Tag Archives: Εθνικισμός-Φασισμός-Ρατσισμός

Η ελλάδα πρέπει να πεθάνει (για να επιζήσουμε εμείς…)

Αναδημοσίευση από: http://antifa-ngt.espivblogs.net/?page_id=372

[Κείμενο της ομάδας  Antifa Negative με θέμα την άνοδο του εθνικισμού στην ελλάδα, τις εμπειρίες και τις πολιτικές πρακτικές ενάντια σ’ αυτόν, για το περιοδικό της ομοσπονδίας ομάδων του Ums Ganze! στη γερμανία.]

Στα ελληνικά και διεθνή μέσα έχει υπάρξει μια αντιπαράθεση πρόσφατα για την άνοδο του εθνικισμού σε αυτό τον γεωγραφικό χώρο που ονομάζεται ‘ελλάδα’. Όντως, έχει υπάρξει μια άνοδος του εθνικισμού σε αυτό το γεωγραφικό σημείο των νότιων βαλκανίων, αλλά μας ανησυχεί το γεγονός πως οι αναλυτές κι όλοι αυτοί που λαμβάνουν μέρος στις σχετικές αντιπαραθέσεις… ξεκινούν να αναφέρονται στο ‘φαινόμενο’ μόλις λίγους μήνες πριν. Όπως και να ‘χει, εμείς εντοπίζουμε το ‘φαινόμενο της ανόδου του εθνικισμού’ στην ελλάδα, κάπου μεταξύ των δεκαετιών του 1820 και του 1830. Η υπερβολή είναι, βέβαια, κακός σύμβουλος, για αυτό κι η θέση μας αυτή πιστεύουμε ότι θα κερδίσει κάποιο πρεστίζ αν υπενθυμίσουμε στις αναγνώστριες και τους αναγνώστες μας πως ο ελληνικός εθνικός ύμνος δεν είναι παρά ένα ποίημα που εξυμνεί, αναλυτικά μάλιστα, τη μαζική σφαγή 30.000 μουσουλμάνων τούρκων και εβραίων κατά τη διάρκεια της λεγόμενης ‘άλωσης της Τριπολιτσάς’, σε αυτόν ακριβώς τον ίδιο γεωγραφικό χώρο, κατά τα χρόνια της λεγόμενης ‘απελευθέρωσης’ από τους τούρκους. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πολλά περισσότερα περιστατικά, σφαγές κτλ, όπου οι λεγόμενοι ‘έλληνες’ σκότωναν στο όνομα του ολοκαίνουργιου έθνους τους με στόχο να επεκτείνουν τα σύνορα τους συνήθως ή/και απλώς για την πλάκα, αλλά δεν έχουμε τόσο πολύ χώρο για αυτό το άρθρο. Ωστόσο, έχουμε ήδη ξεσκεπάσει έναν συγκεκριμένο τρόπο με βάση τον οποίο προσπαθούμε να δούμε τα πράγματα πολιτικά, δηλαδή εμπλέκοντας την ιστορία στις πολιτικές μας εκτιμήσεις, αναλύσεις και δραστηριότητες. Δίνουμε έμφαση σε αυτό γιατί δεν είναι σύνηθες στο γεωγραφικό αυτό χώρο όπου ζούμε. Μια κάποια απώλεια μνήμης, ή καλύτερα, μια επιλεκτική αμνησία είναι απαραίτητο εθνικό χαρακτηριστικό σε αυτή την χώρα είτε ασχολείσαι με την λεγόμενη κεντρική πολιτική σκηνή είτε με την ‘εναλλακτική/ανατρεπτική’.

Αυτός είναι ο βασικός λόγος που κάποιος σήμερα θα μιλούσε για άνοδο του εθνικισμού σήμερα. Εκτός αν πρόκειται, βέβαια, και περί βλακείας. Αυτός ή αυτή που ‘ανακαλύπτει’ σήμερα την συζήτηση για τον εθνικισμό, πρέπει να ‘χει ξεχάσει ή επιλέξει να ξεχάσει ότι ο εθνικισμός (κι ο φασισμός κι ο ρατσισμός) και η ελλάδα έχουν μακρά και περιπετειώδη σχέση εδώ και χρόνια… Φυσικά, η ένταση και η ποιότητα του πράγματος διαφέρει από εποχή σε εποχή. Και ως προς το δικό μας κομμάτι, σε αυτή τη μακρά και περιπετειώδη σχέση, πρέπει αναγκαστικά να εστιάσουμε στην τελευταία εικοσαετία ευτυχισμένης ελληνοζωής με στόχο να δώσουμε πιο συγκεκριμένες εικόνες του πως οι έλληνες απολαμβάνουν μέχρι και σήμερα την εθνική τους κοινότητα. Η εστίαση μας στα τελευταία είκοσι χρόνια σχετίζεται με σημαντικές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, μία από τις οποίες είναι και η μαζική ροή μεταναστών από την ανατολική ευρώπη – και κυρίως την αλβανία – κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου αλλά και μέχρι πρόσφατα, το κύριο σύνθημα στον ελληνικό δημόσιο λόγο ήταν το “οι έλληνες δεν είναι ρατσιστές”, ή, όπως εμφανιζόταν σε παραπλήσια εκδοχή, το “οι έλληνες δεν ήταν ρατσιστές, μέχρι που ήρθαν οι μετανάστες” (!). Έτσι, αν είναι να κατηγορηθούν κάποιοι για την άνοδο της ρατσιστικής βίας, αυτοί είναι οι μετανάστες οι ίδιοι, δηλαδή τα θύματα. Στην πραγματικότητα, η ελλάδα είναι μια χώρα όπου οι κοινωνικές, εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες είτε βίαια “εξελληνίστηκαν”, καταπιέστηκαν και απελάθηκαν, όποτε αυτό ήταν ευκταίο κι εφικτό, είτε εξοντώθηκαν, όπως έγινε με τους εβραίους (όπου το 86% των εβραίων εξοντώθηκε κατά το Ολοκαύτωμα με γερμανική φυσικά πρωτοβουλία αλλά και προς ελληνική ανακούφιση!). Οπότε, όταν οι αλβανοί, οι βούλγαροι και άλλοι ήρθαν στην ελλάδα, οι έλληνες είχαν ήδη μια μακρά εμπειρία σχέσεων με τον όποιον ‘Άλλο’, όπως εξάλλου και επανειλημμένα απέδειξαν, αλλά και ειδικότερα π.χ. στο αντι-αλβανικό πογκρόμ του 2004 (την 4η του Σεπτέμβρη), όπου μέσα σε κλιμάκωση μίας νύχτας δολοφονήθηκε τουλάχιστον ένας και τραυματίστηκαν πάνω από 300 σε διάφορες πόλεις της χώρας.

Οπότε, για άλλη μια φορά, ρατσισμός κι ελλάδα δεν είναι άγνωστοι μεταξύ αγνώστων.

Βέβαια, υπάρχει όντως μια αλλαγή από το 2008 κι έπειτα, αλλά αυτή η αλλαγή δεν θα έπρεπε να ονομαστεί ‘άνοδος του εθνικισμού’ μιας και ο όρος αυτός υπονοεί ότι ο εθνικισμός ‘αδρανούσε’ κατά τα προηγούμενα χρόνια. Οπότε, τα χρόνια μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, μπορούν να περιγραφούν αρχικά σαν ‘αντι-εξέγερση’. Μια ‘αντι-εξέγερση’ της οποίας το ιδεολογικό οπλοστάσιο φτιάχτηκε επίμονα κι επίπονα από αναλυτές του κράτους και δεξιούς καθηγητές πανεπιστημίου και αρθρογράφους της Καθημερινής οι οποίοι εξηγούσαν επί μακρόν πως η εξέγερση του Δεκέμβρη υπήρξε η όψιμη έκφραση μιας κυρίαρχης κουλτούρας ‘ανομίας’ και βίας, η οποία αποδιδόταν πάντως στην (δήθεν) ηγεμονία της αριστεράς ή σε πιο ακραίες περιπτώσεις, ακόμα και στην … οθωμανική-αντατολίτικη φύση της ελληνικής κοινωνίας και της παρεπόμενης άρνησης της να ‘εκμοντερνιστεί’! Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας το ίδιο είχε εσωτερικές εκλογές κατά την περίοδο αυτή, της δαιμόνιας ιδεολογικής ζύμωσης στα δεξιά (και τα ακροδεξιά), με τον Αντώνη Σαμαρά, έναν ακροδεξιό, να παίρνει τα ηνία του κόμματος κινητοποιώντας μάλιστα ένα άνευ προηγουμένου ποσοστό ψηφοφόρων του κόμματος του, πάνω σε μια ξεκάθαρα αντι-αριστερή αλλά κυρίως αντι-μεταναστευτική πολιτική ατζέντα. Αυτή η ίδια ατζέντα, σαρώνοντας όλα τα βραβεία εντός κρίσης, ήταν αρκετά πειστική και για τον φιλόξενο ελληνικό λαό, ώστε να κάνει τον Σαμαρά πρωθυπουργό λίγα χρόνια αργότερα, μόλις πέρυσι δηλαδή, της χώρας ολόκληρης. Την ίδια στιγμή, φίλοι του Αντώνη Σαμαρά απ’ τα παλιά, οι νεοναζί της χρυσής αυγής, κέρδιζαν πολιτική ορατότητα τόσο με την εκλογή του φύρερ τους στο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας το 2009, όσο και με την παρουσία τους στις λεγόμενες ‘επιτροπές κατοίκων’ σε διάφορα μέρη της Αθήνας.

Με έναν τέτοιο μηχανισμό στα σπάργανα και διεργασίες στα (ακρο)δεξιά, δεν ήταν δυνατόν να μείνει αχρείαστο το όπλο της ακροδεξιάς μπροστά στο σκανδαλώδες γεγονός ότι μετανάστες χωρίς χαρτιά, λυκειόπαιδα και χουλιγκάνια, αντί να κάθονται στα στέκια τους ο καθένας ξεχωριστά και να πίνει μπύρες, να βρίσκονται όλοι μαζί και να ρίχνουν επί έναν μήνα μολότοφ στην αστυνομία. Ούτε ήταν δυνατόν το ακροδεξιό χαρτί – πασπαλισμένο πια με αντι-ισλαμική σάλτσα (παλιά τους τέχνη κόσκινο!) – να μείνει αχρείαστο, όταν οι μουσουλμάνοι μετανάστες της Αθήνας έδειξαν ότι το σκίσιμο ενός Κορανιού ενός μετανάστη από έναν μπάτσο δεν θα έμενε αναπάντητο.

Ενάντια σε όλη αυτή την δηλητηριώδη ατμόσφαιρα, τον Μάρτιο του 2011, 300 μετανάστες από το Μαγκρέμπ προχώρησαν σε απεργία πείνας ζητώντας το εξωφρενικό για τα ελληνικά δεδομένα ρατσισμού, ρουφιανιάς και παρτακισμού: όχι μόνο νομιμοποίηση των ιδίων αλλα νομιμοποίηση όλων των μεταναστών στην ελλάδα! Όχι πολύ μετά την απεργία πείνας τους, η οποία δικαιώθηκε μόνον μερικώς – και σήμερα πια ο ένας μετά τον άλλον έχουν οδηγηθεί σε απελάσεις – ακολούθησε άλλη μια επίδειξη δύναμης από πλευράς ελλήνων με το πογκρόμ του Μάη του 2011 (επισήμως, ένας νεκρός και πολλές εκατοντάδες τραυματίες, ίσως και χιλιάδες κατά τη διάρκεια του μήνα Μάη στην πόλη της Αθήνας). Κατά τη διάρκεια του μήνα αυτού, οι φασίστες άρχισαν να στρατολογούν όλο και περισσότερους ρατσιστές στις γραμμές τους από τον όχλο που ζει στο κέντρο της Αθήνας. Το πογκρόμ αυτό στράφηκε επίσης κατά των μουσουλμάνων και, δευτερευόντως, αφρικανών μεταναστών του κέντρου – οι οποίοι ξεχωρίζονταν από όχλο και μπάτσους λόγω χρώματος δέρματος. Το “χτύπημα πακιστανών” έγινε μόδα και χωρίς κόστος, από γειτονιά σε γειτονιά. Η ελληνική αστυνομία βοηθούσε, όπου μπορούσε, τον όχλο και τις φασιστικές επιθέσεις βάζοντας περισσότερη πίεση σε αυτές τις κατηγορίες μεταναστών, είτε αυξάνοντας τους ελέγχους στους δρόμους του κέντρου είτε χτυπώντας μικροπωλητές μετανάστες σε διάφορα σημεία (πέριξ της Αχαρνών), περιορίζοντας τους μικροπωλητές όλο και περισσότερο στις ακαδημαϊκές σχολές της Νομικής και της ΑΣΟΕΕ (όλοι οι υπόλοιποι αναγκάζονταν να δουλεύουν περπατώντας και όχι με κάποια σταθερή βάση). Πρέπει, τέλος, να αναφερθεί, επίσης, ότι αυτές οι επιθέσεις του όχλου, δεκάδες εκ των οποίων καταφέρθηκαν με μαχαίρι, έλαβαν χώρα σε χρόνο παράλληλο με το ‘ένδοξο κίνημα’ των αγανακτισμένων της πλατείας συντάγματος – ένα χιλιόμετρο το πολύ μακριά από τον τόπο του συνεχούς, μηνιαίου πογκρόμ – χωρίς βέβαια το ένα (ένδοξο) γεγονός να εμποδίζει ή να παρενοχλεί το άλλο (άδοξο) γεγονός. Οι αγανακτισμένοι δούλεψαν και δούλεψαν για το πλήρες μεταξύ τους αποχάζεμα και επί ένα χρόνο τριβέλισαν το μυαλό διάφορων φαντασιόπληκτων και λαοκαυλωμένων αλλά δυστυχώς και τα δικά μας μυαλά με τις εθνικόφρονες μαλακίες τους (άμεση δημοκρατία – εθνική ανεξαρτησία – αλήτες προδότες πολιτικοί και λοιπές μούφες ήταν από αυτά τα συνθήματα που κυριάρχησαν στην μεγάλη πλατεία της Αθήνας που θύμιζε ΘΥΡΑ 4 … αλλά με τη διαφορά ότι είχε κι ένα ποτάμι ελληνικές σημαίες αγκαζέ. Plus κάτι μούτζες και κάτι κατσαρόλες.).

Αλλά τόση ζύμωση δεν πήγε αμανάτι. Οι εθνικοί ορισμοί και αυτοπροσδιορισμοί εντός της κρίσης δεν πήγαν χαμένοι. Μπορεί κανείς να κατηγορήσει τους έλληνες για διάφορα, αλλά για το ότι δεν είναι έντιμοι με τα είδωλα και τις πρωτοπορίες τους, δεν μπορεί! Έτσι, η πρωτοπορία της χρυσής αυγής, για τη συμμετοχή της στο πογκρόμ του 2011 ανταμείφθηκε εκλογικά, έναν χρόνο αργότερα (στις εκλογές Μάη-Ιούνη 2012) με ένα γενναίο 7%. Για όσες/ους δεν κατάλαβαν, λέμε κάτι απλό, αν και δύσκολα αποδεκτό από τον λεγόμενο ριζοσπαστικό χώρο στην ελλάδα, ότι η χρυσή αυγή κεφαλαιοποίησε το ακτιβιστικό της δυναμικό και τις δραστηριότητες της τα τελευταία 3-4 χρόνια ιδιαίτερα (με αφετηρία τον νοέμβρη του 2008 την εμφάνιση στον άγιο παντελεήμονα και μέχρι το πογκρόμ του Μάη 2011 και πιο πέρα βέβαια). Βέβαια, δεν λέμε ότι αυτό είναι αρκετό για να κατανοήσει κανείς ρατσισμό και εθνικισμό ελληνικής κοπής! Κι εδώ υποψιαζόμαστε ακόμα περισσότερο διαφωνούμε με την ελληνική αριστερά κι αναρχία. Γιατί εμείς λέμε ότι όλοι οι υπόλοιποι – πλην, δηλαδή, του πρωτοπόρου και γενναίου 7% που είναι ένα μικρό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας το οποίο ακολουθεί τη σβάστικα – συνεχίζουν να διατηρούν την πίστη τους και να βρίσκουν στοργή στις ζεστές εθνικές αγκάλες των λεγόμενων παραδοσιακών κομμάτων. Επιπλέον, μην ξεχνάμε πως εκτός του μισού εκατομμυρίου ψήφων των νεοναζί, άλλο μισό εκατομμύριο τσίμπησαν και οι ‘ανεξάρτητοι έλληνες’, ένα κόμμα που ιδρύθηκε εξάλλου λίγο πριν τις εκλογές του 2012 και η ατζέντα του ήταν τουλάχιστον ακροδεξιά: εθνική ανεξαρτησία – εθνική ασφάλεια – ‘μεταναστευτικό’.

Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς απ’ όσα γράψαμε παραπάνω, η ελληνική εμπειρία είναι μοναδική! Επειδή μας ζητήθηκε για αυτό το άρθρο να δώσουμε και εμπειρίες, σκεφτήκαμε να μοιραστούμε με αναγνώστριες και αναγνώστες κάποιες μίνι συμβουλές για όποια/ον σκοπεύει να έρθει ελλάδα σε κάποια φάση στο άμεσο μέλλον. Οπότε, αν κάποιος από τη γερμανία θέλει να κάνει την καθημερινή τουρ κόλασης, θα του συνιστούσαμε να αποφύγει προσωρινά τα Εξάρχεια και, αντιθέτως, να επισκεφτεί περπατώντας την ευρύτερη περιοχή, μεταξύ οδού Λιοσίων και οδού Πατησίων και από πλατεία Ομόνοιας μέχρι Άνω Πατήσια μεριά. Εκεί, ένας επισκέπτης μπορεί να δει συχνά, σε αυτή την μεγάλη περιοχή που ζουν αρκετοί μετανάστες, αναρίθμητες αστυνομικές περιπολίες (στην Αχαρνών μάλιστα τον Μάη του 2011 είχαμε παρατηρήσει μάλιστα ότι αστυνομικό όχημα περνούσε ανά 15 δευτερόλεπτα!) και χιλιάδες φυσικά μετανάστες αναγκασμένους να ζουν στις πιο εξευτελιστικές συνθήκες και σε καθεστώς φόβου συνήθως λόγω μπάτσων και μερικές φορές και του ελληνικού όχλου. Αυτή η “κατάσταση πολέμου” θα επηρεάσει πιθανόν τον επισκέπτη από άλλες χώρες, αν γνωρίζει ελληνικά και μπει μάλιστα σε ένα λεωφορείο του κέντρου. Εκεί, κάποιος μπορεί να παρατηρήσει ένα σύγχρονο άπαρτχαϊντ να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του, αυθόρμητο κιόλας (κι εκεί ακριβώς είναι η αξία του!), μιας και οι ‘μη-έλληνες μετανάστες’ επιβάτες συνήθως ενστικτωδώς θα στριμωχρούν στο πίσω μέρος των λεωφορείων ενώ το μπροστά μέρος μένει αυστηρά για έλληνες. Θα προσθέταμε, επίσης, ότι είναι αδύνατον να χρησιμοποιήσει γενικά μέσα μαζικής μεταφοράς ή ειδικότερα λεωφορεία, τα γνωστά “λεωφορεία του βόθρου” ή “λεωφορεία του μίσους” χωρίς να ακούσει συζητήσεις μεταξύ ελλήνων γύρω από την αναγκαιότητα του “να γυρίσουν πίσω (σ.σ. οι μετανάστες)” ή “να πάνε στις χώρες τους” κι άλλες ευγενείς ταξιδιωτικές οδηγίες. Καμιά φορά, βέβαια, για να μην αδικεί κανείς την πρωτεύουσα του ευρωπαϊκού ριζοσπαστισμού, τα Εξάρχεια, ο επισκέπτης μπορεί να αδράξει την ευκαιρία της εμπειρίας κάποιου κυνηγιού ξένων, μερικές φορές Αφρικανών, μα πιο συχνά Αλβανών στα Εξάρχεια. Το κόλπο εκεί είναι – μιας και ήδη μπορεί πολλοί/ες που διαβάζετε αυτές τις γραμμές να παραξενεύεστε! – ότι η ατζέντα του κυνηγιού ξένων γίνεται συμβατή με την αναρχική ιδεολογία και πρακτική όταν οι αναρχικοί αποκαλούν τους “Αλβανούς” ως “ναρκο-μαφία” ή και σε συζητήσεις αμιγώς μεταξύ ελλήνων ακόμη και “αλβανική μαφία”. Τότε δικαιολογείται και το ξύλο και το κυνήγι. Αλλά και ο θάνατος μετανάστη, όπως έχει γίνει μάλιστα. Γιατί ως γνωστόν οι μαφίες είναι μαφίες και οι αναρχικοί πιστοί στο νόμο και την τάξη. Όλη αυτή η συνεχής επανάσταση του ελληνικού όχλου φυσικά δεν μας επηρεάζει μόνο συναισθηματικά αλλά και πολύ υλικά μάλιστα. Μόνο ένα παράδειγμα, το σημαντικότερο, μιας και αυτή η ομάδα έχει μετανάστες δεύτερης γεννιάς, είναι ότι βέβαια η ελληνική ιθαγένεια για μπόλικους από εμάς γίνεται ακόμα πιο μακρινό ενδεχόμενο και η παρανομία της ύπαρξης μας όλο και πιο κοντινό, για άλλη μια φορά, μιας και ο μόνος ανεκτός, ούτε καν καλός, νόμος για την ιθαγένεια, που υπήρχε, καταργήθηκε κι αυτός από τον Αντώνη Σαμαρά, τους φίλους του και τους ψηφοφόρους του, εξαφανίζοντας μαζί του και τα ελάχιστα ψίχουλα που μας έδινε το ελληνικό κράτος σαν αντάλλαγμα για το ότι μας έχει διαλύσει τη ζωή.

Ως αντίδοτο στις δηλητηριώδεις αυτές εμπειρίες, πρέπει και μπορεί να λειτουργήσουν οι συναντήσεις μας και οι λίγες και μικρές έμπρακτες μας απαντήσεις στην ελληνική βία. Φυσικά, σε ένα τέτοιο περιβάλλον όπου ο ριζοσπαστικός χώρος είναι συμβατός με ρατσιστικά στερεότυπα και επιθέσεις σε ξένους, οι πολιτικές μας συμμαχίες έχουν όλο και μικρότερα περιθώρια ύπαρξης, όχι επειδή εμείς έχουμε αλλάξει ή ανεβάσει τα στάνταρ μας ψηλά αλλά δυστυχώς επειδή ακόμη και έμπρακτα αντιφασίστες έχουν βρεθεί στη θέση να ανακαλύπτουν λόγους να νιώθουν συμπάθεια για τους φτωχούς έλληνες που δεν μπορούν να αγοράσουν ένα δεύτερο ποτό ή κι ένα δεύτερο αμάξι, και δήθεν έτσι πάνε και … ψηφίζουν τους νεοναζί ή λόγω αυτού δήθεν πάνε και μαχαιρώνουν μετανάστες. Ξέρετε, δεν είναι εύκολο να συμμαχείς με κάποιους που νιώθουν συμπάθεια για τα κοινωνικά στρώματα που πάνε και ψηφίζουν τους νεοναζί, οι οποίοι έπειτα έρχονται να σε μαχαιρώσουν. Πρέπει να ‘σαι έλληνας για να το κάνεις αυτό. Ή ακόμα και ‘γερμανός αλληλέγγυος στους ελληνες’ όπως έχουμε πει και παλιότερα με αφορμή τις διαδηλώσεις Μ31 και την απόπειρα φολκλόρ εξιδανίκευσης ενός όχλου με πατριωτικές μολότοφ και αντισημιτικές αντιλήψεις, δηλαδή τους έλληνες αγανακτισμένους και τους αντιεξουσιαστές φίλους τους. Οπότε, τι περιθώριο απομεει για πολιτική δράση σε αυτές τις αποκαρδιωτικές περιστάσεις; Λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη πολιτική μας μοναξιά δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες πολιτική παρέμβαση. Μόνοι και μόνες μας κυρίως προσπαθούμε βέβαια να κάνουμε κάποια πράγματα, όπως το να αναπτύξουμε τη συνείδηση μας γύρω από θέματα ρατσισμού κι αντισημιτισμού. Και για αυτό το το λόγο έχουμε διοργανώσει μια σειρά τεσσάρων δημόσιων εκδηλώσεων πάνω σε αυτά τα θέματα. από πέρυσι τον Ιούνιο του 2012 και μέχρι σήμερα, έχουμε βγάλει κάποιες χιλιάδες αφίσες για το κέντρο της πόλης κι άλλων γειτονιών και προσπαθούμε να απευθύνουμε τον αντιφασισμό μας κυρίως σε δεύτερης γεννιάς μετανάστες επειδή αισθανόμαστε ότι πρέπει να μοιραζόμαστε περισσότερα μαζί τους, και γνωρίζουμε ότι ο ‘αντιφασισμός’ τους είναι πιο ‘αυθεντικός’ επειδή προέρχεται από ανάγκη/επιβίωση κι όχι από λόγους πολιτικού ανταγωνισμού με τους έλληνες φασίστες, οτιδήποτε κι αν μπορεί να σημαίνει αυτό. Στην πολιτική μας ατζέντα, επίσης, προσπαθούμε να προωθούμε ζητήματα φεμινιστικής πολιτικής και ενάντια στον ετεροσεξισμό, ειδικά όταν τέτοιες κριτικές μπορούν να συσχετισθούν με τον σύγχρονο αντιφασισμό και αντιεθνικισμό, π.χ. ενθαρρύνουμε μια φεμινιστική προοπτική όπως αυτή αντιτίθεται σε μια κυρίαρχη “μάτσο αντιφά” κουλτούρα, είτε εκδίδοντας κείμενα σχετικά επί του θέματος είτε προωθώντας την δημιουργία πολιτικών σχημάτων που δουλεύουν μια πιο συμπαγή συνάρθρωση των έμφυλων και εθνικών εξουσιών. Όπως μπορεί να έχετε ήδη μαντέψει, έχουμε εδώ και καιρό σταματήσει να σπαταλάμε τον χρόνο μας με την προσπάθεια “να αλλάξουμε τα μυαλά και τις καρδιές” όσων αισθάνονται έλληνες, εντός ή εκτός ‘χώρου’, για αυτό και δίπλα στο λόγκο της ομάδας μας υπάρχει πια και το ‘αυστηρώς ακατάλληλο για έλληνες!’

