(Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε με τον τίτλο 10 Small Changes You Can Make To Help Avoid Another Steubenville από την Soraya Chemaly στο rolereboot.org –βρείτε το αρχικό κείμενο εδώ. Τη μετάφραση την έκανε ο φίλοςOxi Egw και τον ευχαριστούμε πολύ για τον κόπο και τον χρόνο του!)
—-
Δεν πάει άλλο. Ήρθε η ώρα να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να βάλουμε ένα τέλος στην κουλτούρα του βιασμού. Ορίστε μερικές προτάσεις.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι μαθαίνουν το τι συνέβη το περασμένο καλοκαίρι στο Steubenville του Οχάιο, πολιορκούμαι από μηνύματα και ερωτήσεις σχετικά με τα γεγονότα και με το πώς ήταν δυνατό κάτι τέτοιο να συμβεί.
Πάντοτε ισχυριζόμουν ότι αν θέλουμε να μειώσουμε τη συχνότητα παρόμοιων φαινομένων, θα πρέπει να επικεντρώθουμε σε ένα και μόνο πράγμα: στο πώς 50 παιδιά παρακολουθούσαν αμέτοχα την κακοποίηση και τον βιασμό αυτού του κοριτσιού, τραβώντας μάλιστα φωτογραφίες και κάνοντας αστειάκια. Στο πώς γονείς, προπονητές, διδακτικό προσωπικό, θρησκευτικοί ηγέτες και άλλοι, συμμετείχαν στη διεξαγωγή αυτού του εγκλήματος με το να αναπαράγουν παραδοσιακές αξίες και mainstream ιδέες. Αυτό είναι η κουλτούρα του βιασμού: η μεταχείριση ενός κοριτσιού ως ενός απο-ανθρωποποιημένου αντικειμένου, ως μιας κούκλας για σεξ, ο βιασμός του, η κακοποίηση του, ενόσω ο κόσμος κοιτάει, γελάει, αστειεύεται, τραβάει βίντεο και μετά φεύγει.
Οι πιο συχνές ερωτήσεις είναι Τι μπορούμε να κάνουμε; Πόσο νωρίς μπορούμε να αρχίσουμε να μαθαίνουμε στα παιδιά μας να μην κάνουν και να μην ανέχονται τέτοια πράγματα; Γνωρίζοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν εντρυφήσει στο φεμινισμό, ούτε ενδιαφέρονται για τις λεπτομέρειες των τρόπων με τους οποίους λειτουργεί η σεξουαλική βία, πώς επιβάλλει και διαιωνίζει την ανισότητα των φύλων, προσπάθησα να σκεφτώ και να μοιραστώ ορισμένες καθημερινές συνήθειες που μπορεί να αλλάξει όποιος και όποια ενδιαφέρεται ειλικρινώς, έτσι ώστε να καταπολεμηθεί αυτή η κουλτούρα:
1. Αν χρησιμοποιείς την έκφραση “έλα μωρέ, αγοράκια είναι”, σκέψου τον λόγο που το λες, και το τι σημαίνει. Και μετά ΣΤΑΜΑΤΑ. Ναι, τα αγόρια και τα κορίτσια είναι διαφορετικά, το πιάσαμε. Αλλά οποιαδήποτε δύο αγόρια είναι τόσο διαφορετικά το ένα απ’ το άλλο, όσο είναι και τα “αγόρια” από τα “κορίτσια.” Αυτή η έκφραση αποκαλύπτει ένα πλήθος πεποιθήσεων που σχετίζονται με την ουσιοκρατία του φύλου, του δυαδισμού, και των στερεοτύπων, πεποιθήσεων που βρίσκονται στη ρίζα κάθε ιεραρχίας βασισμένης στο φύλο, που καλλιεργούν ύπουλα τη βία και που υποβιβάζουν τα κορίτσια και τις γυναίκες στο αναπαραγωγικό τους δυναμικό. Χρησιμοποιείται συχνά για να δικαιολογήσει συμπεριφορές που είναι αγενείς, αλαζονικές και προνομιούχες στο πεδίο του φύλου.
2. Να κατανοήσεις και να μην υποτιμάς τα αποτελέσματα των στερεοτύπων και των μηνυμάτων των ΜΜΕ. Τα στερεότυπα είναι καταστροφικά, βλαβερά, και η εσωτερίκευση των στερεοτύπων είναι υπαρκτή. Να εξετάζεις τις ιδέες που αναπαράγεις, και ιδιαίτερα το τι αγοράζεις σε παιδιά (μουσική, ταινίες, βιβλία, παιχνίδια). Επίσης, οι λέξεις φυσικά και παίζουν ρόλο: όταν αποκαλείς τα κορίτσια “πριγκήπισσες” και τα αγόρια “παλικάρια,” για παράδειγμα, πόσα πράγματα αναπαράγεις, έστω χαϊδευτικά, που σχετίζονται με στερεότυπα για το φύλο, τη φυλή, την εθνικότητα, και ακόμα περισσότερα; Συγκεκριμένα, αν τα παιδιά σου είναι αγόρια, θα πρέπει να μελετήσεις σε βάθος το πώς κατασκευάζεται η αρρενωπότητα στις ΗΠΑ, και να σκεφτείς πολύ το τι επιθυμείς για τα παιδιά σου. Όποτε είναι δυνατόν, να αποδομείς τα μηνύματα των προϊόντων που καταναλώνουν τα παιδιά σου και να τους μιλάς ανοιχτά για το σεξισμό, το ρατσισμό και τη βία – είναι φαινόμενα αναπόφευκτα. Είναι σα τον αέρα που αναπνέουμε. Το ξέρω ότι πολλές απ’ τις ταινίες, τις σειρές και τα βιντεοπαιχνίδια που παίζουν τα παιδιά είναι πολύ διασκεδαστικά. Αν πρόκειται λοιπόν να καταναλώνουν τέτοια προϊόντα – επίσης αναπόφευκτο – δίδαξέ τα τρόπους να κατανοούν το τι καταναλώνουν.
3. Να αντιμάχεσαι την εξουσία, και ιδίως τις εξουσίες εκείνες των οποίων η πηγή είναι τα συστήματα που βασίζονται σε προκαθορισμένους αντρικούς και γυναικείους ρόλους. Κι αυτά επίσης είναι βασισμένα σε στερεότυπα και εκφράζονται με τρόπο σεξιστικό, είτε με ‘καλές προθέσεις’ είτε συγκαλυμένα. Ναι, εννοώ και τη θρησκεία. Οι θρησκευτικές οργανώσεις προσφέρουν την αίσθηση της κοινότητας, της προστασίας και μιας δομής όπου μπορεί να βασιστεί η ζωή. Ωστόσο, το κόστος είναι πολύ μεγάλο, ιδίως όταν μένουν ανεπεξέργαστες. Υπάρχει λόγος που οι λιγότερο βίαιοι, πιο ελευθεριακοί και πιο χαρούμενοι άνθρωποι εντοπίζονται σε κοσμικά κράτη.
4. Μην καλύπτεις τη σεξουαλική βία, μη τη θεωρείς αστεία, και μην αναπαράγεις μύθους σχετικά με το βιασμό που έχουν καταρριφθεί καιρό τώρα. Τα ανέκδοτα για το βιασμό δεν είναι αστεία, αλλά έχουμε μεγαλώσει γελώντας με αυτά. Και οι κωμικοί λένε αστεία που κάνουν τον κόσμο να γελάει.
5. Μη προσπαθήσεις να αποτρέψεις την κόρη σου απ’το να ‘γίνει ή να ντύνεται σαν πουτάνα’ και μην προτρέπεις το γιό σου να ‘γίνει γαμιάς’. Τα παιδιά κάνουν λάθη, πειραματίζονται με το ρουχισμό τους και φέρονται με τρόπους που πιστεύουν ότι είναι κοινωνικά καθαγιασμένοι και ότι ανταμείβονται. Οπότε αν το πώς ντύνεται η δεκάχρονη κόρη σου σε κάνει να νιώθεις άβολα, το πιθανότερο είναι πως δεν φταίει εκείνη – το μόνο που έκανε ήταν ότι ξύπνησε και είχε μυαλό και μάτια, και είδε ποιός θεωρεί η κοινωνία ότι είναι ο ρόλος των γυναικών, και τι ανταμοίβεται κοινωνικά. Αν δεν ντύνεται έτσι εκείνη, αλλά η κολλητή της, μη την αποκαλέσεις “πουτάνα”, αλλά μίλησε τους ίσως για τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά της κοινωνίας. Παρομοίως, το να νιώθεις περηφάνεια για το γιο σου που “αλωνίζει” ή να τον προτρέπεις να “γαμάει και να δέρνει” είναι εξίσου προβληματικό και αντικατοπτρίζει ένα πλήθος ιδεών σχετικά με το ποιό υποκείμενο πρέπει και έχει το δικαίωμα να είναι σεξουαλικό και επιθετικό, σε αντίθεση με το να είναι σέξυ και παθητικό.
6. Αν έχεις και αγόρια και κορίτσια, βάζε τα να κάνουν δουλειές του σπιτιού – ακριβώς τις ίδιες, ανεξαρτήτως φύλου. Ακούγεται χαζό, αλλά όταν τα παιδιά κάνουν σπιτική δουλειά μαθαίνουν την αξία της, καταλαβαίνουν τι είναι η άμισθη εργασία, η συναίσθηση τους αυξάνεται και μεγαλώνοντας τείνουν να γίνονται πιο ελευθεριακά. Είναι κάτι μικρό αλλά σημαντικό.
7. Δίδαξε τα αγόρια τη συναίσθηση μεταξύ των φύλων. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με τα αγόρια και τη συναίσθηση. Αν αυτό δεν είναι ήδη προφανές απο το τι συνέβη στο Steubenville, δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει προφανέστερο. Όλη η mainstream κουλτούρα είναι κατασκευασμένη έτσι ώστε α) να αφαιρεί απ’ τα αγόρια την ικανότητα να καταλαβαίνουν το τι σημαίνει να είσαι κορίτσι, και β) να τους λέει πως το να είσαι κορίτσι είναι κακό. Τα κορίτσια από την άλλη θα πρέπει να αναπτύξουν την συναίσθηση τους σε σχέση με τα αγόρια και τους άντρες με χίλιους δυό τρόπους. Αν είσαι γυναίκα, είναι μια ικανότητα άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιβίωσή σου.
8. Μίλα ανοιχτά για τα σώματα, τη συναίνεση, τα δικαιώματα και την αυτονομία. Η μικρή επανάσταση για τη συναίνεση πρέπει να μετατραπεί σε ΜΕΓΑΛΗ επανάσταση για τη συναίνεση. Μπορείς να το κάνεις αυτό με πολλούς τρόπους καθημερινά, ακόμα και προτού κάνεις κουβέντα για το σεξ στα παιδιά σου. Όταν θα έρθει η κατάλληλη στιγμή να μιλήσετε για το σεξ, η θεμελιώδης έννοια της συναίνεσης σχετικά με τα σώματα και τις επιθυμίες των άλλων ανθρώπων θα είναι πλέον δεδομένη. Καθώς τα παιδιά σου μεγαλώνουν, αν θες πραγματικά να αντιπαλέψεις τις πεποιθήσεις που οδήγησαν στην περίπτωση του Steubenville, φρόντισε το σχολείο που θα τα στείλεις να προσφέρει πλήρη σεξουαλική εκπαίδευση στους μαθητές και τις μαθήτριες του.
9. Μη δίνεις το ελεύθερο στο σχολείο να μεταδίδει προκαταλήψεις λόγω “παράδοσης” ή “ευγένειας”. Τα σχολεία είναι πολύ αποτελεσματικά στο να υπονομεύουν τις πεποιθήσεις σου σχετικά με τους ρόλους των φύλων, την ισότητα και τις ιεραρχίες, αν δεν τους ασκήσεις κριτική. Ακόμα και αν το σχολείο δεν αλλάξει, τα παιδιά σου θα σε δούν να μάχεσαι ενάντια σε ιδέες που τα μειώνουν και τα υπονομεύουν.
10. Διάλεξε τα αθλήματα των παιδιών σου προσεκτικά. Η κουλτούρα των σπορ στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ σημαντική. Το εθνικό μας σπορ, το football, αποθεώνει την ωμή δύναμη, την σωματική κυριαρχία, τη βία, και περιθωριοποιεί κυριολεκτικά τις γυναίκες (και πόσο μάλλον ΛΟΑΤ άτομα). Το αν θα μπορούσε να υπάρχει με άλλους όρους αποτελεί θέμα μιας τελείως διαφορετικής κουβέντας. Στο μεταξύ, υπάρχουν και άλλα αθλήματα. Αυτό που λέω δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές, αλλά τι διάολο, είμαι αντι-ρατσίστρια, ενάντια στην αποικιοκρατία, τον καπιταλισμό, άθεη φεμινίστρια και ο σκοπός μου είναι το τέλος της σεξουαλικής βίας, σε πόσο χειρότερη θέση θα μπορούσα να είμαι;
Όπως και ο βιασμός, έτσι και πολλά ζητήματα σε αυτή τη λίστα παραδοσιακά περιθωριοποιούνται ως “γυναικεία ζητήματα”. Έτσι, σαν τελική συμβουλή, αν νομίζεις ότι ορισμένα θέματα είναι αποκλειστικά “γυναικεία ζητήματα,” ξανασκέψου το. Υπάρχουν πολύ λίγα πράγματα – ίσως η τεχνολογία πίσω από τα ταμπόν – που είναι αποκλειστικά γυναικεία. Πέρα απ’ αυτό, και ιδίως όταν μιλάμε για το Κύριο Ζήτημα, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που ΔΕΝ είναι “γυναικείο ζήτημα”, συμπεριλαμβανομένης της οικονομίας, του πολέμου και του μιλιταρισμού, της κρατικής ασφάλειας, του φαινομένου του θερμοκηπίου, της άρνησης της επιστήμης και της αυθαιρεσία της εξουσίας σε κάθε της έκφανση. Η λίστα είναι κυριολεκτικά ατέλειωτη. Πολλά ζητήματα που παραδοσιακά χαρακτηρίζονταν “γυναικεία” – ζητήματα αναπαραγωγής, σεξουαλικής βίας, οικιακής βίας, παρενόχλησης σε δημόσιους χώρους κ.λπ. – μπορούν να ανατραπούν και να γίνουν κατανοητά ως “προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, στα οποία εμπλέκονται άντρες με εξουσία, η οποία μένει στο απυρόβλητο”.
Γενικά θα σε συμβούλευα να μη παραμένεις αδρανής σε μια ουδέτερη θέση. Δεν υπάρχει ουδέτερη θέση. Η ακινησία σε αυτό το περιβάλλον είναι χειρότερη απ’ το να τρέχεις προς τα πίσω. Χρειάζεται χρόνος και ενέργεια για να αλλάξει ο πολιτισμός. Μερικές φορές είναι εξουθενωτικό και αποκαρδιωτικό. Αλλά υπάρχει μια παθιασμένη κοινότητα που ολοένα και εξαπλώνεται και κάνει αυτή τη δουλειά με ενθουσιασμό, έχοντας σύμμαχό της την τεχνολογία. Είναι πολύ εύκολο να τη βρείς και μεγαλώνει μέρα με τη μέρα.
Όπως είπε με υπέροχο τρόπο η Laurie Penny την Τρίτη: Αυτή εδώ είναι η στιγμή. Αυτή είναι η δοκιμασία μας. Προτού πληγωθεί ακόμα μια γυναίκα, προτού περισσότεροι νεαροί βιαστές μπορούν να ισχυριστούν, με δάκρυα στα μάτια, ότι “δεν ήξεραν”, η ευθύνη ανήκει σε όλους και όλες μας – στους άντρες και τα αγόρια και όλους αυτούς και αυτές που τους αγαπάνε – να υψώσουμε το ανάστημα μας και να μετρήσουμε τις δυνάμεις μας.
Αναδημοσίευση από Καμένα Σουτιέν: http://kamenasoutien.com/2013/03/27/small-changes-you-can-make-at-home/
Πρόκειται για διάλεξη που έδωσε ο James Horrox το 2009 με τίτλο “Radical Histories/Alternative Futures: Anarchism, Zionism and the Kibbutz” και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ευτοπία. Ο Horrox διδάσκει πολιτική και φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και είναι συγγραφέας του βιβλίου LivingRevolution: AnarchismintheKibbutzMovement. Είναι συνεκδότης του λονδρέζικου αναρχικού περιοδικού Freedom. Πολλές φορές αναφέρεται η σχέση των κιμπούτς με το αντιεξουσιαστικό όραμα. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του κειμένου αυτού βρίσκεται στην καταγραφή των αναρχικών επιρροών στη σύσταση και λειτουργία των κιμπούτς. Κείμενα σχετικά με τα κιμπούτς έχουν δημοσιευτεί και σε προηγούμενα τεύχη του περιοδικού Ευτοπία: στο 3οτεύχος δημοσιεύτηκε μια συνέντευξη που παραχώρησε ο Νόαμ Τσόμσκυ στην Ευτοπία (σσ. 4-6) και στο 8ο τεύχος η ομιλία του YaacovOved “Ο αναρχισμός στο κίνημα των Kibbutz” (σσ. 14-22), ομιλία στην οποία παραπέμπει συχνά ο Horrox.
