Category Archives: Αταξινόμητα

Για να μην ξεχνάμε… πού και πώς “εκκολάφθηκε το αυγό του φιδιού”: Φράουλες, αίμα, χρήμα και κοινωνικός εκφασισμός

της Μαρίας Γερογιάννη
  • Φαινόμενα φασιστικής και ρατσιστικής βίας κατά μεταναστών καταγράφονται στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1990.
  • Η δουλεία στη Νέα Μανωλάδα είναι μια παλιά ιστορία με πολύ χρήμα και την ανοχή μας τοπικής κοινωνίας που σωπαίνει συνένοχα.
Ο εκφασισμός κομματιών της κοινωνίας προηγείται της εκλογικής επέλασης της Χ.Α. καθώς εδώ και χρόνια, κυρίως στην επαρχία, είναι κοινό μυστικό η άγρια εκμετάλλευση και η άσκηση σωματικής και ψυχικής βίας στους μετανάστες που από τη δεκαετία του 1990 άρχισαν να φτάνουν στον «ελληνικό παράδεισο».


Από τότε, καταγράφηκαν περιστατικά δολοφονίας μεταναστών εργατών επειδή ζήτησαν τα δεδουλευμένα, όπως στην περίπτωση πατατοπαραγωγού στη Βόρειο Ελλάδα που εκτέλεσε εν ψυχρώ τον 20χρονο εργάτη γης από την Αλβανία που απασχολούσε όταν εκείνος ζήτησε να πληρωθεί. Δεκάδες οι εξαφανίσεις και οι ξυλοδαρμοί στις αγροτικές περιοχές από τότε έως σήμερα, ενώ στην καλύτερη περίπτωση οι μεγαλοαγρότες αφού απομυζούν τους μετανάστες, στη συνέχεια τους καταδίδουν στην αστυνομία για να απελαθούν και να γλυτώσουν τα μεροκάματα.

Το φαινόμενο του κοινωνικού ρατσισμού και της φασιστικής νοοτροπίας υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια στη Νέα Μανωλάδα της Ηλείας που πάλι ήρθε στο προσκήνιο με αφορμή τον τραυματισμό 33 μεταναστών από τους μπράβους ενός μεγαλοτσιφλικά της περιοχής.
Ωστόσο, δεν είναι η πρώτη φορά που η συγκεκριμένη περιοχή βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας εξαιτίας της κακομεταχείρισης μεταναστών εργατών.
Το 2009 δύο κτηνοτρόφοι της περιοχής, ξυλοκόπησαν άγρια δύο μετανάστες από το Μπαγκλαντές και τους έσυραν στους δρόμους του χωριού με το τρίκυκλό τους. Τον περασμένο Αύγουστο εξάλλου, δύο ντόπιοι επιστάτες βασάνισαν άγρια έναν 22χρονο εργάτη γης από την Αίγυπτο και τον έσυραν 400 μέτρα χτυπημένο και με το κεφάλι σφηνωμένο στο παρμπρίζ αγροτικού αυτοκινήτου.
Η συνένοχη σιωπή της τοπικής κοινωνίας που ενισχύει ο φόβος απέναντι στη μαφία της φράουλας που λυμαίνεται την περιοχή, κρατά στο σκοτάδι δεκάδες άλλα περιστατικά βασανισμού και τρομοκρατίας με θύματα μετανάστες. Η μαφία της φράουλας λειτουργεί ανεξέλεγκτα και έχει φτάσει σε σημείο πριν λίγα χρόνια να τρομοκρατεί μέχρι και δημοσιογράφους που τόλμησαν να πάνε να διερευνήσουν τις συνθήκες εργασίας και διαμονής των μεταναστών.
Οι μεγαλοτσιφλικάδες, χρόνια τώρα, χρησιμοποιούν το δουλεμπόριο ανθρώπων προκειμένου να εξασφαλίσουν φτηνά εργατικά χέρια στα φραουλοχώραφα όπου απασχολούνται περισσότεροι από 5.000 μετανάστες από το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν, την Αίγυπτο, αλλά και Ρομά από βαλκανικές χώρες σε συνθήκες δουλείας.
Οι μετανάστες ζουν μέσα στα κτήματα των τσιφλικάδων και είναι στην απόλυτη κυριότητά τους. Στοιβάζονται σε παραπήγματα και παράγκες με πλαστικό αντί για τοίχο, όπου κοιμούνται ομαδικά σε ράντζα. Δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο και τρεχούμενο νερό και πλένονται με νερό από γεώτρηση, ενώ δουλεύουν από το χάραμα έως το βράδυ στα χωράφια.
Τα μεροκάματα στα σκλαβοπάζαρα της Μανωλάδας είναι σήμερα 20 ευρώ, ενώ ήταν 8-12 ευρώ έως πριν πέντε χρόνια. Τότε, οι βούλγαροι εργάτες γης που απασχολούνταν στις καλλιέργειες φράουλας, μην αντέχοντας άλλο, προχώρησαν σε απεργία. Προκειμένου να μην γίνει η συλλογή της σοδειάς οι τσιφλικάδες αναγκάστηκαν να δώσουν αύξηση, αλλά εκδικήθηκαν με μπαράζ ξυλοδαρμών και βασανισμών μεταναστών.
Το “αυγό του φιδιού” έχει σπάσει προ καιρού
Όπως συνήθως, οι μεγαλοκτηματίες δεν πλήρωσαν και τώρα τους 200 εργάτες από το Μπαγκλαντές που έκαναν συγκέντρωση ζητώντας δεδουλευμένα έξι μηνών. Την απάντηση την έδωσαν οι επιστάτες–μπράβοι ανοίγοντας πυρ εναντίον τους, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν ελαφρά 29 και βαριά τέσσερις μετανάστες.
Λίγες ημέρες μετά το συμβάν, επιστάτες άλλου παραγωγού μαχαιρώνουν δύο μετανάστες που επίσης ζήτησαν δεδουλευμένα μεροκάματα οκτώ μηνών.
Μπάτσοι, εισαγγελείς και δικαστές κάνουν το κορόιδο και διευκολύνουν τους φίλους τους έχοντες και κατέχοντες, ο δήμαρχος ειρωνεύεται υποκρινόμενος πως δεν ξέρει τι γίνεται τόσα χρόνια στο χωριό του, η κοινωνία σιωπά και η μαφία της φράουλας συνεχίζει ανενόχλητη να πλουτίζει και να τρομοκρατεί.
Ρεσιτάλ υποκρισίας δίνει η τρικομματική συμμορία της εξουσίας, με τον Δένδια να εξαντλεί τον ανθρωπισμό του επισκεπτόμενος την περιοχή, ενώ η αριστερά διαμαρτύρεται και καταγγέλλει αλλά όχι με ιδιαίτερο πάθος (ενδεικτική η περίπτωση βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ που ουσιαστικά προσπάθησε να παρουσιάσει το γεγονός ως μεμονωμένο φαινόμενο εκμετάλλευσης και ρατσισμού).
Η άγρια εκμετάλλευση που βιώνει το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας στην Ελλάδα της κρίσης, μετατρέπεται σε εφιάλτη για τους μετανάστες που υποχρεώνονται να επιβιώνουν σε συνθήκες δουλείας που προσομοιάζουν με αυτές που επικρατούσαν κάποτε στον αμερικάνικο νότο.
Αν η κοινωνία δεν μπει εμπόδιο στην έφοδο των υπανθρώπων που πλουτίζουν πατώντας πάνω στη ζωή και την αξιοπρέπεια ανθρώπων που έχουν ανάγκη, τότε το παιχνίδι χάθηκε για πάντα και για όλους γιατί σημαίνει ότι το αυγό του φιδιού που έχει σπάσει προ καιρού σκόρπισε για τα καλά το δηλητήριό του.
Από το 11ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας Δράση

Αντιφασιστικη Πορεία στη Χαλκίδα

fyssas

Παύλος Φύσσας 34 ετών νεκρός από μαχαίρι χρυσαυγίτη

Πρέπει με λόγια και πράξεις να πούμε ΦΤΑΝΕΙ!

 

Μέσα στο περιβάλλον της λεηλατημένης μας ζωής πρέπει να θέσουμε ένα όριο αξιοπρέπειας και να πούμε ‘’όχι στους φασίστες και τους ναζιστές, έξω η χρυσή αυγή από την Χαλκίδα’’. Δεν είναι λύση το να πλακώνεις μετανάστες στο ξύλο και ούτε βέβαια να σκοτώνεις όποιον δεν σου αρέσει. Είναι ένδειξη απανθρωπιάς και μας στιγματίζει ως κοινωνία όσο συνεχίζουμε να παρακολουθούμε απαθείς. Η σιωπή είναι συνενοχή. Το κυνήγι και οι δολοφονικές επιδρομές εναντίον μεταναστών, προσφύγων, αλλοεθνών, ομοφυλοφίλων, ρομά, γυναικών, είναι η ντροπή της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούμε. Είναι ντροπή γιατί ενώ συμβαίνουν στη διπλανή πόρτα, δρόμο, χωριό, κάνουμε σα να μην συμβαίνει τίποτα. Σα να μη μας αφορά.

Η χρυσή αυγή, μια ομάδα περιθωριακών νεοναζί, όπου τα περισσότερα μέλη της έχουν καταδικαστικές αποφάσεις (και φυσικά στενές σχέσεις με τον υπόκοσμο) κατάφερε να επιβιώσει από την δεκαετία του ‘80 μέχρι σήμερα και να αποτελεί πια κοινοβουλευτικό κόμμα επειδή πάντα δρούσε με τις πλάτες των δικαστών, της αστυνομίας, των μέσων μαζικής προπαγάνδας και των φανατικών φονταμενταλιστών της ορθόδοξης εκκλησίας. Στη σημερινή συγκυρία η ύπαρξή της εξυπηρετεί τις βρώμικες δουλειές του Κράτους. Το Κράτος  συντηρεί μέσα στην κοινωνία τέτοιου είδους ιδέες και πεποιθήσεις προκειμένου να σπείρει τον φόβο, να καλλιεργήσει την αδράνεια αλλά και να ελέγξει τις αντιστάσεις.

Ως αντιφασίστες/στριες δεν έχουμε καμιά αυταπάτη ότι το φαινόμενο του ρατσισμού-φασισμού μπορεί να καταπολεμηθεί μέσα στα έδρανα της βουλής (μέχρι στιγμής εξάλλου όλοι εκεί μέσα έκαναν τα στραβά μάτια), γιατί ο φασισμός δεν περιορίζεται με νόμους, αφού προσπαθεί με τη βία και τον αυταρχισμό να γίνει ο ίδιος νόμος, στο δρόμο και παντού. Άρα ο αγώνας πρέπει να είναι πραγματικά πολύπλευρος: από τον μαχητικό αντιφασισμό (δηλαδή την ανένδοτη αντιμετώπιση τους στον δρόμο όπου τραμπουκίζουν και δολοφονούν)  και  τη διάδοση της ελευθεριακής κουλτούρας μέχρι την καθημερινή στάση του καθενός.

Απέναντι στον κοινωνικό κανιβαλισμό που προτείνουν ως δήθεν λύση για την κρίση οι φασίστες εμείς προτείνουμε την αλληλεγγύη των από τα κάτω.  Οι έννοιες και οι πρακτικές που μπορούν να μας ενώσουν είναι εκείνες της αλληλεγγύης και της αυτοδιαχείρισης σε κάθε τομέα και όπου αυτό είναι εφικτό. Να δημιουργήσουμε δηλαδή και να βοηθήσουμε να εξαπλωθούν αντιιεραρχικοί θεσμοί αυτοοργάνωσης παντού, έξω από την κρατική και κομματική κηδεμονία. Να αρχίσουμε να εγκαταλείπουμε τη λογική της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης σε άλλους των ευθυνών και να διεκδικήσουμε ισότιμα τον δημόσιο χώρο και την ελεύθερη πρόσβαση όλων στα κοινά. Ένα δημόσιο χώρο που θα προωθεί τη συλλογικοποιήση των αντιστάσεων και θα στοχεύει στην ουσιαστική ενεργοποίηση της καθεμιάς και του καθενός, δημιουργώντας αυτοδιαχειριζόμενες δομές παντού : καταλήψεις εργασιακών και δημόσιων χώρων, συνελεύσεις γειτονιάς, αυτοδιαχειριζόμενες συλλογικότητες , σωματεία βάσης, συνεργατικές αυτοδιαχείρισης του ζητήματος της τροφής.

Έφτασε ο καιρός να δημιουργήσουμε ένα κίνημα που θα ενώνει στον ίδιο αγώνα εκείνους που απηυδισμένοι από τις εξουσιαστικές πολιτικές της αριστεράς και της δεξιάς, συνειδητοποιούν ότι είναι καιρός να αντιπαραθέσουν σε μια διεφθαρμένη κοινοβουλευτική/καπιταλιστική ολιγαρχία και στα εγκληματικά της τσιράκια την αυτοδιεύθυνση της κοινωνίας, δηλαδή την αυτοδιαχείριση  των μέσων παραγωγής και ολόκληρης της ζωής μας. Είναι ρεαλιστικό αρκεί να το θελήσουμε…

 

Η ΣΙΩΠΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΝΟΧΗ

ΚΑΜΙΑ ΑΝΟΧΗ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΝΑΖΙ

ΕΞΩ Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ

 

 

 

Αντιφασιστική Πορεία στην Χαλκίδα

oso

Παύλος Φύσσας 34 ετών νεκρός από μαχαίρι χρυσαυγίτη 
Η σιωπή είναι συνενοχή!

ΚΑΛΕΣΜΑ ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΧΑΛΚΙΔΑ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20/9
ΩΡΑ 19:00

ΠΡΟΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΓΕΦΥΡΑ 

ΟΥΛΑΛΟΥΜ – D.I.Y Music Movement – ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ

ΤΣΙΡΙΤΣΑΝΤΣΟΥΛΕΣ – ”Πέρσες” του Αισχύλου

Ο Τσίρι θίασος μετά τη «Νύχτα Των Παλιάτσων» περιοδεύει με την αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία, το αντιπολεμικό αριστούργημα του Αισχύλου «Πέρσες». Η φθινοπωρινή περιοδεία των ”Περσών” ξεκινά από τη Χαλκίδα: Τετάρτη 18 Σεπτέμβρη στις 21.00 στο Θέατρο Π.Κωτσόπουλου (Μέσα Παναγίτσα) Σουβάλα.

ueatro1

Oι Τσιριτσάντσουλες δεν είναι μια ομάδα. Είναι φιλοσοφία ζωής. Είναι τρόπος επιβίωσης, δημιουργίας, επικοινωνίας ή ακόμα και φυγής. Είναι τρόπος αντίστασης και καταγγελίας. Mε άλλα λόγια είναι ένας αυτοοργανωμένος χωροχρόνος, στον οποίο συναντιόμαστε διάφοροι περιφερόμενοι καλλιτέχνες, τρελοί ή φρόνιμοι.