Antifa Negative, February 2013

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΠΑΡΕΛΑΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΥΓΙΕΙΝΕΣ

apa

 

(Προκήρυξη που μοιράστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’80) 

Ανεβασμένη στην εξέδρα, για να κρύψει με το ύψος την ασημαντότητά της, η επίσημη μούχλα (νομάρχες, δήμαρχοι, στρατηγοί, παπάδες) καταδέχεται να χαιρετήσει πότε πότε βαρυεστημένα αυτούς πού περνούν μπροστά της υποχρεωμένοι από τους μπράβους της (δασκάλους κι επιλοχίες) ν’ απονείμουν τιμές στρίβοντας το κεφάλι.

Ο κόσμος στριμωγμένος στην άκρη, πίσω από τα κορδόνια των χωροφυλάκων, περιορισμένος στο ρόλο του θεατή, χωρίς πρωτοβουλία, να βλέπει ένα θέαμα οργανωμένο από τους οργανωτές της καθημερινής καταπίεσης.

Να βλέπει τα παιδί του, τους έφηβους των 13 και τα παιδιά των 6 χρονών υποχρεωμένα να περπατούν στη γραμμή, σα μηχανές χωρίς σκέψη ή αισθήματα, στο φριχτό ρυθμό των ταμπούρλων, με το σώμα τους κλεμμένο από την εξουσία, ηθοποιοί σ’ ένα ρόλο σκηνοθετημένο από κακόγουστο σκηνοθέτη.

Να βλέπει να παρελαύνουν κορδωμένα αδιάντροπα τα σώματα ασφάλειας, αυτοί που τον έσφαξαν το ‘45 και το ‘73 και θα τα ξανακάνουν το ‘83 ή το ‘90 και που εν τω μεταξύ χτυπούν σε κάθε του ενέργεια: συγκέντρωση, πορεία, απεργία, αγροτικό συλλαλητήριο.

Ν’ ακούει το μεγάφωνο να ξερνάει ηλιθιότητες για μας τους Έλληνες, το πιο γενναίο λαό του κόσμου, ενώ ένα άλλο μεγάφωνο στη Τουρκία λέει για τους Τούρκους το πιο γενναίο λαό του κόσμου, κι άλλα μεγάφωνα στην Αγγλία, Βουλγαρία, Αίγυπτο. Ταϋλάνδη, λένε για τους γενναίους Άγγλους. Βούλγαρους, Αιγύπτιος. Ταϋλανδούς. έτσι που κάποτε όλοι εμείς οι γενναίοι να βγάλουμε τα μάτια μας με γενναιότητα.

Με σημαιοστολισμένο υποχρεωτικά τα σπίτι και το μαγαζί του με την ίδια σημαία πού κυματίζει πάνω από φυλακές και στρατόπεδα κι αστυνομικά τμήματα, έτσι που κάθε σπίτι να γίνεται λίγο φυλακή και στρατόπεδο κι αστυνομικό τμήμα.

Για περάστε λοιπόν. Τα κράτος προσφέρει στους υπηκόους του θέαμα για να εκτονωθούν με ταρατατζούμ και ζήτω, να ξεχάσουν την άχαρη δουλειά και τις τιμές πού ανεβαίνουν και να ξαναπάνε αύριο ανανεωμένοι να δουλέψουν για τ’ αφεντικά τους. Και καλού-κακού τους δείχνει τα πολυβόλα και τα τανκς για να ξέρουν τι έχουν να αντιμετωπίσουν αν διαμαρτυρηθούν.

Η παγίδα έχει στηθεί: Πάμε στη παρέλαση να καμαρώσουμε το φίλο, τη φίλη, το γιο, τη κόρη. Ο φίλος κι η φίλη από τη μεριά του αρχίζει να καμαρώνει λίγο κι αυτός, πέφτωντας έτσι στα λούκι. Και πέφτει ακόμα πιο πολύ όταν φροντίζει να περάσει με άψογο βήμα μπροστά από τους επίσημους δίνοντας έτσι άξια σ’ αυτούς πού δεν έχουν.

Ή παγίδα έχει στηθεί: Είμαστε όλοι Έλληνες, έθνος ηρωικό κι αγαπημένο, όλοι μαζί, αφεντικά κι εργάτες, αξιωματικοί και φαντάροι, χωροφύλακες και πολίτες, υπουργοί και ψηφοφόροι, πολεμήσαμε τους κακούς Τούρκους το ‘21 και θα το ξανακάνουμε αν χρειαστεί.

Να όμως που κάπου κολλάει το κόλπο

Μερικοί γιουχάρουν όταν περνάει η αστυνομία, κάθε χρόνο και πιο πολλοί μαθητές το σκάνε από τη παράταξη, κάθε χρόνο και λιγότεροι έρχονται να δουν αυτό το σωβινιστικό τσίρκο.

Γιατί το παραμύθι έχει παλιώσει πια. Το ‘73-‘75, χρονιά απεργών, διαδηλώσεων, συγκρούσεων, διεκδικήσεων, η εξουσία τρομαγμένη έβγαλε από τη ναφθαλίνη το τούρκικο κίνδυνο, μας έδειξε το μπαμπούλα, μας κάλεσε σε εθνική ενότητα και κατάφερε να ξεπεράσει τη κρίση. Το ίδιο έκανε και το ‘65. Το ίδιο θα κάμει και στο μέλλον. Προς το παρόν συντηρεί με παρελάσεις το μικρόβιο του εθνικισμού.

Αυτοί πού σε μια νέα και δυνατότερη επίθεση ενάντια στο κράτος έχουν να χάσουν τα πάντα και τίποτα να κερδίσουν, ξέρουν, (μια που παίζεται το τομάρι τους), ότι αργά ή γρήγορα αυτή η επίθεση θα γίνει, από αυτούς που δεν έχουν τίποτα να χύσουν, ενώ έχουν να κερδίσουν τα πάντα.

Ξέρουν πως αύριο ο κόσμος που σήμερα παρακολουθεί το θέαμα από τα πεζοδρόμια, θα ξεχυθεί στο δρόμο ζητώντας αυτό που του ανήκει.

Τότε ακριβώς (τι σύμπτωση) κάτι θ’ αρχίσουν να γράφουν οι φυλλάδες τους για –«τούρκικες προκλήσεις» κάτι θ’ αρχίσει να παραμιλάει το χαζοκούτι τους, για «παραβιάσεις του εναερίου χώρου», για «τεταμένες εξωτερικές σχίσεις», για «ανάγκη εθνικής ενότητας εν όψει του εθνικού κίνδυνου».

Τι σημαίνει όμως έθνος:

Μήπως είναι μια έννοια που έχει άκοπα να κρύψει τις πραγματικές ταξικές διαφορές και να δημιουργήσει ψεύτικες διαφορές ανάμεσα στους λαούς;

Τι κοινό έχουμε μ’ αυτούς πού ζουν σε βάρος μας;

Και τι έχουμε να χωρίσουμε με τους Τούρκους εργαζομένους που αυτή τη στιγμή φυλακίζουν κι εξοντώνουν οι δολοφόνοι της Τουρκικής στρατιωτικής χούντας με την ευγενική ανοχή όλων των κυβερνήσεων του κόσμου;

Οι επαναστάτες του ‘21 ξεσηκώθηκαν εναντία στο Σουλτάνο, τον αγά, το γενίτσαρο, το χαράτσι. Έχουμε και σήμερα από τα ίδια: Σήμερα σουλτάνος είναι το κράτος., αγάς το αφεντικό, γενίτσαρος τα Μ.Α.Τ., χαράτσι οι φόροι. Και μουτήδες όσοι λένε «τίποτα δεν αλλάζει» – «δεν μπορείς να τα βάλεις μ’ αυτούς» – «γλύψε για να προκόψεις».

Μετά το ‘21, οι φτωχοί αγρότες πού νίκησαν το σουλτάνο βρέθηκαν με νέο εκμεταλλευτή στη πλάτη τους. Τους τσιφλικάδες, τους αστούς, τη βασιλική αυλή. Και τα νέα αφεντικά για να στερεώσουν τη θέση τους φρόντισαν πρώτα απ’ όλα να φτιάξουν δικό τους στρατό από μισθοφόρους κι αστυνομία για να εξοντώσουν αυτούς πού τους ανέβασαν στην εξουσία.

Γνήσια εγγόνια αυτών των αφεντικών είναι και τα σημερινά.

Αυτοί που μας λένε παχιά λόγια για την υπεράσπιση της πατρίδας, ενώ οι ίδιοι κάνουν χοντρές κομπίνες με τις πολυεθνικές, έχουν σε ελβετικές τράπεζες τα κλεμμένα τους, έχουν ξένες σημαίες στους σκυλοπνίχτες τους.

Όμως ο εχθρός δε βρίσκεται έξω από τα σύνορα.

Είναι εδώ, στα υπουργεία, στα στρατιωτικά επιτελεία, στις διευθύνσεις των εργοστασίων, των τραπεζών, των εφημερίδων, σε κάθε διεύθυνση.

Αυτά τα τανκς που παρελαύνουν δεν είναι δικά μας.

Είναι δικά τους.

Δεν είναι για να χτυπήσουν τους ξένους.

Είναι για να χτυπήσουν εμάς.

Αυτή η πατρίδα δεν είναι δικιά μας.

Αυτοί ανακηρύξανε πατρίδα την ιδιοχτησία τους, μας μάντρωσαν στα σύνορα σα ζώα σε κλουβιά.

Αυτά τα σύνορα δεν μας αφορούν.

Αυτή η παρέλαση δεν μας αφορά.

 

ΟΜΑΔΑ ΑΝΤΕΘΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΔΟΥΛΩΝ Ή Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΕΣΠΟΤΑΔΩΝ;

Το κείμενο που ακολουθεί υπήρξε πρωτοβουλία του αναρχικού Νίκου Μπαλλή, ο οποίος έχει φυγει εδώ και αρκετά χρόνια. Εκδόθηκε και κυκλοφόρησε, μάλλον, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (το Μάρτη του 1981 ή του 1982) ως ξεχωριστή μπροσούρα  από τις ομάδες που το υπογράφουν παρακάτω. Δημοσιεύτηκε σε πρώτη ηλεκτρονική εκδοση απο τον James Sotros (Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης) στο αθηναϊκό Indymedia.

 

(Οι Έλληνες αναμεταξύ των λέγουν, ότι τρεις είναι αι πληγαί του τόπου των, οι επίσκοποι (πρώτοι ούτοι), οι κοτζαμπάσηδες (δεύτεροι), και οι Τούρκοι τελευταίοι).  (WIL. GELL, “NARATIVE OF A JOURNEY IN THE MOREA”, LONDON 1823)

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ’21

Ντέρτι που τόχουν τα βουνά, παράπονο κι οι κάμποι

για δυό σουδενιωτόπουλα που σηκώθηκαν κλέφτες

τόνα το λένε Καγιαρτζή, τάλλο το λεν Μπακάλη

κι η μάνα του τού έλεγε κι η μάνα του τού λέει

– Δήμο μ’ για κάτσε φρόνιμα να γίνεις νοικοκύρης

για ν’ αποχτήσεις πρόβατα, για ν’ αποχτήσεις γίδια,

χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν.

– Μάννα μου εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης…

και νάμαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους.

 

Από τους επίσημους ιστορικούς μας και αυτούς της παραδοσιακής και μη αριστεράς ο αγώνας του ’21 παρουσιάζεται σαν αγώνας «υπέρ πίστεως και πατρίδος» (Παπαρηγόπουλος) μέχρι και «εθνικοανεξηρτησιακός» αγώνας, που, άντε να είχε και λίγο κοινωνικό χαρακτήρα ή σαν αστική επανάσταση.

Η 25η Μαρτίου έχει καταντήσει μια γιορτή, που χρησιμοποιείται από το κράτος σε μια προσπάθεια να οικειοποιηθεί και να εκμεταλευτεί το ’21. Εξωραίζει γνωστές φιγούρες της εκμεταλεύτριας τάξης της εποχής, ακριβώς επειδή υπάρχουν τα σημερινά αντίστοιχά τους, κι έτσι έχουμε: το παπά πού υψώνει το λάβαρο, τον αγωνιστή καλαμαρά (Φαναριώτη), την ηρωική πλοιοκτήτρια Μπουμπουλίνα, τους οργανωμένους αγωνιστές έμπορους και γουναράδες Φιλικούς, τους τσιφλικάδες προύχοντες που έκαναν, λέει, Εθνοσυνέλευση για να μεθοδεύσουν τον αγώνα. Κατά παραχώρηση, κοντά σ’ αυτά τα ιερά τέρατα αναφέρονται ο Μακρυγιάννης, ο Καραϊσκάκης, ο Διάκος κ.λ.π. Σαν φτωχός συγγενής δε παρουσιάζεται ο λαός.

Πέρα απ’ αυτά και εξαιτίας όλων αυτών, αν μας έλεγαν ξαφνικά «25 Μαρτίου», το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόμασταν θα ήταν οι σημαίες κι οι σημαιούλες, παρελάσεις γυμνασίων και στρατού, τριήμερος αργία μετ’ αποδοχών – κάθε άλλο παρά η επανάσταση του ’21.

« … άπας ο λαός, και ιερείς και στρατιωτικοί και πολιτικοί και ναυτικοί και έμποροι και λόγιοι και γεωργοί, πάντες ενί λόγω οι κάτοικοι, ώρμησαν ομοθυμαδόν εις τα όπλα, και ηγωνίσθησαν μετά θαυμαστής αφοσιώσεως και καρτερίας τον ιερόν υπέρ πίστεως και πατρίδος αγώνα». (Κ. Παπαρηγόπουλος)

Οι γεωργοί του Παπαρηγόπουλου – που καταδέχτηκε να τους τσοντάρει στο τέλος – είναι οι εξαθλιωμένοι κολήγοι, είναι αυτοί που ξεκίνησαν και σήκωσαν όλο το βάρος του αγώνα. Ο υπόλοιπος «άπας λαός» του τα είχε κάνει πλακάκια με τους Τούρκους και έγδερνε μαζί τους τούς γεωργούς – του. Υπήρχαν λοιπόν κοινωνικές τάξεις με συγκρουόμενα και ανταγωνιστικά συμφέροντα, εκμετάλευση – καταπίεση κι όχι άσπρο – μαύρο, βάρβαροι και πολιτισμένοι, μωαμεθανοί και χριστιανοί. τσάμικος και τσιφτετέλι.

Ο ΚΛΗΡΟΣ

Εγώ τον ζυγόν δεν τον γνωρίζω δυό ποθώ, και μα τας εικόνας,

τρώγω, πίνω, ψάλλω μ’ ευθυμία άσπρα πολλά και καλάς κοκώνας.

αυτή του τούρκου η τυραννία περί της Ελλάδος πού λέτε

εις εμέ είναι ζωή μακαρία, δεν με μέλει κι ας τυραννιέται

Αφού το ράσον τούτο φόρεσα μα αν βαστάζει χωρίς να στενάζει

πλέον τινά ζυγόν δεν εγνώρισα όλος τάς αμαρτίας εβγάζει.

 

Ο κλήρος στην τουρκοκρατία είχε μεγάλα προνόμια που τα είχε δώσει ο ίδιος ο Σουλτάνος, για να μπορεί μέσω του κλήρου να κυβερνάει (δηλαδή να ληστεύει), καλύτερα τους ραγιάδες. Είχε διοικητικές και δικαστικές αρμοδιότητες. Το πόσο περιζήτητη ήταν η θέση του πατριάρχη φαίνεται από το ότι ο Σουλτάνος έβγαζε σε πλειστηριασμό τον πατριαρχικό θρόνο, και οι υποψήφιοι πατριάρχες πλήρωναν πολλά λεφτά για να προτιμηθούν.

 μερικά παραδείγματα

1476 – Ο Συμεών Τραπεζούντιος έδωσε 1.000 φλουριά πεσκέσι στον σουλτάνο.

1572 – Ο Ιερεμίας 2.000 φλουριά και άλλες 2.000 στον διάδοχο Μουράτ.

1584 – Ο Παχώμιος Πατέστας ανέβασε το πεσκέσι σε 10.000 δουκάτο και έστειλε στην φυλακή τον προηγούμενο πατριάρχη.

1604 – Ο Λεόντιος Λαρίσης 10.000 άσπρα.

1755 – Ο Χίου Διονύσιος 6.000 άσπρα.

(Αθ. Υψηλάντη, «Τα μετά την άλωσιν»)

Ας δούμε τι λέει για τον κλήρο ένας συγγραφέας της εποχής

«…η Σύνοδος αγοράζει τον πατριαρχικόν θρόνον από τον οθωμανικόν αντιβασιλέα δια μίαν μεγάλη ποσότητα χρημάτων. Έπειτα τον πωλεί ούτινος δώσει περισσότερον κέρδος και τον αγοραστήν τον ονομάζει Πατριάρχην. Αυτός λοιπόν δια να ξαναλάβει τα όσα εδανείσθη δια την αγοράν του θρόνου, πωλεί τας επαρχίας ήτοι τας αρχιεπισκοπάς, ούτινος δώσει περισσοτέραν ποσότητα και ούτως σχηματίζει τους αρχιεπισκόπους, οι οποίοι πωλώσι εις τους χριστιανούς, δηλαδή γυμνώνουσι τον λαόν δια να εβγάλωσι τα όσα εξόδευσαν».

Στη συνέχεια διαβάζουμε ότι οι αφορισμοί ιδιαίτερα στην Πάτρα και στα Γιάννενα ήσαν τόσο συχνοί που ένας ξένος θα νόμιζε ότι ο αφορισμός είναι στο τελετουργι- κό της λειτουργίας.

(Στις ηγεμονίες της Μολδοβλαχίας, οι Επίσκοποι σε συνεννόηση με τον φαναριώτη ηγεμόνα επέβαλαν νηστεία επί ένα εξάμηνο για να εισπράτουν τα πρόστιμα από τους παραβάτες. «Σύγγραμα περί των Φαναριωτών Μάρκου, Φίλιππα Ζαλώνη», Παρίσι 1831).

Με το παραμικρό λοιπόν και ιδίως για χρηματικά ζητήματα, αφόριζαν τον κόσμο και τον τρομοκρατούσαν για να μη φέρνει αντίρρηση και να πληρώνει.

Και συνεχίζει: «Οι Επίσκοποι πέρνουσιν τόσους ληστάς, δια να είπω έντζι, εις τα χωριά της επισκοπής των και τους δίνουσι τον τίτλον ή του πρωτοσυγγέλου ή του αρχιμανδρίτου ή άλλου τάγματος, οι οποίοι άλλο δεν ηξεύρουσι παρά να γράφουν τα ονόματα των χριστιανών με όλην την ανορθογραφίαν καί να προφέρωσι (να λένε) το “να είσαι κατηραμένος”, “να έχεις την ευχήν, καί “δος μοι”. Αυτοί έχουσι ένα κιβωτίδιον γεμάτο από ανθρώπινα κόκκαλα και κρανία τα οποία ασημώνουσι και έπειτα ονοματίζουν, άλλα μεν του αγίου Χαραλάμπους, άλλα δε του αγίου Γρηγορίου. Δεν αφήνουν άγιον χωρίς να έχουν κόκκαλό του». «Ελληνική Νομαρχία» υπό Ανωνύμου του Έλληνος, Παρίσι 1805.

——————————————————————————————-

«Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι δεσμεύουσι φορτία βαρέα και δυσβάστακτα και επιτιθέασιν επί τους ώμους των ανθρώπων, τω δε δακτύλω αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά». (Ναζωραίος. 23,4, Κατά Ματθαίο)

————————————————————————————————

 Η οικονομική κατάσταση της Εκκλησίας

Τα εκκλησιαστικά χτήματα ήσαν το 1/4 ή σχεδόν το 1/3 της Ελληνικής γης. (Αν φαίνεται απίστευτο, ας σκεφτεί κανείς ότι σήμερα στην Κύπρο η Εκκλησία έχει το 43% της καλλιεργήσιμης γης, δηλαδή, σχεδόν, τη μισή Κύπρο).

Από τα 68 χωριά της Χίου η Εκκλησία είχε τα 32 ιδιοκτησία της και συντηρούσε 300 μοναστήρια και 700 εκκλησίες και παρεκκλήσια και πολλά μοναστήρια.

Ο κάθε χριστιανός ήταν υποχρεωμένος να δίνει το 1/3 από τα εισοδήματά του στην Εκκλησία. Επί πλέον υπήρχε ειδική φορολογία για τον Πατριάρχη, 12 άσπρα ανά οικογένεια και ένα φλουρί ανά ιερέα, και άλλα τόσα για τον αρχιερέα. (Ιστορία Πιπινέλη, σελ. 35)

 Ο Κλήρος σε σχέση με τους Ραγιάδες

Οι κληρικοί όχι μόνο ανάγκασαν, σαν φοροειοπράκτορες, τους φτωχούς χωρικούς να ζητάνε βοήθεια από τους Τούρκους αλλά προκαλούσαν την αγανάχτηση ακόμα και των Τούρκων πασάδων για τη συμπεριφορά τους απέναντι στο φτωχό λαό. Ο γιος του Αλή Πασά, ο Βελής, πού ήταν αιμοχαρής, φάνηκε ευσπλαχνικώτερος από τον Θεοσεβέστατον και Παναγιώτατον Δεσπότη της Λάρισας Πολύκαρπο, γιατί κατήγγειλε στον Πατριάρχη τις αρπαγές του Δεσπότη σε βάρος της φτωχολογιάς. Μα το Μεγάλο Πατριαρχείο, όπως φαίνεται στην απάντησή του, δικαίωσε τον Δεσπότη. (Πατριάρχης ήταν ο Κύριλλος).

