τάξης. Ενδεικτικό είναι το δημοσίευμα της ESPRESSO (29/12) που παρουσίαζε την εικόνα ενός εγκαταλελειμμένου κτηρίου και το τηλεοπτικό ρεπορτάζ του ΣΚΑΙ με φόντο τις κραυγές περί την αξιοποίηση των δημόσιων κτηρίων, τι κι αν κάθονται και σαπίζουν γύρω στα 2000 κτήρια του δημοσίου.

 

Αλλά ας δούμε αυτήν την περιβόητη «αξιοποίηση του ακινήτου»

Το κτίριο της Πατησίων 61 & Σκαραμαγκά καταλείφθηκε στις 19/03/09 από συντρόφους και συντρόφισσες του  αναρχικού/αντιεξουσιαστικού χώρου. Ο χώρος παρέμενε εγκαταλελειμμένος από το 1999 για λόγους στατικότητας μετά το σεισμό της ίδιας χρονιάς, ενώ μέχρι τότε – κατά περιόδους – νοικιαζόταν από το ΝΑΤ το ισόγειο και άλλος ένας όροφος. Ακόμα και την «περίοδο της ανάπτυξης» δεν είχε γίνει καμία εξολοκλήρου συντήρηση και ανακατασκευή λόγω των υπέρογκων απαιτήσεων και των αυστηρών θεσμικών προϋποθέσεων (διατηρητέο κτίσμα) και για μία δεκαετία το κτίριο – στην κυριολεξία – ρήμαζε.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει το ίδιο το ΝΑΤ [6565/23-11-10] η αντικειμενική αξία αγοραπωλησίας του το 2007 ήταν η μισή της εμπορικής (μίσθωση σε ιδιώτη). Επίσης σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο, η τεχνική εταιρία ΒΙΠΕΤΒΑ στην μελέτη της αναφέρει πως:

«το κτίριο δεν αξιοποιείται ως έχει και απαιτούνται σημαντικές επεμβάσεις στους εσωτερικούς χώρους ορόφων του ισογείου καθώς και των εξωτερικών όψεων. […] Ως προωθητέα λύση προτείνεται, να παραμείνει το ακίνητο στην ιδιοκτησία του ΝΑΤ και να αυτοχρηματοδοτηθεί η ανακαίνιση».

Επίσης «για τον πιθανό Ανάδοχο η απόδοση είναι οριακή εκτός αν καταστεί τεχνικά δυνατή και θεσμικά επιτρεπτή η επέμβαση στις εσωτερικές διαρρυθμίσεις. […] Σε κάθε περίπτωση τα περιθώρια κέρδους είναι στενά (εφόσον μάλιστα συνυπολογιστεί και το ρίσκο της πιθανής μειωμένης εκμετάλλευσης σε κάποιες χρονικές περιόδους λόγω συνθηκών αγοράς)

Τέλος «το ΝΑΤ δεν διαθέτει τις δομές για να εκμεταλλευτεί το κτίριο κατά τον καλύτερο τρόπο και θα αναλάβει έτσι σοβαρό ρίσκο.

Με το πρόσχημα της διάσωσης του ΝΑΤ, ο πρόεδρος Χρήστος Φωτίου επικαλείται την «αξιοποίησή» των ακινήτων. Όνειρα θερινή νυκτός, φυσικά, για ένα ταμείο το οποίο βρίσκεται στα όρια της πτώχευσης. Η πραγματικότητα είναι ότι υπό τις ισχυρές πιέσεις της τρόικας επιχειρείται η παραχώρηση των ακινήτων του ΝΑΤ στο ΤΑΙΠΕΔ ώστε να πουληθούν αργότερα σε τιμές ξεφτίλας. Οι δήθεν συνδικαλιστικές κορώνες του ΔΣ του ΝΑΤ που εναντιώνονται σε αυτό και τα περί ύπαρξης «αυτοτελούς υπηρεσίας του ΝΑΤ για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας» δεν είναι τίποτα άλλο παρά δείγμα ανταγωνισμών για το ποιος θα «φάει τα φιλέτα». Τέλος, όσον αφορά το κατειλημμένο κτίριο της Πατησίων 61 & Σκαραμαγκά, όλα αυτά ουσιαστικά αποτελούν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία ώστε ο Φωτίου να κλείσει το μάτι στον Καμίνη  (βλ. αναπτυξιακό πλάνο «Αθήνα 2014»), στα κατασταλτικά σχέδια του Δένδια και τα ρατσιστικά του Μιχαλολιάκου.

