ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΕΚΦΑΣΙΣΜΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
«Στεκόμουν σ’ ένα λόφο και είδα το παλιό να ζυγώνει, αλλά ερχόταν σαν καινούριο. Βάδιζε κουτσαίνοντας πάνω σε καινούρια δεκανίκια που κανείς δεν είχε ξαναδεί ποτέ και μύριζε νέες μυρωδιές παρακμής που κανείς δεν είχε μυρίσει ποτέ». Μπ. Μπρεχτ
Ο εκφασισμός μιας κοινωνίας τρέφεται από τη δυστυχία, καλλιεργείται από την αμάθεια, χειραγωγείται από τον φόβο και ποτίζεται με το νερό της ιστορικής παραχάραξης και λήθης. Η έξαρση της ρατσιστικής και εθνικιστικής ιδεολογίας-βίας είναι από τα πιο ζοφερά σημεία των χαλεπών καιρών που ζούμε. Ο εθνικισμός και ο ρατσισμός δεν είναι όψιμα φαινόμενα στην ελληνική κοινωνία, παρά την υποκριτική έκπληξη πολλών αναλυτών. Έρχονται απ’ τα παλιά και δυστυχώς ακόμη καλά κρατούν. Το ελληνικό κράτος και η ορθόδοξη εκκλησία εδραίωσαν την κυριαρχία τους πάνω στο μύθο του περιούσιου ελληνικού λαού με το ένδοξο παρελθόν και στο κυνήγι κάθε είδους διαφορετικών. Το αποτέλεσμα είναι μεγάλα τμήματα της ελληνικής επικράτειας, γαλουχημένα με την εθνικιστική/θρησκευτική προπαγάνδα, να στρέφονται σήμερα εναντίον ανύπαρκτων εχθρών ή αποδιοπομπαίων τράγων, όπως βολεύει μια χαρά αυτούς που λεηλατούν τη ζωή μας. Ο συντηρητισμός, ο σκοταδισμός, ο ανορθολογισμός, η συνωμοσιολογία πρυτανεύουν. Κι όμως οι πραγματικοί εχθροί βρίσκονται αλλού … και συνεχίζουν να κάνουν ανενόχλητοι τις μπίζνες τους (κράτος, εκκλησία, κεφαλαιοκράτες).
Το κυνήγι και οι δολοφονικές επιδρομές εναντίον μεταναστών, προσφύγων, αλλοεθνών, ομοφυλοφίλων, ρομά, γυναικών, είναι η ντροπή της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούμε. Είναι ντροπή γιατί ενώ συμβαίνουν στη διπλανή πόρτα, δρόμο, χωριό κάνουμε σα να μην συμβαίνει τίποτα. Σα να μη μας αφορά.
Η “χρυσή αυγή” είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η άνοδος των ποσοστών της βασίστηκε στο εθνικιστικό/ρατσιστικό υπόβαθρο της ελληνικής κοινωνίας κι εδώ είναι η ουσία του θέματος που αποκρύπτεται από πολλούς. Αντιπροσωπεύει την πολιτική έκφραση της ναζιστικής ιδεολογίας και της σάπιας εθνικοφροσύνης στα εγχώρια ύδατα. Επιβάλλει την υποταγή στο πρόσωπο του ηγέτη και την τυφλή υπακοή. Οι πρακτικές της περιλαμβάνουν οργανωμένες ρατσιστικές επιδρομές και μαχαιρώματα, κάψιμο σπιτιών μεταναστών, επιθέσεις σε φοιτητικές καταλήψεις και λαϊκές συγκεντρώσεις. Είναι τα τσιράκια του συστήματος και δρουν για τα συμφέροντά του. Το αποδεικνύει η οφθαλμοφανής κάλυψη της αστυνομίας στις δολοφονικές της επιδρομές (παράδειγμα τα επεισόδια στο Βασιλικό Ευβοίας και όχι μόνο), η πολιτική στήριξη που παρέχει δουλικά στο μεγάλο κεφάλαιο και τους μεγαλοκαπιταλιστές ( εξοργιστικό παράδειγμα η υπεράσπιση των χρυσοθήρων στη Β.Α Χαλκιδική) και η γλοιώδης προώθησή της από τα Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας. Η διπλοπροσωπία της είναι κατάπτυστη. Ενώ στα λόγια δήθεν μάχεται το σύστημα, στην πραγματικότητα στηρίζει τις πιο βρώμικες δουλειές του. Στις κρίσεις του καπιταλισμού το κράτος ολοκληρωτικοποιείται και υποβοηθείται από τη δράση μιλιταριστικών πολιτικών μορφωμάτων. Η επίθεση του κράτους εναντίον της κοινωνίας (χαράτσια, καταστολή, απολύσεις, επισφάλεια, λογοκρισία, αστυνομοκρατία) στηρίζεται στη δράση των φασιστών οι οποίοι χτυπούν από τα κάτω τον κοινωνικό ιστό.
Θεωρούμε λοιπόν ότι η σιωπή είναι συνενοχή. Αν σημαίνει κάτι η έννοια “πολίτης” απαιτεί τη δράση και την αντίσταση ενάντια σε κάθε ρατσιστική-εθνικιστική εκδήλωση, στο φυλετικό μίσος, την ξενοφοβία, τον σεξισμό και τη μισαλλοδοξία. Αν θέλουμε να ζήσουμε σε μια κοινωνία στην οποία θα αποφασίζουμε εμείς για τη ζωή μας και όχι άλλοι στις πλάτες μας πρέπει να βρεθούμε συλλογικά στους τόπους που ζούμε και να δημιουργήσουμε εμείς τις συνθήκες και τους όρους της διαβίωσής μας. Η έννοια και η πρακτική που μπορεί να μας ενώσει είναι εκείνη της αυτοδιαχείρισης σε κάθε τομέα και όπου αυτό είναι εφικτό. Να δημιουργήσουμε και να βοηθήσουμε να εξαπλωθούν αντιιεραρχικοί θεσμοί αυτοοργάνωσης παντού. Τα πιο ελπιδοφόρα μηνύματα μέσα στην κρίση που μας ξεζουμίζει προέρχονται από τα αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα που εμφανίστηκαν αυθόρμητα σε όλη την ελλάδα από τα κάτω (τα συσσίτια της εκκλησίας και των φασιστών δεν εμπίπτουν σε αυτή την περίπτωση): συλλογικές κουζίνες, χαριστικά-ανταλλακτικά παζάρια, κινήσεις παράκαμψης των μεσαζόντων, συνεργατικές κάθε είδους, αλληλέγγυα-κοινωνική οικονομία, προσπάθειες αυτοδιαχείρισης του ζητήματος της τροφής, αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι, ελεύθερες κοινότητες, καταλήψεις, επιτροπές γειτονιάς, λαϊκές συνελεύσεις, εργατικές αυτοδιαχειριζόμενες συλλογικότητες (ΒΙΟΜΕ κ.α). Να αρχίσουμε να κάνουμε πράξη την αυτοδιαχείριση, εδώ και τώρα, με στόχο τη γενικευμένη αυτοδιεύθυνση της κοινωνίας.