 

Παίζουν: 

Ηλίας ΦαχίδηςΝτίνα ΜαυρίδουΚώστας ΣκύλοςΜαρίνος Μουζάκης

Συντελεστές:

Μετάφραση: Λέλια Παντελόγλου

Σκηνοθεσία – μουσική: Μαρίνος Μουζάκης

Σκηνικά – κοστούμια – μάσκες – φιγούρες: Μαρία Μαρκοπούλου, Χριστίνα Χριστοδούλου

Οργάνωση παραγωγής: Ηρώ Κατσιφλώρου

Βοηθός σκηνοθέτη: Ντίνα Μαυρίδου

Κατασκευές: Κώστας Βαλατσός

 

Υπόθεση:

Ο Ξέρξης, βασιλιάς της Περσίας, έχει εκστρατεύσει για να κατακτήσει την Ελλάδα, με έναν πολυάριθμο στρατό απ’ όλη την επικράτεια της Περσικής Αυτοκρατορίας. Στα Σούσα οι γέροντες Πέρσες περιμένουν νέα από την εκστρατεία εδώ και καιρό και η ανησυχία τους κορυφώνεται όταν η Άτοσσα, μητέρα του Ξέρξη και βασίλισσα, βλέπει ένα άσχημο όνειρο αλλά και έναν κακό οιωνό. Πραγματικά, τα νέα που καταφθάνουν λίγο αργότερα, περιγράφουν την τρομερή καταστροφή που υπέστη το ναυτικό των Περσών στην ναυμαχία της Σαλαμίνας και την άτακτη φυγή όλου του στρατού των Περσών. Τα δεινά του πολέμου που προκαλεί η ανθρώπινη αλαζονεία πέφτουν πάνω στην αυτοκρατορία και όλη η χώρα βυθίζεται στο πένθος…

Για την παράσταση:

Οι Πέρσες του Αισχύλου, το αντιπολεμικό αυτό αριστούργημα του κλασικού ποιητή, αποτελεί την αρχαιότερη τραγωδία που σώζεται ολόκληρη. Η δραματουργική δομή της είναι σε «πρώιμο» στάδιο, σχεδόν «πρωτόγονη» και άρα πιο κοντά στη Διονυσιακή παράδοση πάνω στην οποία βασίστηκε το θεατρικό αυτό είδος. Από αυτήν ακριβώς την πρώιμη μορφή δραματουργίας ξεπηδά και η δύναμη, η ζωντάνια και η θεατρική συνθήκη που δίνει στο θίασό μας την ευκαιρία να ασχοληθεί για πρώτη φορά με μια τραγωδία.

Το έργο γράφτηκε κατά παραγγελία 7 χρόνια μετά την νίκη των Ελλήνων κατά των Περσών (472 π.Χ.), για τους εορτασμούς της επετείου της ναυμαχίας της Σαλαμίνας. Ο Αισχύλος αντί να υπερτονίσει την ηρωική διάσταση της ελληνικής νίκης, παρουσιάζει την τραγωδία των Περσών και χωρίς να αναφέρει ούτε ένα όνομα ελληνικό, ξεδιπλώνει το βάθος του πόνου και της καταστροφής που ένας πόλεμος προκαλεί στους λαούς, δίνοντας στο έργο έναν πιο οικουμενικό και διαχρονικό λόγο πάνω σε θέματα όπως η αλαζονεία, η ύβρις και η τυφλή παράνοια της εξουσίας, αλλά κυρίως η τιμωρία που η μοίρα επιφυλάσσει σε τέτοιου είδους «παραπτώματα».

Το έργο διαδραματίζεται στα Σούσα, την πρωτεύουσα της περσικής αυτοκρατορίας κατά την εποχή του Αισχύλου, γεγονός που δίνει έναν σκηνικά ασυνήθιστο, εξωτικό χαρακτήρα σε αυτήν την τραγωδία. Άλλο ένα στοιχείο που προκαλεί έκπληξη είναι η σκηνή της νεκρανάστασης του Δαρείου (αφού τέτοιου είδους καρναβαλικές και μυστικιστικές σκηνές δεν τις συναντάμε σε άλλα κατοπινά έργα της κλασικής περιόδου), αλλά και η είσοδος στη σκηνή του εξευτελισμένου, κουρελή και σχεδόν μισότρελου μονάρχη Ξέρξη, μετά τη συντριβή του στην Αθήνα.

Όλα αυτά τα στοιχεία όπως και ο ποιητικός – φιλοσοφικός αντιπολεμικός λόγος του Αισχύλου, είναι που μας δίνουν την πρώτη ύλη για να δώσουμε στους «Πέρσες» τον χαρακτήρα που η τραγωδία είχε από τη γέννησή της. Ένα λαϊκό θέατρο ποιότητας, που αφορούσε όλη την κοινωνία (ή σχεδόν όλη!!!) και αποτελούσε μέσο για την πνευματική άσκηση και αφορμή για τον κοινωνικό διάλογο, βασικά συστατικά για μια ποιοτική δημοκρατία, οπαδός και αγωνιστής της οποίας υπήρξε ο Αισχύλος…

Κάναμε δική μας μετάφραση με τη σκέψη να εξυπηρετήσουμε αυτήν τη σκηνοθετική προσέγγιση, μέσα από έναν λόγο απλό, στην καθομιλουμένη δημοτική, που θα αναδεικνύει όμως όλες τις εικόνες αλλά και θα εκθέτει με τρόπο κατανοητό τις φιλοσοφικές αναζητήσεις που θέτει ο ποιητής με αυτό το έργο.

Η μουσική είναι ζωντανή και γράφτηκε πάνω στις φόρμες  τις βαθιάς ανατολής όπου και ξετυλίγεται η σκηνική δράση. Τη συνθέσαμε με γνώμονα την ανάδειξη των νοημάτων του κειμένου, σκαλίζοντας ρυθμούς και μελωδίες με καταγωγές «αρχέγονες».

Άλλα εργαλεία μας για την κατασκευή αυτής της παράστασης είναι τα ίδια πάντα εργαλεία που σου προσφέρει το παγκόσμιο λαϊκό θέατρο όπως η μάσκα, η φιγούρα του θεάτρου σκιών, ο χορός και το τραγούδι…

Κορνήλιος Καστοριάδης: Οι Μύθοι Της Παράδοσής Μας

Τι σημαίνει το γεγονός ότι διερωτώμεθα για τη σχέση μας με την παράδοση; Ότι κατά κάποιον τρόπο έχουμε βγει απ’ την παράδοση. Αυτό το καταλαβαίνουμε πρώτα-πρώτα εμπειρικά. Οι φυλές και οι λαοί που έχουν μείνει κλεισμένοι μέσα στην παράδοσή τους δεν βλέπουν καν την παράδοση σαν παράδοση: ζουν μέσα σε αυτήν και θεωρούν την παρούσα ζωή τους σαν συνέχεια ενός αμετάβλητου τρόπου ζωής. Και μπορούμε να το καταλάβουμε και λογικά: για να διερωτηθούμε για τη σχέση μας με την παράδοση πρέπει η σχέση αυτή να έχει γίνει, περισσότερο ή λιγότερο προβληματική, πρέπει να έχει δημιουργηθεί μια απόσταση απ’ την παράδοση. Απόσταση δεν σημαίνει απεμπόληση ή λησμονιά. Σημαίνει και άλλου είδους παρουσία και άλλου είδους σχέση. Μια σύντομη ανασκόπηση της ανθρώπινης ιστορίας μας δείχνει ακριβώς δυο κύριους τύπους σχέσης με την παράδοση.

Ο πρώτος που ασφαλώς πρέπει να ήταν και μόνος για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια μέχρι την 1η χιλιετία πΧ, είναι ο τύπος των αρχαϊκών (ή πρωτόγονων ή αγρίων) κοινωνιών. Αν στηριχτούμε στη γνώση που έχουμε για τέτοιου τύπου κοινωνίες από την εθνολογία (που τις μελέτησε τους δυο τελευταίους αιώνες), θα συνάγουμε ότι σε αυτές τις κοινωνίες, τρόπος ζωής, έθιμα, οργάνωση, τεχνική, διαβιβάζονται σχεδόν αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά. Ανεπαίσθητες αλλοιώσεις βέβαια συνεχώς εμφανίζονται, αλλιώς δεν θα υπήρχε διάκριση ανάμεσα στις διάφορες ηωλιθικές, παλαιολιθικές και νεολιθικές εποχές. Αλλά οι κοινωνίες αυτές δεν έχουν συνείδηση αυτών των αλλοιώσεων. Πιστεύουν ότι από τότε που υπάρχει η φυλή τους, η ζωή τους και οι νόμοι τους έμειναν οι ίδιοι. Βέβαια από όσο ξέρουμε, όχι μόνο υπάρχει μια συνείδηση του χρόνου και της διαδοχής των γενεών, αλλά υπάρχει και μια μυθική παράσταση ενός πρώτου χρόνου ή «πρώτης στιγμής», στιγμής δημιουργίας και του κόσμου και της ίδιας της φυλής. Αυτή αποδίδεται σε έναν ή πολλούς θεούς και σε έναν ή πολλούς «ήρωες» ή προγόνους, που έθεσαν μια για πάντα τους νόμους, την τάξη και την οργάνωση του κόσμου και της φυλής. Οι δημιουργοί αυτοί, θείοι ή ανθρώπινοι, έχουν πάντως μια ιερή φύση που φυσικά μεταβιβάζουν και στα δημιουργήματά τους. Από αυτά απορρέει άμεσα ο ιερός χαρακτήρας των θεσμών της φυλής, που κάνει ιερόσυλη και βλάσφημη κάθε ιδέα μεταβολής τους. Οι θεσμοί, όπως ο τρόπος ζωής, είναι κυριολεκτικά καθιερωμένοι μια για πάντα λόγω της ιερής προέλευσής τους.

Η κλασσική εβραϊκή παράδοση που κληρονόμησε και ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ, παρ’ όλο που προέρχεται από μια κοινωνία που με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρχαϊκή, πρωτόγονη ή άγρια, προσφέρει μια τέλεια εικόνα αυτής της κατάστασης. Ο θεός δημιούργησε τον κόσμο και τους ανθρώπους, εδιάλεξε ανάμεσα σ’ αυτούς μια φυλή στην οποία μια σειρά από θεόπνευστους «ήρωες» -Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ και τελικά Μωυσής-παρουσίασαν τους νόμους του Θεού.

Αυτές οι κοινωνίες μπορούν να ονομαστούν ετερόνομες γιατί θεωρούν τους νόμους τους δοσμένους από κάποιον ανώτερο Άλλο και συνεπώς απαγορεύουν στον εαυτό τους οποιαδήποτε μεταβολή αυτών των νόμων. Από την σκοπιά όπου τοποθετηθήκαμε, η σχέση αυτών των κοινωνιών με την παράδοση μπορεί να ονομαστεί παθητική. Μια ιστορική στροφή, καλύτερα ρήξη, εμφανίζεται με την αρχαία Ελλάδα και ξανά μετά από πολλούς αιώνες στην δυτική Ευρώπη. και στις δυο αυτές περιπτώσεις η σχέση με την παράδοση αλλάζει και μπορεί να ονομαστεί ενεργητική. Η αλλαγή αυτή είναι φυσικά οργανικά συνδεδεμένη με αυτό που συνιστά την απόλυτη ιστορική ιδιομορφία της αρχαίας Ελλάδας, τη δημιουργία για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία μιας κίνησης προς την αυτονομία, δηλαδή την ελευθερία, σε σχεδόν όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, κατά πρώτο λόγο στην πολιτική με τη δημιουργία της δημοκρατίας και στη σκέψη με τη δημιουργία της φιλοσοφίας και της επιστήμης.

Η δημιουργία αυτή ισοδυναμεί βέβαια με μια ριζική ρήξη με την προηγούμενη κατάσταση πραγμάτων. Η Αθηναϊκή δημοκρατία, στην ουσία της, δεν έχει καμιά σχέση με τις ομηρικές ή μινωικές ή μυκηναϊκές βασιλείες όπως και η φιλοσοφία αναδύεται ως καταστροφή της μυθικής παράδοσης του κόσμου. Πχ και οι δυο πρώτοι ιστορικοί, ο Εκαταίος και ο Ηρόδοτος αρχίζουν τα συγγράμματα τους και τα δικαιολογούν με την βεβαίωση ότι αυτά που οι Έλληνες διηγούνται για το παρελθόν τους είναι παραμύθια. Εν τούτοις, αυτά με κανέναν τρόπο δεν σημαίνουν απεμπόληση ή λησμονιά της παράδοσης. Συμβαδίζουν με την διαμόρφωση μιας νέας σχέσης ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, που μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς με δυο λέξεις φαινομενικά αντιφατικές, σεβασμός και μεταμόρφωση. Η αντίφαση αίρεται άμα σκεφτούμε ότι σ’; αυτό το πεδίο σεβασμός δεν σημαίνει τυφλή λατρεία και παγωμένη συντήρηση, αλλά αναζωογόνηση του παρελθόντος μέσω της μεταμόρφωσης των στοιχείων του που έτσι γίνονται σημαντικά για το παρόν.

Θα προσπαθήσω να κάνω κατανοητό αυτό που θέλω να πω με παραδείγματα από τον χώρο της τέχνης και ιδιαίτερα αυτού που ονομάζουμε λογοτεχνία. Ξέρουμε ότι ο Όμηρος έμεινε πάντα ζωντανός στην κλασσική Ελλάδα, τα ομηρικά έπη τα τραγουδούσαν στις γιορτές και τα παιδιά τα μάθαιναν στο σχολείο. Ξέρουμε όμως επίσης ότι μετά τον Ησίοδο και το έπος και το χαρακτηριστικό του μέτρο, το δακτυλικό εξάμετρο, εξαφανίζονται και ότι οι καινούργιοι ποιητές, ο Αρχίλοχος, η Σαπφώ και αυτοί που ακολούθησαν, δημιουργούν νέα μέτρα, νέα θέματα, νέες μορφές ποίησης. Αυτό δεν εμπόδισε τους κλασσικούς φιλόσοφους, Πλάτωνα και Αριστοτέλη, να παραθέτουν τους ομηρικούς στίχους στα φιλοσοφικά τους κείμενα. Αλλά μόνο στην αλεξανδρινή εποχή, εποχή παρακμής, με τα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου του Ρόδιου, εμφανίζεται μια προσπάθεια μίμησης των ομηρικών επών, φυσικά με πολύ μέτρια αποτελέσματα.

Αλλά το πιο λαμπρό παράδειγμα αυτής της δημιουργικής μεταμόρφωσης της παράδοσης μας το δίνει η Αθηναϊκή τραγωδία και η σχέση της με την άλλη προαιώνια μεγάλη ελληνική δημιουργία, τον μύθο. Όλοι οι λαοί έχουν ωραίους μύθους, αλλά μόνο οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι είναι αληθινοί, μεστοί από ανθρωπολογικά και κοσμολογικά νοήματα, αληθινά που παρουσιάζονται με μυθική μορφή. Είναι φυσικά αδύνατο να ξέρουμε ως ποιό βαθμό αυτό το νόημα των μύθων σε όλη του την έκταση και την ένταση μπορούσαν να το αφομοιώσουν και να το οικειοποιηθούν οι Έλληνες, ας πούμε του 6ου πΧ αιώνα. Λογικό είναι να υποθέσουμε ότι τουλάχιστον ασυνείδητα και υπόγεια τους άγγιξε, αλλιώς και οι μύθοι ως μύθοι δεν θα είχαν διασωθεί. Αυτό που εμφατικά ξέρουμε είναι ότι η τραγωδία, που με μόνη εξαίρεση τους «Πέρσες» του Αισχύλου και την «Μιλήτου Άλωση» του Φρύνιχου έχει ως αποκλειστικό θέμα της τους μύθους, αφενός αναλαμβάνει αυτό το νόημα, το κάνει προσιτό σε όλους, το πλουτίζει, ασφαλώς το μεταμορφώνει και του δίνει μιας εκπληκτικής έντασης και ενάργειας παρουσίαση με την ενσάρκωσή του σε ανθρώπινους χαρακτήρες και λόγους, αφετέρου εκσυγχρονίζει τους μύθους, τους πλέκει με τα καινούργια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι του 5ου αιώνα.