Σώθηκε εγκύκλιος του Μητροπολίτη Μονεμβασίας Χρύσανθου Παγώνη, στους παπάδες και τους χριστιανούς της ενορίας του που τους συνιστούσε υποταγή. (έγγραφο της εθνολογικής εταιρείας 7231)

Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ με εγκύκλιο του προς όλους τους Δεσποτάδες και τους Υδραίους συνιστούσε τυφλή υποταγή στο Σουλτάνο. Κυκλοφόρηοε ένα βιβλιαράκι με τον «Πατρική διδασκαλία εις ωφέλειαν των ορθοδόξων χριστιανών». Σ’ αυτό τονίζεται αδιάκοπα το παραμύθι πως οι δυστυχισμένοι σ’ ετούτη τη ζωή είναι οι τυχεροί γιατί θα είναι οι εκλεκτοί στην άλλη…

Ξέρετε γιατί ο θεός γκρέμισε την Βυζαντινή Αυτοκρατορία και έφερε τους τούρκους; Το έκανε για το καλό των χριστιανών! Να τι λέει:

«Ίδετε λαμπρότατα τι οικονόμησεν ο Άπειρος εν ελεεί και Πάνσοφος ημών Κύριος, ήγειρεν εκ του μηδενός την ισχυράν αυτήν βασιλείαν των Οθωμανών αντί της των Ρωμαίων (Ελλήνων δεν μπορούσε να πει) και ύψωσεν την βασιλείαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερον από κάθε άλλην, δια να πιστοποιήσει εις πάντας τους πιστούς ότι με αυτόν τον τρόπον ευδόκησε να οικονομίσει μέγα μυστήριον, την σωτηρίαν δηλαδή εις τους εκλεκτούς του λαούς».

Από κάτι τέτοια πρέπει να βγήκε κι η παροιμία «Σφάξε με Αγά μου ν’ αγιάσω».

– Τώρα το αν κρεμάστηκε ο Γρηγόριος ο Ε’ είναι άλλη ιστορία. Οι Τούρκοι για να τρομοκρατήσουν τους ραγιάδες και να καταστείλουν την επανάσταση έπρεπε να κρεμάσουν κάποιον και ο Πατριάρχης ήταν το πιο ιδανικό θύμα.

Όσο για το λάβαρο του Παλαιών Πατρών Γερμανού είναι ψέμα μαγειρεμένο από την μετά την επανάσταση άρχουσα τάξη. Στην Μονή Αγίας Λαύρας, όχι μόνο δεν υψώθηκε κανένα λάβαρο, αλλά εκεί εκδηλώθηκε η λυσσαλέα προσπάθεια των Επισκόπων και των προεστών να πνίξουν την επανάσταση. Γι’ αυτό οι κλέφτες της περιοχής έστειλαν στο μοναστήρι επιτημητικό έγγραφο. Από έγγραφο του Γενικού Αρχείου του Κράτους, πού δημοσίευσε ο Πρωτοψάλτης, προκύπτει ότι το 1851 για πρώτη φορά γίνεται λόγος για λάβαρο, και αυτό μάλιστα δεν ήταν της Αγίας Λαύρας.

 ΟΙ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΕΣ

Μ’ είχε η Χώρα Προεστό Δέκα στους πλούσιους έριχνα

μ’ είχε η Χώρα πρώτο στις χήρες δεκαπέντε

κι αντάριχνα το πρόστιμο στη δόλια τη φτωχολογιά

και το βαρύ τεφτέρι έριχνα τριανταπέντε.

Οι Κοτζαμπάσηδες ή Προεστοί ή Προύχοντες ή Πρόκριτοι ή Γέροντες ή Καλλικάντζαροι – όπως τους έλεγε ο λαός – ήσαν οι μεγαλοχτηματίες που μαζί με τον Ανώτερο Κλήρο αποτελούσαν την ηγετική τάξη στην Ελλάδα κατά την Τουρκοκρατία.

Είχαν διοικητικές, δικαστικές και αστυνομικές αρμοδιότητες. Επιπλέον μάζευαν τους φόρους. Έτσι κατάντησαν να είναι δυνάστες του λαού χειρότεροι από τους Τούρκους.

Ο Κοτζαμπάσης είχε το δικαίωμα να δικάζει όλες τις κοινωνικές υποθέσεις και ν’ αποφασίζει χωρίς να μπορεί να επέμβει καμμιά Τουρκική εξουσία. Η πιο συνηθισμένη ποινή ήταν ο φάλαγγας.

Από το Αρχείο της Κοινότητας Ύδρας.

 

Η οικονομική κατάσταση των Κοτζαμπάσηδων

Πριν την επανάσταση υπήρχαν Έλληνες τσιφλικάδες με περιουσίες μεγαλύτερες κι απ’ αυτές των Τούρκων, όπως: Οι Δεληγιανναίοι πού είχαν τσιφλίκια στην Ηλεία, Γορτυνία και Ολυμπία. Οι Νοταραίοι στην Πελλήνη. Οι Λονταίοι στην Αγειάλεια. Ο Σύντυχος είχε 40 τσιφλίκια στη Γορτυνία, ο Κοίλος 30 τσιφλίκια στην Ηραία.

Ο ιστορικός Οικονόμου μας λέει: «Κατά τα τελευταία προ της Επαναστάσεως έτη εις την Πελοπόννησον, Στερεάν Ελλάδα, Ήπειρον και Θεσσαλίαν η καλλιεργημένη έκτασις η οποία ανήκε εις τους Τούρκους και εις το Τουρκικόν Δημόσιον μόλις έφθανε τα 6.368.720 στρέμματα έναντι 9.521.200 στρέμματα πού ανήκαν ατούς Έλληνες (διάβαζε τσιφλικάδες)».

 Οι Κοτζαμπάσηδες σε σχέση με τους Ραγιάδες

Πολλές φορές η φτωχολογιά ζήταγε την βοήθεια των Τούρκων για να γλυτώσει από τους Κοτζαμπάσηδες.

Το 1816 οι κάτοικοι της Άνδρου ζητάνε την βοήθεια του Γιουσούφ Εφέντη:

«Ενδοξότατε και Μεγαλοπρεπέστατε Γιουσούφ Εφέντη, την Ενδοξότητά σου ταπεινώς προσκυνούμεν ημείς οι ταπεινοί σκλάβοι σου. Η χρεία και η ανάγκη μας παρακινούν ελπίζοντες στην ευσπλαχνία σου (…) στο να σου φανερώσωμεν και εγγράφως τα όσο αδίκως και παραλόγως μας έχει παρμένα ο Γραμματικός Αντωνάκης Καμπάνης στο τεφτέρι του Γραμματιλικίου του (…) επειδή δια να στρωθεί τεφτέρι, δεν κάνει σύναξην παρά την πάλαιαν συνήθειαν του χωριού μας αλλά συνάζει κάποιους λωλούς οι οποίοι όντας μεθυσμένοι απ’ αυτόν, δεν μας αφήνουν να ομιλήσουμε εκείνο το οποίο ήτο παλαιά συνήθεια και τα δίκαιον και σου εφανερώσαμεν ότι είμεθα ευχαριστημένοι και δεόμεθα εις τον θεόν να σου χαρίζει χρόνους και να ευτυχήσει το ντοβλέτι σου».

Οι κάτοικοι της Σκύρου ζητάνε την βοήθεια του Καπουδάν Πασά:

«Βλέποντες την αθλίαν κατάστασιν της κοινότητας και δοκιμάζοντες τα μύρια κακά και ζουλούμια, όπου μας έχουν πουλημένους αυτοί οι διοικηταί κοτζαμπάσηδες και μας κατήντησαν από τα βαρύτατα δοσίματα και ζημίες δια να κατασκορπιστούμε από την νήσον μας ρίχνοντας μας τεφτέρι ανυπόφερτο έξω από τις δυνάμεις μας»…(Δ. Παπαγεωργίου, ιστορία της Σκύρου, 1909)

Σε πολλές περιπτώσεις οι ραγιάδες είχαν ξεσηκωθεί και πήραν τις περιουσίες των κοτζαμπάσηδων. Οι καλικάντζαροι ζητούσαν την βοήθεια του Σουλτάνου.

Στη Σάμο μάλιστα οι αγρότες αγρίεψαν και έδιωξαν εντελώς τούρκους και κοτζαμπάσηδες από το νησί από το 1809 μέχρι το 1813.

Την εποχή εκείνη μετά το 1806, υπήρχαν δύο κόμματα (ταράφια) που συμμετείχαν και τούρκοι και κοτζαμπάσηδες – γιατί βέβαια τα συμφέροντά τους ήσαν ίδια. Υπόγραψαν μάλιστα επίσημο συμφωνητικό να αλληλοϋποστηρίζονται όταν ξεσηκώνεται ο λαός. (το συμφωνητικό υπάρχει στο αρχείο του Λόντου. τόμ. Α,91).

Όταν η επανάσταση ήταν στην αρχή της οι κοτζαμπάσηδες και οι επίσκοποι την χτύπησαν με κάθε μέσο. Βοήθησαν τους Τούρκους στον μεγάλο διωγμό των κλεφτών που έγινε εκείνα τα χρόνια και συνεργάστηκαν στην εξόντωση των Πετμεζαίων. Κουμανιωταίων, Κολοκοτρωναίων και των Πλαπουταίων.

«Μετά την εξόντωση των κλεφτών, έμειναν απόλυτοι κυρίαρχοι οι προύχοντες. Στον Μωριά οι Προεστοί και οι μοναχοί του Μεγάλου Σπηλαίου, της Αγίας Τριάδος και Μονής Ταξίαρχων, έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή εις τους Τούρκους».

«Οι Τούρκοι τους έδωσαν προνόμια με Φιρμάνια».

(Γ. Παπανδρέου, «Καλαβρυτινή Επετηρίς»)

 

Εμείς καλά καθόμαστεν εδώ στον ξένο τόπο

Κι αν μας πειράξουν τίποτα της Πάτρας οι γιαγάδες,

Τότε θα μας γνωρίσουνε, τότε θα μας ειδούνε.

Θα ειδούν το Γιάννη του παπά, το γιο του Παπαντρέα,

Πώς πιάνει σκλάβους ζωντανούς, σκλάβους Κοτσαμπασήδες,

Πιάνει και τον Αχμέτ Αγά, της Πάτρας τον βοϊβόντα.

 

«Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό».

Διονύσιος Σολωμός.

ΟΙ ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ

«Ευγενείς Βοϊάριδες (ηγεμόνες)

…Ας αφήσωμεν εις τους φιλοσόφους την φροντίδα να πείσουν τους πτωχούς ότι η ζωή των πλουσίων είναι δυστυχής, και ότι δεν μπορεί μήτε πρέπει να είναι επιθυμητή. Φίλοι η ηθική αύτη είναι καλή διά τον κοινόν λαόν, και όχι δι’ ημάς. Ας σπεύσωμεν να πλουτίσωμεν. Είναι αληθές, ότι πρέπει να κουρεύσωμεν βαθέως τα μαλλία των προβάτων μας…».

(Παρμένο από το βιβλίο του Μάρκου Φιλίππου Ζαλώνη «”Σύγγραμα περί των φαναριωτών», Παρίσι 1831. Ο συγγραφέας ήταν παρών, όπως λέει, στην παραπάνω ομιλία φαναριώτη ηγεμόνα).

Οι Φαναριώτες ξεκίνησαν σαν διερμηνείς της Υψηλής Πύλης για να φτάσουν το 1731 στο αξίωμα του διοικητή των επαρχιών Βλαχίας και Μολδαβίας.

Όταν αναλάμβανε ο Φαναριώτης ηγεμόνας τα καθήκοντά του, οι ντόπιοι προύχοντες έσπευδαν να του κάνουν πανάκριβα πολυτελή δώρα, για τα δώρα του ηγεμόνα κρατούσαν ειδικές καταθέσεις στις; τράπεζες της Πόλης. Ο Φαναριώτης ηγεμόνας έπρεπε κι αυτός με τη σειρά του να δώσει πανάκριβα δώρα στο Σουλτάνο. Ο Σουλτάνος για να παίρνει πιο πολλά δώρα άλλαζε ταχτικά τους ηγεμόνες και από την άλλη μεριά, ο Φαναριώτης επειδή φοβόταν ότι θα τον διώξουν σύντομα, έγδυνε τους κατοίκους για να μαζέψει όσο μπορούσε μεγαλύτερη περιουσία. (Μόνο το ταξίδι του ηγεμόνα από την Πόλη στην Μολδοβλαχία κόστιζε κάπου ένα εκατομμύριο χρυσά φράγκα, δηλαδή πάνω από ένα δισεκατομμύριο σημερινές δραχμές). Όλες αυτές οι αβροφροσύνες των δώρων κατέληγαν φυσικά στη ληστεία του λαού πού πλήρωνε τα σπασμένα.

Ο Φαναριώτης ηγεμόνας τσέπωνε, εκτός από το χαράτσι πού ήταν κεφαλικός φόρος, και το 1/10 από το εισόδημα των προβάτων και των μελισιών, όλες τις εισπράξεις από το αλάτι και από τα τελωνεία και επίσης κληρονομούσε τους αρχιμανδρίτες πού άφηναν τεράστιες περιουσίες. Επειδή οι Φαναριώτες εμάζευαν αμέτρητο πλούτη, για να μην φαίνονται στον κόσμο έκαναν αγορές με άλλα ονόματα ή έκαναν καταθέσεις σε διάφορες τράπεζες στην Ευρώπη.

Κατά τα άλλα «Οι Φαναριώτες μεταλαμπαδεύουν τον ελληνικόν πολιτισμόν εις τας ηγεμονίας της Βαλκανικής». (Ιστορία Γ’ Λυκείου, σελ. 83) Ι

ΟΙ ΒΙΟΤΕΧΝΕΣ – ΕΜΠΟΡΟΙ – ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΑΙΟΙ

Γύρω στα 1800 υπήρχαν στην Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα πολλές βιοτεχνίες. Στην βιοτεχνία απασχολούνται 40 ώς 50 χιλιάδες άτομα. Τα κεφάλαια πού διακινούνται είναι πενήντα εκατομμύρια χρυσά φράγκα (το καθαρό εθνικό εισόδημα ήταν τότε 200 εκατομμύρια χρυσά φράγκα), με ετήσιο κέρδος 12 ως 30%.

Στη θάλασσα υπήρχαν 300 καράβια άνω των 100 τόνων με επενδυμένα κεφάλαια 50 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. (Οι Κουντουριωταίοι, από τους μεγαλύτερους καραβοκυραίους, είχαν μετρητά μόνο 10 εκατομμύρια χρυσές δραχμές που αντιστοιχούν περίπου σε 30 δισεκατομμύρια σημερινές δραχμές).

Η εμπορική δραστηριότητα των καραβοκυραίων εμπόρων και εμπόρων της ξηράς, φτάνει και έξω από τα σύνορα της Ελλάδας και φτιάχνονται παροικίες στο εξωτερικό όπως στην Τεργέστη, Γερμανία, Παραδουνάβιες χώρες, Μικρασία, Σμύρνη, Οδυσσό.

(«Εθνική και Κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα», Κωστή Μοσκώφ, Θεσ/νίκη 1972)

 ΚΟΛΛΗΓΟΙ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΑΓΡΟΤΕΣ

Ήλιε μ’ και τι πολύ άργησες

κι αργείς να βασιλέψεις

σε βλαστημάει η εργατιά

κι οι ξενοδουλευτάδες.

Σε βλασφημούν και τα μωρά

στις νάκες κρεμασμένα.

Οι φτωχοί αγρότες ή ήσαν μικροϊδιοκτήτες ή κολλήγοι στους Τούρκους και Έλληνες τσιφλικάδες. Οι μικροϊδιοκτήτες ήσαν μεν λίγοι στα ορεινά άγονα μέρη. Οι περισσότεροι αγρότες δούλευαν κολλήγοι. Τα τσιφλίκια δουλευόντουσαν μ ι σ ά ρ ι κ α, δηλαδή ο κολλήγος έδινε τη μισή σοδειά στον τσιφλικά και τ ρ ι τ ά ρ ι κ α, δηλ. ο κολλήγος έδινε το ένα τρίτο στον τσιφλικά.

Εκτός από τον σπόρο που τον έβαζε ο τσιφλικάς, όλα τα άλλα έξοδα ήσαν μισά-μισά. Τα σπίτια που έμεναν οι κολλήγοι (αχυρένιες καλύβες) ήσαν του τσιφλικά. Οι κολλήγοι αγοράζονταν και πουλιόντουσαν μαζί με τη γη. Ο περιηγητής Μπουκεβίλ λέει ότι χρησιμοποιούσαν κολλήγους για να σέρνουν το αλέτρι γιατί κόστιζαν φθηνότερα από ένα γαϊδούρι.

Όσο μεγάλωνε η καταπίεση από τους Τουρκικούς διωγμούς και η άγρια εκμετάλευση των τσιφλικάδων οι αγρότες φεύγαν για τα πιο ορεινά μέρη. Έτσι γύρω στα 1800, στα πεδινά της Πελοποννήσου κατοικούν 215.000 άτομα ενώ στα ορεινά 290.000.

Τη φετεινή την άνοιξη, τούτο το καλοκαίρι,

Βουλιέμαι μια, βουλιέμαι δυό, βουλιέμαι τρεις και πέντε.

Βουλιέμαι κλέφτης να γενώ, κλέφτης να συριανήσω.

Θα πάρω το ντουφέκι μου, θα ζώσω το σπαθί μου.

Να πα να βρω τους φίλους μου και τους μπραζέρηδές μου.

Να βγω σιαπάνου στα βουνά, τι θα με φαν οι κάμποι…

 

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Όπως είδαμε οι Βιοτέχνες, οι Έμποροι και οι Καραβοκυραίοι (οι ισχυροί του χρήματος) και οι φτωχοί αγρότες είναι οι τάξεις που είχαν διαφορετικούς λόγους η κάθε μία να επαναστατήσουν.

Οι ισχυροί του χρήματος γιατί θέλαν δικό τους κράτος για να μπορούν να κάνουν ελεύθερα τις δοσοληψίες τους (οι νόμοι του Σουλτάνου ήταν απαρχαιωμένοι και εξυπηρετούσαν άλλες παραγωγικές σχέσεις) και γιατί είχαν συναίσθηση της δύναμής τους, είχαν χρήμα και καράβια να τα οπλίσουν με κανόνια.

Οι Κοτζαμπάσηδες. οι Φαναριώτες και ο Κλήρος δεν είχαν καθόλου λόγους να επαναστατήσουν, ίσα-ίσα χτύπησαν με λύσσα την Επανάσταση.

Όσο για τους φτωχούς αγρότες ήταν ζήτημα ζωής και ψωμιού και το μόνο όπλο ήταν το δίκιο τους.

Αυτοί λοιπόν που βγήκαν πρώτοι στο κλαρί ήσαν τα πιο καταπιεσμένα και κατατρεγμένα στρώματα πολύ πριν το 1800. Όλα αυτά τα χρόνια και μέχρι το ’21 τα βουνά μας είχαν γεμίσει κλεφτουριά σαν αντίδραση στον Τούρκο ή τον Έλληνα μεγαλοτσιφλικά. Έχουμε μαρτυρία από τον Μακρυγιάννη ότι με τους Έλληνες κλέφτες πολεμούσαν κι αρκετοί φτωχοί Τούρκοι και φυσικά το φαινόμενο θα ήταν γενικώτερο. Οι Τούρκοι αυτοί πολεμούσαν για εθνική ανεξαρτησία. Επίσημα από τους «σιδερωμένους» ιστορικούς μας φαίνεται ότι η Επανάσταση άρχισε ως δια μαγείας την 25η Μαρτίου, λες κι ο κόσμος παρέμενε αδρανής και περίμενε το λάβαρο του Παλαιών Πατρών Γερμανού ή την εντολή της Φιλικής. Συγγνώμη για το μάθημα: Μια κοινωνική επανάσταση δεν ξεσπά από την μια στιγμή στην άλλη με μια διαταγή κάποιου «φορέα» και δεν είναι μια ημερομηνία. Χρειάζονται βέβαια προεπαναστατικές συνθήκες πού ωριμάζουν σε μια πορεία χρόνου με μικροεξεγέρσεις. Δεν ελέγχεται κεντρικά γιατί αλλοιώς δεν είναι τέτοια και βάζει άμεσα το «στρατηγικό» στόχο. Το τσαρούχι δεν ήξερε από λαϊκοδημοκρατίες, εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες και μετά βλέπουμε, όπως θέλουν να λένε οι κομματικοί εγκέφαλοι, γιατί έτσι μόνο μπορούν να έχουν τον έλεγχο κάθε στιγμή (βλέπε εξουσιάζουν) του λαϊκού κινήματος.

Δέστε παρακάτω πώς παίζουν στα δάχτυλα τους ταχτικούς και στρατηγικούς στόχους οι κολλήγοι της Άνδρου:

«Το έθνος μας επήρε τα όπλα κατά των τυρράνων του. Τετρακόσιους χρόνους είμεθα σκλάβοι των Οθωμανών και τώρα εγίναμεν ελεύθεροι, δώσαντες το αίμα μας δια την ελευθερίαν της πατρίδος. Εις όλα τα μέρη οι Γραικοί πολεμούν δια την ελευθερίαν των και μόνον εις τα νησιά οι κοτζαμπάσηδες δεν είδαν με καλό μάτι την ανάστασιν του Γένους. Αυτοί είχαν πάντα το ένα τους και νιτερέσα με τους Οθωμανούς. Μαζί με τους μπέηδες και πασάδες μας καταπίεζαν, μας έπαιρναν το βιός μας, μας καταφρονούσαν, μας έγδυναν, μας ρουφούσαν το αίμα μας, τσερεμέτιζαν και επλούτιζαν από τον ίδρωτα μας. Αυτοί οι σκλιάδες θέλουν να μας σκλαβώσουν και πάλιν, καταλύοντες την ελληνικήν διοίκησιν και καλούντες τον Καπουδάν Πασά να καταλάβει την νήσον μας. Το τι μας περιμένει αν έλθουν οι Τούρκοι το καταλαβαίνετε. Όχι μόνον θα χάσωμεν την ελευθερίαν μας και θ’ ατιμασθώμεν εις τα όμματα όλων των Ελλήνων και Ευρωπαίων, αλλά και θα γίνωμεν τρεις φορές σκλάβοι από την πριν κατάστασίν μας. Αυτό όμως δεν πρέπει να γίνει. Έχομεν την δύναμιν να εμποδίσωμεν το κακόν, αλλά πρώτα πρέπει να βάλωμεν νέαν τάξιν και να ιδρύσωμεν νέον σύστημα εις τον τόπον μας. Η νήσος Άνδρος είναι και αυτή δημιούργημα της φύσεως, καθώς και όλος ο κόσμος. Αλλά όταν εδημιουργήθη ο κόσμος, δεν υπήρχαν πλούσιοι και φτωχοί, μεγολοχτήμονες και κολλήγοι. Η ανισότης, η ανέχεια, η δυστυχία, είναι δημιουργήματα όχι του υπέρτατου όντος, αλλά των κρατούντων.

Εις την Αρχαίαν Ελλάδα και εις τον άλλον κόσμον και προ ολίγων χρόνων εις την Γαλλίαν, εχύθη πολύ αίμα δια να καταργηθούν τα προνόμια των αρχόντων και η ιεραρχική διατήρησις της κοινωνίας. Διατί και ημείς κατά την παρούσαν στιγμήν να μην αποτινάξωμεν όχι μόνον τον ζυγόν των Τούρκων αλλά και των αρχόντων;

Ομιλούν διαρκώς οι Τουρκοκοτζαμπάσηδες ότι έχουν δικαιώματα επί της ιδιοκτησίας μας και των εαυτών μας, τα οποία τάχα βγαίνουν από έγγραφα απαρασάλευτα. Αυτό δεν είναι σωστόν. Ο» προπάτορες των αρχόντων μας ήλθον εις το νησί μας από άλλα μέρη ως κατακτηταί και με την βίαν εξουσίασαν το καλύτερον μέρος της γης, χωρίς να έχουν προς τούτο κανένα δικαίωμα περισσότερον από τους άλλους, εκτός από το δικαίωμα του ισχυρότερου. Και άλλους μεν από τους εντοπίους ιδιοκτήτας και καλλιεργητάς εξόντωσαν και άλλους έκαμαν σκλάβους των. Οι σημερινοί λοιπόν άρχοντες, απόγονοι των κατακτητών και σφετεριστών της γης των πατέρων μας, κανέν δικαίωμα δεν έχουν να κρατούν αυτοί διά την ιδικήν των ωφέλεια και κατατυρράνευοιν και λήστευσιν ημών. Ο καιρός της ελευθερίας μας ήλθεν, ας αποτινάξωμεν λοιπόν τον ζυγόν και ας καταργήσωμεν τα προνόμια των αρχόντων μας. Όλοι οι Γραικοί θα επικροτήσουν την πράξιν μας και θα συντρέξουν εις την απόφασίν μας αυτήν. Ήλθεν η ώρα να καταργήσωμεν την αθλιότητα, να απαλλάξωμεν την κατάντια μας και να δώσωμεν το παράδειγμα και εις τους λοιπούς νησιώτας και τους άλλους γραικούς όπου στενάζουν από την αγροτικήν σκλαβιάν. Η γη ανήκει εις ημάς τους δουλευτάς της και όχι εις τους ολίγους τουρκάρχοντας που την νέμονται με το δικαίωμα του ισχυρότερου το οποίον απέκτησαν οπό τους Φράγκους και Οθωμανούς κατακτητάς. Ο εθνικός αγών μας δια να πάρη ουσιαστικήν σημασίαν πρέπει να ολοκληρωθεί με την κατάργηοιν κάθε προνομίου και κάθε δικαιώματος τα οποία υποβιβάζουν την πλειονότητα τ ων γεωργών εις την κατάστασιν του δούλου.