Η αλληλεγγύη μας στους μετανάστες και τους πρόσφυγες εκφράζει τη βούληση μας για μια ευρύτερη αλληλεγγύη, για ένα κίνημα που θα ενώνει στον ίδιο αγώνα εκείνους που, απηυδισμένοι από τις εξουσιαστικές πολιτικές της αριστεράς και της δεξιάς, συνειδητοποιούν ότι είναι καιρός να αντιπαραθέσουν σε μια διεφθαρμένη κοινοβουλευτική/καπιταλιστική ολιγαρχία την άσκηση της άμεσης δημοκρατίας, την αυτοδιαχείριση των μέσων παραγωγής και ολόκληρης της ζωής μας. Είναι εφικτό αρκεί να το θελήσουμε συλλογικά …
ΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΙ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΡΟΧΟΠΕΔΗ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ
ΣΗΚΩΣΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ! ΑΡΝΗΣΟΥ ΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ
Η ΣΙΩΠΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΝΟΧΗ
ΕΞΩ Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ
ΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥΜΕ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΘΕΟΥΣ, ΠΑΤΡΙΔΕΣ, ΚΡΑΤΗ, ΣΕΞΙΣΜΟ, ΡΑΤΣΙΣΜΟ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΣΟΤΗΤΑΣ, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΟΥΛΑΛΟΥΜ και D.I.Y. Music Movement
Όσο σου στερούν την ελευθερία τόσο σε ποτίζουν με έθνος και φυλή
Όπως συμβαίνει σε κάθε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης, οι απάτες του εθνικισμού και του ρατσισμού σερβίρονται και πάλι ως λύσεις ενώ στην ουσία – όπως απέδειξε η ιστορία – αποτελούν μέσα για τη διάσπαση των καταπιεζόμενων. Ο ξεκάθαρος στόχος είναι να στραφεί η οργή της κοινωνίας εκεί που βολεύει την εκάστοτε οικονομική/πολιτική εξουσία: σε αποδιοπομπαίους τράγους και όχι στους πραγματικούς υπεύθυνους της μιζέριας που μας επιβάλλουν ασυζητητί. Γι’ αυτό η πολιτική εξουσία υπερβάλλει σε εθνικιστικό λόγο και ρατσιστικές πρακτικές. Τη δουλειά της καταστολής των αντιδράσεων των από τα κάτω έχει αναλάβει τελευταία, εκτός από την αστυνομία, τη δικαστική εξουσία, τα μμε και το παρακράτος της χρυσής αυγής. Έχει αναρωτηθεί άραγε κανείς γιατί η χρυσή αυγή, μια ομάδα περιθωριακών νεοναζί, όπου τα περισσότερα μέλη της έχουν καταδικαστικές αποφάσεις (και φυσικά στενές σχέσεις με τον υπόκοσμο ) κατάφερε να επιβιώσει από την δεκαετία του 80 μέχρι σήμερα και να αποτελεί πια κοινοβουλευτικό κόμμα; Η απάντηση είναι εύκολο να δοθεί: πάντα δρούσε με τις πλάτες των δικαστών των μπάτσων και των αφεντικών, και σήμερα είναι ακόμα πιο αναγκαία η ύπαρξή της ώστε να εξυπηρετεί τις βρώμικες δουλειές του κράτους.
Εμείς θεωρούμε πως όταν μια κοινωνία αποδέχεται μοιρολατρικά να αποφασίζουν άλλοι εκ μέρους της, όταν βολεύεται στη μιζέρια που της επιβάλλουν, όταν δεν αγωνίζεται για την ελευθερία, την ισότητα, τη διαφορετικότητα και την αλληλεγγύη, τότε πρέπει να περιμένουμε τα χειρότερα. Οι υποστηρικτές του εθνικισμού, του ρατσιστικού μίσους και της πατριαρχίας βρίσκουν το κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθούν. Αυτό ζούμε με τον τραγικότερο τρόπο σήμερα, όπως και στις αρχές του προηγούμενου αιώνα με τους ολοκληρωτισμούς που αιματοκύλισαν την Ευρώπη. Σήμερα βιώνουμε μια συντονισμένη και καλά οργανωμένη προσπάθεια νεοχιτλερικών κύκλων να επιβάλλουν την ιδεολογία και τις πρακτικές του μίσους και της ωμής βίας. Η λαϊκίστικη φρασεολογία τους εκμεταλλεύεται την φτώχεια, την ανεργία, την εξαθλίωση που επιβάλλουν η κυβέρνηση και οι οικονομικές ολιγαρχίες. Όλη αυτή η φασιστική έξαρση όμως δεν πάει μοναχή της, πατρονάρεται από το ίδιο το κράτος. Το κράτος συντηρεί μέσα στην κοινωνία τέτοιου είδους ιδέες και πεποιθήσεις προκειμένου να σπείρει τον φόβο, να καλλιεργήσει την αδράνεια αλλά και να ελέγξει τις αντιστάσεις.
Τα παραδείγματα της καθεστωτικής δράσης των νεοναζιστών είναι πολλά: επιθέσεις σε μετανάστες εργάτες ώστε να μην ζητήσουν τα δεδουλευμένα τους (με αποτέλεσμα να κερδίζουν τα αφεντικά), ίδρυση γραφείων ευρέσεως εργασίας μόνο για έλληνες με μισθούς πείνας (άραγε ποιος είναι ο κερδισμένος πάλι;), ρατσιστικά δολοφονικά πογκρόμ τα βράδια με τις πλάτες των μπάτσων, που όλως τυχαίως ένα 40% ψήφισε χρυσή αυγή. Άλλο ξεκάθαρο παράδειγμα είναι τα συσσίτια μόνο για έλληνες, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την κοινωνική αλληλεγγύη αλλά αποτελούν μέρος της ναζιστικής ρατσιστικής προπαγάνδας που διαιωνίζει τη μιζέρια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα (ω! τι έκπληξη!) να κερδίζουν εκείνοι που εξαθλιώνουν τη ζωή μας εδραιώνοντας ακόμα πιο πολύ τις συνθήκες εκμετάλλευσης.