Ο σύγχρονος διάλογος για το ισραηλινό-παλαιστινιακό ζήτημα συχνά υπονομεύεται από μία επίμονη τάση ανάγνωσης του παρελθόντος μέσα από, όπως τις ονομάζει και ο άγγλος ακαδημαϊκός W. H. Greenleaf, «μοντέρνες προκαταλήψεις»- εννοώντας την ηθικοποίηση των γεγονότων με μία οπτική που ερμηνεύει και αξιολογεί το παρελθόν μόνο μέσα από το πρίσμα των σημερινών πραγματικοτήτων. Η μυωπική, ωστόσο διεισδυτική, εφαρμογή της αντι-αποικιακής πείρας και γνώσης της αριστεράς και η ιδεολογικά κατευθυνόμενη διαστρέβλωση από την, μετά το 1948, εποχή της σιωνιστικής εγκαθίδρυσης κράτους, έχουν αναδρομικά αλλοιώσει την πολύπλοκη και πολυδιάστατη ιστορία των αρχικών κοινοτήτων κιμπούτς, αντιμετωπίζοντάς τα ως μία απλή και μονοδιάστατη εξέλιξη προς την κρατικοποίηση. Επικεντρώνοντας, σχεδόν αποκλειστικά, στη μετέπειτα κεντρική τους σχέση με το κράτος του Ισραήλ, αποτρέπεται η ανάπτυξη μιας ολιστικής κατανόησης των πρώτων εκφάνσεών τους και άρα αποκλείεται γι’ αυτά και μια δίκαιη θέση στο πάνθεον των ριζοσπαστικών εγχειρημάτων. Παρόλο που δε μας εκπλήσσει αυτή η παραδρομή από την οπτική του σύγχρονου αναρχισμού, ιδιαίτερα σε ένα πλαίσιο γενικότερης έλλειψης ορθολογικού διαλόγου για ο,τιδήποτε σχετίζεται με το ισραηλινό-παλαιστινιακό ζήτημα, δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι, όχι μόνο αγνοεί ένα εφαρμόσιμο και δυνητικά παραδειγματικό μοντέλο συμμετοχικής οικονομίας και πολιτικής, αλλά εξαλείφει επιτυχώς μία ολόκληρη ιστορία, στην οποία οι ελευθεριακές ιδεολογίες έπαιζαν για κάποιο καιρό ένα σημαντικό ρόλο.
Για τη ριζοσπαστική ευρωπαϊκή νεολαία που ίδρυσε τα πρώτα κιμπούτς κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου μεταναστευτικού κύματος (Aliyah1), ο σιωνισμός δεν ήταν απλά το τέλος της εξορίας και η επαναδημιουργία του Μεγάλου Ισραήλ (EretzIsrael). Ήταν η δημιουργία από την αρχή μιας ολοκληρωτικά νέου τύπου κοινωνίας σε ένα καινούριο μέρος. Οι πρωτοπόροι των κιμπούτς, μη βρίσκοντας κρατικές δομές, πέρα από τα καταρρέοντα αποικιακά τεχνάσματα των οθωμανών Τούρκων, και αργότερα της βρετανικής κυριαρχίας, αναγνώρισαν στον καινούριο τους τόπο ένα πρωτόγνωρο κενό εξουσίας. Επιδιώκοντας να αποτρέψουν την ανάδυση του καπιταλισμού, με τη δημιουργία πρωτότυπων χώρων αυτόνομης παραγωγής, είδαν στη δημιουργία των κιμπούτς κολλεκτίβων έναν τρόπο μετάφρασης του ουτοπικού ιδανικού μιας «συνεργατικής κοινότητας χωρίς εκμεταλλευτές ή εκμεταλλευόμενους»2 σε ένα μόνιμο κοινωνικό σύστημα ικανό να ηγηθεί της κάλυψης του προαναφερθέντος κενού. Μακρυά από αυτό που η Έμα Γκόλντμαν ονόμασε «το όνειρο των καπιταλιστών εβραίων… για έναν εβραϊκό κρατικό μηχανισμό που θα προστατεύει τα προνόμια των λίγων ενάντια σε αυτά των πολλών»3, ο στόχος τους ήταν να χτίσουν μία ακρατική κοινωνία βασισμένη στην αυτοδιοίκηση, την ισότητα και τη συνεργασία με το γηγενή πληθυσμό σε τοπικό επίπεδο. Οι ιδέες του Κροπότκιν, του Τολστόι, του Προυντόν και του Λαντάουερ4ήταν γνωστές και κατανοητές στον εργατικό σιωνιστικό κοινωνικό περίγυρο των αρχών του 20ου αιώνα και το περιεχόμενό τους επηρέασε πολλούς εξέχοντες ιδεολόγους, όπως επίσης και κινήματα. Επιπλέον, το κίνημα των κιμπούτς πριν το 1948 κατάφερε εύλογα να υλοποιήσει αυτές τις ιδέες σε μεγαλύτερο βαθμό από οποιοδήποτε άλλο ουτοπικό πείραμα, χτίζοντας με επιτυχία μία ολόκληρη εθνική υποδομή στη βάση της συνεργατικής δουλειάς (cooperativelabour) που ήταν οργανωμένη μέσω μιας ομοσπονδιοποιημένης συμμαχίας κομμούνων (communes) ουσιαστικά ολόιδιων με αυτές που οραματίζονταν οι αναρχικοί θεωρητικοί του 19ου αιώνα. Μέσα σε αυτές τις κοινότητες η περιουσία ήταν κοινή, το μισθολογικό σύστημα είχε εγκαταλειφθεί, η παραγωγή και η κατανάλωση οργανωνόταν συλλογικά με άμεση δημοκρατία, με την αυτοδιαχείριση και την κυκλική εργασία να διασφαλίζουν τη διατήρηση ενός αντι-ιεραρχικού οικονομικού πολιτισμού. Η κατανομή των αγαθών και των πόρων γινόταν ανάλογα με τις ανάγκες και όλα τα μέλη επωφελούνταν (ή υπέφεραν) από τη συσσώρευση του συνολικού προϊόντος της υπερεργασίας. Δίχως εξαναγκαστικούς μηχανισμούς, η πολιτική εξουσία ανήκε στη γενική συνέλευση των μελών των κιμπούτς (την Asefa), στην οποία όλα τα ζητήματα που σχετίζονταν με τη ζωή στην κοινότητα συζητούνταν σε ανοιχτές συναντήσεις και οι αποφάσεις λαμβάνονταν με ομοφωνία (στα πρώτα, οικεία kvutzot5) και αργότερα με πλειοψηφία. Με λίγα λόγια, το κίνημα των κιμπούτς όσο υπήρχε πριν την εγκαθίδρυση του κράτους του Ισραήλ λειτουργούσε πάνω κάτω ως ένα βιώσιμο μοντέλο συμμετοχικής οικονομίας και πολιτικής, καθιστώντας το, όπως παρατήρησε και ένας ανταποκριτής της λονδρέζικης αναρχικής εφημερίδας Freedom τo 1962, «ένα από τα καλύτερα παραδείγματα δημοκρατίας που υπάρχει και σίγουρα το πιο κοντινό στην εφαρμογή του αναρχισμού. Οποιαδήποτε προσφιλής στον αναρχισμό θεωρία… [είναι] τμήμα του καθημερινού προτύπου επιβίωσης. Εδώ στο μικρόκοσμο μπορούν να ιδωθούν οι αρχές αυτού που μπορεί να συμβεί σε μία αυθεντικά ελεύθερη κοινωνία»6.
Ριζοσπαστική Ιστορία
Η γενιά των νέων εβραίων που έφερε στη ζωή το κίνημα των κιμπούτς στις αρχές του 20ου αιώνα είχε υποστεί την επιρροή σχεδόν κάθε κοινωνικής και πολιτικής ιδεολογίας. Ο φιλελευθερισμός, ο λαϊκισμός, ο τολστοϊσμός, όλες οι παραλλαγές κοινωνικής δημοκρατίας των μπολσεβίκων και μενσεβίκων, καθώς και κάθε τάση του αναρχισμού, από τον μηδενισμό ως τον κομμουναλισμό (communalism) του Κροπότκιν, αγωνίζονταν για το ποια θα υπερισχύσει ανάμεσα στους ρώσους διανοούμενους της Παλαιστίνης7. Το πιο σημαντικό μέσο διάχυσης των αναρχικών ιδεών που επηρέασαν τον αυτοπροσδιορισμό των αρχικών υποστηρικτών του κινήματος των κιμπούτς ήταν η φιγούρα του, γεννημένου στην Ουκρανία, συγγραφέα και ιδεολόγου AaronDavidGordon, το πνευματικό κύρος του οποίου ήταν τέτοιο που η μνήμη του θα υπερείχε στο κίνημα των κιμπούτς, αλλά και στον εργατικό σιωνισμό συνολικά, για τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Επηρεασμένος από τον καββαλιστικό και χασσιδιστικό μυστικισμό8, τον αντικομφορμιστικό νιτσεϊκό υπαρξισμό και τον τολστοϊκό αγροτικό αναρχισμό, ο Γκόρντον πίστευε ότι τα ανθρώπινα όντα βρίσκονται στη βέλτιστη δυνατή κατάσταση όταν απορρίπτουν τα μηχανικά τεχνάσματα του μοντέρνου πολιτισμού και ζουν σε οργανική σχέση με τους άλλους ανθρώπους και τη φύση. Ο σιωνισμός του Γκόρντον ήταν πιστά πασιφιστικός και αντιμιλιταριστικός, και (σημαντικό όταν εξετάζεται η μετέπειτα κεντρικότητά του στην ισραηλινή εθνική αφήγηση) η ιδέα ενός εβραϊκού κράτους δεν αναφέρεται ποτέ σε όλο το εύρος της δουλειάς του. Όντας σκληρά αντιτιθέμενος στις καπιταλιστικές μορφές της εργατικής εκμετάλλευσης, ο Γκόρντον απέρριψε τον «σοσιαλισμό»- με τον οποίο εννοούσε πάντα τον μαρξισμό- και την έμφασή του στην ταξική πάλη ως το κλειδί για να υπερνικηθεί ο καπιταλισμός. Έβλεπε τον μαρξισμό ως συνέχεια της κυρίαρχης μηχανιστικής αντίληψης του ανθρώπινου όντος και της κοινωνίας, ως την έκφραση μιας αποξενωτικής σκέψης παρά μιας απάντησης σ’ αυτή, και υποστήριζε ότι, εφόσον η τάξη ήταν από μόνη της μία τεχνητή οργάνωση των ανθρώπινων όντων, ένα οικοδόμημα της βιομηχανικής κοινωνίας, δε γινόταν να αναμένεται από το προλεταριάτο να αποτελέσει παράγοντα για τον ανθρώπινο μετασχηματισμό. Επιπλέον, η μαρξιστική έμφαση σε αλλαγές στην οικονομική οργάνωση έμοιαζε στον Γκόρντον προνομιούχα στη δομή, εις βάρος του περιεχομένου: πίστευε ότι η κοινωνία δε θα άλλαζε αν το άτομο δεν άλλαζε, και άρα μέσω της αυτοβελτίωσης του καθενός και όλων των ατόμων θα μπορούσε η ανθρωπότητα (και σε αυτό το πλαίσιο η εβραϊκή διασπορά) να κατορθώσει μια ανανέωση.
Ο πασιφισμός, ο κοινοτισμός και η εναντίωσή του στο κράτος έκαναν πολλούς να βλέπουν τον Γκόρντον ως έναν από τους πρώτους αναρχικούς ιδεολόγους του κινήματος των κιμπούτς. Η αντιεξουσιαστική και αντιμαρξιστική κριτική στην καπιταλιστική νεωτερικότητα που εισήγαγε στο κίνημα θεωρείται πολλές φορές πρόδρομος ειδικά της σύγχρονης οικοαναρχικής σχολής, ενσωματώνοντας σημαντικά στοιχεία πρωτογονισμού, βιοπεριοχικής δημοκρατίας, πασιφισμού, αναχωρητισμού (secession), ιδεολογικής (intentional) κοινότητας κ.ο.κ.9 Ο ίδιος ο Γκόρντον ήταν γενικά απρόθυμος να βάζει ταμπέλες στη φιλοσοφία του, αλλά ο εμπλουτισμός της θεωρίας του με στοιχεία ρομαντισμού, λαϊκού (volkisch10) εθνικισμού, αντικαπιταλισμού, κοσμικού πνευματισμού και μυστικιστικής έμφασης στη γη ως πηγή δημιουργικότητας, φέρουν σημαντικές συνάφειες με συγκεκριμένα ευρωπαϊκά αναρχικά ρεύματα της εποχής του, μία επικάλυψη που συναντάμε ιδιαίτερα αναφορικά με τις ιδέες του γερμανού συγγραφέα Γκούσταβ Λαντάουερ (GustavLandauer). Ενώ το κοσμικό, πνευματικό περιεχόμενο της σκέψης του Γκόρντον στεκόταν αντίθετο στις κύριες αξίες του υλιστικού μαρξιστικού σοσιαλισμού, ενσωμάτωσε όπως και ο Λαντάουερ, την κοσμική πνευματοκρατία (secularspiritualism) του Σπινόζα και του Τολστόι με τον Νίτσε και τους ρομαντικούς λαϊκούς(volkisch)φιλόσοφους σε μία πασιφιστική, αντικρατική και πιστά αντιεξουσιαστική θέση. Ο ασυνήθιστος βαθμός στον οποίο τα κύρια στοιχεία αυτής της οπτικής ταυτίζονται με τον αναρχοσοσιαλισμό του Λαντάουερ τονίστηκε μάλιστα από τον ίδιο τον Γκόρντον όταν το 1920 επέστρεψε στην Παλαιστίνη από ένα συνέδριο της Hapoel Hatzair11, που διεξάγονταν στην Πράγα, υποστηρίζοντας ότι βρήκε τις ιδέες του στα γραπτά του Λαντάουερ12.
Ο ίδιος ο Λαντάουερ θα γινόταν σταδιακά βασική αναφορά στον ιδεολογικό αυτοπροσδιορισμό των κιμπούτς της δεκαετίας 1920 και ‘30. Το κύμα των επαναστατικών αγώνων που σάρωνε την Ευρώπη ως επακόλουθο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και που είδε μία γενιά που είχε στερηθεί τα πολιτικά της δικαιώματα να στρέφεται σε ριζοσπαστικές αριστερές ιδέες, οδήγησε σε μεγαλύτερη πολιτικοποίηση, σε σύγκριση με τους προγόνους τους, τους πρωτοπόρους των κιμπούτς του τρίτου μεταναστευτικού κύματος (1919-1923) οι οποίοι έφταναν στην Παλαιστίνη. Πολλοί που συνέβαλαν στην εδραίωση και επέκταση του κινήματος των κιμπούτς κατά τη δεκαετία του ‘20 το έκαναν με τη μνήμη των διαφόρων ευρωπαϊκών επαναστάσεων που ήταν ακόμα φρέσκες στο μυαλό τους. Κάποιοι από αυτούς είχαν αναμειχθεί άμεσα στις εξεγέρσεις και οι περισσότεροι φέραν μαζί τους λεπτομερείς ιδέες για το καινούριο είδος κοινωνίας που ήθελαν να δημιουργήσουν στην Παλαιστίνη. Ανάμεσα σε αυτή τη γενιά υπήρχε ένα σοβαρό και διάχυτο ενδιαφέρον για τις αναρχικές ιδέες. Εκθέσεις και άρθρα από ευρωπαίους αναρχικούς αναδημοσιεύονταν σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά της εποχής και η δουλειά του Κροπότκιν συγκεκριμένα διαβαζόταν πολύ. Ο ίδιος ο Κροπότκιν είχε καταγράψει αντισημιτιστικές τάσεις και ταυτίστηκε ιδιαίτερα με τους εβραίους εργάτες το διάστημα που πέρασε στην Αγγλία και τις ΗΠΑ, συναντώντας και αλληλογραφώντας με πολλούς από αυτούς που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην κατάστρωση σχεδίων για τους συνεργατικούς οικισμούς, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Φραντζ Οπενχάιμερ13, συνεργάτη του Τίοντορ Χερζλ14 και αρχιτέκτονα της πρώτης moshav κοινότητας στη Μεράβια. Το 1923 η Αλληλοβοήθεια του Κροπότκιν έγινε ένα από τα πρώτα βιβλία που μεταφράστηκαν στα εβραϊκά και διανεμήθηκαν στην Παλαιστίνη, μετά τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση.