Τι πραγματικά παίζεται πίσω από τις πλάτες μας;

Πέρα του προφανούς, όταν λέμε «πίσω από τις πλάτες μας» εννοούμε επίσης «κάτω από την Πατησίων». Ας εξηγήσουμε.

Αρχικά, θα σταθούμε σε μία απλή παρατήρηση που δυστυχώς μετά την 1η εκκένωση της Villa Amalias δεν έχει επισημανθεί ικανοποιητικά. Από τις 20/12/12, μέρα που το κράτος αποφάσισε ανοιχτά να κηρύξει τον πόλεμο με τον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο και τις καταλήψεις, στο site της Χρυσής Αυγής δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά! Τόσες μέρες κινηματικού αναβρασμού (έφοδος των μπάτσων στην ΑΣΟΕΕ, στον αυτοοργανωμένο Ρ/Σ 98 FM, καθημερινές κινηματικές παρεμβάσεις κλπ.) και ούτε μία σπέκουλα από τους χρυσαυγίτες για την κυβέρνηση που «δεν-κάνει-καλά-τη-δουλειά-της», ούτε ένα σχόλιο για τους «άπλυτους» και τους «αναρχοσυριζαίους». Τίποτα! Εκτιμήσεις κάνουμε, δεν είμαστε μάντεις, αλλά το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Η προσπάθεια επίθεσης του κράτους στον α/α χώρο είναι άλλη μία πράξη συνεργασίας μεταξύ κυβέρνησης-Καμίνη-Χρυσής Αυγής. Και ο στόχος όπως πάντα είναι διπλός: οικονομικός και ιδεολογικός.

Ας δούμε το πρώτο σκέλος.

Οι αστυνομικές επιχειρήσεις σε Villa Amalias, ΑΣΟΕΕ, Σκαραμαγκά έχουν ως κοινό γεωγραφικό τόπο τον άξονα της λεωφ. Πατησίων. Ήδη, την ίδια μέρα της εκκένωσης της Σκαραμαγκά (09/01/13) ο Δήμαρχος Αθηναίων Γ. Καμίνης και ο Περιφερειάρχης Αττικής Γ. Σγουρός υπέγραψαν την έναρξη υλοποίησης του Αναπτυξιακού Προγράμματος για την Αθήναύψους 35.5 εκατομμυρίων ευρώ! Και όπως είναι λογικό κάθε επενδυτής χρειάζεται την ασφάλειά του από τα «φρικιά» και τους αντιφασίστες. Φυσικά, για να ωραιοποιηθεί το πρόγραμμα χρειάζεται λίγη «πρασινάδα»… βιοκλιματικοί βρεφονηπιακοί σταθμοί, αναπλάσεις πλατειών, αποχετευτικό δίκτυο είναι μερικά από τα έργα που επικαλείται η δημαρχάρα για να μας πείσει για το «αγαθόν» των προθέσεών του. Να θυμηθούμε το «αγαθό» παρελθόν του αριστεριτζή νεοφιλελεύθερου Καμίνη;

Σχεδόν ένα χρόνο πίσω, ο Καμίνης, την πιο κρύα νύχτα του περσινού χειμώνα (01/02/12) έστειλε τα ΜΑΤ στο Πνευματικό Κέντρο Αθηνών για να εκκενώσουν με ξύλο τους αστέγους που προσπάθησαν να μπουν μέσα ώστε να γλιτώσουν από το πολικό ψύχος. Η ναζιστικής έμπνευσης απόφαση του Καμίνη να αναλάβει ένας κατασταλτικός μηχανισμός ώστε να δώσει λύση σ’ ένα κοινωνικό πρόβλημα όπως αυτό των αστέγων, δεν ήταν η μοναδική. Το ίδιο συνέβη με τις οροθετικές ιερόδουλες, το ίδιο συνέβη με τα αστυνομικά πογκρόμ σε πιάτσες τοξικοεξαρτημένων. Η εκλεκτική συγγένεια του Καμίνη με τη Χρυσή Αυγή εντοπίζεται σ’ ένα ακόμη παράδειγμα άξιο της ανθρωπιάς τους: στις 29/11/12, ο Δήμαρχος μάς ανακοινώνει πως ξηλώνει τα παγκάκια στην πλ. Κλαύθμωνος ώστε να μην κοιμούνται οι άστεγοι και «για να μπορεί το κέντρο της Αθήνας να θυμίζει ευρωπαϊκή πρωτεύουσα». Τι να σχολιάσουμε… Και το Βερολίνο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης [1] το 1936, ευρωπαϊκή πρωτεύουσα ήταν!