Ως αντιφασίστες/στριες δεν έχουμε καμιά αυταπάτη ότι το φαινόμενο του ρατσισμού-φασισμού μπορεί να καταπολεμηθεί μέσα στα έδρανα της βουλής, γιατί ο φασισμός δεν περιορίζεται με νόμους, αφού προσπαθεί με τη βία και τον αυταρχισμό να γίνει ο ίδιος νόμος, στο δρόμο και παντού. Άρα ο αγώνας πρέπει να είναι πραγματικά πολύπλευρος, από τον μαχητικό αντιφασισμό (δηλαδη την ανένδοτη αντιμετώπιση τους στον δρόμο όπου τραμπουκίζουν και δολοφονούν) και τη διάδοση της ελευθεριακής κουλτούρας μέχρι την καθημερινή στάση του καθενός. Τα Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας παραπλανούν μιλώντας για δύο άκρα συγχέοντας ιδέες όπως η αλληλεγγύη και η ελευθερία με το τυφλό μίσος, τα πογκρόμ και τη μισαλλοδοξία. Δεν υπάρχουν όμως πιο «ακραίες» και «εξτρεμιστικές» πολιτικές, πιο ανελέητα καταστροφικές για την κοινωνία από αυτές που παραγγέλνουν οι ατσαλάκωτοι γιάπηδες των διεθνών τραπεζο-οικονομικών ερπυστριών και εφαρμόζουν οι εδώ πολιτικοί υφιστάμενοί τους. Θεωρούμε λοιπόν επιτακτικό να αντιταχθούμε με θάρρος ενάντια σε κάθε ρατσιστική-εθνικιστική εκδήλωση, στο φυλετικό μίσος, την ξενοφοβία, την ομοφοβία και την μισαλλοδοξία που σπέρνουν οι διάφοροι ξενηλάτες. Δεν είναι λύση το να πλακώνεις μετανάστες στο ξύλο και ούτε βέβαια να τους σκοτώνεις. Είναι ένδειξη απανθρωπιάς και μας στιγματίζει ως κοινωνία όσο συνεχίζουμε να παρακολουθούμε απαθείς. Η σιωπή είναι συνενοχή. Μέσα στο περιβάλλον της λεηλατημένης μας ζωής πρέπει να θέσουμε ένα όριο αξιοπρέπειας και να πούμε όχι στους φασίστες και τους ναζιστές.
Απέναντι στον κοινωνικό κανιβαλισμό που προτείνουν ως δήθεν λύση για την κρίση οι φασίστες εμείς προτείνουμε την αλληλεγγύη των από τα κάτω. Οι έννοιες και οι πρακτικές που μπορούν να μας ενώσουν είναι εκείνες της αλληλεγγύης και της αυτοδιαχείρισης σε κάθε τομέα και όπου αυτό είναι εφικτό. Να δημιουργήσουμε δηλαδή και να βοηθήσουμε να εξαπλωθούν αντιιεραρχικοί θεσμοί αυτοοργάνωσης παντού. Κυρίως όμως να αρχίσουμε να εγκαταλείπουμε τη λογική της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης σε άλλους των ευθυνών και να διεκδικήσουμε ισότιμα τον δημόσιο χώρο και την ελεύθερη πρόσβαση όλων στα κοινά. Ένα δημόσιο χώρο που θα προωθεί την συλλογικοποιήση των αντιστάσεων και θα στοχεύει στην ουσιαστική ενεργοποίηση της καθεμιάς και του καθενός, δημιουργώντας αυτοοργανωμένες δομές παντού : καταλήψεις εργασιακών και δημόσιων χώρων, συνελεύσεις γειτονιάς, αυτοδιαχειριζόμενες συλλογικότητες , σωματεία βάσης, συνεργατικές αυτοδιαχείρισης του ζητήματος της τροφής.
Η αλληλεγγύη μας λοιπόν στους μετανάστες και τους πρόσφυγες εκφράζει τη βούληση μας για μια ευρύτερη αλληλεγγύη, για ένα κίνημα που θα ενώνει στον ίδιο αγώνα εκείνους που απηυδισμένοι από τις εξουσιαστικές πολιτικές της αριστεράς και της δεξιάς, συνειδητοποιούν ότι είναι καιρός να αντιπαραθέσουν σε μια διεφθαρμένη κοινοβουλευτική/καπιταλιστική ολιγαρχία την αυτοδιεύθυνση της κοινωνίας, δηλαδή την αυτοδιαχείριση των μέσων παραγωγής και ολόκληρης της ζωής μας. Είναι ρεαλιστικό αρκεί να το θελήσουμε…
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ, ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΣΟΤΗΤΑΣ, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΟΥΛΑΛΟΥΜ / ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΧΗΜΑ Τ.Ε.Ι. ΧΑΛΚΙΔΑΣ/ D.I.Y. Music movement /ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΡΙΕΣ-ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΕΣ
Υπάρχουν δύο ψυχικές εκφράσεις του μίσους: το μίσος για τον άλλο και το μίσος για τον εαυτό μας, το οποίο συχνά δεν παρουσιάζεται ως τέτοιο. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι και τα δυο έχουν κοινή ρίζα, την άρνηση της ψυχικής μονάδας να δεχθεί αυτό που για την ίδια είναι ξένο. Η οντολογική αυτή διάρθρωση του ανθρώπου επιβάλλει αξεπέραστους εξαναγκασμούς σε κάθε κοινωνική οργάνωση και σε κάθε πολιτικό πλάνο. Καταδικάζει αμετάκλητα κάθε ιδέα για μία«διαφανή» κοινωνία, κάθε πολιτικό πλάνο που αποσκοπεί στην άμεση οικουμενική συμφιλίωση.