Ταυτόχρονα βλέπουμε τους ποιητές να τροποποιούν και να πλουτίζουν την πλοκή των μύθων. Αναμφισβήτητη ένδειξη μας δίνει στην ποιητική του ο Αριστοτέλης, λέγοντας ότι η σημαντικότερη αρετή του τραγικού ποιητή είναι η μυθοσκοπία.
Θα έπρεπε να είχαμε το χρόνο να το δείξουμε αυτό πάνω σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Θα περιοριστώ να αναφέρω την «Ορέστεια» του Αισχύλου, τις τρεις θηβαϊκές τραγωδίες του Σοφοκλή («Οιδίπους τύραννος», «Οιδίπους επί Κολονώ», «Αντιγόνη») και τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη.. Συνοπτικά η τραγωδία ούτε επαναλαμβάνει το μύθο, ούτε τον χρησιμοποιεί σαν παθητικό υλικό. Στηρίζεται στις δυνατότητές του και δημιουργεί μια καινούργια μορφή τέχνης που της επιτρέπει, σε μια οργανική συνέχεια με το μύθο να παρουσιάσει καινούργια περιεχόμενα. Ανάλογες αναπτύξεις θα μπορούσε να κάνει κανείς για την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική ή τη ζωγραφική όσο την ξέρουμε από τα αγγεία.

Από αυτή τη σκοπιά, τη δημιουργία μιας καινούργιας σχέσης με την παράδοση, ο μόνος αληθινός κληρονόμος της αρχαίας Ελλάδας είναι η δυτική Ευρώπη. Χωρίς να μακρηγορήσω, θα υπενθυμίσω πόσο ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός, από τον 11ο αιώνα και πέρα, και υπήρξε επαναστατικά δημιουργός και διατήρησε μια γνήσια σχέση με την παράδοση που είχε πίσω του, είτε λαϊκή, είτε «καλλιεργημένη». Η παράδοση αυτή περιλαμβάνει βέβαια κατά πρώτο λόγο τη χριστιανική κληρονομιά και αργότερα την ελληνορωμαϊκή κληρονομιά. Και σ’; αυτήν την περίπτωση, μιλώντας πολύ σύντομα, θα πάρω για παράδειγμα την καταπληκτική εξέλιξη της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής που αρχίζει με μια εκκλησιαστική εικονογραφία, παραφυάδα της βυζαντινής και από τον Giotto και μετά παρουσιάζει μια ακατάπαυστη δημιουργική ανανέωση που όμως είναι ταυτόχρονα μια αδιάκοπη οργανική συνέχεια ως το 1950. Το ίδιο ισχύει και για την μουσική που βγαίνει και από την εκκλησιαστική ρίζα του γρηγοριανού άσματος και από την φολκλορική ρίζα λαϊκών μελωδών, ρυθμών και τρόπων. Η βαθειά σχέση μεγάλων μουσικών δημιουργών, όπως οι κλασσικοί Γερμανοί, ο Chpin, o Musorsgy, o Albeniz, μ’ αυτές τις ρίζες αλλά και η ικανότητά τους να μετουσιώνουν επαναστατικά τα στοιχεία της παράδοσης που χρησιμοποιούν είναι προφανείς. Το πιο έντονο παράδειγμα αυτής της σχέσης προσφέρει ίσως η δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφία η οποία, μέσα από τις συνεχείς τομές στην ιστορία της σκέψης που παρουσιάζει, εξελίσσεται πάνω σε ρητή αναφορά με την παράδοση της φιλοσοφικής θεολογίας του μεσαίωνα και της κλασσικής ελληνικής φιλοσοφίας.

Η περίπτωση της δυτικής Ευρώπης παίρνει για μας όλο το τραγικό της βάρος, αν την αντιπαραθέσουμε  μ’ αυτά που έγιναν ή δεν έγιναν στο ανατολικό μέρος της άλλοτε Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στο Βυζάντιο. Παρά το ότι το Βυζάντιο δεν υποχρεώθηκε να διασχίσει την περίοδο καθαρής βαρβαρότητας που υπέστη η δυτική Ευρώπη από τον 5ο ως τον 11ο αιώνα, ο πολιτισμός του μας δίνει στις μεγάλες του γραμμές μια στατική εικόνα απολιθωμένων μορφών. Η σχέση με την παράδοση εδώ είναι στείρα, μιμητική και επαναληπτική. Η ζωγραφική γίνεται μια εικονογραφία που πολύ γρήγορα φτάνει σε τυποποιημένες μορφές τις οποίες μετά απλώς επαναλαμβάνει μιμούμενη τον εαυτό της. Το ίδιο ισχύει και για την αρχιτεκτονική. Η τέχνη του λόγου μένει μια ισχνή και ανιαρή απομίμηση των αρχαίων προτύπων. Έξω από τη λαϊκή μουσική, που γι’; αυτή την περίοδο ελάχιστα ξέρουμε, η μουσική καθηλώνεται στο μονωδικό εκκλησιαστικό άσμα.

Δυο παραδείγματα μπορούν να συνοψίσουν τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή πολιτισμική κατάσταση. Οι Βυζαντινοί κληρονόμησαν ό,τι περίπου σώζεται και σήμερα από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Απ’ αυτούς την παίρνουν και την μεταφράζουν οι Άραβες και αργότερα οι δυτικοευρωπαίοι. Οι Άραβες, όχι μόνο σχολιάζουν τον Πλάτωνα και ιδίως τον Αριστοτέλη, αλλά μέσα απ’ αυτή την επαφή γεννούν τουλάχιστον δύο σημαντικούς φιλοσόφους, τον Αβικέννα και τον Αβερρόη.

Για τους δυτικοευρωπαίους, η «ανακάλυψη» των αρχαίων ελληνικών κειμένων δημιουργεί έναν εκρηκτικό συγκλονισμό που βρίσκει το πρώτο του κορύφωμα στην Αναγέννηση, αλλά που οι δονήσεις του δεν σταματούν, περιοδικά διαπιστώνεται κάτι σαν επιστροφή στους Έλληνες. Τώρα τι κάνουν οι Βυζαντινοί; Απλώς αντιγράφουν τα αρχαία χειρόγραφα και τους σχολιαστές τους και κάπου κάπου προσθέτουν και κανένα σχόλιο.

Το άλλο παράδειγμα είναι ο Γκρέκο. Παινευόμαστε και ξιπαζόμαστε με τον Γκρέκο χωρίς να καταλαβαίνουμε τι σημαίνει η περίπτωσή του. Ο Γκρέκο είναι βέβαια βαθειά ριζωμένος στην χριστιανική παράδοση και ξεκινάει από βυζαντινούς τύπους. Αλλά το πέρασμά του από τη Βενετία και η εγκατάστασή του στην Ισπανία τον αλλάζουν ριζικά. Η ζωγραφική του σαφώς μαρτυράει την προέλευσή του πχ σε παραλλαγές χρωματικής ή στην περίφημη επιμήκυνση των προσώπων και των σωμάτων. Αλλά τα αριστουργήματα της ισπανικής εποχής «Η ταφή του κόμητος Οργκάθ», «Οι απόψεις του Τολέδου», «Η κυρία με τη γούνα» είναι αδύνατα και αδιανόητα στο Βυζάντιο ή στη Κρήτη του 17ου αιώνα. Οι σημερινοί Βυζαντινο-κάπηλοί μας δεν στέκονται μια στιγμή να αναρωτηθούν γιατί ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος έπρεπε να εγκατασταθεί στην Ισπανία και να γίνει El Greco; Το Βυζάντιο και η εποχή της Τουρκοκρατίας μας προσφέρουν το παράδειγμα ενός μεταελληνικού πολιτισμού που έχει κάποια γνώση της αρχαιότητας σε σχέση με αυτήν, αλλά που μένει καθηλωμένη σε μια μιμητική, εξωτερική και άγονη σχέση με την παράδοση.

Τέλος έρχομαι στο σύγχρονο ελληνικό δράμα. Τα κεντρικά στοιχεία του ελληνικού δράματος είναι, από τη μια μεριά, η τριπλή αναφορά που περιέχει για μας η παράδοση: Αναφορά στους αρχαίους Έλληνες, αναφορά στο Βυζάντιο, αναφορά στη λαϊκή ζωή και κουλτούρα, όπως αυτή δημιουργήθηκε στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου και κάτω από την Τουρκοκρατία. Από την άλλη μεριά, η αντιφατική και, θα μπορούσε να πει κανείς, ψυχοπαθολογική σχέση μας με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, που περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι ο πολιτισμός αυτός έχει μπει εδώ και δεκαετίες σε μια φάση έντονης κρίσης και υποβόσκουσας αποσύνθεσης.

Η διπλή και ταυτόχρονη αναφορά στην αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο, που αποτέλεσε το επίσημο «πιστεύω» του νεοελληνικού κράτους και του πολιτιστικού κατεστημένου της χώρας οδήγησε και οδηγεί σε αδιέξοδο, κατά πρώτο και κύριο λόγο διότι οι δυο αυθεντίες που επικαλείται βρίσκονται σε διαμετρική αντίθεση μεταξύ τους. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ελευθερίας και αυτονομίας, που εκφράζεται στο πολιτικό επίπεδο στην πολιτεία ελεύθερων πολιτών που συλλογικά αυτοκυβερνώνται και στο πνευματικό επίπεδο με την ακατάπαυστη επαναστατική ανανέωση και αναζήτηση. Ο βυζαντινός πολιτισμός είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού. Στο Βυζάντιο δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά υπήκοοι του αυτοκράτορα, ούτε στοχαστές, μόνο σχολιαστές ιερών κειμένων. Η προσπάθεια συνδυασμού και συμφιλίωσής τους δεν μπορούσε παρά να νεκρώσει κάθε δημιουργική προσπάθεια και να οδηγήσει σε ένα στείρο σχολαστικισμό, όπως αυτός που χαρακτήριζε το πνευματικό κατεστημένο της χώρας επί ενάμιση σχεδόν αιώνα μετά την ανεξαρτησία και που επαναλάμβανε τα χειρότερα μιμητικά στοιχεία του Βυζαντίου. Καθ’ όσο ξέρω, είμαστε ο μόνος λαός με μεγάλο πολιτιστικό παρελθόν που πρόσφερε στον κόσμο το γελοίο και θλιβερό θέαμα προσπάθειας τεχνητής επαναφοράς της γλώσσας που μιλιόταν πριν από 25 αιώνες. Ούτε οι Ιταλοί προσπάθησαν να ξαναζωντανέψουν τα λατινικά, ούτε οι Ινδοί τα σανσκριτικά. Και είναι εξίσου χαρακτηριστικό ότι ενώ η Δυτική Ευρώπη, στους δυο περασμένους αιώνες γέννησε δεκάδες λαμπρούς ελληνιστές, μόνο τρία ονόματα έχουμε που μπορούν να σταθούν αχνά στο ίδιο επίπεδο με αυτούς: Τον Κοραή, τον Βερναρδάκη και τον Συκουτρή -τον οποίο Συκουτρή οδήγησε χαρακτηριστικά σε αυτοκτονία ο φθόνος και το μίσος των κηφήνων του εν Αθήνησι Πανεπιστημίου. Περηφανευόμαστε ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων, αλλά για να μάθουμε τι έλεγαν και τι ήταν οι αρχαίοι πρέπει να προσφύγουμε σε ξένες εκδόσεις και σε ξένες μελέτες.

Αυτή η ίδια στάση έκανε ασφαλώς επίσης αδύνατη τη γονιμοποίηση της λαϊκής παράδοσης και τη μεταφορά της στο χώρο της έντεχνης παιδείας, με εμφατική εξαίρεση την ποίηση. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο τεράστιος μουσικός πλούτος της λαϊκής μουσικής σε μελωδίες, ρυθμούς, κλίμακες και όργανα έμεινε νεκρός στα χέρια των νεοελλήνων συνθετών, όπως έμεινε άχρηστος και ο αρχιτεκτονικός και διακοσμητικός πλούτος της λαϊκής παράδοσης.

Τέλος, αυτή η αναφορά στα δύο μεγάλα παρελθόντα, με τον αποστειρωτικό τρόπο που ετέθη, είναι στη ρίζα της σχιζοφρενικής μας σχέσης με το δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, του συνδυασμού ενός κακομοιριασμένου αισθήματος κατωτερότητας και μιας ψωροπερήφανης και αστήρικτης αυθάδειας. Έτσι παίρνουμε από τους ξένους τις BMW, τις τηλεοράσεις, τα κατεψυγμένα, κλπ, κλπ, χωρίς να μιλήσω για τα πακέτα Ντελόρ και τους βρίζουμε για την υποδούλωσή τους στην τεχνική και στον ορθολογισμό τους. Πράγματα που η δύση βέβαια δεν περίμενε τους νεοφώτιστους ελληνορθόδοξους για να τα κριτικάρει και να τα καταγγείλει η ίδια και που δεν απαλείφονται με μια ετήσια εκδρομή στο Άγιο Όρος.

Φαντάζομαι ότι δεν περιμένετε από μένα να δώσω συνταγές για το πώς θα μπορούσαμε να υπερβούμε αυτή τη δραματική βουβαμάρα που πολιτισμικά μας χαρακτηρίζει σήμερα. Για ένα πράγμα είμαι βέβαιος: αυτό που από την ελληνική ιστορία διαδόθηκε, γονιμοποίησε τον κόσμο και παραμένει σημείο αναφοράς και πηγή έμπνευσης είναι η αρχαία ελληνική δημιουργία και η ανάδυση μέσα από αυτήν των ιδεών της αυτονομίας και της ελευθερίας. Αν η δυτική Ευρώπη μπόρεσε, με τη σειρά της, να μεγαλουργήσει κι αυτή επί δέκα σχεδόν αιώνες, είναι και διότι μπόρεσε να συγκροτήσει μέσα από τις δυο Αναγεννήσεις, την κλασσική εποχή, το διαφωτισμό και τις μετέπειτα εξελίξεις, μια σχέση δημιουργικού διαλόγου κι όχι μιμητικής επανάληψης με τα αρχαία ελληνικά σπέρματα. Για μας σήμερα, αν είμαστε ικανοί να τον συγκροτήσουμε, ένας τέτοιος διάλογος που προϋποθέτει και τη βαθειά γνώση και το σεβασμό της λαϊκής μας παράδοσης δεν μπορεί παρά να είναι διπλός: και με τους αρχαίους και με την τεράστια πολιτιστική κληρονομιά της δυτικής Ευρώπης. Όπως το ανέφερα ήδη, και αυτός ο δυτικός πολιτισμός περνάει σήμερα μια βαθειά κρίση που δεν ξέρουμε αν και πότε θα μπορέσουν οι δυτικοί λαοί να την ξεπεράσουν. Είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, στο ίδιο καράβι είμαστε μπαρκαρισμένοι κι εμείς και δεν εννοώ τις οικονομικές και διπλωματικές διασυνδέσεις. Αν μπορέσουμε να αφομοιώσουμε δημιουργικά τον απέραντο πολιτισμικό πλούτο που δημιούργησε η δύση -και που περιέχει έστω και ανεπαρκώς την αρχαία ελληνική αναφορά- θα μπορέσουμε ίσως να μιλήσουμε μια πραγματικά δική μας γλώσσα και να παίξουμε την παρτίδα μας σε μια νέα πολιτιστική συμφωνία. Αλλιώς θα εξακολουθήσουμε να βράζουμε στο ζουμί μας και να καλλιεργούμε την περιθωριακή μας ασημαντότητα.