Ο Γκούσταβ Λαντάουερ ήταν, παρόλα αυτά, αυτός που κυριάρχησε στη λογοτεχνία του ριζοσπαστικού πυρήνα του σοσιαλιστικού σιωνισμού στις αρχές της δεκαετίας του ‘20. Οι ιδέες του Λαντάουερ ήρθαν στην προσοχή των αριστερών σιωνιστικών κύκλων της Ευρώπης από τον κοντινό του φίλο Μάρτιν Μπούμπερ (MartinBuber)15 στη διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα. Ο Μπούμπερ είχε παρατηρήσει πως ο αρχικός τρόπος ζωής των kvutzot πραγμάτωνε πολλές από τις ιδέες που ο Λαντάουερ είχε προσπαθήσει να εισάγει στο ευρωπαϊκό αναρχικό κίνημα, ενώ ο ίδιος ο Λαντάουερ είχε αρχίσει να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την πρόοδό τους για τους ίδιους λόγους. Από το 1913 περίπου, έδινε διαλέξεις στα ευρωπαϊκά εβραϊκά νεανικά κινήματα των οποίων τα μέλη θα μετανάστευαν στην Παλαιστίνη με το τρίτο μεταναστευτικό κύμα. Το Μάρτιο 1919 προσκλήθηκε από το σοσιαλιστή σιωνιστή ηγέτη Nachum Goldman να παρουσιάσει το άρθρο του σχετικά με την ανάπτυξη του κινήματος των κιμπούτς σε ένα συνέδριο που συγκλήθηκε στο Μόναχο από τις γερμανικές σοσιαλιστικές σιωνιστικές οργανώσεις για να συζητήσουν τη σχέση τους με τους κοινοτικούς οικισμούς στην Παλαιστίνη. Η ομοιότητα ανάμεσα στα δύο16 ερμηνεύθηκε ως «μια ένδειξη της σοβαρότητας με την οποία ο «ουτοπισμός» του Λαντάουερ ως πρόγραμμα και προσχέδιο υιοθετήθηκε από αυτούς τους εβραϊκούς κύκλους της εποχής που προσπαθούσαν να χτίσουν στη σύγχρονη Παλαιστίνη μία εθελούσια (voluntaristic),συνεργατική«ελεύθερη» κοινωνία»17 [η έμφαση δική μου]. Η βιογράφος του Λαντάουερ, Ruth Link-Salinger, σημειώνει ότι «όταν…κάποιος διαβάζει προσεκτικά -και μάλιστα ανάμεσα στις γραμμές της επιστολής- την επιστολή που προσκαλεί τον Λαντάουερ, μπορεί να κατανοήσει ότι η πραγματική «ουτοπία», την οποία αυτοί οι διανοούμενοι ονειρευόντουσαν, συνάδει με τις κοινωνικές κατασκευές με τις οποίες το όνομα του Λαντάουερ είχε συσχετιστεί τόσο στη Γερμανία, όσο και στο εξωτερικό, ως αποτέλεσμα των γραπτών του και των πολιτικών δραστηριοτήτων του»18.
Η Link-Salinger προχωράει τόσο πολύ τη σκέψη της που ισχυρίζεται ότι οι ιδέες που είχε ο Λαντάουερ μέχρι τότε αποτέλεσαν μάλιστα «το «προσχέδιο» με τις περισσότερες προτάσεις για την ουτοπία μετά το Freiland του Hertzka του 19ου αιώνα»19. Όταν το 1920 ο Μπούμπερ αναφέρθηκε στον Λαντάουερ ως «ο μυστικός πνευματικός ηγέτης» και «ο ονομαζόμενος ηγέτης του νέου ιουδαϊσμού», εξηγεί ακριβώς γιατί η φιλοσοφία του γερμανού αναρχικού είχε τόση απεύθυνση:
«Η ιδέα του Λαντάουερ ήταν και δική μας ιδέα. Αυτό αποτελεί αναγνώριση του γεγονότος ότι το κύριο θέμα δεν είναι η αλλαγή της τάξης και των θεσμών, αλλά η επανάσταση στη ζωή του Ανθρώπου και στις σχέσεις ανάμεσα στον Άνθρωπο και το σύντροφό του… και σε αναλογία με αυτή την ιδέα, ο Λαντάουερ έπρεπε να συμμετέχει στο χτίσιμο μιας νέας γης και μιας νέας κοινωνίας ως οδηγός και ως μέντορας»20.
Πρέπει να συγκρατήσουμε στη μνήμη ότι ο στόχος του κινήματος των κιμπούτς ήταν η δημιουργία μιας νέας κοινωνίας και ενός νέου είδους ανθρώπινου όντος, με το τελευταίο να φαίνεται ως απαραίτητη προϋπόθεση (sinequanon) του πρώτου. Ήταν γεγονός ότι οι ιδέες του Λαντάουερ άσκησαν μεγάλη επιρροή στις νεανικές ομάδες των εβραίων του τρίτου μεταναστευτικού κύματος. Βλέποντας το καπιταλιστικό κράτος ως «μια κατάσταση, μία συγκεκριμένη σχέση ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα»21, όπως ο Γκόρντον και ο Τολστόι, η κοινωνική σκέψη του Λαντάουερ επικέντρωνε στην ιδέα ότι προϋπόθεση για την αλλαγή της κοινωνικής τάξης πραγμάτων είναι μια διαδικασία ολοκληρωτικής πνευματικής ανανέωσης και όχι απλώς η ριζοσπαστική ανατροπή των θεσμών του καπιταλισμού και του κράτους. Ακολουθώντας την ίδια αριστερή, λαϊκή (volkisch) παράδοση του ευρωπαϊκού ρομαντισμού όπως ο Γκόρντον, ο Λαντάουερ αντιλήφθηκε την ανανέωση του Geist (πνεύματος), την αποκατάσταση της οργανικής ενότητας του έθνους και την αναζωογόνηση της κοινότητας ως απαραίτητη προϋπόθεση για μια μελλοντική κοινωνία, στην οποία το συγκεντρωτικό κράτος αντικαθίσταται από συμμαχίες και ενδοσυμμαχίες μικρών, στενών ιδεολογικών κοινοτήτων (intimateintentionalcommunities), ζωντανών «κυττάρων οργανιστικής και άμεσης κοινότητας όλων όσων συμμετέχουν σε άμεσες και ζωτικές σχέσεις»22. Ο Λαντάουερ και ο Μπούμπερ συνδέθηκαν με την πίστη ότι αυτή η ουτοπία πρέπει να πραγματοποιηθεί εδώ και στο τώρα, με τα μεμονωμένα άτομα να ενώνονται σε κοινότητες, σε «μια πραγματική οργανική δομή» η οποία μέσα στο χρόνο «καταστρέφει το Κράτος με το να το εκτοπίζει»23.
Ως αποτέλεσμα των πολιτικών δραστηριοτήτων του Λαντάουερ στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα της εγγύτητάς του με τον Μπούμπερ, οι αρχικές ομάδες των εβραϊκών νεανικών κινημάτων Hashomer Hatzair, η Blau-Weiß, η Jung-Jüdischer Wanderbund, η Brith Olim, η Werkleute και η Habonim- οι οποίες συνέβαλλαν όλες τους σημαντικά στα κιμπούτς τις δεκαετίες του ‘20 και ‘30- ήρθαν κοντά στον αναρχισμό του24. Ίσως η πιο σημαντική ομάδα από όλες ήταν η Hashomer Hatzair (ο Νέος Φύλακας), που αποτελούσε το νεανικό κίνημα στο προσκήνιο της διαδικασίας δημιουργίας των κιμπούτς κατά το τρίτο μεταναστευτικό κύμα. Από όλες τις ομάδες που έφταναν στην Παλαιστίνη στις αρχές του ‘20 η Hashomer Hatzair ήταν που διάβαζε τον Λαντάουερ με περισσότερη επιμέλεια. Ο Gershom Scholem θυμάται ότι «το βιβλίο του Λαντάουερ Έκκληση για Σοσιαλισμό, άφησε μια βαθειά εντύπωση όχι μόνο σε μένα, αλλά σε έναν, όχι μικρό, αριθμό νέων σιωνιστών» και πως «η κοινωνική και ηθική αντίληψη αναρχικών, όπως ο Τολστόι και ο Λαντάουερ, ήταν ανεκτίμητης σημασίας στο χτίσιμο της νέας ζωής στο Μεγάλο Ισραήλ»25. Ο Manes Sperber, μέλος της Hashomer Hatzair κατά τις αρχές του ‘20, ομοίως θυμάται πώς η Οκτωβριανή Επανάσταση «έθρεψε το ενδιαφέρον μας για τους κοινωνικούς επαναστάτες… και για την αναρχοκομμουνιστική θεωρία του Κροπότκιν… πολύ περισσότερο από τον μαρξισμό»26. Η Hashomer Hatzair, γράφει ο Sperber, «δεν ήθελε να εξασκήσει εξουσία μέσα στο Κράτος, αλλά να κάνει το Κράτος και την εξουσία περιττά»27 [η έμφαση δική μου]. Οι πρώτες ομάδες της Hashomer Hatzair οραματίζονταν την αναγεννημένηπατρίδα ως «μια κοινωνία διαμορφωμένη με το πνεύμα των αναρχικών ιδανικών που διαδίδονταν τότε στην Ευρώπη»28, και η προσδοκία τους ήταν να δημιουργήσουν «ένα κράτος που δε θα ήταν κράτος, αλλά μια μεγάλη συνομοσπονδία κομμούνων»29. Το 1920 μία από τις σημαντικές αρχικές φιγούρες του κινήματος, ο Meir Yaari, έκανε σαφές το προηγούμενο με το να προσπαθεί κατηγορηματικά να διαχωρίσει το κίνημα των κιμπούτς από τον σοσιαλισμό που εφαρμοζόταν οπουδήποτε αλλού στον κόσμο:
«Αυτή τη στιγμή ζούμε δύο μεγάλες προσπάθειες στην ανθρώπινη αναγέννηση. Η μία στην Ρωσία, όπου επιθυμούν να αλλάξουν την ανθρώπινη ύπαρξη μέσω του κράτους, της μηχανής, της κοινωνικής θέσης, του τρόμου και της οργάνωσης, και η άλλη εδώ, σε αυτήν τη χώρα, όπου η προσπάθεια είναι ποιοτική, μικρή και δύσκολη. Είναι το μονοπάτι για τη φυσική συνεργασία μικρών ανθρώπινων ενοτήτων προς μία νέα κοινότητα… Εκεί στην Ρωσία όλα προσδιορίζονται μέσα από κανονικότητες. Εδώ μας οδηγεί η αληθινή ζωή και η ελευθερία. Εκεί ένα κράτος, εδώ μια κοινότητα».
Κάπου αλλού ο Yaari θυμάται πως η Hashomer Hatzair έφτασε στην Παλαιστίνη με τη φιλοδοξία να συστήσει «μια αναρχική κοινότητα» στην περιοχή: «Οι κοινότητές μας δεν ανέχονται την κυβέρνηση. Δημιουργούν έναν αναρχικό ιστό μέσω της ελεύθερης ένωσής τους»30. Μετά από μερικές δεκαετίες ο Yaari επανέλαβε τη δήλωσή του ότι «ο δρόμος της Hashomer Hatzair προς τα κιμπούτς ήταν αναρχικός»31, και θυμάται πώς κατά τη δεκαετία του ‘20 «ήμασταν αυτό που είναι γνωστό ως “αναρχικοί”. Πιστεύαμε στην ίδρυση μιας νέας κοινωνίας στο Μεγάλο Ισραήλ, ζούσαμε σε μία εποχή μεγάλων ελπίδων και ονείρων… πιστεύαμε στο πρωτότυπο μιας μελλοντικής κοινωνίας, στην οποία οι ζωές των ατόμων θα ήταν ελεύθερες από τον καταναγκασμό, όντας αυτόνομες»32.
Σε αυτό το κοινωνικό περιβάλλον, το μοντέλο των κιμπούτς φαινόταν ως ένα πρακτικό μέσο για την εμπόδιση της ανάδυσης των κρατικών δομών και ταυτόχρονα για την ίδρυση μιας ακρατικής κοινοπολιτείας στην περιοχή. Πολλοί εμιγκρέδες πίστευαν ότι η απουσία κρατικών δομών θα άφηνε χώρο για την αλληλογονιμοποιημένη ανάπτυξη και τον αυτοπροσδιορισμό των εβραίων και αράβων της περιοχής. Κατά το δεύτερο μεταναστευτικό κύμα ο Γκόρντον είχε τονίσει τη σημασία της σύμπραξης και της «συνεργατικής ζωής και εργασίας που προορίζεται για το καλό και των δύο λαών». Ο Μπούμπερ, ομοίως, απέρριψε δημόσια την ιδέα κατάτμησης της γης σε κράτη, πιέζοντας αντιθέτως για την ελεύθερη συμφωνία μεταξύ των δύο ανεξάρτητων εθνών, ενωμένα στην από κοινού ανάπτυξη της μοιρασμένης πατρίδας τους. Η κοινή εργασία, η συνεργασία σε τοπικό επίπεδο, η καλλιέργεια ζωντανών ανθρώπινων σχέσεων, η ενδυνάμωση των πολιτιστικών δεσμών και η εμβάθυνση της αλληλοκατανόησης ανάμεσα στους δύο λαούς θα μπορούσε, πίστευε ο Μπούμπερ, να κάνει το κίνημα των κιμπούτς να αναδυθεί ως πρωτοπόρος πυρήνας μιας άμεσα δημοκρατικής, πλουραλιστικής κοινωνίας, ούτε αποκλειστικά εβραϊκής, ούτε αποκλειστικά αραβικής. Ως τρόπο ενθάρρυνσης της ενδυνάμωσης και της οικοδόμησης σχέσεων πρόσωπο-με-πρόσωπο με άτομα σε μικρές ομάδες, τα αρχικά μέλη της Hashomer Hatzair πίεσαν προς την ίδρυση αραβικών νεανικών κινημάτων, ένας από τους στόχους των οποίων ήταν να ενθαρρύνουν τη σύσταση αραβικών συνεργατικών που θα βασίζονταν στο μοντέλο των κιμπούτς. Ομοίως, πολλοί από τους πρωτοπόρους των κιμπούτς έφτασαν πιστεύοντας στα κοινά συμφέροντα εβραίων και αράβων εργατών στην ταξική πάλη και τάσσονταν υπέρ μορφών κοινού αγώνα, για παράδειγμα μέσω του μηχανισμού ενός αραβοεβραϊκού συνδικαλιστικού οργάνου (Irgun Meshutaf). Κατά τη δεκαετία του ‘20 η Hashomer Hatzair άσκησε πολιτική πίεση στη Histadrut (εβραικό συνδικαλιστικό κίνημα) «ώστε να προχωρήσει… στη δημιουργία μιας διεθνούς οργάνωσης εβραίων και αράβων εργατών, που θα βασίζεται στην αλληλοκατανόηση για τις ιδιαίτερες εθνικές ανάγκες κάθε εθνικής οντότητας», επιχειρηματολογώντας ότι «μόνο μία διεθνής εργατική οργάνωση θα πραγματοποιήσει την κοινωνική επανάσταση στη χώρα»33. Σε ένα γράμμα που δημοσιεύτηκε στην αναρχική εφημερίδα του Λονδίνου Freedom το 1940, ένας βρετανός πιλότος εγκατεστημένος στην Παλαιστίνη σχολίασε ότι:
«Κανένα από τα κιμπούτς που επισκέφτηκα, ή κάποιο μέλος από αυτά που συνομίλησα… δεν ήθελε να οικοδομήσει μια Παλαιστίνη αποκλειστικά για τους εβραίους. «Έχουμε υποφέρει πάρα πολλά για να επιθυμούμε να αποκλείσουμε οποιονδήποτε από αυτή τη γη, όπως εμείς κυνηγηθήκαμε από τις χώρες που γεννηθήκαμε» μου είπε ένας από αυτούς. Η βασική ιδέα τους είναι να δουν όλους τους ανθρώπους [sic] να ζουν ο ένας με τον άλλον με τις ίδιες σχέσεις ισότητας και ελευθερίας που επικρατούν στα κιμπούτς»34.