Η ένωσις φέρει την δύναμιν και θα μας δώση την εξουσίαν να εκτελέσωμεν την απόφασίν μας. Η κοινοκτημοσύνη δεν είναι ζορμπαλίκι, αλλά έργον δικαιοσύνης. Πρέπει να παύσωμεν να είμεθα κολλιγάδες. όπως επαύσαμεν να είμεθα ραγιάδες. Και αυτό είναι στο χέρι μας, αρκεί να μην δειλιάσωμεν. Θα δουλεύωμεν εις το εξής τα φέουδα όλοι μαζί και θα απολαβαίνει τον καρπόν των η κομμούνα μας και θα γίνεται δικαία μοιρασιά της σοδειάς εις όλους τους δουλευτάδες, ανάλογα με τον κόπον τους και την δούλευσίν τους. Δι’ όλα αυτά θα γίνει σύναξις εις την Μεσαριάν, δια να λάβωμεν από κοινού αποφάσεις. Το φέρσιμο μας αυτό θα μας κάνει πρωτολάτας εις τον δίκαιον αγώνα όλων των κολλίγων και θα γίνει άκουσμα εις όλα τα μέρη της πατρίδος και εις όλον τον κόσμον και παντού θα μας επαινέσουν και θα μας δώσουν δίκαιον».

(Η προκήρυξη συντάχτηκε στις αρχές της επανάστασης από τον Δημ. Μπαλή λαϊκό ηγέτη της Άνδρου – Δημ. Πασχάλη «Κοτσαμπάσηδες» Αθήνα 1973).

Εγώ ραγιάς δε γένομαι.

Τούρκους δε προσκυνάω,

δεν προσκυνάω τους άρχοντες

και τους κοτζαμπασήδες.

«…Εκείνοι οι αυτόματοι και ουτιδανοί άρχοντες, οι φιλάργυροι και αμαθείς αρχιεπίσκοποι… Εκείνοι οι αυθάδεις και όντως βάρβαροι προεστοί… Τι λέγουσι, λοιπόν, αυτοί οι βρωμεροί και χυδαιότατοι άνθρωποι; Πώς είναι δυνατόν να νικηθή ένα τόσο μεγάλον βασίλειον; Ημείς δεν ημπορούμεν να κυβερνηθώμεν μόνοι μας. Πού να εύρωμεν έναν άλλον βασιλέα τόσο εύσπλαγχνον και τόσον καλόν;… μάλιστα εκείνοι οι βρωμοάρχοντες της Κων/λεως, όπου όσον τύφον και αλαζονείαν έχουσι, άλλην τόσην αμάθειαν … Τι λοιπόν μπορώ να τους ειπώ δια να τους καταπείσω; Να τους κράξω, ίσως, άτιμους; Αλλ” αυτοί το έχουν δια προτέρημα». «Ελληνική Νομαρχία» σελ. 201-204.

Το πρόβλημα για το χαρακτήρα της επανάστασης δεν είναι θεωρητικό, δεν είναι δηλ. πρόβλημα γραφείου του στυλ μπορούμε σο’ εκείνη τη φάση να μιλάμε για κοινωνική αλλαγή στην Ελλάδα ενώ υπάρχει ο Τούρκος κατακτητής… Αυτό για έναν «κομματικής» ιδεολογίας δεν συζητιέται γιατί όταν σκέφτεται το κομπιουτεράκι πούχει στο κεφάλι του βγάζει αυτόματα υπόδουλη χώρα, άρα εθνικοανεξαρτησιακός αγώνας, μετά εγκαθίδρυση της αστικής δημοκρατίας, στη συνέχεια δημοκρατικές κατακτήσεις, διεύρυνση των κατακτήσεων, στη συνέχεια αγώνας για λαϊκή δημοκρατία και πάει λέγοντας. Τι να κάνουμε όμως που οι κολλήγοι δεν είχαν την υπομονή να περιμένουν να ολοκληρωθεί ο «πρώτος τακτικός στόχος» και οι αθεόφοβοι ζητούσαν κοινοχτημοσύνες και κομμούνες. Δεν περίμεναν τουλάχιστον να ενηλικιωθεί ο Μαρξ να μας τα πει πρώτα να μη μπερδευόμαστε; Οι κομμουνιστικές ιδέες λοιπόν φτιάξαν τον Μαρξ κι όχι ο Μαρξ τον κομμουνισμό. Οι κομμουνιστικές ιδέες είναι τόσο παλιές όσο παλιές είναι η εκμετάλλευση και η καταπίεση. Ο άσχετος (;) από πολιτικές αναλύσεις λαός ήξερε πολύ καλά τι έκανε όταν βιάστηκε να λυντσάρει τρεις φορές τους προύχοντες που έκαναν Εθνοσυνέλευση – μετάφρασε πώς να πνίξουν την επανάσταση. Κι ήταν ο Κολοκοτρώνης πού τους έσωσε: «Έλληνες να συχάσετε. Να σκοτώσετε τους Άρχοντας θέλετε πάλι; Μη φοβάστε, κλεισμένους τους έχουμε στον Πύργο σαν πουλιά, μα δεν έχουν φτερά για να πετάξουν… Εδώ τους έχουμε. Έχετε λοιπόν υπομονή».

Τα δημοτικά τραγούδια γίνονται ταυτόχρονα με τα γεγονότα στα οποία αναφέρονται και κατά συνέπεια τα καθρεφτίζουν. Σε όσα δημοτικά έχουν γραφτεί σ’ αυτό το κείμενο και σε πολλά άλλα χαρακτηριστικά βλέπουμε ότι Τούρκοι και κοτζαμπάσηδες μπαίνουν σ’ ένα τσουβάλι, ότι μιλάνε για τουρκόφιλους κοτζαμπάσηδες, ότι ο κλήρος και οι Φαναριώτες αναφέρονται μόνο για να σατυριστούν. Κανένα δημοτικό δεν μιλάει για κάνα λάβαρο.

Ξέρουμε πως δεν υπάρχει η δυνατότητα σ’ αυτό το κείμενο να ειπωθούν όλα όσα θάπρεπε για να πείσουν για τον κοινωνικό χαρακτήρα της επανάστασης. Δεν μπαίνει βέβαια θέμα συζήτησης για τον εθνικό χαρακτήρα της επανάστασης πού είναι δοσμένος a priori. Θ’ αναφέρουμε παρακάτω μερικά ντοκουμέντα που τουλάχιστον θα πρέπει να μας κάνουν καχύποπτους απέναντι σ’ αυτούς που υπερτονίζοντας τα εθνικά χαρακτηριστικά κουκουλώνουν τον κύριο χαρακτήρα της επανάστασης του ’21, τον κοινωνικό.

«…πλανάται οικτρώς εκείνος πού νομίζει ότι ο πόλεμος αυτός των Ελλήνων είναι εθνικός. Τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει. Οι ανώτερες τάξεις δεν έλαβαν καθόλου μέρος μέχρι τώρα… Οι πιο ευκατάστατοι κι οι πιο πλούσιοι Έλληνες δεν υπεστήριξαν τον πόλεμον αυτόν ούτε άμεσα ούτε έμμεσα… Εκτός απ’ αυτήν την αναξιοπρεπή αποχή από τον αγώνα υπάρχει ακόμα και το μεγάλο μειονέκτημα ότι ο’ αυτά τα ασύνταχτα πλήθη λείπουν εντελώς τα χρηματικά μέσα… Τίποτα δεν είχαν προετοιμάσει, τίποτα δεν είχαν προνοήσει…». Ανταπόκριση της μεγαλύτερης εφημερίδας στη Γερμανία «AILGEMEINE ZEITUNG», 17/8/1821.

«Βεβαιότατα, κανένα πράγμα δεν ημπορούσε να ήτον τόσον αρμόδιον εις το ιντερέσον μου, παρά ένας ιερός πόλεμος με την Τουρκίαν, όμως εστοχάσθηκα ότι είδα εις τα ανακατώματα της Πελοποννήσου την μάρκαν της αναρχίας. Από εκείνην την στιγμήν ετράβηξα χέρι». Λόγια του Τσάρου, «Εφημερίς Αθηνών», 26 Σεπτεμβρίου 1824, Σύρα.

Και συνεχίζει η εφημερίδα: «Ποιο είναι αυτή η μάρκα της αναρχίας; (…) Είναι δυνατόν και καρβονάροι (σοσιαλίζουσα οργάνωση) να εζήτησαν να σχηματίσουν την υπόθεσίν μας Καρβονάρικην, και άλλοι άλλων ιδεών άνθρωποι να επάσχησαν να βάλουν εις έργον τες υποχονδρίες των;»

«Δεν συμφέρει η εγκαθίδρυσις εις τα ανατολικά της Ευρώπης μιας λαϊκής κυβερνήσεως». Σατωβριάνδος

Ο Μητροπολίτης Ιγνάτιος, μυστικοσύμβουλος του Αλή Πασά και βελζεβούλ της εποχής του γράφει στον Παλαιών Πατρών Γερμανό ότι πρέπει να ιδρυθή κράτος για να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των μεγάλων δυνάμεων οι οποίες «διαβάλλουν το σύστημά μας ως Καρβονάρικον»”.

«Ευθύς εξ αρχής, από δυναστικής ή πολιτικής (η Επανάσταση), έγινε κοινωνική».  Ιω. Σπηλιωτάκης, «Η Κρίσις», Αθήνα 1874 (τότε δεν είχε εφευρεθεί ακόμα το κομμουνιστοσυμοριλίκι).

«Εις τας ταραχάς της Πελοποννήσου διαφαίνεται το εναντίον της κοινωνικής τάξεως ανατρεπτικόν στοιχείον». Τσάρος Νικόλαος Α’

 Ο πιο επικίνδυνος εχθρός του λαού είναι αυτός που μιλάει τη γλώσσα του -Τύφλα νάχουν οι Παπαρηγόπουλοι και οι εθνικοπαράφρονες αστοί πλαστογράφοι του ‘21 μπροστά στον Ριζοσπάστη.

Διαβάζουμε στον (παλιώτερο 25ομαρτιάτικο) «Ο Ελληνικός λαός… τιμά τους οργανωτές της Επανάστασης, τους Φιλικούς» (σελ. 1) και παρακάτω «στεναχωριέται» που, «εξαιτίας της επικράτησης των κοτζαμπάσηδων και των τότε αφεντάδων του χρήματος, όλη η κατοπινή πορεία του αστικού εκσυγχρονισμού της Ελλάδας στάθηκε στρεβλή και οδυνηρή για τον Ελληνικό λαό. Χρειάστηκαν κόποι για να αποσπά τις δημοκρατικές του ελευθερίες»”.

Για τον Ριζοσπάστη, πέρα από την επικράτηση των κοτζαμπάσηδων που σημαίνει. λέει. οδυνηρό αστικό εκσυγχρονισμό, οι Φιλικοί ξεχωρίζονται από τους «αφεντάδες του χρήματος».

Ξέρουν οι ιστορικάτζες του Ριζοσπάστη ότι: Οι κολλήγοι στα 1910 δούλευαν – στο εκσυγχρονισμένο τους καθεστώς – με όρους χειρότερους απ’ αυτούς του καθεστώτος του Σουλτάνου (Σοφοκλή Τριανταφυλλίδη «Οι κολλήγοι της Θεσσαλίας»). Η Φιλική Εταιρεία έγινε από εμπόρους και «”αφεντάδες του χρήματος»”, ότι (ένεκα πολλοί μασόνοι) είχε οργανωθεί με πρότυπο τη «Στοά», ότι οργάνωσε κοτζαμπάσηδες, παπαδαριό και μόνο στους Φαναριώτες έκανε εξαίρεση γιατί δεν τους εμπιστευόταν (Φίνλεϋ, τ. 1, 165).

Ότι ήταν μ’ άλλα λόγια οι εκφραστές των συμφερόντων της ανερχόμενης αστικής τάξης (έμποροι, καραβοκυραίοι. βιοτέχνες). Ότι η Φιλική στο φούντωμα της Επανάστασης, εν πλήρει ‘21, διαλύθηκε – ακριβώς γιατί δεν μπόρεσε να την κάνει αστική όπως την ήθελε. Ότι τα στελέχη της αστικής τάξης βάλθηκαν μετά να πάρουν την αρχηγία του αγώνα βάζοντας σπιουνιές μεταξύ των οπλαρχηγών και προσπαθώντας να πείσουν τον λαό ότι οι κοτζαμπάσηδες έχουν πείρο ατά πολιτικά ενώ οι καπεταναίοι είναι αγράμματοι. Πού οργάνωσε – έστω – η Φιλική τον αγώνα; Ας ξεφυλλήσουν οποιαδήποτε ιστορία να δουν ότι δεν αναφέρεται τίποτα από το ‘22 και μετά για Φιλική Εταιρεία.

Οι μικροαστοί – κι αυτοί είναι λαός,

αλλά λαός «υγιώς – μόνο – σκεπτόμενων»”…

Έτσι, εγγυητές στη διαιώνιση ιού έθνους

μνέσκουμε μόνο… οι προδότες!!

Γιάννης Σκαρίμπας

Εδώ λοιπόν θέλει βάθεμα το πράγμα.

Το ΚΚΕ. επειδή δεν μπορεί να διανοηθεί τίποτα που να μην είναι σχεδιασμένο με τον διαβήτη από τα πριν, βγάζει λάδι την Φιλική και από την άλλη στην Φιλική έχει βρει το αντίστοιχό του για εκείνα τα χρόνια, όπως οι αστοί βρήκαν τον Μαυροκορδάτο και «εθνοσυνέλευση» των τουρκοκοτζαμπάσηδων.

Έχει και συνέχεια: Προκειμένου να λιβανίσουν την Ρωσία μπερδεύουν τον Τσάρο με… τον Μπρέζνιεφ (Ρώσικο νάναι κι ό,τι νάναι).

Έτσι διαβάζουμε: «Ακόμα τούτη η άνοιξη / τούτο το καλοκαίρι / ώσπου ναρθεί ο Μόσκοβος / να φέρει το σεφέρι … Το τραγούδι τούτο από τα βάθη των χρόνων έρχεται να μας θυμίσει πάντα την πατροπαράδοτη φιλία των δυο λαών – του ρώσικου και του ελληνικού»… αλλά πολλές είναι οι ρίζες και οι διασυνδέσεις. Ακολουθεί επιστολή στον Τσάρο και στην Αυτοκράτειρα από τους οπλαρχηγούς που «προσπαθεί να θίξει τις ευαίσθητες χορδές της αυτοκράτειρας».

Διό και ημείς συν αυτώ

τω Μπρέζνιεφ υμνήσωμεν

χαίρε Κεχαριτωμένε Πάσχα πλησιάζει για.

ο Φλωράκης μετά Σου.

Απ’ την άλλη μεριά, δυνάμεις και ομάδες της λεγόμενης άκρας αριστεράς χαρακτηρίζουν την επανάσταση του ‘21 σαν αστική. Κι έχουν δίκιο. Αλλά δεν θέλουν να δουν ότι υπήρχαν δύο ‘21, ένα των κολλήγων που ξεκίνησε πολύ πριν από το λάβαρο του παπά, και το δεύτερο των καλαμαράδων, των κοτζαμπάσηδων και της Μπουμπουλίνας. Η επανάσταση του ‘21 ξεκίνησε σαν κοινωνική και λόγω των συνθηκών είχε και εθνικό χαρακτήρα. Μόλις η κλεφτουριά έδιωχνε τον Τούρκο από μια περιοχή, η πρώτη δουλειά ήταν να ξεμπερδεύουν με τους κοτζαμπάσηδες. Αυτό το ‘21 απέτυχε. Η αριστερά μας αρχίζει να μιλάει για επανάσταση του ‘21 από τη φάση που η αντεπανάσταση είχε κυριαρχήσει, ο εμφύλιος είχε λήξει δηλ. με την ήττα του λαού.

Δεν θέλουμε να μιλήσουμε για πολιτικά λάθη γιατί δεν υπάρχουν τέτοια. Απλά, οι συγκεκριμένες δυνάμεις της Αριστεράς λειτουργούν σαν κέντρα εξουσίας που, για να χωρέσουν την πολυπλοκότητα μιας εξέγερσης στα στενά κομματικο-ιδεολογικά τους πλαίσια κάνουν χιλιάδες αφαιρέσεις ώστε να καταλήξουν σε αφορισμούς εναρμονισμένους με τους εαυτούς τους, όπως αστική επανάσταση.

ορισμένα αντεθνικά στοιχεία

Συμβουλιακοί Αναρχικοί

Αναρχικοί Καλλιθέας

Αναρχικοί Κολωνού

Αναρχικοί Αιγάλεω

Αυτόνομοι Πατησίων

Αντιεξουσιαστές Κυψέλης

 

 

 

Ρατσιστική επίθεση στον ποδοσφαιριστή Ντοέ στα Ψαχνά Ευβοίας

Αναδημοσίευση από: http://www.gazzetta.gr/mpasket/article/379978-ston-planiti-ton-pithikon#.UT9-XDYO-Tw.facebook

 Στον πλανήτη των πιθήκων

Ο Νίκος Παπαδογιάννης σας καλωσορίζει στο μεσαίωνα της νέας Ελλάδας: “Δεν φταίμε εμείς που τον λέμε μαϊμού, φταίει αυτός που είναι μαύρος”.

Tα αθλητικά πρωτοσέλιδα της Δευτέρας πλημμύρισαν από το κόκκινο των πανηγυρισμών του Ολυμπιακού για την κατάκτηση του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος, τυφλή τροφή στο οπαδικό συναίσθημα. Σαν να έχει κάποια σημασία, ποιος σέρνει τον χορό των πεθαμένων. Έστω. Ας χειροκροτήσω κι εγώ, πριν με πλακώσουν “αγανακτισμένοι” κουκουλοφόροι όπως τον Τομαρά. Κλαπ, κλαπ, κλαπ.

Η μοναδική πραγματικά σημαντική είδηση του Σαββατοκύριακο θάφτηκε στις μέσα σελίδες, στα ψιλά. Στο «ρεπορτάζ της βήτα εθνικής», δίπλα στα φαρμακεία. Ισως και να είναι ορθή αυτή η αντιμετώπιση. Δεν είναι πια είδηση, στην Ελλάδα του 2013, η ρατσιστική επίθεση –ιδίως φραστική- ενάντια σε έναν μαύρο μεροκαματιάρη.

Σύμφωνα με όσα μεταδόθηκαν από την Εύβοια, περίπου 150 «φίλαθλοι» των Ψαχνών εξαπέλυσαν όργιο ρατσιστικών αποδοκιμασιών με αποδέκτη έναν Αφρικανό ποδοσφαιριστή του Απόλλωνα Σμύρνης, τον Λιβεριανό (υπήκοο πλέον της Ισημερινής Γουινέας) Λόρενς Ντοέ. Μόλις τον είδαν να σηκώνεται από τον πάγκο για προθέρμανση, πλησίασαν τα κάγκελα του γηπέδου και βάλθηκαν να τον χλευάζουν με κραυγές πιθήκου –οι πίθηκοι- με ηχητική συνοδεία ταμπούρλου. Σύμφωνα με τους ανθρώπους του Απόλλωνα, αρκετοί από τους δράστες φορούσαν διακριτικά της Χρυσής Αυγής.

Ο Ντοέ έτρεξε στον αγωνιστικό χώρο για να καταγγείλει το περιστατικό στον διαιτητή Τερετίδη, λες και υπήρχε πιθανότητα να τα βάλει αυτός με τον όχλο. Για τον κόπο του, ο οργισμένος ποδοσφαιριστής εισέπραξε μία κίτρινη κάρτα. Οι συμπαίκτες του τον απομάκρυναν για να αποτρέψουν τα χειρότερα. Βίντεο από τη μετάδοση της OTE TV, δυστυχώς χωρίς πλάνα από τις κερκίδες, μπορείτε να δείτε εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=uexTdqLMPlc . Από τα μικρόφωνα περνούν ξεκάθαρα τα ρυθμικά “ουγκ”.

Τα ενσταντανέ που δημοσιεύτηκαν στον τοπικό Τύπου δείχνουν τον Ντοέ να ορύεται με τσιτωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου και να ψάχνει, απεγνωσμένα, συμμάχους. Πίστευε, ίσως, ότι ο διαιτητής θα διέκοπτε τον αγώνα ή ότι θα επενέβαιναν τα όργανα της τάξης. Εδώ γελάνε. Ο ένστολος, να τα βάλει με τον χρυσαυγίτη;  Βγάζει ο κόρακας κοράκου μάτι; Ούτε στα παραμύθια.

Ο Ντοέ υποχρεώθηκε να δώσει τόπο στην οργή, με μοναδική παρηγοριά το χάδι συμπάθειας κάποιων συμπαικτών του. Μα καλά, δεν το περίμενε ο χριστιανός ή μωαμεθανός ή ό,τι άλλο μπορεί να είναι; Μήπως ζει σε κάποιο γκέτο; Αποκλείεται να μην του έτυχαν παρόμοια περιστατικά στους δρόμους της Αθήνας…

«Περιμέναμε μία συγγνώμη από τον Ηρακλή Ψαχνών, αλλά αυτοί προσπαθούν να υποβαθμίσουν το περιστατικό για να αποφύγουν την τιμωρία», δήλωσε ο πρόεδρος του Απόλλωνα Σταμάτης Βελλής μετά τον αγώνα στην Ελευθεροτυπία. «Θα ζητήσουμε από την ΕΠΟ να επιβληθούν κυρώσεις». Τώρα μάλιστα…

Ο Ηρακλής βρίσκεται στην 4η θέση της βαθμολογίας της Β’ Εθνικής (Φούτμπολ Ληγκ τη λένε πλέον, νεοελληνιστί) και διεκδικεί την άνοδό του στη λεγόμενη Σούπερ Ληγκ. Προφανώς θα προβιβαστούν μαζί του και τα καλόπαιδα που δημιούργησαν το επεισόδιο σε βάρος του Ντοέ. Ποιος θα τους σταματήσει; Η διοίκηση της ομάδας;

Καμαρώστε την ανακοίνωση του εξόχου προέδρου του Ηρακλέους, Γιώργου Στούπα: «Το παιδί αυτό (ο Ντοέ) προκαλούσε, αλλά δεν θα πω ποτέ ότι ήταν υποβολιμαίο, θεωρώ πως ήταν προσωπική αντίδραση. Η προσπάθεια του να σπάσει τον ρυθμό, ή οτιδήποτε άλλο. Μακριά από εμάς τα ρατσιστικά, γιατί ξέρετε τι συμβαίνει; Κάθε φορά που ένας έγχρωμος ποδοσφαιριστής αποδοκιμάζεται θεωρούμε πως είναι ρατσιστικό. Λες και τους λευκούς δεν τους αποδοκιμάζει κανείς. Αρκετά δηλαδή, γιατί εδώ στην Ελλάδα δύναμη έχουν μόνο οι μειοψηφίες»! Το θαυμαστικό δικό μου.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο προπονητής του Ηρακλή, κάποιος Γιώργος Βαζάκας, ο οποίος ξεστόμισε το εξής εκπληκτικό: «Ωραία παιδεία, ποδοσφαιριστής να μπαίνει στο γήπεδο και να διακόπτει τον αγώνα την ώρα που ο αντίπαλος πιέζει». Ναι, ας το ομολογήσουμε τώρα που μας πήραν είδηση, προκάλεσε επίτηδες την ένταση ο Ντοέ, ώστε να έχει άλλοθι και να μπουκάρει μέσα για να ανακόψει τον ρυθμό του Ηρακλή. Μάλλον την έβγαζε ο ίδιος τη φωνή της μαϊμούς.