Διάλεξη στον Τριπόταμο Τήνου στις 20/8/1994
Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 21/8/1994

Εγκώμιον αγιασμού

egom

 

Να κάθεσαι αβέβαιος, φοβισμένος και να εκπνέεις. Να έχεις αποστηθίσει κάθε αλλότρια συστημική μαγγανεία και κάθε ρετάλι εκφυλισμένης αλήθειας. Να γίνεσαι ο μεζές του ψυχωτικού θεού της συλλογικής γύμνιας των πραγμάτων. Να κατεβάζεις αμάσητα τα κουφέτα του γάμου του φασίστα με τον τεχνοκράτη. Να υψώνεις αλληγορικές πομφόλυγες μπρός στις δυστυχίες των άλλων και να διακονείς τη μιζέρια σου στη δουλειά, στο μπουρδέλο, στο κάτεργο. Να γίνεσαι γκουβερνάντα κάθε ελκυστικής ρουφιανιάς και νεκροθάφτης κατακτήσεων. Να κρύβεσαι σαν κακομοίρης μέσα σε εμετικά εγκώμια νευρωτικών αντισταλινικών και μεταφραστών θρησκευτικής ποίησης. Κάθε λάγνου εξιλεωτή εγκλημάτων που σε θειαφίζει αυταπάτες. Να κάθεσαι χεσμένος μπροστά στο έρεβος της αποκομιδής ψυχών. Να βυθίζεσαι στη γκρίνια και στις ασκητικές πρακτικές της νηστείας. Δάσκαλε ανώνυμε που σε βίτσισε με βασιλικό ο παπάς, υφαρπάζοντας με βουλιμία τυμπανιαίου κρετίνου τη δουλική σου διάθεση, δίπλωσε το στομάχι σου και σκύψε μπρός στον αυταρχικό υπερφαλλό της εξουσίας. Μάθε στους μαθητές σου με συναισθηματική πυγμή να σκύβουν μπροστά στο Χριστό και στους άρχοντες, μπροστά στην παναγία και μπροστά στη μυροβόλο σήψη της αγοράς. Δάσκαλε ανώνυμε, τρόμπαρε μπροστά στη σημαία, βάφτισε πατριωτισμό την καπηλεία, εδραίωσε κάθε κυρίαρχη παγερή αδολεσχία. Στάξε μέσα στα παλλόμενα κορμάκια το δηλητήριο κάθε εθνικιστικής μαλακίας. Δάσκαλε ανώνυμε, είσαι το κρυφό ψοφίμι μέσα στο πηγάδι του αστού. Είσαι το πιο χρήσιμο πτώμα και το πιο λαμπρό κάρβουνο. Είσαι η σφυρίχτρα και το αμήχανο τσοπανόσκυλο. Είσαι ο λούστρος των εξουσιών. Ο ευνούχος του κοπαδιού. Δάσκαλε ανώνυμε, όταν βγαίνεις απ’ την ανωνυμία σου μεγαλουργείς. Γίνεσαι ο ήλιος της νύχτας. Γίνεσαι ο πλαστουργός. Γίνεσαι απ’ την κορφή ως τα νύχια το καρποφόρο δέντρο. Γίνεσαι ο καρπός. Ο απαγορευμένος καρπός. Ο καρπός της αμφιβολίας. Γίνεσαι ο σαγηνευτής που μαγεύει με την αλήθεια. Που προπαγανδίζει το μέγα θαύμα. Το θαύμα της ζωής.

Αναδημοσίευση από: http://dromos.wordpress.com/2013/09/11/%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CF%8E%CE%BC%CE%B9%CE%BF%CE%BD-%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D/

Τέοντορ Αντόρνο: Αντισημιτισμός Και Φασιστική Προπαγάνδα

adorno

Στη σειρά των κειμένων που δημοσιεύουμε σχετικά με το φαινόμενο του φασισμού, με ιδιαίτερη χαρά παρουσιάζουμε μια μετάφραση του φίλου Γιώργου Στεφανίδη.
Πρόκειται για ένα μικρό κείμενο του Αντόρνο για τον φασισμό, το οποίο είναι πολύ κοντά, χρονικά και περιεχομενικά, με τα Στοιχεία Αντισημιτισμού  της Διαλεκτικής του Διαφωτισμού.
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μιας και είναι η πρώτη μετάφρασή του στα ελληνικά, αλλά επιπλέον παρουσιάζει μια προβληματική για το φασιστικό φαινόμενο, η οποία δεν ακούστηκε, τουλάχιστον σε ευρεία κλίμακα, παρά τον πλούτο και την πολλαπλότητα όσων έχουν δει το φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, εξ αιτίας του φαινομένου Χ.Α.
Το κείμενο πραγματεύεται σημεία και ερωτήματα τα οποία σήμερα έχουν απαντηθεί (ίσως και με την συμβολή του ίδιου του Adorno). Αλλού πάλι διατηρεί την επικαιρότητά του. Κυρίως όμως έχει ενδιαφέρον στα σημεία που ακολουθεί τη γνωστή γραμμή ανάλυσης της Σχολής της Φρανκφούρτης περί ατόμου, μάζας, ανορθολογισμού αλλά και στο σημείο που αναστρέφει εκλεπτύνοντας τη θέση του.
Θα χαιρόμασταν για οποιαδήποτε σχόλια, κριτικές ή παρατηρήσεις επί του κειμένου αλλά και επί του θέματος που πραγματεύεται.
 adorn
ΤΕΟΝΤΟΡ ΑΝΤΟΡΝΟ: Αντισημιτισμός Και Φασιστική Προπαγάνδα
Μετάφραση: Γιώργος Στεφανίδης

 