Κατά τη διαδικασία κοινωνικοποίησης, οι δύο διαστάσεις του μίσους χαλιναγωγούνται σε σημαντικό βαθμό, τουλάχιστον όσον αφορά τις πιο δραματικές εκδηλώσεις τους. Εν μέρει αυτό επιτυγχάνεται μέσω του μόνιμου αντιπερισπασμού που ασκείται στην καταστροφική τάση από τους «εποικοδομητικούς» κοινωνικούς σκοπούς – την εκμετάλλευση της φύσης, τον συναγωνισμό διαφόρων ειδών (τις «ειρηνικές» αγωνιστικές δραστηριότητες, όπως ο αθλητισμός, τον οικονομικό ή πολιτικό ανταγωνισμό, κτλ). Όλες αυτές οι διέξοδοι κατευθύνουν ένα μέρος του μίσους και της«διαθέσιμης» καταστροφικής ενέργειας, αλλά όχι το σύνολο τους.
Το κομμάτι του μίσους και της καταστροφικότητας που απομένει φυλάσσεται σε μία δεξαμενή έτοιμη να μετατραπεί σε καταστροφικές δραστηριότητες, σχηματοποιημένες και θεσμοθετημένες, που στρέφονται εναντίον άλλων ομάδων – δηλαδή να μετατραπεί σε πόλεμο. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ψυχικό μίσος είναι η «αιτία» του πολέμου. Αλλά το μίσος είναι, αναμφίβολα, ένας όρος, όχι μόνο απαραίτητος αλλά και ουσιαστικός, του πόλεμοι».
Το μίσος καθορίζει τον πόλεμο και εκφράζεται μέσω αυτού, Η φράση του Αντρέ Μαλρό «είθε η νίκη σε αυτό τον πόλεμο να ανήκει σε όσους πολέμησαν χωρίς να τον αγαπούν» εκφράζει μία ελπίδα που στην πραγματικότητα διαψεύδεται σε όλους σχεδόν τους πολέμους. Αλλιώς δεν θα καταλαβαίναμε πώς εκατομμύρια άνθρωποι στη διάρκεια της ιστορίας ήταν πρόθυμοι, από τη μία στιγμή στην άλλη, να σκοτώσουν αγνώστους ή να σκοτωθούν από αυτούς. Και όταν η δεξαμενή του μίσους δεν βρίσκει διέξοδο στον πόλεμο, εκδηλώνεται υπόκωφα με τη μορφή της περιφρόνησης, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.
Οι καταστροφικές τάσεις των ατόμων συνάδουν απόλυτα με την ανάγκη μίας κοινωνίας να ενδυναμώνει τη θέση των νόμων, των αξιών και των κανόνων της, ως μοναδικά στην τελειότητα τους και ως τα μόνα αληθινά, ενώ οι νόμοι, τα πιστεύω και τα έθιμα των άλλων είναι κατώτερα, λανθασμένη, άσχημα, αηδιαστικά, φριχτά, διαβολικά.
Και αυτό, με τη σειρά του, βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις ψυχικές ανάγκες του ατόμου. Γιατί ό,τι υπάρχει πέρα από τον κύκλο σημασιών που τόσο επίπονα περιέβαλε στον δρόμο προς την κοινωνικοποίηση είναι λανθασμένο, άσχημο, ασύνετο. Το αυτό συμμερίζεται η ομάδα στην οποία ανήκει: φυλή, χωριό, έθνος, θρησκεία. Πρέπει να γίνει σαφώς αντιληπτό ότι κάθε απειλή προς τις θεσμοθετημένες ομάδες, στις οποίες ανήκουν τα άτομα, βιώνεται από αυτά ως πιο σοβαρή από μία απειλή κατά της ζωής τους,
Τα χαρακτηριστικά αυτά παρατηρούνται με μεγαλύτερη ένταση στις εντελώς κλειστές κοινωνίες: στις αρχαϊκές ή παραδοσιακές αλλά ακόμη περισσότερο στις σύγχρονες απολυταρχικές. Η κύρια απάτη είναι πάντα: οι κανόνες μας είναι το καλό· το καλό είναι οι κανόνες μας· οι κανόνες μας δεν είναι ίδιοι με τους δικούς τους· άρα οι κανόνες τους δεν είναι καλοί. Επίσης: ο θεός μας είναι ο αληθινός· η αλήθεια είναι ο θεός μας· ο θεός μας δεν είναι ίδιος με τον δικό τους· άρα ο θεός τους δεν είναι ο αληθινός.
Πάντα φαινόταν σχεδόν αδύνατο οι ανθρώπινες ομάδες να αντιμετωπίζουν το διαφορετικό ως ακριβώς αυτό: απλώς διαφορετικό. Επίσης, ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπίζουν τους θεσμούς των άλλων ως ούτε κατώτερους ούτε ανώτερους αλλά απλώς ως διαφορετικούς. Η συνάντηση μίας κοινωνίας με άλλες συνήθως ανοίγει τον δρόμο για τρεις πιθανές εκτιμήσεις: οι άλλοι είναι ανώτεροι από εμάς είναι ίσοι ή είναι κατώτεροι. Αν δεχτούμε ότι είναι ανώτεροι, οφείλουμε να απαρνηθούμε τους θεσμούς μας και να υιοθετήσουμε τους δικούς τους. Αν είναι ίσοι θα μας ήταν αδιάφορο αν οι άλλοι είναι χριστιανοί ή ειδωλολάτρες. Οι δύο αυτές πιθανότητες είναι απαράδεκτες. Διότι αμφότερες προϋποθέτουν ότι το άτομο πρέπει να εγκαταλείψει τα σημεία αναφοράς του ή τουλάχιστον να τα θέσει υπό αμφισβήτηση.
Δεν απομένει λοιπόν παρά η τρίτη πιθανότητα: οι άλλοι είναι κατώτεροι. Αυτό βεβαίως αποκλείει την πιθανότητα οι άλλοι να είναι ίσοι με εμάς, με την έννοια ότι οι θεσμοί τους απλώς δεν συγκρίνονται με τους δικούς μας. Ακόμη και στην περίπτωση «μη θρησκευτικών» πολιτισμών, μία τέτοια παραδοχή θα δημιουργούσε αναπάντητα ερωτηματική στο καθαρώς θεωρητικό επίπεδο: πώς αντιμετωπίζει κανείς κοινωνίες που δεν αναγνωρίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, επιβάλλουν στους πολίτες τους σκληρές ποινές ή έχουν απαράδεκτα έθιμα;
Ο δρόμος προς την αναγνώριση του διαφορετικού αρχίζει στο ίδιο σημείο και έχει τα ίδια κίνητρα με την αμφισβήτηση των δεδομένων θεσμών της κοινωνίας, την απελευθέρωση των σκέψεων και των πράξεων, εν ολίγοις τη γέννηση της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας. Εδώ μπαίνει κανείς σε πειρασμό να πει ότι το άνοιγμα της σκέψης και ο μερικός και σχετικός εκδημοκρατισμός των πολιτικών καθεστώτων της Δύσης συνοδεύτηκαν από την παρακμή του σωβινισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Ωστόσο, δεν μπορούμε να δεχτούμε αυτή την ιδέα χωρίς να θέσουμε ισχυρούς περιορισμούς. Αρκεί να σκεφτούμε με πόσο ακραία επιθετικότητα επανεμφανίστηκε ο εθνικισμός, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός τον 20ό αιώνα σε χώρες «ανεπτυγμένες» και «δημοκρατικές».
Όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι εδώ αφορούν τον αποκλεισμό του άλλου. Δεν αρκούν για να “εξηγήσουμε» γιατί αυτός ο αποκλεισμός γίνεται διάκριση, περιφρόνηση, απομόνωση, και τελικά μίσος, λύσσα και δολοφονική τρέλα. Δεν πιστεύω όμως ότι μπορεί να υπάρξει γενική «εξήγηση».
Μπορώ μόνο να αναφέρω έναν παράγοντα που αφορά τις μαζικές εκρήξεις εθνικού και ρατσιστικού μίσους στη σύγχρονη εποχή. Η κατάρρευση, στις καπιταλιστικές κοινωνίες, σχεδόν όλων των αρχών είχε ως επίπτωση τη συσπείρωση για λόγους ταύτισης γύρω από τη «θρησκεία», το «έθνος» ή τη «ράτσα» και όξυνε το μίσος προς τους ξένους. Η κατάσταση δεν είναι διαφορετική στις μη ευρωπαϊκές κοινωνίες που υφίστανται το σοκ της εισβολής του μοντέρνου τρόπου ζωής, άρα και την κονιοποίηση των παραδοσιακών σημείων αναφοράς με τα οποία ταυτίζονται τα άτομα. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση του θρησκευτικού και/ή εθνικού φανατισμού.
Μία τελευταία παρατήρηση που αφορά τον ρατσισμό. Το κύριο και καθοριστικό χαρακτηριστικό του ρατσισμού είναι η «απαραίτητη μη μετατρεψιμότητα» του άλλου. Ο θρησκευτικά μισαλλόδοξος δέχεται με χαρά τον προσηλυτισμό των απίστων ο «λογικά» εθνικιστής χαίρεται όταν ξένα εδάφη προσαρτώνται στη χώρα του και οι κάτοικοι τους «αφομοιώνονται» Δεν είναι όμως τέτοια η περίπτωση του ρατσιστή. Οι γερμανοί εβραίοι θα ήθελαν να παραμείνουν πολίτες του Τρίτου Ράιχ· αλλά οι ναζιστές ούτε να το ακούσουν.
Ακριβώς γιατί στην περίπτωση του ρατσισμού το αντικείμενο του μίσους πρέπει να είναι «μη μετατρέψιμο». Γι’ αυτό ο ρατσιστής επικαλείται ή εφευρίσκει δήθεν φυσικά (βιολογικά), άρα μη μετατρέψιμα, χαρακτηριστικά του αντικειμένου του μίσους του: το χρώμα του δέρματος του, τα διακριτικά γνωρίσματα του προσώπου του. Τέλος, θα ήταν απολύτως δικαιολογημένο να συνδέσουμε αυτή την ακραία μορφή του μίσους προς τον άλλο με το πιο σκοτεινό, πιο άγνωστο και πιο συγκρατημένο είδος μίσους: το μίσος προς τον εαυτό μας.
Η αυτονομία, δηλαδή η πλήρης δημοκρατία, και η αποδοχή του άλλου δεν αποτελούν φυσική ανθρώπινη κλίση. Αμφότερες συναντούν τεράστια εμπόδια. Γνωρίζουμε από την ιστορία ότι ο αγώνας για τη δημοκρατία είχε μέχρι σήμερα οριακά μεγαλύτερη επιτυχία από τον αγώνα κατά του σωβινισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Αλλά για όσους είναι στρατευμένοι στο μοναδικό πολιτικό πλάνο που χρήζει υπεράσπισης, το πλάνο της οικουμενικής ελευθερίας, ο μοναδικός ανοικτός δρόμος είναι η συνέχιση του αγώνα κόντρα στο ρεύμα.
ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΑΙΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΑΝΤΙΡΑΤΣΙΣΤΙΚΟΥ/ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ, ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 30/5, ΣΤΟ ΤΖΑΜΙ ΣΤΙΣ 21:00
Θα προβληθεί η ταινία ”Η Υπόσχεση” (La promesse) των Zαν-Πιέρ και Λικ Νταρντέν (Jean-Pierre and Luc Dardenne) και θα ακολουθήσει συζήτηση με θέμα την έξαρση του ρατσισμού στην ελληνική κοινωνία και την εγκληματική δράση των νεοναζιστών.
Το Άουσβιτς-Μπίρκεναου κατέληξε να συμβολίζει τη θηριωδία των ναζί, και τον περασμένο μήνα έγιναν επιμνημόσυνες εκδηλώσεις σε διεθνές επίπεδο για την 60ή επέτειο της απελευθέρωσής του. Ωστόσο, οι ιστορικοί είναι ακόμα διχασμένοι σχετικά με το μήνυμα του Ολοκαυτώματος, στο πλαίσιο της εξέλιξης του δυτικού πολιτισμού.
του EnzoTraverso*
Η εξόντωση των Εβραίων της Ευρώπης αποτέλεσε την επιτομή του απόλυτου Κακού κατά την άποψή μας σχετικά με την ιστορία του 20ού αιώνα. Ορισμένοι ιστορικοί θεωρούν ότι η μνήμη του Ολοκαυτώματος έγινε μια νέα πολιτική θρησκεία του δυτικού κόσμου, εκ του αντιθέτου μέτρο αξιολόγησης της νομιμότητας των δημοκρατικών θεσμών μας.