Στο μεταξύ, οι ίδιοι οι «φίλαθλοι Ηρακλή Ψαχνών» εξέδωσαν και ανακοίνωση με την οποία ζητούν την παραδειγματική τιμωρία του Ντοέ! http://eviawelle.blogspot.gr/2013/03/blog-post_2766.html. Δεν φταίνε αυτοί, φταίει αυτός που είναι μαύρος. Δυστυχώς, η ξεδιαντροπιά δεν φορολογείται.

Οι προπονητές των δύο ομάδων αρπάχτηκαν άσχημα στη συνέντευξη Τύπου, όχι για το κρούσμα ρατσισμού, αλλά για τις …τελικές προσπάθειες που είχε κάθε ομάδα και την ποδοσφαιρική καταγωγή εκάστου. Αυτό τουλάχιστον κατάλαβα στην προσπάθειά μου να μεταφράσω τις δηλώσεις τους στα ελληνικά (http://www.flnews.gr/themata/item/16110-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%AC-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CE%B5-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%AE.html)

Ξεψαχνίζοντας τις ουκ ολίγες τοπικές εφημερίδες, όσες δεν αποσιώπησαν το περιστατικό, εντόπισα άφθονες φωτογραφίες από τα Ψαχνά. Ολες ανεξαιρέτως απεικονίζουν τον καθολικώς διαμαρτυρόμενο Ντοέ, τον διαιτητή του αγώνα και άλλους ποδοσφαιριστές. Δεν δημοσιεύτηκε ούτε μία που να δείχνει τους δράστες της ρατσιστικής επίθεσης. Ολως παραδόξως, ο φωτογράφος λησμόνησε να στρέψει τον φακό του προς την κερκίδα και οι ντόπιοι αρχισυντάκτες απέφυγαν να εκθέσουν τους λεβέντες της τοπικής κοινωνίας.

Το επόμενο βήμα είναι να μιλήσουν για προβοκάτσια και για «φανταστικό περιστατικό». Δεν θα είναι δα η πρώτη φορά. Εάν στριμωχτούν ανεπανόρθωτα, θα ισχυριστούν ότι οι πιθηκισμοί ήταν ένα αθώο καλαμπούρι. Το ακούσαμε τώρα τελευταία αυτό το τροπάριο, όταν οι νοσταλγοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αμείλικτη εικόνα βρετανικού τηλεοπτικού δικτύου: «Ελα μωρέ, πλάκα κάναμε που μιλούσαμε για σαπούνια». Ξεκαρδιστικό. Στο επόμενο ανέκδοτο, θα μας πουν ότι τα ζώα που μαχαιρώθηκαν στην Κυψέλη ήταν οπαδοί του Πανελληνίου και του Σπόρτιγκ. Ή, ξέρω γω, Πακιστανοί.

Οσο για τη διαιτησία, όλα κι όλα, σωστή και ακριβοδίκαιη. Ο Καβαλιώτης ρέφερι βούτηξε στα βαθιά και κολύμπησε με απλωτές. Το γράφει κι εδώ: http://www.diaititis.gr/epikairotita/300-sostos-o-kiotzenis-sto-pagkritio

Προς το παρόν, η ΕΠΟ αδιαφορεί για τις καταγγελίες. Εχει σοβαρότερες ασχολίες, από τον τελικό του Κυπέλλου μέχρι την προκαταρκτική μοιρασιά των θέσεων στο τσάρτερ για το Ρίο. Εννοείται ότι η Πολιτεία κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Την ίδια στιγμή που η Ευρώπη κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να πατάξει τον ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία, ερευνώντας ακόμα και «ασήμαντα» περιστατικά (μία μπανάνα, ένα σύνθημα, ένα πανό) σε πλήρη μάλιστα σύμπνοια με τις εμπλεκόμενες ομάδες, εμείς παραδίδουμε τα γήπεδά μας βορά στον αδηφάγο νεοφασισμό.

Πρόσφατη μαρτυρία μετανοημένου χρυσαυγίτη αποκάλυψε ότι η γραμμή για τις εκδηλώσεις του μίσους χαράσσεται μέσα στους συνδέσμους των οπαδών. Εκπρόσωπος οργανωμένων φιλάθλων που συμμετείχε στο πρόσφατο αντιφασιστικό συλλαλητήριο δήλωσε επώνυμα (πάλι στην Ελευθεροτυπία) ότι μεγαλοπαράγων μεγάλης ποδοσφαιρικής ομάδας είναι βασικός χρηματοδότης της Χρυσής Αυγής.

Σας φαίνονται «μεμονωμένα» αυτά τα στοιχεία; Τα γήπεδα επωάζουν το αυγό του φιδιού καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο εκκολαπτήριο στην αλαλιασμένη Ελλάδα της αγραμματοσύνης και της κοινωνικής αποχαύνωσης.

Τρέμω, και ταυτόχρονα περιμένω ανυπόμονα, τη μέρα που θα εμφανιστούν οι πατριδικάπηλοι με τα αγκυλωτά τους λάβαρα σε αγώνα της Εθνικής μπάσκετ. Η ανυπομονησία έγκειται στο πιθανό συναπάντημά τους με τον Σοφοκλή Σχορτσανίτη, ο οποίος έγινε έξαλλος όταν διάβασε εκείνες τις δηλώσεις που αμφισβητούσαν την ελληνική του ταυτότητα.

«Προσπαθούμε με χίλια ζόρια να τον ηρεμήσουμε», μου έλεγε άνθρωπος του Παναθηναϊκού στη Λιουμπλιάνα, όπου βρισκόταν η ομάδα όταν μαθεύτηκαν τα καθέκαστα. Εάν τυχόν εμφανιστούν μπροστά του σε κάποιο κλειστό γήπεδο, ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Θέλω να πιστεύω ότι θα τους απομονώσει εξαρχής το πιστό κοινό της Εθνικής, όπως έγινε με κάτι καλόπαιδα (άλλης εθνικιστικής οργάνωσης) που εμφανίστηκαν απρόσκλητα σε κάποιο τουρνουά «Ακρόπολις» προ πενταετίας.

Η Ομοσπονδία, βέβαια, δεν έκανε το παραμικρό για να κλείσει τις πόρτες τις φαιοχίτωνες. Ακόμα τότε μας έλεγαν «γραφικούς», όσους επισημαίναμε ότι θεριεύει στην Ελλάδα ο νεοφασισμός.

ΕΘΝΟΣ: Ο ΤΟΠΟΣ ΤΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΑΝΑΔΩΝ ΤΟΥΣ

Posted by ek-fyles

Ιστορία.. πολλών χρόνων ιστορία. Αν την τελειώσω θα ησυχάσω.
(Η πόρνη- ακρόπολη στην ταινία Acropolis της Εύας Στεφανή).
Ως γυναίκα δεν έχω πατρίδα. Ως γυναίκα δε θέλω πατρίδα.
Ως γυναίκα πατρίδα μου είναι όλη η γη. 
(Virginia Woolf)

Εισαγωγή

Στο τέλος της ταινίας Without you I’m nothing η πρωταγωνίστρια Σάρα Μπερνάρ τυλίγεται με μια αμερικάνικη σημαία. Με αυτόν τον τρόπο εκθέτει το σώμα της ως εθνικό σώμα, δίνοντας μια παράσταση θηλυκότητας και γκροτέσκου πατριωτισμού. Η Μπερνάρ κάνει το σώμα της σημαία για να ταυτίσει μια ερωτική φαντασίωση που φωνασκεί με μια φαντασίωση που υποβόσκει, αλλά είναι παρόλα αυτά παρούσα: την εθνική φαντασίωση.[1] Η πειθαρχική αυτή δέσμευση του σώματος στην εθνική εικονοποιϊα, η οργάνωση του εαυτού και των σεξουαλικών μεταβλητών του σε τελετουργικές εικόνες που αναφέρονται στο έθνος, δείχνουν τα σημεία στα οποία οι δύο σχέσεις διασταυρώνονται και διεκδικούν από κοινού το σχηματισμό ενός αναπόδραστου πλέγματος. Οι βιοπολιτικές προσταγές μορφοποιούν το πλέγμα αυτό καθώς «πραγματώνονται μέσω των διαπλοκών βιολογικής και πολιτικής ύπαρξης, κοινωνίας και σεξουαλικότητας, σώματος και πληθυσμού, εθνικής πολιτικής και αναπαραγωγικής στάσης των κοινωνικών υποκειμένων.» [2] Η ταξινόμηση και κατ’ επέκταση έλεγχος των πειθαρχικών υποκειμένων με επιθυμίες που έχουν υποβληθεί και όχι με νόμους που επιβάλλονται κατευθύνει τις δύο σχέσεις, αν ακολουθήσουμε το σχήμα του Φουκώ για την θετικότητα της εξουσίας και τη δυνατότητά της να παράγει επιθυμίες και ηδονές.

Στις πατριωτικές εξάρσεις εμφανίζεται μια συλλογική επιθυμία οικειοποίησης του έθνους για ευχαρίστηση, για την απόλαυση του συνανήκειν και της δυνατότητας δημόσιας παρουσίασης του εαυτού κάτω από μια αξιοσέβαστη στέγη. Άλλωστε ο εθνικισμός βιώνεται και με όρους ‘αγάπης για την πατρίδα’, δηλαδή με μια έννοια ερωτικοποιημένης προσκόλλησης. Με αντίστοιχους εξουσιαστικούς μηχανισμούς καταναγκάζονται σώματα και επιθυμίες να υποβληθούν στις έμφυλες και σεξουαλικοποιημένες νόρμες με αντάλλαγμα μια αναγνωρισμένη κοινωνική ύπαρξη που υπόσχεται η υπόδυση των κανονιστικών αυτών ρόλων. Σε αυτό το κείμενο θα αναζητήσουμε τον τρόπο με τον οποίο συνομιλεί η κατασκευή κανονικών σεξουαλικοτήτων, έμφυλων και εθνικών υποκειμένων για να επανατοποθετήσει το πεδίο του πολιτικού. Γιατί τελικά πρόκειται για την κατασκευή του υποκειμένου και τον έμφυλο και εθνικό τόπο που αυτό ανήκει ή δεν ανήκει. H διαπλοκή τους αναφέρεται στον τρόπο που το εθνικό φαντασιακό εμπεδώνεται μέσα από ρυθμίσεις της καθημερινής ζωής, μέσα από δράσεις ‘γενικευμένης και εξατομικευμένης βιοπολιτικής…’[3] για να ανιχνεύσουμε τον πυρήνα εξουσίας που βρίσκεται στο κέντρο κάθε θέσμισης.

Στην ανάδυση ενός λόγου που δεν διακρίνει το έθνος, το φύλο, τη σεξουαλικότητα ως αυτόνομες, αποκλειστικές, περιχαρακωμένες κατηγορίες, συνέβαλε απτά το έργο του Mosse Nationalism and sexuality. Το έργο του διερευνά τη διπλή ιστορία ευρωπαϊκού εθνικισμού και ‘ευπρεπούς’ σεξουαλικότητας όπως εμφανίστηκαν από κοινού στο τέλος του 18ου αι. Ο Μosse δεν περιέγραψε μόνο πώς η ανάπτυξη των μοντέρνων εθνικισμών στην Ευρώπη επηρέασε την κατασκευή των μεσοαστικών νορμών για το σώμα και τη σεξουαλική διαφορά. Επίσης έδειξε πώς αυτοί οι κώδικες αστικής ηθικής επηρέασαν την ανάδυση των φασιστικών εθνών κρατών τον 20ο αι. Η ανάλυσή του άνοιξε το δρόμο για περαιτέρω διερευνήσεις.

Εδώ θα διερευνήσουμε δύο κόμβους / συναντήσεις των λόγων αυτών. Η απεικόνιση του έθνους ως ανδρική αδερφότητα συνομιλεί με την κατασκευή της επιτακτικής μητρότητας, καθώς εμβληματοποιούν το έθνος πάνω στο έδαφος της διμορφικής έμφυλης τάξης. Κάθε ‘ένδοξο παρελθόν’ βρίθει τέτοιων παραδειγμάτων, γι’ αυτό και θα αρκεστούμε σε μια παράθεση στιγμών που ενδεικτικά τεκμηριώνουν χωρίς να εξαντλούν την υπόθεση αυτή. Τα παραδείγματα που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν μια τέτοια υπόθεση εργασίας, εκτείνονται σε μήκη και πλάτη τα οποία επιβεβαιώνουν τον πυρήνα αυτής της θέσμισης παρόλα τα διαφορετικά συγκείμενα μέσα στα οποία βιώνονται και αξιολογούνται. Τελικά, θα ανιχνεύσουμε αποφατικές εννοήσεις του εθνικού συμπλέγματος- ως τόπου από όπου αποκλείονται υποκείμενα και σώματα- καθώς και πειραματισμούς ευφάνταστων διηγήσεων για τόπους πέρα από το έθνος και για υποκείμενα που ενοικούν αυτά τα μεταίχμια.

Το έθνος ως ανδρική αδερφότητα

Τόσο το έργο του Mosse όσο και αυτό του Anderson υπογραμμίζουν τη συγγένεια του εθνικισμού με την αρρενωπότητα και την ανδρική αλληλεγγύη. Ο εθνικισμός πριμοδοτεί μια ομοκοινωνική μορφή ανδρικού δεσίματος αποκλείοντας άλλες δυναμικές επανασημασιοδότησης του φύλου και της σεξουαλικότητας. Η παθιασμένη αυτή ανδρική αδερφότητα διατυπώνεται με όρους συγγένειας και προβάλλεται στην απομόνωση και ποινικοποίηση των Άλλων συναφειών [4]. Έτσι κι αλλιώς, το φύλο και η σεξουαλικότητα συνιστούν επιτακτικές κατηγορίες που τοποθετούν τα υποκείμενα σε συγκεκριμένες θέσεις, αποτελώντας για τον ίδιο λόγο μεταβλητές ξενότητας που αποκλείουν από την καρδιά της κοινωνικότητας όσες και όσους δεν συμμετέχουν στη νόρμα για το ανθρώπινο που για τα δεδομένα της νεωτερικότητας είναι ο λευκός, δυτικός, ετεροσεξουαλικός άνδρας. Η τοπολογική αυτή δομή της κανονικότητας και των αποκλεισμών της, εμπλέκεται και στην διαδικασία της έρευνας.

Ο Αntonio La Pastina στο κείμενο The implications of ethnographer’s sexuality εκθέτει προγραμματικά την εμπρόθετη αποκήρυξη από μέρους του της αίσθησης εαυτού κατά τη διάρκεια της εθνογραφίας του στην Βραζιλία, τον τόπο από τον οποίο προέρχεται και στον οποίο επιστρέφει. Η επιστροφή σε μια κοινότητα όπου ηγεμονεύει o ανθρωπότυπος του machista σε συνδυασμό με τις μνήμες από την βίωσή της και η ίδια του η εσωτερικευμένη ομοφοβία προσδιόρισαν τον queer εαυτό του ως outsider. Η έμμονη εντρύφηση στην ετερότητα δεν υποστήριξαν την πολεμική της προβολή, ενθάρρυναν ωστόσο τον αναστοχασμό πάνω στο υλικό της. Ακόμη κι αυτή η αμυντική τεχνολογία αντίστασης εικάζω πως έγινε δυνατή από τη στιγμή που εμφανίστηκε ένα ρεύμα τέτοιων εθνογραφιών. Η συμμετοχή του σεξουαλικού του status στο πεδίο ήταν κάτι που ‘θα μπορούσε να μην πάει καλά στην έρευνα’, αλλά έτσι κι αλλιώς η σεξουαλική του ταυτότητα καθορίζει επιλογές και ορίζοντες. Η αποποίηση από μέρους του της απόκρυψης αυτής της ταυτότητας, ωστόσο παραμένει όχι απλά εκκρεμής, η πιθανότητα να αποκαλυφθεί αυτή βιώνεται ως επιτελεστικά απειλητική. Ο La Pastina αφηγείται τον τρόπο με τον οποίο αρνήθηκε να την αποκαλύψει σε μια σχετική ερώτηση και την αμηχανία και τις ενοχές στις οποίες τον ενέπλεξαν οι επιλογές αυτές. Το πεδίο αποτέλεσε μια ανεκπλήρωτη ερωτική ένταση που κατέληξε σε μια παλινδρόμηση σε αυτό το φόβο. Ίσως, λέει ο ίδιος, αν μελετούσε ιθαγενείς στον Αμαζόνιο ή τους Dogon στο Mali η σεξουαλικότητά του μπορεί να μην αποτελούσε τέτοια απειλή, όση μεταξύ των βραζιλιάνων. Η εμπειρία του θα επιβεβαιώσει την επίμονη απόσταση, τον προληπτικό αποκλεισμό του από την φαντασιακή κοινότητα στην οποία συμμετέχει, μια θέση που δεν είχε δεχτεί μέχρι την επιστροφή του σ’ αυτήν.

Το άρθρο Tea rooms and sympathy or the epistemology of water closet του Lee Edelman [5] δείχνει πώς όταν ο ανδρικός ομοερωτισμός διαρρηγνύει τη δημόσια σφαίρα συνιστά απειλή για το πρότυπο του εθνικού φαντασιακού. Όπως υπογραμμίζει ο Sasho A. Lambevski «Το κράτος αναπαρίσταται ως άνδρας. Το να υπερασπίζεται κανείς το κράτος σημαίνει να υπερασπίζεται τη αρρενωπότητά του, ο ομοφυλόφιλος είναι εξ ορισμού μια απειλή.» [6] ‘Στη μεταπολεμική Αμερική η διείσδυση ισοδυναμεί με προδοσία. Επιβιώνει ένας μακαρθισμός σύμφωνα με τον οποίο η ομοφυλοφιλία και άλλες σεξουαλικές ‘αποκλίσεις’ είναι επικίνδυνες για την εθνική ασφάλεια στην Ουάσιγκτον. Αυτή η σημείωση έγινε μετά τη σύλληψη του Walter Jenkins με έναν άλλο άνδρα σε ένα υπόγειο κοντά στο γραφείο του στον Λευκό οίκο 3 βδομάδες πριν τις προεδρικές εκλογές της Αμερικής. Ο Jenkins είχε συλληφθεί και παλιότερα ωστόσο το μητρώο του διέφυγε τόσο του λευκού οίκου όσο και του FBΙ, ενώ ο ίδιος είχε πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες του κράτους. Ένα άρθρο σχετικό υπογράμμιζε το άγχος που αντικειμενικά προκαλεί η κατάσταση αυτή στη χώρα, αφού οι πληροφορίες αυτές βρίσκονταν στα χέρια ανθρώπου που εύκολα υπόκειται σε εκβιασμούς από ‘εχθρούς.’ Γι’ αυτό και οι σεξουαλικές αυτές επαφές, όπως ο αλκοολισμός και η εξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες γίνονται κατανοητές ως ψυχικές ασθένειες. Όταν ξέσπασε το ‘σκάνδαλο’, ο Jenkins παραιτήθηκε και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο , όπου φρουρούνταν επί 24ωρου βάσεως λόγω υψηλής πίεσης και νευρικής εξάντλησης. Ο πρόεδρος Johnson διέταξε την εξέταση του ζητήματος. Η έρευνα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο Jenkins δεν απείλησε την ασφάλεια και τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Κρίθηκε ότι ο κατηγορούμενος δεν ήταν ‘βιολογικά’ ομοφυλόφιλος και η αδυναμία του αυτή συνδέθηκε με την σωματική και ψυχική του εξάντληση από την αφοσίωσή του στα καθήκοντα απέναντι στην πατρίδα.

Η στιγμή είναι κομβική για το ιδεολογικό πλαίσιο εντός του οποίου κατανοείται η συνύφανση της αρρενωπότητας (ως αντίστιξη της ομοφυλοφιλίας) και της αμερικανικής εθνικής ταυτότητας. Οι ίδιοι οι ανταγωνισμοί των κρατών εκφράζονται ως μετωνυμίες αρρενωποτήτων που συγκρούονται. [7] Με αφορμή το παραπάνω εθνογραφικό παράδειγμα εκτίθεται η νευρικότητα που προέκυψε στον τύπο σχετικά με τη χαρτογράφηση των σωμάτων και των συμπεριφορών τους. Την ίδια εποχή στην Αμερική διάφοροι λόγοι συμφωνούν στην προστασία του εθνικού ιδεώδους που απειλείται από όσους προσπαθούν να ‘διεισδύσουν’ σε αυτό. Σ’ ένα άρθρο του περιοδικού Life προσφέρεται ένα είδωλο του gay άνδρα προκειμένου αυτό να αποτελεί μια εικόνα εντοπίσιμη από το κοινό. Η διαφορά του παθολογικοποιημένου ‘αποκλίνοντος’ σώματος θα έπρεπε να είναι διάφανη. Παρόλα αυτά δίνονται κάποιες επιπρόσθετες απεικονίσεις του για τις περιπτώσεις που μπορεί και να διαφεύγουν. Ένας δημόσιος κίνδυνος που πρέπει να ελεγχθεί, καθώς απειλεί να μολύνει το δημόσιο σώμα. Υπογραμμίζονται τα λάθη στην ‘αλήθεια’ του φύλου, όπως παριστάνεται στην ανατομία και το performativity [8]. Μια άλλη απόρροια της κατασκευής αυτού του κατά Φουκώ συστήματος γνώσης που ονοματίζεται πια ‘ομοφυλοφιλία’ είναι η συναινετική εσωτερίκευση των συστημάτων επιτήρησης που προωθούνται από το κράτος και περιλαμβάνονται στις δομές χωρίς αντιστάσεις. Μια άλλη μεταβλητή που επιδρά στην ευθυγράμμιση αυτών των μορφών επαφής με την εθνική προδοσία αποτελούσε η σύνδεση μη ιατρικοποιημένης δημόσιας ομοφυλοφιλίας και κομμουνισμού στη ρητορική του ψυχρού πολέμου. Ο ομοφυλόφιλος είναι ένας κατάσκοπος, ένας μη εντοπίσιμος εχθρός. Η κοινωνική μη- ορατότητα που απολαμβάνουν οι gay άνδρες, προκαλεί ανησυχίες τις οποίες προσπαθεί να καθησυχάσει η ετεροσεξιστική μυθολογία εγκαθιστώντας ορατούς κώδικες και σημεία από τα οποία μπορεί να διευκρινιστεί η ‘σεξουαλική διαφορά’. Το δράμα που εκτυλίσσεται με σενάριο την αναποφασιστικότητα της διάκρισης των φύλων θα αφήσει τις αρρενωπότητες εκτεθειμένες στον ίλιγγο της δυνητικής τους αποσύνθεσης. [9]

Στην οργάνωση των φύλων επιστρατεύεται ιστορικά η τοπολογική οριοθέτηση σε σχέση με τις δυναμικές της δημόσιας, αλλά και της ιδιωτικής σφαίρας. Η εθνική αυτοεικόνα της Αμερικής προβλήθηκε καταλυτικά στο αμερικάνικο όνειρο των προαστίων: η αστική οικογένεια που στεγάζει στο ασφαλές της σπιτάκι τον ηθικό της εφησυχασμό. Η ομοφυλοφιλία που διαβρώνει την προραφαηλική αυτή φαντασίωση (παρόλα αυτά που στεγάζει στο εσωτερικό του ο εκβιασμένος αυτός παράδεισος) αντιμετωπίζεται ως μη αμερικάνικο προϊόν πρόσμειξης με άλλους πολιτισμούς κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Δεν πρέπει να αγαπήσω Αλβανό!

Η τάξη και το έθνος αποτελούν μεγάλα εμπόδια στην εγκαθίδρυση συναισθηματικών ομοφυλοφιλικών δεσμών ανάμεσα σε μακεδόνες και αλβανούς άνδρες στην gay σκηνή των Σκοπίων. Εθνικιστικές προστακτικές επιβάλλουν σε μακεδόνες και αλβανούς gay να χρησιμοποιούν το σεξ ως όπλο και όργανο βασανισμού. Το άρθρο του Sasho A. Lambevski, «Suck my nation- masculinity, ethnicity and the politics of (homo)sex» εξετάζει τη διαπλοκή ταξικών, εθνικών και έμφυλων σχέσεων όπως βιώνονται στο ανδρικό σώμα.