Το κείμενο βρίσκεται στο βιβλίο: Theodor Adorno, The Stars Down to Earth, εκδRoutledge, σελ. 218-231. Είναι γραμμένο στα αγγλικά και ο τίτλος του πρωτοτύπου είναι: Anti-semitism and Fascist Propaganda.
Ευχαριστούμε την Έφη Αυγήτα για τις μεταφραστικές της παρατηρήσεις.
—•—
Οι παρατηρήσεις που περιλαμβάνονται σε αυτήν την εργασία βασίζονται πάνω σε τρεις μελέτες που έγιναν από το Ερευνητικό Πρόγραμμα πάνω στον Αντισημιτισμό[i] υπό την αιγίδα του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών στο πανεπιστήμιο Κολούμπια. Αυτές οι μελέτες αναλύουν ένα εκτεταμένο σώμα αντιδημοκρατικής και αντισημιτικής προπαγάνδας, αποτελούμενο κυρίως από στενογραφημένες σημειώσεις ραδιοφωνικών ομιλιών από ορισμένους αγκιτάτορες της Δυτικής Ακτής, φυλλάδια και εβδομαδιαίες εκδόσεις. Είναι κυρίως ψυχολογικής φύσης, μολονότι θίγουν συχνά οικονομικά, πολιτικά και κοινωνιολογικά προβλήματα. Κατά συνέπεια, αυτό που τίθεται εδώ υπό εξέταση είναι η ψυχολογική πλευρά της ανάλυσης της προπαγάνδας παρά το αντικειμενικό της περιεχόμενο. Ο στόχος δεν ήταν μια διεξοδική πραγμάτευση των χρησιμοποιούμενων μεθόδων, ούτε η διατύπωση μιας εμπεριστατωμένης ψυχαναλυτικής θεωρίας της αντιδημοκρατικής προπαγάνδας. Περαιτέρω, έχουν παραλειφθεί δεδομένα και ερμηνείες, [που είναι] γενικώς γνωστά στους εξοικειωμένους με την ψυχανάλυση. Ο στόχος ήταν, μάλλον, να επισημανθούν ορισμένα ευρήματα, τα οποία, μολονότι προκαταρκτικά και αποσπασματικά, ενδέχεται να προτείνουν πρόσθετη ψυχαναλυτική επεξεργασία.
Το υλικό που μελετήθηκε καταδεικνύει μια ψυχολογική προσέγγιση. Γίνεται κατανοητό με ψυχολογικούς παρά με αντικειμενικούς όρους. Έχει στόχο να κερδίσει τους ανθρώπους μέσω της εκμετάλλευσης των ασυνείδητων μηχανισμών τουςπαρά μέσω της παράθεσης ιδεών και επιχειρημάτων. Η ρητορική τεχνική των φασιστών δημαγωγών δεν έχει μόνο μια διορατικά παράλογη, ψευτοσυναισθηματική φύση· πολύ περισσότερο, τα πολιτικά προγράμματα με θετικό περιεχόμενο, τα αιτήματα, πόσο μάλλον οι συγκεκριμένες πολιτικές ιδέες, δεν παίζουν παρά έναν δευτερεύοντα ρόλο σε σύγκριση με τα ψυχολογικά ερεθίσματα που απευθύνονται στο κοινό. Από αυτά τα ερεθίσματα και από άλλες πληροφορίες, παρά από ασαφείς και συγκεχυμένες [ιδεολογικές] πλατφόρμες, μπορούμε σε κάθε περίπτωση να ταυτοποιήσουμε αυτές τις ομιλίες ως φασιστικές.
Ας εξετάσουμε τρία χαρακτηριστικά της κατά κύριο λόγο ψυχολογικής προσέγγισης της σύγχρονης αμερικανικής φασιστικής προπαγάνδας:
(1)     Αυτή είναι προσωποποιημένη προπαγάνδα, ουσιαστικά μη-αντικειμενική. Οι αγκιτάτορες ξοδεύουν μεγάλο μέρος του χρόνου τους μιλώντας είτε για τον εαυτό τους είτε για το κοινό τους. Αυτοπαρουσιάζονται ως μοναχικοί λύκοι, ως υγιείς, συνετοί αμερικανοί πολίτες με ρωμαλέα ένστικτα, ως ανιδιοτελείς και ακάματοι· διαρρέουν ασταμάτητα πραγματικές ή φανταστικές προσωπικές λεπτομέρειες από τη ζωή τους ή τη ζωή των οικογενειών τους. Επιπλέον, φαίνονται να διαθέτουν ένα ζεστό ανθρώπινο ενδιαφέρον για τις μικρές καθημερινές ανησυχίες των ακροατών τους, τους οποίους περιγράφουν ως φτωχούς πλην τίμιους, προικισμένους με κοινή λογική πλην μη-διανοούμενους, γηγενείς χριστιανούς. Ταυτίζονται με τους ακροατές τους και δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι είναι συγχρόνως σεμνά ανθρωπάκια και ηγέτες μεγάλου βεληνεκούς. Αναφέρονται συχνά στον εαυτό τους ως απλό αγγελιοφόρο του άνδρα που πρόκειται να έρθει – ένα τέχνασμα ήδη γνωστό στους λόγους του Χίτλερ. Αυτή η τεχνική πιθανώς συνδέεται στενά με την υποκατάσταση του συλλογικού εγώ με πατριαρχικές παραστάσεις[ii]. Άλλο ένα αγαπημένο σχήμα προσωποποίησης είναι να προσκολλώνται σε ασήμαντες οικονομικές ανάγκες και να ζητιανεύουν μικρά χρηματικά ποσά. Οι αγκιτάτορες απαρνιούνται κάθε πρόσχημα ανωτερότητας, υπονοώντας ότι ο ερχόμενος ηγέτης είναι κάποιος εξίσου αδύναμος όσο και τα αδέρφια του, αλλά τολμά να ομολογήσει την αδυναμία του χωρίς αναστολές και κατά συνέπεια πρόκειται να μεταμορφωθεί στον ισχυρό άνδρα.
(2)     Όλοι αυτοί οι δημαγωγοί υποκαθιστούν τα μέσα με τους σκοπούς. Φλυαρούν για “αυτό το μεγαλειώδες κίνημα”, για την οργάνωσή τους, για τη γενική αμερικανική αναγέννηση που ελπίζουν να προκαλέσουν, αλλά πολύ σπάνια λένε κάτι για τα εξής: τι υποτίθεται ότι θα επιφέρει ένα τέτοιο κίνημα, τι είναι ικανή να κάνει η οργάνωση, ή, τι σκοπεύει θετικά να κατορθώσει η μυστηριώδης αναγέννηση. Εδώ υπάρχει ένα τυπικό παράδειγμα μιας πληθωρικής περιγραφής της ιδέας περί αναγέννησης από έναν μεταξύ των πιο πετυχημένων αγκιτατόρων της Δυτικής Ακτής:
Φίλε μου, δεν υπάρχει παρά [μόνον] ένας τρόπος για να φθάσουμε στην αναγέννηση και όλη η Αμερική πρέπει να φθάσει σε αυτήν την αναγέννηση, όλες οι εκκλησίες. Η ιστορία της μεγάλης ουαλικής αναγέννησης είναι απλά αυτή. Οι άνθρωποι γίνονται απεγνωσμένοι για την αγιότητα του Θεού στον κόσμο και ξεκινούν να προσεύχονται· ξεκινούν να παρακαλούν ώστε να στείλει μια αναγέννηση (!) και οπουδήποτε πήγαν οι άνδρες και οι γυναίκες έλαβε χώρα η αναγέννηση.
Η εξύμνηση της δράσης, του γεγονότος ότι κάτι συμβαίνει, εξαλείφει και αντικαθιστά συγχρόνως τον σκοπό του αποκαλούμενου κινήματος. Ο σκοπός είναι “ότι θα μπορούσαμε να δείξουμε στον κόσμο πως υπάρχουν πατριώτες, θεοσεβούμενοι χριστιανοί, άνδρες και γυναίκες, που είναι ακόμη πρόθυμοι να δώσουν τη ζωή τους στην υπόθεση του Θεού, της οικογένειας και της πατρίδας”[iii].
(3)     Εφόσον ολόκληρο το βάρος αυτής της προπαγάνδας πέφτει στην προαγωγή των μέσων, η προπαγάνδα καθ’ εαυτήν γίνεται το ύψιστο περιεχόμενο. Με άλλα λόγια, η προπαγάνδα λειτουργεί ως ένα είδος εκπλήρωσης επιθυμίας. Αυτό είναι ένα από τα σημαντικότερα πρότυπά της. Οι άνθρωποι λαμβάνουν “το προνόμιο της εισόδου”, έχουν, υποτίθεται, εσωτερική πληροφόρηση, θεωρούνται έμπιστοι, αντιμετωπίζονται ως η ελίτ που δικαιούται να μάθει τα συγκλονιστικά μυστικά, τα οποία αποκρύπτονται από τους παρείσακτους. Η επιθυμία για χαφιεδισμό ενθαρρύνεται και ικανοποιείται. Σκάνδαλα, κατά βάση φανταστικά, ειδικά με σεξουαλικές ακρότητες και ακολασίες, λέγονται συνεχώς· η αγανάκτηση απέναντι στη χυδαιότητα και τη βαναυσότητα δεν είναι παρά μια πολύ λεπτή, σκόπιμα διάφανη εκλογίκευση της ηδονής που προσφέρουν αυτές οι ιστορίες στον ακροατή. Περιστασιακά συμβαίνει μια παραδρομή της γλώσσας μέσω της οποίας η καπηλεία των σκανδάλων μπορεί εύκολα να ταυτοποιηθεί ως ένας σκοπός καθ’ εαυτόν. Έτσι, κάποιος δημαγωγός της Δυτικής Ακτής υποσχέθηκε κάποτε να δώσει στην επόμενη ομιλία του λεπτομερείς πληροφορίες για ένα ψεύτικο διάταγμα της σοβιετικής κυβέρνησης που οργάνωνε την εκπόρνευση της ρωσίδας γυναίκας. Ανακοινώνοντας αυτήν την ιστορία, ο ομιλητής είπε ότι δεν υπάρχει αληθινός άνδρας που δεν θα ανατρίχιαζε στο άκουσμα αυτών των γεγονότων. Η αμφιθυμία που υπονοείται στον μηχανισμό της “ανατριχίλας” είναι προφανής.
Μέχρι ενός σημείου, όλα αυτά τα πρότυπα μπορούν να εξηγηθούν ορθολογικά. Πολύ λίγοι αμερικανοί αγκιτάτορες θα τολμούσαν ανοικτά να διακηρύξουν φασιστικούς και αντιδημοκρατικούς στόχους. Σε αντίθεση με τη Γερμανία, η δημοκρατική ιδεολογία έχει αναπτύξει ορισμένα ταμπού, των οποίων η παραβίαση ενδέχεται να απειλήσει ανθρώπους που εμπλέκονται σε ανατρεπτικές δραστηριότητες. Έτσι, ο φασίστας δημαγωγός εδώ είναι κατά πολύ περισσότερο περιορισμένος σε ό,τι μπορεί να πει, τόσο για λόγους πολιτικής λογοκρισίας όσο και ψυχολογικής τακτικής. Επιπλέον, μια ορισμένη αοριστία αναφορικά με τους πολιτικούς σκοπούς είναι ενδιάθετη στον ίδιο τον φασισμό. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην εγγενώς μη θεωρητική φύση του, εν μέρει στο γεγονός ότι οι οπαδοί του θα εξαπατηθούν στο τέλος και ότι επομένως οι ηγέτες πρέπει να αποφύγουν κάθε διατύπωση στην οποία πρέπει στη συνέχεια να εμμείνουν. Θα έπρεπε επίσης να σημειωθεί ότι, σε σχέση με τον τρόμο και τα καταπιεστικά μέτρα, ο φασισμός κατά τα ειωθότα υπερβαίνει τις εξαγγελίες του. Ολοκληρωτισμός σημαίνει ότι δεν υπάρχουν όρια, ότι δεν επιτρέπεται καμία ανάπαυλα, [σημαίνει] κατάκτηση με απόλυτη κυριάρχηση, πλήρης εξολόθρευση του επιλεγμένου εχθρού. Σε σχέση με αυτή τη σημασία του φασιστικού “δυναμισμού”, κάθε σαφές πρόγραμμα θα λειτουργούσε ως ένας περιορισμός, ένα είδος εγγύησης ακόμη και για τον αντίπαλο. Είναι ουσιαστικό για την ολοκληρωτική κυριαρχία ότι τίποτε δεν θα διασφαλισθεί, κανένα όριο δεν τίθεται στην αμείλικτη αυθαιρεσία.
Τελικά, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο ολοκληρωτισμός δεν θεωρεί τις μάζες ως αυτοκαθοριζόμενα ανθρώπινα όντα, τα οποία αποφασίζουν ορθολογικά για τη ζωή τους και επομένως πρέπει να αποκαλούνται ορθολογικά υποκείμενα, αλλά αντιμετωπίζει τις μάζες ως απλά αντικείμενα διοικητικών μέτρων που διδάσκονται, πάνω από όλα, να είναι συγκρατημένα και να υπακούν διαταγές.
Ωστόσο, αυτό ακριβώς το τελευταίο σημείο απαιτεί μια κάπως λεπτομερέστερη εξέταση, αν η σημασία του πρόκειται να υπερβεί το κλισέ για τη μαζική ύπνωση υπό τον φασισμό. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν στον φασισμό συντελείται πραγματική μαζική ύπνωση ή αν πρόκειται για μια βολική μεταφορά που επιτρέπει στον παρατηρητή να ξεμπερδεύει με την πρόσθετη ανάλυση. Η κυνική νηφαλιότητα, παρά η ψυχολογική μέθη, χαρακτηρίζει περισσότερο τη φασιστική ψυχοσύνθεση. Επιπλέον, κανένας που είχε κάποια στιγμή τη δυνατότητα να παρατηρήσει τις φασιστικές συμπεριφορές δεν μπορεί να παραβλέψει το γεγονός ότι ακόμα και εκείνα τα στάδια του συλλογικού ενθουσιασμού, στα οποία αναφέρεται ο όρος “μαζική ύπνωση”, έχουν ένα στοιχείο συνειδητού ελέγχου, από τον ηγέτη και από το ίδιο το ατομικό υποκείμενο, πράγμα που δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα αποτέλεσμα μιας απλώς παθητικής μετάδοσης. Μιλώντας ψυχολογικά, το εγώ παίζει υπερβολικά μεγάλο ρόλο στη φασιστική ανορθολογικότητα ώστε να δεχθούμε μια ερμηνεία της υποτιθέμενης έκστασης ως απλής έκφρασης του ασυνειδήτου. Υπάρχει πάντα κάτι αυτοσχέδιο, αυτεξούσιο, πλαστό αναφορικά με τη φασιστική υστερία, το οποίο απαιτεί κριτική προσοχή, αν η ψυχολογική θεωρία περί φασισμού δεν πρόκειται να ενδώσει στα ανορθολογικά συνθήματα που ο ίδιος ο φασισμός προωθεί.
Τι επιθυμεί λοιπόν να κατορθώσει ο φασιστικός, και ιδιαίτερα, ο αντισημιτικός προπαγανδιστικός λόγος; Πράγματι, ο στόχος του δεν είναι “ορθολογικός”, διότι δεν καταβάλλει προσπάθεια να πείσει τους ανθρώπους και μένει πάντα σε ένα μη επιχειρηματολογικό [non-argumentative] επίπεδο. Σε αυτήν τη συνάφεια δύο δεδομένα χρήζουν ενδελεχούς έρευνας:
(1)     Η φασιστική προπαγάνδα επιτίθεται σε φαντάσματα παρά σε πραγματικούς αντιπάλους, δηλαδή, σχηματίζειπαραστάσεις του Εβραίου, ή του κομμουνιστή, και τις καταστρέφει χωρίς να ενδιαφέρεται πολύ για τη σχέση αυτών των παραστάσεων με την πραγματικότητα.
(2)     [Η φασιστική προπαγάνδα] δεν χρησιμοποιεί συλλογιστική λογική [discursive logic], αλλά, πολύ περισσότερο, ειδικά στις ρητορικές επιδείξεις, είναι ό,τι μπορεί να ονομασθεί ιδεοφυγή. Η σχέση μεταξύ προκείμενων και συμπερασμάτων αντικαθίσταται από μια σύνδεση ιδεών που εδράζεται στην απλή ομοιότητα, συχνά διαμέσου συνειρμού, χρησιμοποιώντας την ίδια χαρακτηριστική λέξη σε δύο προτάσεις που λογικά είναι εντελώς άσχετες. Αυτή η μέθοδος δεν αποφεύγει απλώς τους ελεγκτικούς μηχανισμούς της ορθολογικής εξέτασης, αλλά από ψυχολογική σκοπιά καθιστά ευκολότερο για τον ακροατή να “συναινέσει”. Αυτός δεν χρειάζεται να σκεφθεί κοπιαστικά, αλλά μπορεί να παραδοθεί παθητικά σε ένα ρεύμα σκέψεων στο οποίο κολυμπά.
Παρ’ όλα αυτά τα πρότυπα της παλινδρόμησης, ωστόσο, η αντισημιτική προπαγάνδα δεν είναι επ’ ουδενί ολωσδιόλου ανορθολογική. Ο όρος “ανορθολογικότητα” είναι υπερβολικά ασαφής ώστε να περιγράψει ικανοποιητικά ένα τόσο σύνθετο ψυχολογικό φαινόμενο. Πάνω απ’ όλα, ξέρουμε ότι η φασιστική προπαγάνδα, με όλη τη διαταραγμένη λογική της και τις φανταστικές διαστρεβλώσεις της, είναι συνειδητά σχεδιασμένη και οργανωμένη. Αν πρόκειται να αποκληθεί ανορθολογική, τότε χρησιμοποιείται αντί για την αυθόρμητη ανορθολογικότητα, ένα είδος ψυχοτεχνικής που παραπέμπει στην υπολογισμένη επίδραση, προφανής στις περισσότερες εκδηλώσεις της σημερινής μαζικής κουλτούρας – όπως στο σινεμά και τις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές. Ακόμα και αν είναι αλήθεια, ωστόσο, ότι η ψυχοσύνθεση του φασίστα αγκιτάτορα μοιάζει κάπως με τη διανοητική σύγχυση των επίδοξων οπαδών του, και ότι οι ίδιοι οι ηγέτες “είναι υστερικοί ή ακόμα και παρανοϊκοί τύποι”, έχουν μάθει, από την τεράστια εμπειρία και το τρανταχτό παράδειγμα του Χίτλερ, πώς να χρησιμοποιούν τις δικές τους νευρωτικές ή ψυχωτικές προδιαθέσεις για σκοπούς που προσαρμόζονται πλήρως στην αρχή της πραγματικότητας (realitätsgerecht). Οι κυρίαρχες συνθήκες στην κοινωνία μας τείνουν να μεταμορφώσουν τη νεύρωση και την ήπια ψυχοπάθεια σε ένα εμπόρευμα το οποίο ο πάσχων μπορεί εύκολα να πουλήσει, μόλις ανακαλύψει ότι πολλοί άλλοι έχουν μια συγγένεια με την ασθένειά του. Ο φασίστας αγκιτάτορας είναι συνήθως ένας επιδέξιος πωλητής των δικών του ψυχολογικών ελαττωμάτων. Αυτό είναι δυνατόν αποκλειστικά εξαιτίας μιας δομικής ομοιότητας μεταξύ των οπαδών και του ηγέτη· ο σκοπός της προπαγάνδας είναι να εγκαταστήσει μια συμφωνία μεταξύ τους παρά να μεταδώσει στο κοινό οποιεσδήποτε ιδέες ή συναισθήματα που δεν είναι δικά τους εξ αρχής. Ως εκ τούτου, το πρόβλημα της αληθινής ψυχολογικής φύσης της φασιστικής προπαγάνδας μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: Σε τι συνίσταται αυτή η αρμονική σχέση μεταξύ του ηγέτη και των οπαδών στην προπαγανδιστική συνθήκη;
Ένα πρώτο στοιχείο προσφέρεται από τη δική μας παρατήρηση ότι αυτός ο τύπος της προπαγάνδας λειτουργεί ως ευχαρίστηση. Μπορούμε να τη συγκρίνουμε με το κοινωνικό φαινόμενο της σαπουνόπερας. Όπως ακριβώς η νοικοκυρά, η οποία έχει απολαύσει εξ αποστάσεως τα βάσανα και τα κατορθώματα της αγαπημένης της ηρωίδας για ένα τέταρτο της ώρας, αισθάνεται την ορμή να αγοράσει το σαπούνι που πουλά ο χορηγός, έτσι ο ακροατής της φασιστικής προπαγανδιστικής σκηνής, αφού αντλήσει ηδονή από αυτή, αποδέχεται την ιδεολογία που παρουσιάσθηκε από τον ομιλητή χάριν ευγνωμοσύνης για το σόου. Το “σόου” είναι πράγματι η σωστή λέξη. Το κατόρθωμα του αυτοσχέδιου ηγέτη είναι μια ερμηνεία που παραπέμπει στο θέατρο, στον αθλητισμό και τις αποκαλούμενες θρησκευτικές αναγεννήσεις. Είναι χαρακτηριστικό για τους φασίστες δημαγωγούς ότι κομπάζουν για το γεγονός ότι υπήρξαν αθλητικοί ήρωες στα νιάτα τους. Αυτός είναι ο τρόπος που συμπεριφέρονται. Ουρλιάζουν και οδύρονται, πολεμούν τον σατανά χειρονομώντας, και βγάζουν τα σακάκια τους καθώς επιτίθενται “σε αυτές τις καταχθόνιες δυνάμεις”.
Οι τύποι των φασιστών ηγετών αποκαλούνται συχνά υστερικοί. Με οποιοδήποτε τρόπο και αν έχει διαμορφωθεί η στάση τους, η υστερική τους συμπεριφορά εκπληρώνει μια ορισμένη λειτουργία. Μολονότι μοιάζουν πραγματικά με τους ακροατές τους στις περισσότερες πλευρές, διαφέρουν από αυτούς σε μια σημαντική πλευρά: δεν έχουν καμία αναστολή καθώς εκφράζονται. Λειτουργούν διαμεσολαβητικά για τους ανίκανους να εκφρασθούν ακροατές τους, λέγοντας και κάνοντας ό,τι οι τελευταίοι θα ήθελαν, αλλά είτε δεν μπορούν είτε δεν τολμούν. Παραβιάζουν τα ταμπού που η κοινωνία της μεσαίας τάξης έχει επιβάλει πάνω σε κάθε εκφραστική συμπεριφορά εκ μέρους του κανονικού, “μέσου” πολίτη. Κάποιος μπορεί να πει ότι μέρος της επίδρασης της φασιστικής προπαγάνδας επιτυγχάνεται διαμέσου αυτής της ρήξης. Οι φασίστες αγκιτάτορες αντιμετωπίζονται σοβαρά, διότι ρισκάρουν να γελοιοποιηθούν.
Οι μορφωμένοι άνθρωποι εν γένει δυσκολεύτηκαν να καταλάβουν την επίδραση των ομιλιών του Χίτλερ, διότι αυτές ακούγονταν τόσο ανειλικρινείς, προσποιητές, ή, σύμφωνα με τη γερμανική λέξη, verlogen [ψευδολόγες]. Όμως είναι ψευδαίσθηση ότι οι αποκαλούμενοι συνηθισμένοι άνθρωποι έχουν μια εντελώς ανεξάντλητη έφεση προς το γνήσιο και το ειλικρινές, και απεχθάνονται το ψεύτικο. Ο Χίτλερ ήταν αγαπητός, όχι σε πείσμα των φθηνών θεατρινισμών του, αλλά ακριβώς χάρη σε αυτές, χάρη στις παραφωνίες του και τα καραγκιοζιλίκια του. Γίνονται αντικείμενο παρατήρησης ως τέτοια και εκτιμώνται. Γνήσιοι δημοτικοί τραγουδιστές, όπως ο Γκιράρντι [Girardi][iv] με το Fiakerlied του, είχαν πραγματικά επαφή με το κοινό τους και συχνά χρησιμοποιούσαν ό,τι μας φαίνεται ως “παραφωνίες”. Βρίσκουμε συχνά παρόμοιες εκδηλώσεις σε μεθυσμένους που έχουν χάσει τις αναστολές τους. Η συναισθηματικότητα των συνηθισμένων ανθρώπων δεν είναι επ’ ουδενί πρωτόγονο, αδιαμεσολάβητο συναίσθημα. Αντίθετα, αυτή είναι προσποίηση, μια πλαστή, ευτελής απομίμηση του πραγματικού αισθήματος, συχνά αυτοσυνείδητη και ελαφρώς περιφρονητική του εαυτού της. Αυτή η πλαστότητα είναι το ζωτικό στοιχείο των φασιστικών προπαγανδιστικών ερμηνειών.
Η κατάσταση που δημιουργείται από αυτή την έκθεση μπορεί να αποκληθεί ιεροτελεστική. Η πλαστότητα της προπαγανδιστικής ρητορείας, το κενό μεταξύ της προσωπικότητας του ομιλητή και του περιεχομένου και χαρακτήρα των λεγομένων του μπορούν να αποδοθούν στον τελετουργικό ρόλο που αναλαμβάνει όπως αναμένεται. Αυτή η τελετουργία, ωστόσο, είναι απλώς μια συμβολική αποκάλυψη της ταυτότητας την οποία ο ομιλητής εκφράζει ρητά, μια ταυτότητα που οι ακροατές αισθάνονται και σκέπτονται, αλλά δεν μπορούν να εκφράσουν. Αυτό είναι ό,τι ζητούν πραγματικά από αυτόν να κάνει· ούτε πείθονται ούτε, ουσιαστικά, πέφτουν σε παραλήρημα, αλλά έρχονται σε επαφή με τις δικές τους σκέψεις [μέσω των ομιλητών]. Η ικανοποίηση που απολαμβάνουν από την προπαγάνδα συνίσταται πιθανότατα στην κατάδειξη αυτής της ταυτότητας, ανεξάρτητα από την ένταση που πραγματικά έχει, διότι αποτελεί ένα είδος θεσμοποιημένης λύτρωσης της δικής τους αδυναμίας έκφρασης διαμέσου του βερμπαλισμού του ομιλητή. Αυτή η πράξη της αποκάλυψης και η προσωρινή εγκατάλειψη της υπεύθυνης, αυτοσυγκρατημένης σοβαρότητας είναι το αποφασιστικό πρότυπο της προπαγανδιστικής ιεροτελεστίας. Βέβαια, μπορούμε να αποκαλέσουμε αυτή την πράξη της συνταύτισης ένα φαινόμενο συλλογικής παλινδρόμησης. Δεν πρόκειται απλώς για μια επαναστροφή σε παλαιότερα, πρωτόγονα συναισθήματα, αλλά μάλλον για την επαναστροφή σε μια τελετουργική συμπεριφορά στην οποία η έκφραση των συναισθημάτων επικυρώνεται από τη μεσολάβηση του κοινωνικού ελέγχου. Σε αυτό το πλαίσιο είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ένας από τους πιο πετυχημένους και επικίνδυνους αγκιτάτορες της Δυτικής Ακτής ενθάρρυνε ξανά και ξανά τους ακροατές του να ενδώσουν σε κάθε λογής συναισθήματα, να παραδοθούν στα αισθήματά τους, να φωνάξουν και να κλάψουν, επιτιθέμενοι επίμονα στο πρότυπο συμπεριφοράς του αυστηρού αυτοελέγχου που δημιουργήθηκε από τα κατεστημένα θρησκευτικά δόγματα και από ολόκληρη την πουριτανική παράδοση.
Αυτή η χαλάρωση του αυτοελέγχου, η συγχώνευση των παρορμήσεων σε μια ιεροτελεστία σχετίζεται στενά με την οικουμενική ψυχολογική αποδυνάμωση του αυτόνομου ατόμου. Μια διεξοδική θεωρία της φασιστικής προπαγάνδας θα ισοδυναμούσε με μια ψυχαναλυτική αποκρυπτογράφηση της λιγότερο ή περισσότερο αυστηρής ιεροτελεστίας που διεξάγεται σε κάθε φασιστική ομιλία. Η έκταση αυτής της εργασίας επιτρέπει μονάχα μια σύντομη αναφορά σε ορισμένα χαρακτηριστικά αυτής της ιεροτελεστίας.
(1)     Πάνω απ’ όλα, υπάρχει η εκπληκτική στερεοτυπία ολόκληρου του υλικού της φασιστικής προπαγάνδας, το οποίο μας είναι γνωστό. Όχι μόνο κάθε ξεχωριστός ομιλητής επαναλαμβάνει αδιάκοπα τα ίδια πρότυπα ξανά και ξανά, αλλά διαφορετικοί ομιλητές χρησιμοποιούν τα ίδια κλισέ. Βέβαια, το σημαντικότερο είναι η διχοτομία του άσπρου και του μαύρου, του εχθρού και του φίλου. Η στερεοτυπία δεν εφαρμόζεται μόνο στη συκοφάντηση των Εβραίων και στις πολιτικές ιδέες, όπως την καταγγελία του κομμουνισμού και του τραπεζικού κεφαλαίου, αλλά επίσης στα φαινομενικά απομακρυσμένα θέματα και στάσεις. Έχουμε συνοψίσει μια λίστα των τυπικών ψυχολογικών μηχανισμών που εφαρμόζονται κατ’ ουσίαν από όλους τους φασίστες αγκιτάτορες, οι οποίες θα μπορούσαν να συμπυκνωθούν σε όχι παραπάνω από τριάντα τύπους[v]. Πολλοί από αυτούς τους μηχανισμούς έχουν ήδη αναφερθεί, όπως ο μηχανισμός του μοναχικού λύκου, η ιδέα της ακαταπονησίας, της διωκόμενης αθωότητας, του σπουδαίου ανθρωπάκου, το εγκώμιο του κινήματος ως τέτοιου, και ούτω καθεξής. Βέβαια, η ομοιομορφία αυτών των μηχανισμών μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί μέσω της παραπομπής στην ίδια πηγή, όπως Ο αγών μου του Χίτλερ, ή ακόμα μέσω μιας οργανωτικής σύνδεσης όλων των αγκιτατόρων, όπως πραγματικά συνέβη στην περίπτωση της Δυτικής Ακτής. Όμως, η αιτία πρέπει να αναζητηθεί αλλού, αν οι αγκιτάτορες σε πολλά διαφορετικά μέρη της χώρας χρησιμοποιούν τους ίδιους συγκεκριμένους ισχυρισμούς, π.χ. οι ζωές τους έχουν απειληθεί και οι ακροατές τους θα ξέρουν ποιοι ευθύνονται αν η απειλή πραγματοποιηθεί – ένα συμβάν που ποτέ δεν λαμβάνει χώρα. Αυτά τα πρότυπα τυποποιούνται για ψυχολογικούς λόγους. Ο επίδοξος φασίστας οπαδός λαχταρά αυτή την αυστηρή επανάληψη, όπως ο χορευτής στον ρυθμό του jitterbug λαχταρά το τυποποιημένο πρότυπο των δημοφιλών τραγουδιών και γίνεται έξαλλος, όταν οι κανόνες του παιχνιδιού δεν τηρούνται αυστηρά. Η μηχανική εφαρμογή αυτών των προτύπων είναι ουσιώδης για την ιεροτελεστία.
(2)     Δεν είναι τυχαίο ότι πολλά πρόσωπα με υποκριτική θρησκευτική συμπεριφορά βρίσκονται ανάμεσα στους φασίστες αγκιτάτορες. Αυτό, βέβαια, έχει μια ψυχολογική πλευρά που θα συζητηθεί αργότερα. Ψυχολογικά, ωστόσο, τα δάνεια από την παρωχημένη θρησκεία, εξουδετερωμένα και κενά από κάθε συγκεκριμένο δογματικό περιεχόμενο, τίθενται στην υπηρεσία της φασιστικής ιεροτελεστικής συμπεριφοράς. Η θρησκευτική γλώσσα και οι θρησκευτικές μορφές αξιοποιούνται προκειμένου να δώσουν την εντύπωση μιας επικυρωμένης ιεροτελεστίας που διεξάγεται ξανά και ξανά από μια “κοινότητα”.
(3)     Το συγκεκριμένο θρησκευτικό περιεχόμενο, όπως επίσης και το πολιτικό, αντικαθίσταται από κάτι που μπορεί σύντομα να χαρακτηρισθεί ως λατρεία του υπάρχοντος. Η συμπεριφορά που η Έλζε Μπρούνζβικ [Else Brunswik] αποκάλεσε “συνταύτιση με το στάτους κβο” σχετίζεται στενά με αυτήν τη λατρεία. Οι μηχανισμοί που επισημαίνονται στο βιβλίο του Μακ Κλουνγκ Λι [McCloung Lee] πάνω στον ιερωμένο Κόφλιν [Coughlin][vi], όπως η ιδέα του άρματος εξουσίας ή το τέχνασμα της μαρτυρίας, το οποίο υπαινίσσεται την υποστήριξη διάσημων ή πετυχημένων ανθρώπων, είναι μόνο στοιχεία ενός προτύπου συμπεριφοράς που εκτείνεται πολύ μακρύτερα. Δηλώνει κατηγορηματικά πως ό,τι υπάρχει, και έχει εγκαθιδρύσει την ισχύ του, είναι επίσης σωστό – το ακλόνητο αξίωμα που πρέπει να ακολουθηθεί. Ένας από τους αγκιτάτορες της Δυτικής Ακτής περιστασιακά έφθασε μέχρι του σημείου να κατευθύνει τους ακροατές του να ακολουθούν γενικά τις συμβουλές των ηγετών τους χωρίς να προσδιορίσει τι είδους ηγέτες εννοούσε. Η ηγεσία ως τέτοια, κενή από κάθε ευδιάκριτη ιδέα ή σκοπό, εγκωμιάζεται. Η φετιχοποίηση της πραγματικότητας και των κατεστημένων σχέσεων εξουσίας τείνει, περισσότερο από καθετί άλλο, να παρακινήσει το άτομο ώστε να παραδοθεί και να ενωθεί με το υποτιθέμενο κύμα του μέλλοντος.
(4)     Ένα από τα ενδιάθετα χαρακτηριστικά της φασιστικής ιεροτελεστίας είναι το υπονοούμενο, ακολουθούμενο κάποιες φορές από την πραγματική αποκάλυψη των γεγονότων που υπαινίσσεται, πιο συχνά όμως όχι. Ξανά, μια ορθολογική αιτία για αυτήν τη συνήθεια μπορεί εύκολα να δοθεί: είτε ο νόμος είτε τουλάχιστον οι κυρίαρχες συμβάσεις αποκλείουν τις δημόσιες δηλώσεις φιλοναζιστικού ή αντισημιτικού χαρακτήρα, και ο ρήτορας που θέλει να μεταδώσει τέτοιες ιδέες πρέπει να καταφύγει σε πιο έμμεσες μεθόδους. Φαίνεται πιθανό, ωστόσο, ότι το υπονοούμενο χρησιμοποιείται, και προκαλεί απόλαυση, ως μια ικανοποίηση καθ’ εαυτήν. Για παράδειγμα, ο αγκιτάτορας λέει “αυτές οι σκοτεινές δυνάμεις, ξέρετε ποιες εννοώ” και το κοινό αμέσως καταλαβαίνει ότι οι παρατηρήσεις του κατευθύνονται ενάντια στους Εβραίους. Οι ακροατές αντιμετωπίζονται έτσι ως μια ενδο-ομάδα που ήδη ξέρει όλα όσα ο ρήτορας επιθυμεί να τους πει και που συμφωνεί μαζί του πριν δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση. Η συμφωνία αισθήματος και γνώμης μεταξύ του ομιλητή και του ακροατή, η οποία αναφέρθηκε προηγουμένως, εγκαθιδρύεται από το υπονοούμενο. Λειτουργεί ως μια επιβεβαίωση της βασικής ταυτότητας μεταξύ ηγέτη και οπαδών. Βέβαια, οι ψυχαναλυτικές συνεπαγωγές του υπονοούμενου ξεπερνούν κατά πολύ αυτές τις επιφανειακές παρατηρήσεις. Αναφορά γίνεται εδώ στον ρόλο που αποδίδεται από τον Φρόυντ στους υπαινιγμούς κατά την αλληλεπίδραση μεταξύ του συνειδητού και ασυνείδητου. Το φασιστικό υπονοούμενο τρέφεται από αυτόν τον ρόλο.
(5)     Η εκτέλεση της ιεροτελεστίας ως τέτοιας λειτουργεί σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό ως το ύψιστο περιεχόμενο τη φασιστικής προπαγάνδας. Η ψυχανάλυση έχει δείξει τη συνάφεια της ιεροτελεστικής συμπεριφοράς με την καταναγκαστική νεύρωση· επίσης, είναι προφανές ότι η τυπική φασιστική ιεροτελεστία της αποκάλυψης είναι ένα υποκατάστατο της σεξουαλικής ικανοποίησης. Πέραν αυτού, ωστόσο, ας μας επιτραπούν ορισμένες σκέψεις αναφορικά με την ιδιαίτερη συμβολική σημασία της φασιστικής ιεροτελεστίας. Δεν απέχουμε πολύ από τον στόχο ερμηνεύοντας την ιεροτελεστία ως την προσφορά μιας θυσίας. Αν η υπόθεση είναι σωστή, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατηγοριών και των ιστοριών φρίκης, από τις οποίες βρίθουν οι φασιστικοί προπαγανδιστικοί λόγοι, είναι προβολές των επιθυμιών των ρητόρων και των οπαδών τους, ολόκληρη η συμβολική πράξη της αποκάλυψης που γιορτάζεται σε κάθε προπαγανδιστικό λόγο εκφράζει, άσχετα από τον βαθμό συγκάλυψης, τον μυστηριακό φόνο του εχθρού. Στο κέντρο της φασιστικής, αντισημιτικής προπαγανδιστικής ιεροτελεστίας υπάρχει η επιθυμία για ιεροτελεστική δολοφονία. Αυτό μπορεί να επιβεβαιωθεί από ένα αποδεικτικό στοιχείο από την καθημερινή ψυχοπαθολογία της φασιστικής προπαγάνδας. Ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζει το θρησκευτικό στοιχείο στην αμερικανική φασιστική και αντισημιτική προπαγάνδα έχει αναφερθεί νωρίτερα. Ένας από τους ιερωμένους του φασιστικού ραδιοφώνου της Δυτικής Ακτής είπε σε μια μετάδοση:
Δεν μπορείτε να αντιληφθείτε ότι δεν υπάρχει άφεση αμαρτιών, αν δεν δοξάσουμε την ιερότητα του Θεού μας, αν δεν κηρύξουμε τη δικαιοσύνη του Θεού στον κόσμο μας, αν δεν κηρύξουμε το γεγονός μιας κόλασης και ενός παραδείσου; Ότι δεν υπάρχει άφεση αμαρτιών χωρίς την αιματοχυσία; Δεν μπορείτε να αντιληφθείτε ότι μονάχα ο Χριστός και ο Θεός είναι κυρίαρχοι και ότι η επανάσταση θα καταλάβει τελικά το έθνος μας;
Η μεταμόρφωση του χριστιανικού δόγματος σε συνθήματα πολιτικής βίας δεν θα μπορούσε να είναι ωμότερη από ό,τι σε αυτό το απόσπασμα. Η ιδέα ενός μυστηρίου, η “αιματοχυσία” του Χριστού, ερμηνεύεται ευθέως υπό τους όρους μιας “αιματοχυσίας” εν γένει, με το βλέμμα στραμμένο σε μια πολιτική εξέγερση. Η πραγματική αιματοχυσία υποστηρίζεται ως αναγκαία, διότι ο κόσμος έχει υποθετικά εξιλεωθεί από την αιματοχυσία του Χριστού. Ο φόνος επενδύεται με το φωτοστέφανο ενός μυστηρίου. Έτσι, η ύψιστη υπενθύμιση του θυσιασμένου Χριστού στη φασιστική προπαγάνδα είναι η φράση “Judenblut muss fliessen” (“Πρέπει να χυθεί εβραϊκό αίμα”). Η σταύρωση μεταμορφώνεται σε ένα σύμβολο του πογκρόμ. Ψυχολογικά, ολόκληρη η φασιστική προπαγάνδα είναι απλώς ένα σύστημα τέτοιων συμβόλων. Σε αυτό το σημείο πρέπει να στρέψουμε την προσοχή στην καταστροφικότητα ως την ψυχολογική βάση του φασιστικού πνεύματος. Τα προγράμματα είναι αφηρημένα και ασαφή, οι εκπληρώσεις είναι ψεύτικες και απατηλές, διότι η υπόσχεση που εκφράζεται από τον φασίστα ρήτορα δεν είναι τίποτα άλλο παρά η καταστροφή καθ’ εαυτήν. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι φασίστες αγκιτάτορες επιμένουν στην εγγύτητα καταστροφών κάποιου είδους. Ενώ προειδοποιούν για τον επικρεμάμενο κίνδυνο, αυτοί και οι ακροατές τους συναρπάζονται από την ιδέα του αναπόφευκτου αφανισμού, χωρίς μάλιστα να κάνουν μια σαφή διάκριση μεταξύ της καταστροφής των εχθρών τους και των ίδιων. Αυτή η ψυχική συμπεριφορά, παρεμπιπτόντως, μπορούσε να παρατηρηθεί καθαρά κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων του χιτλερισμού στη Γερμανία, και έχει μια βαθιά αρχαϊκή βάση. Ένας από τους δημαγωγούς της Δυτικής Ακτής είπε κάποτε: “Θέλω να πω ότι εσείς, άνδρες και γυναίκες, εσείς και εγώ ζούμε στην πιο φοβερή εποχή της ιστορίας του κόσμου. Ζούμε επίσης στην πιο ευγενική και πιο θαυμαστή εποχή”. Αυτό είναι το όνειρο του αγκιτάτορα, μια ένωση του φρικιαστικού και του θαυμαστού, ένα ντελίριο εκμηδένισης που μεταμφιέζεται σε σωτηρία. Η ισχυρότερη ελπίδα για την αποτελεσματική αντιπαράθεση με όλο αυτό τον τύπο της προπαγάνδας βρίσκεται στη κατάδειξη των αυτοκαταστροφικών του συνεπειών. Η ασυνείδητη ψυχολογική επιθυμία για αυτοεκμηδένιση αναπαράγει πιστά τη δομή του πολιτικού κινήματος που μεταμορφώνει τελικά τους οπαδούς του σε θύματα.