Ο καθένας θα συμφωνήσει ότι το Ολοκαύτωμα είναι μία μεγάλη, ανθρωπολογική και ηθική τομή στην ευρωπαϊκή ιστορία, αλλά δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς την ερμηνεία του φαινομένου. Ορισμένοι ιστορικοί τοποθετούν τη γένεσή του στον ριζοσπαστικό αντισημιτισμό του Χίτλερ, άλλοι στο πλαίσιο του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, και μερικοί στο πολύπλοκο, πολυκεντρικό και χαρισματικό σύστημα εξουσίας του ναζιστικού καθεστώτος. Μετά το τέλος του πολέμου, υπήρξε έντονη η τάση να αποκηρυχθεί ο Ναζισμός ως μία εκτροπή ενάντια στο δυτικό πολιτισμό, μία διαμετρική αντίθεση προς τις αξίες του Διαφωτισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αυτή η καθησυχαστική διάγνωση ήταν η βάση της κουλτούρας της Αντίστασης. Έτσι την είδαν κοινωνιολόγοι όπως ο Νόρμπερτ Ελίας, που θεώρησε την βία των ναζί ως σύμπτωμα μιας διαδικασίας κρίσης του πολιτισμού και φιλόσοφοι όπως ο Γιούργκεν Χάμπερμας, ο οποίος υποστήριξε ότι η Γερμανία εντάχθηκε στη Δύση μόνο μετά το Άουσβιτς (1).
Αυτή τη διάγνωση την επεξεργάστηκε και ο ιστορικός Φρανσουά Φυρέ, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και το τέλος του ψυχρού πολέμου. Ο Φυρέ ερμήνευσε το ναζισμό και τον κομμουνισμό ως συμμετρικές μορφές αντίδρασης ενάντια στην αναπόφευκτη έλευση μιας φιλελεύθερης πολιτικής τάξης (2). Υπ’ αυτή την έννοια, ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι διαμετρικά αντίθετος προς την ναζιστική βαρβαρότητα. Δεν υπάρχει σημείο επαφής, προσέγγισης ούτε και συνέχεια μεταξύ των δύο.
Είναι αλήθεια, φυσικά, ότι ο Ναζισμός έβαλε στόχο την καταστροφή της οικουμενικής έννοιας της ανθρωπότητας, που είχε προωθήσει ο Διαφωτισμός και είχε εκδηλωθεί με την Γαλλική Επανάσταση, και είναι επίσης αλήθεια ότι η έννοια αυτή διατηρήθηκε και διευρύνθηκε από τις σύγχρονες δημοκρατίες της Δύσης. (Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν σχετικά με τον τρόπο που αυτές διατήρησαν και διεύρυναν την έννοια αυτή, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός του άρθρου.)
Αυτή όμως είναι η μία όψη του προβλήματος. Υπάρχουν πολλά άλλα στοιχεία που συνδέουν την ιδεολογία του Ναζισμού και των μεθόδων του (κυριαρχία και εξόντωση) με την ιστορία της Δύσης. Παρά τις παθολογικές ιδιαιτερότητές τους, αποτελούν ωστόσο μέρος της ιστορικής ανάπτυξης της Δύσης.
Η πρώτη σύνδεση είναι ιδεολογική. Ο ναζισμός ανέτειλε στο κοινωνικοπολιτικό στερέωμα του γερμανικού εθνικισμού, ο οποίος διασταυρώθηκε με ιδεολογικά ρεύματα, που είχαν συνολικά ισχυρή παρουσία στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού : τη Φυλετική Ανθρωπολογία, που πρέσβευε την ιεράρχηση των ανθρωπίνων ομάδων με κυρίαρχους τους Αρίους, τον Κοινωνικό Δαρβινισμό, που περιείχε την ιδέα της φυσικής επιλογής του ικανότερου και την Ευγονική, με την αντιδραστική ουτοπία της, ενός τεχνητά δημιουργημένου ανθρώπινου είδους.
Ο σωτηριολογικός αντισημιτισμός του ναζισμού είδε την πάλη κατά των Εβραίων ως μία σταυροφορία ενάντια στο Κακό, που θα έδινε τη δυνατότητα στο γερμανικό έθνος να ελευθερωθεί από τον εσωτερικό εχθρό. Ωστόσο, δεν ήταν τίποτε άλλο από τη ριζοσπαστική έκφραση μιας ιδεολογίας και ευρέως διαδεδομένων μορφών κοινωνικής διάκρισης και δίωξης, που δεν αποτελούσαν σε καμιά περίπτωση γερμανικό μονοπώλιο πριν από τον Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η Φυλετική Ανθρωπολογία αντιπροσωπευόταν σταθερά στην Ιταλία με τον Τσέζαρε Λομπρόζο, ο Κοινωνικός Δαρβινισμός στην Αγγλία με τον Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας, η Ευγονική στις ΗΠΑ με τον Φράνσις Γκάλτον και ο αντισημιτισμός στη Γαλλία με τους Εντουάρ Ντρυμόν, Μορίς Μπαρές, Ζορζ Βασέρ ντε Λαπούζ και πολλούς άλλους.
Επιπλέον, ο παρωξυμένος εθνικισμός και ο βιολογικός ρατσισμός των ναζί ήταν στενά συνδεμένος με την κουλτούρα και την πρακτική του ιμπεριαλισμού, που είχε χαρακτηρίσει την Ευρώπη συνολικά, από τις αρχές του 19ου αιώνα. Η Γερμανία δεν είχε παίξει ηγετικό ρόλο σ’ αυτή την ανάπτυξη. Αντίθετα, υπήρξε όψιμος οπαδός, ενθουσιώδης μαθητής που ακολούθησε τις δύο μεγάλες αποικιοκρατικές δυνάμεις, τη Γαλλία και την Βρετανία. Η φυσική ανωτερότητα της λευκής φυλής και τα επίχειρά της, η εκπολιτιστική αποστολή της Ευρώπης στην Αφρική και την Ασία, η θεώρηση του πλανήτη πέραν της Ευρώπης ως μιας τεράστιας έκτασης που θα μπορούσε να αποικιστεί, η αντιμετώπιση των αποικιοκρατικών πολέμων ως συγκρούσεων, όπου ο εχθρός ήταν ο ντόπιος πληθυσμός και όχι ο στρατός των χωρών που ήταν να κατακτηθούν, η θεωρία ότι η εξόντωση κατώτερων φυλών ήταν αναπόφευκτη συνέπεια της προόδου, όλα αυτά τα βασικά στοιχεία της ναζιστικής ιδεολογίας αποτελούσαν κοινούς τόπους στον ευρωπαϊκό πολιτισμό του 19ου αιώνα.