 

Ανάπτυξη δε θέλετε; Φάτε ναζισμό!

Και κάπως έτσι φτάνουμε στο δεύτερο σκέλος, το ιδεολογικό.

Ο Καμίνης πέραν από τις καταλήψεις, μισεί θανάσιμα κάτι ακόμη: τις διαδηλώσεις. Οι πρωτοβουλίες του για αναθεώρηση των συνταγματικών άρθρων περί των δημοσίων συναθροίσεων δίνουν και παίρνουν, κάτι που φυσικά δε θα μπορούσε να αφήνει δυσαρεστημένους τους χρυσαυγίτες. Απώτερος στόχος της «κρυφής» συνεργασίας κυβέρνησης-Καμίνη-Χρυσής Αυγής είναι η εμπέδωση του «κοινού εχθρού»: των αγωνιζόμενων, των αντιστεκόμενων, όσων δεν θέλουν να σκύψουν το κεφάλι τους. Η VillaAmalias, το αυτοδιαχειριζόμενο στέκι της ΑΣΟΕΕ, ο αυτο-οργανωμένος Ρ/Σ 98 FM, η συνέλευση και οι κοινοί αγώνες μεταναστών μικροπωλητών/αλληλέγγυων στην ΑΣΟΕΕ και η κατάληψη Σκαραμαγκά αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Οι εστίες αντίστασης αποτελούν αγκάθια κάθε εξουσίας και πρέπει πάση θυσία να χωνευτεί καλά στην κοινή συνείδηση ότι το να μη στέκεσαι σούζα στις στρατιωτικές προσταγές κράτους και αφεντικών είναι «παράνομο», «άνομο» άρα έγκλημα.

Η ιδεολογική και πρακτική σύμπλευση κράτους, δημοτικής αρχής και ΧΑ όπου ο ένας αλληλοσυμπληρώνει τον άλλο πλέον «βγάζει μάτι»: από τη μία οι νεοναζί πιέζουν το πολιτικό φάσμα προς την εμπέδωση της ατζέντας τους και από την άλλη μετατοπίζεται συνεχώς η κεντρική πολιτική γραμμή προς ακροδεξιές θέσεις και πρακτικές ενσωματώνοντας/νομιμοποιώντας τους νεοναζί. Σε γενικές γραμμές το πολιτικό σύστημα ζέχνει εθνικισμό, ρατσισμό, ομοφοβία, συνωμοσιολογία, νεοφιλελευθερισμό, ολοκληρωτισμό. Ο ναζισμός έχει έρθει για να μείνει;

Τέλος, όσον αφορά τις καταλήψεις, η εκτίμηση των πραγμάτων λέει το εξής απλό: αυτό που πλέον έχει ξεκινήσει επίσημα ως δουλειά της αστυνομίας, θα συνεχιστεί ως «νυχτοκάματο» των φασιστών χρυσαυγιτών.

Αντιγράφουμε από παλιότερο κείμενό μας αναφορικά με το κέντρο της Αθήνας και τα ρατσιστικά πογκρόμ στο 6ο Διαμέρισμα Αθήνας:

[…] Το ζήτημα δεν είναι η λύση κάποιου προβλήματος, αλλά η κατασκευή μίας νέας χωροθέτησης, η κατασκευή νέων ειδικών ζωνών όπου οι πληθυσμοί (ασχέτως αλλοδαπής ή ημεδαπής καταγωγής) θα επιβιώνουν περιθωροποιημένοι υπό ένα καθεστώς πλήρους κοινωνικής εξαίρεσης. Οι μετανάστες είναι η αρχή και ένα καλό παράδειγμα προς μίμηση: δίχως χαρτιά, δίχως εργασιακά δικαιώματα, σε απόλυτη εργασιακή επισφάλεια, τρομοκρατία στο δρόμο, στη γειτονιά, στο σπίτι… Οι ζωές τους συγκροτούνται στη βάση ενός «ορίου» που ξεπερνά τα συνήθη «κοινωνικά περιθώρια». Οι ζωές τους βρίσκονται στην «κόψη του ξυραφιού»· μεταφορικά και κυριολεκτικά!