[i] Συγγραφείς: Τ.Β. Αντόρνο, Λέο Λόβενταλ [Leo Lowenthal], Πωλ Β. Μάσσινγκ [Paul W. Massing]. [Αργότερα εκδόθηκαν ως εξής: Τ.Β. Αντόρνο κ.ά., Η αυταρχική προσωπικότητα. Νέα Υόρκη, Harper & Row, 1950. Λ. Λόβενταλ και Ν. Γκούτερμαν [N. Guterman], Προφήτες της απάτης: Μια μελέτη των μηχανισμών του αμερικανού αγκιτάτορα. Νέα Υόρκη, Harper & Row, 1949. Π. Μάσσινγκ, Πρόβα για καταστροφή: Μια μελέτη του πολιτικού αντισημιτισμού στην αυτοκρατορική Γερμανία. Νέα Υόρκη, Harper & Row, 1949. Ο Αντόρνο δεν αναφέρεται στη δική του μακροσκελή μελέτη της αμερικανικής φασιστικής προπαγάνδας, γραμμένη γύρω στο 1943, η οποία αναπτύσσει τα επιχειρήματα της παρούσας εργασίας αλλά δεν δημοσιεύθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του: “Ο ψυχολογικός μηχανισμός των ραδιοφωνικών λόγων του Μαρτίνου Λούθερ Τόμας [Martin Luther Thomas]”. Άπαντα 9.1. Φρανκφούρτη, Suhrkamp, 1975.]
[ii] Μ. Χορκχάιμερ [M. Horkheimer], “Κοινωνιολογικό υπόβαθρο της ψυχαναλυτικής προσέγγισης”, στο Ε. Ζίμμελ [E. Simmel] (επ.), Αντισημιτισμός: Μια κοινωνική ασθένεια. Νέα Υόρκη, International University Press, 1946.
[iii] Όλα τα αποσπάσματα έχουν ληφθεί κυριολεκτικά, χωρίς καμιά αλλαγή, από στενογραφημένς σημειώσεις. [Τα παραθέματα προέρχονται από τον Μάρτιν Λούθερ Τόμας.]
[iv] Διάσημος βιενέζος ηθοποιός, περίπου των αρχών του αιώνα.
[v] [Ο Αντόρνο αναλύει τριάντα τρεις “μηχανισμούς” στο “Ο ψυχολογικός μηχανισμός των ραδιοφωνικών λόγων του Μαρτίνου Λούθερ Τόμας”.]
[vi] [Α. Μακ Κλουνγκ Λι και Ε. Μπράιαντ-Λι [E. Briant-Lee] (επ.), Η υψηλή τέχνη της προπαγάνδας: Μια μελέτη των λόγων του ιερωμένου Κόφλιν. Νέα Υόρκη, Harcourt-Brace, 1939.]
Αναδημοσίευση από:  Κοινωνικό εργαστήριο Θεσσαλονικης http://koinoniko-ergastirio.blogspot.gr/2013/09/blog-post.html