Η HaKibbutz HaArtzi, η ομοσπονδία των κιμπούτς που ιδρύθηκε από τη Hashomer Hatzair το 1927, σταδιακά έγινε η σπονδυλική στήλη του κινήματος των κιμπούτς, αλλά τα χρόνια πριν ιδρυθεί το κράτος, το μεγαλύτερο από τα κύματα των κιμπούτς ήταν το Kibbutz Hameuhad, που δημιουργήθηκε το 1924 από μέλη της Gedud HaAvoda (Εργατική Ταξιαρχία). Η Gedud, μια αναρχοσυνδικαλιστική εργατική δύναμη, αναπτύχθηκε μέσα από τις ιδέες του γεννημένου στην Ρωσία στρατιώτη Josef Trumpeldor. Η σχέση του Trumpeldor με το ρεβιζιονιστικό νεανικό κίνημα Beitar35 που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του (από τον φίλο του Ze’ev Jabotinsky) επισκίασε το γεγονός ότι στα νιάτα του ήταν μανιωδώς αντικαπιταλιστής και αντιεξουσιαστής. Γνωρίζοντας τις ιδέες του Κροπότκιν ως φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, ο Trumpeldor παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις δραστηριότητες των τολστοϊκών κομμούνων κοντά στην πόλη του Piatigorsk στο βόρειο Καύκασο της Ρωσίας, και κατά τη δεκαετία του 1900 άρχισε να συνδέει τους τολστοϊκούς οικισμούς με τη δική του φιλοδοξία για την Aliya. Ήδη το 1908 είχε σχεδίασε ένα λεπτομερές πρόγραμμα για κοινοτικούς οικισμούς στην Παλαιστίνη. Σε μια σειρά επιστολών προς τους φίλους του στην Ρωσία και την Παλαιστίνη περιγράφει την ιδέα της ίδρυσης μιας κομμούνας, πρώτα στην Ρωσία και έπειτα στην Παλαιστίνη, αναφερόμενος επανειλημμένα στον Κροπότκιν και τον Τολστόι, και ενθαρρύνοντας τους φίλους του να αντλήσουν έμπνευση από αυτούς τους στοχαστές. Οι λίστες για ανάγνωση που επέδειξε ο Trumpeldor εκτείνονται σχεδόν σε κάθε τάση της σοσιαλιστικής σκέψης, από το λαϊκισμό ως τον αναρχισμό, δίνοντας έμφαση στο βιβλίο του Κροπότκιν Η κατάκτηση του ψωμιού ανάμεσα σε άλλα («γραμμένο σε απλή γλώσσα» όπως παρατήρησε ο Trumpeldor «κατάλληλο για οποιονδήποτε»36).
Ο Trumpeldor επηρέασε σε όλη τη διάρκεια του Yishuv37, αλλά κυρίως στην ίδρυση της Gedud HaAvoda. Ο αρχικός στόχος της Gedud ήταν να δημιουργήσει «μία γενική κομμούνα εργατών», σε εθνικό επίπεδο, μια συνεχώς επεκτεινόμενη κομμούνα με κοινοτιστικό πλούτο: «Όπως ο Κροπότκιν», έγραψε ο Trumpeldor το 1908, «πιστεύω ότι μόνο μία πολύ μεγάλη, εδαφικά εκτεταμένη κομμούνα οδηγεί στην αναρχία»38. Οι ιδέες του Κροπότκιν επηρέασαν επίσης σε μεγάλο βαθμό τον Yitzhak Tabenkin, μία ακόμη σημαίνουσα φιγούρα των πρώτων χρόνων της Hameuhad. Παρόλο που ποτέ δεν αυτοαποκαλέστηκε αναρχικός, ο Tabenkin αντιτέθηκε στην ιδέα του εβραϊκού κράτους και υπερασπίστηκε μία «από τα κάτω» προσέγγιση του σοσιαλισμού, θεωρώντας τα πολιτικά σύνορα της Μέσης Ανατολής, που ακολούθησαν το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως ένα τέχνασμα που επιβλήθηκε από τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό. Παράλληλα, εισηγήθηκε ως όραμά του για τον εβραϊκό λαό την οργάνωση σε κομμούνες ως κομμάτι μιας «παγκόσμιας συμμαχίας κομμουνιστών»39. Πιστός στις αναρχοκομμουνιστικές ιδέες του, ο Tabenkin υποστήριζε ότι τα μέλη των κιμπούτς οφείλουν να οικειοποιηθούν τις αναρχικές ιδέες, αναγνωρίζοντας ότι οι μοναδικές συνθήκες του Yishuv πριν το 1948 πρόσφεραν μία ευκαιρία για τη δημιουργία μιας κοινωνίας δίχως την ανάγκη κυβέρνησης40. Το 1921 συμμετείχε στην ίδρυση ενός κιμπούτς, του Ein Harod, το παράδειγμα για την ομοσπονδία Hameuhad, η οποία σύμφωνα με τους ιδρυτές της, θεωρούσε τον Κροπότκιν ως «τον πιο κοντινό σε εμάς από οποιονδήποτε άλλο»41 κατά τα πρώτα χρόνια της, αναγνωρίζοντας την ιδέα του ρώσου αναρχικού περί εθελουσίων μη-κυβερνητικών οργανώσεων ως «εξαιρετικά κατάλληλη για την πραγματικότητα που γεννήθηκε με το κίνημα των κιμπούτς»42.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιδέα δημιουργίας ενός εβραϊκού έθνους-κράτους δεν ήταν τόσο διαδεδομένη στους σιωνιστικούς κύκλους μέχρι τη δεκαετία του ‘30. Ο σιωνισμός στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα είχε κυρίως (όχι όμως και αποκλειστικά) αντι-κρατική χροιά, με τους υποστηρικτές του εβραϊκού κράτους περιορισμένους στο μικρό σύμπλεγμα γύρω από τον Χερζλ. Η επιρροή του αναρχισμού δεν περιορίστηκε στους εργάτες των κιμπούτς, αλλά είχε πολύ ευρύτερο αντίκτυπο στις ιδέες πολυάριθμων επιφανών ιδεολόγων σιωνιστών (όπως, αναφορικά, ο Φραντζ Οπενχάιμερ, ο BerlKatzenelson και ο MarkYarblum) και σε εργατικές οργανώσεις (HapoelHatzair, PoaleiZion, Zeirei–Zion, He–Halutz, κ.α.). Από αυτές, η HapoelHatzair («Οι Νέοι Εργάτες») αποτελεί μία ενδιαφέρουσα περίπτωση. Η HapoelHatzair υπήρχε στην Παλαιστίνη από το 1904, και ακολουθώντας την κοινωνική φιλοσοφία του Γκόρντον προώθησε την ελευθεριακή εναλλακτική στους πιο ορθόδοξους μαρξιστές σιωνιστές του κινήματος Poalei Zion43κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της εγκατάστασής τους. Το πρόγραμμα της HapoelHatzair για την εβραϊκή αναγέννηση, που είχε τις ρίζες του στον πασιφισμό, την κοινότητα, την αυτοαπασχόλησηκαι τον αντικρατικό πνευματικό εθνικισμό, εμπεριείχε πολλά από τα κύρια στοιχεία του αναρχισμού του Λαντάουερ και η οργάνωση στο σύνολό της επηρεάστηκε βαθιά από τις ιδέες του. Το τεύχος της εφημερίδας της HapoelHatzairDie Arbeit τον Ιούνιο του 1920 είχε τίτλο Τετράδια του Λαντάουερ (Gustav Landauer Gedenkheft) και περιείχε επανεκδόσεις των γραπτών τουLandauer που αφορούσαν στην εβραϊκή εμπειρία και την ανάγκη για κοινοτικούς οικισμούς. Την ίδια χρονιά, ο Αναρχικός Κομμουνισμός (Anarchist Communism) του Κροπότκιν εμφανίστηκε στην ανθολογία της οργάνωσης Maabarot 3 μαζί με ένα άρθρο για τον ίδιο, γραμμένο από έναν από τους βασικούς ιδεολόγους της οργάνωσης, τον Chaim Arlosoroff, χάρη στην επιρροή του οποίου η ομάδα παρέμεινε γενικά συνεπής όσον αφορά στο περιεχόμενό της και τις ιδέες του Λαντάουερ, του Γκόρντον και του ρώσικου λαϊκισμού κατά τη δεκαετία του ‘20.
Ο Arlosoroff γοητεύτηκε αρχικά από τις ιδέες του Κροπότκιν, όντας φοιτητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, και μέσω του Μπούμπερ γνώρισε τον Γκόρντον και τον Λαντάουερ. Ως συντάκτης της εφημερίδας της Hapoel Hatzair Die Arbeit εξέδωσε άρθρα για τον Προυντόν και τον Κροπότκιν, αλλά και αποσπάσματα από κείμενά τους, μαζί με τα δικά του γραπτά. Το 1919, στο άρθρο του “Λαϊκός εβραϊκός σοσιαλισμός”(«Der Jüdische Volkssozialismus») ο Arlosoroff υποστήριξε μία εθελούσια, αντιεξουσιαστική μορφή σοσιαλισμού που βασίζεται στην επιστροφή στη φύση, ως εναλλακτική της μοντέρνας γραφειοκρατικής κοινωνίας. Το άρθρο αυτόφέρει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της επιρροής που είχε πάνω του ο Κροπότκιν και ο Λαντάουερ, με το κοινωνικό σύστημα που περιγράφει για την Παλαιστίνη να είναι αναγκαστικά «ένας σοσιαλισμός της ελευθερίας, ένας αντικρατιστικός σοσιαλισμός, ένας αναρχικός σοσιαλισμός- διαφορετικά η σοσιαλιστική ιδέα δε θα πετύχει ποτέ»44. Οι εβραίοι εργάτες στην Παλαιστίνη, υποστήριζε ο Arlosoroff, πρέπει να αυτοοργανωθούν σε «μεγάλες ομοσπονδίες ελεύθερων κομμουνιστικών συλλόγων»45 ως βάση για έναν νέο τρόπο ζωής στον οποίο «η κρατική εξουσία παραγκωνίζεται από τις ελεύθερες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπινων ομάδων»46. Σε αυτή την ελεύθερη συμμαχία των κοινοτήτων «οι κομμούνες θα ρυθμίζουν τα κοινά τους ζητήματα μέσω της συνεργασίας. Μέσα από αυτό, θα αναδυθεί μία μελλοντική κοινωνία στην οποία θα επικρατεί η αρμονική συνεργασία»47. Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘20 ο Arlosoroff συνέχισε να παρουσιάζει τις αναρχικές ιδέες ως εναλλακτική στις υλιστικές, ταξικά προσανατολιζόμενες απόψεις του σοσιαλισμού που χαρακτήριζαν τη σοσιαλιστική σιωνιστική ρητορική αυτή τη δεκαετία. Μέχρι το 1926, οπότε και έβγαλε τον διάσημο πλέον λόγο του Η ταξική πάλη στην πραγματικότητα της γης του Ισραήλ (Class War in the Reality of the Land of Israel), ο Arlosoroff αντιτιθόταν στις προσπάθειες των σιωνιστών μαρξιστών να παρουσιάσουν την εβραϊκή κινητοποίηση στην Παλαιστίνη μέσα από ταξικές προσεγγίσεις του σοσιαλισμού, χρησιμοποιώντας το ίδιο λεξιλόγιο που χρησιμοποίησε στο άρθρο του για τον Κροπότκιν, όπου παρουσίαζε τον αναρχισμό ως εναλλακτική στις μαρξιστικές επιρροές.
Εναλλακτικό Μέλλον
Κατά τις δεκαετίες του ‘20 και ‘30 το όνειρο όσων συμμετείχαν στο αρχικό κίνημα των κιμπούτς για μια ακρατική κοινοπολιτεία ελεύθερων, αυτοκυβερνόμενων κοινοτήτων χειραγωγήθηκε και αφομοιώθηκε συστηματικά από τους θεσμούς που προσέβλεπαν στη δημιουργία κράτους, καθώς το αναδυόμενο κρατικό εργαλείο που καθοδηγείτο από τον νεοανερχόμενο καριερίστα πολιτικό David Ben-Gurion σφετερίστηκε το ουτοπικό γίγνεσθαι του κινήματος των κιμπούτς, διατηρώντας το μύθο αυτής της ουτοπίας για τη δική του νομιμοποίηση. Ενώ οι νέοι ιδεολόγοι του δεύτερου και τρίτου μεταναστευτικού κύματος έχτιζαν το kvutzot τους, οι θεσμοί του πολιτικού σιωνισμού κινούνταν στο παρασκήνιο αγοράζοντας γη και σφυρηλατώντας διπλωματικές σχέσεις με τη βρετανική κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα, μάλιστα, μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου με την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, όταν η πολιτική δύναμη στην Παλαιστίνη αναλήφθηκε από βρετανικές και σιωνιστικές οργανώσεις. Η επακόλουθη ανάδυση συμφερόντων μετά το διαχωρισμό του κόσμου σε δύο ανταγωνιστικά μπλόκα κατά τα μέσα του ’40 σήμαινε ότι το μέλλον της εβραϊκής κοινότητας στην Παλαιστίνη έγινε ζήτημα οικονομικών και στρατηγικών συμφερόντων, ζήτημα εγκατάστασης ενός μόνιμου πράκτορα της Δύσης σε μια περιοχή πλούσια σε φυσικούς πόρους. Η αλήθεια είναι ότι με όποιες φιλοδοξίες και αν έφτασαν οι ριζοσπάστες νέοι του δεύτερου και τρίτου μεταναστευτικού κύματος, ο σκοπός του σιωνιστικού κινήματος και των ουτοπικών σχεδίων που έφερε περιορίζονταν και συγκρούονταν πάντα με τους πολλαπλούς ιστούς εξουσίας που γεννιόνταν από την εξωτερική εμπλοκή ξένων υπερδυνάμεων. Ανεξαρτήτως της επιτυχίας των μελών του κινήματος των κιμπούτς στη δημιουργία και συνέχιση ενός νέου ριζοσπαστικού τρόπου ζωής μέσα στις κοινότητές τους, η δυναμική αυτών των κοινοτήτων ως πολιτική δύναμη σε εθνικό επίπεδο είχε από την αρχή δομικά παρεμποδιστεί από μία πραγματικότητα, η οποία τις καθιστούσε πιόνια των εξωτερικών πολιτικών των δυτικών κρατών. Μία πραγματικότητα που δε λήφθηκε υπόψη στις εξηγήσεις που έδωσαν οι αναρχικοί και σοσιαλιστές ιδεολόγοι σχετικά με τη λειτουργία των αγροτικών κοινοτήτων πάνω στην οποία βασίζονταν οι κάτοικοι των κομμούνων (communards).
Στην επακόλουθη ενσωμάτωση της εμπειρίας του αρχικού κινήματος των κιμπούτς στην εθνική ισραηλίτικη αφήγηση, τα στοιχεία εκείνα της ιστορίας τους που συμφωνούν με τη δημιουργία του κράτους τονίζονται και σκιαγραφούνται ως πρότυπα πατριωτισμού και αφοσίωσης. Οι πτυχές των ουτοπικών καταγωγών του κινήματος των κιμπούτς που θα ήταν πολύ ανατρεπτικές για το νέο κράτος, δηλαδή ο αντιεξουσιαστικός τους χαρακτήρας, η εχθρότητά τους απέναντι στον καπιταλισμό, το κάλεσμά τους για διεθνισμό κτλ, αποκρύφτηκαν συστηματικά, εξαιρέθηκαν από τους ιστορικούς απολογισμούς και παραλείφθηκαν από το αναλυτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Ισαραήλ. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι ο σύγχρονος μονοχρωματισμός που κυριαρχεί αναφορικά με τον σιωνισμό παραποίησε την ιστορική ετερογένεια του κινήματος. Με αυτό τον τρόπο, όμως, σημαντικά μαθήματα της ιστορίας βρίσκονται σε κίνδυνο να παραβλεφθούν. Η πιο βαθιά ανάγνωση αυτής της πολύπλοκης και πολυδιάστατης ιστορίας και η προσπάθεια να την κατανοήσουμε μέσα στο δικό της πλαίσιο μάς παρέχει εν δυνάμει πολύτιμα εργαλεία για μια καλύτερη κατανόηση των πραγματικοτήτων του παρόντος και για τη δημιουργία μιας πιο συνεκτικής οπτικής ενός μελλοντικού πολυεθνικού μετασιωνιστικού Ισραήλ/Παλαιστίνης.