Ο συγγραφέας επιστρέφει στη gay underground σκηνή των Σκοπίων που του φέρνει στο μυαλό δυσάρεστο sex, επιθετικό εθνικό σωβινισμό και αρρενωπότητα. Βλέπει κάποιον που του αρέσει, αλλά από κάποιου τύπου εθνικού performativity προκύπτει ότι είναι αλβανός και αυτό εγκαλεί τον συγγραφέα να εμμείνει στο μακεδονικό έμφυλο/ σεξουαλικό/ εθνικό του σενάριο, να βάλει τη λογοθετική μάσκα μακεδονικότητας στο σώμα του και να αποκλείσει την επιθυμία για αυτόν τον Άλλο, μια συνειδητοποίηση που κάνει με ενοχή, φόβο, λύπη και αμηχανία. Εγκλωβισμένος μεταξύ της προστακτικής του να είναι κανείς ‘καλός μακεδόνας’ και της συμπόρευσης με τις μισογύνικες, ετεροσεξιστικές, ομοφοβικές και εθνικές νόρμες που αυτό σημαίνει και την ομοερωτική του επιθυμία από την άλλη, δεν δοκίμασε ποτέ σεξουαλική απόλαυση πέρα από αυτές τις κατασκευασμένες εξουσιαστικές μεταβλητές, δεν έγινε δυνατό να διαπεράσει τα σεξουαλικά/ έμφυλα/ εθνικά σύνορα. Η σύναψη μιας σχέσης με έναν Αλβανό, πέρα από όλα τα άλλα, θα σήμαινε την προδοσία της εθνικής του ταυτότητας.

Στο βαλκανικό context πατριαρχίας, μισογυνισμού και ομοφοβίας, οι τυπολογίες που κωδικοποιούν αυτές τις συμπεριφορές διακρίνουν συνεχείς ιεραρχίες ανάμεσα σε αρρενωπούς και θηλυκούς, gay και straight, αλβανούς και μακεδόνες της εργατικής ή της αστικής τάξης. Οι ιεραρχίες αυτές οδηγούν σε μια παράθεση αλλεπάλληλων επιπέδων που διαμορφώνουν ένα κουραστικό και ανεκδιήγητο σύμπλεγμα σεξουαλικοτήτων και έμφυλων ταυτοτήτων. Οι fuckers/ αρρενωποί είναι κυρίως μουσουλμάνοι αλβανοί της εργατικής τάξης, ενώ οι θηλυκοί είναι κυρίως χριστιανοί μακεδόνες της εργατικής και μεσοαστικής τάξης. Ένας αλβανός που υιοθετεί το ρόλο του bottom στις σεξουαλικές του επαφές κάνει σεξ μόνο με αλβανούς, γιατί οι μακεδόνες κρίνονται ως ‘πολύ μαλθακοί, πολύ εκλεπτυσμένοι’ γι’ αυτόν, όπως ο ίδιος λέει. Όλοι οι μακεδόνες της εργατικής τάξης που συμμετείχαν στην έρευνα προτιμούν αλβανούς της εργατικής τάξης, γιατί είναι ‘αληθινοί’ άνδρες. Οι αφηγήσεις αυτές κατασκευάζουν την ετερότητα του αλβανού, ως πρωτόγονου αγροίκου, επιθετικού, ανατολίτη. Ο μακεδονικός εθνικισμός δομείται πάνω σε αυτή την υποτελή ετερότητα.

Έλληνας ποτέ..

Επιστρέφοντας σε πιο οικεία τοπία, αν και κατατρύχονται από τους ίδιους ρηματικούς τόπους που προηγήθηκαν, στην ελληνική βιβλιογραφία το βιβλίο του Γιάννη Γκολφινόπουλου «Έλληνας ποτέ..» θα ανταποκριθεί σε όσα συνέβησαν την φρικαλέα νύχτα της 4ης Σεπτεμβρίου του 2004. Μετά από τον ποδοσφαιρικό αγώνα Αλβανίας-Ελλάδας που έληξε με το αποτέλεσμα του 2-1 ακολούθησε μια νύχτα βίας από Έλληνες σε Αλβανούς σε όλη τη χώρα, η οποία κορυφώθηκε στη δολοφονία του Γκράμος Παλούσι. Το σημείο αυτό στο οποίο ο νεοελληνικός εθνικιστικός λόγος έκανε μια στάση δραματική, ενοικήθηκε κατεξοχήν από αρρενωπότητες που στοιχημάτιζαν πάνω στο «ποιος, ποια είδη υποκειμένων είναι (πραγματικοί) Άνδρες.» [10] όπως προφανώς θα έπρεπε να είναι αυτοί που ανήκουν σε ένα περήφανο έθνος, αποκαλύπτοντας την ανασφάλεια για την οποία τρέμει αυτός που καθημερινά πρέπει να αποδεικνύει πόσο άνδρας είναι, που πρέπει να δείχνει πόσο του αξίζει η τιμή της κανονιστικής αρρενωπότητας. Ο καθημερινός λόγος των δύο διακυβευμάτων, του διάχυτου κοινωνικού φασισμού και της πατριαρχικής συμβολικής τάξης έδρασε, ώστε η βία αυτή να πάρει τέτοια νομιμοποιημένη έκταση.

Η αρρενωπότητα απαντάει σ’ ένα ερώτημα θεμελιακό για τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουν τα υποκείμενα, το πώς είναι ο άνδρας. Η νύχτα αυτή έδωσε μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Αυτοί που δουλεύουν για μας δεν δικαιούνται να πανηγυρίζουν. Ήδη αυτή η ανισότητα μας κάνει πιο πολύ άνδρες από αυτούς. «Η ‘αλβανική’ αρρενωπότητα δεν είναι μόνο η αρρενωπότητα του ‘κατώτερου’ αλλά και μια ‘κατώτερη’ αρρενωπότητα.» [11] Το σύμβολο του τσολιά το οποίο ήρθε στο προσκήνιο αυτής της νύχτας εφόσον ένα από τα συνθήματα που κυριάρχησαν ήταν το ‘είναι βαριά η πούτσα του τσολιά’ συμπυκνώνει επίσης ως φιγούρα τις φαντασιακές σημασίες με τις οποίες είναι επενδυμένη η πρόταση αυτή και εν προκειμένω με τις λογοθετικές κατασκευές για τις οποίες συζητάμε. «Η κυριαρχία επί του αντιπάλου στα πλαίσια του ποδοσφαίρου είναι μια κυριαρχία αρσενική. Μια κυριαρχία πάνω στο θηλυκό, πιο συγκεκριμένα, πάνω στο αρσενικό που εκθηλύνεται.» [12] Ο τσολιάς είναι ο πιο αρσενικός από όλους τους αντιπάλους, απέναντι στους οποίους και θα κυριαρχήσει. Το ασυγχώρητο της υπόθεσης είναι ακριβώς το γεγονός ότι η ανασφαλής αυτή βεβαιότητα του αρσενικότερου όλων τσολιά βεβηλώθηκε ανελέητα, όταν η ελληνική ομάδα, μετωνυμία του συμβόλου αυτού, ηττήθηκε από κατώτερους, από ξένους. Και αυτό έπληξε θανάσιμα τον ανδρισμό τους.

Εθνική συνείδηση και η κατασκευή της καταναγκαστικής θηλυκότητας

Σε μια στιγμή έντονης κοινωνικής κινητοποίησης με αφορμή εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, η βουλευτής Φάνη Πάλλη Πετραλιά με την ιδιότητα της ‘μητέρας’ εγκαλεί τους εμπλεκόμενους ως ‘έφηβους γιους’ να φερθούν ώριμα [13], να υποκλιθούν στη θέληση του πατρικού κράτους. Οι γυναίκες, εξ ορισμού αποκλεισμένες από τα όρια του πολιτικού σώματος, ως οι Άλλοι του καταστατικού του υποκειμένου, εισέρχονται σε αυτό μόνο έχοντας θυσιάσει κάτι από τη δομή του εαυτού και της αυτονομίας τους. Στο πρόγραμμα αυτό μετέχει η εξιδανίκευση της μητρότητας και ο αποκλεισμός μη παραγωγικών σεξουαλικοτήτων και άλλων επιλογών. Η μητρότητα εγκαλείται ως προϋπόθεση της ιδιότητας του πολίτη, επιβεβαιώνοντας για ακόμα μια φορά την εισδοχή των γυναικών στο πολιτικό σώμα υπό όρους. Η υποδοχή αυτή επιφυλάσσεται για όσες αποκλίνουν, όπως προείπαμε, από το μοντέλο του έλλογου αρσενικού καρτεσιανού υποκειμένου της νεωτερικότητας. Η δυσκολία αυτή πρόσβασης σ’ ένα αυτόνομο καθεστώς υποκειμένου αποτελεί ένα χάσμα που εγγράφεται και στον ψυχικό τόπο.

Eθνική εμμονή με τη γονιμότητα [14]

Το εγχείρημα της Αθηνάς Αθανασίου στο άρθρο της Η πειθαρχία της συνέχειας: Χρόνος, σώμα και βιοπολιτική στη σύγχρονη Ελλάδα παρακολουθεί το αντηχείο της ‘δημογραφικής αγωνίας’ όπως διαμορφώθηκε κατά τη δεκαετία του ’80, την έκρηξη δηλαδή λόγων γύρω από τη μείωση τη γεννητικότητας που σημειώθηκε τότε. Το κείμενο εκδιπλώνει την εμπέδωση λόγων φύλο-σεξουαλικότητα-αναπαραγωγή-συγγένεια προκειμένου για την οριοθέτηση της δημόσιας σφαίρας εντός της οποίας κάποια υποκείμενα αποκτούν σημασία και άλλα τη στερούνται. Ο δημογραφικός λόγος «συγκροτεί τη φαντασιακή κατασκευή του έθνους κράτους ως κλειστού και ενιαίου Όλου του οποίου το παρόν και το μέλλον διακυβεύονται στις ‘ευαίσθητες’ ζώνες επαφής τόσο με όμορους όσο και με εισρέοντες Άλλους.» [15] Το γυναικείο σώμα με τις ‘αντικειμενικές’ του αναπαραγωγικές δυνατότητες βαρύνεται και σημαίνεται από την ηθική ευθύνη της διεκπεραίωσης αυτής της εθνικής αποστολής. Ο έμφυλος εαυτός επικυρώνεται μόνο μέσα από την αντίδραση σε αυτούς τους «αυτοματισμούς της κοινής λογικής». Η ανταπόκριση στην επιταγή της αναπαραγωγής προσφέρει στα κοινωνικά υποκείμενα την απόλαυση καταρχάς της κοινωνικής αναγνωρισιμότητας που παράγεται από το υλικό του πολιτισμικά διανοητού.

Η συγγραφέας ωστόσο θα εμφανίσει τη διάρρηξη του δημογραφικού κινδύνου από πλευράς υποκειμένων που ενοχλούν την άρθρωση αυτού του λόγου ως αρραγούς και συνεκτικού. Επικεντρώνεται συγκεκριμένα στην αποχή από την τεκνοποίηση και τον λόγο που υπερασπίζει τις επιλογές αυτών των γυναικών (κυρίως) παρόλη την κοινωνική δυσανεξία που αντιμετωπίζουν, εφόσον σημειώνονται πολιτισμικά ως πληγές του εθνικού σώματος. Η ευαισθησία με την οποία προσεγγίζει αυτές τις φωνές, την οποία εικάζω και ως πολιτική τοποθέτηση, δίνει χώρο στο δρων υποκείμενο και τα νοήματά του (τη στιγμή που δεν προσφέρονται κοινωνικά πεδία δράσης από τα οποία οι οριακές αυτές επιλογές να νοηματοδοτηθούν) ώστε ενώ αυτό επιτελείται από δομικές κανονικότητες και πολιτισμικές προσταγές ταυτόχρονα μπορεί να απονευρώσει την καθολική ισχύ που αυτές ευαγγελίζονται. «Η σκηνή της εν-σωμάτωσης και της αυτονομίας γράφεται και ξαναγράφεται συνεχώς στο δράμα της πολιτισμικής παραγωγής της αλήθειας.» [17]

Τα ρυθμιστικά ιδεώδη του φύλου και της συγγένειας των οποίων η εκπλήρωση εξαργυρώνεται με την υπόσχεση της ιδιότητας του πολίτη, αποκλείει από το εθνικό σώμα όσες/ ους «φέρουν το στίγμα της βιοπολιτικής ετερότητας» [18]. Γιατί παρόλη την εμπρόθετη υποστήριξη της ‘απόκλισης’ που συνιστούν, οι Άλλοι του βιοπολιτικού ιδεώδους στερούνται ό, τι δεν επιστρέφουν σε κοινωνική σημασία. Σε αυτό ωστόσο το μελαγχολικά αρνητικό πρόσημο θα αντιπαραθέταμε την εσωτερική εγρήγορση ενός πυρήνα εαυτού που αμύνεται των κανονιστικών προταγμάτων, ενός εαυτού προικισμένου με την ‘ενέργεια των παρυφών’. [19] Κρίνω πως αυτή είναι και η δυναμική της εν λόγω προσέγγισης. Η άντληση δύναμης από τα τραυματισμένα όρια της συμβολικής και ηθικής τάξης, ανοίγει ορίζοντες για νέες ταυτίσεις και απολαύσεις.

..μια νοητή μήτρα εθνικότητας που εμψυχώνει την Ελλάδα..

Το παράδειγμα του δημογραφικού ως κοινωνικής κατασκευής σε μια διάδραση που κατασκευάζει τόσο το ‘έθνος’, όσο και τις ‘Ελληνίδες’ ως ‘μητέρες’ του αποτιμάται και στο έργο της Αλεξάνδρας Χαλκιά [20], που εντοπίζει και διαθλά τη στιγμή του 1994. «Το ελληνικό ‘δημογραφικό’ κινείται σε αυτόν ακριβώς τον κόμβο. Η κινητοποίηση της δημογραφίας και ενός επιστημονικού λόγου στατιστικών δεδομένων για τον πληθυσμό εντάσσεται σε ένα εγχείρημα διακυβέρνησης και διαχείρισης που επιστρατεύει και την περιχαράκωση μια εθνικής ταυτότητας, επιπλέον εστιάζει σε σώματα, συγκεκριμένα σώματα, εκδίδοντας πρόσκληση για αυξημένη βιολογική αναπαραγωγή.’[21] Ως επί το πλείστον παράγεται ένα ‘καθεστώς αλήθειας’ που προσδένει μεταξύ τους λόγους περί ‘γυναικότητας’ και ‘ελληνικότητας’ και τις επιτελεί ως καταστατικούς στύλους του εθνικού και υποκειμενικού γίγνεσθαι, ενώ τις έχει ήδη φυσικοποιήσει ως ουσίες.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάγνωση και διαχείριση του δημογραφικού πανικού από καθεστωτικές πολιτικές πηγές, από το παγιωμένο φάσμα των κοινοβουλευτικών χώρων δεξιάς, κέντρου και αριστεράς. Η δεξιά προοπτική καταφάσκει στην εννοιολόγηση του δημογραφικού ως προβλήματος, ωστόσο αυτοκυριαρχείται στο θέαμα του οικονομικού κόστους που προαπαιτεί η επίλυσή του. Πριμοδοτείται έτσι η πρόνοια για την έλλειψη σε στρατιώτες στην οποία ανταποκρίνεται το ‘πρόβλημα’, ‘η έμφυλη πληθυσμο-παραγωγική λειτουργία του δημογραφικού’. Η μόνη μετατόπιση του κεντρώου λόγου αποτελεί το ενδεχόμενο στράτευσης των γυναικών που εκτιμάται ως δυνατότητα. Επίσης, υπολογίζονται και άλλες ζημίες όπως ο οικονομικές. Η αναπαράσταση ωστόσο δεν βάλλεται. ‘Η Ελλάδα αναδύεται ως ένα έθνος θηλυκοποιημένο και γερασμένο.’ Οι αριστερές εφημερίδες δεν συμμερίστηκαν με την ίδια μέθη τον δημογραφικό κίνδυνο. Όποτε προσέγγισαν το θέμα ασχολήθηκαν με τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που το επηρεάζουν. Αποτέλεσε δηλαδή εδώ περισσότερο εργαλείο προπαγάνδας για την αριστερή πολιτική, παρά ως εθνικός κίνδυνος. Παρόλες τις αποστάσεις ασφαλείας που κρατήθηκαν, συνομίλησε και η αριστερή προσέγγιση μέσα στα πλαίσια του ίδιου λόγου περί έμφυλου εθνικού σώματος, έστω και διαφωνώντας.

Στο ίδιο εννοιολογικό περιβάλλον εξετάζεται και η συζήτηση για τις εκτρώσεις και τη νομιμοποίησή τους εν τω μέσω αυτού που η δημογραφική αγωνία προπαγάνδιζε ως εθνική κρίση. Στα πλαίσια αυτά ποινικοποιούνται ατομικές επιλογές, όπως οι εκτρώσεις που επιπλέον αποτέλεσαν ιστορικά διακυβεύματα κινηματικών διαδικασιών. Η Mαριάννα Κονδύλη [22] σημειώνει την παλινδρόμηση του εθνικιστικού λόγου για το πρόβλημα της υπογεννητικότητας από τα τεχνοκρατικά του αίτια σε λογίδρια που απηχούν ηθικιστικές δοξασίες για την εκτροπή της κοινωνίας από την ορθή της αυταξίωση και αναπαραγωγή. Η απαξία με την οποία εκτοπίζονται καταστατικά μονογονεϊκές οικογένειες και όσες άλλες δεν συνάδουν στο ετεροφυλοφιλικό μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας, ο έλεγχος του σώματος των γυναικών και η ενοχοποίηση των επιλογών τους καθώς η κοινωνική τους υπόσταση ρυθμίζεται από την ευθυγράμμισή τους με τις επιταγές αυτές απορρέουν ως άμεσες συνέπειες πολιτικών αποφάσεων, ψηφισμάτων, καθημερινών δημοσιευμάτων.

Τεχνολογίες επανίδρυσης του πολιτικού σώματος

Queer nation [23]/ Πέρα από το έθνος (;)

Στο κεφάλαιο Queer nationality από το έργο Fear of a queer planet οι συγγραφείς Lauren Berlant και Elizabeth Freeman περιγράφουν τις προβοκατόρικες τακτικές επανοικειοποίησης της ορατότητας του εθνικού λόγου, με το ύφος του camp -της παρωδιοποίησης του κανονικού δημόσιου λόγου, τακτική εξαιρετικά προσφιλής στο queer κίνημα. Οι τακτικές αυτές αναφέρονται επίσης στην υπέρβαση των ορίων , την ιδιοποίηση χώρων και τη μίμηση των προτύπων κανονικότητας. ‘Το Queer nation εκμεταλλεύεται τα συμβολικά σημεία της μαζικής και εθνικής κουλτούρας για να αποσταθεροποιήσει τους μηχανισμούς που οργανώνουν τις σεξουαλικές πρακτικές σε ‘γεγονότα’ της σεξουαλικής ταυτότητας’ σε ένα είδος σημειολογικού αντάρτικου. Διεκδικεί έτσι ως ‘εθνικούς’ τους χώρους που εδράζονται οι Άλλες σεξουαλικότητες, χώρους δύσκολο ωστόσο να εν-τοπιστούν ακόμα και εννοιολογικά, αφού σε μεγάλο βαθμό συνιστούν φαντασιακές γεωγραφίες, τόπους άσχετους με τις δομές της σεξουαλικής ηγεμονίας και έτσι αόρατους, όπως και τα σώματα που τους κατοικούν, χώρους ωστόσο φιλόξενους για την υποδοχή της ξενικότητας που συνιστά η ενδήμηση μιας Άλλης σεξουαλικότητας. Η εν λόγω προσέγγιση, με την κινηματική της λογική, αποπειράται να ενσωματώσει τόσο το υλικό όσο και το λογοθετικό αυτό πρόβλημα και αποτολμά να φανταστεί ένα μωσαϊκό διαφοράς που δεν θα αποτελεί παράλληλα και ένα μοντέλο σύγκρουσης.

Το παράδειγμα του φύλου και της σεξουαλικότητας ως μεταβλητή εξορισμού και ξενικότητας που εγείρεται εδώ κατά τρόπο προνομιακό, δείχνει τον τρόπο με τον οποίο το έθνος επενδύει την ταυτότητά του στο δικαίωμα να αστυνομεύει μη κανονικές σεξουαλικές αναπαραστάσεις και πρακτικές. Επίσης να καταξιώνει ως πολίτες κάποιους στο όνομα των Άλλων που δεν αξίζουν αυτό το αίσθημα της συμμετοχής στην κοινότητα και που με αυτόν τον τρόπο την ορίζουν δια του αποκλεισμού τους, κατά το τοπολογικό σχήμα του Agamben. Ο προβληματισμός που παρακολουθήσαμε προτείνει αντιστάσεις στην εμπρόθετη αφαίρεση της ιδιότητας του εαυτού που δημιουργεί η αντιπαράθεση με ηγεμονικές ταυτότητες. Έτσι επανοικειοποιείται και αποκαλεί ‘εθνικό’ ό, τι αποκλείστηκε από τον ορισμό του έθνους και μάλιστα αποτέλεσε προϋπόθεση για τον σχηματισμό του. Σε ένα μανιφέστο του διακηρύσσονται τα εξής: ‘…Σε αυτόν τον πολιτισμό να είσαι queer σημαίνει ότι έχεις καταδικαστεί σε θάνατο. Να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας και τους δεσμούς μας, γιατί όταν κάποιος από μας υποφέρει, υποφέρουμε όλοι. Γι’ αυτό αποτελούμε ένα queer έθνος. Το λεξιλόγιο το έχουμε δανειστεί από άλλα ‘απειλητικά’ δυναμικά κινήματα- από τους μαύρους εθνικιστές , τις φεμινίστριες σεπαρατίστριες.’ Με αυτή τη διάθεση λοιπόν φτιάχνονται queerituals, τελετουργικά που ενοποιούν αυτή την κοινότητα, εξωτερικεύουν την οργή για τον πόνο που ασκούν οι πειθαρχίες των τόπων mainstream (κυρίαρχης) κουλτούρας και o straight (ετεροφυλόφιλος) χαρακτήρας των δημοσίων χώρων και της ιδιότητας του πολίτη. Όλα αυτά επανεγγράφονται ειρωνικά σε παραδοσιακά εθνικά σύμβολα σαν να επρόκειτο το queer σώμα να αποτελεί μια επίσης κανονική εμπειρία.

Πώς θα μπορούσε βέβαια ένα τόσο φορτισμένο λεξιλόγιο να αποσταθεροποίησει τις ηγεμονικές ιδεολογίες που εμπλέκονται στη διαδικασία αυτών των διαχωρισμών; Οι ‘περήφανες’ διακηρύξεις του queer υποχωρούν σε μια απολογητική στρατηγική αιτήματος για συμπερίληψη στην καταστατικά ιεραρχημένη πολιτική σφαίρα, τόπο από όπου κάποιοι πρέπει οπωσδήποτε να αποκλειστούν προκειμένου να ελέγχει τα όριά της; Στα πλαίσια αυτών των αποριών, ο Radhakrishnan διερωτάται γιατί προκειμένου μια κινητοποίηση να επικυρωθεί ως πολιτική χρειάζεται να οικειοποιηθεί έναν μακροπολιτικό λόγο που ορίζεται από τον εννοιολογικό χώρο που κατέχει το έθνος. Πώς οι εθνικισμοί έχουν επιτύχει ένα τέτοιο ιδεολογικό αποτέλεσμα που δεσμεύει ακόμα και τον λόγο που τους αμφισβητεί στους δικούς του όρους; [24]

Queer διασπορές

Στα κείμενα που αναγνώστηκαν πιο πάνω πριμοδοτήθηκαν οι ρωγμές που κάθε πολιτισμική συγκρότηση ανεπίγνωστα φέρει. Το έδαφος της βιοπολιτικής που διατρέχει τους παραπάνω λόγους θα έχει πάντα το ηγεμονικό πλεονέκτημα της υφαρπαγής της ζωής, χωρίς ωστόσο να ελέγχει απόλυτα το υλικό από το έκκεντρο υποκείμενο που εισήλθε στις αφηγήσεις της ύστερης νεωτερικότητας. Όσο κι αν ασφυκτικά περιδύεται τις μορφές του πολιτισμικά διανοητού, η αμφιθυμία που ενοικεί την καρδιά της εμπρόθετης δράσης αποτελεί ‘ένα σταυροδρόμι που ενώνει κάθε βήμα από το οποίο διασχίζεται, μια αναποφασιστικότητα οδυνηρή, δυναμική και γεμάτη υποσχέσεις ανάμεσα σε αυτό που ήδη υπάρχει και αυτό που πρόκειται να έρθει’ [25]. To εγχείρημα των queer διασπορών φωτίζει ακριβώς αυτές τις ρωγμές και τα υποκείμενα που ενοικούν αυτά τα όρια μεταξύ των τόπων που συγκροτούνται με τις βεβαιότητες μιας ουσίας, όπως ουσίες θεωρούνται τόσο το έθνος όσο και το φύλο.