Είναι οι μοντέρνες φυλακές που μας έχουν ετοιμάσει για τις γειτονιές μας. Είναι οι «μικρές» χούντες με συγκεκριμένο γεωγραφικό προσδιορισμό, είναι τα άτυπα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» στο κέντρο της Αθήνας με ανθρωποφύλακες τους χρυσαυγίτες. Και σε αυτές τις ζώνες, ο «ξένος» δε θα είναι μονάχα ο εθνοτικά διαφορετικός, ο μετανάστης ή ο πρόσφυγας. Θα είναι επίσης ο άστεγος, η τοξικοεξαρτημένη, η εκδιδόμενη, ο άνεργος, η κομμουνίστρια, ο αναρχικός, ο ομοφιλόφιλος, η λεσβία… Όποιος δε θα είναι με το μέρος του τραμπούκου Παναγιώταρου και τη δολοφονική συμμορία του, θα βαφτίζεται «αλβανική κωλοτρυπίδα» και θα οδηγείται στο Άουσβιτζ. Όποιος δε θα χωράει στο νέο εθνικό «εμείς», όποιος δε θα ταυτίζει το συμφέρον του με το εθνικό συμφέρον του λευκού-έλληνα-άντρα θα «εξοστρακίζεται» και θα εκτίθεται άμεσα στον κίνδυνο του  θανάτου. Όπως τότε.

Οι μέρες των ταραχών έχουν ήδη φτάσει! Σκοπός Κράτους και Χρυσής Αυγής (ως συστημικής εμπροσθοφυλακής) είναι να εγκληματοποιήσουν τους κοινωνικούς αγώνες προβληματικοποιώντας τις καταλήψειςδημοσίων ή ιδιωτικών κτιρίων. Γιατί κατάληψη δεν είναι μονάχα η VillaAmalias και η Σκαραμαγκά. Κατάληψη κάνει η ΠΟΕ-ΟΤΑ, κατάληψη κάνουν οι ασφαλισμένοι του ΝΑΤ. Κατάληψη κάνουν οι μαθητές, οι φοιτητές, οι συνελεύσεις γειτονιάς. Κατάληψη ήταν και το Πολυτεχνείο του 1973. Κατάληψη έκαναν οι εργάτες γης των ισπανικών κολλεκτίβων του μεσοπολέμου, κατάληψη θα κάνουν οι εργάτες που θα απαλλοτριώσουν το εργαστάσιο από τα αφεντικά.

Στοχοποιούν τις καταλήψεις γιατί…

η κατάληψη δεν είναι απλά ένα μέσο αγώνα. Είναι το περιεχόμενό του. Είναι η απαλλοτρίωση του κλεμμένου χώρου και χρόνου. Και οι οριζόντιες-αντιιεραρχικές συνελεύσεις τους δεν είναι απλά μέσο λήψης αποφάσεων. Είναι το περιεχόμενο της αυτοοργάνωσης. Είναι οι σκέψεις που δεν εκφράστηκαν, όσα δεν ελέχθησαν και περιμένουν να ειπωθούν.

 

Οι (άδολοι) υπερασπιστές της Δημοκρατίας

Σαμαράς, Δένδιας, Βορίδης, Γεωργιάδης, Μιχαλολιάκος… Θα δυσκολευόμασταν πάρα πολύ αν έπρεπε να αποφασίσουμε ποιος από όλους αυτούς είναι στις μέρες μας ο καλύτερος υπερασπιστής της δημοκρατίας. Οι ομιλίες τους «ματώνουν» τα μυαλά μας: «Κατάληψη; Αυτό είναι αντιδημοκρατικό!» τσιρίζει ο Άδωνις. «Απεργία; Αυτό είναι αντιδημοκρατικό!» γκαρίζει ο Σαμαράς. «Αντισυγκέντρωση; Αυτό είναι αντιδημοκρατικό!» ξεσπαθώνει και η κουράδα ο Μιχαλολιάκος… «VillaAmalias; Θα αποδοθεί στο δημόσιο για να αξιοποιηθεί. Αυτό είναι το δημοκρατικό!» διατρανώνει ο Καμίνης (ποιο δημόσιο, αυτό που ξεπουλάνε κοψοχρονιά;).

Η αλήθεια είναι ότι αυτοί που υπερασπίζονται σήμερα τη Δημοκρατία, στην ουσία υπερασπίζονται ένα αυταρχικό καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Η σημερινή τρικομματική ακροδεξιά κυβέρνηση δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις μετεμφυλιακές κυβερνήσεις του ’50-’60. Και το πιο ενδιαφέρον απ’ όλα; Η συγκυβέρνηση έχοντας ως πολιτική «πλάτη» στα δεξιά την (άλλοτε εκτός φάσματος) ναζιστική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, μπορεί να κινείται άνετα σε ένα ευρύ πεδίο – από κεντροδεξιά έως τέρμα-ακροδεξιά – και να εμφανίζεται παρόλα αυτά ως «κέντρο». Η μετατόπιση του πολιτικού άξονα της χώρας προς τον ολοκληρωτισμό φαίνεται σα να είναι «απόφαση κεντρική»… και «λύση τελική».