JamesHorrox
Μετάφραση: Φανή Αραμπατζίδου
1 Σημαίνει «άνοδος», τα κύματα των εβραίων που μετανάστευσαν στη γη του Ισραήλ.
3 Goldman, Emma, “To the Editor: Spain and the World”, αναδημοσιευμένοστοBritish Imperialism & The Palestine Crisis: Selections from the Anarchist Journal ‘Freedom’ 1938–1948 (London: Freedom Press, 1989), σ. 24.
4 GustavLandauer (1870-1919): εξαιρετικά δραστήριος γερμανοεβραίος αναρχικός συγγραφέας που έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της γερμανικής αναρχικής σκέψης. Εκτός από πολιτικά κείμενα, έγραφε μυθιστορήματα, κριτικές θεάτρου και μετέφρασε στα γερμανικά Κροπότκιν αλλά και Σαίξπηρ. Ήταν κατά της χρήσης βίας, ωστόσο ο ίδιος έπεσε πολλές φορές θύμα της κρατικής βίας, αφού φυλακίστηκε αρκετές φορές για τα γραπτά και τη δράση του και εκτελέστηκε στη φυλακή στις 2 Μαΐου του 1919. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του: Το μήνυμα του «Τιτανικού», Επιλεγμένα Δοκίμια, μτφρ. Γιάννης Καραπαπάς, Τροπή, Αγρίνιο, 2000 & Έκκληση για σοσιαλισμό, μτφρ. Γιάννης Καραπαπάς, Τροπή, Αγρίνιο, 2001 (Σ.τ.Μ.).
5 kvutzot, μία άλλη ονομασία για τα κιμπούτς, οι χρήστες της οποίας έδιναν με αυτόν τον τρόπο έμφαση στο μικρό μέγεθος της κοινότητας και την οικειότητα που υπήρχε ανάμεσα στα μέλη της (Σ.τ.Μ).
6 S.F., “Reflections on Utopia”, Freedom, March 24th, 1962, σ. 15.
7Near, Henry. The Kibbutz Movement, A History Volume 1, Origins and Growth, 1909-1939 (Oxford: Oxford University Press, 1992), σ. 13.
8 Η καββάλα είναι μορφή ιουδαϊκού μυστικισμού που στηρίζεται σε παλιές γραμματολογικές και αριθμολογικές θεωρίες και στη λογοτεχνία των χεκχαλότ και αναπτύχθηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ.. Ο χασσιδισμός ήταν μια μυστικιστική σύνθεση από την οποία προέκυψε ένα επαναστατικό κίνημα (18ος αιώνας) με αρχηγό τον θαυματοποιό Ισραήλ μπεν Ελιέζερ. Βλ.Eliade, Mircea & Couliano, IoanP., Λεξικό των Θρησκειών, μτφρ. ΕυάγγελοςΓαζής,Χατζηνικολή, 1992, 18.7 & 18.9 (Σ.τ.Μ.).
9 Margulies, Hune E., “Dialogue and Urbanism: On Buber, Naess, Spinoza and the Question of Diversity,” The Martin Buber Homepage, (http://buber.de/material/urban, March 3rd, 2009).
10 Όρος που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την πνευματική τάση που υποστήριζε την αναγέννηση του γερμανικού έθνους (Σ.τ.Μ.).
11 HHapoelHatzair (Ο Νέος Εργάτης) ήταν μία σιωνιστική ομάδα που έδρασε στην Παλαιστίνη από το 1905 έως το1930. Ιδρύθηκε από τον Γκόρντον, τον YosefAhronowitz και τον YosefSprinzakand με στόχο την ίδρυση νέων εβραϊκών αγροτικών κοινοτήτων (Σ.τ.Μ.).
12 Tyldesley, Michael, No Heavenly Delusion: A Comparative Study of Three Communal Movements, (Liverpool: Liverpool University Press, 2003),σ. 48.
13 FranzOppenheimer (1864-1943): γερμανοεβραίος κοινωνιολόγος. Στα ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο του Το Κράτος, μτφρ. Γιάννης Καραπαπάς, Τροπή, Αγρίνιο, 2002 (Σ.τ.Μ.).
14 TheodorHerzl (1860-1904): θεωρείται ο πατέρας του σύγχρονου πολιτικού σιωνισμού και έμμεσα της δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ (Σ.τ.Μ.).
15 MartinBuber (1878-1965): αυστροεβραίος φιλόσοφος. Στα ελληνικά βλέπε: Μπούμπερ, Μάρτιν, Μονοπάτια στην ουτοπία, μτφρ. Βασίλης Τομανάς, Νησίδες, Θεσσαλονίκη, 2000 (Σ.τ.Μ.).
16 Η αλληλογραφία αυτή μεταφρασμένη στα αγγλικά από τον ιστορικό και μέλος των κιμπούτς AvrahamYassour μπορεί να βρεθεί στο βιβλίο του James Horrox,A Living Revolution: Anarchism in the Kibbutz Movement, (San Francisco: AK Press), June 2009.
17 Link-Salinger, Ruth, in Yassour, Avraham. ed., Gustav Landauer on Communal Settlement: Exchange of Letters, (Haifa: University of Haifa), σ. 21.
18 Link-Salinger in Yassour, Avraham. ed., Gustav Landauer on Communal Settlement,σσ.21-22.
19 Link-Salinger, Ruth, Gustav Landauer: Philosopher of Utopia, (New York: Hackett, 1977), σ.53.
20 Buber, Martin in Oved, Yaacov, “Anarchism in the Kibbutz Movement,” The Anarchist Communitarian Network, (http://www.anarchistcommunitarian.net/articles/kibbutz/kibbtrends.html, February 5th, 2003). [Έχει δημοσιευτεί η ελληνική μετάφραση του κειμένου ως “Ο αναρχισμός στο κίνημα των Kibbutz,” Ευτοπία 8, Δεκέμβριος 2001, σσ. 14-22. (Σ.τ.Μ.)].
21 Gustav Landauer, “Weak Statesmen, Weaker People” (1910), in Anarchism in Germany and Other Essays, the Barbary Coast Collective, (1994), σ. 1.
22 Landauer, Gustav in Wehr, Gerhard, Martin Buber. Leben, Werk, Wirkung. (Zürich: Diogenes, 1996), σ. 119.
23Buber, Martin, Paths in Utopia, (New York: Syracuse University Press 1996), σ. 48 (ελληνικάαπόεκδόσειςΝησίδεςΣ.τ.Μ.).
24 See Tyldesley, No Heavenly Delusion.
25 Gershom Scholem in Oved, “Anarchism in the Kibbutz Movement”.
26Manes Sperber in Löwy, Michael. Redemption and Utopia: Jewish Libertarian Thought in Central Europe, (London: The Athlone Press, 1992), σ. 165.
27 Manes Sperber in Löwy, Redemption and Utopia,σ. 165.
28 Yassour, “Introduction: Chapters in the History of the Kvutza and Kibbutz”, Yassour, Avraham. ed., The History of the Kibbutz a Selection of Sources – 1905-1929, σ. 22.
29 Yassour, “Chapters in the History of the Kvutza and Kibbutz”, σ. 21.
30Yaari, Meir, στο Oved, “Anarchism in the Kibbutz Movement”.
31 ό.π.
32 ό.π.
33 “The Program of the National Kibbutz Movement of the Young Guard” in Avraham Yassour, ed., The History of the Kibbutz: A Selection of Sources, σ. 192.
34Woodcock, George, The Basis of Communal Living, (London: Freedom Press, 1947), σ. 24.
35 Το κίνημα Betar ή αλλιώς Beitar είναι ένα νεανικό κίνημα που ιδρύθηκε το 1923 στη Ρίγα, της Λάτβια από τον Ze‘evJabotinsky. Τα μέλη του Betar έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στη μάχη εναντίων των Βρετανών κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας και στη δημιουργία του Ισραήλ. (Σ.τ.Μ.).
36Trumpeldor, Josef, “Letters and Program” in Avraham Yassour (ed.), The History of the Kibbutz – A Selection of Sources – 1905-1929, σ. 62.
37 Yishuv σημαίνει «οικισμός». Είναι ο όρος που χρησιμοποιείται στα εβραϊκά για να αναφερθεί στο σώμα των εβραίων κατοίκων της Γης της Επαγγελίας πριν από την εγκαθίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Ο όρος άρχισε να χρησιμοποιούνταν τη δεκαετία του 1880, όταν υπήρχαν περίπου 25.000 εβραίοι που έμεναν στο Μεγάλο Ισραήλ, συνέχισε να χρησιμοποιείται μέχρι το 1948, οπότε και υπήρχαν περίπου 700.000 εβραίοι και συνεχίζει να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα εννοώντας τους κατοίκους της Γης της Επαγγελίας πριν τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ (Σ.τ.Μ.).
38 Trumpeldor, “Letters and Program”, σ. 59.
39 Gorenberg, Gershom. The Accidental Empire: Israel and the Birth of the Settlements, 1967-1977, (Holt Paperbacks, 2007), σσ. 15-16.
40 Oved, “Anarchism in the Kibbutz Movement”.
41 Yassour, Avraham. “Prince Kropotkin and the Kibbutz Movement”, Yassour, Avraham. ed., In aKibbutz Commune (A Collection of Papers), (Haifa: University of Haifa), σ. 31.
42 Yassour, Avraham. “Prince Kropotkin and the Kibbutz Movement”, σ. 31.
43 PoaleZion: κίνημα μαρξιστικών εβραϊκών εργατικών κύκλων που δρούσε σε διάφορες πόλεις της ρωσικής αυτοκρατορίας (Σ.τ.Μ.).
44 Arlosoroff, Chaim, in Avineri, Shlomo. Arlosoroff (London: Peter Halban Publishers, 1989),σ. 104.
Υπάρχει ένα πριν και ένα μετά του “Μικρού Ζαπατιστικού σχολείου”˙ του πρόσφατου κι αυτού που θα ακολουθήσει. Θα είναι μία αργή, διάχυτη επιρροή, που θα γίνει αισθητή σε μερικά χρόνια αλλά θα πλαισιώσει τη ζωή των από κάτω για δεκαετίες. Αυτό που βιώσαμε ήταν μία μη-θεσμική εκπαίδευση, όπου το εκπαιδευτικό υποκείμενο είναι η κοινότητα. Μία πρόσωπο με πρόσωπο αυτο-εκπαίδευση· μαθαίνοντας με το πνεύμα και με το σώμα, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής.
Πρόκειται για μία μη-παιδαγωγική που εμπνέεται από την κουλτούρα των χωρικών: επιλέγουμε τους καλύτερους σπόρους, τους σκορπίζουμε στο γόνιμο έδαφος και ποτίζουμε τη γη ώστε να παραχθεί το θαύμα της βλάστησης, που ποτέ δεν είναι σίγουρο αλλά ούτε μπορεί να σχεδιαστεί.
Το Μικρό Ζαπατιστικό Σχολείο, για το οποίο περισσότεροι από χίλιοι φοιτητές πήγαν στις αυτόνομες κοινότητες, ήταν ένας διαφορετικός τρόπος μάθησης και διδασκαλίας, χωρίς αίθουσες ή μαυροπίνακες, χωρίς δασκάλους ή καθηγητές, χωρίς curriculum ή τίτλους σπουδών. Η αληθινή μάθηση ξεκινάει με τη δημιουργία του κλίματος της αδελφοποίησης (hermanamiento) ανάμεσα στην πολλαπλότητα των υποκειμένων, που προηγούμενα διαιρούνταν ανάμεσα σε έναν εκπαιδευτή με εξουσία και γνώση, και τους αδαείς μαθητές στους οποίους πρέπει να ενσταλλαχτεί η γνώση.
Μεταξύ των πολλών μαθητειών, που είναι αδύνατο να συνοψίσω σε μερικές γραμμές, θα ήθελα να δώσω έμφαση σε πέντε πλευρές, ίσως επηρεασμένος από τη συγκυρία που διασχίζουμε στο νότο της ηπείρου.
Η πρώτη είναι ότι οι Ζαπατίστας νίκησαν τις κοινωνικές αντιεξεγερτικές πολιτικές, που θεμελιώνουν οι από πάνω για να διαιρέσουν, να αφομοιώσουν και να υποτάξουν τους λαούς που εξεγείρονται. Δίπλα σε κάθε Ζαπατιστική κοινότητα βρίσκονται κοινότητες που σχετίζονται με την κακή κυβέρνηση με τα μικρά τσιμεντόσπιτα, που λαμβάνουν πιστοποιητικά μετρητών (cash certificates ) και εργάζονται σκληρά στη γη. Χιλιάδες οικογένειες υποκύπτουν, κάτι κοινό παντού, και αποδέχονται δώρα από τους από πάνω. Αλλά αυτό που είναι αξιοσημείωτο και εξαίρεση είναι ότι κάποιες άλλες χιλιάδες οικογένειες συνεχίζουν να προχωράν χωρίς να αποδέχονται οτιδήποτε.
Δεν γνωρίζω άλλη διαδικασία σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, ικανή να ουδετεροποιεί τις κοινωνικές πολιτικές. Αυτό είναι το κύριο προτέρημα του ζαπατισμού, που έγινε κατορθωτό με τη μαχητική σταθερότητα, την πολιτική καθαρότητα και την αδιάκοπη ικανότητα για θυσία. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα: είναι δυνατό να νικήσεις τις κοινωνικές πολιτικές.
Το δεύτερο μάθημα είναι η αυτονομία. Χρόνια πριν ακούγαμε λόγους για την αυτονομία από τα πιο διαφορετικά κινήματα, κάτι πολύ αξιόλογο σίγουρα. Στους αυτόνομους δήμους και τις κοινότητες που συγκροτούν το καρακόλε της Morelia, μπορώ να βεβαιώσω ότι οικοδομούν την αυτόνομη οικονομία, υγεία, εκπαίδευση κι εξουσία· με άλλα λόγια, μία ακέραιη αυτονομία που περιέχει όλες τις πλευρές της ζωής. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι το ίδιο συμβαίνει και στα άλλα τέσσερα καρακόλε.
Μερικά λόγια για την οικονομία, ή την υλική ζωή: οι οικογένειες των κοινοτήτων δεν “αγγίζουν” την καπιταλιστική οικονομία. Πολύ δύσκολα προσεγγίζουν την αγορά. Παράγουν όλη την τροφή τους, στην οποία περιλαμβάνεται και μία καλή δόση πρωτεϊνών. Αγοράζουν ό,τι δεν παράγουν (αλάτι, λάδι, σαπούνι, ζάχαρη) στα ζαπατιστικά μαγαζιά. Αποταμιεύουν το οικογενειακό και κοινοτικό πλεόνασμα, που βασίζεται στην πώληση του καφέ. Και όταν υπάρχει ανάγκη, για την υγεία ή για τον αγώνα, πουλάνε κάποιο κομμάτι του.
Η αυτονομία στην εκπαίδευση και στην υγεία ελέγχονται από την κοινότητα. Η κοινότητα εκλέγει εκείνους που θα διδάξουν τους γιούς και τις κόρες της και εκείνους που θα φροντίσουν για την υγεία τους. Υπάρχει ένα σχολείο σε κάθε κοινότητα, και στο κέντρο υγείας συνεργάζονται οι μαίες με τους ορθοπεδικούς και εκείνους που ειδικεύονται στα ιατρικά φυτά. Η κοινότητα τους συντηρεί όλους, όπως συντηρεί και τις αρχές της.
Το τρίτο μάθημα σχετίζεται με τη συλλογική εργασία. Όπως λέει ο Votán: “η συλλογική εργασία είναι ο κινητήριος μοχλός της διαδικασίας”. Οι κοινότητες έχουν τις δικές τους γαίες χάρη στην απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών τους, το πρώτο αναπόφευκτο βήμα για τη δημιουργία του νέου κόσμου. Οι άντρες και οι γυναίκες έχουν τις δικές τους συλλογικές εργασίες και χώρους.
Η συλλογική εργασία είναι ένα από τα θεμέλια της αυτονομίας, οι καρποί της οποίας συνήθως διαχέονται στα νοσοκομεία, τις κλινικές, την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, για την ενίσχυση των δήμων και των συμβουλίων της καλής διακυβέρνησης. Τίποτα από όσα έχουν γίνει δεν θα ήταν δυνατά χωρίς τη συλλογική εργασία, των ανδρών, των γυναικών, των κοριτσιών και των μεγαλύτερων.