Ο στόχος των ναζί να κατακτήσουν το Lebensraum (ζωτικό χώρο) για τη γερμανική φυλή στα ευρύτερα σλαβικά εδάφη της ανατολικής Ευρώπης ήταν ουσιαστικά μια μετάθεση στον Παλαιό Κόσμο του μοντέλου της αποικιοκρατικής κυριαρχίας, που είχαν προωθήσει άλλες μεγάλες δυνάμεις στην Αφρική και την Ασία για πάνω από ένα αιώνα. Από τη στιγμή που οι ναζί θεωρούσαν τους Εβραίους εχθρική φυλή, θερμοκήπιο του κομμουνισμού και ιθύνοντες του σοβιετικού κράτους, μια σταυροφορία εναντίον τους ταίριαζε, κατά τρόπο φυσικό με έναν κατακτητικό πόλεμο εξόντωσης στην Ανατολή. Στο πλαίσιο του μεγάλου σχεδίου του Χίτλερ, η κατάκτηση του Lebensraum, η καταστροφή της Σοβιετικής Ένωσης και η εξόντωση των Εβραίων ήταν συμπληρωματικοί μεταξύ τους στόχοι, που συνέκλιναν σε ένα ενιαίο πόλεμο (3).
Ο Ναζισμός ήταν επίσης προϊόν του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, του απόλυτου πολέμου, που αποτέλεσε πράγματι την εμπειρία-θεμέλιο του 20ού αιώνα. Σ’ αυτόν βρίσκονται οι ρίζες της βιομηχανικής εξόντωσης , ο θάνατος εκατομμυρίων ανωνύμων και η αυταρχικός μετασχηματισμός των ευρωπαϊκών κοινωνιών κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Όπως κατέδειξε πειστικά ο Τζορτζ Μόσε, ο Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος ήταν η αρχή μιας εξαχρείωσης της πολιτικής ζωής με αποκορύφωση τον Ναζισμό (4). Στο πλαίσιο των εμφυλίων πολέμων και των εξεγέρσεων που συντάραξαν τη Ρωσία, τη Γερμανία, την Ουγγαρία και την Ιταλία μεταξύ 1918 και 1923, ο φασισμός πρόβαλε σαν ένα τυπικά αντιδραστικό, εθνικιστικό και αντιδημοκρατικό κίνημα. Υπ’ αυτή την έννοια, ήταν πραγματικά απότοκος της αντεπανάστασης που επιχειρήθηκε στη διάρκεια του «μακρύ» 19ου αιώνα, ξεκινώντας από τη συμμαχία των Αντι-Ιακωβίνων του 1793 και φτάνοντας στις σφαγές που ακολούθησαν την ήττα της Κομμούνας του Παρισιού, το 1872.
Η αντεπανάσταση, όμως, του 20ού αιώνα δεν ήταν ούτε συντηρητική ούτε αμιγώς αντιδραστική. Μάλλον κατανοούσε τον εαυτό της ως επανάσταση ενάντια στην επανάσταση. Οι φασίστες δεν κοίταζαν προς το παρελθόν : επιδίωκαν την οικοδόμηση ενός καινούργιου κόσμου. Βρήκαν τρόπους να συνεργαστούν με τις πρώην ηγετικές ελίτ, μόνο τη στιγμή ανάληψης της εξουσίας. Οι ηγέτες τους δεν προέρχονταν από τις ελίτ εκείνες αλλά από τον κοινωνικό απόπατο ενός κόσμου που είχε περιπέσει σε σύγχυση. Ήταν εθνικιστές δημαγωγοί που είχαν αποστατήσει προς τα αριστερά, όπως ο Μουσολίνι, ή λούμπεν προλετάριοι, όπως ο Χίτλερ, οι οποίοι ανακάλυψαν το δημαγωγικό ταλέντο τους μέσα στο κλίμα που είχε δημιουργήσει η γερμανική Ήττα. Απευθύνθηκαν στις μάζες, τις οποίες κινητοποίησαν με επίκεντρο οπισθοδρομικούς μύθους περί έθνους, φυλετικής και πολεμικής κοινότητας και εσχατολογικών υποσχέσεων, όπως ο μύθος περί του Χιλιετούς Ράιχ.
Η εμπειρία του πολέμου δίδαξε στους Ναζί την ανάγκη να συνδυάσουν ορισμένες αξίες που είχε κληροδοτήσει ο 19ος αιώνας, όπως τον αγώνα κατά τον 19ο αιώνα ενάντια στον Διαφωτισμό με τον σύγχρονο ρατσισμό (επιστημονικό και βιολογικό), τη λατρεία της τεχνολογίας και την καλλιέργεια της δύναμης και της εργατικότητας. Ωστόσο, όπως έχει με έμφαση τονιστεί από μια πλατιά κοινωνιολογική φιλολογία τα τελευταία χρόνια, το νεωτερικό πνεύμα του ναζισμού έγκειται πάνω απ’ όλα στην πρακτική της εξόντωσης. Η γενοκτονία που επέβαλαν οι ναζί, είχε στηριχθεί στο κρατικό μονοπώλιο βίας, το οποίο ο Νόρμπερτ Ελίας, ακολουθώντας την ερμηνεία Τόμας Χομπς, είχε ερμηνεύσει μονόπλευρα ως κινητήρια δύναμη για την κοινωνική ειρήνευση και κατά συνέπεια για τον εκπολιτισμό. Πράγματι, το μονοπώλιο της ισχύος στις απαρχές του σύγχρονου κράτους ήταν εκ των ων ουκ άνευ όρος για τις ολοκληρωτικές γενοκτονίες και τη βία του 20ού αιώνα – κατά το το χομπσιανό τους υπόδειγμα.
Μια ανάλυση της λειτουργίας των στρατοπέδων θανάτου των ναζί αποδεικνύει τη στενή σχέση τους με τη δυτική νεωτερικότητα. Το Άουσβιτς σχεδιάστηκε με βάση την αρχή περί παραγωγικού ορθολογισμού του Τέιλορ, με το θάνατο ως τελικό προϊόν μιας «ορθολογιστικής» επεξεργασίας της πρώτης ύλης – τους εκτοπισμένους Εβραίους. Ήταν ένα εργοστάσιο μαζικής παραγωγής πτωμάτων, όπου η αλυσίδα παραγωγής ήταν: άφιξη των οχημάτων μεταφοράς, επιλογή, κατάσχεση κινητών περιουσιακών στοιχείων, απέκδυση, θάλαμος αερίων και κρεματόριο.