Στο έργο της Gayatri Gopinath Impossible desires [26], η συγγραφέας διερευνά τα περιθώρια της διασποράς και των άλλων σεξουαλικοτήτων, γιατί είναι ακριβώς σε αυτά τα οριακά πεδία που συγκροτούνται οι εθνικισμοί και οι σεξουαλικότητες. Με αυτές τις προτεραιότητες θα προβάλει την α- δυνατότητα της queer, θηλυκής, διασπορικής υποκειμενικότητας ως την πιο ποινικοποιημένη και ως εκ τούτου εκ- τοπισμένη και μη διανοήσιμη μορφή ζωής. Η φετιχοποίηση της γυναικείας φιγούρας μέσα στο πλαίσιο ενός πατριαρχικού και εθνικιστικού λόγου είναι η μόνη δυνατή και η υποβολή αυτής της κανονικής νόρμας κάνει τις υπόλοιπες υποκειμενικότητες μη ορατές, ενώ η πιθανότητα της εμπρόθετης θηλυκής επιθυμίας για το ίδιο φύλο είναι στιγματισμένη, έως άκυρη. Η ανάγνωση αυτή δίνει ένα πλαίσιο κατανόησης για εκφράσεις ομοφυλοφιλικών ερωτικών συναφειών και επιθυμιών σε μη δυτικά και διασπορικά συμφραζόμενα. Αφουγκράζεται εναλλακτικές σεξουαλικότητες σε μη δυτικές κοινωνίες, προβληματοποιώντας τον δυτικοκεντρισμό με τον οποίο εκλαμβάνονται οι επιθυμίες για το ίδιο φύλο. Η πριμοδότηση αυτών των ηγεμονικών δυτικών λόγων για τις επιθυμίες για το ίδιο φύλο που κανονικοποιούνται ως ομοφυλοφιλικές, λεσβιακές ή gay καταλήγει στην απόρριψη εναλλακτικών επαφών που δεν ταξινομήθηκαν με τέτοιο τρόπο. Εκτός από τα δεδομένα για τη σεξουαλικότητα που αμφισβητεί, εστιάζει και σε άλλους λόγους σχετικούς με το έθνος, το σπίτι, την πατρίδα, τη διασπορά και τις σημασίες με τις οποίες επενδύονται αυτά τα σχήματα και οι σχέσεις σε ένα παγκοσμιοποιημένο καθεστώς. Η πολυεπίπεδη αυτή εγρήγορση εκκινεί με εργαλεία από διάφορους χώρους, από το queer, το μεταφεμινισμό, τις μεταποικιακές, διασπορικές και πολιτισμικές σπουδές, ανιχνεύοντας τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατό να ενεργοποιήσουν αυτές οι προοπτικές μια κριτική στα ηγεμονικά συστήματα γνώσης, σε λόγους δυτικοκεντρικούς και εθνικιστικούς που ταυτόχρονα είναι έμφυλοι σε σεξουαλικοποιημένοι.

Για να υποστηρίξει τη διαπλοκή αυτή με τον τρόπο που και αυτή η εργασία προσπάθησε να δείξει, αναφέρει ένα παραδειγματικό περιστατικό. Την ημέρα εορτασμού της ινδικής ανεξαρτησίας, η κοινότητα της διασποράς από την νότια Ασία, απέκλεισε τη συμμετοχή μιας οργάνωσης gay και λεσβιών και μιας φεμινισικής ομάδας ενάντια στην οικογενειακή βία. Το φαντασιακό της ‘ινδιακότητας’ καθοριζόταν από πατριαρχικούς και ετεροκανονικούς ορίζοντες που απέκλειαν συγκεκριμένες υποκειμενικότητες από την κοινότητά τους. Τελικά, έγινε δυνατό να διαδηλώσουν οι φεμινίστριες ως γυναίκες ινδές, αλλά καμία υποχώρηση δεν μπορούσε να γίνει για γυναίκες που θα διαδήλωναν ως ινδές queers ή ινδές λεσβίες. Στην προσπάθειά της λοιπόν να καταστήσει ορατές τις σεξουαλικότητες αυτές που έχουν αποκλειστεί από την εθνική κοινότητα, η συγγραφέας θα τις ακολουθήσει στους τόπους που βιώνεται αυτή η αντικανονική κοινωνικότητα, σε queer night clubs, σε φεστιβάλ και άλλες ευκαιρίες που ιδρύονται από τις σεξουαλικά και φυλετικά περιθωριοποιημένες κοινότητες και που επιτρέπουν σε αυτές να επαναδιαπραγματευτούν τη σχέση τους με το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον. Η αναγνώριση αυτών των επιθυμιών, ακόμα και η πιθανότητά τους, διακόπτουν τα ετεροκανονικά, πατριαρχικά και εθνικιστικά φαντασιακά με τα οποία οργανώνονται οι επιθυμίες και δομούνται οι κοινότητες.

[1] Αναφέρεται στο Fear of a queer planet, ed. Michael Warner, university of Minnesota Press, Minneapolis, London

[2] Αθηνά Αθανασίου, Ζωή στο όριο, Αθήνα, εκκρεμές, 2007, σ. 80

[3] Ό.π. Ο Φουκώ δεν θα προκρίνει καμιά από τις δύο εκδοχές των εξουσιαστικών πρακτικών είτε πρόκειται για τις πιο δαπανηρές και γενικευμένες εκδοχές τους είτε για την ‘πολιτική ανατομία της λεπτομέρειας’ που συνιστά η πειθαρχία. Η εξουσία πρέπει να έχει πρόσβαση στα σώματα και την καθημερινή συμπεριφορά των ατόμων, αλλά και να καταπιαστεί με τα φαινόμενο του πληθυσμού, τις ευθύνες και τα μεγέθη που αυτό συνεπάγεται.

[4] Nationalisms and sexualities, ed. Andrew Parker, Mary Russo, Doris Sommer and Patricia Yaeger, Routledge, New York and London, σελ.6

[5] Aπό τον τόμο Nationalisms and sexualities, ό.π.

[6] Sasho A. Lambevski, Suck my nation- masculinity, ethnicity and the politics of (homo)sex, περιοδικό sexualities, sage publications, σελ. 412

[7] Μετά τον σοβιετικό θρίαμβο του σπούτνικ υπήρχε μια δημόσια συζήτηση στην Αμερική που αφορούσε στις ανησυχίες σχετικά με την τεχνολογική της ανάπτυξη. Μία δήλωση είναι χαρακτηριστική για τις έμφυλες συνδηλώσεις με τις οποίες επενδύονται οι ανταγωνισμοί των κρατών: ‘Δεν θέλω να φτάσω στο φεγγάρι. Θέλω να ρίξω μια εύστοχη μπαλιά στο γραφείο του Κρεμλίνου.’

[8] Σύμφωνα με την Judith Butler, αντίθετα από μια ουσιοκρατική θεώρηση του φύλου που παραδέχεται μια οντολογική του ουσία, η πορεία της κατασκευής της έμφυλης ταυτότητας είναι αντίστροφη. Το υποκείμενο εκλαμβάνει την εκμαθημένη έμφυλη έκφραση ως ‘φυσική’ και την αντιλαμβάνεται σαν να ενυπάρχει με φυσικό τρόπο μέσα στο σώμα του. Έτσι, η αντίληψη του εαυτού ως έμφυλου όντος είναι αποτέλεσμα μιας ολόκληρης διαδικασίας που επενδύει νοηματικά την έμφυλα κατασκευασμένη πραγματικότητα. Αυτή είναι η επαναληπτική, τελετουργική λειτουργία, την οποία η Judith Butler ονομάζει επιτελεστικότητα/ performativity, και έχει ως αποτέλεσμα με κάθε πράξη να ξαναπραγματ’ωνεται η ταξινομική κατηγορία του φύλου.

[9] Έτσι κι αλλιώς η εξουσία του φύλου εδράζεται σ’ ένα έδαφος σαθρό. Το εγχείρημα της Judith Butler θα περιγράψει αυτή τη σπειροειδή διαδικασία δόμησης και αποδόμησης του φύλου: «Ως ιζηματικό αποτέλεσμα μιας επανεπιβεβαιωτικής ή τελετουργικής πρακτικής, το ‘φύλο’ προσκτάται το φυσικοποιημένο του περιεχόμενο και εντούτοις, επίσης δυνάμει ακριβώς αυτής της επανεπιβεβαίωσης, διανοίγονται χάσματα και ρωγμές ως καταστατικές αστάθειες σε τέτοιες κατασκευές, όπως εκείνη που διαφεύγει ή υπερβαίνει το κανονιστικό πρότυπο, όπως εκείνη που δεν μπορεί να οριστεί ή να παγιωθεί πλήρως από το επαναλαμβανόμενο έργο αυτού του κανονιστικού προτύπου. Αυτή η αστάθεια είναι η πιθανότητα από- συγκρότησης στην ίδια τη διαδικασία της επανάληψης, η εξουσία που καταστρέφει τα ίδια τα αποτελέσματα μέσα από τα οποία το ‘φύλο’ σταθεροποιείται, η πιθανότητα να τεθεί η παγίωση των κανονιστικών προτύπων του φύλου σε μια δυνητική παραγωγική κρίση.» Judith Butler, Σώματα που έχουν σημασία.

[10] Αλεξάνδρα Χαλκιά, εισαγωγή στο ‘Έλληνας ποτέ..’, Αλβανοί και ελληνικός τύπος τη νύχτα της 4ης Σεπτεμβρίου 2004, εκδ. ισνάφι, Ιωάννινα 2007

[11] ‘ Έλληνας ποτέ’, ό.π. σελ.43

[12] Στο ίδιο, σελ.44

[13] Αναφερεται στο ‘Έλληνας ποτέ..’, Αλβανοί και ελληνικός τύπος τη νύχτα της 4ης Σεπτεμβρίου 2004, εκδ. ισνάφι, Ιωάννινα 2007, σελ. 11

[14] Φράση συνομιλήτριας της Αθηνάς Αθανασίου στην επιτόπια έρευνά της.

[15]Αθηνά Αθανασίου, Ζωή στο όριο, Αθήνα, εκκρεμές, 2007, σ. 83

[16] Η φράση αυτή του Bourdieu χρησιμοποιείται από την Αθηνά Αθανασίου, ό.π., σ.85

[17] ό.π. σ.94

[18] ό.π.σ.94

[19] Mary Douglas

[20] Alexandra Halkias, The empty candle of democracy, sex abortion and natonalism in modern Greece, Duke university press, Durham and London, 2004 και Αναθεωρήσεις του έμφυλου έθνους στο Κοινωνικό σώμα, επιμ. Μ. Μιχαηλίδου και Α. Χαλκιά, εκδόσεις Δίνη-κατάρτι, 2005

[21] Αλεξάνδρα Χαλκιά, Αναθεωρήσεις του έμφυλου έθνους στο Κοινωνικό σώμα, επιμ. Μ. Μιχαηλίδου και Α. Χαλκιά, εκδόσεις Δίνη-κατάρτι, 2005

[22] Μαριάννα Κονδύλη, Σχόλιο για το ‘δημογραφικό πρόβλημα’, Δίνη, φεμινιστικό περιοδικό 7 (1994)
[23]
[24] Nationalisms and sexualities, ed. Andrew Parker, Mary Russo, Doris Sommer and Patricia Yaeger, Routledge, New York and London, σελ. 8

[25]Διατυπωμένο περίπου έτσι στην εισαγωγή του έργου της Judith Butler The psychic life of power

[26] Gayatri Gopinath Impossible desires

Αναδημοσίευση από: http://ek-fyles.blogspot.gr/2008/07/blog-post_14.html

Η Ιταλία επαναπροωθεί στην Ελλάδα ασυνόδευτα παιδιά / πρόσφυγες – Στην Ελλάδα υπόκεινται σε βάναυση κακομεταχείριση και απώλεια κάθε στοιχειώδους δικαιώματος

pattugliatori
Η οργάνωση Human rights watch μετά από συνέντευξη που πήρε από 29 πρόσφυγες (παιδιά και ενήλικες)  που εκδιώχθηκαν από τα ιταλικά λιμάνια, εξέδωσε μια έκθεση στην οποία καταγγέλλει τη συμπεριφορά των ιταλικών αρχών οι οποίες επαναπροωθούν στην Ελλάδα  πρόσφυγες που προέρχονται από εμπόλεμες περιοχές, επιβιβάζοντάς τους, μαζικά και με συνοπτικές διαδικασίες, σε πλοία Στους ενήλικες δεν δίνεται η δυνατότητα να καταθέσουν αίτηση ασύλου ενώ στα παιδιά δεν παραχωρείται η φιλοξενία που προβλέπουν οι ιταλικοί νόμοι.  Κρατούμενοι υπ’ ευθύνη των πλοιάρχων εμπορικών πλοίων, ενήλικοι και ανήλικοι, αδιακρίτως, τίθενται υπό περιορισμό στα πλοία κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής στην Ελλάδα, παραμένοντας έγκλειστοι σε χώρους όπως αυτοσχέδια κελιά κράτησης ή μηχανοστάσια, ενίοτε δε χωρίς να τους παρέχεται επαρκής τροφή.
Οι πρόσφυγες, επιστρέφοντας στην Ελλάδα , υπόκεινται σε κακοποιήσεις από τις αστυνομικές δυνάμεις, επιβιώνουν σε απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες κράτησης ή μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον στο οποίο τα κρούσματα ξενόφοβης βίας είναι συνεχή. Το τελευταίο έτος αυξήθηκαν οι βίαιες επιθέσεις εναντίον ξένων από τους νεοναζιστές της ”Χρυσής Αυγής”, οι οποίες καλύπτονται και υποστηρίζονται από την αστυνομία. Οι αντι-φασιστικές περιπολίες στις γειτονιές αποτελούν ένα σημαντικό εμπόδιο στη ναζιστική βία, όμως η γενικότερη στάση του κόσμου παίζει πρωτεύοντα ρόλο.
Ο Ali M., ένα αγόρι από το Αφγανιστάν, που ήταν 15 ετών όταν επαναπροωθήθηκε από την Ιταλία στην Ηγουμενίτσα τον Μάρτιο του 2012, δήλωσε ότι η ελληνική αστυνομία τον μετέφερε σε ένα κέντρο κράτησης έξω από το λιμάνι, όπου παρέμεινε υπό κράτηση για περισσότερο από δύο εβδομάδες μαζί με ενήλικες με τους οποίους δεν είχε καμία συγγένεια, σε ελεεινές συνθήκες και χωρίς επαρκή τροφή.
Το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων θεωρούν την Ελλάδα και την Ιταλία σταθμούς ενός ταξιδιού με προορισμό τη Μεγάλη Βρετανία, τη Σουηδία, τη Νορβηγία, όμως η ευρωπαϊκή νομοθεσία επιβάλλοντας την αίτηση ασύλου στην πρώτη χώρα της Ε.Ε που θα φθάσουν καθιστά πολύ δύσκολή και επικίνδυνη αυτή τη διαδρομή.

Το ιταλικό και το διεθνές δίκαιο απαγορεύουν την απομάκρυνση ασυνόδευτων ανηλίκων χωρίς αξιολόγηση του απώτερου συμφέροντός τους. Ωστόσο, η Human Rights Watch συνάντησε 13 ανήλικους ηλικίας 13 έως 17 ετών που είχαν επαναπροωθηθεί με συνοπτικές διαδικασίες στην Ελλάδα. Σε κανέναν εξ αυτών δεν παρασχέθηκε πρόσβαση σε επίτροπο ή κοινωνικές υπηρεσίες, όπως απαιτείται από το ιταλικό και το διεθνές δίκαιο.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ιταλία μπαίνει στο στόχαστρο  ανθρωπιστικών και  διεθνών οργανώσεων για την κακομεταχείριση προσφύγων και αιτούντων άσυλο.
Αρκεί να θυμηθούμε την καταδίκη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων («Δικαστήριο του Στρασβούργου»)  για βασανισμούς και απάνθρωπη συμπεριφορά στις επαναπροωθήσεις προσφύγων στη Λιβύη.

Επίσης, αδιάσειστα στοιχεία που καταδεικνύουν χρόνια προβλήματα στο σύστημα ασύλου και τις συνθήκες κράτησης στην Ελλάδα έχουν οδηγήσει σε ευρωπαϊκές δικαστικές αποφάσεις-ορόσημα που απαγορεύουν τις επαναπροωθήσεις  προς αυτήν τη χώρα βάσει του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ, ο οποίος γενικά προβλέπει τη διεκπεραίωση του αιτήματος ασύλου από την πρώτη χώρα εισόδου στην ΕΕ. Κατά συνέπεια, πολλές χώρες της ΕΕ έχουν αναστείλει την επαναπροώθηση αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα.

Η Ιταλία δεν έχει αναστείλει τις επαναπροωθήσεις βάσει του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ στην Ελλάδα, αλλά ισχυρίζεται ότι αξιολογεί τον κίνδυνο παραβιάσεων δικαιωμάτων όταν εξετάζει το ενδεχόμενο επαναπροώθησης. Ωστόσο, οι επαναπροωθήσεις με συνοπτικές διαδικασίες από τα λιμάνια της έρχονται σε αντίθεση με την πολιτική αυτή, δήλωσε η Human Rights Watch.

Πηγές: Senzafrontiere ( http://senzafrontiere.noblogs.org/post/2013/01/24/litalia-respinge-in-grecia-i-profughi-bambini/ ), Human rights watch (http://www.hrw.org/de/node/112910 ).

Τα τυπικά χαρακτηριστικά του πρωτο-φασισμού

Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε το νόημα αυτών των λέξεων να μην ξεχαστεί ξανά. Ο πρωτοφασισμός βρίσκεται ακόμα γύρω μας, πολλές φορές με πολιτικά. Θα ήταν πολύ ευκολότερο, για μας, αν εμφανιζόταν στην παγκόσμια σκηνή κάποιος και έλεγε «Θέλω να ξανανοίξω το Άουσβιτς, θέλω να παρελάσουν ξανά οι Μελανοχίτωνες στις ιταλικές πλατείες». Αλλά η ζωή δεν είναι τόσο απλή. Ο πρωτοφασισμός μπορεί να επιστρέψει με το πιο αθώο προσωπείο. Είναι καθήκον μας να τον αποκαλύπτουμε και να καταδεικνύουμε οποιαδήποτε από τις νέες εκφάνσεις του — κάθε μέρα, σε κάθε μέρος του κόσμου.

 

Του Ουμπέρτο Έκο

1. Το πρώτο χαρακτηριστικό του πρωτοφασισμού είναι η λατρεία της παράδοσης. Η παραδοσιαρχία, βέβαια, είναι πολύ παλαιότερη από τον φασισμό. Δεν χαρακτήριζε μόνο την αντιεπαναστατική σκέψη των Καθολικών μετά τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά γεννήθηκε στους ελληνιστικούς χρόνους, ως αντίδραση στον κλασικό ελληνικό ορθολογισμό. Στη λεκάνη της Μεσογείου, λαοί διαφόρων θρησκειών (που οι περισσότερες απ’ αυτές είχαν γίνει δεκτές στο ρωμαϊκό πάνθεο) άρχισαν να ονειρεύονται κάποια αποκάλυψη που είχε συμβεί στην αυγή της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτή η αποκάλυψη, σύμφωνα με τη μυστηριακή αίγλη που καλλιεργούσε η παραδοσιαρχία, είχε παραμείνει για πολύ καιρό κρυμμένη κάτω από το πέπλο γλωσσών που ήταν πια ξεχασμένες — στα αιγυπτιακά ιερογλυφικά, στους κέλτικους ρούνους, στους παπύρους των σχεδόν άγνωστων θρησκειών της Ασίας.

Αυτή η νέα κουλτούρα έπρεπε να είναι συγκρητιστική. Ο συγκρητισμός δεν είναι απλά, όπως λένε τα λεξικά, «ο συνδυασμός διαφόρων μορφών πίστης και λατρευτικής πρακτικής»· ένας τέτοιος συνδυασμός πρέπει να ανέχεται τις αντιφάσεις. Καθένα από τα αρχικά μηνύματα περιέχει ψήγματα σοφίας, και όποτε έμοιαζαν να λένε διαφορετικά ή ασύμβατα πράγματα αυτό συνέβαινε μόνο και μόνο γιατί όλα παραπέμπουν, με αλληγορικό τρόπο, στην ίδια αρχέγονη αλήθεια.

Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει καμία πρόοδος στη γνώση. Η αλήθεια έχει ήδη καταγραφεί μια για πάντα, κι εμείς το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συνεχίζουμε να ερμηνεύουμε το δυσνόητο μήνυμά της.

Αν κοιτάξει κανείς τις βιβλιοθήκες διαφόρων φασιστικών καθεστώτων, θα βρει όλους τους μείζονες διανοητές της παραδοσιαρχίας. Η ναζιστική εσωτερική γνώση τρεφόταν με παραδοσιαρχικά, συγκρητιστικά και μυστικιστικά στοιχεία. Η πηγή που επηρέασε περισσότερο τις θεωρίες της νέας ιταλικής δεξιάς, ο Ιούλιος Έβολα, συνδύαζε το Άγιο Δισκοπότηρο με ταΠρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, και την αλχημεία με την Αγία Ρωμαϊκή και Γερμανική Αυτοκρατορία. Και μόνο το γεγονός ότι η ιταλική δεξιά, για να δείξει πόσο ανοιχτό μυαλό διαθέτει, διεύρυνε αυτό τον κατάλογο ώστε να συμπεριλάβει και έργα του Ντε Μαιτρ, του Γκενόν και του Γκράμσι, αποτελεί ολοφάνερη απόδειξη συγκρητισμού.

Αν κοιτάξετε τα ράφια που, στα αμερικάνικα βιβλιοπωλεία, φέρουν την επιγραφή «Νέα Εποχή», θα βρείτε εκεί μέχρι και Άγιο Αυγουστίνο, ο οποίος, απ’ ό,τι γνωρίζω, δεν ήταν φασίστας. Αλλά το να συνδυάζεις τον Άγιο Αυγουστίνο με το Στόουνχεντζ — αυτό είναι σύμπτωμα πρωτοφασισμού.

2. Η παραδοσιαρχία συνεπάγεται την απόρριψη του μοντερνισμού. Και οι φασίστες και οι εθνικοσοσιαλιστές κυριολεκτικά λάτρευαν την τεχνολογία, ενώ οι διανοητές της παραδοσιαρχίας συνήθως την απορρίπτουν ως αντίθετη προς τις παραδοσιακές πνευματικές αξίες. Όμως, παρόλο που ο ναζισμός υπερηφανευόταν για τα βιομηχανικά του επιτεύγματα, ο εγκωμιασμός του μοντερνισμού δεν ήταν παρά η επιφάνεια μιας ιδεολογίας βασισμένης στην ιδέα Αίμα και Γη (Blut und Boden). Η απόρριψη του σύγχρονου κόσμου ήταν μεταμφιεσμένη σαν αντίκρουση του καπιταλιστικού τρόπου ζωής, αλλά αφορούσε κυρίως στην απόρριψη του Πνεύματος του 1789 (και του 1776, φυσικά). Ο Διαφωτισμός, η Εποχή του Ορθολογισμού, γίνεται αντιληπτή ως απαρχή της σύγχρονης αχρειότητας. Κατ’ αυτή την έννοια, ο πρωτοφασισμός μπορεί να οριστεί ως ανορθολογισμός.