Το τέταρτο θέμα αφορά την νέα πολιτική κουλτούρα, που έχει τις ρίζες της στις οικογενειακές σχέσεις και διαπερνά ολόκληρη τη ζαπατιστική “κοινωνία”. Οι άντρες συνεργάζονται στην οικογενειακή εργασία που συνεχίζει να επιβαρύνει τις γυναίκες· αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών όταν οι γυναίκες αφήνουν την κοινότητα για την εργασία τους στις αρχές. Οι σχέσεις γονιών παιδιών στηρίζονται στη στοργή και το σεβασμό, σε ένα γενικό κλίμα αρμονίας και καλού χιούμορ. Δεν παρατήρησα ούτε μία απλή πράξη βίας ή επιθετικότητας στο σπίτι.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ζαπατίστας είναι νέοι ή πολύ νέοι, και υπάρχουν πολλές γυναίκες όπως και άνδρες. Η επανάσταση δεν μπορεί χωρίς τους πολύ νέους, και αυτό δε σηκώνει καμία συζήτηση. Αυτοί που κυβερνούν υπακούν και αυτό δεν είναι απλά μια κουβέντα. Αυτοί καθορίζουν το σώμα, που είναι ένα ακόμα κλειδί της νέας πολιτικής κουλτούρας.
Ο καθρέφτης είναι το πέμπτο σημείο. Οι κοινότητες είναι διπλοί καθρέφτες: στους οποίους μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας και να τους εξετάσουμε. Όχι το ένα ή το άλλο αλλά βλέποντας τους εαυτούς μας ταυτόχρονα τους εξετάζουμε. Σε αυτό το πήγαινε έλα, μαθαίνουμε να δουλεύουμε μαζί, να κοιμόμαστε και να τρώμε κάτω από την ίδια στέγη, στις ίδιες συνθήκες, χρησιμοποιούμε την ίδια τουαλέτα, βαδίζουμε στις ίδιες λάσπες και γινόμαστε μούσκεμα από την ίδια βροχή.
Είναι η πρώτη φορά που ένα επαναστατικό κίνημα φέρει μία εμπειρία σαν και αυτή. Μέχρι τώρα η μάθηση ανάμεσα στους επαναστάτες αναπαρήγαγε τα ακαδημαϊκά μοντέλα των διανοούμενων, με την παγωμένη διαστρωμάτωση σε από πάνω και από κάτω. Αυτό είναι κάτι άλλο. Μαθαίνουμε με το πετσί και τις αισθήσεις μας.
Τέλος υπάρχει το ζήτημα της μεθόδου ή της μορφής εργασίας. Ο EZLN γεννήθηκε στην ύπαιθρο με μία συγκέντρωση, που αντανακλούσε τις κάθετες και βίαιες σχέσεις που επιβάλλονταν από τους γαιοκτήμονες. Έμαθαν να εργάζονται από οικογένεια σε οικογένεια και μυστικά, καινοτομώντας στον τρόπο εργασίας των αντισυστημικών κινημάτων. Όταν ο κόσμος μέρα με τη μέρα, μοιάζει ολοένα και περισσότερο με στρατόπεδο συγκέντρωσης, οι μέθοδοι τους μπορούν να είναι πολύ χρήσιμες για όλους εμάς που συνεχίζουμε να συμμετέχουμε στη δημιουργία ενός νέου κόσμου.
Κείμενο του Moishe Postone που προσφωνήθηκε στη διαδήλωση εναντίον του αντισημιτισμού στο Αμβούργο στις 13/12/2009.
Νομίζω ότι είναι πολιτικά σημαντικό το γεγονός ότι τόσο πολλοί στην Αριστερά παίρνουν στα σοβαρά τις εκφράσεις αντισημιτισμού που έχουν διαδοθεί μεταξύ ομάδων που θεωρούν τους εαυτούς τους αντιιμπεριαλιστές. Ίσως αυτό μπορεί επίσης να οδηγήσει σε κάποια, πολύ αργοπορημένη, θεωρητική διασάφηση. Το θέμα δεν είναι εάν οι ισραηλινές πολιτικές μπορούν να υποβληθούν σε κριτική ή όχι. Οι ισραηλινές πολιτικές θα έπρεπε να υποβληθούν σε κριτική, ιδιαίτερα αυτές που στοχεύουν στην υπονόμευση κάθε πιθανότητας ύπαρξης ενός βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα. Ωστόσο, η κριτική του «Σιωνισμού» που κυριαρχεί σε πολλούς αντιιμπεριαλιστικούς κύκλους, απομακρύνεται από μία κριτική των ισραηλινών πολιτικών. Αποδίδει στο Ισραήλ και στους «Σιωνιστές» μία μοναδική μοχθηρία και μία παγκόσμια συνωμοτική εξουσία. Το Ισραήλ δεν υποβάλλεται σε κριτική με τον ίδιο τρόπο που υποβάλλονται άλλα κράτη – αλλά ως ενσάρκωση του βαθιά και θεμελιακά κακού. Εν ολίγοις, η αναπαράσταση του Ισραήλ και των «Σιωνιστών» σ’ αυτή τη μορφή «αντιιμπεριαλισμού» και «αντισιωνισμού» είναι στην ουσία ίδια μ’ αυτή των εβραίων στον λυσσαλέο αντισημιτισμό που βρήκε την πιο καθαρή του έκφραση στον ναζισμό. Και στις δύο περιπτώσεις, η «λύση» είναι η ίδια – εξολόθρευση στο όνομα της απελευθέρωσης.
Η συμβατική σταλινική και σοσιαλδημοκρατική αναπαράσταση του ναζισμού και του φασισμού απλά ως εργαλείων της καπιταλιστικής τάξης, συνήθως κατατρόπωνε τις οργανώσεις της εργατικής τάξης, παραλείποντας πάντα μία από τις κεντρικές τους διαστάσεις: αυτά τα κινήματα, με τους όρους της δικής τους αυτοκατανόησης και μαζικής απεύθυνσης, ήταν εξεγέρσεις. Ο ναζισμός αυτοπαρουσιάστηκε ως απελευθερωτικός αγώνας (και υποστήριξε «αντιιμπεριαλιστικά» κινήματα στον αραβικό κόσμο και την Ινδία). Βάση γι’ αυτήν την αυτοκατανόηση αποτελούσε μία φετιχοποιημένη κατανόηση του καπιταλισμού: η αφηρημένη, άυλη και παγκόσμια κυριαρχία του κεφαλαίου κατανοούνταν ως η αφηρημένη, άυλη, παγκόσμια κυριαρχία των Εβραίων. Πολύ περισσότερο από μία επίθεση σε μία μειονότητα, ο αντισημιτισμός των ναζί κατανοούσε τον εαυτό του ως αντιηγεμονικό. Στόχος του ήταν η απελευθέρωση της ανθρωπότητας από την αμείλικτη πανταχού παρούσα κυριαρχία των εβραίων. Γι’ αυτό τον λόγο, έναν αιώνα πριν, ο αντισημιτισμός μπορούσε να χαρακτηριστεί «σοσιαλισμός των ηλιθίων». Σήμερα μπορεί να χαρακτηριστεί «αντιιμπεριαλισμός των ηλιθίων».
Αυτή η αντισημιτική μορφή «αντισιωνισμού», δυστυχώς, δεν είναι καινούρια. Βρισκόταν στο κέντρο των σταλινικών στημένων δικών στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ειδικά στην Τσεχοσλοβακία. Τότε, διεθνιστές κομμουνιστές, πολλοί από τους οποίους ήταν εβραίοι, κατηγορήθηκαν ως «σιωνιστές πράκτορες» και εκτελέστηκαν. Αυτή η κωδικοποιημένη μορφή αντισημιτισμού, η καταγωγή της οποίας δεν έχει καμία σχέση με αγώνες στη Μέση Ανατολή, μεταφέρθηκε εκεί στη συνέχεια από τη Σοβιετική Ένωση και τους συμμάχους της κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου – ιδιαίτερα από τις μυστικές υπηρεσίες της Ανατολικής Γερμανίας που δούλευαν με τους δυτικούς και τους μεσανατολικούς πελάτες τους (δηλαδή τη RAF[1] και τις ποικίλες «ριζοσπαστικές» παλαιστινιακές ομάδες).
Αυτή η μορφή «αριστερίστικου» αντισιωνισμού έχει συμμειχθεί με τον ριζοσπαστικό αραβικό εθνικισμό και τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό – οι οποίοι δεν είναι περισσότερο προοδευτικοί από κάθε άλλη μορφή ριζοσπαστικού εθνικισμού, όπως ο ριζοσπαστικός αλβανικός ή κροατικός εθνικισμός, και για τους οποίους η παρόρμηση εξολόθρευσης εναντίον των εβραίων στο Ισραήλ δικαιολογείται ως στρεφόμενη εναντίων των «ευρωπαίων» αποικιοκρατών. Όταν η παρόρμηση εξολόθρευσης εναντίον των εβραίων είναι μέγιστη, τότε αμφισβητείται στον μέγιστο βαθμό η νομιμότητα ύπαρξης του Ισραήλ – με επιχειρήματα που ποικίλουν, από τον ισχυρισμό ότι οι περισσότεροι ευρωπαίοι εβραίοι δεν είναι βιολογικά μεσανατολίτες (ισχυρισμός που διατυπώθηκε το 1947 από την Ανώτατη Αραβική Επιτροπή και τώρα ανακυκλώνεται σα «νέα ανακάλυψη» από τον Shlomo Sand), μέχρι την ιδέα ότι είναι απλά ευρωπαίοι αποικιοκράτες οι οποίοι, σα pied noir,[2] πρέπει να επιστρέψουν σπίτι τους. Είναι ατυχές, αν όχι απροσδόκητο, που ριζοσπάστες εθνικιστές στη Μέση Ανατολή βλέπουν μ’ αυτούς τους όρους την κατάσταση. Καταντά παράλογο, ωστόσο, όταν ευρωπαίοι – ειδικά γερμανοί – ταυτίζουν τους εβραίους, την πιο καταδιωγμένη και σφαγμένη ομάδα ευρωπαίων εδώ και μία χιλιετία, μ’ αυτούς τους ίδιους τους ευρωπαίους. Ταυτίζοντας τους εβραίους με το δικό τους δολοφονικό παρελθόν, αυτοί οι ευρωπαίοι ξεγλιστρούν από την αντιμετώπιση αυτής της βαριάς κληρονομιάς. Το αποτέλεσμα είναι μία μόδα που παριστάνει πως μάχεται το παρελθόν, ενώ στην πραγματικότητα το συνεχίζει και το επεκτείνει.
Αυτή η μορφή αντισιωνισμού αποτελεί μέρος μίας εκστρατείας για την εξολόθρευση του Ισραήλ, η οποία ισχυροποιείται από τότε που ξεκίνησε η δεύτερη ιντιφάντα. Η εστίαση στην αδυναμία των παλαιστινίων καλύπτει αυτήν την απώτατη πρόθεση. Αυτή η μορφή αντισιωνισμού αποτελεί μέρος του προβλήματος, και όχι μέρος της λύσης. Απέχοντας πολύ από το να είναι προοδευτική, συμμαχεί με ριζοσπάστες άραβες εθνικιστές και ισλαμιστές, δηλαδή με τη ριζοσπαστική Δεξιά στη Μέση Ανατολή και, μ’ αυτόν τον τρόπο, ισχυροποιεί την ισραηλινή Δεξιά. Συνοικοδομεί έναν πόλεμο όλο και πιο μηδενικού αποτελέσματος που υπονομεύει κάθε πιθανή πολιτική λύση, όντας μία συνταγή ατελείωτου πολέμου. Το μίσος που εκφράζεται απ’ αυτόν τον αντισιωνισμό διαρρηγνύει τα όρια της πολιτικής γιατί είναι τόσο απεριόριστο όσο και το αντικείμενο που φαντασιώνεται. Αυτή η έλλειψη περιορισμών οδηγεί στο όνειρο της εξολόθρευσης. Οι γερμανοί, όπως και πολλοί άλλοι ευρωπαίοι, ξέρουν πάρα πολύ καλά αυτό το όνειρο. Είναι καιρός να ξυπνήσουν.
[1] Φράξια Κόκκινος Στρατός
[2] Χαρακτηρισμός για τους γάλλους αποικιοκράτες στην Αλγερία
Παρέμβαση της Ομάδας Πρωτοβουλίας Για τη Διάσωση Και Επαναλειτουργία Της Δημοτικής Αγοράς Χαλκίδας στην εκδήλωση για την αποκατάσταση του Τζαμιού ( Εμίρ Ζαδέ ) στην πλατεία Πεσόντων Οπλιτών.
Σ’ είδα απ’ τ’ αμπέλια ν’ ανεβαίνεις τα κλήματα περίπαθα μπλεγμένα στις αχτίνες σου – σ’ είδα από τα νερά τα κύματα να σε φθονούνε, από της φυλακής το παραθύρι σου φώναξα το χαίρε, από τους ώμους του έρωτα κι ανάμεσα από τα φιλιά, πάνω από τους καπνούς της μάχης.
Στ’ αλήθεια ευτύχησα γιατί δεν έγινα δούλος κι αφέντης κανενός, σ’ απόχτησα ξέροντας πως ανήκεις σ’ όλα τα μάτια που σε βλέπουν.
Από τη συλλογή Ουρανία 1978
ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΕΜΑΣ
Ας έχουμε επίγνωση της ανεπάρκειάς μας Ας μην ταυτίζουμε το γήρας μας με αυτό του Κόσμου Μην όλα τα μετράμε με τα μέτρα μας
Γεγονός πως φεύγουμε αδικαίωτοι Όμως οι δρόμοι καθόλου δεν τελειώνουν Τα οράματα θα συνεχίσουν την τροχιά τους κι οι εξεγέρσεις αλλεπάλληλες σαν τις εκρήξεις του άστρου της ημέρας αέναα θα ξεσπούν
Όλα θα οικοδομούνται και χωρίς εμάς Όλα θα βαίνουν στην αρχή τους και στο τέλος τους Χωρίς εμάς
Από τη συλλογή Μειλίγματα 1990
ΠΑΛΙΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
Επάνω σε μια τάβλα την έχουν ξαπλωμένη τ΄άσπρα της χέρια σέρνουνται στο χώμα, στα χαλίκια σέρνεται κι η πλεξούδα της στη σκόνη κι η φούντα της σαν σκούπα ολόχρυση το δρόμο καθαρίζει και σκουπισμένο τον αφήνει απ΄ τ΄ αγκαθόξυλα για να περνούν ξυπόλητοι και ποδεμένοι, όσοι την παν νεκροί να την πομπέψουνε στου Κλαδισού την ποταμιά. Θανάτου αέρας σήκωσε τα σωθικά της ξωπίσω της πολλοί, κι αδέλφια ακόμα, τηνε περιγελούν και την πρησμένη της κοιλιά κεντούν μ΄ ένα καλάμι … Τ΄ αχείλι της σκισμένο δεν σαλεύει να δώσει πάλι δίκια απόκριση στα όσα της λέγαν σε μας παράδωσε το μετερίζι της τιμής της. Ήταν εκεί κι η μάνα μου κι άλλες μανάδες όπου πρωί-πρωί τις σύρανε να δούνε την ντροπή να δούνε τι μας καρτερεί και μας που ανταρτέψαμε μα κείνες τήνε κλάψανε και τη μοιρολογήσανε την τρυφερή της παρθενιά σπαραχτικά εμαρτύρησαν στις λυγαριές και στα πουλιά του ποταμού, για θυγατέρα τους την ελογάριασαν• με τ΄ ακριβό σταμνί του δρόμου της επλύναν το κέρινό της πρόσωπο το παιδιακίσιο με τα δυο γεφυρωτά της φρύδια απ΄ όπου εδιάβηκεν η Λευτεριά με την Αγάπη για να παν αντίπερα σ΄ άλλους καιρούς καλύτερους κι ειρηνεμένους. Μα εκείνοι μανιασμένοι κι άσπλαχνοι παίρνουν σπαθί και κόβουν το κεφάλι της και σε κοντάρι το καρφώνουνε με την πλεξούδα να σειέται στον αέρα και να γνέφει αδιάκοπα κι φούντα της ολόχρυση να διώχνει τα πουλιά της φρίκης.
Περαστικός ας ήταν να τη δει τραγουδιστής για να της πει τ΄ αξέχαστο τραγούδι, εγώ είμαι ένα μικρό πουλί μέσα στην καλαμιά δε τραγουδώ, δεν κλαίω, μόνο θυμίζω σημάδι έχω τη φωλιά μου εδώ, δε φεύγω μαζί με τ΄ άλλα τα πουλιά για να ξεχειμωνιάσω …
Από τη συλλογή Βορεινό Προάστιο, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδ. Γαβριηλίδης Αθήνα, 2008)
Δος μου όνομα
Ποια είμαι; Ποια είμαι; μα την αλήθεια, δε θυμάμαι. Μάργωσε η μνήμη μου, έρχεται χιόνι τ’ ακούω, απ’ τα βουνά που κατεβαίνει ριγούν οι ευκάλυπτοι. Ποιο τα’ όνομά μου;
Δος μου εσύ όνομα που’ σαι άγγιχτος και νέος.