Αμείλικτα ερωτήματα για την τραγωδία

Νέες διαστάσεις παίρνει η υπόθεση της εξαφάνισης των τριών Σύρων στο Ακρωτήρι της Σάμου, μετά τα ανατριχιαστικά ευρήματα που ανακαλύφθηκαν την περασμένη Παρασκευή. 

→Η υπόθεση βρίσκεται στο επίκεντρο μιας διαμάχης με εθνικιστικές προεκτάσεις, καθώς δημοσιεύματα έσπευσαν να αμφισβητήσουν τον πατέρα.

 

Του Δημήτρη Αγγελίδη

Συγκίνηση, ερωτήματα και διενέξεις έχει προκαλέσει στην κοινωνία της Σάμου η τραγική κατάληξη της υπόθεσης εξαφάνισης τριών Σύρων στις 22 Ιουλίου στην περιοχή Ακρωτήρι του νησιού, όπου είχε ξεσπάσει πυρκαγιά, της 30χρονης Λαμίς με τα δύο παιδιά της, τον Οντάι, τριάμισι ετών, και τη Λαϊγιάλ, εννιά μηνών.

Η επιμονή του πατέρα, του Ουασίμ Αμπουνάι, Παλαιστίνιου από τη Συρία, να συνεχίσει τις έρευνες μέχρι να βρει μιαν άκρη, μόνος, μαζί με τον ανιψιό του και λίγα αλληλέγγυα μέλη της τοπικής κοινωνίας που τον πίστεψαν, έφερε όσους ανέβηκαν το βράδυ της Παρασκευής στο βουνό μπροστά σε ανατριχιαστικά ευρήματα: λίγα οστά και χρυσαφικά, ανάμεσα στα οποία ένα κόσμημα με χαραγμένο πάνω του το όνομα της μικρής Λαϊγιάλ. Ο πατέρας αναγνωρίζει ότι τα χρυσαφικά ανήκουν στους δικούς του. Για τα οστά θα πραγματοποιηθεί εξέταση DNA.

Ακροδεξιά φάλτσα

Ακόμη και μετά από αυτή την τραγική κατάληξη, η υπόθεση συνεχίζει να βρίσκεται στο επίκεντρο μιας διαμάχης με εθνικιστικές προεκτάσεις. Δημοσιεύματα έσπευσαν να διαψεύσουν την είδηση που δημοσίευσε την Παρασκευή η ιστοσελίδα της «Εφ.Συν.» και να αμφισβητήσουν τον πατέρα, σημειώνοντας ότι τάχα «δεν επιβεβαιώνουν, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, σε καμία περίπτωση τους ισχυρισμούς του Σύρου και των συγγενών του τα ευρήματα». Εκαναν λόγο για «τυχόν απανθρακωμένα πτώματα» και για «ισχυρισμούς λαθρομετανάστη», αμφισβητώντας ακόμα και την ιδιότητα του πρόσφυγα στον άνθρωπο που ξέφυγε από έναν πόλεμο για να βρεθεί κρατούμενος για ένα μήνα στο Α.Τ. Ασφαλείας και στο κέντρο υποδοχής αλλοδαπών του νησιού, την ώρα που είχε χάσει γυναίκα και παιδιά.

Από νωρίς, δημοσιεύματα τοπικών μέσων ενημέρωσης, που αναπαρήχθησαν από ακροδεξιά μέσα ενημέρωσης της Αθήνας, έσπευσαν να κατηγορήσουν για τη φωτιά άλλους δύο Σύρους, που είχαν φτάσει στο νησί μαζί με την οικογένεια του Ουασίμ και είχαν χαθεί εκείνη τη μοιραία μέρα στα δύσβατα μονοπάτια της περιοχής. «Κλασική περίπτωση πρακτόρων με πλαστά χαρτιά» αποφάνθηκε η γνωστή για την αξιοπιστία της ιστοσελίδα olympia.gr (η ίδια που στην υπόθεση των ρατσιστικών συνθημάτων των ΟΥΚ στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου, για τα οποία καταδικάστηκαν οι δράστες, είχε αποφανθεί, με χρήση επιστημονικών μεθόδων κιόλας, ότι το βίντεο με τα συνθήματα ήταν πλαστό). Στη συνέχεια μας… ενημέρωνε ότι «είχε βρεθεί άλλος ένας ομοεθνής τους, ο οποίος δήλωνε ότι είχε μαζί του μια γυναίκα με δύο παιδιά, προφανώς για να αποπροσανατολίσει την έρευνα».

Ο μόνος αποπροσανατολισμός που φαίνεται να υπάρχει είναι αυτός των ίδιων δημοσιευμάτων και πολλοί αναρωτιούνται αν στόχος τους είναι να καλύψουν την τραγική ολιγωρία της αστυνομίας. Γιατί, αντί η αστυνομία να ανοίξει αμέσως φάκελο εξαφάνισης, γεγονός που θα ενεργοποιούσε όλες τις διαδικασίες έρευνας και διάσωσης, το έκανε 25 μέρες μετά τη σύλληψη του Ουασίμ, ύστερα από ενέργειες της δικηγόρου του Μαριάννας Τζεφεράκου, η οποία πληροφορήθηκε για την υπόθεση από συγκρατούμενούς του.

«Γιατί τον κράτησαν ένα μήνα, ενώ δεν κρατούνται όσοι πρόσφυγες προέρχονται από τη Συρία; Είχε ενημερωθεί για την κράτησή του στο Α.Τ. Ασφαλείας η Υπατη Αρμοστεία, που βρίσκεται στο υποτιθέμενο κέντρο υποδοχής; Γιατί κατέγραψαν την εξαφάνισή του με τόσες εβδομάδες καθυστέρηση; Γιατί τον κρατούσαν στην αρχή απομονωμένο στο Τμήμα; Ποιο ρόλο έπαιξαν όσοι έχουν επιφορτιστεί με την υποδοχή, την περίθαλψη, την ενημέρωση των κρατούντων στο κέντρο; Τι έκανε μόλις πληροφορήθηκε την εξαφάνιση ο εισαγγελέας; Γιατί όταν τελικά τον άφησαν ελεύθερο, δεν τον παρέπεμψαν σε αρμόδιο ψυχολόγο, παρ’ όλο που του έδιναν ισχυρή ψυχοφαρμακευτική αγωγή όταν ήταν μέσα; Φαίνεται τελικά ότι δεν είναι για όλους ίδια η αξία της ανθρώπινης ζωής», λέει στην «Εφ.Συν.» η κ. Τζεφεράκου.

Σε επικοινωνία μας πριν από το προηγούμενο δημοσίευμα της «Εφ.Συν.» στις 26 Αυγούστου, η αστυνομία δεν είχε απαντήσει στις αιτιάσεις για καθυστέρηση. Η νέα προσπάθειά μας να επικοινωνήσουμε χτες δεν απέδωσε καρπούς. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι ακόμα και δέκα μέρες μετά αφότου άνοιξε ο φάκελος της εξαφάνισης, η αστυνομία δεν είχε ενημερώσει το Χαμόγελο του Παιδιού, που πληροφορήθηκε για την υπόθεση από το δημοσίευμά μας.

Οταν ο Ουασίμ αφέθηκε ελεύθερος, ήρθε στην Αθήνα, συνάντησε τον ανιψιό του Αμπντάλα, που είχε έρθει για να τον συνδράμει από τη Σουηδία, όπου ζει ως πρόσφυγας, και κατέβηκαν πάλι στη Σάμο για να συνεχίσουν τις έρευνες. Εκεί συνάντησε και πάλι την καχυποψία αρκετών αλλά και την αλληλεγγύη κατοίκων που ανέβηκαν στο βουνό για να ψάξουν. Μαζί τους, έψαξαν μέλη του Χαμόγελου του Παιδιού και η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης Σάμου. 

Ο ρόλος της αστυνομίας

Οι διασώστες της Ομάδας είχαν πραγματοποιήσει τετραήμερη έρευνα από το πρωί μέχρι το βράδυ, αμέσως μετά τη σύλληψη του Ουασίμ, ενώ στο Ακρωτήρι μαινόταν η πυρκαγιά (λανθασμένα, η «Εφ.Συν.» είχε αναφέρει στο προηγούμενο δημοσίευμα ότι οι έρευνες ξεκίνησαν τέσσερις μέρες μετά τη σύλληψή του). Τη δεύτερη μέρα μαζί με τον Ουασίμ, την τρίτη με τον Σύρο που κρατούταν για την υπόθεση του εμπρησμού.