 

… και οι υπονομευτές της

Το ανταγωνιστικό κίνημα τα τελευταία 3 χρόνια, δυστυχώς, δίνει μάχες οπισθοχώρησης. Τα αφεντικά συνεχώς κερδίζουν χώρο και ταυτόχρονα μας περιγελούν εγκαλώντας μας για διάφορα πράγματα: «μαζί τα φάγαμε», είσαστε τεμπέληδες, είσαστε άνομοι, είσαστε ανεύθυνοι. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι πρώτα στους εαυτούς μας και μετά σε αυτούς: δε θα δεχτούμε καμία υπόδειξη από το κράτος, τα αφεντικά και τους φασίστες.

Δεν κάνουμε διάλογο μαζί τους.

Δεν είμαστε αντιπολίτευση, ούτε κάνουμε αντιπολίτευση.

Ως πότε δηλαδή θα ανεχόμαστε τα διλήμματα που θέτει η πολιτική εξουσία υπό τη καθοδήγηση του κεφαλαίου;

Ως πότε θα ανεχόμαστε να νιώθουμε υπόλογοι για την δυσλειτουργία του κεφαλαίου;

Δεν θα κάτσουμε να βρούμε καμία λύση για το πώς θα μας εκμεταλλεύονται τα αφεντικά αποδοτικότερα τα επόμενα τριάντα χρόνια.

Ούτε θα κάνουμε υποδείξεις για το πώς θα διαχειριστούν το χρέος τους.

Ήρθε η ώρα να θέσουμε εμείς τα ερωτήματα και τις απαντήσεις.

Και κυρίως να τους πούμε πως τα θέλουμε όλα και για όλους.

Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.

 

Η κατάληψη Σκαραμαγκά είναι κομμάτι των κοινωνικών αγώνων

Η χρόνια εγκατάλειψη του κτιρίου από το ΝΑΤ και η απόφασή του Φωτίου να θυμηθεί «την ιστορικότητά του»  μετά από 3 1/2 χρόνια κατάληψης αποδεικνύει το μέγεθος τη υποκρισίας. Η κατάληψή του από εμάς έφερε την πραγματική και μοναδική αξιοποίησή του, τόσο σε τεχνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Με τη βοήθεια συντρόφων πολιτικών μηχανικών αναλάβαμε την αποκατάσταση των βλαβών διασφαλίζοντας παρόλα αυτά το μίνιμουμ: οι τεχνικές ανάγκες του να μην υπερβαίνουν τις κοινωνικοπολιτικές ανάγκες και χρήσεις. Η δική μας επένδυση είναι βαθιά πολιτική και δε χρειάζεται να φορά το μανδύα μίας τεχνικής «επιστημονικοφανούς» αρτιότητας. Έτσι με μεράκι, προσοχή και με τα χέρια εκατοντάδων αλληλέγγυων συντρόφων/ισσων, μετά από αμέτρητες «εργατοώρες» δημιουργικότητας,  ξεκίνησε η λειτουργία του ως αυτοοργανωμένο πολιτικό εγχείρημα και κοινωνικός χώρος. Η μέρα που μπήκαμε στο κτίριο ήταν μία μέρα απελευθέρωσής του. Ήταν η στιγμή που οι επιθυμίες μας, οι ελπίδες, τα όνειρά μας βρήκαν σπίτι να φωλιάσουν. Ήταν η μέρα που το κτίριο στη γωνία της Σκαραμαγκά σταμάτησε να έχει «ιδιοκτήτη» και έγινε κομμάτι των κοινωνικών και ταξικών αγώνων.

Η διαχείριση του κτιρίου γίνεται από την οριζόντια και αντιιεραρχική συνέλευση της κατάληψης. Το κόστος των εξόδων καλύπτεται αποκλειστικά από την ελεύθερη συνεισφορά των συντρόφων/ισσών που συμμετέχουν στη συνέλευση και των διάφορων εγχειρημάτων που στεγάζονται. Στους χώρους της κατάληψης παρουσιάζονται πολιτικές εκδηλώσεις, δραστηριοποιούνται πολιτικές ομάδες που πραγματοποιούν τις συνελεύσεις τους, ομάδες αυτομόρφωσης, ομάδα μαθημάτων ελληνικών σε μετανάστες, ομάδα κινηματογραφικών προβολών, στεγαστική κολλεκτίβα ενώ επίσης στεγάζονται υποδομές όπως δανειστική βιβλιοθήκη/αναγνωστήριο, ξυλουργείο, αίθουσα Η/Υ, αίθουσα χορού και πολεμικών τεχνών, εργαστήριο ραπτικής, πίστα αναρρίχησης κα.