Η μέλλει της να φύγει και να ξεχαστεί, η αχόρταγη είμαι των ήχων και των λόγων, η ώριμη πριν να μεστώσει, η άγουρη στην ωριμότητά της, η αμφίβια όπου πατάει κι όπου πετάει μαζί.
Η μέλλει της να ξεχαστεί.
Από τη συλλογή Το λαγούτο, Αθήνα 1971
ΤΣΑΚΙΖΩ ΤΙΣ ΛΙΑΝΕΣ ΕΛΙΕΣ Τσακίζω τις λιανές ελιές και συλλογίζομαι
όσά ΄τανε να γίνουν κι απομείναν
σύννεφα, όπου δεν ρίξαν τη βροχή
παρά τα σκόρπισεν ενάντιος άνεμος.
Θα τις γλυκάνω με το βρυσικό νερό με τ΄άλλαγμα η πικράδα τους θα φύγει μάραθο και λεμόνι θα τους βάλλω να ευωδιάσουνε
Μα η πίκρα η δικιά μου πως γλυκαίνει;
Ωσάν την πράσινην ελιά να με τσακίζανε δεν θα ΄φευγα με τους προσκυνημένους. Από τη συλλογή Κατώφλι και παράθυρο, 1962
ΒΑΣΙΛΙΚΗ Κ.
Ας ήμουν άξια να ΄στηνα τραγούδι
μεγάλο, ωσάν καράβι αρματωμένο
άφοβο του καιρού.
Τραγούδι για την ομορφιά σου, για τα νειάτα σου
και για τη μοναξιά σου,
και να ειπώ :
Το πώς εδέχτης ν΄αποθάνεις και δεν έρριξες
βλέμμα για τον Απρίλη πικραμένο
το πώς σηκώθηκες μονάχη σου
και στάθηκες μ΄ολάνοιχτα τα μάτια.
Μπροστά σου εφτά τουφέκια πίσω σου το χάραμα με τα τριαντάφυλλα και με τους κρόκους, τι σούδινε κουράγιο, τι σε φτέρωνε τι κύταζαν τα μάτια σου πέρα-μακριά κι ήτανε τόσο ξάστερο το μέτωπό σου ποιαν Ευτυχία, ποιαν Άνοιξη είδες να ξημερώνει πίσω από τα τειχιά κι από τα σίδερα. Γίνε οδηγός μου πνέμα ηρωϊκό! Κάνε ν΄αστράψει και για μένα αναλαμπή από τη φλόγα που σε συνεπήρε.
Από τη συλλογή Ποιήματα, (Εγκώμιο) 1957
ΟΛΓΑ ΚΑΜΠΑΝΙΕΡΗ Ένα όνειρο, μια παιδιακίσια σκανταλιά
με τις μικρές εργάτισσες μπροστά στις μηχανές
ξεχάστηκε …
Γύρισε η λουρίδα ξαναγύρισε λεπίδα και τσεκούρι αλύπητο
της χώρισε το μπράτσο.
Δεξιά της τώρα ένα μανίκι αδειανό ανεμίζει
απ΄ τα ζερβά το χέρι της το μοναχό·
με τούτο μόνο πέρασε στ΄αντάρτικο κι εβάσταξε τουφέκι
με τούτο πάλεψε τα βάσανα της φυλακής
μ΄αυτό κεντούσε τα προικιά που δεν εχάρηκε
ποτέ της …
Από τη συλλογή Κατώφλι και παράθυρο, 1962
ΑΝΕΜΟΣ ΑΟΚΝΟΣ
Δεν έχω φόβο πια κανένα
Μέσα μου υπάρχουν
οι φόβοι μ΄όλα τους τα πρόσωπα
Η φλούδα μου σκληρή – χυμοί στο βάθος
Ιδανική εποχή ποτέ μη δύσεις
Άνεμος άοκνος σκορπάει τη σκόνη μου στα πεύκα στρόβιλος την ανεβάζει εκεί απ΄όπου επάρθη φυσάει τον αναμμένο Αρκτούρο
Ήσουν η δημιουργία κάποτε θάλασσα για μένα ήσουν ο Ωκεανός πριν δω πριν μαθητεύσω στων άστρων το δρυμό – πριν να γνωρίσω των αριθμών το ρίγος
Από τη συλλογή Μειλίγματα, 1990
ΤΗΝ ΑΡΜΟΝΙΑ ΖΗΤΩ
Την αρμονία ν΄ακούσω ζητώ
τη μουσική της γαλήνης
όπως απ΄τα λιβάδια ακούγεται
την ώρα που τ΄άστρα δακρύζουν
και την πρωινή πάχνη υφαίνουν.
Τότε αναδείχνεται του αγκαθιού το φύλλο
σαν ασημένιο κέντημα πάνω στο χώμα
η εύνοια τ΄ουρανού προσγειώνεται
και προστατεύει τον ύπνο του σπόρου.
Άγια τα γήινα, μα εγώ έχω κινήσει
για των ερωτημάτων τους κόσμους,
διάλειμμα στη θλίψη η περιέργειά μου.
Ανία της έντασης πλήξη των σχέσεων και πλήξη της μοναξιάς να ξεφύγω θέλω και να φύγω ακμαία, με τη γύρη των άστρων ν΄αφομοιωθώ. Νεφέλη πάνω απ΄το κάστρο αυτό να με σηκώσει.
Από τη συλλογή Ουρανία, 1978
ΤΟΠΙΟ Β΄ Είδα το Βέλες
από τα χιόνια του να φέγγει
στους γυμνούς λόφους κρατημένο
όπως παιδί στης μάνας του το στήθος
ώρα πολέμου, ώρα αποκλεισμού.
Στάζουν οι στέγες του και κρύσταλλα ματώνουν το μουντό πρωί στις ράγες στο σταθμό χειμώνας στους ώμους του Άγγελου το χιόνι.
Τον Κόστα Ράτσιν είδα να ταλαντεύεται να πέφτει καθώς πουλί, την τουφεκιά ν΄αντιλαλεί να τον θρηνούν του Λόπουσνικ οι οξιές όχι στον ύπνο μου – ύπνο δεν έχω.
Το Βέλες σκέφτομαι κι αυτόν τον μοιρασμένο ποταμό του που παρασύρει ατάραχος τους ρύπους περιφρονά τις έριδες, τις βίζες. Ενωτικός, αγαθοδαίμων.
Από τη συλλογή Ευνοημένοι, 1998
Η ΑΠΛΩΣΤΡΑ
Φυσάει αέρας στεγνωτής κινάει τα τέλια της απλώστρας σαν τα ξάρτια, φουσκώνει ασπρόρουχα και σκούρα μανιασμένα.
Ωσάν καράβι η αυλή μου, όπου το σπρώχνει ο άνεμος σ΄αγνώριστα ταξίδια, έβαλε μπρος να ξεσηκώσει τα ντουβάρια.
Σπρώχνει κι εμέ π’ απλώνω μ΄ανοιχτά τα χέρια – έτσι λιγνή κι ανάλαφρη σα φύλλο θα με πάρει – και να ΄τανε να μ΄έφερνε στα πέλαγα μακριά από τη ζωή του μόχθου και της έγνοιας.
Από τη συλλογή Κατώφλι και παράθυρο,1962
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΦΥΛΑΞΩ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ
Πρέπει να προφυλάξω τη μητέρα να την προετοιμάσω για τα γηρατειά. Την πείρα μου δεν έχει, βιάστηκε ν΄αποδημήσει πριν ασπρίσουν τα ωραία της μαλλιά.
Στον ύπνο μου τη βλέπω νέα στις αρρώστιες, στις θλίψεις μου να με παρηγορεί στους φόβους μου να με καθησυχάζει : δεν είναι αλήθεια να με βεβαιώνει γι αυτά που ακούς να λένε. Θάνατος, κάτω κόσμος δεν υπάρχει ποτέ δε συναντήσαμε το μαύρο καβαλάρη.
Αύρες είμαστε, αγέρας στα φύλλα κατοικούμε γι αυτό φθινόπωρο να΄σαι προσεκτική …
Από τη συλλογή Ευνοημένοι, 1998
Εγκώμιο
(απόσπασμα)
Πάντοτε δείλιαζες να παίρνεις·
δισταχτική είχες την παλάμη και στο δίκιο σου·
και για την πληρωμή του μεροκάματού σου
εχρώσταες χάρη.
Δε σε φελήσανε οι αγώνες μου.
Εσύ ήθελες να μείνεις πάντοτε παράμερα, και, ταπεινή,
από τον ουρανό περίμενες ανάπαψη.
Να ‘σουν κοντά μου με το χαμηλό
τσεμπέρι, το δειλό περπάτημα χωρίς ελπίδα
— ας μην περίμενες χαρά και δικαιοσύνη.
Πάρε, για σένα τα ‘φεραν τα ρόδα και τ’ αρώματα,
τα σπάνια, τ’ ακριβά του κόσμου εσέ ταιριάζουνε,
εργάτισσά μου αφρόντιστη κι αστόλιστη.
Πάρε τα τα στεφάνια και τα κρύσταλλα
με τα τριαντάφυλλα και με τις δάφνες.
Για σε θα σκύβουνε στο μάρμαρο οι τεχνίτες,
οι σμίλες θα ιστορούνε το μόχτο σου,
μ’ ανάγλυφα θα διηγούνται τα πάθη σου,
η Τέχνη θα καταδεχτεί να υψώνει αιώνια
κι άφθαρτη τη θύμησή σου.
Οι γενναίοι δοξαστήκανε κι οι ήρωες,
όσοι κρατήσαν τη Ζωή και φύλαξαν τo Δίκιο.
Τώρα περνάς εσύ με το δειλό περπάτημα, το κουρασμένο,
Στο πολύκροτο φιλμ «Χίτλερ, μια ταινία από τη Γερμανία» ο σκηνοθέτης Χανς Γιούργκεν Ζίμπερμπεργκ επιχείρησε να δείξει κάτι που οι περισσότεροι απωθούσαν ως σκέψη: ότι ο ναζισμός δεν προέκυψε στη Γερμανία από ιστορικό ατύχημα ούτε μόνο από το «τραύμα των Βερσαλλιών» και την οικονομική κρίση, αλλά ήταν απότοκος μιας μακράς πολιτισμικής παράδοσης που περιείχε σπέρματα της ιδεολογίας του ή λίπανε το έδαφος για να βλαστήσει και να θεριέψει αυτό το τερατώδες γέννημα.
Ενας έλληνας Ζίμπερμπεργκ, αν και είναι απίθανο να εμφανιστεί, θα έβρισκε μπόλικο υλικό για μια αντίστοιχη γενεαλογία του φαινομένου της Χρυσής Αυγής. Ακούμε ολοένα ότι το κόμμα αυτό είναι αντισυστημικό. Αν όμως «σύστημα» είναι οι κρατούσες πεποιθήσεις ή δοξασίες ενός λαού για τον εαυτό του και τον έξω κόσμο, αυτές που καλλιεργούνται από την κρατική εκπαίδευση, τη λόγια παράδοση και τη δημώδη κουλτούρα, τότε η ΧΑ είναι το αυθεντικότερο συστημικό κόμμα. Ολες τις πρώτες ύλες της ιδεολογίας, της ρητορικής και της πρακτικής της τις αντλεί από το κατεστημένο εθνικό αφήγημα, όπου υπάρχουν διάσπαρτες. Και δεν τις μεταποιεί καν. Απλώς τις συναθροίζει, τις συναρμόζει και, όπου είναι ανάγκη, τις προεκτείνει.
Για τη ΧΑ η έννοια του έθνους ανάγεται στην έννοια της φυλής. Αλλά ούτε δική της είναι αυτή η ιδέα ούτε χρειάστηκε να την αντιγράψει από το «Mein Kampf». Μας είναι πολύ οικεία από την εγχώρια διανοητική εργαλειοθήκη. Η ποίηση και η πεζογραφία μας, για παράδειγμα, βρίθουν λυρικών και δοξαστικών αναφορών στην «ελληνική φυλή», όπου ο όρος χρησιμοποιείται με τρόπο που υπαινίσσεται κάτι αρχέγονο, διαχρονικά αναλλοίωτο και εξ υπαρχής ομοιογενές. Στη διαμόρφωση του ελληνικού έθνους, δηλαδή, δεν μπορεί να συμμετείχαν και άλλες «φυλές» εκτός από την ελληνική. Υπάρχουν βέβαια κάτι Αρβανίτες, κάτι Βλάχοι κ.λπ., αλλά η εθνική ιστοριογραφία, λαογραφία και ανθρωπολογία μας έχουν αποδείξει και εξακολουθούν να αποδεικνύουν με ζηλευτή, αν και κάπως νευρική εφευρετικότητα, ότι και αυτοί όλοι είναι «φυλετικά» Ελληνες. Δεν έμενε για τη ΧΑ παρά να κάνει ένα μικρό, εύλογο βήμα παραπέρα: αυτό το θαυματούργημα που λέγεται ελληνική φυλή και διατηρήθηκε ανόθευτο τρεις χιλιάδες (ή και τριακόσιες χιλιάδες) χρόνια δεν μπορούμε να το αφήσουμε τώρα να μολυνθεί από τα ξένα, κατώτερα γονίδια που κουβαλούν οι μετανάστες. Θα τους πολεμήσουμε διά ροπάλου, μαχαιριού και περιστρόφου, ώσπου να ξεκουμπιστούν.
Η ελληνική «φυλή» είναι περικυκλωμένη γεωγραφικά από άλλες «φυλές» που την επιβουλεύονται. Στην περίπτωση όμως αυτών των μοχθηρών γειτόνων η λέξη «φυλή», όπως βλέπουμε από την εθνική γραμματεία μας, δεν παράγει τις ευγενείς αντηχήσεις που τη συνοδεύουν όταν χρησιμοποιείται για τον Ελληνισμό: παραπέμπει σε βαρβαρικά φύλα, που έχουν τόσο περίσσευμα σε απληστία, επιθετικότητα και αιμοβορία όσο έλλειμμα σε πολιτισμό. Γι’ αυτό η Ελλάδα πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε πολεμική επιφυλακή. Η στρατιωτικοποίηση του Εθνους, αρχίζοντας από την παιδεία, είναι μια ιδέα που έχει βρει πλήθος υποστηρικτών μεταξύ των θεωρητικών μας, όχι μόνο σε μακρινές και πολιτικά έκρυθμες εποχές αλλά ακόμη και τη δεκαετία του 1990. Και ούτε περιορίζεται στη θεωρία. Οι μαθητικές παρελάσεις σε στρατιωτικό στυλ, φαινόμενο μοναδικό για σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, έχουν θιασώτες ακόμη και στις γραμμές της αριστερής διανόησης. Ο μιλιταρισμός της ΧΑ δεν είναι τόσο εξωτικό φρούτο όσο θέλουμε να πιστεύουμε.
Εκτός από τους όμορους βαρβάρους το έθνος μας αντιμετωπίζει και έναν άλλο, ακόμη πιο επικίνδυνο εχθρό: τη Δύση, που είναι (όλως συμπτωματικά…) η μήτρα του κοινοβουλευτισμού. Εδώ, πρόκειται για σύγκρουση που κρατάει χίλια χρόνια και βάλε. Ιστορικοί, αρθρογράφοι, δοκιμιογράφοι, μυθιστοριογράφοι μας από το δεξιό ώς το αριστερό άκρο του ιδεολογικού φάσματος ανακαλύπτουν, εκθέτουν και σχολιάζουν κάθε τόσο σε τόνο δραματικής προειδοποίησης καινούργιες εκφάνσεις του μίσους των Δυτικών για τον Ελληνισμό και της άοκνης προσπάθειάς τους να τον εξοντώσουν, καινούργιες αποδείξεις της δυτικής υπαιτιότητας για όλα τα δεινά που μας έχουν βρει (ανάμεσά τους και το κράτος που λέγεται Ελλάδα). Θρησκευτικοί φιλόσοφοι, μυστικιστές και ιεράρχες έχουν χύσει τόνους μελάνι για να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει σημείο επαφής ανάμεσα στο θεολογικό υπόβαθρο του δυτικού και του ορθόδοξου (πνευματικά ανώτερου, φυσικά) πολιτισμού. Εξ αντιθέτου, όλη αυτή η φιλολογία, με εντυπωσιακή τη συμβολή της κομμουνιστικής πλευράς, συντηρεί τον μύθο του ξανθού γένους, την ιδέα μιας Ρωσίας πάγια φιλικής και υποστηρικτικής για τα συμφέροντά μας, από τους τσάρους ώς τον Πούτιν. Ο φιλοπουτινισμός της ΧΑ έχει βαθύτερες και πιο απλωμένες πολιτισμικές ρίζες από αυτόν των ακροδεξιών κομμάτων της Δυτικής Ευρώπης.