«Για τη συγκεκριμένη υπόθεση, έγιναν έρευνες πολύ παραπάνω από ό,τι συνηθίζεται σε μια εξαφάνιση, εξαιτίας του ότι υπήρχε σε εξέλιξη πυρκαγιά. Υπήρχε πολύς κόσμος που έψαχνε στο έδαφος, αεροπλάνα που πετούσαν, κάτι που, με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα, θα αποκλειόταν σε άλλη περίπτωση. Μετά την τετραήμερη έρευνα, πήγαμε ξανά στις 8 Αυγούστου, για να ανιχνεύσουμε πιθανή ύπαρξη πτωμάτων. Ούτε από κει βγήκε κάτι. Συνεργαστήκαμε την περασμένη εβδομάδα με το Χαμόγελο του Παιδιού, πάλι δεν βρήκαμε τίποτα. Από την αρχή μέχρι το τέλος, δεν υπήρξε μια ιστορία συγκεκριμένη, τα δεδομένα συνεχώς μάς τα άλλαζαν. Μέχρι και το Σάββατο που πήγαμε για να βρούμε τα ευρήματα, υπήρξε και πάλι διαφορετική ιστορία. Ηταν για μας τροχοπέδη. Η περιοχή είναι εξαιρετική δύσκολη και κάθε νέα εκδοχή απαιτεί πολύωρη έρευνα σε νέα περιοχή», λέει στην «Εφ.Συν.» ο Δημήτρης Καλατζής από την Ομάδα.

Ωστόσο, τα ερωτήματα παραμένουν, με επίκεντρο τον ρόλο της αστυνομίας. «Γιατί η αστυνομία αδιαφόρησε στις απεγνωσμένες εκκλήσεις του πατέρα αμέσως μετά τη σύλληψή του, όταν ήταν πολύ πιθανό η φωτιά να μην είχε φτάσει στο σημείο που βρισκόταν η γυναίκα με τα παιδιά της; […] Πού τελειώνουν η αδιαφορία και η αναλγησία και πού αρχίζουν η συγκάλυψη και η συνενοχή, πόσους πρόσφυγες θα σκοτώσουν ακόμα η “θωράκιση των συνόρων” και η “αποτρεπτική πολιτική”;», αναφέρουν σε αναλυτική ανακοίνωσή τους με το ιστορικό της υπόθεσης το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και το Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών.

«Γύρω μας συμβαίνουν πολλά. Ανθρωποι πεθαίνουν στη θάλασσα, στην Τουρκία, στη Συρία. Πολλές ιστορίες, τι να σου πω; Το σύστημα προσπαθεί να μας κάνει να χάσουμε την ανθρώπινη ιδιότητά μας. Πρέπει να μάθουμε να συγχωρούμε, να ανοίξουμε τα μυαλά μας, να αγκαλιάσουμε ο ένας τον άλλο. Ολοι κάνουμε λάθη. Το σωστό είναι να τα παραδεχόμαστε και να τα διορθώνουμε», μας λέει κάτοικος του νησιού που βρέθηκε κοντά στον Ουασίμ.

Αναδημοσίευση από: http://www.efsyn.gr/?p=108517

Αυτόνομη Εκπαίδευση των Ζαπατίστας: Τα Μικρά Σχολεία των προλετάριων

του Raúl Zibechi (Μετάφραση: Κρυσταλένια Αμπρέου Τσιτσιρίκου)

Θα υπάρξει «πριν» και «μετά» το Μικρό Σχολείο των Ζαπατίστας, τόσο αυτού του πρόσφατου όσο και αυτών που θα επέλθουν. Θα έχει μια αργή διάχυτη επίδραση, η οποία θα γίνει μεν αισθητή σε μερικά χρόνια, αλλά θα πλαισιώσει τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων για δεκαετίες ολόκληρες. Αυτό που βιώσαμε ήταν μία μη θεσμική εκπαίδευση, που το αντικείμενό της το εκπαιδευτικό είναι η κοινότητα. Μία μορφή αυτοδιδασκαλίας, πρόσωπο με πρόσωπο. Να μαθαίνει κανείς με το πνεύμα και με το σώμα, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής.

Πρόκειται για μέθοδο μη παιδαγωγική, εμπνευσμένη από τον πολιτισμό του κόσμου της αγροτιάς: συλλέγεις τους καλύτερους σπόρους, τους διασπείρεις σε γόνιμο έδαφος και ποτίζεις τη γη έτσι ούτως ώστε το θαύμα της βλάστησης να αρχίσει να παράγει καρπούς, κάτι το οποίο δεν είναι ποτέ βέβαιο ότι θα συμβεί και δεν είναι δυνατό να προσχεδιαστεί.

Το Μικρό Σχολείο των Ζαπατίστας, για το οποίο περισσότεροι από χίλιοι μαθητές εισήλθαν σε αυτόνομες κοινότητες, ήταν ένας διαφορετικός τρόπος εκμάθησης και διδασκαλίας, χωρίς τάξεις ή πίνακες, χωρίς δασκάλους ή καθηγητές, χωρίς πρόγραμμα σπουδών ή προαπαιτούμενα προσόντα. Η αληθινή διδασκαλία αρχίζει με τη δημιουργία ενός κλίματος αλληλεγγύης[1] στα πλαίσια πληθώρας μαθημάτων, κι όχι αφού προηγηθεί ο διαχωρισμός μεταξύ ενός παιδαγωγού με ισχύ και γνώση, και αδαών μαθητών, στους οποίους πρέπει να εμφυσήσει τη γνώση αυτή (όπως συμβαίνει στα συμβατικά σχολεία).

Ανάμεσα στις πολυάριθμες μαθητείες, οι οποίες είναι αδύνατο να συνοψιστούν σε λίγες μόνο γραμμές, θα’ θελα να δώσω έμφαση σε πέντε πτυχές αυτών, επηρεασμένος ίσως από τις κρίσιμες στιγμές που διανύουμε στο νότιο τμήμα της ηπείρου.

 Η πρώτη πτυχή αφορά στο γεγονός ότι οι Ζαπατίστας νίκησαν τις πολιτικές των κοινωνικών αντεξεγέρσεων, οι οποίες είναι ο τρόπος που μηχανεύτηκε η μπουρζουαζία για να διαχωρίζει, να επιλέγει και να υποβάλλει τους ανθρώπους που επαναστατούν. Πλάι σε κάθε κοινότητα των Ζαπατίστας βρίσκονται κοινότητες, που σχετίζονται με την κακή κυβέρνηση του Μεξικού, σε μικρά συγκροτήματα σπιτιών από θράκα που λαμβάνουν χρηματικές ανταμοιβές και μετά βίας δουλεύουν τη γη. Χιλιάδες οικογένειες υπέκυψαν, όπως συμβαίνει παντού άλλωστε, και δέχθηκαν ανταλλάγματα από την άρχουσα τάξη. Ωστόσο, αυτό που είναι αξιοσημείωτο κι εξαιρετικό, είναι ότι χιλιάδες άλλες προχωρούν μπροστά, χωρίς να αποδέχονται τίποτα.

Δε γνωρίζω ανάλογη διαδικασία σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική που να έχει σταθεί ικανή να  εξουδετερώσει τις κοινωνικές πολιτικές. Αυτή είναι μια σημαντική αρετή του Ζαπατισμού, κατεκτημένη με μαχητική αποφασιστικότητα, πολιτική διαύγεια και ατέρμονη ικανότητα για θυσία. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα: Είναι δυνατό να νικήσουμε τις κοινωνικές πολιτικές.

 Το δεύτερο μάθημα είναι η αυτονομία. Πριν χρόνια, ακούγαμε ομιλίες σχετικά με την αυτονομία στα πιο ποικιλόμορφα κοινωνικά κινήματα, γεγονός σίγουρα σημαντικό. Στους αυτόνομους δήμους και στις κοινότητες που απαρτίζουν την περιοχή Caracol της Morelia[2] μπορώ να καταθέσω με βεβαιότητα ότι οικοδόμησαν ένα αυτόνομο σύστημα οικονομίας, υγείας, εκπαίδευσης και δύναμης. Με άλλα λόγια, μια ενσωματωμένη στη χώρα αυτονομία η οποία περιλαμβάνει κάθε πτυχή της ζωής. Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι το ίδιο συμβαίνει και στις υπόλοιπες τέσσερις περιοχές Caracol[3].

Ας αναφέρουμε εν συντομία κάτι σχετικά με την οικονομία και την υλική ζωή: οι οικογένειες των κοινοτήτων δεν «αγγίζουν» την καπιταλιστική οικονομία. Μετά βίας προσεγγίζουν την αγορά. Παράγουν όλα τα υλικά για να καλύψουν τις σιτιστικές τους ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης μιας καλής αναλογίας πρωτεϊνών. Ό,τι δεν παράγουν (αλάτι, λάδι, σαπούνι, ζάχαρη) το αγοράζουν σε καταστήματα των Ζαπατίστας. Εξοικονομούν από το περίσσευμα των οικογενειών και των κοινοτήτων σε βοοειδή, ανάλογα με την πώληση του καφέ. Όταν υπάρχει ανάγκη, για λόγους υγείας ή για τις ανάγκες του αγώνα, πουλούν ένα κεφάλι.

 Η αυτονομία στην εκπαίδευση και στην υγεία εναπόκειται στον έλεγχο των κοινοτήτων. Η κοινότητα εκλέγει αυτούς που θα διδάξουν στους γιους και στις κόρες τους και αυτούς που θα φροντίσουν για την υγεία τους. Υπάρχει ένα σχολείο σε κάθε κοινότητα, στο χώρο που προορίζεται για τις υπηρεσίες υγείας, οι μαίες, οι φυσικοθεραπευτές κι εκείνοι που εξειδικεύονται στα φαρμακευτικά βότανα, εργάζονται μαζί. Η κοινότητα τους συντηρεί κατά τον ίδιο τρόπο που συντηρεί τις αρχές τους.

 Το τρίτο μάθημα σχετίζεται με τη συλλογική εργασία. Όπως είπε ένας Votán[4]: «Η συλλογική δουλειά είναι ο κινητήριος μοχλός της διαδικασίας.» Οι κοινότητες έχουν τη δική τους γη, χάρη στην απαλλοτρίωση, το αναπόφευκτο πρώτο βήμα για τη δημιουργία ενός νέου κόσμου. Άντρες και γυναίκες έχουν τη δική τους συλλογική δουλειά και το δικό τους συλλογικό χώρο απασχόλησης.

Η συλλογική εργασία είναι ένας απ’ τους θεμέλιους λίθους της αυτονομίας, του οποίου οι καρποί συνήθως σπείρονται σε νοσοκομεία, σε κλινικές, στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στην ενίσχυση των δήμων και των Συμβουλίων Καλών Κυβερνήσεων[5]. Πολλά από αυτά που έχουν οικοδομηθεί στις αυτόνομες κοινότητες, δε θα ήταν δυνατό να συμβούν χωρίς τη συλλογική δουλειά των ανδρών, των γυναικών, των αγοριών, των κοριτσιών και των ηλικιωμένων.

 Το τέταρτο ζήτημα είναι η νέα πολιτική νοοτροπία, η οποία έχει τις ρίζες της στις οικογενειακές σχέσεις και διεισδύει σε όλη την «κοινωνία» των Ζαπατίστας. Οι άντρες συνεργάζονται στις οικιακές εργασίες, οι οποίες εξακολουθούν να εμπίπτουν στις γυναικείες αρμοδιότητες. Ακόμη, φροντίζουν τα παιδιά τους, όταν οι γυναίκες αφήνουν την κοινότητα για να επιτελέσουν το έργο τους στις διοικητικές αρχές. Οι σχέσεις πατέρα – γιου είναι στοργικές και πλήρεις σεβασμού, στα πλαίσια ενός γενικότερου κλίματος αρμονίας και καλής διάθεσης. Δεν παρατήρησα ούτε μία κίνηση βίας ή επιθετικότητας στην οικογενειακή εστία.

Μεγάλη πλειονότητα των Ζαπατίστας είναι νέοι ή πολύ νέοι, και υπάρχουν τόσες πολλές γυναίκες όσοι και άντρες. Η επανάσταση δεν μπορεί να τα καταφέρει χωρίς τους πολύ νέους κι αυτό είναι κάτι το οποίο δε χωράει συζήτηση. Εκείνοι που κυβερνούν, υπακούν, και αυτή η ιδέα δεν είναι απλά μια διαύγαση. Αυτοί θέτουν το ίδιο το σώμα, το οποίο αποτελλεί ένα από τα κλειδιά για τη νέα πολιτική νοοτροπία.

Ο καθρέφτης είναι το πέμπτο σημείο. Οι κοινότητες λειτουργούν ως διπλοί καθρέφτες: Στους οποίους μπορούμε να κοιτάξουμε τους εαυτούς μας και μπορούμε να δούμε και τις ίδιες. Όχι όμως ετεροχρονισμένα, αλλά ταυτόχρονα βλέπουμε τους εαυτούς μας να αντικατοπτρίζονται μέσα από το είδωλο των κοινοτήτων στους καθρέφτες. Σε αυτό το αλισβερίσι μαθαίνουμε να δουλεύουμε μαζί, να κοιμόμαστε και να τρώμε κάτω απ’ την ίδια στέγη, υπό τις ίδιες συνθήκες, χρησιμοποιώντας τα ίδια αποχωρητήρια, βαδίζοντας στην ίδια λάσπη και βρεχόμενοι από την ίδια βροχή.

 Είναι η πρώτη φορά που ένα επαναστατικό κίνημα διεξάγει ένα πείραμα τέτοιου είδους. Μέχρι τώρα η εκμάθηση μεταξύ επαναστατών αναπαρήγαγε τα πνευματικά πρότυπα της ακαδημαϊκής κοινότητας, με μια ψυχρή διαστρωμάτωση ανώτερων και κατώτερων. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό. Διδασκόμαστε με το δέρμα και τις αισθήσεις μας.

Εν τέλει, υπάρχει το ζήτημα της μεθόδου ή της μορφής της εργασίας. Η EZLN[6] γεννήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου εκπροσωπούνταν κάθετες και βίαιες σχέσεις που επιβάλλονταν από τους γαιοκτήμονες. Έμαθαν να εργάζονται οικογένεια προς οικογένεια, και κρυφά, καινοτομώντας τον τρόπο εργασίας των αντισυστημικών κινημάτων. Όταν ο κόσμος μοιάζει καθημερινά ολοένα και περισσότερο με στρατόπεδο συγκέντρωσης, οι μέθοδοί τους μπορεί να φανούν χρήσιμοι για όσους από εμάς συνεχίζουν να επιδίδονται με αποφασιστικότητα στη διαμόρφωση ενός νέου κόσμου.

 

[1] Ισπανιστί hermanamiento, δηλαδή αδελφοποίηση.

[2] Morelia: Πόλη του Μεξικού, πρωτεύουσα της πολιτείας Michoacán de Ocampo.

[3] Caracoles: Οργανωμένες περιοχές των αυτόνομων κοινοτήτων των Zapatistas.

[4] Votán: Λέξη προερχόμενη από τους Mayas που χρησιμοποιήθηκε από τους Zapatistas για να αναφερθούν σε κάθε μέλος της αυτόνομης κοινότητας. Σημαίνει «φρουρός και καρδιά του λαού/της γης».

[5] Βλ. Juntas de Buen Gobierno, τα λεγόμενα δηλαδή Συμβούλια Καλής Διακυβέρνησης, οργανωμένα από το Στρατό των Zapatistas για την Εθνική Απελευθέρωση, τα οποία έδρασαν κυρίως στην πολιτεία Chiapas του Μεξικού.

[6] EZLN: Αρχικά που αντιστιχούν στην ονομασία Ejército Zapatista de Liberación Nacional, δηλαδή Στρατός των Zapatistas για την Εθνική Απελευθέρωση.

Αναδημοσίευση από: https://barikat.gr/content/aytonomi-ekpaideysi-ton-zapatistas-ta-mikra-sholeia-ton-proletarion