3. Ο ανορθολογισμός βασίζεται επίσης στη λατρεία της δράσης για τη δράση. Επειδή η δράση είναι από μόνη της όμορφη, πρέπει να αναλαμβάνεται πριν, ή χωρίς, οποιαδήποτε σκέψη. Η σκέψη είναι μια μορφή αποδυνάμωσης. Επομένως, η κουλτούρα είναι ύποπτη, στο βαθμό που ταυτίζεται με την κριτική στάση. Η καχυποψία απέναντι στον κόσμο της διανόησης αποτελούσε πάντοτε σύμπτωμα του πρωτοφασισμού, από την υποτιθέμενη ρήση του Γκέμπελς («όταν ακούω να μιλάνε για κουλτούρα αρπάζω το όπλο μου») μέχρι τη συχνή χρήση εκφράσεων όπως «εκφυλισμένοι διανοούμενοι», «κουλτουριάρηδες», «παρηκμασμένοι σνομπ», «τα πανεπιστήμια είναι φωλιές κομμουνιστών». Οι επίσημοι φασίστες διανοούμενοι ασχολούνταν κυρίως με το να επιτίθενται στον σύγχρονο πολιτισμό και την αριστερή διανόηση, που έχουν προδώσει τις παραδοσιακές αξίες.

4. Καμιά συγκρητιστική πίστη δεν αντέχει στην αναλυτική κριτική. Το κριτικό πνεύμα κάνει διακρίσεις μεταξύ των εννοιών, και αυτές οι διακρίσεις αποτελούν σημάδι μοντερνισμού. Στον σύγχρονο πολιτισμό, η επιστημονική κοινότητα επαινεί τη διαφωνία ως μέθοδο βελτίωσης της γνώσης. Για τον πρωτοφασισμό, η διαφωνία είναι προδοσία.

5. Εξάλλου, η διαφωνία αποτελεί σημάδι ποικιλομορφίας. Ο πρωτοφασισμός καλλιεργεί και αναζητεί τη συναίνεση με το να οξύνει και να εκμεταλλεύεται το φυσικό φόβο του διαφορετικού. Η πρώτη έκκληση ενός φασιστικού ή πρώιμου φασιστικού κινήματος είναι η έκκληση ενάντια στους παρείσακτους. Επομένως, ο πρωτοφασισμός είναι εξ ορισμού ρατσιστικός.

6. Ο πρωτοφασισμός πηγάζει από την ατομική ή κοινωνική απογοήτευση. Αυτός είναι και ο λόγος που ένα από τα πιο τυπικά χαρακτηριστικά των φασιστικών καθεστώτων του παρελθόντος ήταν η επίκληση προς μια απογοητευμένη μεσαία τάξη που μαστιζόταν από μια οικονομική κρίση ή ένιωθε πολιτικά εξευτελισμένη και φοβισμένη από την πίεση που ασκούσαν οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις. Στην εποχή μας, που οι παλιοί «προλετάριοι» είναι πλέον μικροαστοί (και τα λούμπεν στοιχεία είναι κατά κανόνα αποκλεισμένα από την πολιτική σκηνή), ο φασισμός του αύριο θα βρει το ακροατήριό του σ’ αυτή τη νέα πλειοψηφία.

7. Στους ανθρώπους που νιώθουν πως δεν έχουν πλέον ξεκάθαρη κοινωνική ταυτότητα, ο πρωτοφασισμός λέει πως το μοναδικό τους προνόμιο είναι το πιο κοινό, ότι έχουν γεννηθεί στην ίδια χώρα. Αυτή είναι και η απαρχή του εθνικισμού. Άλλωστε, το μοναδικό πράγμα που μπορεί να δώσει ταυτότητα στο έθνος είναι οι εχθροί του. Έτσι, στη ρίζα της πρωτοφασιστικής ψυχολογίας υπάρχει μια εμμονή με τις συνωμοσίες, ιδιαίτερα τις διεθνείς. Οι οπαδοί πρέπει να νιώθουν πολιορκημένοι. Ο πιο εύκολος τρόπος να πολεμήσεις μια συνωμοσία είναι η επίκληση στην ξενοφοβία. Αλλά η συνωμοσία πρέπει να έχει και εσωτερικούς μοχλούς: οι Εβραίοι είναι συνήθως ο καλύτερος στόχος, γιατί έχουν το πλεονέκτημα να είναι ταυτόχρονα και εσωτερικοί και εξωτερικοί εχθροί. Στις Η.Π.Α., ένα εμφανές δείγμα συνωμοσιολογικής εμμονής βρίσκεται στο βιβλίο του Πατ Ρόμπερτσον Η Νέα Τάξη Πραγμάτων, αλλά, όπως έχουμε δει πρόσφατα, υπάρχουν και πολλά άλλα.

8. Οι οπαδοί πρέπει να νιώθουν ταπεινωμένοι από τον επιδεικτικό πλούτο και την δύναμη των εχθρών τους. Όταν ήμουν μικρό παιδί, μου είχαν μάθει ότι οι Εγγλέζοι είχαν πέντε γεύματα τη μέρα. Έτρωγαν πιο συχνά από τους φτωχούς αλλά νηφάλιους Ιταλούς. Και ότι οι Εβραίοι είναι πλούσιοι και βοηθάνε ο ένας τον άλλο μέσω ενός μυστικού δικτύου αμοιβαίας αρωγής. Έτσι, με μια συνεχή μετατόπιση της ρητορικής εστίασης, οι εχθροί είναι ταυτόχρονα πολύ ισχυροί και πολύ αδύναμοι. Οι φασιστικές κυβερνήσεις είναι καταδικασμένες να χάνουν τους πολέμους τους, γιατί είναι εγγενώς ανίκανες να κάνουν μια αντικειμενική εκτίμηση της δύναμης του εχθρού.

9. Για τον πρωτοφασισμό, δεν υπάρχει αγώνας για τη ζωή· αντίθετα, η ζωή είναι ένας συνεχής αγώνας. Επομένως, ο ειρηνισμός ισοδυναμεί με συναλλαγή με τον εχθρό. Είναι κακός, γιατί η ζωή είναι ένας συνεχής πόλεμος. Αυτό, όμως, επιφέρει ένα «σύμπλεγμα Αρμαγεδδώνα». Εφόσον οι εχθροί πρέπει να ηττηθούν, θα πρέπει να υπάρξει μια τελική μάχη, μετά από την οποία το κίνημα θα έχει υπό τον έλεγχό του ολόκληρο τον κόσμο. Μια τέτοια «τελική λύση», όμως, θα σημάνει την αρχή μιας περιόδου ειρήνης, μιας Χρυσής Εποχής, πράγμα που έρχεται σε αντίφαση με το δόγμα του συνεχούς πολέμου. Κανείς φασίστας ηγέτης δεν έχει καταφέρει ποτέ να λύσει αυτό το πρόβλημα.

10. Ο ελιτισμός αποτελεί χαρακτηριστική διάσταση κάθε αντιδραστικής ιδεολογίας, στο βαθμό που είναι θεμελιωδώς αριστοκρατικός, και ο αριστοκρατικός και μιλιταριστικός ελιτισμός συνεπάγεται την περιφρόνηση προς τους αδύναμους. Ο πρωτοφασισμός μπορεί να εκφράσει μόνο έναν λαϊκό ελιτισμό. Κάθε πολίτης ανήκει στον καλύτερο λαό του κόσμου, τα μέλη του κόμματος είναι οι καλύτεροι πολίτες, κάθε πολίτης μπορεί (ή πρέπει) να γίνει μέλος του κόμματος. Αλλά δεν μπορεί να υπάρχουν πατρίκιοι χωρίς πληβείους. Ο Ηγέτης, που γνωρίζει ότι η εξουσία δεν του απονεμήθηκε δημοκρατικά αλλά την κατέκτησε με τη βία, γνωρίζει επίσης ότι η δύναμή του βασίζεται στην αδυναμία των μαζών· οι μάζες είναι αδύναμες, και γι’ αυτό χρειάζονται και αξίζουν έναν ηγεμόνα. Και εφόσον η ομάδα είναι οργανωμένη ιεραρχικά (σύμφωνα με το στρατιωτικό πρότυπο), κάθε ηγέτης περιφρονεί τους υφισταμένους του, και καθένας απ’ αυτούς περιφρονεί τους κατωτέρους του. Αυτό ενισχύει την αίσθηση του μαζικού ελιτισμού.

11. Μέσα σ’ αυτή την προοπτική, όλοι μαθαίνουν πως πρέπει να γίνουν ήρωες. Σε κάθε μυθολογία, ο ήρωας είναι ένα εξαιρετικό ον, αλλά για την πρωτοφασιστική ιδεολογία ο ηρωισμός είναι ο κανόνας. Αυτή η λατρεία του ηρωισμού συνδέεται στενά με τη λατρεία του θανάτου. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα συνθήματα που είχαν οι ισπανοί φαλαγγίτες ήταν το «viva la muerte» («ζήτω ο θάνατος»). Στις μη φασιστικές κοινωνίες, ο απλός λαός μαθαίνει ότι ότι ο θάνατος είναι κάτι το δυσάρεστο που όμως πρέπει να το αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια· και οι πιστοί μαθαίνουν ότι είναι ένας οδυνηρός τρόπος για να περάσουν σε μια μεταφυσική ευτυχία. Αντίθετα, ο πρωτοφασίστας ήρωας αποζητά τον ηρωικό θάνατο, ο οποίος διαφημίζεται ως η μεγαλύτερη ανταμοιβή για μια ηρωική ζωή. Ο πρωτοφασίστας ήρωας ανυπομονεί να πεθάνει. Μέσα στην ανυπομονησία του, συχνά στέλνει κι άλλους ανθρώπους στο θάνατο.

12. Επειδή και ο συνεχής πόλεμος και ο ηρωισμός είναι δύσκολα παιχνίδια, ο πρωτοφασίστας μεταθέτει τον πόθο του για εξουσία στη σεξουαλική συμπεριφορά του. Έτσι προκύπτει ο ματσισμός [σ.τ.Μ.: το αντριλίκι] (που συνεπάγεται αφενός την περιφρόνηση προς τη γυναίκα και αφετέρου την καταδίκη παρεκκλινουσών ερωτικών συνηθειών, όπως η αγνότητα ή η ομοφυλοφιλία). Και επειδή και το σεξ είναι δύσκολο παιχνίδι, ο πρωτοφασίστας ήρωας προτιμά να παίζει με τα όπλα – σαν φαλλικό υποκατάστατο.

13. Ο πρωτοφασισμός βασίζεται σε έναν επιλεκτικό λαϊκισμό, έναν ποιοτικό λαϊκισμό, θα έλεγε κανείς. Σε μια δημοκρατία, οι πολίτες έχουν ατομικά δικαιώματα, αλλά οι πολίτες συνολικά έχουν πολιτική επιρροή μόνο από ποσοτική άποψη — ακολουθούνται οι αποφάσεις της πλειοψηφίας. Για τον πρωτοφασισμό, όμως, τα άτομα ως άτομα δεν έχουν δικαιώματα, και ο Λαός γίνεται αντιληπτός σαν ποιότητα, σαν μια μονολιθική οντότητα που εκφράζει την Κοινή Βούληση. Και επειδή κανένα μεγάλο σύνολο ατόμων δεν μπορεί ποτέ να έχει κοινή βούληση, ο Ηγέτης παριστάνει το διερμηνέα τους. Έχοντας χάσει την εξουσία της αντιπροσώπευσης, οι πολίτες δεν πράττουν· καλούνται μόνο να παίξουν το ρόλο του Λαού. Έτσι, ο Λαός δεν είναι παρά ένα θεατρικό εφεύρημα. Για να πάρουμε μια γεύση ποιοτικού λαϊκισμού δεν χρειαζόμαστε πλέον την Πιάτσα Βενέτσια της Ρώμης, ούτε το Στάδιο της Νυρεμβέργης. Υπάρχει στο μέλλον μας ένας τηλεοπτικός ή διαδικτυακός λαϊκισμός, στον οποίο η συναισθηματική αντίδραση μιας επιλεγμένης ομάδας πολιτών θα μπορεί να παρουσιάζεται και να γίνεται αποδεκτή ως η Φωνή του Λαού.

Λόγω του ποιοτικού λαϊκισμού του, ο πρωτοφασισμός πρέπει να είναι κατά των «διεφθαρμένων» κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων. Μια από τις πρώτες φράσεις που είπε ο Μουσολίνι στο ιταλικό κοινοβούλιο ήταν «Θα μπορούσα να μετατρέψω αυτό το βουβό και καταθλιπτικό μέρος σε στρατόπεδο για τις σπείρες μου» — οι «σπείρες» είναι μια υποδιαίρεση της παραδοσιακής ρωμαϊκής λεγεώνας. Βέβαια, αμέσως βρήκε καλύτερο καταυλισμό για τις σπείρες του, αλλά λίγο αργότερα διέλυσε το κοινοβούλιο. Όποτε ένας πολιτικός αμφισβητεί τη νομιμότητα ενός κοινοβουλίου γιατί δεν αντιπροσωπεύει πλέον τη Φωνή του Λαού, αρχίζει και μυρίζει πρωτοφασισμό.

14. Ο πρωτοφασισμός μιλάει την «Νέα Ομιλία». Η Νέα Ομιλία επινοήθηκε από τον Όργουελ στο βιβλίο του 1984, ως επίσημη γλώσσα του Αγγλικού Σοσιαλισμού. Αλλά σε πολλές μορφές δικτατορίας συναντά κανείς πρωτοφασιστικά χαρακτηριστικά. Όλα τα ναζιστικά και φασιστικά σχολικά εγχειρίδια χρησιμοποιούσαν φτωχό λεξιλόγιο και στοιχειώδη σύνταξη, με σκοπό να περιορίσουν τη διάδοση των εργαλείων της σύνθετης και κριτικής σκέψης. Αλλά πρέπει να είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε άλλα είδη Νέας Ομιλίας, ακόμα κι αν παίρνουν τη φαινομενικά αθώα μορφή ενός δημοφιλούς τοκ-σόου.

Το πρωινό της 27ης Ιουλίου 1943, έμαθα ότι, σύμφωνα με ραδιοφωνικές ανακοινώσεις, ο φασισμός είχε καταρρεύσει και ο Μουσολίνι είχε συλληφθεί. Όταν η μητέρα μου με έστειλε να αγοράσω την εφημερίδα, είδα ότι οι εφημερίδες στον κοντινότερο πάγκο είχαν διαφορετικούς τίτλους. Επιπλέον, αφού είδα τους τίτλους, συνειδητοποίησα ότι κάθε εφημερίδα έγραφε διαφορετικά πράγματα. Αγόρασα μία στην τύχη, και διάβασα στην πρώτη σελίδα ένα μήνυμα που το υπέγραφαν πέντε ή έξι πολιτικά κόμματα — ανάμεσά τους η Χριστιανική Δημοκρατία, το Κομμουνιστικό Κόμμα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κόμμα της Δράσης, και το Φιλελεύθερο Κόμμα.

Μέχρι τότε, πίστευα ότι υπήρχε μόνο ένα κόμμα σε κάθε χώρα, και ότι στην Ιταλία αυτό ήταν το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα. Τώρα, ανακάλυπτα ότι στη χώρα μου μπορούσαν να υπάρχουν ταυτόχρονα διάφορα κόμματα. Καθώς ήμουν έξυπνο παιδί, κατάλαβα ότι όλα αυτά τα κόμματα δεν μπορεί να γεννήθηκαν μέσα σε μια νύχτα, άρα θα πρέπει να υπήρχαν εδώ και αρκετό καιρό ως μυστικές οργανώσεις.

Το μήνυμα στην πρώτη σελίδα πανηγύριζε για το τέλος της δικτατορίας και την επιστροφή της ελευθερίας: της ελευθερίας του λόγου, του τύπου, της πολιτικής σύμπραξης. Αυτές τις λέξεις, «ελευθερία», «δικτατορία» — τις διάβαζα τώρα για πρώτη φορά στη ζωή μου. Χάρη σ’ αυτές τις λέξεις, ξαναγεννήθηκα ως ελεύθερος δυτικός άνθρωπος.

Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε το νόημα αυτών των λέξεων να μην ξεχαστεί ξανά. Ο πρωτοφασισμός βρίσκεται ακόμα γύρω μας, πολλές φορές με πολιτικά. Θα ήταν πολύ ευκολότερο, για μας, αν εμφανιζόταν στην παγκόσμια σκηνή κάποιος και έλεγε «Θέλω να ξανανοίξω το Άουσβιτς, θέλω να παρελάσουν ξανά οι Μελανοχίτωνες στις ιταλικές πλατείες». Αλλά η ζωή δεν είναι τόσο απλή. Ο πρωτοφασισμός μπορεί να επιστρέψει με το πιο αθώο προσωπείο. Είναι καθήκον μας να τον αποκαλύπτουμε και να καταδεικνύουμε οποιαδήποτε από τις νέες εκφάνσεις του — κάθε μέρα, σε κάθε μέρος του κόσμου. Και είναι καλό να θυμόμαστε τα λόγια που είπε ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ στις 4 Νοεμβρίου 1938:

«Τολμώ να πω ότι, αν ποτέ η αμερικανική δημοκρατία πάψει να προχωρεί ως ζωντανή δύναμη και να προσπαθεί μέρα και νύχτα, με ειρηνικό τρόπο, να κάνει όλους τους πολίτες μας καλύτερους, τότε ο φασισμός θα δυναμώσει στη χώρα μας».

Η ελευθερία και η απελευθέρωση είναι μια ατέρμονη διαδικασία.

Το πρωτότυπο κείμενο δημοσιεύτηκε στο New York Review of Books το 1995

http://www.themodernword.com/eco/eco_blackshirt.html

Τι είναι ο φασισμός;

 Απόσπασμα από το βιβλίο του Εμίλιο Τζεντίλε «Φασισμός. Ιστορία και Ερμηνεία», μετάφραση: Ευάγγελος Κατσιφός, εκδ. Ασίνη: Αθήνα 2007
Ο φασισμός ως κομματική οργάνωση, ιδεολογία και κρατική πολιτική
Του Εμίλιο Τζεντίλε
Ένα μαζικό κίνημα διαταξικής συνεργασίας, στα διοικητικά στελέχη του οποίου όμως, καθώς και στη μεγάλη μάζα των οπαδών του, υπερισχύουν νέοι που ανήκουν κυρίως στις μεσαίες τάξεις, στην πλειονότητά τους αναλαμβάνοντας για πρώτη φορά πολιτική δράση, οργανωμένοι στην πρωτοεμφανιζόμενη και άγνωστη ως τότε (σ.σ.: στο Μεσοπόλεμο) μορφή του «κόμματος-πολιτοφυλακή». Ένα κίνημα που δεν βασίζει την ταυτότητά του στην κοινωνική ιεραρχία και την ταξική προέλευση, αλλά στην αρχή της συντροφικότητας. Που θεωρεί ότι είναι επιφορτισμένο με μια αποστολή εθνικής αναγέννησης, ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση πολέμου εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων, και που επιδιώκει να κατακτήσει το μονοπώλιο της πολιτικής εξουσίας χρησιμοποιώντας την τρομοκρατία, την κοινοβουλευτική τακτική και το συμβιβασμό με τις κυρίαρχες δυνάμεις, με σκοπό να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς καταστρέφοντας την κοινοβουλευτική δημοκρατία.

2. Μια κουλτούρα που είναι θεμελιωμένη στη σκέψη που βασίζεται σε μύθους, και στην αντίληψη της ζωής που συνδυάζει τραγικότητα και ακτιβισμό (μιας ζωής όμως που γίνεται αντιληπτή ως εκδήλωση της επιθυμίας για εξουσία), στο μύθο της νεότητας ως πρωταγωνιστή της ιστορίας και στη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής ως μοντέλο ζωής και συλλογικής οργάνωσης.

3. Μια ιδεολογία με χαρακτήρα αντι-ιδεολογικό και πραγματιστικό, που προβάλλει ως αντι-υλιστική, αντι-ατομιστική, αντι-φιλελεύθερη, αντι-δημοκρατική, αντι-μαρξιστική, με λαϊκίστικες και αντικαπιταλιστικές τάσεις. Μια ιδεολογία εκφρασμένη περισσότερο αισθητικά παρά θεωρητικά, μέσω ενός νέου πολιτικού ύφους και μέσω μύθων, τελετουργιών και συμβόλων μιας λαϊκής θρησκείας που ιδρύθηκε σε συνδυασμό με τη διαδικασία διαπαιδαγώγησης, κοινωνικοποίησης και φιντεϊστικής ολοκλήρωσης των μαζών μέσω της δημιουργίας ενός «Νέου Ανθρώπου».

4. Μια ολοκληρωτική αντίληψη της υπεροχής της πολιτικής ως καθολικής εμπειρίας και συνεχούς επανάστασης, για την πραγματοποίηση, μέσω του ολοκληρωτικού Κράτους, της συγχώνευσης του ατόμου και των μαζών στην μυστική κοινότητα του έθνους (εθνική και ηθική κοινότητα) υιοθετώντας μέτρα διάκρισης και δίωξης εναντίον εκείνων που θεωρείται ότι δεν ανήκουν σε αυτή την κοινότητα γιατί είναι εχθροί του καθεστώτος ή γιατί ανήκουν σε φυλές που θεωρούνται κατώτερες ή σε κάθε περίπτωση επικίνδυνες για την ακεραιότητα του έθνους.

5. Μια ηθική του αστού της πόλης βασισμένη στην απόλυτη υποταγή των πολιτών στο Κράτος, στην πλήρη αφοσίωση του ατόμου στην εθνική κοινότητα, στην πειθαρχία, στον ανδρισμό, στη συντροφικότητα και στο πολεμικό πνεύμα.

6. Ένας αστυνομικός μηχανισμός που προλαμβάνει, ελέγχει και καταστέλλει κάθε μορφή διαφωνίας ή αμφισβήτησης με τη συνδρομή της οργανωμένης τρομοκρατίας.

7. Ένα μοναδικό κόμμα που έχει ως στόχο να εξασφαλίζει, μέσω μιας δικής του πολιτοφυλακής, την ένοπλη άμυνα του καθεστώτος (το οποίο γίνεται κατανοητό ως το σύνολο των νέων δημόσιων ιδρυμάτων που δημιουργήθηκαν από το επαναστατικό κίνημα)• να επιτηρεί την επιλογή των νέων διευθυντικών στελεχών και το σχηματισμό της «διοικητικής αριστοκρατίας»• να οργανώνει τις μάζες στο ολοκληρωτικό Κράτος, εμπλέκοντάς τες σε μια εκπαιδευτική διαδικασία συνεχούς συναισθηματικής και φιντεϊστικής κινητοποίησης• να ενεργεί στο εσωτερικό του καθεστώτος ως όργανο της «συνεχούς επανάστασης» για την πραγματοποίηση του μύθου του ολοκληρωτικού Κράτους στο επίπεδο των θεσμών, της κοινωνίας, της νοοτροπίας και των εθίμων.

8. Ένα πολιτικό σύστημα βασισμένο στη συμβίωση κόμματος και Κράτους, που είναι οργανωμένο σύμφωνα με μια ιεραρχία λειτουργιών, η οποία καθορίζεται από ψηλά υπό την επίβλεψη του «αρχηγού». Ένα αρχηγός που περιβάλλεται από μια «χαρισματική αγιοσύνη», ο οποίος διατάζει, διευθύνει και συντονίζει τις δραστηριότητες του κόμματος, του καθεστώτος και του Κράτους, και ενεργεί ως ύψιστος και αδιαμφισβήτητος κριτής στις συγκρούσεις μεταξύ των ηγετικών στελεχών του καθεστώτος.

9. Μια κορπορατιστική οργάνωση της οικονομίας, που καταργεί τις συνδικαλιστικές ελευθερίες, διευρύνει τη σφαίρα παρέμβασης του Κράτους και επιδιώκει να εξασφαλίσει, σύμφωνα με τις τεχνοκρατικές και συναδελφικές αρχές, τη συνεργασία των παραγωγικών τάξεων κάτω από τον έλεγχο του καθεστώτος, με στόχο πάντα την απόκτηση περισσότερης εξουσίας, διατηρώντας όμως την ατομική ιδιοκτησία και το διαχωρισμό των τάξεων.

10. Μια εξωτερική πολιτική με ιμπεριαλιστικούς στόχους που αποβλέπει στην απόκτηση εξουσίας και σε εθνικά μεγαλεία με απώτερο σκοπό τη δημιουργία ενός νέου πολιτισμού.