Ούτε ο αντισημιτισμός της φύτρωσε σε κανένα θερμοκήπιό της. Για εκατομμύρια Ελληνες οι Εβραίοι είναι, μαζί με τους Δυτικούς (με τους οποίους άλλωστε συνεργούν), ο προαιώνιος εχθρός του Ελληνισμού. Η σταθερή άρνηση ή αποσιώπηση αυτού του φαινομένου εγγυάται τη διαιώνισή του. Πριν από χρόνια, ένα μυθιστόρημα που τόλμησε να θεματοποιήσει την ιστορία της «συνωμοσίας του αίματος» ξεσήκωσε κατακραυγή και μηνύσεις. Ελάχιστα έχουν γραφτεί (και αυτά με απόσταση ασφαλείας από την Ελλάδα) για ό,τι ακολούθησε στη Θεσσαλονίκη τη μεταφορά των Εβραίων της στο Αουσβιτς. Εξάλλου, αν έπρεπε να κρίνουμε μόνο από τη λογοτεχνία μας, η εβραϊκή παρουσία στη Θεσσαλονίκη υπήρξε το πολύ περιθωριακή. Ολα αυτά είναι ελάχιστα δείγματα από τα πάμπολλα, δυστυχώς, συμπτώματα εβραιοφοβίας και λανθάνοντος αντισημιτισμού στην Ελλάδα.
Σε καμία χώρα του κόσμου η διδασκαλία της Ιστορίας στη δημόσια εκπαίδευση δεν ευθυγραμμίζεται με την ιστορική αλήθεια. Αλλά πουθενά αλλού, τουλάχιστον στην Ευρώπη, η ιστορική αλήθεια δεν υποφέρει τόσο πολύ όσο στο ελληνικό σχολείο. Ο μέσος Ελληνας κουβαλάει από τα θρανία μια τόσο στρεβλή αντίληψη για την ιστορία της χώρας του ώστε η επαφή του με κάποιους κοινούς τόπους των ιστορικών, όπως έγινε με τη σειρά του Σκάι για το ’21 πριν από λίγα χρόνια, τον σοκάρει και τον εξαγριώνει. Αν προσθέσουμε την εθνική ξιπασιά που συντηρεί ανόητους μύθους, όπως αυτός για τις πέντε εκατομμύρια λέξεις της ελληνικής γλώσσας, θα δούμε σε πόσο ευνοϊκό έδαφος ρίχνει τον δηλητηριώδη σπόρο του ο χρυσαυγίτικος εθνικισμός.
Μια απομυθοποίηση της ΧΑ θα έδειχνε ότι αυτό το «αντισυστημικό» κόμμα αρδεύεται από τη νερομάνα του συστήματος. Αλλά τότε θα απομυθοποιούνταν και το ίδιο το σύστημα. Θα το αντέχαμε;
Θα σκοντάφτεις και θα πέφτεις εδώ μες στα χαλάσματα
χαράζοντας γραμμές
εδώ θα επιμένεις δίχως βία
χωρίς ποτέ να καταφύγεις στη βολική απόγνωση
ποτέ στην περιφρόνηση
κι ας έχουν σήμερα τη δύναμη εκείνοι που οικοδομούνε ερημώσεις
κι ας βλέπεις φάλαγγες ανθρώπων να τραβάν συντεταγμένοι
για το ξυλουργείο
να δέχονται περήφανοι
την εκτόρνευσή τους
και να τοποθετούνται στα αυστηρά τετράγωνα
σαν πιόνια.
Εσύ θα επιμένεις σαν να μετράς το χρόνο με τις σειρές
των πετρωμάτων
σάμπως να ’σουν σίγουρος πως θα ’ρθει μια μέρα
όπου οι χωροφύλακες κ’ οι επαγρυπνητές θα βγάλουν τις στολές τους.
Εδώ μες στα χαλάσματα που τα σπείραν άλας
θέλεις δε θέλεις θα βαδίζεις
υπολογίζοντας την κλίση που θα ’χουν τα επίπεδα
θα επιμένεις πριονίζοντας τις πέτρες μοναχός σου
θέλεις δε θέλεις πρέπει ν’ αποχτήσεις έναν δικό σου χώρο.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Έτσι που γυρίσαμε γυαλίζουνε οι ράγιες στο σκοτάδι απ’ την πολλή σιωπή έτσι που γυρίσαμε βρήκαμε τους εισπράκτορες σφαγμένους και το πεντακοσάρικο για το εισιτήριο θα μας περισσεύει και τα τέσσερα χρόνια γι’ αυτό που λέγαμε ζωή μας θα μας λείπουν έτσι που γυρίσαμε κ’ οι δρόμοι προχωράνε τετραγωνίζοντας την άδεια πολιτεία σε πένθιμους φακέλλους κι αυτό ο αστυφύλακας περνάει και χασμουριέται Θεέ μου! Ας μίλαγε τουλάχιστον αυτός κι ας μου ζητούσε την ταυτότητά μου.
1952
ΦΡΟΝΤΙΣΕ
Φρόντισε οι στίχοι σου να σπονδυλωθούν με τις αρθρώσεις των σκληρών των συγκεκριμένων λέξεων. Πάσχισε νάναι προεκτάσεις της πραγματικότητας όπως κάθε δάχτυλο είναι μιά προέκταση στο δεξί σου χέρι. Έτσι μονάχα θα μπορέσουν σαν την παλάμη του γιατρού να συνεφέρουν με χαστούκια όσους λιποθύμησαν μπροστά στο άδειο πρόσωπό τους
ΠΡΟΑΓΩΓΗ
Όλα ήταν έξοχα χτες βράδι τόσο που κρυσταλλώθηκε η θάλασσα στους βράχους κ’ έγινε αλάτι τόσο που κρυσταλλώθηκαν τα σύννεφα ψηλά στον ουρανό κ’ έγιναν αστέρια τόσο που κρυσταλλώθηκε δω κάτω η σιωπή μας κ’ έγινε φιλί. Όλα ήταν έξοχα χτες βράδι μόνο που ήρθαν ίσως με κάποια καθυστέρηση όπως φτάνει στον πεσόντα η διαταγή προαγωγής του σε υποδεκανέα.
ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ
‘Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι έτσι αργούν κι οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο. Στο μεταξύ όσο δουλεύεις στον τροχό πρόσεχε μην παρασυρθείς μην ξιπαστείς απ’ τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων. Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι.
ΓΥΜΝΑΣΜΑ
Δοκίμαζε, συνέχιζε τα γυμνάσματά σου.
Κοίτα που κ’ η θάλασσα ανακατεύει συνεχώς
ουρανό και φύκια
πασχίζοντας να βρει το σωστό της χρώμα.
ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΝΥΧΤΑ
Όπου νά ’ναι θα κλείσει το στερνό παραθύρι στην άκρη της
βροχής. Κατακαθίζει το νερό στα σκαλοπάτια. Τί ξένο που είναι απόψε το τσίγκινο τραπέζι κάτω απ’ τη
μαρκίζα γυμνό και ξεχασμένο δίχως τον ίσκιο των χεριών της. Κανείς. Ένα δημοτικό φανάρι μουσκεύει μες στη νύστα του.
Πίσω απ’ τα σακιά με το τσιμέντο νυχτοπερπάτητο σκοτάδι σκυφτό σκοτάδι και η σκουριά που αχνογυαλίζει στα βρεγμένα
συρματόσκοινα.
Ώρα να πιάσει βάρδια το φεγγάρι.
Σαββατόβραδο κ’ οι ταβέρνες κλειστές μουλιάζει ο χρόνος στο καπέλο του ζητιάνου οι δρόμοι αποτραβιούνται σε άδειες κάμαρες και μόνο εκεί στο μαξιλάρι μένουνε ακόμα μένουνε τα αποχτενίδια του ύπνου της.
Μια συνοδεία νοτισμένα αστέρια έστριβε απ’ τη γωνιά της
χαραυγής. Απίθωσα στα χείλη της το αλάτι της αγάπης. Ύστερα μας έπαιρνε το κύμα. Ταξιδεύαμε μαζί σαν μια φωνή που σβήνει στο πηγάδι.
Ένα μικρό φεγγάρι σκαλωμένο μες στα σύννεφα ένα μικρό φεγγάρι σύννεφο.
Ξύπναγε σαν φύτρωνε στην άκρη του γιαλού ένα κοχύλι φρέσκος ήλιος. Καλημέρα. Ένα μικρό φεγγάρι έσβηνε στη φωνή της.
Έβλεπα τα χέρια και είταν μονάχα δυό μέτραγα τα μάτια μου και είταν μονάχα δυό μουλιάζουν τώρα μες στο καπέλο του ζητιάνου μονάχα δυό.
1947
ΝΕΚΡΗ ΖΩΝΗ
Με τις λέξεις σου να είσαι πολύ προσεχτικός,
όπως είσαι ακριβώς μ’ έναν βαριά τραυματισμένο που
κουβαλάς στον ώμο.
Εκεί που προχωράς μέσα στη νύχτα
μπορεί να τύχει να γλυστρήσεις στους κρατήρες των οβίδων
μπορεί να τύχει να μπλεχτείς στα συρματοπλέγματα.
Να ψαχουλεύεις στο σκοτάδι με τα γυμνά σου πόδια
κι όσο μπορείς μη σκύβεις
για να μη σούρνονται τα χέρια του στο χώμα.
Βάδιζε πάντα σταθερά
σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις πριν σταματήσει η
καρδιά του.
Να εκμεταλλεύεσαι
κάθε λάμψη απ’ τις ριπές των πολυβόλων
για να κρατάς σωστόν τον προσανατολισμό σου
πάντοτε παράλληλα στις γραμμές των δυο μετώπων.
Ξεπνοϊσμένος έτσι να βαδίζεις
σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις εκεί στην άκρη του νερού
εκεί στην πρωινή την πράσινη σκιά ενός μεγάλου δέντρου.
Προς το παρόν, νάσαι πολύ προσεχτικός
όπως είσαι ακριβώς μ’ έναν μελλοθάνατο που κουβαλάς
στον ώμο.
ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ
Για να χτίσουν μιά καλύβα
Παίρνουν κοκκινόχωμα νερό ζυμώνουνε τη λάσπη με τα πόδια
ρίχνοντας άχυρο τριμμένο για να δέσουν τα πλιθιά όταν
τ’ αραδιάσουνε στον ήλιο.
Εμείς το μόνο πούχαμε είταν στάχτη αίμα και σκουριασμένο
συρματόπλεγμα.
Χρόνια και χρόνια τώρα πασχίζω να στεριώσω το μικρό πλιθί μου
μ’ αυτά τα υλικά
χρόνια πασχίζουμε να χτίσουμε τον κόσμο
να τον μεταμορφώσουμε
Ζυμώνουμε τη λάσπη και συνεχώς διαλύεται
Απ’ τις προλήψεις τις βροχές τις προδοσίες.
Είμαστε υπεύθυνοι για τα υλικά
για τις λιποψυχίες μας
είμαστε υπεύθυνοι για την επιμονή μας
να ζυμώνουμε ακόμα με τα γυμνά μας πόδια
τη στάχτη και το αίμα.
Ποιητική
1
Αξίζει δεν αξίζει
στέλνω τις εκθέσεις μου σε χώρες που δε γίνανε ακόμα
προδίνω τις κινήσεις ενός ήλιου
που πέφτει την αυγή δίπλα στις μάντρες
επικυρώνοντας με φως
τις εκτελέσεις
2
Η κάθε μου λέξη
αν την αγγίξεις με τη γλώσσα
θυμίζει πικραμύγδαλο.
Απ’ την κάθε μου λέξη
λείπει ένα μεσημέρι με τα χέρια της μητέρας δίπλα στο ψωμί
και το φως που έσταζε απ’ το παιδικό κουτάλι στην πετσέτα.
3
Η μόνη ξιφολόγχη μου
είταν το κρυφοκοίταγμα του φεγγαριού απ’ τα σύννεφα.
Ίσως γι’ αυτό δεν έγραψα ποτέ
στίχους τελεσίδικους σαν άντερα χυμένα
ίσως γι’ αυτό εγκαταλείπουν ένας-ένας τα χαρτιά μου
και τους ακούω στις κουβέντες όσων δε με έχουνε διαβάσει.
Άη-Στράτης 1951
ΑΝΑΤΟΛΗ ΗΛΙΟΥ
στον Γιάννη Ρίτσο
Είταν η ώρα που επρόκειτο να ανάψουν οι φανοστάτες. Δεν είχε
καμιά αμφιβολία, το ‘ξερε πως όπου να ναι θα ανάβανε, όπως και
κάθε βράδι άλλωστε. Πήγε και στάθηκε στη διασταύρωση, για την
ακρίβεια στη νισίδα ασφαλείας, για να δει τους φανοστάτες να ανά-
βουν ταυτόχρονα, τόσο στον κάθετο, όσο και στον οριζόντιο δρόμο.
Με το κεφάλι ασάλευτο, έστριψε το δεξί του μάτι δεξιά, το αρι-
στερό του αριστερά. Περίμενε, μα οι φανοστάτες δεν ανάβανε. Τα
μάτια του κουράστηκαν, άρχισαν να πονάνε, σ’εκείνη την άβολη
στάση. Σε λίγο δεν άντεξε και έφυγε.
Ωστόσο, το επόμενο σούρουπο, πιστός στο καθήκον, πήγε και
ξαναστάθηκε στη νησίδα του. Οι φανοστάτες και πάλι δεν ανάψανε,
ούτε εκείνο το βράδι, ούτε τις άλλες νύχτες, μα τα μάτια του συνήθι-
ζαν λίγο λίγο, δεν κουράζονταν πια, δεν πονούσαν.
Και κάποτε, εκεί που στεκόταν και περίμενε, χάραξε εντελώς
ξαφνικά. Εντελώς ξαφνικά, είδε τον ήλιο να ανατέλει, ταυτόχρονα,
απ’τον κάθετο δρόμο και απ’ τον άλλον, τον οριζόντιο…
Παρίσι, 1971
Η ΑΝΑΜΜΕΝΗ ΛΑΜΠΑ
Εσείς που υπακούτε σε κυβερνήσεις και Π. Γ.
σαν τους νεοσύλλεκτους στο σιωπητήριο
θ’ αναγνωρίσετε μια μέρα πως η ποσότητα της πίκρας
έτσι που νότιζε για χρόνια τους τοίχους του κελιού
είταν αναπόφευκτο
να φτάσει στην ποιοτική μεταβολή της
και ν’ ακουστεί σαν ουρλιαχτό
σαν εκπυρσοκρότηση.
Εσείς που άλλα λέγατε στους φίλους σας
κι άλλα στην καθοδήγηση
θ’ αναγνωρίσετε μια μέρα
πως εγώ είμουνα μονάχα παραλήπτης
των όσων μου ’στελναν
γραμμένα με λεμόνι οι φυλακισμένοι
και των δυο ημισφαιρίων.
Αν μου πρέπει τιμή
είναι που είχα πάντοτε τη λάμπα αναμμένη
μέσα στην κάμαρά μου
κ’ έκανα την εμφάνιση των μυστικών τους μηνυμάτων
κρατώντας τις λογοκριμένες τους γραφές
πάνω από τη φλόγα.
(“Ευθύτης Οδών” )
Έλα λοιπόν, εσύ ο πιο γεροδεμένος
φορτώσου τον βαρύγδουπο τον μεγάλο Στάλιν και ρίχ’ τον στη φωτιά. Έλα, κουνήσου, δεν το βλέπεις πως κουβαλάω κιόλας τον Ιλίτς; Όσο οι φλόγες θα φουντώνουν και θα σκορπίζονται οι στάχτες Εμείς θα διαρρυθμίσουμε τούτον τον νεκρότοπο σε βιβλιοθήκη. Ποιος ξέρει; Μια και το ’χουν συνηθίσει ίσως να ’ρχονται και πάλι οι αντιπροσωπείες μόνο που αντί να προσκυνάνε το δέρμα τους που στέγνωσε σαν άγραφη διφθέρα θα σκύβουνε στα έργα τους θα τα διαβάζουν και θα κρίνουν
Άρης Αλεξάνδρου, «Ποιήματα (1941-1974)» εκδόσεις ύψιλον, β΄ έκδοση: εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1981