Αναπόφευκτα, τα στρατόπεδα εξόντωσης ενσωμάτωσαν την διοικητική ορθολογικότητα που περιγράφει ο Μαξ Βέμπερ στο έργο του Οικονομία και Κοινωνία : καταμερισμός εργασίας , ιεραρχική λήψη αποφάσεων, διαχωρισμός της διαμόρφωσης ιδεών από την πραγμάτωσή τους, γραφειοκρατική διοίκηση και απέκδυση κάθε ευθύνης.
Όπως ο Μορίς Παπόν στη δίκη του στο Μπορντό, κανείς από τους κατηγορούμενους της Νυρεμβέργης δεν δέχτηκε ότι ήταν ένοχος : όλοι είχαν απλώς ακολουθήσει εντολές. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αρμοδιότητές τους πήραν εγκληματική χροιά μόνο στο τέλος μιας πολύπλοκης ακολουθίας δραστηριοτήτων που, οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν γνώριζαν ή εύκολα είχαν αγνοήσει. Η Χάννα Άρεντ σημειώνει ότι ο ναζισμός γέννησε ένα νέο τύπο εκτελεστή, το γραφειοκράτη στην καρέκλα του, που σκότωνε συμπληρώνοντας έντυπα (5). Τελικά, η γενοκτονική γραμμή παραγωγής απαιτούσε από μέρους των πολλών εκτελεστών που ενέχονταν σ’ αυτήν αυτοέλεγχο των ενστίκτων όπως αυτά τα καθόρισε ο Φρόυντ και στη συνέχεια ο Ελίας τα ενέταξε στην ανάλυσή του για την διαδικασία εκπολιτισμού.
Η ιστορία του Ολοκαυτώματος έχει κι αυτή το μερίδιο της σε φανατισμό, μίσος και αχαλίνωτη βία, ειδικά σε σχέση με τις σφαγές από τους SS κομάντος και τα τάγματα αστυνομικών της Βέρμαχτ. Όμως η εν ψυχρώ βιομηχανική εξόντωση των Εβραίων στους θαλάμους αερίων είχε συλληφθεί ως μια διαδικασία που θα μπορούσε να πραγματωθεί χωρίς μίσος. Στηρίζεται περισσότερο στην έννοια του καθήκοντος που έχει ο εκτελεστής, ο οποίος κάνει τη δουλειά του αποτελεσματικά και απρόσωπα, χωρίς να αφήνει τα συναισθήματά του να παρέμβουν και αποφεύγει σχολαστικά οποιαδήποτε ερώτηση σχετικά με τον τελικό σκοπό της δουλειάς του.
Η σχέση του ναζισμού λοιπόν με το δυτικό νεωτερικό κόσμο είναι ουσιαστική για την κατανόηση της προέλευσής του ναζισμού και της ιστορίας της ναζιστικής βίας. Η φιλελεύθερη Ευρώπη του 19ου αιώνα – το επίκεντρο του ρατσισμού, του ιμπεριαλισμού και του αποικιοκρατικού πολέμου – ήταν το πολιτιστικό και ιδεολογικό εργαστήρι μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε ο ναζισμός. Αυτή η ανάπτυξη δεν ήταν αναπόφευκτη, τη στιγμή που χρειάστηκαν διάφορα ενδιάμεσα στάδια, από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο μέχρι την κρίση της δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Υπάρχει όμως μια καθαρή γραμμή καταγωγής. Ταυτόχρονα το Ολοκαύτωμα, καθώς έχουν τονίσει οι Μαξ Χορκχάιμερ και Θίοντορ Αντόρνο, μαρτυρεί ταυτόχρονα μια αρνητική διαλεκτική, όπου μια τεχνική και υλική πρόοδος μετασχηματίστηκε σε ανθρώπινη και κοινωνική οπισθοδρόμηση.
Το Άουσβιτς θα πρέπει να κατανοηθεί μέσα σ’ ένα πλατύτερο ιστορικό πλαίσιο από αυτό του ναζισμού, του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου ή των ολοκληρωτικών καθεστώτων του 20ού αιώνα. Δεν ήταν τόσο ένα φαινόμενο χωρίς προηγούμενο, όσο μια μοναδική σύνθεση στοιχείων δρώντων στον πολιτισμό μας. Παρ’ όλη την παθολογία των εκδηλώσεών του, ο ναζισμός είχε βαθιές ρίζες στην ιστορία, τον πολιτισμό και την τεχνολογία του νεωτερικού κόσμου, και στις σύγχρονες μορφές οργάνωσης, παραγωγής και κυριαρχίας.
—————————————————————————–
1) Norbert Elias, The Germans: Power Struggles and the Development of Habitus in the 19th and 20th Centuries, Polity Press, Cambridge, 1996; Jürgen Habermas, “Eine Art Schadensabwicklung” (A way of diminishing the damage), Die Zeit, Hamburg, 11 July 1986.
(2) François Furet, The Passing of an Illusion: the Idea of Communism in the 20th Century, University of Chicago Press, Chicago, 1999.
(3) Arno J Mayer, Why Did the Heavens Not Darken?: the Final Solution in History, Pantheon, New York, 1988.
(4) George L Mosse, Fallen Soldiers: Reshaping the Memory of the World Wars, Oxford University Press, Oxford, 1990.
(5) Hannah Arendt, Eichmann in Jerusalem: a Report on the Banality of Evil, Faber, London, 1963.
*Ο Enzo Traverso είναι Ιταλός ιστορικός, ο οποίος εδώ και αρκετά χρόνια ζει και δραστηριοποιείται στη Γαλλία. Διδάσκει στο τμήμα πολιτικών επιστήμων του πανεπιστημίου Jules Verne στο Picardy της Γαλλίας. Έχει ασχοληθεί εκτενώς με το ζήτημα του Ολοκαυτώματος και του ολοκληρωτισμού. Έχει συγγράψει αρκετά βιβλία ανάμεσα στα οποία τα The Origins of Nazi Violence, New Press, Νέα Υόρκη 2003 και Understanding the Nazi Genocide: Marxism after Auschwitz, Pluto Press, Λονδίνο, 1999. Δυστυχώς στα ελληνικά παραμένει αμετάφραστος.
Μετάφραση: Γιάννης Κ.