Μέσα στο ζοφερό περιβάλλον που ζούμε όλοι και όλες, τα παραπάνω είναι η δική μας προσφορά στη «δέσμη μέτρων ενάντια στην πτώχευση». Οι κοινότητες αγώνα, κομμάτι των οποίων είναι οι καταλήψεις, αποτελούν τους τρόπους αντίστασης απέναντι στην επιχειρούμενη εξαθλίωση που μας επιφυλάσσουν οι κρατικοί-καπιταλιστικοί σχεδιασμοί. Οι στεγαστικές καταλήψεις, οι αυτο-οργανωμένοι κοινωνικοί χώροι, οι πρωτοβουλίες αυτομόρφωσης, οι συνελεύσεις γειτονιάς, τα χαριστικά παζάρια, οι συλλογικές κουζίνες και μύριες ακόμα πρακτικές αυτο-οργάνωσης της ζωής είναι ο τρόπος μας να δίνουμε πραγματικές απαντήσεις σε πραγματικά προβλήματα.  Η αλληλεγγύη μεταξύ μας, μεταξύ των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων αυτού του κόσμου, αποτελεί τη μόνη λύση ενάντια στον εξανδραποδισμό και τον κοινωνικό κανιβαλισμό. Τα προβλήματα των εργαζομένων δε θα λυθούν μέσα από την παραίτηση ή τον συντεχνιακό ανταγωνισμό. Να σπάσουμε το φόβο και να γκρεμίσουμε όλα αυτά που μας έφεραν σε αυτό το χάλι οργανώνοντας την αντίστασή μας με όπλα την αυτό-οργάνωση και την αλληλεγγύη. Για να οικοδομήσουμε έναν κόσμο ισότητας και ελευθερίας. Για την κοινωνική επανάσταση.

Σε πείσμα των καιρών θα παραμείνουμε εδώ. Θα συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε, να ελπίζουμε, να ονειρευόμαστε. Τα σπίτια μας, η VillaAmalias και η Σκαραμαγκά θα παραμείνουν για πάντα κατάληψη. Θα παραμείνουν οι απελευθερωμένοι χώροι από τους έννομους αστικούς καταναγκασμούς. Από την εκμετάλλευση και την καταπίεση.

Διότι αυτοί είμαστε. Είμαστε οι άνομοι, οι αναρχικοί, οι αντιεξουσιαστές.

 

Η ΒΙΛΛΑ ΚΑΙ Η ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΝ

ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ 93 ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ VILLAS AMALIAS

ΟΛΟΙ ΚΑΙ ΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ

ΣΑΒΒΑΤΟ 12/1 ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ, 12.00

Κατάληψη Πατησίων 61 & Σκαραμαγκά

11/01/12


[1] Με την ίδρυση των στρατοπέδων συγκέντρωσης το 1933, ο Χίτλερ φυλάκισε μαζικά ανθρώπους που χαρακτηρίζονταν από το καθεστώς ως «ακοινώνητοι» [Asoziale] και αποτελούσαν πρόβλημα για την καθαρότητα της φυλής και αντιπαραγωγικοί για την οικονομική ανάπτυξη του έθνους: άστεγοι, αλκοολικοί, ιερόδουλες, ψυχικά ασθενείς και ανάπηροι, φυγόστρατοι και ειρηνιστές.

Κοινή παρέμβαση μεταναστών / αλληλέγγυων (ΑΣΟΕΕ)

Την Πέμπτη 22/03/12, έξω από την ΑΣΟΕΕ πραγματοποιήθηκε ακόμη μία παρέμβαση-μικροφωνική από περίπου 100 μετανάστες μικροπωλητές και αλληλέγγυους/ες. Κατά τη διάρκεια της παρέμβασης μοιραζόταν σε διερχόμενους το κείμενο που έγραψαν οι μετανάστες απευθυνόμενοι προς την κοινωνία και ανά τακτά διαστήματα μπλοκαριζόταν ο δρόμος μπροστά από το Ίδρυμα με πανό και μοιραζόταν το κείμενο στους επιβάτες των λεωφορείων. Η δράση διήρκησε περίπου 2 ώρες και μετά το τέλος της ακολούθησε κοινή συνέλευση μεταναστών και αλληλέγγυων για τη συνέχιση των δράσεων.

Σχετικά με προηγούμενες δράσεις δείτε εδώ.

Ακολουθεί το κείμενο των μεταναστών:

 

Αρχικά θα θέλαμε να χαιρετήσουμε όλους αυτούς που μας βοηθάνε να ζούμε με ελευθερία στην Ελλάδα. Γιατί ζούμε σε μια πολύ δύσκολη συνθήκη με την αστυνομία από τη μια και τους φασίστες από την άλλη που μας κινάγανε σε κάθε στιγμή. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με τους φασίστες κάθε φορά που βρισκόμαστε στο δρόμο. Το ίδιο και με την αστυνομία που μας βασανίζει και μας παίρνει τα χρήματα μας, χωρίς κανένα πρόβλημα. Δεν ξέρουμε πια τι να κάνουμε, φοβόμαστε και υποφέρουμε. Όλοι οι μετανάστες είναι πολύ φοβισμένοι με αυτή την κατάσταση.

Ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με έναν επιθετικό ρατσισμό από ένα κομμάτι της κοινωνίας και κυρίως από την αστυνομία. Οι αστυνομικοί εισβάλλουνε στα σπίτια μας και μας παίρνουν τα χρήματα και τα πράγματά μας. οι φασίστες και η αστυνομία κυνηγούν κάθε στιγμή τους μετανάστες. Ειδικά τη νύχτα γυρίζουν στις γειτονιές ψάχνοντας μετανάστες για να τους χτυπήσουν. Τις πιο πολλές φορές με πολιτική ταυτότητα παρουσιάζονται ως αστυνομικοί, ζητάνε τα χαρτιά μας και αφου μας τα σκίσουν αρχίζουν να μας ξυλοκοπούν. Πραγματικά κάθε φορά δεν μπορούμε να ξέρουμε αν αυτοί που έχουμε απέναντι μας είναι φασίστες ή αστυνομικοί.

Για λόγους οικονομικούς και λόγους πολέμου αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε τις χώρες μας για να έρθουμε να ζήσουμε στην Ευρώπη, πιο συγκεκριμένα στην Ελλάδα, για να ζήσουμε με αξιοπρέπεια, ειρήνη και ελευθερία. Οι δραστηριότητές μας είναι απλά και μόνο το μικρεμπόριο περιπλανώμενοι στους δρόμους. Αυτή μας η δραστηριοποίηση μας επιτρέπει να πληρώνουμε το νοίκι, το φαγητό μας, κλπ.

Για αυτό και ζητάμε από τη κοινωνία και τις ελληνικές αρχές να μας αφήσουν να ζήσουμε με αξιοπρέπεια, ελευθερία και σεβασμό. Και ένα μεγάλο ευχαριστώ σε αυτούς/ες που μας καταλαβαίνουν και μας στέκονται αλληλέγγυοι/ες.

 ΟΧΙ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΒΙΑ


ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΒΛΑΠΤΙΚΟΤΗΤΕΣ: Η ΓΕΛΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΟΡΙΑ

Αναδημοσίευση από: http://proevla.blogspot.gr/2012/12/blog-post_25.html

Για άλλη μια φορά, χρονιάρες μέρες όπως λένε, η Eldorado Gold έκανε τα αδύνατα δυνατά για να ανεβάσει τη χαμηλή θερμοκρασία στο δάσος των Σκουριών. Η εν λόγω εταιρεία, ως αξιόπιστος επενδυτής κατά τα λεγόμενα του υπουργού ΠΕΚΑ και απόλυτος θεματοφύλακας του περιβάλλοντος κατά το δήμαρχο Αριστοτέλη, απλά αυθαιρετεί.
Το μεσημέρι της Δευτέρας 24/12/2012 κάτοικοι διερχόμενοι από το δημόσιο δασικό δρόμο κατά τη διάρκεια περιήγησής τους στο βουνό, συναντήθηκαν και πάλι με τα μαυροφορεμένα ανδρείκελα της εταιρείας. Δρόμος κλειστός, μπάρες κατεβασμένες, και απαιτήσεις από μέρους των ηλιθίων που νομίζουν ότι εργάζονται, εντελώς αλλοπρόσαλλες Παρά τη δικαστική απόφαση 788/2012 του πλημμελειοδικείου Πολυγύρου, η ελεύθερη πρόσβαση και διέλευση στο βουνό συνεχίζουν να απαγορεύονται. Η εταιρεία στην προσπάθειά της να δημιουργήσει μια τετελεσμένη κατάσταση, δε διστάζει να παρανομήσει ακόμη και με τον πιο καταφανή τρόπο.
Αξίωναν λοιπόν οι παλικαράδες από τους διερχόμενους κατοίκους την κατάθεση των προσωπικών τους στοιχείων, επικαλούμενοι και επιδεικνύοντας από μακριά την απόφαση του Δασαρχείου Αρναίας που καθιστά την Ελληνικός Χρυσός υπεύθυνη για την ασφαλή διέλευση στο κομμάτι του δρόμου που περνά δίπλα από το μελλοντικό όρυγμα. Οι κάτοικοι από την πλευρά τους, οι κατά την εταιρεία πεινασμένοι και απελπισμένοι ιθαγενείς, αντέδρασαν και φυσικά αρνήθηκαν. Η όποια προσπάθειά τους για μια λογικήσυνενόηση, αφού έτυχε να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους όπως και το περιεχόμενο της απόφασης του Δασαρχείου, έπεφτε στο κενό συναντώντας την ειρωνία και τα χαζοχαμόγελα των σεκιουριτάδων. Η ένταση κορυφώθηκε μόλις διαπιστώθηκε πως οι θρασύτατοισεκιουριτάδες βιντεοσκοπούσαν με φορητή κάμερα εστιάζοντας στα πρόσωπα των κατοίκων και στις πινακίδες των αυτοκινήτων. Όταν αντιλήφθηκαν πως οι κάτοικοι δε θα υποχωρούσαν και ότι ήδη είχαν καλέσει την αστυνομία, σήκωσαν  τη μπάρα δηλώνοντας με τον πιο ηλίθιο τρόπο πως τα στοιχεία των παρευρισκόμενων είχαν ήδη καταγραφεί και πως πλέον η διέλευση ήταν ελεύθερη.

Η άφιξη της αστυνομίας έλυσε τελικά το μυστήριο. Η απόφαση της εταιρείας να κλείνει το δημόσιο δρόμο αποτελεί αυταπάγγελτοαδίκημα.Οι τρεις σεκιουριτάδες θα συλλαμβάνονταν. Τώρα το γιατί έπρεπε να συλληφθούν οι τρεις ανόητοι που προφανώς εκτελούσαν εντολές και όχι οι εντολοδόχοι τους δηλαδή τα μεγαλοστελέχη της εταιρείας, αποτελεί μια άλλη πολύ πιο σοβαρή ιστορία.
Τελικά οι τρεις συνελήφθησαν, όμως την τελευταία στιγμή όντας πιστοί στο ύφος και το περιεχόμενο της” δουλειάς” τους , υπέδειξαν τέσσερις από τους κατοίκους ψευδολογώντας ότι τους απείλησαν, με αποτέλεσμα να μεταφερθούν και αυτοί στο Α.Τ.Αρναίας. Καταθέσεις επί καταθέσεων, κρύο και ταλαιπωρία. Σαν να μην έφτανε αυτό, κάτω απ’ το τμήμα άρχισαν να συγκεντρώνονται οι ας πούμε εργαζόμενοι της εταιρείας. Όταν μετά από δεκάδες τηλεφωνήματα κατάφεραν να μαζέψουν καμιά σαρανταριά εθελόδουλους, αντρώθηκαν και άρχισαν να βρίζουν και να προπηλακίζουν οποιονδήποτε αναγνώριζαν ως αντιδρώντα στην εξόρυξη χρυσού. Αυτό συνεχίστηκε για πέντε περίπου ώρες και έδωσε την ευκαιρία στους εσκεμμένα λίγους αντιδρώντες που ήταν απ’ έξω, όπως και στους διάφορους περαστικούς, να διαπιστώσουν για άλλη μια φορά ότι ΜΟΝΟ όσοι δουλεύουν στα μεταλλεία έχουν παιδιά και είναι προκομμένοι και νοικοκύρηδες…
Τελικά μετά από πολύωρη διαβούλευση παρουσία δικηγόρων, και έπειτα από την ανάκληση των κατηγοριών που βάραιναν τους προσαχθέντες κατοίκους, οι τελευταίοι αποδέχτηκαν και αποφάσισαν ότι το επεισόδιο μπορούσε να τελειώσει εκεί. Αφέθηκαν όλοι ελεύθεροι γύρω στις οχτώ το βράδυ, ενώ οι “προκομμένοι” όπως κατ’ εντολή κατέφθασαν κατ’ εντολή εξαφανίστηκαν.

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΘΑ ΔΙΚΑΙΩΘΕΙ
Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΘΑ ΑΚΥΡΩΣΕΙ ΤΙΣ ΧΡΥΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

πρωτοβουλία ενάντια στις βλαπτικότητες

Just another Espivblogs.net site